Μάνος Αχαλινωτόπουλος: Αν δεν περνάει από μέσα μου η μουσική, δεν μπορώ να φυσήξω

Μιλάει στο Ogdoo.gr για την παράδοση, τις συνεργασίες του, για το τι τον εμπνέει και τι όχι
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Για τον Μάνο Αχαλινωτόπουλο δεν έχουν γραφτεί πολλά. Αναφορικά με την αξία του, εννοώ. Ένας από τους πιο σημαντικούς μουσικούς της Ελλάδας, που κατάφερε με το καλλιτεχνικό του έργο να βγει έξω από τα στενά γεωγραφικά μουσικά σύνορα της Ελλάδας, παίζοντας δίπλα σε πολύ σημαντικούς δημιουργούς είτε στο εξωτερικό είτε στην Ελλάδα.

Μουσικός του σήμερα, έχοντας ενσωματώσει στην τέχνη του μια παράδοση αιώνων, είναι από τους λιγους μουσικους που μπορείς να πείς με σιγουριά ότι χτίζει σήμερα αυτό που αύριο θα θεωρείται κλασικό. Καλλιτέχνης μεγάλης γκάμας, έκανε το κλαρίνο ξανά πρωταγωνιστή στη σύγχρονη ελληνική μουσική σκηνή. Με δύο προσωπικούς δίσκους στο ενεργητικό του, πάμπολλες συμμετοχές σαν μουσικός σε δίσκους άλλων καλλιτεχνών, κατάφερε να ενσωματώσει στην παράδοση το προσωπικό του στοιχείο. Ανθρωπος που δεν έχει σταματήσει να ψάχνεται, τα τελευταία χρόνια εκπαιδεύει από έδρας τους νέους μουσικούς, χωρίς να σταματήσει λεπτό την καλλιτεχνική του δραστηριότητα. Καλλιτέχνης χαμηλών τόνων αλλά υψηλών προδιαγραφών, στην κουβέντα που ακολουθεί, μιλάει για την παράδοση, τις συνεργασίες του, για το τι τον εμπνέει και τι όχι.

Μάνο, φαντάζομαι ότι όποιος ξεκινούσε μια κουβέντα μαζί σου, το πρώτο που θα σε ρωτούσε είναι η λέξη ΄΄παράδοση΄΄. Τι σημαίνει για σένα αυτή η λέξη;

Μια λέξη που σημαίνει πολλά ζεστά και βαθιά πράγματα αλλά που έχει χρησιμοποιηθεί επίσης με πλαίσια που οδηγούν σε ύποπτα και παρωχημένα ιδεολογήματα. Αυτή η δεύτερη χρήση της παράδοσης, με το σηκωμένο δασκαλίστικο δάκτυλο που έχει κάτι έντονα αντιερωτικό και γερασμένο είναι κατασκευή και πρόκειται για να είμαστε ακριβείς για επινοημένη παράδοση προσπαθώντας διαρκώς κάτι να αποδείξει και να επιβάλλει. Για μένα τα ρήματα που πάνε με την παράδοση είναι το συγκινώ το γοητεύω και αντίστοιχα συγκινούμαι, γοητεύομαι (στην παθητική φωνή) γιατί είναι πρωτίστως σχέση αυτή η παράδοση με τους ανθρώπους και τον κόσμο και δεν χρειάζεται τίποτα να αποδείξει και να επιβάλλει. Ροή, κίνηση, δημιουργία και όχι στασιμότητα, νεκρό γράμμα ή τύπος είναι το μεδούλι αυτής της σχέσης που ορίζει την παράδοση σαν κάτι βαθιά ψυχικό και ανθρώπινο που ενώνει και δεν χωρίζει τον κόσμο.Αν δούμε τα πράγματα λίγο πιο προσεκτικά δεν υπάρχει μία παράδοση που συχνά την γράφουν και με κεφαλαίο π σαν να χρειάζεται κάτι να κυριαρχήσει ως αυταπόδεικτο θέσφατο. Υπάρχουν πολλές παραδόσεις που αφορούν τέχνες, πρακτικές, συμπεριφορές, αξίες και άλλα πολλά και είναι ζωντανές γλώσσες που αλλάζουν και συχνά μετασχηματίζονται και ανάλογα με τις ανάγκες των ανθρώπων τους τόπους και τις εποχές. Οι ελληνικές παραδόσεις λοιπόν όσο πιο άμεσα προέρχονται από μικρές κοινωνίες τόσο πιο «γνήσια» εκφράζουν σχέσεις ανθρώπων πολιτικές με την θεμελιώδη σημασία του όρου πολιτικός χωρίς διαμεσολαβητές και μεσάζοντες. Είναι ποιητική η αξία τους και οι λειτουργίες τους. Όταν τα δίκτυα γίνονται υπερτοπικά και καθολικά(π.χ. δισκογραφία, media) τότε μπαίνει πιο πολύ ενδεχομένως το εμπόριο και η εξουσία στη μέση. Ωστόσο οι άνθρωποι δεν είναι χαζοί. Αντιλαμβάνονται ότι όταν τρώνε μια πίτα ή ένα ζυμωτό ψωμί από τον ξυλόφουρνο της γιαγιάς στο Ζαγόρι έχει άλλη ποιότητα και μαστοριά από αυτή την τύπου «ζαγορίσια» πίτα που θα τους πλασαριστεί από ένα πολυκατάστημα.

Πριν πούμε για όλα αυτά που έχεις καταφέρει και ζήσει σαν μουσικός, να πάμε λίγο πίσω. Γεννήθηκες και μεγάλωσες πού; Πότε κατάλαβες ότι η μουσική και ιδιαίτερα το κλαρίνο θα ήταν για σένα μια ιστορία συνυφασμένη με την ζωή σου;

Γεννήθηκα στην Αθήνα. Πήγα σχολείο στον Άγιο Παντελεήμονα, στον Άλιμο. Οι γονείς μου είχαν καταγωγές αντίθετες μεταξύ τους κατά μια έννοια. Κωνσταντινουπολίτης ο πατέρας μου με απώτερη καραμανλίδικη ρίζα , ορεσίβια από την ορεινή Ναυπακτία η μάνα μου που σημαίνει στα γλέντια τα τσάμικα κοντράριζαν τα ζεϊμπέκικα, τα ρετρό και τους καρσιλαμάδες. Τυχερός όμως κάθε καλοκαίρι πηγαίνοντας στο χωριό της μάνας μου με τους παππούδες , ήρθα σε επαφή με τα κλαρίνα, πιο πολύ με τα γλέντια, το μεράκι των ανθρώπων, τους κύκλους των χορών. Κόλλησα! Με τον ήχο του κλαρίνου το κλάμα που έβγαζε αλλά και με το φως, την λαμπρότητα που είχε αυτό το όργανο. Κυρίως όμως με το πώς γινόταν όλο αυτό που έπαιρνε ο κλαριντζής τα βάσανα και τις χαρές των ανθρώπων και τα έκανε μουσική επιτόπου, την ίδια στιγμή. Τόσο που γυρνούσα στην πόλη συνεχίζοντας την ζωή μου κανονικά, με το σχολείο, τις σπουδές, στο γυμνάσιο , στο Πανεπιστήμιο και έπαιζα συνάμα και κλαρίνο και μη έχοντας πάρει καμιά επίσημη απόφαση το πράγμα ήρθε φυσικά. Δεν μπορούσα να διανοηθώ να γίνω υπάλληλος ας πούμε ή τεχνοκράτης σε ένα γραφείο κλεισμένος. Ήθελα να ταξιδεύω με τη μουσική, να γνωρίζω τόπους, ήχους και ανθρώπους.

Μουσική και παράδοση στην Ελλάδα, σε γενικές γραμμές σημαίνει αυτοδίδακτοι μουσικοί, με την εμπειρία και το ταλέντο να μεταδίδονται από γενιά σε γενιά. Εσένα δεν ήταν ακριβώς αυτή η περίπτωσή σου, έτσι δεν είναι;

Στα πρώτα μου βήματα ακριβώς αυτό είναι. Κύτταξε η δική μου ζωή είναι αποτέλεσμα δύο κόσμων. Ενός προφορικού και ενός κόσμου εγγραμματοσύνης. Από τα δέκα μου χρόνια που πρωτόπιασα το κλαρίνο ως αυτοδίδακτος στην ουσία κυνηγούσα τους δασκάλους που με γοήτευαν και «έκλεβα» τραγούδια, τρόπους, τεχνικές.Τους Σουκαίους, τον μπάρμπα Τάσο τον Χαλκιά, το Μπέκο, το Σαλέα αλλά και άλλους από άλλα όργανα, όπως ο κυρ Νίκος ο Καρατάσος με το τσίμπαλο που ήταν από τους πιο γλυκούς ανθρώπους που γνώρισα σε αυτό το συνάφι και πάντα με νουθετούσε και με πρόσεχε και του οφείλω πολλά. Μετά ο κύκλος ολοένα άνοιγε, ο Μόσχος, η Τασία Βέρρα, ο Καζαντζίδης, ο Λάκης Χαλκιάς , η Κολλητήρη, ο Κόρος, ο Βασιλάρης όλοι τους σπουδαίοι και σημαντικοί για τη μουσική ζωή μου και την ολοκλήρωσή μου. Μετά βεβαίως σπούδασα διάφορα πράγματα, έκανα και μουσικές σπουδές και διαχειρίστηκα με πιο προσωπικό τρόπο την μουσική μου πορεία απομακρυνόμενος από μια λογική στενή συνυφασμένη μόνο με ένα είδος που αφορά μόνο το γλέντι ή την διασκέδαση. Εγώ από τα γλέντια και από αυτά τα σπουδαία λαϊκά πατάρια μάθαινα, ανακάλυπτα,τρόπους, ερμηνείες... Κόσμος ολόκληρος! Θυμάμαι εικοσάρης που έπαιζα με την Τασία Βέρρα σε τριήμερα πανηγύρια και μετά γυρνούσα στην Αθήνα για να δώσω κάποιο μάθημα στο πανεπιστήμιο, ένιωθα σαν να ζούσα σε δύο κόσμους. Ο προφορικός κόσμος μου φαινόταν τότε πιο «νόστιμος», πιο καρδιακός πιο άμεσος. Έκτοτε βέβαια αναθεώρησα αφού είχα την τύχη να γνωρίσω σπουδαίους ανθρώπους των γραμμάτων εξίσου νόστιμους και βαθείς με τους λαϊκούς μου ήρωες όπως ο Μποστ, ο Καρούζος, ο Ν. Βαλαωρίτης και άλλοι και φυσικά ανακάλυψα ότι αλλού παίζεται το παιχνίδι: το ταλέντο και το πνεύμα ευτυχώς είναι άναρχα και διαταξικά και έτσι διαπερνούν τα όποια επίπλαστα όρια μεταξύ αστικού πολιτισμού και αγροτικής περιφέρειας. Πάντως όταν ένιωσα ότι ολοκλήρωσα αυτόν τον πρώτο κύκλο, άνοιξα τα φτερά μου πέρα από τα δημοτικά πάλκα και έκτοτε προέκυψαν συνεργασίες που ούτε καν μπορούσα να διανοηθώ σε εκείνη τη φάση. Ωστόσο ακόμα παίζω όποτε το νιώσω σε τέτοια γλέντια γιατί είναι πηγή έμπνευσης για μένα και γιατί με συγκινούν πάντα οι λαϊκές μουσικές παραδόσεις.

Κατάφερες να βγάλεις ένα παραδοσιακό όργανο όπως το κλαρίνο έξω από τα σύνορα της Ελλάδας. Εχεις συνεργαστει με κορυφαίους μουσικούς από όλον τον κόσμο και έχεις παίξει στα μεγαλύτερα φεστιβαλ εθνικών μουσικών και όχι μόνο. Πές μας κάτι που αποκόμισες από αυτή την εμπειρία σου; Κάποιοι μουσικοί που όταν τους άκουσες να παίζουν έγραψαν μέσα σου;

Ναι ταξίδεψα και ταξιδεύω σε πάρα πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο σε όλες τις ηπείρους. Αυτό μόνο καλό κάνει πιστεύω σε έναν καλλιτέχνη. Όταν σε καλούν σε ένα μεγάλο θεσμό ή οργάνωση όπως ας πούμε το Jazz φεστιβάλ του Montreux ή το φεστιβάλ Sfinks στο Βέλγιο ή ακόμα και τα Womad αυτομάτως δεν έχεις τα δεκανίκια της κοινής ταυτότητας, του εθνικού που ξεκλειδώνουν το κοινό καμιά φορά και λίγο στερεοτυπικά.Εκεί πρέπει να χτίσεις από την αρχή το πράγμα και αυτό σε ωθεί να ανακαλύψεις καινούργιους τρόπους και δρόμους συχνά παράξενους και απροσδόκητους αλλά πως να το κάνουμε καταλαβαίνεις ότι είναι και άλλοι πολλοί και πολύχρωμοι ευτυχώς στον πλανήτη που κουβαλούν επίσης μακραίωνες και μεγάλες παραδόσεις και «αρχαίους» πολιτισμούς.Δεν υπάρχει χώρος για ομφαλοσκοπίες και παπάντζες. Οι αστικοί μύθοι που κάποιος ξένος mainstream κατατροπώθηκε από τον δικό μας αήττητο ήρωα είναι για εσωτερική κατανάλωση και θεραπεύουν το μαζικό ψυχολογικό έλλειμμα του ότι το απλό χωριατόπουλο ή λαϊκό παιδί το δικό μας έφαγε τους ξένους μορφωμένους άρα αφού έχουμε και διεθνή αναγνώριση κάτι αξίζουν και τα δικά μας ......Εδώ κοτζάμ μαέστρος υποκλίθηκε σου λέει.Αυτό που αποκόμισα εγώ είναι ότι όσοι μουσικοί έχουν θηλυκά μυαλά, δηλαδή δικό τους ποιητικό και μουσικό σύμπαν και γεννάνε, λειτουργούν σε αυτά τα πολυπολιτισμικά events με μεγαλύτερη φυσικότητα και ευκολία. Έγραψαν μέσα μου πολλοί μουσικοί αλλά θα αναφέρω τρία πρόσωπα που ξεχωρίζω για εντελώς διαφορετικούς λόγους και αρετές τον καθένα:τον Αμερικανό σαξοφωνίστα της ιστορικής περιόδου της Jazz Charlie Mariano τον οποίο γνώρισα όταν ήμουν πολύ νέος και εκείνος γέροντας,Τον Πακιστανό απίστευτο τραγουδιστή της ιερής Σούφι μουσικής Kawali Rizwan Muazzam Mujahid Ali Khan με τον οποίο ηχογραφήσαμε μαζί το 2019 και συνεχίζεται ακόμα η συνεργασία μας και τον Γερμανό κοντραμπασίστα Peter Kowald.

Έχοντας κυκλοφορήσει προσωπικούς δίσκους με δικές σου συνθεσεις, αλλά έχοντας παίξει και σε δίσκους διάσημων συναδέλφων σου, ποια είναι η συνεργασία που δεν θα ξεχάσεις ποτέ;

Στους προσωπικούς μου δίσκους «Υάκινθος» και «Ζωπυρείν» έχει παίξει συγκινητικά με πολλή λεπτότητα ο ουτίστας Ara Dinkjian και πάντα όποτε τον ακούω μου βγάζει την καθαρότητα και την αρχοντιά του. Αξέχαστη για μένα είναι η συνεργασία μου με τον Διονύση Σαββόπουλο τόσο στην δισκογραφία όσο και σε παραστάσεις. Αυτόν τον αγαπώ πολύ, για όλα του και ήταν ευλογία να είμαι συνεργάτης του και να τον βλέπω να συνθέτει επί σκηνής τους κόσμους του και να κάνει τα θαύματά του. Επίσης ο Σταμάτης Κραουνάκης άλλος θαυματοποιός με κόσμο καταδικό του που τον αγαπώ πολύ και περνάμε υπέροχα όταν ανταμώνουμε.Ο Γιώργος Ανδρέου που εκτός από τα υπέροχα τραγούδια του, πρότεινε ενορχηστρωτικά έναν ήχο για το ελληνικό τραγούδι μικτό πλην νόμιμο που περιελάμβανε πολύ συχνά και την δική μου συμμετοχή που πιστεύω ήταν επικοδομητική προς αυτή την κατεύθυνση.Ακόμα η αγάπη μεταξύ τους και το πάθος για την μουσική και τη ζωή που έχουν η κυρά Γιασεμή και ο μπάρμπα Νίκος ο Σαραγούδας μου θυμίζουν κάθε φορά τους λόγους για τους οποίους παίζουμε μουσική. Έτσι απλά χωρίς μετρήσεις και προσδοκίες:για το γούστο και το μεράκι!

Έχοντας ζήσει περιόδους της ζωής σου στο εξωτερικό, πως θα έλεγες ότι βλέπουν οι ξένοι την ελληνική μουσική;

Εκπλήσσονται συχνά και από την πολυρυθμία και από τα όργανα και τα χρώματά της. Δεν είναι γνωστή η Ελληνική μουσική στο εξωτερικό όσο θα μπορούσε και όσο θα της άξιζε. Μια τουριστική εκδοχή της από την δεκαετία του ’60 έχει ακόμα το προβάδισμα και αυτό οφείλεται ίσως και στη δική μας ραθυμία ή μη συντονισμένη οργάνωση.Πάντως το κλίμα χάρη σε προσωπικές μας προσπάθειες και όχι σε κρατικές, θεσμικές ή άλλες αναστρέφεται σιγά σιγά.

Να μιλησουμε λίγο για την εμπειρία σου στο Πανεπιστήμιο; Εδώ και αρκετά χρόνια διδάσκεις τους νεώτερους μουσική. Πώς προέκυψε αυτό και πως σε κάνει να νοιώθεις;

Αυτό ήταν επιλογή μου. Από πολύ νέος είχα ένα ερευνητικό πνεύμα, μια διάθεση συγκριτική των πραγμάτων, ήθελα να σκαλίζω καμιά φορά τη σκουριά απέξω και να ανακαλύπτω σχέσεις, καταγωγές, την μέσα φύση των προσώπων και των καταστάσεων. Από την άλλη όλη αυτή η «Οδύσσεια» που έπρεπε να υποβληθεί κάποιος παλαιότερα για να ανακαλύψει όλες αυτές τις προφορικές παραδόσεις όσο και αν ήταν γοητευτική δεν παύει να έδειχνε μια κλειστότητα που δεν με εύρισκε σύμφωνο γιατί δεν πιστεύω σε οτιδήποτε ουσιοκρατικό, φάρες, καταγωγές και όλα τα σχετικά. Το ταλέντο υπάρχει παντού και οι ευκαρίες πρέπει να δίνονται σε όλους.Εδώ και 15 χρόνια περίπου διδάσκω στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και δουλεύουμε μαζί με τους φοιτητές μου συχνά σε απάτητα στο παρελθόν μονοπάτια με πολύ καλά αποτελέσματα. Μαθαίνω και εγώ από εκείνους γιατί κάθε πρόσωπο δίνει υπόσταση στην όποια γνώση με τρόπο μοναδικό και συχνά απροσδόκητο. Ωστόσο πρέπει να επισημάνω για τη διδασκαλία μου στο Πανεπιστήμιο, ότι το ίδιο με εμένα κάνουν συνάδελφοί μου – καλλιτέχνες λαϊκών οργάνων – στην Αμερική, στην Ευρώπη, ακόμη και στα Βαλκάνια και στην Ανατολή οι οποίοι κάνουν ακαδημαϊκή καριέρα και έρευνα παράλληλα με την καλλιτεχνική τους δράση, κάτι που στην Ελλάδα ακόμα για κάποιους δικούς μας κοινωνικούς λόγους φαντάζει ενδεχομένως ασυνήθιστο και όχι τόσο «αυθεντικό».

Πώς βλέπεις και ακούς τα μουσικά πράγματα στην Ελλάδα σήμερα; Γεννιούνται πράγματα με ενδιαφέρον ή έχουμε πέσει εδώ και μια δεκαπενταετία περίπου στο τέλμα της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης που ζήσαμε;

Φυσικά και γεννιούνται και μάλιστα κάποια εξαιρετικής ποιότητας. Δεν ξέρω πόσο δημοσιοποιούνται. Κάθε γενιά, σε κάθε ιστορική περίοδο λέει ότι παλαιότερα ήταν καλύτερα και ότι τα πράγματα στον παρόντα χρόνο χειροτερεύουν. Είναι ανθρώπινο φαινόμενο αυτό να εξιδανικεύει το παρελθόν και να κατασκευάζει απωλεσθέντες παραδείσους που στην πραγματικότητα δεν υπήρξαν ποτέ.Πάντως συχνά υπάρχουν κάποιοι άξιοι που δεν τους γνωρίζουμε ενδεχομένως και έχουμε και εμείς ο καθένας ξεχωριστά ευθύνη για αυτό γιατί κάποια ακριβά πράγματα χρειάζονται και την δική σου προσπάθεια για να τα ανακαλύψεις και βέβαια ότι προσφέρεται σε μεγάλες ποσότητες και καταπίνεται αμάσητο είναι εκ προοιμίου λίγο ύποπτο. Σε κάθε περίπτωση οι κοινωνίες έχουν σε κάθε περίοδο την τέχνη που τους αξίζει και τίποτα δεν μπορεί με το στανιό να επιβληθεί έστω και αν όλα τα επιχειρήματα συνηγορούν για την μεγάλη αξία του.

Αν σου ζητουσα να μας πείς τους ΄΄δασκάλους΄΄ σου στην μουσική, ποιους θα ανέφερες;

Κάθε φορά που μελετάω κάτι όσο παλιό και αν είναι με κάποιο τρόπο ζει και ανασαίνει στο σήμερα και οι πρωταγωνιστές του είναι για μένα δάσκαλοι έστω και αν έχουν πεθάνει πριν 70 χρόνια. Έχω αποκτήσει το κριτίριο με τα χρόνια να παίρνω νερό από την πηγή και να αποφεύγω τα εμφιαλωμένα. Είναι πάρα πολλοί λοιπόν οι δάσκαλοι και όχι πάντα μόνο πρωταθλητές στη δεξιοτεχνία. Συχνά είναι πρωταθλητές στη ζωή,στον ανθρωπισμό και στη λεπτότητα που συμπεριφέρονται στους ανθρώπους μέσα από την τέχνη τους.

Παρακολουθώντας σε μέσα από τα social media, βλέπει κανείς ότι κάθε χρόνο συμμετέχεις σε ομάδες εκλεκτών μουσικών σε παγκόσμιο επίπεδο πού συναντιέστε για να επικοινωνήσετε και να παίξετε μουσική. Όλα αυτά προκύπτουν από τις προσωπικές σου επαφές; Θέλω να πώ δεν έχεις κάποιον μάνατζερ που στα κανονίζει.

Όλα αυτά γίνονται τελείως φυσικά γιατί εγώ δεν είμαι ούτε ιδιαίτερα οργανωτικός ούτε μεθοδεύω θέματα και ζητήματα που αφορούν διασυνδέσεις και γνωριμίες.Μπορώ να σου πω ότι ειδικά από το εξωτερικό τα πράγματα λειτουργούν πιο θεσμικά, υπάρχουν ειδκοί άνθρωποι που γνωρίζουν, ψάχνουν και μεθοδεύουν εκείνοι το πως θα σε βρουν. Ύστερα η μία επιτυχημένη εμφάνιση φέρνει κι άλλες και οι κύκλοι όπως είναι φυσικό συνεχώς διερύνονται. Περισσότερο στην ελληνική πραγματικότητα χρειάζεται να σηκώνει κανείς τηλέφωνα λόχου χάρη να γνωρίζει ανθρώπους προκειμένου να κάνει τη δουλειά του, κάτι που όπως και να το κάνεις είναι πρωταρχικά αναξιοπρεπές. Έτσι πολλές φορές προτιμώ να μην ασχοληθώ και ας είναι αυτό σε βάρος της δημοσιοποίησης της δουλειάς μου.

Πώς βλεπεις το μέλλον της ελληνικής μουσικής; Θα υπάρξει ή όλη αυτή η παράδοση αιώνων θα χαθεί μέσα στη λαίλαπα της παγκοσμοποίησης και της επικράτησης της ποπ μουσικής;

Η παράδοση αιώνων είναι ταυτότητα και μνήμη όπως συχνά τονίζεται αλλά έχει και παρόν και θα έχει και μέλλον, όπως συχνά παραγνωρίζεται. Δεν είναι τυχαίο που ας πούμε στον Έβρο έχουμε τα τελευταία χρόνια δεκάδες νέους να παίζουν γκάιντες εκεί που πριν 20 χρόνια υπήρχαν μόνο λιγοστοί παππούδες. Το ίδιο συμβαίνει και με τις τσαμπούνες στις Κυκλάδες ενώ σε όλη την επικράτεια τα κανονάκια τα ούτια και ένα σωρό άλλα όργανα γνωρίζουν νέες περιόδους άνθησης. Από την άλλη νέα είδη,τραγουδοποιοί, συνθέτες, τζαζίστες, ράπερ ,τράπερ παίρνουν στοιχεία και μετασχηματίζουν φόρμες και μελωδίες. Ότι αξίζει να κρατηθεί θα κρατηθεί. Το σκυλάδικο βέβαια έχει μια άνθηση τελευταία, ειδικά στην πιο ποπ και light εκδοχή του αλλά αυτό έχει να κάνει με τις ζωές των ανθρώπων που έχουν αλλάξει και διαφοροποιηθεί ως προς τις ανάγκες τους. Δύσκολα σήμερα όντως μπορεί να γεννηθεί ένας Καζαντζίδης που εκτός από τεράστια φωνή ήξερε τι έλεγε και πως το έλεγε και εν πάσει περιπτώσει δεν θέλω να ηθικοποιώ τα πράγματα. Προτιμώ έναν με πολύ καλή φωνή που λέει ένα σκυλάδικο από έναν άφωνο καταθλιπτικό έντεχνο. Εκτιμώ πολύ την μαστοριά της καλής φωνής ξέρετε και τη θεωρώ από μόνη της στοιχείο πολιτισμού που μας χαρακτηρίζει.

Καινούργια ταλέντα στον χώρο της παραδοσιακής μουσικής υπάρχουν; Ή σήμερα τα παιδιά που ασχολούνται με την παραδοσιακή μουσική μαθαίνουν πιο ακαδημαικά πράγματα; Γιατί παραδοσιακός μουσικός σημαίνει να έχει κανείς και αυτή την λάμψη και την εμπειρία που την αποκτά μέσα από τις ζωντανές εμφανίσεις, τα πανηγύρια ας πούμε.

Η παραδοσιακή μουσική δεν είναι η μουσική της μιας εκδοχής. Αυτό το να παίρνεις τη μία εκδοχή, συχνά την πρώτη δισκογραφική και να την θεοποιείς, είναι αίρεση! Οι σκοποί είναι ζωντανοί, οι μελωδίες παίρνουν μορφή από τα χέρια, το πνεύμα και την καρδιά του κάθε παίχτη και αυτό είναι και το ζητούμενο. Η δημιουργία. Το χρώμα, το ύφος η τοπικότητα βεβαίως είναι σημαντικά πράγματα αλλά και η δημιουργία ακόμη σημαντικότερη. Άπειρες εκδοχές έχουν οι σκοποί και αλίμονο αν παραμέναμε μόνο διεκπεραιωτές. Δεν θα υπήρχε πιο ανιαρό και κολασμένο πράγμα. Πολλά καινούργια ταλέντα υπάρχουν όπως είναι φυσικό και η παιδεία αν δεν είναι φορμαλιστική και σέβεται την πολλαπλότητα των εκδοχών μόνο ωφέλιμη μπορεί να είναι. Αυτός ο δυϊσμός από τη μία η ακαδημαϊκή γνώση και από την άλλη η «πρωτόγονη» λαϊκότητα είναι πλασματικός και δεν μπορεί να υφίσταται στην εποχή μας. Δεν έχουμε πόλεμο τώρα για να σταματάμε το σχολείο και η τέχνη είναι πνευματική εργασία που θέλει ανοιχτότητα και παιδεία. Και επιμένω στη λέξη παιδεία και όχι εκπαίδευση γιατί μια κακή εκπαίδευση όντως ενδέχεται στις μουσικές με προφορική ιστορία να δημιουργήσει μαλθακούς και άνευρους εκτελεστές κατάλληλους για να παίζουν στο απογευματινό τσάι με τις χορωδίες κορασίδων.

Τα σχέδια σου για φέτος τον χειμώνα; Πού θα σε ακούσουμε να παίζεις;

Θα παίζω με τους αγαπημένους μου Ελένη Βιτάλη και Χρήστο Θηβαίο για λίγες επιλεγμένες εμφανίσεις στο Γυάλινο μουσικό θέατρο καθώς και σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας με το τρίο που έχουμε και παίζουμε δικές μας μουσικές με τον πιανίστα Γιάννη Κυριμκυρίδη και τον κοντραμπασίστα Λάμπρο Παπανικολάου. Ενδιαμέσως και κάποια ταξιδάκια στο εξωτερικό που θα ανακοινώνω κάθε φορά από τα social κατά περίπτωση.

Εχει τύχει να σου προσφέρουν πολλά χρήματα για να παίξεις με κάποιους που δεν εκτιμάς τη δουλειά τους και να αρνηθείς;

Ναι. Αν δεν περνάει από μέσα μου η μουσική δεν μπορώ να λειτουργήσω, να φυσήξω. Κάποτε έφυγα από ένα studio όταν συνέβη κάτι ανάλογο. Δεν μπορώ να πω ψέματα στον εαυτό μου για όποια αμοιβή γιατί φαίνεται. Γίνεται όλο καρικατούρα, σαν ένα τσόφλι χωρίς ψυχή. Είναι έτσι ο χαρακτήρας μου που φαίνεται και ο ενθουσιασμός και η χαρά και όταν νιώθω άβολα ή αμήχανα.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!