Μια διαφορετική συναυλία του σαξοφωνίστα Δημήτρη Βασιλάκη στο Μέγαρο

And on marimba and vocals the robot…
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
*Γράφει ο Θάνος Μαντζάνας

Στο πλαίσιο του κύκλου Jazz@Megaron ο εξαίρετος σαξοφωνίστας και συνθέτης Δημήτρης Βασιλάκης πραγματοποίησε μια συναυλία διαφορετική από όλες τις υπόλοιπες του κύκλου αλλά και τις προηγούμενες δικές του.

Τυπικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι αφορμή για τη συναυλία ήταν η συμπλήρωση είκοσι ετών από την κυκλοφορία από την αμερικανική εταιρεία Candid Records του εμβληματικού για την ελληνική jazz σκηνή album του Δημήτρη Βασιλάκη «Labyrinth – Daedalus Project» (και της επανακυκλοφορίας του με πρόσθετο υλικό από τις εμφανίσεις του Δ. Β. στο ιστορικό club της Νέας Υόρκης «Birdland»). Όμως ο frontman σε αυτή την περίπτωση δεν ήταν ο bandleader αλλά κάποιος άλλος. Ο Shimon, ένας μουσικός φτιαγμένος όχι από σάρκα και οστά αλλά πλαστικά και μεταλλικά υλικά!
221107 0791p
Για να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά ο Shimon Robot είναι προϊόν πολύχρονης έρευνας μιας ομάδας μουσικών αλλά και επιστημόνων του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Τζόρτζια (Georgia Tech) στην Αμερική. Η ομάδα αυτή δημιούργησε και τελειοποίησε τον Shimon, ένα ρομπότ που διαμέσου της τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence) έμαθε κατά σειρά να κατανοεί την μουσική, τα βασικά θεωρητικά της, να παίζε, να αυτοσχεδιάζει και εντέλει ακόμα και να γράφει δική του. Το όργανο στο οποίο τον «εκπαίδευσαν» είναι η όχι και τόσο συνηθισμένη στην jazz μαρίμπα, δηλαδή το ξυλόφωνο ενώ επίσης τραγουδάει.
221107 0109p
Παράλληλα εδώ στην Ελλάδα ο Δημήτρης Βασιλάκης εργάζεται στο τμήμα μουσικών σπουδών του ΕΚΠΑ (και πιο συγκεκριμένα στο πρόγραμμα Τζαζ Αυτοσχεδιασμός και Νέες Τεχνολογίες) και στον Δημόκριτο πάνω στην δημιουργία και ανάπτυξη του jazz mapping, μιας μεθόδου δηλαδή κωδικοποίησης της jazz έτσι ώστε να μπορεί να είναι κατανοητή από την AI και στη συνέχεια να μάθει να την παίζει. Μαθαίνοντας για τον Shimon ήρθε σε επαφή με την ομάδα που τον δημιούργησε και είχαν από κοινού την ιδέα για αυτή τη συναυλία. Μια από τις πρώτες δορές δηλαδή που ο Shimon θα έβγαινε από το ερευνητικό περιβάλλον και θα ανέβαινε στη σκηνή για να παίξει με μια μπάντα αληθινών μουσικών.

Επί της ουσίας βέβαια ήταν δύο μπάντες, η πρώτη ήταν το κουαρτέτο του Δημήτρη Βασιλάκη που συναποτελειίται από τον πιανίστα Μάνο Σαριδάκη, τον κοντραμπασίστα Μάνο Λούτα και τον ντράμερ Γιώργο Πολυχρονάκο.

Η δεύτερη, με τον Δ. Βασιλάκη φυσικά ως κοινό και με την ίδια rhythm section των δύο τελευταίων, ήταν ο Gil Weinberg, καθηγητής στο Georgia Tech και βασικός δημιουργός του Shimon αλλά και πιανίστας/κιμπορντίστας και δύο συνεργάτες του που έχουν συμβάλλει στην τεχνητή νοημοσύνη του ρομπότ, ο σαξοφωνίστας και φλαουτίστας Richard Savery και ο τρομπονίστας Amit Rogel. Τέλος σε κάποια κομμάτια συμμετείχαν και δύο κιθαρίστες, ο Τηλέμαχος Μούσας και ο Δημήτρης Σμαΐλης.

Ένα μπλέξιμο με τον τεχνικό εξοπλισμό στην Κοπεγχάγη δεν έκανε εφικτό το να φτάσουν εγκαίρως τα «χέρια» του Shimon με αποτέλεσμα να θυμίζει λίγο αυτό που κάποτε θα λέγαμε «η ασώματος κεφαλή». Πέρα από αστεία όμως στην ουσία δεν έκανε διαφορά καθώς αυτά που παίζει έχουν πολύ περισσότερο να κάνουν με την τεχνητή νοημοσύνη παρά με τις κινήσεις του και είχαν ήδη καταγραφεί ηλεκτρονικά κατά την διάρκεια των πολλών μηνών προετοιμασίας του project.
221107 0353p
Η συναυλία ξεκίνησε με το κουαρτέτο του Δημήτρη Βασιλάκη να παίζει λίγα κομμάτια του «Labyrinth – Daedalus Project» με τον Shimon και κάποιους από τους Αμερικανούς μουσικούς παρόντες στη σκηνή αλλά δίχως να συμμετέχουν ιδιαίτερα. Η πρώτη στιγμή που ο Shimon «βγήκε μπροστά»| ήταν με μια ειδικά προετοιμασμένη εκτέλεση του κομματιού του «Labyrinth – Daedalus Project» «Χορός της Πασιφάης – Pasiphae» με τον Gil Weinberg να αντικαθιστά τον Μάνο Σαριδάκη στο πιάνο και το ρομπότ όχι απλά να παίζει αλλά και να κάνει περισσότερα από ένα σόλο. Όπως όμως είπε στη συνέχεια δημόσια ο Μάνος Σαριδάκης τα σόλο του Shimon ήταν βασισμένα στο δικό του στην αυθεντική εκτέλεση του κομματιού καθώς είχε αναλυθεί και η data του είχε εισαχθεί στην AI του ρομπότ. Και προσωπικά τουλάχιστον μπορώ να καταλάβω γιατί συμπλήρωσε «είναι πολύ παράξενο να αναγνωρίζεις πράγματα που έχεις παίξει μέσα στο παίξιμο κάποιου άλλου ο οποίος μάλιστα δεν είναι καν άνθρωπος αλλά ένα ρομπότ»…

Στο επίκεντρο ο Shimon βρέθηκε αμέσως μετά με κάποιες συνθέσεις του δημιουργού του Gil Weinberg στις οποίες ο…από μηχανής μουσικός όχι μόνο έπαιξε μαρίμπα αλλά και έκανε φωνητικά. Μετά όμως ήρθε η πιο κρίσιμη στιγμή, τα κομμάτια που είχε γράψει ο ίδιος ο Shimon. Όχι μόνο συνθετικά μάλιστα αλλά και στιχουργικά με εκκίνηση μια – δυο λέξεις που του έδωσε ο Gil Weinberg, Πρόκειται δηλαδή για κανονικά τραγούδια, jazz τραγούδια τα οποία ερμηνεύει ο Shimon.

Ο Δημήτρης Βασιλάκης ήταν κυριολεκτικά ενθουσιασμένος για την σύμπραξη με τον Shimon, το έβλεπες στο πρόσωπο του, στο χαμόγελο του, ακόμα και στο πως κοιτούσε το ρομπότ, με τον ίδιο τρόπο που θα κοιτούσε οποιονδήποτε πολύ καλό μουσικό με τον οποίο θα έπαιζε μαζί. Λυπάμαι όμως που δεν θα συμμεριστώ τον ενθουσιασμό του.

Ο Shimon έμαθε να γράφει μουσική, ακόμα και να αυτοσχεδιάζει, όχι όμως και να βάζει το προσωπικό στοιχείο του σε αυτά που συνθέτει και παίζει γιατί πολύ απλά δεν έχει προσωπικότητα και δεν υπάρχει ιδίωμα στο οποίο η προσωπικά των εκάστοτε εκτελεστών να είναι τόσο πολύ δομικό στοιχείο του όσο η jazz.

Οι στίχοι του πάλι είναι αυτό που λέμε too generic, όχι κακοί δηλαδή αλλά τρομερά γενικόλογοι. Θα μπορούσαν δηλαδή πολύ ωραία να έχουν γραφτεί από μια μηχανή στην οποία θα είχαν εισαχθεί τα δεδομένα μιας επαρκούς στιχουργικής γραφής – για στάσου όμως, αυτό ακριβώς δεν έχει συμβεί τελικά; Αν μου έμεινε κάτι από τον Shimon παράδοξα είναι το πιο «ανθρώπινο» χαρακτηριστικό του, δηλαδή η φωνή του. Εχει γίνει πάρα πολλή και καλή δουλειά με το ηχόχρωμα της, δεν έχει καμία σχέση με crooner τύπου Frank Sinatra, αλλά αντίθετα υπάρχει κάτι σε αυτήν από την χροιά Αμερικανού folk ερμηνευτή και μάλιστα παλαιότερων εποχών, για παράδειγμα του Tim Buckley ή του επίσης πολύ πρόωρα χαμένου γιου του Jeff, καταλήγοντας να είναι πολύ σύγχρονη, «φρέσκια» αλλά και δροσερή.

Ισως από αυτήν ακριβώς να ήρθε η ιδέα στον Δημήτρη Βασιλάκη για το ομολογουμένως τολμηρό φινάλε. Μια διασκευή δηλαδή του «Let’s Spend The Night Together» σε jazz ύφος, αν και ήταν μια από τις περιπτώσεις που ο Τηλέμαχος Μούσας έδειξε ότι το γεγονός του ότι είναι κορυφαίος jazz κιθαρίστας στέρησε το…rock της χώρας μας από έναν πολύ καλό κιθαρίστα! Το μόνο που έχω να πω εδώ λοιπόν είναι ότι όσο όμορφη και αν είναι η φωνή του Shimon αν το ερμήνευε μόνος του ο Δ. Βασιλάκης (που μπορεί να τραγουδήσει αλλά δεν είναι τραγουδιστής) δεν θα έχανε τίποτα δεδομένου ότι όλοι αυτοί οι εκπληκτικοί μουσικοί θα ήταν και πάλι στη σκηνή.

Κάνοντας τον απολογισμό ήταν σίγουρα μια βραδιά με πάρα πολύ ερευνητικό και γενικότερα επιστημονικό ενδιαφέρον όχι όμως και τόσο μουσικό και σίγουρα όχι πολλή μουσική τέρψη. Ο λόγος νομίζω είναι πολύ απλός, οι μουσικοί στη σκηνή δεν επικοινωνούν μόνο διανοητικά, πολύ περισσότερο ίσως και από αυτό εξαρτάται από την συναισθηματική αλληλοκατανόηση και την μεταξύ τους «χημεία» και, ειδικά στην jazz, αυτό είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Το πρόβλημα λοιπόν είναι ότι ο Shimon έχει πάρα πολύ ανεπτυγμένη τεχνητή (μουσική) νοημοσύνη αλλά δεν διαθέτει καθόλου συναισθηματική νοημοσύνη…και θα τολμήσω να προβλέψω ότι ούτε θα αποκτήσει ποτέ. Ευτυχώς...

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!