Διαβάσαμε: Στρατής Τσίρκας «Η Χαμένη Άνοιξη» (Κέδρος)

Ένα μυθιστόρημα που θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία, όχι μόνο στο μάθημα της λογοτεχνίας, αλλά και στο μάθημα της Ιστορίας
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Ζώντας σε μια εποχή που έχουν ισοπεδωθεί τα πάντα, σε μια εποχή που τα όρια για τους αναγνώστες ανάμεσα στην ελαφριά, ροζ λογοτεχνία και στην πραγματική έχουν πέσει, ξαναδιαβάζοντας ένα μυθιστόρημα σαν την «Χαμένη Ανοιξη» του Στρατή Τσίρκα, αισθάνεσαι σαν να ξαναβαπτίζεσαι σε αυτό που λέμε μεγάλη λογοτεχνία.

Όταν το είχα πρωτοδιαβάσει πριν από 25 χρόνια, η εντύπωση που μου άφησε τότε ήταν μία: αριστούργημα. Διαβάζοντάς το πάλι τώρα, η ίδια λέξη, η ίδια διαπίστωση: αριστούργημα.

Ο χρόνος που πέρασε από τότε που γράφτηκε-αρχές της δεκαετίας του '70- το κείμενο του Στρατή Τσίρκα δεν έχει ούτε μία ρυτίδα, ούτε μια υπόνοια ότι ξεπεράστηκε έστω και μία λέξη του κειμένου. «Η Χαμένη Άνοιξη» είναι ένα μυθιστόρημα που θα έπρεπε να διδάσκεται στα σχολεία, όχι μόνο στο μάθημα της λογοτεχνίας, αλλά και στο μάθημα της Ιστορίας.

Αυτό που είχε στο μυαλό του ο Τσίρκας ήταν η συγγραφή μιας τριλογίας με γενικό τίτλο «Δίσεχτα Χρόνια», όπως έκανε και στις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» και η «Χαμένη Ανοιξη» ήταν το πρώτο βιβλίο της τριλογίας ο θάνατός του το 1980 τον πρόλαβε. Έχουμε όμως στα χέρια μας ένα ιστορικό μυθιστόρημα που περιγράφει καλύτερα από οτιδήποτε άλλο έχει γραφεί την εποχή που προηγήθηκε της δικτατορίας, καθώς και τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες που άνοιξαν τον δρόμο στη χούντα των συνταγματαρχών.

«H Χαμένη Άνοιξη» περιγράφει αυτή την εποχή που στην νεώτερη ιστορία της Ελλάδας έχει καταγραφεί σαν «Ιουλιανά» ή «Αποστασία».

Μια εποχή που το παλάτι και οι Αμερικανοί με τους Έλληνες συνεργάτες τους ανέτρεψαν τον νόμιμα εκλεγμένο Πρωθυπουργό της Ελλάδας Γεώργιο Παπανδρέου, και άνοιξαν τον δρόμο στην ανατροπή της Δημοκρατίας.

Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο:
«Ο Αντρέας, δεκαοχτώ χρόνια πολιτικός πρόσφυγας, επιστρέφει επιτέλους στην πατρίδα: «Όλα μου φαίνονται σαν παραμύθι... Αθήνα, η πιο ανοιχτή πόλη του κόσμου». Η Αθηναϊκή Άνοιξη.
Οι Τέχνες, τα Γράμματα έχουν ανθίσει ύστερα από τα μεταμφυλιακά χρόνια. Μια νεολαία με μεγάλα όνειρα πρωτοστατεί στους αγώνες για την παιδεία, τη δημοκρατία. Ανάμεσά τους η όμορφή, φλογερή αγωνίστρια Ματθίλδη, με την κριτική ματιά της νέας γενιάς. Στον ίδιο τόπο η ερωτική Φλώρα μοιράζεται τον έκλυτο βίο ενός άλλου κόσμου, μιας παρέας Αμερικανών και άλλων ξένων όπως αυτή. Τα τρία πρόσωπα υφαίνουν τον ερωτικό μύθο. Γύρω τους όμως εξυφαίνεται το δίχτυ της εθνικής προδοσίας: ξένοι πράκτορες, μυστικές υπηρεσίες, πολιτικοί μηχανορραφούν. Η Ιστορία εισβάλλει στις σχέσεις των ανθρώπων, ταράζει τις συνειδήσεις. Τα γεγονότα καλπάζουν. Αποστασία. Πλήθη οργισμένα πλημμυρίζουν κάθε μέρα τους δρόμους. Σωτήρης Πέτρουλας, ο πρώτος νεκρός: «αηδόνι και λιοντάρι, βουνό και ξαστεριά
».

Ένας λαός με το ηρωικό και πένθιμο τραγούδι του, ορκίζεται στο όνομα της ελευθερίας, έτοιμος να σηκώσει πάλι τις σισύφειες πέτρες. «Πάνω από τη χαμένη Άνοιξη μετεωριζόταν τώρα ο γύπας του πραξικοπήματος, έτοιμος να ριχτεί και να σπαράξει τον τόπο».

Ο Στρατής Τσίρκας έγραψε ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα, καταφέρνοντας να συνδυάσει με μοναδικό τρόπο την μυθοπλασία με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής καθώς και με πρόσωπα που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο σε αυτά τα γεγονότα. Το μυθιστόρημά του μοιάζει με ταινία. Μέσα από τις σχέσεις των ανθρώπων, εστιάζει στα γεγονότα της εποχής. Οι περιγραφές του σκηνικού, της Αθήνας εκείνης της εποχής είναι συγκλονιστική. Οι ήρωες του μπαινοβγαίνουν στα περίφημα στέκια εκείνης της εποχής: στο Μπραζίλιαν, στου Απότσου, στο καρβουνιάρικο της Δεξαμενής, στο Χίλτον που είχε ανοίξει τις πόρτες του πριν λίγο καιρό. Παλιοί αγωνιστές της Αντίστασης, ξένοι δημοσιογράφοι, άνθρωποι της Αυλής, Αμερικανοί πράκτορες που συνωμοτούν, Έλληνες διανοούμενοι που κατοικούν στο κέντρο της Αθήνας.

Όπως έγραψε και ο Mario Vitti από ένα σημείο και μετά τα πρόσωπα μετατίθενται στο παρασκήνιο και πρωταγωνίστρια, πλέον, εκείνη που κινεί τα νήματα της πλοκής γίνεται η ιστορία. Δε θα περίμενε κανείς τίποτα λιγότερο από έναν συγγραφέα σαν τον Τσίρκα, έντονα πολιτικοποιημένο με άξια αναφοράς κοινωνική συνείδηση και βιωματική ή ακόμα και ουσιαστική γνώση της ιστορίας.

«Εσύ δεν έζησες τον εμφύλιο. Τη θηριωδία του. Τις εκτελέσεις κάθε μέρα στο Γουδί, στις φυλακές και στην ύπαιθρο. Χιλιάδες. Οι πιο μορφωμένοι, οι πιο αγνοί, το άνθος, το άνθος σου λέω, του γένους μας, θυσίαζαν τη ζωή τους , τραγουδώντας και χορεύοντας. Γέμισε ο τόπος αίματα κι ερείπια. Κι απάνω που άνοιξαν πια τα μάτια τους οι άνθρωποι, κι είπαν ας δώσουμε τα χέρι για να δούνε πως θα συγυρίσουμε τον τόπο μας, που τον γυμνώνει η μετανάστευση από τους πιο γερούς και ικανούς, κι οι επαρχίες και τα νησιά μας ερημώνονται, και φυραίνουν οι Έλληνες μονάχα μέσα σε τόσα έθνη, γιατί τη γη μας την αγοράζουν οι ξένοι α τον πλούτο της τον κλέβουν τα μονοπώλια, λύσσαξε η γυναίκα του Ηρώδη και γυρεύει πάλι κομμένα κεφάλια στο σινί. Δες τι γίνεται με τους Λαμπράκηδες. Δε θα σωπάσει η δαιμονισμένη, αν δεν εξοντώσει ένα-ένα αυτά τα παιδιά.

Δηλαδή την ελπίδα του τόπου. Πότε άλλοτε, ύστερα από την ΕΠΟΝ της Κατοχής, γνώρισε η Ελλάδα παρόμοια νιάτα, με τους μορφωτικούς συλλόγους, τους αγώνες για τον εκσυγχρονισμό τα παιδείας και τα δικαιώματα των σπουδαστών, τις πορείες για την ειρήνη, τις απεργίες; Πρώτη φορά, το τραγούδι, το βιβλίο, ο στοχασμός κι η έρευνα, ο καλός κινηματογράφος, κουβαλιούνται από άξια χέρια ως τα απομακρυσμένα χωριά της επαρχίας. Κι όμως βρέθηκε στρατοκράτης να κατηγορήσει τους Λαμπράκηδες πως στέλνου τάχα τα κορίτσια τους να κοιμηθούν με φαντάρους, για να τους αλλάξουν σε κατάσκοπους της Μόσχας! Ή πως οι κοπέλες φορούν τάχα μαύρες κάλτσες γιατί πενθούν το δολοφονημένο Λαμπράκη. Παραλογισμοί και φτηνές συκοφαντίες αποθηριώνουν τους πιο αντιδραστικούς και σκοταδιάζουν το μυαλό τους
».

Ο Στρατής Τσίρκας έγραψε ένα μυθιστόρημα που πρέπει να το διαβάσει κάθε Έλληνας. Λιτές περιγραφές, δημοσιογραφική αφήγηση, αναφορές στους σπουδαίους Έλληνες της εποχής, ιδιαίτερα στον Γιώργο Σεφέρη. Η ανάλυση που κάνει στους στίχους του είναι πανανθρώπινη.

«Πόσο ξαστέρωνε ο νους μου και πόσο χαιρόμουν, γιατί νόμιζα πως καταλαβαίνω επιτέλους για ποιο θεληματικό μαραθωνοδρόμο μιλούσε στην Κίλχη. Και να η περικοπή που γύρευα:
Και τούτα τα κορμιά
Πλασμένα από ένα χώμα που δεν ξέρουν,
Έχουν ψυχές.
Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν,
Δεν θα μπορέσουν. Μόνο θα τις ξεκάμουν
Αν ξεγίνουνται οι ψυχές.
Δεν αργεί να καρπίσει τα' αστάχυ
Δε χρειάζεται μακρύ καιρό
Για να φουσκώσει της πίκρας το προζύμι
Δε χρειάζεται μακρύ καιρό
Το κακό για να σηκώσει το κεφάλι,
Κι ο άρρωστος νους που αδειάζει
Δε χρειάζεται μακρύ καιρό
Για να γεμίσει με την τρέλα,
Νήσος τις εστί....

Εδώ ήταν γραμμένα όλα! Τα σύνεργα: οι σκοτεινοί μηχανισμοί, τα ανομολόγητα συμφέροντα, οι μυστικές υπηρεσίες, ο δόλος, οι συνομωσίες. Για ν' αλλάξουν τις ψυχές μας. Αλλά δε θα μπορέσουν, Με τη βία μπορούν να μας ξεκάμουν αλλά κι αυτό είναι αμφίβολο, δεν ξεγίνονται οι ψυχές, δηλαδή το φρόνημα, η πίστη, οι ιδέες. Στο μεταξύ ωστόσο το προζύμι της πίκρας θα φουσκώνει μέσα στο λαό και μαζί θα σηκώνει το κεφάλι του ο φασισμός. Θα σημάνει τότε η ώρα της τρέλας: ο εμφύλιος. Δεν έλεγε κουβέντες της στιγμής ο ποιητής. Μιλούσε η πείρα του απ' τα πολλά που έζησε, απ' τους ανθρώπους που γνώρισε κι η βαθειά του αίσθηση της ιστορίας. Ο καιρός δε σταματάει να τρέχει στο λαιμό της κλεψύδρας, μας τόνιζε: «Δεν αργεί, δε χρειάζεται μακρύ καιρό το κακό». Να τον έλεγα προφητικό; Ήταν κάτι πιο μεγάλο και πιο προσιτό, ήταν μια υπεύθυνη συνείδηση, κορυφαία. Γι' αυτό, μ' όλο που επιτακτικά ειδοποιούσε, την ίδια στιγμή μας εμψύχωνε:«Δε θα μπορέσουν
».

Είναι μοναδικός ο τρόπος που ο Τσίρκας ανασυνθέτει την εποχή και τους ανθρώπους της. Είναι στιγμές που με την περιγραφή του έχει τη δύναμη να κάνει τον αναγνώστη να βλέπει μπροστά του σαν ταινία αυτά που περιγράφει. Η περιγραφή της διαδήλωσης που κόστισε την ζωή στον Σωτήρη Πέτρουλα καθώς και της κηδείας του που ακολούθησε, δεν έχει προηγούμενο στην ελληνική λογοτεχνία. Είναι μεγαλειώδης ο τρόπος που χειρίζεται τις λέξεις και δημιουργεί το τελικό αποτέλεσμα. Κατάφερε να γράψει ένα μυθιστόρημα που, στηριζόμενος στα γεγονότα της εποχής που περιγράφει, την ξεπερνάει και φτάνει θα έλεγε κανείς μέχρι τις μέρες μας.
«Θέλουν τη Ελλάδα πόρνη να τους ανοίγει τα σκέλια στην ποδιά της Ακρόπολης να προμηθεύει μισοτιμής το ρίγος της αμαρτίας στις μαραγκιασμένες από τον πουριτανισμό ψυχές τους.

Μας θέλουν γκαρσόνια ταβερνιάρηδες μαστροπούς βαρκάρηδες επιβήτορες καμπαρετζήδες μπουζουξήδες χασισέμπορους αχ αμαν αμαν και συρτάκι αμε και Ζόρμπα δη Γκρηκ κι αυτοί ν' αρμέγουν τον τόπο, το κρασί, το λάδι, τα πορτοκάλια, τις ντομάτες, τα ροδάκινα, το βαμπάκι, τα μάρμαρα, το βωξίτη, το λιγνίτη, τα μεταλλεύματα και τον ιδρώτα του κόσμου.

Κοίτα που καταντήσαμε κάθε πολιτικός και κόκκινο φαναράκι στην πόρτα του και τ' όνομά του φωτισμένο σε ταμπελίτσα πλάι στο κουδούνι. Λουϊζ Κλάρα Ρόζα Ντολόρες.

[...] Παραμερίστε διαφορές με Παπατζήδες ή Σβωλοτσιριμώκους, παράπονα και μνησικακίες για Λίβανους και Δεκέμβρηδες και λοιπά. Όλοι μαζί, όλοι μαζί, να σώσουμε τον τόπο, γιατί η Γερμανίδα λύσσαξε και θα τον ξεπατώσει....».
Ποια είναι η Γερμανίδα, φαντάζομαι όλοι μπορούμε να καταλάβουμε.
Εν κατακλείδι, ένα μυθιστόρημα που πρέπει να διαβάσει κάθε αναγνώστης που θέλει να λέει ότι έχει διαβάσει ελληνική λογοτεχνία. Γιατί, όπως είχε πει ο ίδιος ο συγγραφέας: «Δεν είναι η συνείδησή μου καπέλο να την πάρω από τούτο το καρφί και να την κρεμάσω στο άλλο».

Ο Στρατής Τσίρκας, το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Χατζηανδρέας, γεννήθηκε στο Κάϊρο το 1911. Έγραψε ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα και είναι ένας από τους σημαντικότερους κριτικούς και μελετητές του έργου του Κ. Καβάφη. Σπούδασε στην Αμπέτειο σχολή και μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως υπάλληλος στο Κάϊρο, στην Άνω Αίγυπτο και στην Αλεξάνδρεια. Το 1930 γνωρίζεται με τον Καβάφη, έρχεται επίσης σε επαφή με το αριστερό κίνημα και εντάσσεται σ' αυτό. Αναπτύσσει συνδικαλιστική δράση και οργανώνει αντι-ιμπεριαλιστικό κίνημα στην Άνω Αίγυπτο.
Οι εμπειρίες της επαφής του με τους ντόπιους και τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους αποτελούν το υλικό για την ποιητική συλλογή του «Φελάχοι» το 1937. Την ίδια χρονιά ταξιδεύει στο Παρίσι για να πάρει μέρος στο αντιφασιστικό συνέδριο συγγραφέων, εκεί, έχει επαφές με τους Νερούντα, Αραγκόν και Μπρεχτ.

Μαζί με τον Λάγκστον Χιούγκ γράφουν τον Όρκο στον δολοφονημένο ποιητή Λόρκα («να καταπολεμούμε την τυραννία και την καταπίεση όχι μόνο με τον λόγο αλλά και με τη ζωή μας»), ο οποίος υπογράφεται από τα περισσότερα μέλη του συνεδρίου. Μετά από ένα σύντομο ταξίδι στην Τσεχοσλοβακία επιστρέφει στην Ελλάδα. Οι προσπάθειες του να έρθει σε επαφή με αντιφασίστες φίλους του που βρίσκονται στην παρανομία λόγω της δικτατορίας του Μεταξά, δίνουν το υλικό για μια ακόμη συλλογή ποιημάτων, Το λυρικό ταξίδι (1938).

Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου πολέμου η δράση του υπήρξε έντονη. Εντάχθηκε σε παράνομες αντιφασιστικές οργανώσεις, προσέφερε βοήθεια στους εξόριστους Έλληνες της Μέσης Ανατολής, συμμετείχε στην ίδρυση του Εθνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου. Παράλληλα, αρθογραφούσε σε διάφορα έντυπα και στην εφημερίδα της οργάνωσης που είχε τον τίτλο Ελλην. Το 1944 κυκλοφορεί η συλλογή διηγημάτων Αλλόκοτοι άνθρωποι και άλλα διηγήματα, ενώ δύο χρόνια αργότερα η τελευταία συλλογή ποιημάτων του Προτελευταίος αποχαιρετισμός και το Ισπανικό ορατόριο.
(To βιογραφικό του Στρατή Τσίρκα είναι από το TVXS).

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!