Μια ζωή Μανώλης Μητσιάς

Ένα «ειδικό» αφιέρωμα, με video και τραγούδια, στον Μανώλη Μητσιά που σήμερα έχει τα γενέθλιά του.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Μεγάλη συνέντευξη-αφιέρωμα του Μανώλη Μητσιά διανθισμένη με video και τραγούδια από την πολύχρονη πορεία του στο ελληνικό τραγούδι...

Σαν σήμερα…


Στις 26 Φεβρουαρίου 1946 γεννήθηκε στα Δουμπιά Χαλκιδικής ο Μανώλης Μητσιάς. Με αυτή την αφορμή σκέφτηκα σήμερα να επαναφέρω στην επικαιρότητα μια συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει στις 2 Ιανουαρίου του 2009 στη Θεσσαλονίκη* όπου βρέθηκε τότε με αφορμή τις παραστάσεις του με την Ρίτα Αντωνοπούλου.

Απλός και φιλικός, σαν κανονικός άνθρωπος δηλαδή, ο Μανώλης Μητσιάς μας φιλοξένησε στο καμαρίνι του στον «Μύλο» και κουβεντιάσαμε για μερικούς από τους σημαντικότερους «σταθμούς» της μεγάλης πορείας του, αλλά και για το σημερινό ελληνικό τραγούδι… Μόλις είχε κυκλοφορήσει ο τελευταίος, μέχρι τότε, δίσκος του με τίτλο «Ένα τσιγάρο κι ένας ψεύτης». 

Σκόπιμα και για να μην υπάρξει σύγχυση στους αναγνώστες, έχουν αφαιρεθεί κάποια μικρά σημεία σχετικά με την επικαιρότητα της εποχής…

«Ένα τσιγάρο κι ένας ψεύτης» 


Μανώλη καταρχάς σ’ ευχαριστούμε πολύ γιατί παρόλο το φορτωμένο πρόγραμμά σου, βρήκες το χρόνο να μας πεις μερικά πράγματα για την μέχρι τώρα πορεία σου στο ελληνικό τραγούδι. Λίγο πολύ, ότι αφορά τα πρώτα χρόνια της ζωής σου στα Δουμπιά της Χαλκιδικής που γεννήθηκες, και ότι μεσολάβησε μέχρι την κάθοδο στην Αθήνα είναι γνωστά κι έχουν ειπωθεί αρκετές φορές… Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με  το νέο σου πολυσυλλεκτικό δίσκο, με τίτλο «Ένα τσιγάρο κι ένας ψεύτης». Είναι η πρώτη φορά που ηχογραφείς ένα δίσκο με πολλούς συνθέτες και στιχουργούς. Με εξαίρεση βέβαια τις συλλογές, τις ζωντανές ηχογραφήσεις και τους πρώτους δίσκους σου, το υλικό των οποίων αποτελούσαν σκόρπιες ηχογραφήσεις σε 45άρια και δίσκους συνθετών.
Όντως μέχρι τώρα οι δουλειές μου ήταν ενός ή δυο συνθετών. Ολοκληρωμένα έργα. Στο νέο μου δίσκο λοιπόν υπάρχουν αρκετά νέα παιδιά που μου έστειλαν τραγούδια από όλη την Ελλάδα. Ήθελα να βγούνε αυτά τα παιδιά και όπως είπα και στην παρουσίαση του cd, τα πιο πολλά ούτε καν τα ήξερα. Άκουσα τα τραγούδια τους και μου άρεσαν πάρα πολύ.  Έχω και δυο παιδιά από τη Θεσσαλονίκη. Τον Μανώλη Ανδρουλιδάκη που τον έχω μαζί μου σαν μουσικό τόσα χρόνια και δεν είχε πάρει το θάρρος να μου δώσει τραγούδια και τον Σπύρο το Ρασσιά που μου άρεσε το τραγούδι του. Τον γνώρισα προχθές, που ήρθε στο μαγαζί. Θέλω να πω δηλαδή ότι σε μένα τουλάχιστον δε χωρούσαν οι δολοπλοκίες κι όλα αυτά. Αν αξίζει κάποιος θέλω να προχωρήσει. Και τον Μάριο Τόκα έτσι τον έβγαλα. «Από πού είσαι;» του είπα… «Από την Κύπρο» απάντησε…

«Τα τραγούδια της παρέας» το 1978. Τι ωραίος δίσκος! Kαι δεύτερες φωνές, αν δεν κάνω λάθος, κάνει η Λιζέτα Νικολάου αλλά δεν αναγράφεται το όνομά της…
Ναι, ναι. Την είχα πάντα για γούρι τη Λιζέτα…

Μου είπε πρόσφατα πως ακόμα την φωνάζεις με το παρατσούκλι της, ο «Λούσιος», που της είχαν «κολλήσει» οι «Ρεπόρτερς» από το ομώνυμο τραγούδι του Μαρκόπουλου…
Ο «Λούσιος» ναι… Μου έκανε σεκόντα πολλές φορές. Και στο δίσκο του Μάριου… Οσάκις έπαιρνα τη Λιζέτα μου έφερνε πολύ γούρι. Tην ξέρω από το 1965…

Επιστρέφοντας στο νέο σου δίσκο, μου έκανε εντύπωση αυτό που είπες, πως δεν έχεις γνωρίσει όλους τους συνθέτες. Καμία σχέση με τα παλαιότερα χρόνια δηλαδή… Πώς γράφονται τελικά τα τραγούδια σήμερα;
Τότε ήταν αλλιώς η κατάσταση. Πηγαίνανε στην εταιρεία οι ίδιοι, παίζανε τα τραγούδια τους κλπ. Ε, τώρα το πράγμα, λόγω τεχνολογίας έχει απλουστευθεί. Κάνουνε ένα cd οι ίδιοι και το στέλνουνε.

Μ’ ένα πολύ απλό mail μπορείς να στείλεις τη δουλειά σου…
Έτσι είναι. Κι όταν με κάλεσε ο Μακράκης μια μέρα και μου είπε «έλα να ακούσεις, έχω κάτι τραγούδια καινούργια», λέω «τι ωραία τραγούδια είναι αυτά. Ποιος τα ’χει γράψει;» Μου είπε «δεν τους ξέρουμε καν, τα έστειλαν στην εταιρεία». Κι αυτό τελικά είναι και πιο «εντάξει», πιο ωραίο. Τόσο από τη μεριά του Μακράκη, όσο και από τη δική μου. Δεν υπήρχαν «ταμπού»...

Με το Θάνο Μικρούτσικο ξανασυνεργάστηκες πρόσφατα στο δίσκο «Υπέροχα μονάχοι» αλλά και στην τελευταία σου δουλειά.
Πιστεύω πως το «Υπέροχα μονάχοι» είναι πάρα πολύ καλός δίσκος και οι στίχοι του Αλκαίου είναι καταπληκτικοί. Πάντα οι δουλειές με τον Θάνο έχουν ένα ενδιαφέρον γιατί είναι πολύ σημαντικός συνθέτης και με σημερινό ήχο. Στον τελευταίο δίσκο μου ‘δωσε μόνος του δυο τραγούδια, απλόχερα… «Πάρε και κάντα ότι θες» μου είπε. Αυτό, ξέρεις δεν το κάνουν πολλοί άνθρωποι. Οι πιο πολλοί είναι λίγο τσιγκούνηδες, θέλουν να μονοπωλήσουν όλο το δίσκο. Γι’ αυτό έκανα και το δίσκο με τα νέα παιδιά για να τους αποδείξω πως δεν είναι μόνο αυτοί, υπάρχουν και νέα παιδιά που με ένα τραγούδι κάνουν εντύπωση.
                                   
Eγώ χάρηκα που μαζί με τα νέα παιδιά στον τελευταίο σου δίσκο ξανάκουσα τραγούδια του Λίνου Κόκοτου, που ήταν τόσα χρόνια στο περιθώριο της δισκογραφίας. Κι όχι μόνο γιατί συμμετείχε στο δίσκο, αλλά γιατί έγραψε ωραία τραγούδια. Αντιλαμβάνεσαι πως υπάρχουν ακόμα αυτοί οι άνθρωποι και είναι δημιουργικοί.
Βεβαίως υπάρχουν… Το Λίνο τον σνόμπαραν όλες οι εταιρείες τόσα χρόνια.

Σημαντική στιγμή και η επανεκτέλεση του τραγουδιού του Σταύρου Ξαρχάκου «Χαμένος ήχος» που είχε πρωτοπεί ο Γιάννης Πάριος το 1986.
Αυτό είναι καταπληκτικό κομμάτι και πήγε στράφι… Ξέρεις πόσοι μου έχουν πει για το τραγούδι του Ξαρχάκου, πότε το έγραψα κλπ. Τι να τους πω; Ότι είναι 22 χρόνων τραγούδι;

Τα πρώτα τραγούδια


Πόσο διαφορετικά λοιπόν με το 1967 που ξεκίνησες ηχογραφώντας τα πρώτα σου τραγούδια…
Θυμάμαι πως τότε είχα κάνει ένα δοκιμαστικό στη Lyra σε δυο τραγούδια του Ανδρέα του Πρέζα…

Μάλλον εννοείς αυτό το δισκάκι…
2manolis mitsias
Α, ναι, αυτό είναι. Αυτό ήταν ένα δοκιμαστικό για την εταιρεία, ο Πατσιφάς δεν το πολυκυκλοφόρησε στην «πιάτσα», το είχαμε μεταξύ μας.

Το «Μεγάλο το παράπονο» συμπεριλήφθηκε το 1990 στη συλλογή «H Lyra σας θυμίζει».
Nαι, το ένα βγήκε μετά. Αυτό άρεσε τότε στην εταιρεία αλλά η Lyra δεν ήταν τότε τόσο μεγάλη όπως ήταν η Columbia, είχε βγάλει συγχρόνως και πολλούς τραγουδιστές… Ήταν ο Πουλόπουλος στο «φόρτε» του, έβγαινε ο Βιολάρης, ήταν κι ο Γερολυμάτος τότε κι έπρεπε εγώ να περιμένω λίγο, ένα δυο χρόνια… Θα περίμενα αλλά μου άρεσε να πάω στην Columbia, εκεί που ήταν οι μεγάλοι συνθέτες και έτσι έφυγα… Αλλά αυτό είναι συλλεκτικό κομμάτι.

Μούτσης και Κηλαηδόνης

Αργότερα κατέβηκες στην Αθήνα και συνεργάστηκες με το Δήμο Μούτση, το Λουκιανό Κηλαηδόνη αρχικά.
Πήγα στην Columbia και είπα την «Ελευσίνα» και το «Αυτά τα χέρια» του Μούτση, την «Πόλη μας» του Λουκιανού που ήταν ολοκληρωμένο έργο. Έχασα μεν το Σταύρο που ήταν κορυφαίος συνθέτης αλλά πήγα στην Columbia που ήταν πιο μεγάλη, τότε, από την Minos. Τότε δεν υπήρχε η Minos….

Τότε είχε αρχίσει να ανεβαίνει…
Ναι. Τέλος πάντων, όλα τυχερά είναι στη ζωή. Και ο Σταύρος έκανε μεγάλη καριέρα και ο Νταλάρας έκανε μεγάλη καριέρα, όλοι βολευτήκαμε.

Noμίζω πως αυτή η γενιά τραγουδιστών του ’70 με σένα, τον Νταλάρα, την Αλεξίου, τη Γαλάνη, τον Πάριο και τον Μητροπάνο ήταν και η τελευταία γενιά μεγάλων τραγουδιστών.
Όντως η γενιά μου έβγαλε πολύ σημαντικούς τραγουδιστές, πάρα πολλούς. Ήταν πιο καλή από ότι είναι η σημερινή γενιά. Μπορεί οι σημερινοί τραγουδιστές να έχουν καλές φωνές αλλά δεν έχουν αυτά τα βιώματα που είχαμε εμείς κι αυτή τη γνώση για τον κάθε συνθέτη. Εμείς ξέραμε πως θα τραγουδήσουμε το συνθέτη, τα παιδιά σήμερα δεν ξέρουν…

Και σεβόσασταν τον κάθε δημιουργό…
Ναι. Τα παιδιά σήμερα δεν ξέρουν το ύφος και το χρώμα του συνθέτη, τους τραγουδούν όλους ίδια… Δεν είναι έτσι όμως.

Χατζιδάκις, Γκάτσος & Γαλάνη…


Αρκετά νωρίς, το 1971, γίνεται και η πρώτη επαφή με τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, με το δίσκο «Της Γης το χρυσάφι» και μάλιστα εν τη απουσία του, αφού έλειπε στο εξωτερικό. Η ενορχήστρωση στο δίσκο είναι του Γιάννη Σπανού.
Εν τη απουσία του αλλά με επικοινωνία από Αμερική. Το 1972 που ήρθε στην Ελλάδα γνωριστήκαμε. Αργότερα, το 1976, κάναμε την «Αθανασία» πάλι σε στίχους του Γκάτσου.

Στην «Αθανασία» είχαν ηχογραφηθεί όλα τα τραγούδια στους ανδρικούς τόνους, προκειμένου να τα πεις εσύ. Πώς προέκυψε στην πορεία η συμμετοχή της Δήμητρας Γαλάνη που τραγούδησε πάνω στους δικούς σου τόνους;
Η «Αθανασία» ήταν γραμμένη όλη για μένα. Κάποια στιγμή ήρθε η Δήμητρα μαζί με το συγχωρεμένο το Λεφεντάριο και μου είπε να δουλέψουμε μαζί το χειμώνα. Λέω «με μεγάλη μου χαρά…» Εγώ τότε δούλευα με τη Σωτηρία Μπέλλου στο «Ζoom» στην Πλάκα. Μου είπε λοιπόν «θα ήταν ωραίο να έλεγα κι εγώ κάνα δυο τραγούδια σ’ αυτό το δίσκο με τον Χατζιδάκι, για δώσουμε έναν τόνο ότι ξανασυνεργαζόμαστε». Γιατί είχαμε χωρίσει εκείνο τον καιρό. «Με χαρά, να πεις, δεν έχω καμιά αντίρρηση» της είπα. Πήγα και το είπα στον Μάνο. Εκείνος δεν ήθελε καθόλου βέβαια, ούτε ο Γκάτσος επίσης.

Δεν θέλανε; Περίεργο μου φαίνεται…
Ο Γκάτσος με κανέναν τρόπο. Και ο Μάνος δεν ήθελε, απόδειξη ότι δεν έγραψε άλλες ορχήστρες. «Αν βολεύει να πει κάτι έτσι, ας πει» είπε ο Χατζιδάκις. Διάλεξε λοιπόν η Δήμητρα τα τραγούδια αλλά τελικά δεν έγινε η συνεργασία στο «Ζoom». Mπήκαν στη μέση άλλα συμφέροντα παραγωγών, εταιρειών, μην το ψάχνεις και τελικά δεν συνεργαστήκαμε. Κρίμα όμως γιατί τα έδωσα αυτά τα τραγούδια μ’ ένα σκοπό.

Υπάρχει και μια ιστορία με το «Τσάμικο» («Στα κακοτράχαλα τα βουνά») το οποίο γράφτηκε την τελευταία στιγμή.
Το «Τσάμικο» ο Μάνος το έγραψε παρουσία μου, μέσα σε δέκα λεπτά. Πέρασα από το σπίτι του Γκάτσου, πήρα τους στίχους και μετά πήγα να πάρω τον Χατζιδάκι για να πάμε στο στούντιο. Τότε ήταν διευθυντής στο Τρίτο πρόγραμμα και αργούσε να ξυπνήσει το πρωί. Αφού είχαμε αναβάλλει την ηχογράφηση τρεις φορές γιατί κοιμόταν αργά. Στο δρόμο λοιπόν δεν μιλούσαμε καθόλου, ήταν αγουροξυπνημένος… Του είπα «θα μιλήσουμε στο στούντιο;»… «Ναι» μου απάντησε… Στην ηχογράφηση έπαιζε κιθάρα ο Νότης Μαυρουδής και μπουζούκι ο Θανάσης Πολυκανδριώτης. Όταν πήγαμε εκεί του είπα πως μου έδωσε ο κύριος Γκάτσος αυτούς τους στίχους, το «Τσάμικο». «Τι είναι αυτά… τσάμικο, τσάμικο… Καλά κάτσε με το Νότη να πιεις καφέ στο μπαρ» μου είπε και πήρε τον Πολυκανδριώτη μέσα…

Τον τίτλο «Τσάμικο» τον έδωσε ο Γκάτσος από πριν; Δηλαδή ουσιαστικά είχε δώσει και το ρυθμό του τραγουδιού;
Ναι έτσι ήταν ο τίτλος. Σ’ ένα τέταρτο βγήκε με το «Τσάμικο» έτοιμο. Ο Νότης το έπαιξε και «τρελάθηκε». «Τι είναι αυτό, θα σπάσω την κιθάρα μου» είπε.

Μίκης Θεοδωράκης


Να αναφερθούμε και στη συνεργασία σου με τον Μίκη Θεοδωράκη…
Οι τρεις συνθέτες στους οποίους, πραγματικά, υποκλίθηκα ήταν ο Μάνος, ο Μίκης που έγραψε την «Πολιτεία Γ’» και ο Μούτσης. Θυμάμαι πως είχα φέρει τη Λίνα Νικολακοπούλου στο στούντιο, όταν γράφαμε την «Πολιτεία Γ’» με τον Θεοδωράκη. Εκεί γνωριστήκανε. Κατά τις 8 το βράδυ είχαμε τελειώσει την ηχογράφηση. Είχαμε γράψει τα τραγούδια του Μάνου Ελευθερίου και είπα του Μίκη «έφερα τη Λίνα να σου δώσει κάποιους στίχους». Είχε φέρει καμιά δεκαπενταριά στίχους. Και την άλλη μέρα ο Μίκης έφερε 6-7 μελοποιημένους. Το «Πάθος που διώκεται» και τα υπόλοιπα που είπα. Μεγάλο ταλέντο. Όσο για τον Μούτση όταν ήμουν φαντάρος, το 1970 στα Γιαννιτσά,  πήρα άδεια για να πάω στην Αθήνα, να ηχογραφήσω για την ταινία της Φίνος Φιλμ «Ένα αστείο κορίτσι» το «Αυτά τα χέρια». Ο Μούτσης δεν είχε γράψει τίποτα, κοιμόταν, τον ξυπνήσαμε το πρωί, μας κλείδωσε ο Λαμπρόπουλος μέσα σ ’ένα στούντιο και σε μισή ώρα το τραγούδι ήταν έτοιμο.

Με τον Μίκη είχατε κάνει κι άλλες δουλειές παλαιότερα. Είχες πει «Τα λαϊκά» του Μάνου Ελευθερίου σε β’ εκτέλεση, τη «Θεία Λειτουργία του Ιωάννου του Χρυσοστόμου» και αργότερα και την «Ερημιά» σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Και τα τελευταία που έκανα, τα ζεϊμπέκικα («Φεγγάρι μάγια μού κανες») και τα ερωτικά («Άγιος ο Έρωτας») με την έγκρισή του γίνανε. Με πήρε ο Μίκης συγκινημένος όταν τα άκουσε… Και η «Ερημιά» ήταν πολύ ωραία δουλειά. Διάβαζα ένα άρθρο του φίλου μου του Λευτέρη του Παπαδόπουλου που έλεγε ότι την «Ερημιά» ήθελε να τη δώσει στον Αντώνη Ρέμο. Είναι πολύ καλός τραγουδιστής ο Αντώνης αλλά δεν ξέρω αν αυτά τα τραγούδια θα μπορούσε να τα υπερασπιστεί.

Αν μου επιτρέπεται να εκφράσω την προσωπική μου άποψη θα έλεγα, ευτυχώς που αρνήθηκε η Sony να κάνει το δίσκο γιατί θα πήγαιναν «στράφι» τα τραγούδια…
Είναι μερικοί τραγουδιστές που είναι πολύ καλοί για κάποιο είδος. Ο Μίκης και ο Χατζιδάκις θέλουν μιαν άλλη εσωτερική διάθεση για να τους ερμηνεύσεις.

Χθες το απόγευμα (σσ: 2-1-09) άκουσα την εκπομπή που κάνατε στο  Δεύτερο Πρόγραμμα ΕΡΑ με τον Γιώργο Τσάμπρα και μου άρεσε ιδιαίτερα που τα περισσότερα από τα τραγούδια που είπες, δεν περιλαμβάνονται στο ρεπερτόριό σου. Έχεις σκεφτεί να κάνεις ένα πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει τέτοια τραγούδια ή και δικά σου που δεν έγιναν ιδιαιτέρως γνωστά, όπως «Ο δραγουμάνος του βεζίρη» και το «Πότε θα ‘ρθει ένας καιρός» του Λουκιανού και του Λευτέρη Παπαδόπουλου;
Άκου να δεις τι έχω σκεφτεί. Επειδή έχω πάρα πολλά τραγούδια και δεν μπορώ να τα πω όλα σε μια νύχτα, θέλω να κάνω, για τα σαράντα μου χρόνια, τέσσερις δεκαετίες τραγούδια. Τέσσερις μέρες. Κάθε μέρα και μια δεκαετία. Την πρώτη μέρα τραγούδια της δεκαετίας ’70-’80. Την άλλη μέρα ’80-’90. Να πω όλα μου τα τραγούδια. Να έρθει κάποιος να επιλέξει, να ηχογραφήσει ότι θέλει και να τα ανακαλύψουν όλοι. Αλλιώς δεν μπορώ να τα πω όλα… Δεν γίνεται…

Το «Ξεκίνημα» του Τσιτσάνη


Υπέροχη σκέψη, πραγματικά. Μακάρι να υλοποιηθεί και την ιδέα σου να την πραγματοποιήσουν και άλλοι τραγουδιστές που έχουν τόσο μεγάλο και καλό ρεπερτόριο. Ας επιστρέψουμε στα πρώτα χρόνια της πορείας σου και να θυμηθούμε τον Βασίλη Τσιτσάνη, με τον οποίο συνεργάστηκες στο δίσκο «Το ξεκίνημα».
Όταν ήμουν φαντάρος τα είχα ηχογραφήσει αυτά τα τραγούδια.

«Το φιλί δεν είναι κρίμα» παρέμεινε ανέκδοτο μέχρι το 1998 που εντάχθηκε στην πολύ ωραία συλλογή με τα «Τραγούδια από τις 45 στροφές».
Το «Ξεκίνημα» υπάρχει σε δυο ηχογραφήσεις. Στην πρώτη έκδοση λέω δυο τραγούδια.

Άρα μιλάμε για τρεις εκδόσεις γιατί υπάρχει και μία που τα λέει όλα ο Τσιτσάνης.
Ναι. Σ’ αυτήν  που συμμετέχω κι εγώ, αρχικά είπα δυο τραγούδια. Και θυμάμαι ότι μου είπε ο Τσιτσάνης «έλα να πεις κι άλλα δυο». Και στην άλλη ηχογράφηση λέω τέσσερα. Αλλά με τον Τσιτσάνη δουλέψαμε μαζί και στο θέατρο. Όταν έγινε μια παράσταση «40 χρόνια Βασίλης Τσιτσάνης» το 1980, θυμάμαι ότι ήμουν κάθε μέρα με τον Τσιτσάνη στο θέατρο. Παίζαμε και τραγουδούσαμε μαζί. Με αγαπούσε ο Τσιτσάνης. Άσχετα αν εγώ δεν το εκμεταλλεύτηκα για να κάνω το ρεμπετολόγο.

«Μαρτυρίες», «Δρομολόγιο», «Περίπατος», «Φάτνη»


Στη δεκαετία του ’70 υπάρχει μια σειρά δίσκων όπως οι «Μαρτυρίες» του Δήμου Μούτση, το 1974, που ενώ είχαν καλό υλικό, δεν έτυχαν ανάλογης αποδοχής από το κοινό. Αργότερα αποσύρθηκαν, άλλα επανεκδόθηκαν σε cd, άλλα δεν βγήκαν…
Οι «Μαρτυρίες» πήγαν στράφι από κακή εκτίμηση του Μούτση, διότι τις έβγαλε ακριβώς στη μεταπολίτευση τη μέρα που είχε αρθεί η απαγόρευση για τον Θεοδωράκη. Και του είχε πει η εταιρεία «μην το κάνεις τώρα γιατί όλη η Ελλάδα περιμένει πώς και πώς να ακούσει Θεοδωράκη επτά χρόνια». «Όχι, εγώ θέλω να το βγάλω τώρα» είπε. «Θα περάσει απαρατήρητος» του είπαν…. Γι’ αυτό πέρασε απαρατήρητος. Αυτό είναι, όχι τίποτα άλλο. Είναι καταπληκτικός δίσκος με ωραία τραγούδια.

Το «Δρομολόγιο» επίσης του Μούτση και του Νίκου Γκάτσου το 1979, με εξαίρεση το «Άγιον Όρος» κι ένα-δυο τραγούδια ακόμα όπως η «Ασημίνα» και ο «Τσε Γκεβάρα», όπου ο Μούτσης έβαλε και κάποια στοιχεία country μουσικής, δεν γνώρισε μεγάλη ανταπόκριση. Δεν έγινε, αυτό που λέμε «κλασσικός» δίσκος. Αν και είχε σπουδαία τραγούδια όπως το «1922» που περιγράφει τόσο ανάγλυφα τις περιπέτειες των προσφύγων…
Tο «Δρομολόγιο» ακούστηκε κάπως. Εκεί είχαμε να κάνουμε και με περίεργες εμμονές του Δήμου. Θυμάμαι πως έλεγε στον Γκάτσο «μην γράφεις τραγούδια που μπορεί να γίνουν επιτυχίες. Θέλω να γράψεις δύσκολους στίχους». Είχε τέτοιες εμμονές.

Και ο «Περίπατος» του Κηλαηδόνη και του Γκάτσου το 1976 έχει μερικά καλά τραγούδια.
Εντάξει, αλλά δεν είναι αυτής της κλάσης που είναι τα άλλα. Μάλιστα αποσύρθηκε έγκαιρα γιατί είχε τη λέξη «πουτάνα» μέσα σε κάποιο τραγούδι και τότε ήταν τα ήθη και τα έθιμα πιο αυστηρά.

Έχω εδώ και ένα δίσκο του 1971 με τίτλο «Η φάτνη», λαϊκό ορατόριο σε μουσική Σωκράτη Βενάρδου και στίχους του Γκάτσου στον οποίο συμμετέχεις με ένα τραγούδι. Πώς προέκυψε αυτός ο δίσκος;
Αυτό ήταν ένα πράγμα λίγο βυζαντινό, ας πούμε. Το είχε ξεκινήσει ο Βενάρδος, με παρακάλεσε ο Γκάτσος και  πήγα την τελευταία στιγμή. Απ’ αυτό έχω μόνο το εξώφυλλο, τον δίσκο κάπου τον έχω δώσει και δεν μου τον επιστρέψανε… Ξέρεις πόσα τέτοια έχω χάσει;

Ο «τρελός» του Άκη Πάνου


To 1977 συνεργάστηκες με τον Άκη Πάνου για το δίσκο «Παρών» ή «Ο τρελός». Σταθμός στην καριέρα σου. Αν και νομίζω πως ο «Τρελός» επισκίασε τα άλλα τραγούδια.
Ο Άκης Πάνου ήταν φυσιογνωμία. Τότε ήταν η εποχή που οι Εγγλέζοι πίεζαν τους Λαμπροπουλαίους να πουλήσουν τις μετοχές για να τις πάρει η ΕΜΙ. Υπήρχε μια κόντρα μεταξύ τους και άρχισαν να σαμποτάρουν οι ίδιοι το προϊόν τους, για να πέσει η μετοχή. Αποτέλεσμα, βγήκε το «Παρών» και «έσπασαν» σε 45άρι μόνο τον «Τρελό». Και πούλησε ο «Τρελός». Κατάλαβες; Γίνονταν τέτοια παιχνίδια εμπορικής φύσεως μέσα και τα πληρώναμε εμείς ή τα τραγούδια.

Το ότι βγήκε με δυο διαφορετικά εξώφυλλα ήταν πρωτοβουλία του Άκη Πάνου;
Ναι, του Άκη ήταν.

«Είπα τα ρεμπέτικα για την Πιρόγα…»


Έχεις κάνει αρκετές επανεκτελέσεις ρεμπέτικων τραγουδιών. Το δίσκο «Λαϊκή παράδοση», σε ενορχήστρωση του Απόστολου Καλδάρα, το 1975, στον οποίο συμμετέχει και η Βίκυ Μοσχολιού και τα «Παλιά ρεμπέτικα» το 1983.
O δίσκος με τον Καλδάρα είχε ωραία τραγούδια. Το δίσκο με τα ρεμπέτικα το 1983, τον έκανα για να σηκωθώ να φύγω να πάω να πω την «Πιρόγα» του Μικρούτσικου και του Αλκαίου. Έγινε σε άλλη εταιρεία, στην CBS. Εγώ δεν ήμουν υπέρ της άποψης να επαναλάβω σε δεύτερη εκτέλεση τραγούδια τα οποία είναι σαν την Ακρόπολη. Δεν ξανακάνεις την Ακρόπολη, την αφήνεις ως έχει. Αλλά τότε ήταν διευθυντής στην ΕΜΙ ο Γιώργος Πετσίλας και επειδή του είπα ότι ήθελα να πω την «Πιρόγα» σε άλλη εταιρεία μου είπε «δεν σε αφήνουμε. Για να σ’ αφήσουμε θα μας κάνεις ένα δίσκο με ρεμπέτικα». Και τους είπα «βρείτε μου τα ρεμπέτικα, να σας τα πω, να φύγω να πω την “Πιρόγα”». Είχα καταλάβει ότι πρόκειται περί μεγάλου τραγουδιού. Και δεν τον έδωσα σημασία αυτό τον δίσκο γιατί έκανα ένα δίσκο όπως ήταν η πρώτη εκτέλεση. Τι νόημα είχε; Τα ρεμπέτικα μόνο ένας τα πήγε παραπέρα. Ο Χατζιδάκις τα πήρε από το «Α» και τα πήγε στο «Β». Και μετά ο Ξαρχάκος που κάναμε την περιοδεία με τα τραγούδια του Τσιτσάνη. Δυο μπουζούκια είχε κι ο Τσιτσάνης, δυο μπουζούκια είχαν και οι άλλοι, μια κιθάρα, ένα μπάσο και μια ντραμς. Τι νόημα είχε; Τουλάχιστον τα άλλα, τα παλιά είχαν κι ένα χρώμα…

Είναι μεγάλο θέμα το αν πρέπει να επανεκτελούνται τα τραγούδια ή όχι και πώς πρέπει να γίνεται αυτό. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι ξανακούστηκαν κάποια, όχι πολύ γνωστά τραγούδια.
Και γι’ αυτό έκανα αγώνα κι έβαλα τραγούδια άγνωστα, όσο μπόρεσα. Αλλά δεν καυχιέμαι για τη δουλειά αυτή. Παρόλο που μέσα στην ηχογράφηση ήταν κι ο Καλδάρας ο συγχωρεμένος, σαν σύμβουλος. Δεν άνοιξα κανέναν καινούργιο δρόμο με τα ρεμπέτικα. Όταν κάνεις ένα δίσκο χρειάζεται να δίνεις κι ένα στίγμα διαφορετικό.

«Εξ αδιαιρέτου» με Δερβενιώτη & Κραουνάκη


Ένα χρόνο μετά, το 1984, πηγαίνεις στη Minos και γράφεις το «Εξ αδιαιρέτου». Ένα δίσκο μοιρασμένο με τραγούδια του Θόδωρου Δερβενιώτη σε στίχους Κώστα Βίρβου και του Σταμάτη Κραουνάκη σε στίχους της Λίνας Νικολακοπούλου.
Ορίστε, ο Κραουνάκης με τον Δερβενιώτη ήταν μια ιδέα. Ένας νέος συνθέτης και νέα στιχουργός η Λίνα. Άνοιγε καινούργιους δρόμους αυτό. Απόδειξη είναι ότι μετά βγήκαν κι άλλοι δίσκοι με δυο συνθέτες. Και δυο νέοι δημιουργοί, η Λίνα κι ο Σταμάτης οι οποίοι έκαναν καριέρα μετά.

Πώς έγινε και συνυπήρξαν από τη μια ο Δερβενιώτης και από την άλλη ο Κραουνάκης; Ήταν δική σου πρωτοβουλία ή απόφαση της εταιρείας;
Το ήθελαν και οι δύο. Εγώ τότε, χωρίς να θέλω να υποτιμήσω τον Δερβενιώτη, ο οποίος είναι πολύ μεγάλος συνθέτης και είχε και έτοιμο το τραγούδι - σουξέ το «Σου ’χω έτοιμη συγγνώμη», όταν άκουσα τον Κραουνάκη είπα πως εδώ είναι νέα άποψη. Και του είπα του Σταμάτη «θες να κάνουμε όλο το δίσκο μαζί;»  «Όχι, μ’ αρέσει το μισό-μισό» μου είπε. Ενώ είχα σουξέ έτοιμο, το έβλεπα το «Σου ‘χω έτοιμη συγγνώμη», από τον άλλον χάραζα μια καινούργια πορεία, καινούργιο άκουσμα.

Kαι τελικά βγήκαν ένα κι ένα τα σουξέ, αφού έγινε μεγάλη επιτυχία και το «Ποτέ» του Κραουνάκη.
Ναι τελικά βγήκαν ένα κι ένα…

Από τον «Χειμωνιάτικο ήλιο» στα «Χάλκινα» και τον «Ερωτόκριτο»


Tο 1986 ξανασυνεργάζεσαι με τον Μάνο Χατζιδάκι με το δίσκο «Χειμωνιάτικος ήλιος» ο οποίος κυκλοφορεί, την ίδια χρονιά, σε δυο εκτελέσεις. Γιατί γίνεται αυτό;
Ο Μάνος τα έγραφε στο στούντιο. Δεν είχε σαφή εικόνα. Ούτε ο ίδιος δεν ήξερε τι γράφει. Η πρώτη εκτέλεση βγήκε τον Απρίλιο. Το καλοκαίρι που κάναμε συναυλίες, θυμάμαι πως είχαμε έρθει κι εδώ στη Θεσσαλονίκη, κατάλαβε πώς πρέπει να ειπωθούν τα τραγούδια, τις ρυθμικές αγωγές κι όλα αυτά κι έτσι το χειμώνα το ξαναγράψαμε.

Kαι πάμε στα «Μακεδονίτικα» το 1987...
Αυτά τα έκανα εδώ, σαν φόρο τιμής στη Θεσσαλονίκη και στο φίλο μου τον Κωστή Μοσκώφ και για διάφορους φίλους που τα πίναμε μέσα στο «Μοδιάνο»… Πριν καλά-καλά «ανθίσει» το «Μακεδονικό» και το «Σκοπιανό». Τα έκανα επίσης γιατί εγώ μ’ αυτά μεγάλωσα. Στο χωριό μου τέτοια παίζαμε κι ακούγαμε συνέχεια.

Ακούστηκαν πολύ αυτά τα τραγούδια. Κι ακούγονται μέχρι σήμερα.
Ε, βέβαια πολύ, πάρα πολύ. Κι ακούστηκαν και στην Αθήνα που δεν ήξεραν καν τα τραγούδια αυτά. Πουλάγανε και  στην Κρήτη. Μου έλεγε ο Αεράκης, που έχει δισκάδικο εκεί, πόσο πουλάγανε τα «Μακεδονίτικα». Και θεωρώ πως ήταν μεγάλη προσφορά αυτός ο δίσκος. Θέλω να ξανακάνω κι άλλο δίσκο με «Μακεδονίτικα», έτσι να υπάρχουν.

Το 1996 κάνεις ένα δίσκο με παρόμοιο ή εν πάση περιπτώσει, ένα δίσκο με βαλκανικό ήχο, το «Στο δρόμο με τα χάλκινα» σε μουσική Kiki Lesendric και στίχους Λίνας Νικολακοπούλου.
Ο Lesendric είναι πάρα πολύ καλός συνθέτης και έχει και στοιχεία ροκ μέσα. Αυτός είναι ροκάς στο Βελιγράδι. Εδώ τα φτιάξαμε λίγο πιο Ελληνικά. Moυ άρεσε πολύ ο Kiki, είναι μελωδός και έχω κι άλλα τραγούδια για να ηχογραφήσω. Δεν είχα στίχους αυτή τη φορά αλλά θέλω να ξανακάνω τραγούδια με τον Κiki. Tον θεωρώ πολύ σημαντικό συνθέτη.

Διαβάζοντας τη δισκογραφία σου από τον οδηγό του Πέτρου Δραγουμάνου, βλέπω πως συμμετέχεις σ’ ένα δίσκο με τίτλο «Του ονείρου και του έρωτα» του Νίκου  Σταυρακάκη από την εταιρεία «Φαιστός» το 1998. Συμμετέχουν και η Πίτσα Παπαδοπούλου με τον Μιχάλη Μενιδιάτη. Τι έχει αυτός ο δίσκος; Δεν έπεσε μέχρι σήμερα στην αντίληψή μου.
Ο Νίκος είναι κρητικός. Επέμεινε πάρα πολύ να πω τον «Ερωτόκριτο». «Μα εγώ δεν είμαι κρητικός» του είπα. «Όχι θα τα πεις εσύ, μ’ αρέσει πολύ…» Ε, και είπα και λίγο «Ερωτόκριτο» εκεί, έτσι φιλικά, δε θέλω να κάνω τον παντογνώστη.

Τα «χρώματα της αγάπης» του Ζαμπέτα


Το 2001 ηχογράφησες το δίσκο «Της αγάπης χρώματα» με ανέκδοτα τραγούδια του Γιώργου Ζαμπέτα. Αληθεύει πως πήγαινες αυτά τα τραγούδια από εταιρεία σε εταιρεία και κανείς δεν αναλάμβανε την παραγωγή τότε;
Αληθεύει, ναι. Τα πήγαινα και μάλιστα στην τότε Polygram, νυν Universal ήταν ένας Έλληνας διευθυντής που είχε ζήσει στη Γερμανία, μιλούσε ελληνικά βέβαια και όταν του είπα για τον Ζαμπέτα μου είπε «ε, τώρα θα κάνουμε Τζαμπέτα, άσε τώρα να κάνουμε άλλα μωρέ, Τζαμπέτα θα κάνουμε;» Το τι έχω περάσει μέσα στις εταιρείες μόνο εγώ το ξέρω. Και στην «Πολιτεία Γ’» του Θεοδωράκη εγώ δεν έκανα την παραγωγή; Μου λένε μερικοί «έχεις πει ωραία τραγούδια». Ναι, αλλά επέμενα εγώ, ρισκάριζα πολλά πράγματα, δεν περίμενα να κάνω έτοιμα σουξεδάκια, κατάλαβες;

Ας ελπίσουμε πως θα ξημερώσουν καλύτερες μέρες για το ελληνικό τραγούδι… Μανώλη σ’ ευχαριστούμε πολύ… Καλή χρονιά…
Nά ’σαι καλά Θανάση. Καλή χρονιά σε όλους….

Υ.Γ: Στο video που ακολουθεί μπορείτε να ακούσετε ένα ραδιοφωνικό αφιέρωμα στα «Ντουέτα του Μανώλη Μητσιά» από την εκπομπή «Εγώ, δεν έχω βγάλει το... ωδείο» που επιμελείται και παρουσιάζει ο υπογράφων στο Εθελοντικό Ραδιόφωνο του Δήμου Θεσσαλονίκης (100,6 Fm). Η εκπομπή πραγματοποιήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2014.

*Δημοσιεύθηκε τότε σε διαδικτυακό περιοδικό

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!