Γιώργος Β. Μονεμβασίτης: «Σύντομα θα τα κάνει όλα η τεχνητή νοημοσύνη»

Αμφισβητεί κανείς ότι σύντομα τις κριτικές δεν θα τις γράφουν μόνον άνθρωποι αλλά και μηχανήματα; Κυρίως μηχανήματα. Ας μην εθελοτυφλούμε. Η Τεχνητή Νοημοσύνη και η Εικονική Πραγματικότητα είναι εδώ! Με απειλητικές μάλιστα διαθέσεις
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
04/10/2023

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Γιάννης Αλεξίου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Υπήρξε αθλητής πολλών σπορ: κολύμβησης, στίβου - δρόμων ημιαντοχής, ποδοσφαίρου, σκι και τώρα στα 76 του σερφάρει με την ιστιοσανίδα του. Το μότο της ζωής του είναι Νους υγιής εν σώματι υγιεί. Αυτή είναι η λιγότερη γνωστή πλευρά της ζωής του. Είναι γνωστότερος ως συγγραφέας,  δημοσιογράφος  κριτικός,  Ιστορικός Μουσικής, και τελευταία καλλιεργητής της Γης. Αρχαιοελληνική φιγούρα που κρατάει το φανάρι του πολιτισμού μέσα από πολλές ιδιότητες. Δύσκολα νικιέται σε θέματα γλώσσας. Αν ανοίξεις συζήτηση μαζί του κάτι θα βρει σίγουρα να σε διορθώσει. Πώς να μιλήσει κανείς για μουσική μαζί του και να αναφερθεί σ' ένα διπλό δίσκο, θα τον διορθώσει καθώς ο «διπλός δίσκος» είναι δόκιμο, και θα βάλει τα πράγματα στη θέση του με την έκφραση «έκδοση δύο δίσκων». Αυτό τον καιρό γράφει ταυτόχρονα 7 βιβλία!

Ο Γιώργος Β. Μονεμβασίτης είναι καλλιεργημένος, μειλίχιος και ευγενής από τους σημαντικούς ανθρώπους του πολιτισμού με τεράστιο και πολύπλευρο έργο πίσω του που συνεχίζει με την ίδια εφηβική ενέργεια να δίνει το πνεύμα και τις γνώσεις του όπου μπορεί. Εραστής της ποίησης, ίσως ο πιο προσιτός κριτικός. Η ατζέντα του είναι τόσο γεμάτη που θα την ζήλευε και ένας πρωθυπουργός 

Γεννήθηκε το 1947 στο Γύθειο, το τρίτο παιδί και μοναδικό αγόρι. Μεγάλωσε στο Γύθειο στους απόηχους της εποχής του Τζοκόντο Μορέττι, Ιταλού μαέστρου που είχε εγκατασταθεί εκεί.

Σπούδασε στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και από την αποφοίτησή του το 1970 έως σήμερα ασχολείται με την εκπόνηση στατικών μελετών κτιριακών και συγκοινωνιακών έργων.

Είναι καλός στη μουσική, στα μαθηματικά και στις ξένες γλώσσες «Ευεξήγητο» λέει γιατί όλα αυτά βασίζονται σε σύμβολα· και όποιος έχει ευχέρεια σε μία γλώσσα συμβόλων, έχει και στις άλλες.

Την πολυδιάστατη προσωπικότητά του δίνουν ο “Επίλογος” και τα “Μουσικά Ημερολόγια” (από το συγγραφικό του έργο) καθώς και η συνεργασία του με περιοδικά και εφημερίδες.


000_-_Η_αφεντιά_μου_Κορνίζα.jpg
Γύθειο, Σεπτέμβριος 1948 – Ατενίζοντας με ... αισιοδοξία το φωτογραφικό φακό του Παναγιώτη (Πότη) Μονεμβασίτη

-Για ένα χρόνο δεν σας πρόλαβα ως καθηγητή στο Εργαστήρι Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας του Χάγιου, αποφοίτησα το 1988 κι εσείς διδάξατε εκεί από το ’89 επί σειρά ετών Μουσική Επικοινωνία. Από ποια ιδιότητά σας – έχετε πολλές – επικοινωνήσατε καλύτερα την μουσική;

Στο Εργαστήρι δίδαξα είκοσι συναπτά έτη! Εκτός από Μουσική Επικοινωνία δίδαξα Ιστορία της Μουσικής, με τον δικό μου ξεχωριστό τρόπο, καθώς και Τέχνη και Τεχνική του Ραδιοφώνου. Με τη μουσική επικοινώνησα, και επικοινωνώ βεβαίως, καλύτερα με την ιδιότητα του ενεργητικού ακροατή. Υπογραμμίζω το «ενεργητικού» γιατί εκτός από ενεργητική υπάρχει και παθητική ακρόαση, η οποία δυστυχώς στην εποχή μας είναι η συνηθέστερη. Τη μουσική επικοινώνησα καλύτερα τόσο ως παρουσιαστής ραδιοφωνικών ακροαμάτων, όσο και ως συντάκτης ιστορικών και κριτικών κειμένων για αυτήν.

-Ποιος είναι ο δικός σας μουσικός κόσμος; Τι ακούτε ; Τι σας αρέσει περισσότερο; Τι συναυλίες παρακολουθείτε;
Ο μουσικός μου κόσμος ταυτίζεται με το σύμπαν της μουσικής. Ακούω τα πάντα, ανάλογα με τη διάθεση της στιγμής, αλλά και τις προσφερόμενες ευκαιρίες· αποφασίζω όμως με τα δικά μου κριτήρια τι είναι σημαντικό για μένα και τι όχι. Το σημαντικό θα επιδιώξω να το ξανακούσω και ξανακούσω. Ακούω με την ίδια ευχαρίστηση τη Σωτηρία Μπέλλου και τη Μαρία Κάλλας και δεν νοιώθω διχασμένος, που έλεγε και ο πάνσοφος και αντισυμβατικός Γιάννης Τσαρούχης. Ο Μίκης Θεοδωράκης, που με τίμησε με τη φιλία του, με εκτιμούσε ιδιαίτερα και για αυτό. Έλεγε ότι ήμουν ένας από τους ελαχίστους, αν όχι ο μοναδικός, με τον οποίο μπορούσε να συζητά ταυτοχρόνως άνετα και για το πιο σοβαρό και σύνθετο έργο του και για το πιο λαϊκό τραγούδι του.

001_-_Με_τον_Μίκη_α_μ_Σεπτέμβριος_2009.jpeg
Συζητώντας με τον Μίκη, Σεπτέμβριος 2009

Περισσότερο μου αρέσουν τα μουσικά έργα – οργανικά ή τραγούδια - που δεν προδίδουν τα βασικά δομικά στοιχεία της μουσικής: την αρμονία, τη μελωδία, το ρυθμό. Όταν διατρέχω την ιστορία της μουσικής, στέκομαι περισσότερο στην εποχή του Ρομαντισμού. Θα παρακολουθήσω κάθε είδους συναυλία που ξέρω ή προαισθάνομαι ότι θα μου χαρίσει ακροαματική ηδονή. Αρκεί βεβαίως οι συνθήκες – τόπος και χρόνος – να καθιστούν εφικτή την ακρόαση.

Από ένα τεράστιο σεντούκι μουσικών αναμνήσεων επιλέγω πρόχειρα και τυχαία μερικούς από αυτούς που μου χάρισαν ανεπανάληπτες στιγμές μουσικής ευφορίας: Έχω απολαύσει τον Woody Allen στη Νέα Υόρκη, τον Pete Seeger στη Νέα Ορλεάνη, τον Kris Kristofferson στο Λος Άντζελες, τον Roy Acuff στο Grand Ole Opry της Νάσβιλ, τον Chet Atkins στη Νάσβιλ, την Ella Fitzgerald και τον Peter Gabriel στον Λυκαβηττό – τον Gabriel σε τρεις συνεχόμενες βραδιές (!) τον Οκτώβρη του 1987 (ας είσαι καλά Νίκο Σαχπασίδη, εκεί μακριά που βρίσκεσαι), με τον καλύτερο ήχο που έχει ακουστεί στη χώρα μας, σε ανάλογη συναυλία – όλη την οικογένεια Marsalis στη Νέα Ορλεάνη, σε μια σπάνια και μοναδική επετειακή συνύπαρξη, τον Herbert von Karajan στο Ηρώδειο με τη Φιλαρμονική της Βιέννης το 1963 και τη Φιλαρμονική του Βερολίνου το 1965, την Marianne Faithfull στο «Παλλάς», τον Alfred Brendel σε ρεσιτάλ στη Φιλαρμονική του Βερολίνου το 1969, τον Nikolaus Harnoncourt με την Ορχήστρα Δωματίου της Ευρώπης και σολίστ τον Gidon Kremer στις 27 Νοεμβρίου 1993 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε μια ολόφωτη συναυλία με έργα Beethoven, τον Keith Jarrett στον Λυκαβηττό και το Μέγαρο Μουσικής, τον Luciano Pavarotti στο Ηρώδειο, τον Atahualpa Yupanqui στο Παρίσι και στην Αθήνα, τον Johnny Cash στο Παρίσι (!) το 1980, τον Bob Dylan στο Γήπεδο του Παναθηναϊκού το 1989 και στον Λυκαβηττό το 1993, τις αδελφές Katia και Marielle Labeque στο Παρίσι, στο Ηρώδειο, στο Μέγαρο Μουσικής, ουκ ολίγες φορές, με συνδέει μαζί τους από το 1980 ιδιαίτερη φιλία, τη Joan Baez στον Λυκαβηττό, τον Martin Carthy και τον Julian Bream στο Βρετανικό Συμβούλιο, τον John Williams τρεις φορές στο Μέγαρο Μουσικής, την Christa Ludwig στο Ηρώδειο το 1988, στο θεϊκό αφιέρωμα στη Μαρία Κάλλας, με το συγκλονιστικό “Χειμωνιάτικο Τραγούδι” των Μύλλερ-Σούμπερτ, το Κουαρτέτο Kronos, σε συναυλίες στον Λυκαβηττό, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το “Παλλάς”, το Gazarte … τον...την...το... και δεν αναφέρω βεβαίως καμία συναυλία με Έλληνες μουσικούς ή ελληνική μουσική. Τι να πρωτοθυμηθώ... Αρκετές από τις συναυλιακές εμπειρίες μου έχουν καταγραφεί στο Ποπ & Ροκ, το TaR, την Ελευθεροτυπία, το Δίφωνο, το Musicpaper.gr κλπ, κλπ.

002_-_Με_Κάτια_Μαριέλ_Λαμπέκ-2.jpg
Με τις αγαπημένες φίλες Κατιά και Μαριέλ Λαμπέκ στο καμαρίνι τους μετά από συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

-Κάποιες ιδιαίτερες αναμνήσεις από τις συναυλίες και τους μουσικούς που αναφέρατε;

Θέλετε να ξημερωθούμε; Ευχαρίστως. Θα περιοριστώ όμως σε λίγες που μου έρχονται αυθόρμητα αυτή τη στιγμή στο μυαλό. Ο Keith Jarrett πρωτοήρθε στην Ελλάδα, αν θυμάμαι καλά, το καλοκαίρι του 1981 για ένα ρεσιτάλ στον Λυκαβηττό. Ήσαν πολλοί αυτοί που θέλησαν να τον συναντήσουν για μια συνέντευξη. Αρνήθηκε πριν από το ρεσιτάλ, δέχτηκε να συναντηθεί, το πολύ με τρεις όμως, το επόμενο πρωί, στο Hilton, όπου έμενε. Οι τρεις τους οποίους επέλεξε ο αλησμόνητος φίλος Νίκος Σαχπασίδης, ο οποίος είχε οργανώσει το ρεσιτάλ, ήταν ο Κώστας Γιαννουλόπουλος, άλλος αείμνηστος, ο Δημήτρης Δανίκας και η αφεντιά μου. Τον συναντήσαμε στην πισίνα του Hilton όπου δροσιζόταν. Γι αυτό το λόγο είχε ζητήσει να μην παρίσταται φωτογράφος. Συζητήσαμε οι τέσσερίς μας για αρκετή ώρα. Του έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το ότι γνώριζα και τις δραστηριότητες του ως κλασικού πιανίστα και συζητήσαμε αρκετά και για αυτό. Στο τέλος, πριν αποχαιρετιστούμε, του ζήτησα ευγενικά να μου υπογράψει έναν δίσκο του που είχα μαζί μου σε μια αδιαφανή νάιλον σακούλα από αυτές που χρησιμοποιούσαν παλιότερα οι δισκογραφικές εταιρείες και τα δισκάδικα. «Δεν υπογράφω δίσκους» είπε. Πριν προλάβω να στενοχωρηθώ, ωστόσο, συμπλήρωσε: «Θα υπογράψω, όμως, αυτόν που έχεις φέρει, γιατί είμαι σίγουρος ότι δεν είναι το Κοντσέρτο της Κολωνίας!». Είχε μαντέψει σωστά! Είχα κουβαλήσει μαζί μου το Hymns – Spheres, έκδοση δυο δίσκων της ECM, στην οποία ο Jarrett αυτοσχεδιάζει παίζοντας σε ένα ιστορικό εκκλησιαστικό όργανο στη Γερμανία. Ένα ακόμη πολύτιμο ηχογράφημα προστέθηκε στη δισκοθήκη μου.

Νέα Ορλεάνη, Κυριακή 3 Μαΐου 1987. Βρίσκομαι στον Ιππόδρομο Fair Grounds, στα περίχωρα της πόλης, για να παρακολουθήσω την τελευταία ημέρα του περίφημου Φεστιβάλ Τζαζ και Μουσικής Κληρονομιάς (New Orleans Jazz & Heritage Festival), που διεξαγόταν τότε για 18η χρονιά. Στο πρόγραμμα εκείνης της ημέρας είχα ξεχωρίσει, ανάμεσα σε πολλές, που αρκετές γινόντουσαν ταυτόχρονα, τη συναυλία, το απομεσήμερο, του σπουδαίου πυλώνα του λαϊκού (folk) αμερικάνικου τραγουδιού Pete Seeger. Όταν εμφανίστηκε στη σκηνή, διαπίστωσα από τις αντιδράσεις του πολυπληθούς ακροατηρίου ότι εκείνη την ημέρα γιόρταζε τα γενέθλιά του! Ζήτησα να τον συναντήσω αμέσως μετά, όπως και έγινε. Αφού του γνωστοποίησα την προέλευσή μου και τις ιδιότητές μου, με ρώτησε αν είχα προγραμματίσει κάτι για αμέσως μετά και στην αρνητική απάντησή μου, μου είπε να περιμένω. Όταν τελείωσαν οι ευχές από όσους είχαν συγκεντρωθεί με κάλεσε να τον συνοδεύσω στα γραφεία του Φεστιβάλ. Στο δρόμο για εκεί συναντήσαμε ένα δισκοπωλείο. Μου είπε να διαλέξω έναν από τους δίσκους του. Τον πλήρωσε και έγραψε ιδιαίτερη αφιέρωση ῾Στον Γιώργο από την Αθήνα῾, συμπληρώνοντας τη συμβολική ημερομηνία της συνάντησής μας.

003_-_Με_τον_Pete_Seeger_στη_Νέα_Ορλεάνη_και_η_αφιέρωση.jpg

Συζητώντας με τον Πητ Σήγκερ στη Νέα Ορλεάνη. Και η αφιέρωσή του στο δίσκο, με ημερομηνία 3 Μαΐου 1987, στον George from Athens

Στα γραφεία του Φεστιβάλ, ένα τροχόσπιτο ήταν, μας περίμενε ο εμβληματικός οργανωτής του Φεστιβάλ George Wein - αυτός είχε ιδρύσει τα ιστορικά Τζαζ και Φολκ Φεστιβάλ του Νιούπορτ - με μια τούρτα γενεθλίων. Ο Seeger, ο Wein, η αφεντιά μου, η γραμματέας του Φεστιβάλ κι ένας-δυο ακόμη είμαστε παρόντες όταν ο πρώτος έσβησε τα κεράκια. Μοναδική, εξαιρετικά συγκινητική εμπειρία, που ανάλογή της ελάχιστοι φαντάζομαι έχουν βιώσει! Όμως, μήπως κούρασα με την πολυλογία μου;

-Όχι βέβαια. Πείτε μας κι άλλα...

Ωραία. Ας πω ένα – δυο ακόμη περιστατικά. Την πρώτη φορά που είχε έρθει η Marianne Faithfull για συναυλία στο “Παλλάς”, δεν θυμάμαι ακριβώς τη χρονιά, έμενε, τι πιο βολικό, στη Μεγάλη Βρετανία που είναι παραδίπλα. Σε μια μικρή αίθουσα του ιστορικού ξενοδοχείου, είχε προγραμματιστεί η καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου. Πριν αρχίσει η συνέντευξη με πλησιάζει ανήσυχος ο Βασίλης Σαχπασίδης, ο αδελφός του Νίκου, και μου λέει: «Γιώργο, η μεταφράστρια που είχα κλείσει για να βοηθήσει, ειδοποίησε ότι δεν θα μπορέσει να έρθει. Σε παρακαλώ θα μπορέσεις να βοηθήσεις εσύ;». Το έκανα με χαρά. Να γνωρίσω από κοντά την Marianne και να καθίσω δίπλα της. Υπέροχα.

004_-_With_Marianne_Faithfull_Bill_Sachpasidis-1.jpg
Με την Μάριαν Φαίηθφουλ και τον Βασίλη Σαχπασίδη στη συνέντευξη τύπου για την πρώτη συναυλία της στην Ελλάδα, που πραγματοποιήθηκε στο Παλλάς

Όταν τελείωσε η συνέντευξη η Marianne με ευχαρίστησε για όλα και κυρίως για τον έξυπνο και διακριτικό τρόπο, όπως τον χαρακτήρισε, που χειρίστηκα κάποιες πονηρές και ανόητες ερωτήσεις! Κατόπιν αυτού μου ζήτησε να γευματίσουμε μαζί. Γευματίσαμε στο GB Corner. Συζητήσαμε αρκετά και με ενθάρρυνε να τη ρωτήσω χωρίς να διστάσω για οτιδήποτε. Τη ρώτησα για πολλά και μου απάντησε με ειλικρίνεια για όλα. Όταν την επισκέφτηκα στο καμαρίνι μετά τη συναυλία, με ευχαρίστησε ξανά, με αγκάλιασε και με φίλησε σταυρωτά. Παράξενοι καιροί – Strange Weathers ...

Τους τέσσερις μουσικούς του περίφημου Κουαρτέτου Kronos τους γνώρισα το καλοκαίρι του 1993 – Σεπτέμβριος μάλλον ήταν - όταν είχαν πρωτοέρθει στην Ελλάδα για συναυλία στον Λυκαβηττό. Φρόντισε για αυτό ο Χρήστος Τσιλιγιάννης που τους είχε μετακαλέσει. Δείπνησα μαζί τους δυο βραδιές, την προηγούμενη της συναυλίας και αμέσως μετά τη συναυλία. Συζητήσεις που δεν είχαν τελειωμό, και όχι μόνον για τη μουσική, με τον David Harrington κυρίως, ιδρυτή του Κουαρτέτου, πρώτο βιολί και ηγετικό μέλος του. Γεννήθηκε τότε μια ιδιαίτερη φιλία. Όταν ξαναήλθαν στην Αθήνα για την πρώτη τους συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής προς τα τέλη του 1994, μου τηλεφώνησε ο Χρήστος και μου είπε ότι ο David αφενός μεν ζήτησε να με συναντήσει οπωσδήποτε, αφετέρου δε να προτείνω μια βραδιά με γνήσια ελληνική λαϊκή και παραδοσιακή μουσική. Περάσαμε τη βραδιά αυτή στο Παλιό μας Σπίτι, το στέκι που είχε ο Γιώργος Τζώρτζης στην Καισαριανή.


005_-_With_David_Harrington_Chr._Tsiligiannis_at_Παλιό_μας_Σπίτι.jpg
Με τον Ντέιβιντ Χάρρινγκτον του Κουαρτέτου Kronos και τον Χρήστο Τσιλιγιάννη στο Παλιό μας Σπίτι στην Καισαριανή. Στο βάθος αριστερά ο Γιώργος Τζώρτζης με το μπαγλαμαδάκι του στα γόνατα και το τσιγάρο στο στόμα. Προχωρημένο φθινόπωρο 1994

Κατενθουσιασμένοι και κατασυγκινημένοι και οι τέσσερις μουσικοί. Καθισμένοι δίπλα στο «πάλκο» - ο Γιώργος με τον μπαγλαμά και το μπουζούκι του και δυο ακόμη μουσικοί, ένας με κιθάρα και ένας με ακορντεόν, χωρίς μικρόφωνα βεβαίως – απολαύσαμε, μαζί με τα νόστιμα παραδοσιακά εδέσματα, κάτι παραπάνω από αυτό που ήθελαν. Το γνήσιο, το αυθεντικό. Μετά, αργά στη νύχτα, στο ξενοδοχείο τους μίλησα πολύ για το ρεμπέτικο, που τους είχε τόσο εντυπωσιάσει. Την επομένη ημέρα της συναυλίας τους πέρασα από το ξενοδοχείο που έμεναν, πριν φύγουν, και προσέφερα στον David τρεις δίσκους. Ένα δίσκο ακτίνας με τη Μαρίκα Παπαγκίκα που είχε εκδοθεί εκείνη τη χρονιά στις ΗΠΑ – ας είναι καλά το Music Corner και ο Πότης – το Music for Films της αγαπημένης Ελένης Καραΐνδρου και ένα δίσκο επαφής, Το παλιό μας Σπίτι, στο οποίο ο Γιώργος Τζώρτζης τραγουδούσε παλιά ρεμπέτικα μαζί με τον Νικόλα Σύρο. Οι δυο τους θυμίζω είχαν φτιάξει στο Παρίσι τη δεκαετίας του 1980-90 ντουέτο το οποίο ονόμαζαν Ρεμπέτικο Τσαρδί! Σε γράμμα που μου είχε στείλει ο David, αφού άκουσε τους δίσκους, ανέφερε ότι το Παλιό μας Σπίτι θα του θύμιζε πάντα την ωραία βραδιά που είχαμε περάσει μαζί, ότι η μουσική της Καραΐνδρου ήταν εξαιρετική, πέρα όμως από τα ενδιαφέροντά του εκείνης της εποχής και τέλος ότι τον είχαν συγκλονίσει η φωνή και οι ερμηνείες της Μαρίκας Παπαγκίκα. Γνωρίζετε τώρα πως, πότε και από ποιόν έμαθε τη Μαρίκα Παπαγκίκα ο David!

-Ας αλλάξουμε θέμα. Ποιο ήταν το πρώτο γραπτό της ζωής σας; Τι θέμα ; Σε ποια ηλικία;

Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου έγραφα πέρα από όσα έπρεπε για το σχολείο και τις σπουδές μου. Παιδάκι στο Δημοτικό σκάρωνα ποιηματάκια του τύπου «Αρνάκι άσπρο και παχύ ...» ή «Είμαι εν’ άξιο παλληκάρι...».

006_-_Απαγγέλοντας_σε_γιορτή_του_Δημοτικού_Παρθεναγωγείο__π._1957.jpg
 Απαγγέλλοντας ποίημά μου σε γιορτή του Β΄ Δημοτικού Σχολείου στο Γύθειο. Περίπου 1957

Αργότερα έγραφα και πεζά. Πρόσφατα ανακάλυψα στο πατρικό μου στο Γύθειο ένα αστυνομικό διήγημα, που έγραψα, κρίνοντας από τον γραφικό μου χαρακτήρα, που μεταβλήθηκε θεαματικά με τα χρόνια πρέπει να πω, σε ηλικία περίπου 14 χρόνων. Το ξαναδιάβασα και το βρήκα συμπαθητικό!!! Να! δείτε την αρχή του χειρογράφου μου...


007_-_Το_νεανικό_αστυνομικό_μου.jpg
Η αρχή νεανικού αστυνομικού διηγήματος. Γύθειο, μάλλον το 1962. Εκκολαπτόμενος Άρθουρ Κόναν Ντόυλ, Άγκαθα Κρίστι, Ντάσιελ Χάμμετ, Ζωρζ Σιμενόν κλπ, που όμως δεν ... μεγάλωσα

Αν βεβαίως ρωτάτε ποιο ήταν το πρώτο κείμενό μου το οποίο δημοσιεύτηκε τότε ερχόμαστε στη μουσική. Ήταν ένα προσωπικό βιογραφικό σκαρίφημα του Franz Schubert (1797-1828), το οποίο δημοσιεύτηκε στο 6ο ή 8ο τεύχος, δεν θυμάμαι τούτη τη στιγμή σε ποιο, του Ποπ & Ροκ. Είχα μόλις συμπληρώσει την τρίτη δεκαετία της ζωής μου. Το έγραψα με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από την εκδημία του μέγιστου για μένα – παρακαλώ να υπογραμμιστεί το για μένα – μουσουργού. Και όχι μόνον επειδή υπήρξε ο πρωτεργάτης, ο θεμελιωτής, αν θέλετε, του σύγχρονου τραγουδιού. Από εκεί ξεκίνησαν όλα.

008_-_Schubert_-_Πρώτο_Δημοσίευμα_Ποπ_Ροκ_2.79.jpg
Πρώτο δημοσίευμα σε ένα από τα πρώτα τεύχη του ΠΟΠ και ΡΟΚ. 1978. Για τον αγαπημένο Φραντς Σούμπερτ με αφορμή τη συμπλήρωση 150 χρόνων από την εκδημία του

Ήταν αποτέλεσμα της επιμονής του Κώστα Ζουγρή και του Γιάννη Πετρίδη να αρχίσω να γράφω στο περιοδικό και της προτροπής του Παύλου Ζάννα, του μεγάλου αυτού φίλου και δάσκαλού μου. Τυχερός, πολύ τυχερός ήμουνα που τον γνώρισα. Αλλιώς πιθανότατα δεν θα συζητούσαμε αυτή τη στιγμή.

-Με την κριτική πότε πρωτοασχοληθήκατε, που γράψατε πρώτα και τι και ποιος ο ρόλος της κριτικής τότε στην κοινωνία; Σε τι κάνατε κριτική;

Στο Ποπ & Ροκ δημοσιεύτηκαν και τα πρώτα κριτικά μου σημειώματα. Διατηρούσα από την αρχή μια «στήλη» - συνήθως ήταν ολοσέλιδη, μπορεί, ωστόσο, να εκτεινόταν και σε δυο σελίδες, κάποτε ίσως και περισσότερο – την οποία είχα ονομάσει «Η άλλη μουσική». Πραγματευόμουν ουσιαστικά θέματα κάθε άλλου είδους μουσικής εκτός από Ποπ και Ροκ. Κλασική, κινηματογραφική, παραδοσιακή – ελληνική και παγκόσμια – τζαζ, μπλουζ, κάντρυ κ.ο.κ. Σχετικά βεβαίως όλα αυτά. Άλλοτε φιλοτεχνούσα μουσικά πορτρέτα, άλλοτε έγραφα κριτικές για συναυλίες, π.χ. της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, ή συναυλίες στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, άλλοτε για παραστάσεις όπερας στη Λυρική ή στο Ηρώδειο, άλλοτε για ηχογραφήματα. Σημειώνω εδώ ότι μια αναλυτική δισέλιδη κριτική μου για τον δίσκο του Νότη Μαυρουδή Beatles for Classical Guitar, η οποία δημοσιεύτηκε στο 18ο τεύχος του περιοδικού (Αύγουστος 1979), υπήρξε αφορμή για να γνωρίσω τον Νότη και να συνοδοιπορήσουμε έκτοτε δεμένοι με αδελφική φιλία. Μου λείπει πολύ ο Νότης, μας λείπει πολύ.


009_-_Ποπ_Ροκ_Μαυρουδής.jpg
Εξώφυλλο του τεύχους αρ. 18 του ΠΟΠ και ΡΟΚ και η πρώτη σελίδα της κριτικής για το δίσκο Beatles for Classical Guitar του Νότη Μαυρουδή. 1979

Νομίζω ότι είναι αναγκαίο να διευκρινίσω εδώ ότι διαφέρει σημαντικά η κριτική μιας μουσικής εκδήλωσης, από την κριτική ενός ηχογραφήματος. Στην πρώτη περίπτωση οι εντυπώσεις και οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις είναι μοναδικές, είναι της στιγμής. Στη δεύτερη μπορούν να επαναληφθούν κατά βούληση, με την επιπλέον δυνατότητα της πολλαπλής σύγκρισης.

-Ποιοι ήταν οι κυριότεροι λόγοι κατά τη γνώμη σας που απαξίωσαν την κριτική στο διάβα του χρόνου ;

Η τίμια, ενσυνείδητη και ανεξίκακη κριτική εκείνη την εποχή, πριν και μετά το 1980 και μέχρι που εισέβαλε στη ζωή μας για τα καλά το διαδίκτυο, ήταν ένα αξιοσέβαστο λειτούργημα. Βοηθούσε σημαντικά και τον πομπό, τον μουσικό εν προκειμένω, και τον δέκτη, τον ακροατή-καταναλωτή δηλαδή. Η κυριότερη αιτία που συνέβαλε στην απαξίωση της κριτικής είναι η αλλαγή του τρόπου ενημέρωσης και επικοινωνίας. Παλιότερα κριτικές διάβαζε ο ενδιαφερόμενος μόνον σε έντυπα. Εφημερίδες, κυρίως, αλλά και περιοδικά. Σήμερα τις περισσότερες κριτικές, «κριτικές» - σε εισαγωγικά πιο σωστά, τις βρίσκει κανείς στο διαδίκτυο Το διαδίκτυο ανέτρεψε τη διαδικασία, πληγώνοντας συνάμα την αξιοπιστία. Ο κάθε άσχετος αναγορεύει εαυτόν σε «κριτικό τέχνης». Πρώτο και σε πρωταρχικό επίπεδο αυτό, γιατί έπεται συνέχεια με καταιγιστικούς ρυθμούς και εφιαλτικά, φοβάμαι, αποτελέσματα. Αμφισβητεί κανείς ότι σύντομα τις κριτικές δεν θα τις γράφουν μόνον άνθρωποι αλλά και μηχανήματα; Κυρίως μηχανήματα. Ας μην εθελοτυφλούμε. Η Τεχνητή Νοημοσύνη και η Εικονική Πραγματικότητα είναι εδώ! Με απειλητικές μάλιστα διαθέσεις. Αν όχι αύριο, μεθαύριο, για να είμαι ειλικρινής και τίμιος, θα πρέπει να υπογράφω όχι ως «Κριτικός και Ιστορικός Μουσικής», αλλά απλώς ως «Ιστορικός Μουσικής». Αν και το παρελθόν σου δεν μπορείς να το διαγράψεις με μια μονοκοντυλιά!

-Τι χρειάζεται κανείς για να γίνει κριτικός ;

Πρωτίστως χρειάζονται γνώσεις, μνήμη και ικανότητα να ακούει κανείς σωστά και χωρίς προκαταλήψεις. Χρειάζονται επίσης σεβασμός στη μουσική, τη γλώσσα, τον πομπό και τον δέκτη, ανυστεροβουλία, αντικειμενικότητα, νηφαλιότητα, ήθος και παρρησία. Όπως έλεγε ένας άλλος μεγάλος μου «δάσκαλος», ο Atahualpa Yupanqui στο τραγούδι του El Poeta «Πρέπει πρώτα να είσαι άνθρωπος και μετά ποιητής». Καλή κριτική, αν θέλετε, είναι εκείνη που θα βοηθήσει τους κρινόμενους να γίνουν καλύτεροι.

010_-_Με_Αταουάλπα_Γιουπάνκι_στην_Αθήνα_08-1989.jpg
Συζητώντας με τον εξαίρετο άνθρωπο, φιλόσοφο και μουσικό Αταχουάλπα Γιουπάνκι. Αθήνα, Αύγουστος 1989

Θεωρείται τον εαυτό σας καλό, καταξιωμένο κριτικό;

Αυτό δεν θα το κρίνω εγώ. Θα το κρίνουν αυτοί τους οποίους έκρινα, καθώς και αυτοί που διαβάζουν προσεκτικά και αμερόληπτα τις κριτικές μου. Αρκετοί πάντως με θεωρούν και με χαρακτηρίζουν καταξιωμένο. Και αυτό βεβαίως με χαροποιεί, με ικανοποιεί ιδιαιτέρως και δικαιώνει τις προσπάθειές μου.

-Με τις εφημερίδες πότε ξεκινήσατε συνεργασία; Σας θυμάμαι στην παλιά καλή Ελευθεροτυπία, περίοδος 1984-96. Τι γράφατε ακριβώς;

Το πρώτο κείμενό μου που δημοσιεύτηκε σε εφημερίδα ήταν κριτική για τη λαϊκή όπερα Ορφέας και Ευρυδίκη των Μίμη Πλέσσα και Κώστα Κινδύνη η οποία παρουσιάστηκε τον Ιούνιο του 1984 στον Λυκαβηττό. Δημοσιεύτηκε στις 27 Ιουνίου στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ και σηματοδότησε την έναρξη της συνεργασίας μου με την μεγάλης κυκλοφορίας τότε εφημερίδας, με την ιδιότητα του εντεταλμένου κριτικού μουσικής, η οποία, συνεργασία διάρκεσε μέχρι το καλοκαίρι του 1996. Παραιτήθηκα τότε γιατί μετά από πρόταση του Γιάννη Τζανετάκου ανέλαβα τη διεύθυνση του Β’ Προγράμματος της Ε.ΡΑ. Σε αυτό το διάστημα πρέπει να δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα περί τις 500 κριτικές μου. Πριν αρχίσω τη συνεργασία μου με την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ συναντήθηκα με το διευθυντή της Σεραφείμ Φυντανίδη. Τον ενημέρωσα για την πρόθεσή μου να λειτουργήσω αντισυμβατικά και να γράφω κριτική για οτιδήποτε θεωρούσα καλό και όχι μόνο για αυτό που ονομάζεται «κλασική» μουσική, όπως συνηθιζόταν τότε αλλά και μετέπειτα. Ο Φυντανίδης, αντισυμβατικός και αυτός, ενθουσιάστηκε με την ιδέα μου. Εφάρμοσα τις προθέσεις μου από την πρώτη στιγμή.

011_-_Γ._Μονεμβασίτης_-_Ε1.jpg
Πρώτη κριτική στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ. Για τη «μοντέρνα λαϊκή όπερα» Ορφέας και Ευρυδίκη των Κώστα Κινδύνη και Μίμη Πλέσσα. 27 Ιουνίου 1984

Ανάμεσα σε πολλά άλλα έγραψα κριτική για συναυλία της Λένας Πλάτωνος στο Πάρκο Ελευθερίας, της Αγγελικής Ιωαννάτου στη Ρωμαϊκή Αγορά, της Arja Saijonmaa στον Λυκαβηττό, όπου δεν τραγούδησε μόνο Θεοδωράκη, αλλά και τραγούδια της πατρίδας της τής Φιλανδίας, τραγούδια του Jacques Brel και του Kurt Weill, ακόμη και ρεμπέτικα, θυμάμαι, ρεσιτάλ του εξαιρετικού κιθαριστή φλαμένκο Jose Antonio Rodriguez στον Παρνασσό... Τι να πρωτοθυμηθώ...

-Ποια κριτική σας συζητήθηκε περισσότερο;

Επειδή, όπως προανέφερα δεν έγραφα κριτική μόνο για κλασική μουσική, οι τότε συνάδελφοι που έγραφαν σε εφημερίδες, Λεωτσάκος, Ανωγειανάκης, Χαραλαμπίδης, Πιπεράκη κ.α. δεν με είδαν με καλό μάτι. Μου έκαναν μάλιστα και παρατηρήσεις όταν συναντιόμαστε του τύπου «Δεν είναι σωστό ένας μουσικοκριτικός που γράφει σε εφημερίδα να ασχολείται με τέτοιες μουσικές». Είχα μάθει μάλιστα ότι πίσω από την πλάτη μου με λέγανε ροκά κριτικό! Σιγά-σιγά πάντως με συνήθισαν και στις αρχές της δεκαετίας του 1990-2000 με κάλεσαν να γίνω μέλος της ιστορικής, αλλά απαξιωμένης σήμερα, Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών. Περισσότερο από κριτικές μου πάντως συζητήθηκαν οι συνεντεύξεις λαϊκών τραγουδιστών που άρχισαν να δημοσιεύονται την άνοιξη του 1996 στην Κυριακάτικη ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, στο «σαλόνι» μάλιστα. Δημοσιεύτηκαν συνεντεύξεις του Μάκη Χριστοδουλόπουλου και της Λίτσας Διαμάντη. Ο σχεδιασμός προέβλεπε συνέχεια το φθινόπωρο. Προετοίμαζα για τότε συνέντευξη της Ρίτας Σακελλαρίου. Είχα σκεφτεί μάλιστα το εξής: επειδή εκείνα τα χρόνια ήταν μεγάλη της επιτυχία – σουξέ ντε, να μη λησμονούμε και τα ... νεοελληνικά μας – το «Εγώ δεν πάω Μέγαρο θα μείνω με τον παίδαρο», να πηγαίναμε μαζί σε συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής και μετά να συζητούσαμε και για αυτό και για όλα τα άλλα – ήταν άλλωστε και η αγαπημένη τραγουδίστρια, θυμίζω, του Αντρέα Παπανδρέου. Επέλεξα μάλιστα τη συναυλία που θα πηγαίναμε. Ήταν συναυλία προγραμματισμένη για τον Οκτώβριο με την Καμεράτα, που ήταν ήδη πολύ δημοφιλής τότε, σε σχετικά εύπεπτο πρόγραμμα. Και όχι μόνον αυτό. Με άνθρωπο της δισκογραφικής εταιρείας που ηχογραφούσε η Ρίτα, την επισκεφτήκαμε μια βραδιά στο κέντρο που τραγουδούσε τότε, δεν θυμάμαι το όνομά του, δεν έχει σημασία, στο τέρμα Πατησίων ήτανε, όπου αφού γνωριστήκαμε, την ενημέρωσα για τα σχέδια και τις προθέσεις μου. Τρελάθηκε όταν τα άκουσε με αγκάλιαζε με φιλούσε και μου έλεγε συνέχεια «Τι ωραία! Αχ! Τι ωραία». Συγκινημένη και ενθουσιασμένη μάλιστα με αυτή την προοπτική μου είχε στείλει μετά λίγες μέρες στο σπίτι ένα καλάθι με ποτά! Δυστυχώς όμως δεν ευδοκίμησε αυτό το σχέδιο γιατί όπως προανέφερα το καλοκαίρι του 1996 με έχασε η ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, με κέρδισε η Ε.ΡΑ.

-Πρωτοστατήσατε στην επανακυκλοφορία της Ελευθεροτυπίας επί Μάνιας Τεγοπούλου. Τι πήγε στραβά κατά τη γνώμη σας;

Η αλήθεια είναι ότι δεν πρωτοστάτησα. Περί τα τέλη του 2012 μου τηλεφώνησε η Νινέττα Κοντράρου-Ρασσιά, με πληροφόρησε ότι επίκειται η επανέκδοση της εφημερίδας, ότι αναλάμβανε την αρχισυνταξία των πολιτιστικών σελίδων και με παρακάλεσε να συμβάλω στον αγώνα για την αποκατάσταση των οικονομικών ισορροπιών. Με ενημέρωσε ότι δεν προβλέπεται κάποια αμοιβή για μένα, θα ήταν σημαντική ωστόσο, είπε η βοήθειά μου. Το ζητούμενο ήταν να ορθοποδήσει οικονομικά η εταιρεία, ώστε να πληρωθούν τα δεδουλευμένα οι δημοσιογράφοι, οι τεχνικοί κλπ οι οποίοι εργαζόντουσαν τον τελευταίο καιρό, πριν κλείσει η εφημερίδα. Τον Δεκέμβριο του 2011, είχε γίνει αυτό. Δέχτηκα, η εφημερίδα επανακυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2013 και μέχρι την οριστική διακοπή της κυκλοφορίας της τον Νοέμβριο του 2014 δημοσιεύτηκαν άλλες 75, αν θυμάμαι καλά, κριτικές μου τις οποίες ονόμαζα Μουσικογραφήματα.

012_-__Ε__Μουσικογραφήματα_9.4.2013.jpg
Ένα από τα 75 Μουσικογραφήματα που δημοσιεύτηκαν στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ την περίοδο της επανέκδοσής της. Δημοσιεύτηκε στις 9 Απριλίου 2013

Πιστεύω ότι η Ελευθεροτυπία έκλεισε οριστικά γιατί αφενός μεν δεν υπήρξε εκ μέρους της εταιρείας ούτε σωστή οικονομική διαχείριση, ούτε έξυπνη και ευρηματική προβολή και προσαρμογή στα νέα δεδομένα. Ειδησεογραφικοί ιστότοποι, διαδίκτυο, και όλα τα παρεμφερή. Δεν αξιολογήθηκε σωστά, επίσης, η γέννηση, από τα σπλάχνα της παλιάς Ελευθεροτυπίας, της Εφημερίδας των Συντακτών. Οι αναγνώστες μοιράστηκαν κατά κάποιο τρόπο.

-Τι ρόλο παίζει κατά τη προσωπική σας άποψη στην σημερινή αναξιοπιστία των εφημερίδων η εργοδοσία και πόσο επηρεάζουν το αποτέλεσμα που φθάνει στα χέρια των αναγνωστών οι άσχημες οικονομικές συνθήκες που έχουν επιβάλλει οι εργοδότες;

Πιστεύω ότι η αναξιοπιστία των εφημερίδων είναι κατά πολύ λιγότερη απ’ ότι η αναξιοπιστία του διαδικτύου, από το οποίο δυστυχώς ενημερωνόμαστε όλο και περισσότερο. Οι εφημερίδες είναι σχεδόν στο σύνολό τους εμπορικές επιχειρήσεις. Εφόσον η κυκλοφορία τους μειώνεται, μειώνονται και τα έσοδα, οπότε η εργοδοσία πράττει αναλόγως. Επαφίεται επομένως η σωστή ενημέρωση, αρθρογραφία και τα σχετικά στον ... πατριωτισμό, την ευσυνειδησία δηλαδή, των δημοσιογράφων.

-Σήμερα διαβάζετε εφημερίδες; Με τι τρόπο ενημερώνεστε κυρίως;

Ομολογώ ότι διαβάζω αρκετά λιγότερο από πριν. Για να βρω σημείο πώλησης πρέπει να περπατήσω αρκετά. Είναι και γυμναστική αυτό βεβαίως, αλλά ... Εργάζομαι πολλές ώρες με τον Πυθαγόρα μου, ο υπολογιστής μου είναι αυτός, επομένως ενημερώνομαι κυρίως από το διαδίκτυο. Από επιλεγμένους βεβαίως ιστότοπους, ελληνικούς και ξένους, που ξέρω τι πρεσβεύουν. Ποτέ από τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Ενσυνείδητα άλλωστε δεν έχω, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, λογαριασμό σε καμία τους. Δεν είμαι σίγουρος όμως τι θα συμβεί αύριο, μεθαύριο, μια και αναγνωρίζω την επικοινωνιακή τους δύναμη και εμβέλεια. Στους μαθητές μου στις δημοσιογραφικές σχολές που δίδαξα τόνιζα εμφατικά: Προσέξτε το διαδίκτυο και τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Είναι ταυτόχρονα ευλογία και εφιάλτης.

-Από την καλή εποχή των περιοδικών τι θυμάστε; Πότε ξεκινήσατε συνεργασία με το Ποπ & Ροκ; Επί Γιάννη Πετρίδη; Τι θέματα ; Ποιο περιοδικό ήταν το πιο ανταγωνιστικό;

Ευλογημένη η δεκαετία 1970-1980. Γεννήθηκαν σε αυτή τρία εξαιρετικά μουσικά περιοδικά, τα οποία πέρα από τις αναπόφευκτες επικαλύψεις, είχαν και ξεχωριστά, το καθένα, χαρακτηριστικά. Αναφέρομαι βεβαίως στον ΗΧΟ, τη ΜΟΥΣΙΚΗ και το ΠΟΠ & ΡΟΚ. Εξιστόρησα συνοπτικά πριν το πως και πότε άρχισε η συνεργασία μου με το ΠΟΠ & ΡΟΚ, καθώς και τη θεματολογία των δημοσιευμάτων μου. Από τα πρώτα τεύχη του, με εκδότη βεβαίως τον Γιάννη Πετρίδη και αρχισυντάκτη τον Κώστα Ζουγρή.
012α: Με τον Γιάννη Πετρίδη σε ημερίδα για το Ραδιόφωνο που πραγματοποιήθηκε στον ΙΑΝΟ στις 13 Φεβρουαρίου 2018, παγκόσμια ημέρα Ραδιοφώνου. Μιλήσαμε και οι δυο για το αγαπημένο μας μέσο μαζικής επικοινωνίας

Με τον Γιάννη και τον Κώστα με συνδέει διαχρονική φιλία, η οποία βασίζεται στην πολυεπίπεδη αλληλοεκτίμηση. Τα τρία περιοδικά τα οποία προανέφερα λειτουργούσαν μεταξύ τους ανταγωνιστικά, όπως παλιότερα λειτουργούσαν οι τρεις ομάδες που συναποτελούσαν το ΠΟΚ – που το θυμήθηκα! Καθένα από αυτά προσπαθούσε να κλέψει συνεργάτες του άλλου. Και εμένα με είχαν προσεγγίσει από τον ΗΧΟ στις αρχές της δεκαετίας του 1980, για μεταγραφή, παρέμεινα όμως πιστός στο ΠΟΠ & ΡΟΚ.

-Έχετε δισκοθήκη ; Δώσατε χρήματα για δίσκους ή είναι δίσκοι πρόμο λόγω εργασίας;

Έχω μια δισκοθήκη για την οποία είμαι περήφανος. Προφανώς έχω αποκτήσει αρκετούς δίσκους από τις εταιρείες λόγω ιδιότητας, ωστόσο, αυτοί αποτελούν ένα μικρό ποσοστό της δισκοθήκης μου, το πολύ το 10%. Έχω δώσει πάρα πολλά χρήματα για να αγοράσω δίσκους. Εκτός από τα δισκοπωλεία του κέντρου, με έβλεπαν συχνά και τα δισκοπωλεία που υπάρχουν στο Μοναστηράκι. Ο Ζαχαρίας και οι λοιποί εκεί δισκοπώλες γνώριζαν τον έρωτά μου για τη μουσική και συχνά κρατούσαν ότι νόμιζαν ότι θα με ενδιέφερε. Και δεν μου έδιναν τους δίσκους τσάμπα, όπως αντιλαμβάνεστε. Πάντως λειτουργούσα λογικά, νηφάλια και όχι παρορμητικά. Τουτέστιν ποτέ δεν πλήρωσα δίσκο, περισσότερο απ’ ότι πραγματικά άξιζε, απλά και μόνον για να τον αποκτήσω.

013_-_ΓΒΜ-5_Αντιγραφή.jpg
Στη δισκοθήκη μου. Φωτογραφία Κώστας Ορδόλης 1993

-Πρόσφατα διάβασα ότι ο Αλαίν Ντελόν πουλά τις προσωπικές του συλλογές γιατί δεν του αρέσει η πώληση μετά θάνατον. Έχετε σκεφτεί σε τι χέρια θα περάσει η δισκοθήκη σας;

Επειδή δεν έχω παιδιά για να κληρονομήσουν τη δισκοθήκη μου το θέμα με έχει απασχολήσει σοβαρά. Έχω πάντως κατασταλάξει. Η δισκοθήκη μου και ότι άλλο από αυτά που έχω και έχουν σχέση με τη μουσική θα δωρηθούν σχεδόν στο σύνολό τους σε φορέα που και θα τα διαφυλάξει και θα τα αξιοποιήσει δημιουργικά. Περισσότερες λεπτομέρειες προσεχώς.

-Είστε συλλέκτης σε κάτι άλλο ;

Όταν ήμουνα παιδί και έφηβος μάζευα γραμματόσημα. Γι’αυτό ήμουνα καλός και στη (αποσιωπητικά) ... γεωγραφία. Βιβλία, βεβαίως. Πολλά βιβλία. Μην λησμονούμε ότι αυτά ήταν παλιότερα η βασική πηγή γνώσης. Πρέπει να έχω στις βιβλιοθήκες μου, εκτός των άλλων, περί τα χίλια βιβλία που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τη μουσική. Πριν από δέκα χρόνια αποφάσισα να γίνω καλλιεργητής και της Γης. Θυμήθηκα ότι η γιαγιά και η μητέρα μου ήταν αγρότισσες και είπα να συνεχίσω την παράδοση (γέλια). Άλλωστε το Γεώργιος και το γεωργός έχουν κάποια συγγένεια. Έτσι δεν είναι; Λες και είχα προβλέψει την επέλαση της κλιματικής κρίσης. Άρχισα λοιπόν να συλλέγω, και να αξιοποιώ βεβαίως, παραδοσιακούς σπόρους. Έτσι τρώμε υπέροχες τομάτες, υπέροχες πιπεριές, υπέροχες σαλάτες ... Νοστιμότατα όλα, βιολογικά και καθόλα αγνά. Έχω, να φανταστείτε, σπόρους τομάτας από Πολωνία μέχρι Νότιο Αμερική. Σπόρους σαλάτας από Νέα Ζηλανδία! Και ξέρετε κάτι; Πειραματίστηκα φέτος στο θέμα της σχέσης των φυτών με τη μουσική. Διαπίστωσα ότι τα φυτά ακούνε μουσική και τους αρέσει πολύ μάλιστα. Όχι βέβαια Heavy Metal!!!

014_-_Τομάτες_παραγωγής_Γ._Μονεμβασίτη.jpg
Τομάτες καλλιεργημένες από τον Γιώργο Β. Μονεμβασίτη. Από την παραγωγή στην ... κατανάλωση. Ιούλιος 2023

-Ποιοι ήταν οι πρώτοι δίσκοι σας;

Έφηβος και φοιτητής αγόραζα από τις οικονομίες που έκανα στο χαρτζιλίκι μου σαρανταπεντάρια με επιλεγμένες ποπ επιτυχίες της εποχής με αγγλόφωνα, γαλλικά, ιταλικά κυρίως τραγούδια: Elvis Presley, Nat King Cole, Harry Belafonte, Beatles, Charles Aznavour, Gilbert Becaud, Edith Piaf, Domenico Modugno, Sergio Endrigo και τα παρόμοια. Δεν είχα πικάπ τότε και τα άκουγα σε φίλους που είχαν ή όσους ήταν κατάλληλοι για χορό στα πάρτι που με καλούσαν, όπου τους έπαιρνα μαζί μου. Είχα και έχω αρκετούς τέτοιους δίσκους από εκείνη την εποχή γιατί τα καλοκαίρια, στα χρόνια που ήμουν φοιτητής, εργαζόμουνα αρκετές ώρες στο εμπορικό κατάστημα του πατέρα μου στο Γύθειο. Σχεδόν ποτέ δεν πήγαινα για μπάνιο πριν από τη μία το μεσημέρι, όπως οι άλλοι φίλοι και συνομήλικοί μου. Έτσι είχα αυξημένο χαρτζιλίκι, κάτι σαν μικρό μισθό. Αγόραζα βεβαίως και μικρούς δίσκους με ελληνική μουσική, Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Σαββόπουλο κλπ. Αν θυμάμαι πάντως καλά o πρώτος με ελληνική μουσική που είχα αγοράσει ήταν αυτός που είχε τα δυο πρώτα τραγούδια του Νότη Μαυρουδή – μεγάλη αγάπη μου η κιθάρα. Το Άκρη δεν έχει ο ουρανός και το Τα γιορτινά σου φόρεσε, σε στίχους Γιάννη Κακουλίδη, τραγουδημένα από τον Γιώργο Ζωγράφο – σίγουρα θα κάνουν παρέα εκεί μακριά που βρίσκονται.

015 Μαυρουδής Άκρη Δεν έχειjpg
Ο πρώτος δίσκος με ελληνική μουσική που αγόρασα. Γιάννης Κακουλίδης – Νότης Μαυρουδής Άκρη δεν έχει ο ουρανός

Θυμάμαι καλά πάντως τους δυο πρώτους δίσκους κλασικής μουσικής που αγόρασα. Το 1966, μάλλον θα ήταν. Και οι δυο της παντοδύναμης τότε εταιρείας Deutsche Grammophon. Ο ένας 45 στροφών ονομαζόταν Granada – Andres Segovia – Gitarre – η κιθάρα είπαμε - και ο άλλος 33 στροφών περιείχε την Πέμπτη Συμφωνία και την εισαγωγή Egmond με την περίφημη Φιλαρμονική του Βερολίνου καθοδηγημένη από τον Wilhelm Furtwaengler.

016_-_SEGOVIA_DG-1_1962.jpg
Ο πρώτος δίσκος με κλασική μουσική που αγόρασα. Έργα των Ισαάκ Αλμπένιθ και Ενρίκε Γρανάδος με τον Αντρές Σεγκόβια

Και οι δυο εξαιρετικοί, είναι σπάνιοι και δυσεύρετοι και αποτελούν βεβαίως αντικείμενο πόθου πολλών συλλεκτών του είδους. Αν θυμάμαι καλά ο πρώτος δίσκος 33 στροφών με ελληνική μουσική που αγόρασα ήταν οι Δεκαπέντε Εσπερινοί του Χατζιδάκι. Αν δεν ήταν ο πρώτος σίγουρα ήταν αυτός τον οποίο αγόρασα άλλες δυο φορές, μετά την αρχική. Και αυτό γιατί τον έλειωνα στο παίξιμο.

-Πικάπ πότε αποκτήσατε;

Όταν πια τελείωσα τη στρατιωτική μου θητεία, το καλοκαίρι του 1972, και άρχισα να εργάζομαι κανονικά, βασικός στόχος ήταν να συγκεντρώσω χρήματα για την πρώτη μεγάλη αγορά. Ήταν βεβαίως αυτή ένα στερεοφωνικό συγκρότημα. Ραδιοενισχυτής και ηχεία της Pioneer, όσα άντεχε το τότε βαλάντιό μου, πικάπ όμως ένα από τα κορυφαία της εποχής. Ήθελα αφενός μεν η πηγή να είναι η καλύτερη, αφετέρου οι πολύτιμοι δίσκοι μου να φθείρονται όσο το δυνατόν λιγότερο. Απέκτησα έτσι – και ακόμη το έχω βεβαίως – ένα Thorens TD-125 AB Mark II.

-Ποιο το αγαπημένο δισκάδικο; Και πότε σταμάτησε αυτή η διαδικασία;

Τους πρώτους δίσκους μου τους αγόραζα από διάφορα δισκοπωλεία, που βρισκόντουσαν στις στοές κυρίως του κέντρου της Αθήνας. Έμενα άλλωστε από το 1964 έως το 1996 στα Εξάρχεια. Όταν εμφανίστηκε όμως η Στροφή Εξαρχείων στη Σπυρίδωνος Τρικούπη πλάι στην Πλατεία Εξαρχείων έγινε το αγαπημένο μου. Γνωρίστηκα με τον Κυριάκο Μανάκο, που ήταν η ψυχή του καταστήματος, και τον αδελφό του Γιώργο και γίναμε φίλοι. Εκτός των άλλων είχαμε και κοινό τόπο καταγωγής, την Μονεμβάσια. Στη Στροφή έζησα πολλές ώρες της σχόλης μου και είχα σημαντικές συναντήσεις. Εκεί γνώρισα τον Κώστα Ζουγρή το φθινόπωρο του 1975 και από εκείνη τη συνάντηση άρχισαν όλα. Πετρίδης – Ποπ & Ροκ, Μαυρουδής – Tar κλπ, κλπ.
Παράλληλα έψαχνα δίσκους που δεν μπορούσα να βρω στη Στροφή, μια και ο Μανάκος δεν έκανε εισαγωγές, είτε στο Pop 11, των Αδελφών Φαληρέα, στην οδό Σκουφά, είτε στο Music Corner των Αδελφών Μπουρτζίκου στην Πανεπιστημίου. Ποιος δεν θυμάται την Κυρία Μαρία. Παράλληλα, αναζητώντας το διαφορετικό, επισκεπτόμουνα συχνά, όπως προείπα, το Μοναστηράκι. Και να μην λησμονήσω βεβαίως τη Λέσχη του Δίσκου, στη Στοά της Όπερας, Ακαδημίας 57, απ᾽ όταν την έστησε ο Λάζαρος Γεωργιάδης, το 1966, αν θυμάμαι καλά, μέχρι το κλείσιμό της στις αρχές των Μνημονίων. Πρέπει πάντως να ομολογήσω ότι ένοιωθα κάπως άβολα στη Λέσχη, μολονότι και εκεί πέρασα πολλές ώρες και γνώρισα σημαντικούς ανθρώπους. Η Στροφή ήταν, ωστόσο, για μένα το σημείο αναφοράς. Μέχρι που πέθανε ο Κυριάκος Μανάκος, η Στροφή είχε μεταφερθεί εντωμεταξύ γύρω στο 1990 στην Καποδιστρίου, κοντά στην Πατησίων, και ο Γιώργος δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει την εισβολή των CD, οπότε το κατάστημα έκλεισε.

-Είπατε ότι νοιώθατε άβολα στη Λέσχη. Μπορείτε να μας πείτε τι εννοείτε;

Αλλιώς σε αντιμετώπιζαν στη Λέσχη αν ζητούσες, φέρ’ ειπείν, την Πέμπτη του Κάραγιαν με τον Μπετόβεν, κι αλλιώς στη Στροφή! Κατανοητό, ελπίζω...

-Κεφάλαιο Ελληνική Ραδιοφωνία. Πότε ξεκίνησε; Τι κάνατε ακριβώς εκεί; Πώς ήταν τότε οι συνθήκες να κάνει κανείς ραδιόφωνο;

Άλλος μεγάλος έρωτας το ραδιόφωνο. Ολόκληρο βιβλίο μπορώ να γράψω για τη σχέση μου με αυτό. Γράφω μάλιστα ένα από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 με κατοχυρωμένο τίτλο τον Ένα υπέροχο εργαλείο δημιουργίας ψευδαισθήσεων. Δεν ξέρω όμως αν και ποτέ θα τελειώσει. Στο σπίτι του Γυθείου, όσο θυμάμαι, το παλιό ραδιόφωνο ήταν πάντοτε ανοιχτό. Το άνοιγε η μητέρα μου πρωί-πρωί και το έκλεινε αργά το βράδυ όταν όλοι οι άλλοι είχαν κοιμηθεί. Γύρω στα 14-15 μου είχα φτιάξει εκεί, στο Γύθειο, μαζί με τον καλό μου φίλο, γείτονα και συμμαθητή Παύλο Σταματάκο ένα ραδιοφωνάκι από γαληνίτη. Στις δυο τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου, στο Πέμπτο Γυμνάσιο Αρρένων στα Εξάρχεια πήγαινα, συχνά το απομεσήμερο της Κυριακής με έβρισκε στο σπίτι συμμαθητή μου, Γρηγοριάδης ήταν το επώνυμό του, το βαφτιστικό δεν το θυμάμαι τώρα, που είχε σκαρώσει ένα πειρατικό σταθμό, και κάναμε μαζί εκπομπές με μουσική και αφιερώσεις στους συμμαθητές μας, που ήταν οι μόνοι που γνώριζαν και άκουγαν, όπως συνηθιζόταν άλλωστε τότε. Με αυτή την ευκαιρία ανακάλυψα ότι είχα άνεση στο μικρόφωνο, αλλά και χιούμορ. Πρέπει να ήταν το 1979 ή το 1980, ο Χατζιδάκις ήταν ακόμη διευθυντής του Τρίτου, όταν με αφορμή ένα δημοσίευμά μου στο Ποπ & Ροκ, μου τηλεφώνησαν από εκεί και λίγο-πολύ μου πρότειναν να κάνω εκπομπές. Αρνήθηκα ευγενικά προφασιζόμενος συνεχή φόρτο εργασίας. Στην πραγματικότητα είχα τους ενδοιασμούς μου γιατί είχα ακούσει για την Αυλή του Χατζιδάκι, αλλά και γιατί είχα ανακαλύψει στο Μοναστηράκι δίσκους κλασικής μουσικής με την σφραγίδα Ε.Ι.Ρ. Τελικά ήταν ο Κυριάκος Σφέτσας αυτός που με έπεισε, με τη συμβολή και επιμονή του αλησμόνητου Άκη Καβαλλιεράτου, να ασχοληθώ επαγγελματικά με το ραδιόφωνο. Την πρώτη εκπομπή μου την ηχογράφησα – σχεδόν όλες τότε εκεί ήταν ηχογραφημένες - στα τέλη του 1982. Η πρώτη σειρά εκπομπών που έκανα, ήταν εβδομαδιαία, ημίωρη και είχε τίτλο Στους ήχους των λαών.

017_-_Στο_βασίλειο_της_πολύτιμης_ταινιοθήκης_της_ΕΡΤ-1.jpg
Στο πολύτιμο βασίλειο της ταινιοθήκης της ΕΡΤ. 1998

Πραγματευόμουνα την παγκόσμια παραδοσιακή μουσική και την εξέλιξή της στο σήμερα. Ήταν εκπομπή κατά κάποιο τρόπο προφητική, μια και προανήγγειλε το είδος της μουσικής που αργότερα ονομάστηκε Ethnic ή World Music. Ακολούθησαν κι άλλες εκπομπές στο Τρίτο, που να τα λέμε τώρα, δυο εκπομπές στον Αθήνα 9.84 στις πρώτες δοξασμένες εποχές του, καθημερινή εκπομπή στον Flash 9.61 το 1989-90, χωρίς να σταματήσω τις εκπομπές στο Τρίτο. Το 1996 υπέκυψα στην (αποσιωπητικά) … ανήθικη πρόταση του Γιάννη Τζανετάκου και ανέλαβα τη διεύθυνση του Δευτέρου Προγράμματος της ΕΡΑ. Υπήρξα για τρία χρόνια ο δυστυχής Διευθυντής του προγράμματος, βίωσα τη δυστυχία της γνώσης, μεταξύ άλλων, και για έναν ακόμη χρόνο, το 2000, ο σύμβουλος επί μουσικών θεμάτων του ΓΔΕΡΑ (Γενικού Διευθυντή Ραδιοφωνίας). Συνέβη εκείνη την εποχή το εξής ασυνήθιστο και πιθανόν παγκοσμίως πρωτότυπο. Δεν ξέρω αν έχει κάπου, κάποτε ξαναγίνει αυτό. Ήμουνα διευθυντής στο Δεύτερο Πρόγραμμα και ταυτοχρόνως, χωρίς να αμείβομαι ιδιαίτερα, έκανα εκπομπές από το Τρίτο! Είχα επιλέξει μάλιστα μέρα μετάδοσης το Σάββατο και ώρα πρωινή ώστε να μην απασχολούμαι εργάσιμες ώρες, μια και η εκπομπή μεταδιδόταν απευθείας από το ραδιοθάλαμο.

018 Στον Ραδιοθάλαμο εκπομπής της ΕΡΑ2 οικοδεσπότης με τους δημοσιογράφους Κώστα Παπανικολάουjpg Νίκο Ευαγγελάτο και
Οικοδεσπότης της Ελληνικής Ραδιοφωνίας σε Ραδιομαραθώνιο της UNICEF. Με καλεσμένους τους δημοσιογράφους Κώστα Παπαϊωάννου (μόλις διακρίνεται), Νίκο Ευαγγελάτο και Χρήστο Μαχαίρα

Οι συνθήκες του τότε ήταν πολύ διαφορετικές από τις σημερινές. Όλα γινόντουσαν αναλογικά και χειροποίητα εν αντιθέσει προς το σήμερα που όλα γίνονται ψηφιακά.To διαδίκτυο, η τεχνολογία που λέγαμε. Μεγάλη ιστορία, μεγάλες ευκολίες, ας μην πούμε περισσότερα τούτη τη στιγμή. Αν θέλετε μπορούμε να κάνουμε ιδιαίτερη συζήτηση για το ραδιόφωνο. Ένα άλλο βιβλίο που γράφω αναφέρεται σε αυτή τη θητεία μου στην ΕΡΤ. Φοβάμαι όμως ότι ούτε αυτό θα τελειώσει...

-Γιατί δεν κάνετε εκπομπές σήμερα; Σας έχουν επηρεάσει αυτές οι αλλαγές που αναφέρατε;

Στο τέλος του 2000, όταν έκανα τις τελευταίες μου εκπομπές, κουρασμένος από την εμπειρία της ΕΡΤ, νόμισα εκτός των άλλων ότι θα μπορούσα να βάλω κάποια τάξη στον πιο ... άτακτο φορέα του δημοσίου, αποφάσισα να περάσω μια παρατεταμένη περίοδο ... ραδιανάπαυσης. Αυτή η περίοδος διαρκεί μέχρι σήμερα, μολονότι είχα εντωμεταξύ κάποιες ενδιαφέρουσες προτάσεις και από το Τρίτο Πρόγραμμα, αλλά και από άλλους σταθμούς. Για να είμαι ειλικρινής προσπάθησα δυο φορές να επανέλθω στην ΕΡΑ, αλλά και τις δυο ατύχησα γεγονός που επιβεβαίωσε και επέτεινε την απογοήτευσή μου για την εκεί κρατούσα κατάσταση.

-Δηλαδή τι εννοείτε; Πείτε μας για τις δυο αυτές φορές.

Τώρα που τον καλοσκέφτομαι η πρώτη από αυτές ήταν η μοναδική περίπτωση κατά την οποία ζήτησα, πρότεινα κάτι χωρίς να μου το ζητήσουν! Η δεύτερη, όπως θα αντιληφθείτε, δεν λογαριάζεται. Στις αρχές του καλοκαιριού του 2003, λοιπόν, έστειλα επιστολή στη Διεύθυνση του Τρίτου, Διευθυντής ήταν τότε ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, με την οποία πρότεινα για την επόμενη χρονιά μια πρωτότυπη και ιδιαίτερη εβδομαδιαία εκπομπή με την οποία το Τρίτο θα γιόρταζε το 2004 τα 50 χρόνια λειτουργίας του. Είχε πρωτοεκπέμψει, θυμίζω, το 1954. Δεν είχα καμία απάντηση στην επιστολή μου. Έτσι τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς πήγα και κατέθεσα την πρότασή μου στη Γραμματεία του Τρίτου, μήπως και η επιστολή μου, που την είχα στείλει ταχυδρομικά, είχε χαθεί. Ακόμη περιμένω μιαν απάντηση, έστω και δικαιολογία γιατί δεν έγινε δεκτή η πρότασή μου, η οποία είχε θεωρηθεί εξαιρετική από αυτούς στους οποίους τη γνωστοποίησα. Ευτυχώς δεν ανέφερα λεπτομέρειες στην πρότασή μου για την εκπομπή, ούτε καν τον τίτλο που είχα σκεφτεί. Πιστεύω ότι εγώ έχασα λιγότερο, απ’ όσο έχασε το Τρίτο και οι ακροατές του. Η επόμενη φορά ήταν, αν δεν σφάλω, το 2008. Τότε η ΕΡΤ είχε προκηρύξει θέσεις μονίμων παραγωγών. Συζητούσα το θέμα με φίλους, οι οποίοι επέμεναν ότι λείπω από το ραδιόφωνο, και ότι έπρεπε να ανταποκριθώ στην προκήρυξη. Επειδή γνώριζα πρόσωπα και πράγματα τους διαβεβαίωσα ότι ακόμη κι αν υπέβαλλα τα δικαιολογητικά που ζητούσαν, θα με απέρριπταν. Βάλαμε στοίχημα για αυτό και κέρδισα το ποιο ωραίο και νόστιμο στοίχημα της ζωής μου. Ένα υπέροχο δείπνο στο Kona Kai. Η αίτησή μου να προσληφθώ δεν έγινε δεκτή γιατί όπως εμμέσως πληροφορήθηκα κρίθηκα από την αρμόδια επιτροπή ανεπαρκής! Δεν είχα την απαραίτητη εμπειρία, δεν είχα τις απαιτούμενες γνώσεις, δεν γνώριζα περισσότερες από τέσσερις γλώσσες, δεν είχα περισσότερους από πενήντα χιλιάδες δίσκους. Ωραίες ιστορίες, ε; Τι άλλο από «Καληνύχτα σας» - σε εισαγωγικά παρακαλώ αυτό – θα μπορούσε να πει κάποιος νοήμων. Αν ζούσε, βεβαίως, η αλησμόνητη Μαρία Ρεζάν άλλη φράση θα εκστόμιζε..

-Εκπλήσσομαι που τα μαθαίνω, αλλά καταλαβαίνω και κατανοώ. Επομένως θα μπορείτε να μας πείτε τη γνώμη σας για τις χαμηλές ακροαματικότητες που έχει σταθερά το κρατικό ραδιόφωνο.

Κυρίως επειδή διοικείται από ακατάλληλους ανθρώπους. Υπάρχουν καλές και ενδιαφέρουσες εκπομπές σε όλα τα προγράμματα, αλλά δεν προβάλλονται σωστά. ΟΙ λίγοι καλοί παραγωγοί δεν αξιοποιούνται. Αρκετοί παραγωγοί αγνοούν ακόμη και βασικούς κανόνες της ραδιοφωνικής επικοινωνίας. Λείπει η ποίηση, λείπει το χιούμορ, περισσεύουν τα αστειάκια. Αγνοεί η διοίκηση τι είναι σωστή ανταγωνιστικότητα. Εκτός αυτού είναι και η τηλεόραση που καταβροχθίζει και μερίδιο οικονομικό που πρέπει στο ραδιόφωνο. Και τέλος, όπως είπατε και εσείς, γιατί είναι κρατικό ραδιόφωνο και όχι δημόσιο, όπως θα όφειλε να είναι.

-Κάποτε στη Β ή Γ Γυμνασίου παρουσίασα μια Εργασία στο μάθημα της ελεύθερης ώρας για τον Καβάφη όταν διάβασα ένα βιβλιαράκι από το περίπτερο με ποίησή του και μου άρεσε ιδιαίτερα και σε συνδυασμό ότι υπήρχαν ποιήματά του στο αναγνωστικό. Ωστόσο για άγνωστο λόγο η φιλόλογος με αποπήρε σε ένα αναίτιο ξέσπασμά της από την έδρα στο άκουσμα του θέματος της εργασίας μου και ακόμη ψάχνω το γιατί. Υπήρχε μήπως κάποιο απωθημένο κάποιων φιλολόγων με τον Καβάφη που δεν ξέρω; Έχετε κάποια εξήγηση γα το φέρσιμό της; Προσωπικά νομίζω ότι ήταν κομπλεξική…

Τα απωθημένα υπήρχαν και θα υπάρχουν. Όπως όλοι και όλα στη ζωή έτσι και οι φιλόλογοι χωρίζονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Στους καλούς και τους κακούς. Στα δεκαεφτά χρόνια που ήμουνα μαθητής και σπουδαστής είχα δασκάλους και καθηγητές άξιους, είχα όμως και αδιάφορους, ανεπαρκείς. Ευτυχώς όμως είχα εξαιρετικούς δασκάλους τότε, αλλά κυρίως στη μετέπειτα ζωή μου, οι οποίοι μάλιστα με τίμησαν και με τη φιλία τους. Ήμουνα τυχερός. Ο Καβάφης, ο υπέροχος Καβάφης, έχει γράψει δύσκολη ποίηση, προχωρημένη για την εποχή του. Ούτε δεκαπεντασύλλαβα, ούτε ομοιοκαταληξίες. Γι’αυτό ο Μάνος Χατζιδάκις έλεγε ότι είναι ατραγούδιστος. Μόνο ένα ποίημά του μελοποίησε κι αυτό για τη μεγάλη εξαίρεση που λέγεται Μεγάλος Ερωτικός. Ακόμη και ο Μίκης Θεοδωράκης, που έχει μελοποιήσει περισσότερους ποιητές, από οποιονδήποτε άλλο τραγουδοποιό, μόνο ένα σπάραγμα από το ποίημα του Καβάφη Η πόλις μελοποίησε για το συγκλονιστικό τρίτο μέρος της Τρίτης Συμφωνίας του. Πρέπει να γνωρίσει και να κατανοήσει ο αναγνώστης το ιστορικό και κοινωνικό υπόβαθρο του λόγου του Αλεξανδρινού για να μπορέσει να τον εκτιμήσει και να τον αγαπήσει. Κατά πως φαίνεται η φιλόλογος που αναφέρατε δεν κατάλαβε ή αρνήθηκε να καταλάβει την ουσία και την αξία της ποίησης του. Με την ευκαιρία να αναφέρω και το εξής παράδοξο σε σχέση με τον Καβάφη. Έχω ασχοληθεί ξέρετε επισταμένως με τη μελοποίηση της ποίησης. Ο Καβάφης λοιπόν είναι ο πλέον μελοποιημένος Έλληνας ποιητής. Προσοχή μελοποιημένος, όχι τραγουδισμένος. Υπάρχει ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στα δυο.


019_-_Καβάφης_-_Μικρούτσικος_-_ΙΑΝΟΣ_-_αφιέρωση.jpg
Ο Καβάφης του Θάνου Μικρούτσικου με αφιέρωση του Θάνου. Έκδοση IANOS 2009. Περιέχει εκτεταμένο κείμενό μου για τη μελοποίηση του ποιητικού λόγου του Καβάφη

-Τι μουσική ακούτε σήμερα και με ποιόν τρόπο;

Όπως πάντα άκουγα τα πάντα έτσι και σήμερα ακούω τα πάντα και πάντα θα ακούω τα πάντα! Κλασική μουσική σε παλιές και νέες ερμηνείες, η σύγκριση είναι τόσο γοητευτική και καρποφόρα. Λαϊκή μουσική – και λέγοντας λαϊκή εννοώ κάθε μουσική που δεν έχει πλαστεί με ακαδημαϊκό υπόβαθρο και ακαδημαϊκές προδιαγραφές – λαϊκή μουσική λοιπόν ακούω και νέα αλλά συχνά, πολύ συχνά, γυρίζω στο παρελθόν και ακούω μουσικές συνδεδεμένες με το παρελθόν και τα βιώματά μου. Ομολογώ ότι σπάνια ακούω πλέον μουσική από τις παραδοσιακές συσκευές αναπαραγωγής ήχου. Ακούω από τον υπολογιστή. Εκτός από το διαδίκτυο, όπου μπορεί κανείς να βρει τα πάντα, έχω και μια τεράστια βάση, ένα τεράστιο αρχείο ψηφιοποιημένης μουσικής σε εξαιρετική ποιότητα. Ακούω επίσης στο αυτοκίνητο. Αποτελεί σπουδαία συντροφιά στα ταξίδια που κάνω.

-Αν και αγαπάτε περισσότερο την έντεχνη ελληνική μουσική και την κλασική και έχετε συναναστραφεί με καλλιτέχνες των ειδών αυτών, μήπως έτυχε να γνωρίσετε κάποιο Έλληνα ρόκερ καλά; Κάνατε παρέα; Έχετε κάτι να μας πείτε γι’ αυτόν που δεν είναι γνωστό;

Έχω γνωρίσει και ροκάδες, παλιότερα κυρίως, και έκανα παρέα με κάποιους, όχι τακτικές συναντήσεις πάντως. Να θυμηθώ τον Μήτσο «Θείο Νώντα» Πουλικάκο, ήμουνα παρών και στο Crazy Love στου Ζωγράφου, και τον Λάκη Παπδόπουλο, τον οποίο θεωρώ την απενοχοποίηση του ελληνικού ροκ. Με τον Λάκη μάλιστα, την εποχή που ήμουνα διευθυντής στο Δεύτερο Πρόγραμμα, είχαμε κάνει μαζί μερικές έκτακτες εκπομπές ως Ο Λάκης με τα ψηλά ρεβέρ και ο Γιώργος χωρίς ρεβέρ! Α! να μη το λησμονήσω. Ο Γιάννης Αγγελάτος είναι πολύ καλός φίλος από παλιά και μαζί έχουμε κάνει παρέα με διάφορους εκτός κυκλωμάτων. Όπως φέρ’ ειπείν ο Γιώργος Πιλάλας – Ζωρζ Πιλαλί με το ακατάλυτο χιούμορ. Να. Θυμήθηκα και κάτι σχετικό. Απογευματάκι, άνοιξη του 1998, καθώς έφευγα από το γραφείο μου της ΕΡΑ2 συνάντησα στην είσοδο του Ραδιομεγάρου τον Γιώργο. Εκείνη την εποχή είχε κορυφωθεί η αντιπαράθεση δυο καθόλα άξιων υπηρετών του λαϊκού μας τραγουδιού, του Χρήστου Νικόπουλου και του Στέλιου Καζαντζίδη. Η δίκη που είχε γίνει ήταν επεισοδιακή και το θέμα υπήρξε αφορμή για διάφορες συζητήσεις. Χαιρετηθήκαμε με τον Γιώργο είπαμε τρεις τέσσερις κουβέντες και ξαφνικά τον ρώτησα ποια είναι η άποψή του για τα τσακώματα του Στέλιου με τον Χρήστο. Και ο Γιώργος με σοβαρό ύφος μου είπε: «Άκου Γιώργο. Σε αυτή την περίπτωση ανάμεσα στον Χρήστο ΝΙκολόπουλο και τον Στέλιο Καζαντζίδη εγώ υποστηρίζω τον ... Jimi Hendrix!». Έχω πολύ καιρό να επικοινωνήσω μαζί του, εύχομαι και ελπίζω να είναι καλά. Α! και κάτι άλλο σχετικά σχετικό που θυμήθηκα. Ερώτημα – γρίφος για τους αναγνώστες σας. Ποιος ήταν ο Λόσε Ντελόστρε της ελληνικής μουσικής; Μουσικά δεν ήταν αμιγώς ροκάς. Ως στάση ζωής όμως ήταν.

-Ξέρω ότι πάντα είστε ενεργός και δημιουργικός. Τώρα με τι ασχολείστε;

Με πάρα πολλά. Πολλές ζωές θα ήθελα ακόμη για να κάνω αυτά που σκέφτομαι και θα μπορούσα. Θα ήθελα ακόμη να έχει η μέρα εκατό ώρες. Γράφω ακατάπαυστα. Ταυτοχρόνως εφτά βιβλία διαφορετικά το ένα από το άλλο. Το πιο παλιό που αφορά τον Giocondo Moretti, τον άνθρωπο χάρη στον οποίο αγάπησα τη μουσική – μεγάλη ιστορία αυτή. Το άρχισα το 1985. Ο Νίκος Κούνδουρος ήθελε να κάνει ταινία την ιστορία του. Μετά άρχισα το βιβλίο για το Ραδιόφωνο το οποίο ανέφερα πριν. Αυτό έχει ιστορικό και χρηστικό υπόβαθρο. Γράφω και ένα άλλο για το Ραδιόφωνο, μυθοπλασίας αυτό, που έχει τίτλο Ο Combiuter – να γραφτεί έτσι όπως το λέω. Κάτι ανάλογο με το Ελικόπτερο του Βασίλη Βασιλικού. Ένα άλλο βιβλίο μου έχει τίτλο Το Δωδεκάμηνο. Γράφω το Χρονολόγιο του Μίκη Θεοδωράκη – αυτό αν όλα πάνε καλά θα τελειώσει. Γράφω επίσης ένα βιβλίο για τις γάτες μου, το Μια γάτα, δυο γάτες. Αυτό είναι το πιο προχωρημένο, έχω γράψει περίπου 150 σελίδες, ίσως τελειώσει κάποια στιγμή. Έχω κληρονομήσει το φωτογραφικό αρχείο του θείου μου Παναγιώτη (Πότη) Μονεμβασίτη, που ήταν ο ιστορικός φωτογράφος του Γυθείου. Ξεκλέβω χρόνο που και που για να ασχοληθώ με αυτό το πολύτιμο αρχείο – περί τις 15000 πλάκες και ζελατίνες, εκατοντάδες, ίσως χιλιάδες, φωτογραφίες, χιλιόμετρα φιλμ. Γράφω και για αυτό ένα βιβλίο. Ο Άγγελος Δεληβοριάς είχε εκδηλώσει την επιθυμία να κάνει έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη και να εκδοθεί σχετικό λεύκωμα. Και η έκθεση και το λεύκωμα θα είχαν όνομα Ποτογραφίες!

020_-_Μετά_γάμο_στην_Αγία_Τριάδα_1941.jpg
Ποτογραφία. Μετά τη γαμήλια τελετή, έξω από την Αγία Τριάδα Γυθείου. Τέλος καλοκαιριού – αρχές φθινοπώρου 1941. Οι νεόνυμφοι είναι ο Σαράντος Μενούτης και η Κανέλλα Παπαδάκου-Μενούτη, παππούς και γιαγιά του δημοσιογράφου της Ελληνικής τηλεόρασης Άγι Μενούτη. Προέρχεται από σάρωση αρνητικού σε λαβωμένη από την υγρασία πλάκα

Αρκούν αυτά; Ασχολούμαι βεβαίως και με το λαχανόκηπό μου. Κι αν έχω χρόνο και υπάρξει κάποια αφορμή, γράφω κείμενα, που προφανώς έχουν σχέση με τη μουσική, στο εξαιρετικό διαδικτυακό περιοδικό λόγου και τέχνης «Ο Χάρτης»

-Τι κρατάτε απ’ όλα αυτά που έχετε ζήσει;

Τα πάντα. Τίποτα δεν πήγε χαμένο. Ακόμη και αυτά για τα οποία έχω μετανιώσει και κυρίως τα λάθη μου. Θυμάμαι τα λάθη μου, και έχω κάνει πολλά, για να μην τα ξανακάνω. Όταν κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη δεν ντρέπομαι για αυτό που βλέπω. Το 2012 είχα γράψει στο περιοδικό της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών Πολύτονον ένα εκτεταμένο επικριτικό άρθρο, χρονογράφημα, δεν ξέρω πως ακριβώς να το χαρακτηρίσω, για το Τρίτο Πρόγραμμα και την παρακμή του. Από τα πολλά εγκωμιαστικά μηνύματα που μου έστειλαν ξεχώρισα ένα το οποίο ανέφερε τα εξής: «Έχετε αρετήν και τόλμην κύριε Μονεμβασίτη. Είστε ελεύθερος». Όσες φορές, τέλος, προσπαθώ να κάνω απολογισμό ζωής, νοιώθω ότι έχω ζήσει ζωή γεμάτη, έχω ζήσει μια καλή ζωή. Γνώρισα σπουδαίους ανθρώπους, γνώρισα ωραίους τόπους, έκανα τις επαναστάσεις μου, έζησα πολλές, πάρα πολλές όμορφες στιγμές. Το μόνο που μου λείπει είναι ο χρόνος. Για να μπορέσω να κάνω μερικά από τα πολλά που μπορώ και δεν έχω προφτάσει.

021_-_Διάλεξη_στο_πολιτιστικό_Κέντρο_του_Δήμου_Ηρακλείου_-_100_χρόνια_Ρίτσος_img004.jpg
Ομιλώντας για τον μελοποιημένο Ρίτσο στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Ηρακλείου, σε ημερίδα για τα 100χρονα του ποιητή. Οκτώβριος 2009

-Σας ευχαριστώ πολύ για όσα μοιραστήκατε μαζί μας και την εμπιστοσύνη σας

-Κι εγώ σας ευχαριστώ πολύ

*Τις φωτογραφίες επέλεξε ο Γιώργος Β. Μονεμβασίτης και έγραψε τις λεζάντες για αυτές

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!