Nίκος Μαμαγκάκης – «Είμαι ένας παρ’ ολίγον ρεμπέτης»

(ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ & VIDEO) Σαν σήμερα, 3 Μαρτίου του 1929 γεννήθηκε στο Ρέθυμνο ο Νίκος Μαμαγκάκης, ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες της γενιάς του με τεράστιο
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
03/03/2013

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Θανάσης Συλιβός
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

έργο σε όλα σχεδόν τα πεδία της μουσικής έκφρασης. Λάτρης του ρεμπέτικου αλλά χαρακτηρισμένος ως δημιουργός της αβάν γκαρντ, μέσα από τη μικρή του βιοτεχνία μουσικής, την Ιδαία (αρχαία ονομασία της Κρήτης), κυκλοφορεί σταδιακά όλο του το έργο αναδομημένο καθώς και νέα έργα. Παράλληλα ετοιμάζει ένα βιβλίο για το λυράρη Ανδρέα Ροδινό και ένα νέο δίσκο με ερμηνευτή το Γιάννη Χαρούλη.


Πολλοί δεν το γνωρίζουν αλλά έχετε μια ιδιαίτερη σχέση με το ρεμπέτικο και με ορισμένους από τους πρωτοπόρους του είδους.
Οι ρεμπέτες υπήρξαν φίλοι μου και συνεργάτες μου. Όταν τους γνώρισα ήμουν σε μια ηλικία που ρουφούσα τα πάντα σαν σφουγγάρι. Πήρα πολλά απ’ αυτούς. Οι ρεμπέτες ήταν μεγαλοφυείς αυτοσχέδιοι συνθέτες, αλλά δεν ήταν μουσικοί με την έννοια ενός επαγγελματία μουσικού που έχει πίσω του σπουδές εργαστηρίου. Αυτοί ήταν αυτόκλητοι, αυτοσχέδιοι και αυτόνομοι, γράψανε τρομερά πράγματα. Να σκεφτείς ότι η εποχή που άνθισαν αυτοί ήταν η εικοσαετία 1930-1950.


Μέσα σ’ αυτό το διάστημα γράφτηκαν τα περισσότερα αριστουργήματα.
Όλοι αυτοί ήταν μίας ηλικίας. Το αξιοπερίεργο ήταν ότι κανείς από αυτούς δεν είχε κάνει εγκύκλιες σπουδές, με την έννοια να έχει τελειώσει ένα πανεπιστήμιο. Κανείς απ’ αυτούς τους έγκριτους, τους πολύ παραγωγικούς δημιουργούς, δεν είχε μόρφωση. Εννοώ πως δεν είχαν δίπλωμα, πολλοί δεν είχαν ούτε απολυτήριο γυμνασίου. Αυτοί οι άνθρωποι όμως, με τον τρόπο που δούλεψαν, θεράπευσαν πολλές από τις «αρρώστιες» των καιρών εκείνων, που μάστιζαν τους ανθρώπους. Ποιες αρρώστιες; Την αρρώστια της προσφυγιάς, την αρρώστια της φτώχειας, αυτό το φοβερό άγχος της φτώχειας, το άγχος των πολέμων και, τελευταία βέβαια, το άγχος του εμφυλίου. Τα τραγούδια επενέργησαν σαν βάλσαμο πάνω στις καρδιές των ανθρώπων. Ένα από τα πιο αξιοπερίεργα είναι ότι εκείνη την εποχή αυτοί που θριαμβεύανε ήτανε οι συνθέτες της ελαφράς μουσικής, που είχε υποσκελίσει το ρεμπέτικο. Αυτά τα πράγματα που υπερίσχυαν την εποχή εκείνη, που ήταν τα σουξέ, κανείς δεν τα θυμάται σήμερα, αλλά όλοι ξέρουν τον Μπουφετζή, ή το Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι ή το Τρελέ τσιγγάνε. Και μέχρι σήμερα έχουν την ίδια δύναμη και επηρεάζουνε τους νέους αφάνταστα.


Ανάμεσα στα έργα σας περιλαμβάνεται το Ρεμπέτικο Προσκλητήριο με επανεκτελέσεις ρεμπέτικων τραγουδιών με λαϊκή ορχήστρα.
Ένιωσα την ανάγκη να το κάνω, γιατί τα τραγούδια αυτά με είχαν συγκλονίσει όταν ήμουν νέο παιδί, τα έζησα από κοντά. Έμαθα πολλά πράγματα από αυτούς, τα οποία τα χρησιμοποίησα και έκανα αυτό το ταπεινό έργο, που θα το κρίνει ο καιρός. Η ηχογράφηση, κατά τη γνώμη μου, είναι όσο γίνεται πιο πιστή στο πνεύμα του ρεμπέτικου τραγουδιού. Έχει μία, όχι τελειότητα (γιατί τέλεια πράγματα δεν υπάρχουν), αλλά όσο γίνεται πιο άρτια εκτέλεση. Η ορχήστρα έχει ό,τι ακριβώς είχανε και αυτά: μπουζούκια, μπαγλαμάδες, μπασοκίθαρο, πιάνο. Το πιάνο έπαιξε μεγάλο ρόλο στα ρεμπέτικα τραγούδια. Οι πιανίστες των ρεμπέτικων τραγουδιών, με τελευταία τη Μαργαρώνη, βοήθησαν αφάνταστα το ρεμπέτικο. Ήξεραν μουσική, εναρμονίζανε, γράφανε τις νότες.


Με ποιο κριτήριο επιλέξατε τα κομμάτια;
Έχω επιλέξει κομμάτια τα οποία μου είχαν αρέσει όταν ήμουν νέο παιδί, με είχαν επηρεάσει. Πήρα Μπάτη, Δελιά, Χατζηχρήστο, Παπάζογλου, Τούντα, Τσιτσάνη Καλδάρα, Καπλάνη… Πήρα και έναν Ζαμπέτα, το Ραδίκι και έβαλα και τέσσερα δικά μου τραγούδια, όχι επειδή πιστεύω ότι είναι το ίδιο καλά σαν των ρεμπέτηδων, αλλά επειδή είμαι παρ’ ολίγον ρεμπέτης. Αυτά τα τραγούδια θεωρώ πως είναι η προέκταση των ρεμπέτικων. Στη δικτατορία δούλεψα στη Λύρα ως ενορχηστρωτής και τότε ενορχήστρωσα πολλά τραγούδια για τη Σωτηρία Μπέλλου. Με το Ρεμπέτικο Προσκλητήριο έχω κλείσει το χρέος μου στους ανθρώπους αυτούς με τους οποίους μεγάλωσα. Φρόντισα να κάνω ό,τι μπορούσα καλύτερο, δεν είναι εύκολα πράγματα αυτά.


Πέρα από την εργασία σας με τις επανεκτελέσεις ρεμπέτικων τραγουδιών προχωρήσατε και στη μεταγραφή τους για συμφωνική ορχήστρα στην εργασία που ονομάσατε Τα Τραγούδια της Παράδεισος. Τι σας οδήγησε σε αυτό;
Ανέκαθεν επιθυμούσα την αγάπη μου προς το ρεμπέτικο να την αξιοποιήσω κι αλλιώς. Δηλαδή άκουγα πίσω από τα τραγούδια αυτά, πίσω από τις μελωδίες, μια μεγάλη ορχήστρα. Θα σου πω το εξής: αν πάρεις και τις πιο σοβαροφανείς και σπουδαίες συμφωνίες των κλασικών, που όλοι λένε «συμφωνική μουσική», «η συμφωνία τάδε», όλα αυτά τα θαυμαστά, στο βάθος δεν είναι παρά μελωδίες απλές, λαϊκότροπες. Για παράδειγμα στον Μότσαρτ η συμφωνία αρ. 40, ξέρεις αυτό το «τιριράμ τιριράμ τιριράραμ», ένα λαϊκό τραγούδι είναι στο βάθος, αλλά η ενορχήστρωση, η παράλληλη οργάνωση των μουσικών παραμέτρων δημιουργούν αυτό το πράγμα. Με αυτό τον τρόπο και με γνώμονα τον Νίκο Σκαλκώτα στους 36 Χορούς ξεκίνησα και έκανα αυτή την ενορχήστρωση, η οποία νομίζω ότι με εκφράζει, ότι έχει πετύχει.


Και αυτή η ηχογράφηση έγινε εδώ, στο στούντιο που έχετε στο σπίτι σας;
Τώρα πια δεν έχει σημασία πόσο μεγάλο χώρο έχουν τα στούντιο, αν και εδώ ο χώρος είναι αρκετά μεγάλος. Έχουμε ένα στούντιο πολύ αξιόπιστο με ακριβές μηχανές, την τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Επειδή δεν είχαμε τα μέσα να πάρουμε μια μεγάλη συμφωνική ορχήστρα δημιουργήσαμε μια ορχήστρα μικρή και από εκεί και πέρα πήρα τους καλύτερους εξάρχοντες: το πρώτο κλαρίνο της Κρατικής, τον Σπύρο Μουρίκη, το πρώτο βιολοντσέλο της Καμεράτα, τον Ρενάτο Ρίπο, πήρα νέα παιδιά με φοβερή ορμή, όπως μια φλαουτίστα, τη Μαρία Παχνιστή, που έπαιξε ένα φλάουτο συγκλονιστικό. Πήρα επίσης έναν καταπληκτικό ομποΐστα, τον Κώστα Γιοβάνη, πήρα αυτόν το δαιμόνιο βιολιστή που πατάει τα πόδια του και στα δύο σανίδια, και στο έθνικ αλλά είναι και κλασικός βιολιστής, τον Κυριάκο Γκουβέντα… Τους έβαλα και παίξανε βοηθούντος ενός ηλεκτρονικού ανσάμπλ. Οι ηλεκτρονικοί ήχοι για τα σύγχρονα μέσα, αυτά που έχω αυτή τη στιγμή και που θεωρώ ότι είναι τα καλύτερα που υπάρχουν, δεν είναι τίποτε άλλο παρά δειγματοληψία οργάνων τα οποία μαρτυρούν ανάλογα πώς θα τα παίξεις. Με βάση αυτά έστησα τα 24 τραγούδια, 18 ρεμπέτικα και έξι δικά μου. Όπως είπα και στην αρχή, τα δικά μου δεν τα βάζω επειδή θεωρώ ότι είναι καλά όπως των ρεμπέτηδων αλλά, σαν πρώην ρεμπέτης που είμαι, παρ’ ολίγον ρεμπέτης, θεωρώ τα τραγούδια τα δικά μου μια προέκταση των ρεμπέτικων. Τα κομμάτια αυτά τα δουλέψαμε αφάνταστα και τα ονομάζω Τα Τραγούδια Της Παράδεισος.


Αυτή ήταν μια ιδέα που τη δουλεύατε χρόνια;
Πάρα πολλά… Κοίταξα τα αρχεία μου και βρήκα μίξεις από τη δουλειά αυτή, που την είχα αρχίσει όταν σπούδαζα στη Γερμανία, τέλη του ’50.


Αυτός ο τρόπος παρουσίασης των ρεμπέτικων πρέπει να γίνεται για πρώτη φορά.
Έχουν προσπαθήσει διάφοροι να κάνουν κάτι, αλλά με αυτόν τον τρόπο και σε αυτή την ποσότητα, ναι, είναι η πρώτη φορά που γίνεται. Πρέπει να σου πω ότι αυτά τα έκανα επειδή βρέθηκε στο δρόμο μου αυτός ο νέος άνθρωπος, ο Ελληνοελβετός Αντώνης Φάσαρτ, ο οποίος συν τις άλλοις είναι πιανίστας, τρομπετίστας, μπουζουξής και φανατικός ρεμπετομανής. Η ρεμπετομανία του με τη τη δική μου σμίξανε την κατάλληλη στιγμή. Σε αυτή την ιστορία μεγάλο ρόλο έπαιξε ο Δημήτρης ο Δερμάνης, ο βοηθός μου, μέγας χειριστής των μηχανών της ηχοληψίας. Σαν συνέχεια του έργου που ονομάζω Τα Τραγούδια Της Παράδεισος είναι και ένα άλλο CD, που το λέω Ζεϊμπέκικα γιατί είναι όλα ζεϊμπέκικα, όλα παραδοσιακά αδέσποτα και εκεί είναι η ίδια διαδικασία, παραλλαγές πάνω στα τραγούδια αυτά για μεγάλη συμφωνική ορχήστρα.


Στον κατάλογο της Ιδαίας βλέπουμε ότι έχετε εκδώσει και τέσσερα βιβλία.
Ναι· ένα από αυτά είναι το καταπληκτικό βιβλίο του Γιάννη Παπαϊωάννου, του μουσικολόγου, του τρομερού ανθρώπου, κατά τη γνώμη μου, με τη μεγαλύτερη προσφορά στη μουσική στην Ελλάδα, που λέγεται «Διάλογοι πάνω στη σύγχρονη ελληνική μουσική». Δεν έχει γραφτεί τίποτα στην Ελλάδα για τη σύγχρονη σοβαρή λεγόμενη ελληνική μουσική. Τα άλλα τρία βιβλία αφορούν την Κρήτη και είναι «Ο Νέος Ερωτόκριτος» του Παντελή Πρεβελάκη, «Το τραγούδι του Δασκαλογιάννη» και τα ποιήματα του Καλομενόπουλου, από τα οποία είχα κάνει τα Τραγούδι της παλιάς πόλης με τον Τζουγανάκη. Τα έβγαλα από μεράκι και από αγάπη, δεν θέλω να είμαι ούτε έμπορος βιβλίων, ούτε εκδότης. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου το εμπορικό μέρος της υπόθεσης. Υπό έκδοση είναι μια βιογραφία του λυράρη Ανδρέα Ροδινού με την οποία καταπιάνομαι εδώ και αρκετό καιρό.


Έτσι ανήσυχο πνεύμα που είστε, δεν θα είναι υπερβολή να ρωτήσω τι σχεδιάζετε για αργότερα.
Αυτό που παλεύω πολύ τα τελευταία χρόνια είναι να κάνω έναν πυρήνα που να έρθει αρωγός στη διάδοση της σύγχρονης ελληνικής μουσικής. Τον λέω «Ομάδες για τη διάδοση της σύγχρονης ελληνικής μουσικής και του σύγχρονου έντεχνου ελληνικού τραγουδιού». Έχω κάνει κάποιες κινήσεις… Αγωνίζομαι μόνος μου, και αυτό δεν το λέω για να με λυπηθεί κανείς, μ’ αρέσει και το κάνω. Υπήρξαν περιπτώσεις που θα μπορούσα να έχω πάρει λεφτά· δεν θέλησα. Είμαι ένας άνθρωπος που δεν διεκδικεί πολλά· με νοιάζει και μου φτάνει να μπορέσω να αξιοποιήσω και να αναβιώσω το έργο μου. Παράλληλα ολοκληρώνω τις ηχογραφήσεις για έναν νέο δίσκο με συνθέσεις και ερμηνευτή τον «αγαπημένο των νεοελλήνων» όπως μ’ αρέσει να τον αποκαλώ, Γιάννη Χαρούλη.


*Εμπλουτισμένη συνέντευξης μιας παλαιότερης που είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό Όασις, Τεύχος 1ο

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!