Νότης Σφακιανάκης - Τα γαλόνια μου είναι τα όχι μου! (ΜΕΡΟΣ 2/2)

Το ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ που όλοι περιμένατε!
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
25 χρόνια στο τραγούδι και 20 στην δισκογραφία. 
 
Μας γελάσανε, τους ξεγελάσανε.
Είναι γελασμένοι ή τους βόλευε να κάνουν τους γελασμένους, για να πάρουν ένα κομματάκι τυράκι περισσότερο όταν οι συγκυρίες ήταν ευνοϊκές. Για ίδιον όφελος έγιναν όλα αυτά.

Αλλά δεν έβλεπαν την φάκα.

Ή κι αν την έβλεπαν δεν φαντάζονταν ότι το τέλος θα ήταν τόσο οδυνηρό και τραγικό.

Γιατί το παιχνίδι στήθηκε έντεχνα.
Το παιχνίδι καθορίζεται από παμπόνηρους και ραδιούργους ανθρώπους. Πέντε οικογένειες στον πλανήτη κινούν τα νήματά του. Και φτάσαμε στο σημείο να είμαστε χρεωμένοι επ’ άπειρον. Δεν ξεχρεώνουμε ποτέ σαν πατρίδα, σαν ιδιώτες. Πληρώνουμε, πληρώνουμε και στο τέλος μας παίρνουν και το σπίτι.

Επιζητούν να διασφαλίσουν τα προηγούμενα δανεικά με νέα, τα οποία συνάπτονται με δυσβάσταχτους όρους.

Μα θα στα πάρουν και θα στα παίρνουν εσαεί και δεν θα’ ναι και το σπίτι δικό σου. Η πατρίδα μας δηλαδή δεν θα χρεοκοπήσει απλά . Στην ουσία δεν θα έχουμε πατρίδα.

Το καινούργιο αίμα που θα σώσει τη γερασμένη καρδιά του κόσμου, ποιο μπορεί να είναι;
Οι αριστοκράτες μας!

Δηλαδή;
Αυτό που η λέξη λέει, και δεν το αντιλαμβανόμαστε γιατί δεν κυριολεκτούμε. Δεν μιλάμε ελληνικά για να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον. Οι έννοιες των λέξεων, έχασαν την έννοια τους. Λέμε αριστοκράτες και το μυαλό των περισσότερων πάει στους πλουτοκράτες. Οι αριστοκράτες μας, οι καλοί μας είναι η μόνη ελπίδα μας. Βλέπεις πολλούς γύρω μας; Τους εξαφανίσανε. Όταν εσύ είσαι καλός και δεν σου δίνουνε όχι μόνο αυτό που αξίζεις αλλά σε παρακάμπτουνε, σε βάζουνε, στην άκρη, σε περιγελούνε, σε χλευάζουνε και σε παρουσιάζουνε γραφικό, γιατί αυτά που λες δεν τους συμφέρουν, μοιραία σε εξαφανίζουν.

Σε εξαφανίσαμε λοιπόν αριστοκράτη μας. Θεωρείς τον εαυτό σου αριστοκράτη;
Εγώ δεν είμαι αριστοκράτης. Άριστοι όμως υπάρχουν.

Στη δουλειά σου λειτουργείς αριστοκρατικά.
Εν μέρει ναι. Διότι σε έναν κόσμο που είναι βάρβαρος, εγώ προσπάθησα υπό αντίξοες συνθήκες να χτίσω μια πορεία που λίγοι θα ήταν σε θέση να δημιουργήσουν. Λειτούργησα ως ασυμβίβαστος, πολεμώντας συνέχεια κι έχοντας αντιμέτωπους ανθρώπους που κανονικά θα έπρεπε να με είχαν αγκαλιάσει. Όταν εμφανίστηκα στο τραγούδι, στην αρχές της δεκαετίας του ΄90, όλο το παιχνίδι γίνονταν στον Διογένη. Εκεί χτυπούσε ο «πολιτισμικός παλμός» του τόπου. Από τον πρώτο μου λοιπόν δίσκο, στην κόψη του ξυραφιού, σαν σχοινοβάτης, επιχείρησα να μιλήσω και με μια άλλη γλώσσα. Και είπα παιδιά, καλά όλα αυτά, αλλά υπάρχει και το Δάνειο ζωής, υπάρχουν και τα Ναυάγια… Και σιγά σιγά, σε κάθε επόμενο βήμα να παντρέψω το καθαρά διασκεδαστικό τραγούδι με το κοινωνικό. 

Στους δίσκους σου διαπιστώνω μια εμμονή με θέματα έξω από την πεπατημένη.
Δεν είναι εμμονή· είναι συνέπεια. Το ερωτικό είναι εντάξει, το χορευτικό επίσης, για τη διασκέδαση και την ψυχαγωγία, άλλοι το λένε καψούρα, άλλοι έρωτα, δεν ξέρω πώς το λένε. Όλα αυτά είναι μια χαρά. Με βρίσκουν απόλυτα σύμφωνο και τα υποστηρίζω από τη στιγμή που έχουν επίπεδο. Αλλά αυτά που με καίνε πιο πολύ είναι αυτά που συζητάμε τόση ώρα.

Τα κοινωνικά σου όμως τραγούδια έχουν καταγγελτικά μηνύματα, σκληρά και δηκτικά. Δεν έχουν την αλληγορία, π.χ., της Μπαλάντας του κυρ-Μέντιου.
Δεν είναι έμμεσα· είναι άμεσα. Η μπαλάντα του κυρ-Μέντιου είναι τραγουδάρα μεγάλη, μακάρι να υπήρχαν πολλά τέτοια τραγούδια. Εγώ πιστεύω ότι στην εποχή που ζούμε πρέπει να τα πεις χύμα και τσουβαλάτα, χωρίς υπονοούμενα.

Ποια είναι τα μουσικά σου βιώματα;
Δεν είχα ποτέ δικό μου στερεοφωνικό. Είχε ένα ραδιοφωνάκι ο παππούς μου από όπου άκουγα λιγοστά μουσικά προγράμματα της κρατικής ραδιοφωνίας σε πολύ συγκεκριμένες ώρες. Θυμάμαι έντονα όταν πηγαίναμε στο γήπεδο που βάζανε στα μεγάφωνα: «Η Μίνως Μάτσας και Υιός παρουσιάζει…», και αναμεταδίδονταν συγκεκριμένα τραγούδια που είχε η εταιρεία γιατί ενδεχομένως είχε αγοράσει ένα διαφημιστικό μέρος. Ένα από τα ερεθίσματα που είχα ήταν αυτά τα τραγούδια της Μίνως. Μάλιστα ήταν συγκλονιστικά και τα τραγούδαγαν στον δρόμο, ακούγονταν από το παράθυρο της γειτόνισσας, ή παίζονταν σε ένα καφενείο όπου πηγαίναμε με τους συγγενείς να φάμε κάτι. Επίσης, από τον θείο μου τον Τζενάρδο που μονίμως άκουγε στη διαπασών λαϊκό τραγούδι από τις εποχές του ’50 και του ’60 έχω εισπράξει όλα αυτά τα ακούσματα. Από τα 15 μου και μετά ασχολήθηκα αποκλειστικά και μόνο με την ξένη μουσική γιατί έπαιζα ως dj σε μαγαζιά.

Για μία δεκαετία δεν ακούς καθόλου ελληνικό τραγούδι;
Πάντα ξώφαλτσα ασχολιόμουν με την ελληνική μουσική. Αφού δεν είχα δικό μου τίποτα, ούτε στερεοφωνικό. Και όταν έπαιζα σαν dj εννέα χρόνια έπαιζα μόνο ξένη μουσική για ξένους.

Και πώς προκύπτουν αυτές οι νταλκαδιάρικες ερμηνείες σου στη δισκογραφία;
Αυτά ήταν τα βιώματα μου, όπως σου είπα προηγουμένως. Δούλευα στην οικοδομή με τον γαμπρό μου ως ηλεκτρολόγος και όπως έσκαβα τα λούκια για να περάσουμε τους σωλήνες εγώ τραγούδαγα τα Μαύρα μάτια σου. Αυτά είχα ακούσει, αυτά έλεγα.

Με τα τραγούδια, πάντως, που ερμήνευε ο Αγγελόπουλος έχεις ιδιαίτερη σχέση. Πολλά από αυτά τα αναβιώνεις, τόσο στα μαγαζιά όπου εμφανίζεσαι όσο και στους ζωντανούς δίσκους σου: Η Μάνα η Τούρκα, Σ’ αναζητώ, Τα μαύρα μάτια σου, που ανέφερες τώρα…
Το Γύρνα, το Μη φεύγεις (Τα φιλιά σου είναι φωτιά). Ο Μανώλης Αγγελόπουλος ήταν ένας εξαιρετικός τραγουδιστής, ένας εκ των μεγάλων, όπως ο Καζαντζίδης, ο Διονυσίου, ο Γαβαλάς, ο Μπιθικώτσης. Πέραν αυτού, προερχόταν από μια φυλή που εγώ αγαπώ. Έχω κάνει παρέα και έχω μεγαλώσει με Τσιγγάνους. Στην Κω έρχονταν πολλοί και έμεναν μεγάλα διαστήματα, κάθε καλοκαίρι. Γίναμε φίλοι, είχα παιδικό φίλο τον Παναγιώτη τον οποίο χάσαμε στα 31 του χρόνια και στάθηκα στη μνήμη του τραγουδώντας.

Τους εκτιμάς γιατί έχουν κλίση στη μουσική;
Ναι, είναι ιδιαίτεροι, είναι αυτοί και δεν είναι οι άλλοι. Δεν είναι μαϊμού κανενός. Μου άρεσε απόλυτα ο Αγγελόπουλος και η φυλή από την οποία προερχόταν.

Πρόκειται για τραγούδια που κρύβουν έντονα χρώματα από την Ανατολή.
Τα συγκεκριμένα τραγούδια του Αγγελόπουλου δεν κρύβουν την ανατολίτικη προέλευσή τους. Τη βγάζουν προς τα έξω και τη φωνάζουν: είμαστε αραβικής καταγωγής! Ξέρεις πού είναι το πρόβλημα; Σε αυτά που κλέψανε! Ινδικά τραγούδια τα οποία παραποιούσαν και τα πέρναγαν για ελληνικά. Και νομίζουν όλοι ότι το ελληνικό λαϊκό τραγούδι είναι αυτά τα ινδικά· και είναι αρκετά…

Είναι διασκευασμένα όμως με χάρισμα, με πάντρεμα ταιριαστό των στίχων με τις μελωδίες.
Ναι, αλλά δεν είπαν ότι δεν είναι ελληνικά.

Ο Αγγελόπουλος δέχτηκε πυρά κατά καιρούς γι’ αυτή του τη λατρεία.
Το έλεγε ότι είναι αραβικά. Ποτέ δεν το έκρυψε. Ενώ οι άλλοι πιάνανε στα βραχέα ένα τραγούδι ινδικό, το βγάζανε και το παρουσίαζαν για δικό τους.

Στην ουσία μιλάμε για εμπνευσμένες διασκευές.
Έπαιρναν το τραγούδι και το έπαιζαν με τα όργανα τα δικά μας, όπως μπορούσαν. Θα έπρεπε για να υπάρχει ειλικρίνεια, να πουν «εγώ κάνω μια διασκευή στο τραγούδι τάδε». Αλλά το να λες «αυτό είναι δικό μου», και ποτέ να μην πεις την αλήθεια, είναι υποκριτικό.

Ο Αγγελόπουλος τραγούδαγε με τον δικό του τρόπο, και αυτό τον έκανε ξεχωριστό.
Ναι, όπως τραγουδούν οι Τσιγγάνοι. Όπως και ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος ή ο Ζαφείρης Μελλάς. Και να ξέρεις ότι πάρα πολλοί λευκοί, μπαλαμό, κατά τα νεότερα χρόνια έχουν επηρεαστεί από τους Τσιγγάνους.

Η δική σου ταυτότητα ποια είναι;
Δεν έχω μιμηθεί. Δεν ήθελα να μοιάσω σε κανέναν. Αγαπώ πάρα πολύ πολλούς, αλλά δεν ήθελα να τους μοιάσω. Το ότι αγαπάς κάποιον δεν σημαίνει ότι θέλεις να γίνεις και αποτύπωμά του ή πανομοιότυπό του. Εγώ έχω μεγαλώσει με τον Βοσκόπουλο και με τον Μπιθικώτση, που θεωρώ ότι είναι ο τραγουδιστής της Ελλάδας.

Για ποιον λόγο τού αποδίδεις την πρωτοκαθεδρία;
Ο Θεοδωράκης βρήκε στη φωνή του Μπιθικώτση, τη συγκεκριμένη περίοδο που η Ελλάδα ήταν σε μεταίχμιο, το όχημα για να δημιουργήσει μια επανάσταση.

Ο Μπιθικώτσης όμως τάχθηκε στην ουσία κάτω από την μπαγκέτα του συνθέτη. Ερμήνευσε ακόμη και πράγματα που δεν καταλάβαινε ή δεν πολυπίστευε ότι θα είχαν απήχηση…
Νομίζω ότι εκεί έγινε συγκερασμός. Ο Θεοδωράκης είναι αυτός που είναι, ο μέγιστος, ο Μπιθικώτσης μεγάλος τραγουδιστής, ακολούθησε τον συνθέτη προσθέτοντας την προσωπικότητά του, τον ήχο της φωνής του, τον τρόπο ερμηνείας του. Χωρίς να κάνει εκπτώσεις και να ξεφύγει από αυτό που είναι, συμπλήρωσε τον Θεοδωράκη γιατί αν δεις αυτά που έκανε μετά, τα ερωτικά του επί το πλείστον, ο Μπιθικώτσης ίδιος έμεινε, δεν παραποίησε την έκφραση και την ιδιοσυγκρασία του.

Τι μπορεί να σημαίνουν οι όροι «λαϊκό τραγούδι», «λαϊκός ερμηνευτής», και ποιοι είναι αυτοί που εκπροσωπούν σήμερα αυτό το τραγούδι;
Αν προσπαθήσουμε σήμερα να βρούμε λαϊκούς ανθρώπους που να ταυτίζονται απόλυτα τα χνώτα τους με τους λαϊκούς ανθρώπους του παρελθόντος, δεν πρόκειται να το καταφέρουμε. Έχουν αλλάξει οι εποχές, οι κοινωνίες, οι συνήθειες, τα ήθη και τα έθιμα· όλα είναι διαφορετικά. Όμως, για μένα λαϊκός άνθρωπος ανέκαθεν είναι ο ειλικρινής, ο αυθόρμητος, ο αληθινός.

Άρα λαϊκό τραγούδι σήμερα μπορεί να είναι το οποιοδήποτε, αρκεί να έχει ειλικρίνεια μέσα του και να εκφράζεται έτσι;
Λαϊκό τραγούδι είναι το αληθινό, δεν είναι μόνο αυτό που έχει μπουζούκι. Λαϊκό τραγούδι μπορεί να είναι ένα τραγούδι σκληρό με κιθάρες. Σας φέρνω το παράδειγμα του Πατρίδα μου, το οποίο έχει ροκ υπόσταση ηχητικά γιατί έχει σκληρές κιθάρες κ.λ.π. Από την άλλη όμως μιλάει για όλα τα προβλήματα που έχει αντιμετωπίσει αυτός ο λαός και ποιες είναι οι αιτίες τους. Δεν είναι, λοιπόν, λαϊκό τραγούδι; Έχει σημασία η ενορχήστρωσή του; Λαϊκό τραγούδι γίνεται κάτι όταν το ενορχηστρώσεις με τρεις μπαγλαμάδες, ένα μπασοκίθαρο, λίγο ακορντεόν και βάλεις κάπου και ένα βιολί να κλαίει; Αυτό είναι;

Σε ρωτάω διότι σήμερα ων ουκ έστιν αριθμός τραγουδιστές κόπτονται ότι είναι λαϊκοί … Εντέλει, ποια στοιχεία πρέπει να έχει ο τραγουδιστής για να θεωρείται λαϊκός – πέρα από την ειλικρίνεια;
Για μένα για να ’ναι κάποιος λαϊκός πρέπει να έχει άμεση σχέση με το παρελθόν. Το λαϊκό έχει μια συνέχεια, ο λαϊκός άνθρωπος είναι η συνέχεια του παλιού λαϊκού ανθρώπου. Δεν μπορείς να κάνεις αναβίωση της δεκαετίας του ’60 παίζοντας όπως εκείνη την εποχή, αλλά όταν έχεις τα βιώματα του παρελθόντος, και τα έχεις ενσωματώσει σ’ αυτό που κάνεις, εκ του αποτελέσματος λειτουργείς αναλόγως. Επαναλαμβάνω πάντως, πως λαϊκό τραγούδι, σημαίνει ειλικρίνεια. Όποιοι δεν είναι ειλικρινείς, όσα μπουζούκια και να κουβαλούν μαζί τους, δεν είναι λαϊκοί τραγουδιστές.


*Η συνέντευξη του Νότη Σφακιανάκη στον Κώστα Μπαλαχούτη είναι απόρροια πολλών συναντήσεων του ερμηνευτή με τον δημοσιογράφο.

Ευχαριστούμε το "Καστελόριζο" Βάρκιζας για τη φιλοξενία του.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!