Οι σονάτες για βιολοντσσέλο του Αντόνιο Βιβάλντι στο Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής

Εξι μπαρόκ ύμνοι στη χαρά της ζωής
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
*Γράφει ο Θάνος Μαντζάνας

Μετά από την αναγκαστική διακοπή λόγω της πανδημίας το Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής που συνδιοργανώνεται από την Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ και τον ΟΜΜΘ (άλλωστε από την Θεσσαλονίκη ξεκίνησε αυτή η ιδέα) επέστρεψε αλλά όχι στο κτίριο της ΕΛΣ μα στο ιστορικό του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός.

Τέσσερις βραδιές, τέσσερις διαφορετικού περιεχομένου αλλά εξίσου ενδιαφέροντες συναυλίες καθώς όμως είχα άλλες υποχρεώσεις και δεν μπορούσα να τις παρακολουθήσω όλες επέλεξα εκείνη που μου φαινόταν πιο ελκυστική. Αυτή δηλαδή με τις έξι σονάτες για βιολοντσέλο του Αντόνιο Βιβάλμτι, αν και ομολογουμένως λυπήθηκα πολύ που έχασα την τελευταία με την Μουσική Προσφορά, ένα από τα πιο ιδιαίτερα και ώριμα έργα του Γιόχαν Σεμπαστιαν Μπαχ το οποίο επιπλέον δεν παίζεται συχνά.

Οφείλω να πω ότι ένας από τους βασικού λόγους που επέλεξα την συγκεκριμένη συναυλία είναι ότι σε αυτή θα έπαιζε ο Δήμος Γκουνταρούλης. Ο εμπνευστής και καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής έχει εντρυφήσει και μελετήσει όσο ελάχιστοι στην λεγομένη Παλιά Μουσική και για αυτό την γνωρίζει εις βάθος. Πρόκειται για έναν καταξιωμένο και εκτός Ελλάδας σολίστ του συνόλου του ρεπερτορίου του βιολοντσέλου (που μάλιστα έχει επεκταθεί κα σε άλλα ιδιώματα) όμως στο μπαρόκ επιπλέον παίζει κάτι που αγαπά πάρα πολύ και για αυτό κυριολεκτικά βρίσκεται στο «στοιχείο του».
Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής φωτο Μυρτώ Κυρίτση 1
Για το «αμύητο» ακροατήριο το μπαρόκ ταυτίζεται με τον γίγαντα Γιόχαν Σεμπάσταν Μπαχ, αναμφίβολα τον σημαντικότερο εκπρόσωπο του που ταυτόχρονα, θέτοντας τα θεμέλια της κλασικής περιόδου της ευρωπαϊκής λόγιας μουσικής, αποτέλεσε και την «γέφυρα» της μετάβασης σε αυτή. Όμως το μπαρόκ ήταν ένα πολύ σύνθετο και ευρύ «κίνημα» περισσότερο παρά ρεύμα μέσα στο μεγάλο ποτάμι της μουσικής που ρέει ασταμάτητα σε όλο τον κόσμο εδώ και χιλιάδες χρόνια.

Υπήρχαν τουλάχιστον τέσσερις «εθνικές σχολές» του μπαρόκ, η γερμανική, η αγγλική, η γαλλική και η ιταλική, απολύτως διακριτές μεταξύ τους και κάθε μία με τα δικά της χαρακτηριστικά. Στην γερμανική συναντάμε κυρίως έργα για πληκτροφόρα όργανα και χορωδιακά, η αγγλική επικεντρωνόταν σε φωνητικές φόρμες αλλά με τη μορφή του τραγουδιού το οποίο συνόδευε ένα συγκεκριμένο ιδιόμορφο ενόργανο σύνολο, το broken consort ενώ η γαλλική και η ιταλική περιλαμβάνουν κυρίως συνθέσεις για τα έγχορδα της εποχής, σε μορφή σολιστική, μικρών συνόλων ή και ορχηστρική.

Αλλά και από πλευράς πηγών έμπνευσης και επικρατιούσας διάθεσης υπήρχαν μεγάλες διαφορές. Το γερμανικό μπαρόκ εμπνεόταν κατά κύριο λόγο από την θρησκεία και ο χαρακτήρας του ήταν ιδιαίτερα σοβαρός, κάποτε ακόμα και μελαγχολικός ή και θλιμμένος, όπως η μουσική του Μπαχ ο οποίος ανήκει στην ύστερη περίοδο του. Το βρετανικό αντλούσε έμπνευση από τα γεγονότα και τις σχέσεις της ζωής των ανθρώπων αλλά και από την φύση και αυτό εκφραζόταν με ένα ύφος «στοχαστικό» και συχνά χρωματισμένο έντονα από την κελτική μουσική παράδοση. Τέλος το γαλλικό και ακόμα περισσότερο το ιταλικό υμνούσαν την χαρά της ζωής με έναν τρόπο αβίαστα θετικό, κάποτε ακόμα και ακατανίκητα και μεταδοτικά αισιόδοξο.

Ο Βενετός Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι (1678 – 1741) όπως ήταν το πλήρες όνομα του δεν ήταν μόνον ο κυριότερος εκπρόσωπος του ιταλικού μπαρόκ αλλά και μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της Ιστορίας της μουσικής και όχι μόνο βέβαια λόγω του εμβληματικού και πασίγνωστου έργου του «Τέσσερις Εποχές». Οι συνθέσεις του έχουν την ιδιότητα να ακούγονται απλές ενώ είναι εξαιρετικά σύνθετες και ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του ύφους του είναι το συνεχές «παιχνίδι» του με τα ηχοχρώματα των εγχόρδων και τις ενορχηστρώσεις. Όλα αυτά τα συναντούμε βέβαια και στις έξι σονάτες του για βιολοντσέλο και basso continuo.

Εδώ πρέπει να πω ότι η αίθουσα του Παρνασσού, τόσο σαν χώρος όσο και ως «αύρα», δένει πολύ με το μπαρόκ. Επίσης ήταν πολύ καλή η ιδέα να προβάλλονται κατά την διάρκεια της συναυλίας πίνακες ζωγράφων της εποχής του μπαρόκ με θέμα τους μουσικούς που παίζουν, ήταν ένα οπτικό «συμπλήρωμα» το οποίο συνέβαλλε στο να εμβαθύνεις και να απολαύσεις περισσότερο το ακρόαμα. Τέλος ο Δήμος Γκουνταρούλης είναι ένας ασυνήθιστα για κλασικό σολίστ και ιδιαίτερα επικοινωνιακός μουσικός. Το χάρισμα του αυτό το αξιοποίησε τόσο στην πολύ κατατοπιστική για τα έργα που θα ακούγαμε ομιλία του πριν την έναρξη της συναυλίας όσο και συμπληρώνοντας την στα πέντε αρκετά μεγάλα «κενά» ανάμεσα σε αυτά καθώς οι εντέρινες χορδές των μπαρόκ οργάνων (ο ίδιος ο Δ. Γκουνταρούλης παίζει με ένα vintage τέτοιο από τα τέλη του δεκάτου ογδόου αιώνα) ξεκουρδίζονται πολύ πιο εύκολα και για αυτό αντίστοιχα απαιτούν πολύ πιο συχνά κούρδισμα.
Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής φωτο Μυρτώ Κυρίτση 2
Η σύνθεση του μπαρόκ συνόλου που έχει ιδρύσει ο Δήμος Γκουνταρούλης, των La Stravaganza Greca( αν γνωρίζεις το χαρακτηριστικό χιούμορ του κάπου μέσα στο όνομα υπάρχει πάρα πολύ από αυτό!) έχει αλλάξει αρκετά σε σχέση με την αρχική. Πια η δεύτερη κεντρική φυσιογνωμία εκτός από τον ίδιο είναι ένας άλλος επαϊων της Παλιάς Μουσικής, ο βιρτουόζος του τσέμπαλου (και επίσης μαέστρος από μια στιγμή και μετά) Μάρκελλος Χρυσικόπουλος που σε αυτή την περίπτωση έπαιξε επίσης και όργανο δωματίου. Το κουαρτέτο συμπληρώνουν ο Δημήτρης Τίγκας στο βιολόνε και ο Θοδωρής Κίτσος στην θεόρβη και την μπαρόκ κιθάρα.

Οπως είπε ο Δήμος Γκουνταρούλης τρεις από τις σονάτες είναι γραμμένες σε σι ελάσσονα, μια τονικότητα ασυνήθιστη και «άχαρη» για το βιολοντσέλο. Είναι όμως σαν ο Βιβάλντι να έθεσε μια πρόκληση στον εαυτό του γιατί αυτό δεν εμπόδισε καθόλου την μουσική ιδιοφυία του να φανεί σε όλο το μεγαλείο της και το αποτέλεσμα είναι πραγματικά ασαγηνευτικό στο έπακρο. Σε σι ελάσσονα είναι και η πιο γνωστή από τις σονάτες που παίζεται συχνότερα, η πέμπτη. Ισως αυτό να συμβαίνει γιατί το θέμα του βιολοντσέλου σε αυτήν κυριολεκτικά…τραγουδάει, ο Βιβάλντι ήταν belcanto πριν καν ανακαλυφθεί το χαρακτηριστικό ιταλικό ύφος ερμηνείας και επινοηθεί ο όρος! Δεν υστερεί όμως ούτε στο ελάχιστο και η τελευταία, η πιο πολύπλοκη μορφικά – για τα δεδομένα του Βιβάλντι – έκτη σονάτα.
Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής φωτο Μυρτώ Κυρίτση 4
Είτε με το basso continua μόνο των πληκτροφόρων του Μάρκελλου Χρυσικόπουλου στην αρχή είτε μαζί με τα έγχορδα των υπολοίπων δύο στη συνέχεια ο Δήμος Γκουνταρούλη απέδωσε και τις έξι σονάτες περισσότερο και από άψογα. Το παίξιμο του διέθετε απίστευτη προσοχή και σχεδόν εξοντωτική ακρίβεια στις αναρίθμητες λεπτομέρειες χωρίς να χάνει τίποτα από την ευφορική διάθεση και το παιγνιώδες ύφος του Βιβάλντι. Οι La Stravaganza Greca είναι ένα από τα καλύτερα, πιστοί στο πνεύμα αλλά «υποδόρεια» ανανεωτικοί στην πράξη, από τα – όχι και πάρα πολλά – σύνολα Παλιάς Μουσικής που διαθέτουμε.

Ηταν μια πραγματικά υπέροχη βραδιά, μια πλήρης και απολαυστική μουσική εμπειρία. Το μπαρόκ κάποιες φορές μας «μιλάει» πολύ περισσότερο, μάλλον ακούγεται πολύ πιο σύγχρονο από την κλασική ρομαντική περίοδο, ίσως εξαιτίας της λιτότητας, της αμεσότητας και του πόσο «γήινο» είναι και σίγουρα ήταν μία από αυτές. Διαθέτουμε πολλούς/ές μουσικούς που ως μονάδες κατέχουν πολύ καλά το μπαρόκ και τα μυστικά του και ελπίζω στο μέλλον να υπάρξει και στην Αθήνα ένας θεσμός ανάλογος του Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής έτσι ώστε να μην περιμένουμε μόνο λίγες ημέρες μια φορά τον χρόνο αυτή την σύμπραξη της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ και του ΟΜΜΘ για να το ακούσουμε ζωντανά. Μέχρι τότε όμως θερμά συγχαρητήρια στον Δήμο Γκουνταρούλη και όλους/ες τους/τις συνεργάτες/ιδες του!

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!