«Μήδεια» σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια

Πυρ, εκδίκηση και εξουσία
«Μήδεια» σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια Φωτο: NDP Photo Agency
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
22/09/2022

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Ogdoo.gr
*Γράφει ο Θάνος Μαντζάνας

Η «Μήδεια» του Ευρυπίδη, μια από τις πλέον εμβληματικές, πολυπαιγμένες και απαιτητικές αρχαίες τραγωδίες, σε μια παράσταση που διαμέσου μια εξαιρετικά σύγχρονης αισθητικής επικαιροποιεί ακόμα περισσότερο τα διαχρονικά μηνύματα της. Εκκινώντας από το ερώτημα του ποια είναι τελικά αυτά τα μηνύματα…

Μπορεί το κοινό να αγνοεί ή να μη δίνει σημασία σε μια παράμετρο της αττικής τραγωδίας αλλά όσοι και όσες την υπηρετούν με γνώση και συνέπεια ξέρουν πολύ καλά το πόσο σημαντική είναι. Οι τραγωδοί του πέμπτου π.Χ. αιώνα δεν έγραφαν για γεγονότα τα οποία τοποθετούνταν πενήντα ή εκατό χρόνια πριν αλλά επτά ή και οκτώ αιώνες νωρίτερα, ας φανταστούμε σημερινούς θεατρικούς συγγραφείς να γράφουν έργα τα οποία διαδραματίζονται τον δέκατο τέταρτο ή τον δέκατο τρίτο αιώνα για να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό.

Επίσης η κοινή λογική λέει ότι γνώριζαν πως, αν όχι το θεϊκό, σίγουρα το ανθρώπινο σκέλος όσων έγραφαν ήταν μυθολογικό, κάποιοι άνθρωποι δηλαδή το είχαν επινοήσει κάποια στιγμή και στη συνέχεια, διαμέσου της αφηγηματικής προφορικής παράδοσης, είχε εμπλουτισθεί και εξελιχθεί. Αυτό πρέπει να ίσχυε ακόμα περισσότερο για τον νεότερο της μεγάλης τριάδας, τον Ευρυπίδη, που συνειδητοποιούσε απόλυτα ότι αυτές οι παλαιές ιστορίας ήταν διανοητικές κατασκευές και ίσως να θεωρούσε τέτοια και τουλάχιστον ένα μέρος του θεϊκού σκέλους τους.

Αυτό με τη σειρά του σημαίνει πολύ απλά ότι για παράδειγμα η Μήδεια του Ευρυπίδη δεν είναι η Μήδεια όλων των συγχρόνων του και καθενός τραγωδού. Είναι η δική του Μήδεια, ένα μέσο ή καλύτερα ένα όχημα για να εκφράσει και να διατυπώσει πράγματα που ήθελε να πει. Αν είχε γράψει π.χ. και ο Αισχύλος Μήδεια θα είχε περισσότερες ή λιγότερες, ουσιώδεις ή μη αλλά πάντως διαφορές με αυτή του Ευτυπίδη.

Αν λοιπόν οι άνθρωποι του σημερινού θεάτρου που θα ασχοληθούν με την «Μήδεια» έχουν αυτό κατά νου είναι αδύνατο να μην ακολουθήσουν την μέθοδο του ίδιου του Ευρυπίδη, να αντιμετωπίσουν δηλαδή το κείμενο του όχι ως «τοτέμ» που απλά πρέπει να το αναπαραγάγουν κατά γράμμα αλλά επίσης σαν ένα όχημα για να πουν με αυτό όσα με την σειρά τους θέλουν να εκφράσουν ή και να σχολιάσουν. Αυτή ακριβώς είναι και η προσέγγιση της παράστασης που σκηνοθέτησαν ο Αιμίλιος Χειλάκης και ο Μανώλης Δούνιας.

Μια αρχετυπική (;) ιστορία ερωτικής απιστίας
Mideia Aimilios Chilakis
Το πρώτο επίπεδο ανάγνωσης της «Μήδειας» είναι βέβαια δεδομένο και γνωστό σε όλους/ες, μια αρκετά ζηλότυπη γυναίκα όταν διαπιστώνει ότι ο σύζυγος της την απατά και μάλιστα απολύτως φανερά και με «νομότυπο» τρόπο πληγώνεται τόσο ώστε διαπράττει ένα αποτρόπαιο έγκλημα, προβαίνει σε μιαν από τις ειδεχθέστερες ανθρώπινες πράξεις, το να σκοτώσει τα παιδιά της. Το ίδιο όμως το κείμενο του Ευρυπίδη υπαινίσσεται ένα δεύτερο, ίσως και τρίτο επίπεδο ανάγνωσης του και με οδηγό την ανανεωτική, κάποιες φορές και ιδιαίτερα τολμηρή γλωσσικά, άρα και νοηματικά, μετάφραση του ποιητή Γιώργοι Μπλάνα η παράσταση των Χειλάκη – Δούνια όχι απλά τα αναδεικνύει αλλά εστιάζει σε αυτά.

Είναι η Μήδεια μια μεμονωμένη περίπτωση και ένα θύμα/θύτης της μοίρας ή ένα σύμβολο της υποδεέστερης και υφιστάμενης την σχεδόν διαρκή καταπίεση του άντρα θέσης της γυναίκας ως όντος αλλά και μέσα στην κοινωνία, τότε αλλά ακόμα και τώρα αν και με πολύ διαφορετικό βέβαια τρόπο; Ως προς αυτό βέβαια η παράσταση δεν κομίζει γλαύκα εις Αθήνας, είναι αρκετά διαδεδομένη ανάμεσα στους/στις φιλολόγους, τους/τις μελετητές/ριες και τους ανθρώπους του θεάτρου η άποψη ότι με τη «Μήδεια» ο Ευρυπίδης έγραψε, χωρίς καν φυσικά να μπορεί να το συνειδητοποιήσει, το πρώτο «φεμινιστικό» κείμενο στην Ιστορία της ανθρωπότητας και οφείλω να πω ότι προσωπικά συμφωνώ απόλυτα μαζί της.
Mideia Chilakis Maximou 2
Είναι η ζήλεια και στη συνέχεια η όλο και ισχυρότερη και ανεξέλεγκτη οργή τα κίνητρα για τις πράξεις της Μήδειας ή, πολύ περισσότερο από αυτά, η απώλεια της εμπιστοσύνης της στον Ιάσονα; Τον εμπιστεύθηκε στον υπέρτατο βαθμό που μπορεί να εμπιστευθεί ένας άνθρωπος έναν άλλο, τόσο ώστε να κάνει αλλά και να θυσιάσει τα πάντα για αυτόν και διαπιστώνει ότι δεν είναι άξιος της εμπιστοσύνης της άρα δεν ήταν ποτέ, εξαρχής ήδη.
Αυτό που κυριαρχεί εντός της Μήδειας είναι η επιθυμία, ακόμα και ανάγκη για εκδίκηση ή το πρωτεϊκό εσώτερο ένστικτο της δικαιοσύνης που υπάρχει σε κάθε φυσιολογικό άνθρωπο, το προσωπικό «περί δικαίου αίσθημα» του οποίου συνισταμένη σε κάθε χωροχρονική συγκυρία είναι το συλλογικό, το κοινό περί δικαίου αίσθημα;
Mideia Maximou Negka2
Τέλος η Μήδεια επαναστατεί ενάντια στον σύζυγο της, στην πατριαρχία ή, αν δίπλα στον Ιάσονα συνυπολογίσουμε τον Κρέοντα με τον οποίο επίσης συγκρούεται πριν υποστεί και αυτός την εκδίκηση της, στην εξουσία; Γιατί αν προσέξουμε Ιάσων και Κρέοντας ουσιαστικά είναι ο ίδιος χαρακτήρας με δυο υλικές υποστάσεις, ο δεύτερος είναι η εξέλιξη του πρώτου μέσα στον χρόνο. Για αμφότερους το κυρίαρχο στοιχείο είναι η εξουσία που αντλούν από το βασιλικό αξίωμα τους, η εξουσία την οποία αρχικά ποθούν τόσο και στη συνέχεια θα γίνει modus vivendi τους, μετά τρόπος κοσμοαντίληψης και εντέλει θα υποδουλώσει και τους ίδιους δίχως καν να το καταλάβουν καθώς μετατρέπεται σε κινητήρια δύναμη τους και, κάτι που βέβαια συνιστά ύβριν, την αιτία της ίδια της ύπαρξης τους. Με το να ταυτιστούν μαζί της απολύουν την ταυτότητα τους, ίσως ακόμα και μεγάλο τμήμα της ανθρώπινης ιδιότητας τους.

Γυναίκα – μυστήριο ή γυναίκα – αντίφαση;

Στο πρόσωπο της Μήδειας ο Ευρυπίδης δημιούργησε έναν από τους πιο εντυπωσιακούς, σύνθετους και για αυτό πιο ενδιαφέροντες χαρακτήρες όλων των εποχών. Η ηρωίδα του αποτελείται από ένα τέτοιο σύνολο αντιφάσεων ώστε θα μπορούσαμε να την θεωρήσουμε ακόμα και μια κινούμενη τέτοια. Μισεί και εκδικείται χωρίς έλεος τον Ιάσονα ενώ είναι ολοφάνερο ότι όχι μόνο τον αγαπά αλλά και τον ποθεί ακόμα. Καταριέται τον σαρκικό πόθο ενώ η σεξουαλικότητα είναι από τα πιο έντονα στοιχεία της προσωπικότητας της. Οικτίρει τον εαυτό της με έναν τρόπο όμως που δείχνει ότι διακατέχεται από σύνδρομο μεγαλείου, δεν σταματά να υπενθυμίζει ότι και η δική της οικογένεια ήταν βασιλική. Θρηνεί τα παιδιά της πριν τα σκοτώσει η ίδια ενώ την ίδια στιγμή τους μιλά με όση στοργή μπορεί να έχει μια μητέρα λέγοντας – και πιστεύοντας – ότι θα το κάνει για το καλό τους.

Κατηγορεί τον εαυτό της για αυτό που θα κάνει και αμέσως μετά τον ωθεί να το κάνει. Επαναλαμβάνει συνεχώς το πόσο αδύναμη και ευάλωτη είναι και αισθάνεται ενώ είναι πιο δυνατή αλλά και αδίστακτη από δέκα άντρες μαζί.
Mideia Roilos Choros
«Αγία» και «αμαρτωλή», «πόρνη» και «αγνή» κα με έναν δικό της τρόπο πιστή μέχρι το τέλος στον μοναδικό άντρα που αγάπησε, θύμα ακριβώς γιατί είναι τόσο απόλυτα και χωρίς κανένα ελαφρυντικό θύτης, η Μήδεια στέκει εκεί σαν ένα από τα μεγαλύτερα θεατρικά αινίγματα όλων των εποχών, με ακόμα και την ύπαρξη της ως χαρακτήρα να συνιστά μια τεράστια πρόκληση. Καταστρέφει τους πάντες και τα πάντα γύρω της και μέσα από αυτή την ολέθρια για άλλους και άλλες πορεία της αυτοκαταστρέφεται – ή μήπως όχι και ο Ευρυπίδης μας εξαπατά ως προς αυτό για άλλη μια φορά, όπως άλλωστε συνήθιζε να το κάνει;
Κάθαρση διά της καθόδου στην κόλαση

Η «Μήδεια» είναι από τα πιο σκοτεινά θεατρικά έργα που γράφτηκαν ποτέ και με το τέλος του να είναι στην κυριολεξία αιματοβαμμένο. Κανείς και πριν από όλους η Μήδεια δεν είναι αθώος, όλοι είναι περισσότερο ή λιγότερο ένοχοι και για αυτό όλοι, ακόμα και τα εκ των πραγμάτων αθώα παιδιά, πληρώνουν το βαρύ τίμημα στο τέλος. Ολοι όμως; Η Μήδεια έχει ξεμπερδέψει με τις τύψεις της πριν ακόμα τελέσει τις έξω από κάθε ανθρώπινη κα θεία λογική πράξεις της. Αλλά και όταν τις έχει πλέον διαπράξει δηλώνει με σχεδόν παγερή αδιαφορία στον Ιάσονα ότι δεν μπορεί καν να την αγγίξει, το άρμα του πατέρα του πατέρα της, του ήλιου, θα την προστατεύσει πριν την μεταφέρει στην Αθήνα για να συναντήσει τον Αιγέα που την περιμένει.
Mideia Xeilakis Alikaki photo Marilena Anastasiadou
Γιατί, παρά τις αποτρόπαιες πράξεις της, η Μήδεια ήταν και παραμένει ευνοούμενη των θεών. Οι θεοί είναι μαζί της και για αυτό, όπως λέει και η η αγγλική έκφραση, she can get away with murder. Αν και πολλαπλά δολοφόνος δεν πληρώνει το αντίτιμο για αυτό, δεν τιμωρείται.

Ο λόγος είναι ότι η εύνοια και η προστασία των θεών της δίνουν την, για τα δεδομένα της εποχής, υπέρτατη εξουσία. Η χειρότερη εκδίκηση της στους «εχθρούς της» όπως τους αποκαλεί είναι ότι όχι μόνο η εξουσία τους δεν τους γλιτώνει αλλά αντίθετα αποδεικνύεται ανίσχυρη, ανύπαρκτη μάλλον μπροστά στην δική της. Ο βασιλεύς Κρέων θα εξοντωθεί με τον πιο φρικτό και επώδυνο τρόπο έχοντας στην αγκαλιά του την νεκρή κόρη του που πέθανε με τον ίδιο τρόπο. Ο Ιάσων θα αφεθεί να ζήσει ακριβώς γιατί έτσι η τιμωρία του θα είναι πολύ χειρότερη και θα διαρκέσει πολύ περισσότερο. Πιο πολύ ακόμα και από την απώλεια των παιδιών του η απόλυτη συντριβή του στο τέλος οφείλεται στην συνειδητοποίηση ότι η δική του βασιλική εξουσία ήταν λιγότερο και από ασήμαντη μπροστά σε αυτήν της γοητευτικής «βάρβαρης» δαιμόνισσας που τον αγάπησε τόσο πολύ για να τον μισήσει μετά – χωρίς να πάψει να τον αγαπά – εξίσου πολύ. Η νίκη της Μήδειας είναι το ότι η δική της, η μεγαλύτερη όλων ύβρις όχι μόνο δεν τιμωρείται αλλά και σχεδόν επιβραβεύεται.

Παλμός και πάλη

Η παράσταση των Αιμιλίου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια εστιάζει, ανασύρει στην επιφάνεια και αναδεικνύει τα πολλά αυτά διαφορετικά και σε μεγάλο βαθμό αντιφατικά μεταξύ τους στοιχεία. Το πρώτο βήμα για αυτό είναι ότι υιοθετεί την αυθεντική πρακτική του ανεβάσματος των αρχαίων τραγωδιών, τρεις ηθοποιοί/υποκριτές να ερμηνεύουν όλους τους ρόλους, όσοι και αν ήταν. Η μόνη διαφορά σε αυτή τη περίπτωση είναι ότι τον μοναδικό γυναικείο ερμηνεύει η Αθηνά Μαξίμου ενώ τους ανδρικούς τους μοιράζονται ο ίδιος ο Αιμίλιος Χειλάκης και ο Αναστάσης Ροϊλός με τον Ιάσονα και τον Κρέοντα να είναι οι κυριότεροι του πρώτου και τον Αιγέα του δεύτερου.
Mideia Roilos Choros 2
Αμφότεροι είναι εξαίρετοι αλλά είναι φανερό ότι η γραμμή της σκηνοθεσίας είναι να παίζουν σε «χαμηλούς» τόνους, ειδικά το Α. Χειλάκης που είναι αξιοθαύμαστα συγκρατημένος ως Ιάσων. Ο λόγος ολοφάνερα είναι το να «αφήνουν χώρο» στην Αθηνά Μαξίμου καθώς το έργο δεν βασίζεται απλά αλλά σε πολύ μεγάλο βαθμό είναι ο χαρακτήρας που του δίνει τον τίτλο, η Μήδεια βρίσκεται στη σκηνή και στο επίκεντρο της δράσης από την πρώτη στιγμή μέχρι την τελευταία. Η Αθηνά Μαξίμου ανταποκρίθηκε και με το παραπάνω στην πρόκληση και – απόλυτα ενταγμένη στο συγκεκριμένο σκηνοθετικό πλαίσιο – καταθέτει ένα αληθινό ρεσιτάλ υποκριτικής.

Ο πραγματικά δεύτερος πρωταγωνιστικός ρόλος μετά τον δικό της είναι αυτός του χορού και οφείλουμε να αναφέρουμε τα ονόματα των μελών του, Πετρίνα Γιαννάκου, Μάιρα Γραβάνη, Αλεξάνδρα Δρανδάκη,
Γιώργος Ζυγούρης, Ελευθερία Κοντογεώργη, Εριέττα Μανούρη, Βασίλης Μπούτσικος, Γιώργος Νούσης και Δάφνη Σταθάτου. Με ένα όντως ευφυέστατο και καθοριστικής σημασίας εύρημα ο ρόλος της κορυφαίας του χορού έχει χωριστεί σε δύο, με το ένα μέρος του να αναλαμβάνει η επίσης χαμηλών τόνων ερμηνευτικά αλλά άριστη Μυρτώ Αλικάκη και το δεύτερο η Γιώτα Νέγκα. Η πρώτη είναι η φίλη που μπορεί κάποιες στιγμές να φοβάται ή και να ψέγει την Μήδεια για τις σκέψεις και τις πράξεις της αλλά την καταλαβαίνει και την στηρίζει και η δεύτερη…αλήθεια, γιατί ακριβώς μια πολύ καλή λαϊκή ερμηνεύτρια συμμετέχει σε μια παράσταση αρχαίας τραγωδίας και τι εκπροσωπεί ως συν-κορυφαία του χορού;
Mideia Negka Kamarotos Maximou photo Marilena Anastasiadou
Σε αυτό το σημείο πρέπει να μιλήσουμε για εκείνον που θα μπορούσα να αποκαλέσω αφανή…τρίτο σκηνοθέτη της παράστασης, μεταφορικά μεν «αόρατο» αλλά κάθε άλλο παρά…αθόρυβο! Ο Δημήτρης Καμαρωτός δεν έχει απλά γράψει την μουσική του έργου αλλά έχει επίσης επιμεληθεί ολόκληρο τον ηχητικό σχεδιασμό (sound design) του, κάτι που μεταφράζεται σε «λεπτομέρειες» οι οποίες μπορεί να περνάνε απαρατήρητες από το ευρύ κοινό, ίσως ούτε καν να τις αντιλαμβάνεται αλλά είναι κομβικής σημασίας.

Δική του παρέμβαση για παράδειγμα είναι οι «μάσκες ήχου» οι οποίες επιτρέπουν κυρίως στην Μήδεια αλλά και στον χορό να λένε την ίδια φράση ή λέξη με διαφορά κλασμάτων του δευτερολέπτου ή και ταυτόχρονα αλλά με εντελώς διαφορετική εκφορά του λόγου, εκφράζοντας έτσι τα πολλαπλά νοήματα ή και υπόρρητα του κειμένου. Ο ρόλος λοιπόν της Γιώτας Νέγκα ως δεύτερης κορυφαίας στην συντριπτική πλειονότητα του αποτελείται από μια σειρά τραγούδια τα οποία είτε αποτελούν μελοποιήσεις αποσπασμάτων των στασίμων είτε έχουν πρωτότυπους στίχους που φυσικά σχετίζονται με την πλοκή και την σχολιάζουν γραμμένους από τον Γιώργο Μπλάνα ή και τον ίδιο τον Δημήτρη Καμαρωτό. Τραγούδια, αξίζει να σημειωθεί, γραμμένα κατά κανόνα «κόντρα» στην λαϊκή φύση της φωνής της.

Ηδη από το δεύτερο τέτοιο τραγούδι είναι φανερό ότι η δεύτερη κορυφαία/Γιώτα Νέγκα ουσιαστικά ενσαρκώνει την συνείδηση της Μήδειας, ίσως κατά προέκταση κάθε γυναίκας, ακόμα και κάθε ανθρώπου.

Αυτό είναι ένα πολύ καλό «κλειδί» για την είσοδο στο συνολικό όραμα και άποψη που διαπνέει την παράσταση και εκφράζεται όχι μόνο με τις ερμηνείες αλλά και με την συνολική αισθητική της η οποία βρίθει συμβολισμών. Το σκηνικό της Εύας Νάθενα αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από ξύλινες σκάλες διαφορετικών υψών που στις λίγες στιγμές ηρεμίας είναι ακουμπισμένες η μία πάνω στην άλλη στο δάπεδο της σκηνής. Στη μεγαλύτερη διάρκεια τις παράστασης όμως είναι όρθιες με τους χαρακτήρες αλλά και τα μέλη του χορού να τις ανεβαίνουν ή να τις κατεβαίνουν ή και αμφότερα εναλλάξ, αργά και «τελετουργικά» ή πολύ γρήγορα και αγχωτικά σε έναν προφανέστατο συμβολισμό των διαφόρων μεν αλλά πάντα καθέτων δομών και μορφών εξουσίας που αποτελούν τους κρυφούς αρμούς πάνω στους οποίους αρθρώνεται η πλοκή του έργου.

Τα κουστούμια της ίδιας είναι μιας σχεδόν επίσημης ομοιόχρωμης αυστηρότητας, με ουδέτερα ή αμφισεξουαλικά στοιχεία αν και αυτά που κυριαρχούν είναι περισσότερα ανδρικά. Αυτό όμως που κυρίως τα σηματοδοτεί είναι ότι φοριούνται…ανάποδα, κουμπώνουν στην πλάτη δηλαδή και οι χαρακτήρες τα βγάζουν ή, πιο συχνά, τα βάζουν πριν αρχίσουν να μιλούν. Η μόνη που δεν φορά κουστούμι είναι η Μήδεια, με μια έξυπνη ενδυματολογική λύση της Εύας Νάθενα είναι ημίγυμνη σε όλη την διάρκεια της παράστασης. Ο συμβολισμός κα σε αυτή την περίπτωση προφανής, οι χαρακτήρες εντός τους έργου υποδύονται «ρόλους», αυτούς τους οποίους τους έδωσε ή και τους φόρτωσε η κοινωνία της εποχής τους και κάποιοι παραμένουν ίδιοι μέχρι σήμερα. Μοναδική εξαίρεση η Μήδεια, ο πιο «κατασκευασμένος» από όλους τους χαρακτήρες που όμως ίσως ακριβώς για αυτό μπορεί να είναι ο εαυτός της και μόνον, πολύ περισσότερο από τους πιο «ρεαλιστικούς».

Είναι μια από τις περιπτώσεις παράστασης τραγωδίας που ο χορός εκτός από το να άδει επίσης ορχείται. Αν και υπάρχουν διαστήματα πλήρης ακινησίας του στο μεγαλύτερο μέρος των στασίμων κινείται και με πολύ έντονο τρόπο. Οι χορογραφίες της Πατρίσια Απέργη είναι ανήσυχες, πυρετώδεις, κάποιες στιγμές ακόμα και φρενιτιώδεις.
Mideia Roilos Choros
Σε αυτό το σημείο έρχεται η κυριότερη συμβολή του Δημήτρη Καμαρωτού, μέλους του χορού, το κουστούμι του είναι ομοιόμορφο με αυτό των υπολοίπων αλλά ταυτόχρονα και εκτός αυτού, δεν βρίσκεται μαζί, ανάμεσα του αλλά μόνος του, πίσω και πιο δεξιά από τη σκηνή, όρθιος σε ένα τραπέζι στο οποίο βρίσκονται τα όργανα και τις συσκευές του. Η μουσική που παίζει ζωντανά, τόσο κατά τη διάρκεια των στασίμων όσο και των επεισοδίων, προέρχεται από ποικίλες ακουστικές, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές πηγές, όργανα και μη και στο μεγαλύτερο μέρος της διάρκειας είναι πολύ έντονα ρυθμική ενώ σε κάποια σημεία των χορικών φτάνει να αγγίξει ακόμα και το dance/electronica.

Μαζί με την στακάτη εκφορά του λόγου των στασίμων που οφείλεται στον ίδιο καθώς επίσης δίδαξε φωνητικά τον χορό συμπληρώνουν το σύμπαν της παράστασης, ένα σύμπαν παλλόμενο από την πρώτη στιγμή μέχρι την τελευταία. Το σύμπαν αυτής της «Μήδειας» πάλλεται διαρκώς και είναι σχεδόν συνεχώς στα πρόθυρα της έκρηξης, ενός εσωτερικού αλλά σαρωτικού big bang που όμως τελικά δεν έρχεται ποτέ.

Ο λόγος μάλλον είναι ότι η πολύ μεγάλη εντροπία αυτού του σύμπαντος εκτονώνεται μέσα από τα πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους πάλεις που εμπεριέχει. Διαπάλη του χθες με το σήμερα και με το αύριο, του νέου με το παλαιό, του νεωτερικού με την παγιωμένη «παράδοση», του Αλλου με τον «δικό μας», επί της ουσίας δηλαδή τον εαυτό μας, του «βάρβαρου» με τον Ελληνα, αυτών που υφίστανται την εξουσία με εκείνους τους οποίους την ασκούν, ίσως και με όσους την διεκδικούν, της γυναίκας με τον άντρα, των προσωπικών «θέλω» με τα κοινωνικά «πρέπει», του βαθιά ριζωμένου στο ανθρώπινο ασυνείδητο ενστίκτου της ελευθερίας με την επίκτητη κτητικότητα, ίσως ακόμα και χρηστικότητα των άλλων που όμως αναπόφευκτα επιχειρούν να κάνουν το ίδιο σε εμάς.

Ολες αυτές οι πάλεις υπό μιαν έννοια μετουσιώνονται και συνοψίζονται σε αυτήν που δεν παύει ούτε στιγμή να μαίνεται εντός της Μήδειας, μιας πολλαπλής προσωπικότητας η οποία καταλήγει να είναι ο άγγελος και ο δαίμονας στο ίδιο υποκείμενο. Ο άγγελος και ο δαίμονας που συγκρούονται σφοδρά, δίχως δισταγμούς, τύψεις και όρια. Αντί όμως να αλληλοεξοντωθούν μέσα από αυτή την ανηλεή μάχη φτάνουν στο να συνυπάρξουν, ίσως ακόμα και σε μια ιδιότυπη «συμφιλίωση». Ενώ όλα γύρω της σωριάζονται σε ερείπια η Μήδεια επιβιώνει και προχωρεί αφήνοντας πίσω της τους βιολογικά και επί της ουσίας νεκρούς.

Η προσωπική και η συλλογική αφήγηση

Η παράσταση επιφυλάσσει μια τελευταία και όχι μικρή έκπληξη στο κοινό. Όταν το κείμενο του Ευριπίδη έχει πια φτάσει στο τέλος του το φινάλε έρχεται με ένα τραγούδι που ερμηνεύει μόνη της η Γιώτα Νέγκα με ολόκληρο τον θίασο να την παρακολουθεί ακίνητος και σιωπηλός σαν να έχει γίνει και αυτός μέρος του κοινού. Ένα ήρεμο, λίγο μελαγχολικό αλλά όχι και θλιμμένο τραγούδι που πάνω – κάτω λέει ότι κάθε άνθρωπος αποτελεί μιαν ιστορία, διαφορετική από εκείνη κάθε άλλου. Όταν η ιστορία αυτή τελειώσει σιγά – σιγά σβήνει αλλά δεν χάνεται, ενσωματώνεται στις πάρα πολλές άλλες που περιλαμβάνει το αέναο πέρασμα του χρόνου.

Την αφήγηση μιας ακόμα τέτοιας ιστορίας, δημιουργημένης από έναν τραγικό ποιητή στην αρχαία Αθήνα πριν χιλιάδες χρόνια, έχει μόλις ολοκληρώσει ο θίασος. Είναι στην κρίση κάθε θεατή και θεάτριας το αν θα μάθει, ίσως ακόμα και θα διδαχθεί κάποια πράγματα από αυτή την ιστορία και αν θα τα κάνει μέρος της δικής του/της αφήγησης η οποία θα συναποτελέσει μαζί με όλες τις άλλες την συλλογική αφήγηση της εποχής του/της, ένα ακόμα κεφάλαιο της ατέρμονης πανανθρώπινης αφήγησης.

Η «Μήδεια» των Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια παραμένει απόλυτα πιστή στο πνεύμα του κειμένου του Ευρυπίδη αλλά ως θεατρική πράξη και αισθητική ανατρέπει σχεδόν πλήρως το γράμμα του. Με τον τρόπο αυτό, χωρίς να απολλύει τα δεδομένα της τότε εποχής, «γεφυρώνει» υπό μιαν έννοια τους αιώνες, έρχεται πιο κοντά στο σήμερα, σε εμάς, καθίσταται αληθινά διαχρονική. Δεν είναι, σε σκηνοθετικό και ερμηνευτικό επίπεδο, απλά μια από τις καλύτερες παραστάσεις του εφετινού καλοκαιριού αλλά και των τελευταίων ετών όντας επίσης άκρως ανατρεπτική, ανανεωτική, καινοτόμα, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και κάποιες στιγμές ακόμα και συναρπαστική.

Οσοι και όσες βρίσκεστε στην Αθήνα και δεν την έχετε παρακολουθήσει αξίζει πραγματικά να το κάνετε την τελευταία φορά που θα παρουσιαστεί, την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού.


ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!