Από τις 6 Φεβρουαρίου και κάθε Δευτέρα, για 10 παραστάσεις, η Χριστίνα Μαξούρη ξαναπιάνει το νήμα της πορείας της Σωτηρίας Μπέλλου και των τραγουδιών που ερμήνευσε.
Η παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών «Τα τραγούδια της Σωτηρίας» (ιδέα: Δημήτρης Χαλιώτης, καλλιτεχνική επιμέλεια: Δημήτρης Χαλιώτης, Χριστίνα Μαξούρη) ξεκίνησε την πορεία της το καλοκαίρι του 2021 με τέσσερις sold out βραδιές στο «Στέκι του Ηλία στο Θησείο» και επαναλήφθηκε με ανάλογη επιτυχία τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς στη μουσική σκηνή «Χαμάμ» στα Πετράλωνα.
Η Χριστίνα Μαξούρη θα έχει μαζί της στο ΠΛΥΦΑ τον Θοδωρή Ξηντάρη (μπουζούκι, φωνή), τον Δημήτρη Κουφογιώργο (μπουζούκι), τον Βασίλη Προδρόμου (κιθάρα, φωνή) και τον Δημήτρη Κούστα (ακορντεόν).
Καταπιάνεσαι και πάλι με τα «τραγούδια της Σωτηρίας». Γιατί;
Γιατί είναι μια παράσταση που πέρασε από πολλές δοκιμασίες μέχρι να πραγματοποιηθεί, όπως οι περισσότερες που ήταν να συμβούν μέσα στην πανδημία και που εν τέλει αγαπήσαμε πολύ και όπως φαίνεται αγαπήθηκε και από όσους την είδαν. Πράγμα που μας έδωσε χαρά και δύναμη και μας έκανε να πιστέψουμε ότι υπάρχει λόγος να επαναληφθεί. Και γιατί είναι ένα ρεπερτόριο σχεδόν πάντα λυτρωτικό, για όποιον γίνεται κοινωνός του.
Θα υπάρχουν διαφορές ή εμπλουτισμοί συγκριτικά με όσα έχουν προηγηθεί;
Ενδεχομένως να προστεθούν κάποιες σύντομες ιστορίες ή να αντικαταστήσουν ήδη υπάρχουσες. Έτσι κι αλλιώς υπάρχουν μικροδιαφορές στην αφήγηση, από παράσταση σε παράσταση, γιατί ακολουθείται μεν ένας βασικός άξονας για το πού θα ειπωθούν οι ιστορίες, εννοώ ανάμεσα σε ποια τραγούδια, και από ποια περίοδο της ζωής της Μπέλλου, αλλά στο πλαίσιο της προφορικότητας και της αμεσότητας, προκύπτουν ενίοτε επιπλέον ή διαφορετικά στιγμιότυπα σχετικά με τη ζωή, τα τραγούδια ή τον χαρακτήρα της.
Πως χαρακτηρίζεις την Μπέλλου σαν ερμηνεύτρια, τι δικό της σε «χαράζει» περισσότερο;
Η φωνή της. Είναι σα να τραγουδάνε τα βουνά, για όλο το δίκιο και το άδικο του κόσμου.
Πιστεύεις ότι τα βιώματα καθορίζουν το ύφος και τους «τρόπους» ενός καλλιτέχνη;
Αδιαμφισβήτητα. Τα βιώματα και οι προσλαμβάνουσες. Αυτό ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση της Μπέλλου. Υπήρξε καθοριστική η συμβίωση με τον κληρικό παππού της μέχρι την ηλικία των έξι, καθοριστικό το ότι είδε στην εφηβεία της, την Βέμπο στην ταινία ‘Η προσφυγοπούλα’ και μαγεύτηκε, καθοριστική στα 17 της χρόνια η κακοποιητική συμπεριφορά που υπέστη από τον πρώτο της σύζυγο, καθοριστική η συνάντησή της με τον Τσιτσάνη, η ένταξή της στο κομμουνιστικό κόμμα, η μετέπειτα συνάντησή της με τον Αλέκο Πατσιφά.
Με ποια τραγούδια μεγάλωσες;
Με τα τραγούδια της ‘Λιλιπούπολης’, τα ‘Τραγούδια της Χαρούλας’, το ‘Φορτηγό’, το ‘Άξιον Εστί’, τον ‘Μεγάλο Ερωτικό, τη ‘Σερενάτα’, το ‘Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ’. Ό,τι περιείχαν δηλαδή κάποιοι από τους λίγους δίσκους που είχαμε στο σπίτι. Με θυμάμαι να γυρνάω από το σχολείο να τους βάζω σε επανάληψη και να κάθομαι με το χάρτινο εξώφυλλο στα χέρια να διαβάζω τους στίχους, τους συντελεστές και να χαζεύω τις φωτογραφίες των δημιουργών, όπου υπήρχαν. Και με τα τραγούδια που έπαιζαν με τις κιθάρες τους και τραγουδούσαν, ο Ζακύνος, ο Σάμης και ο Άγγελος – οι μάγοι της παιδικής μου ηλικίας - και έστηναν από το τίποτα κι από το πουθενά, μια ολόκληρη γιορτή. Τραγούδια από τη ‘Τζαμάικα’ και τη ‘Συννεφούλα', μέχρι από το ‘Όταν κοιτάς από ψηλά' και το 'Μην κλαις’.
Το σύγχρονο τραγούδι έχει μεστό κοινωνικό χαρακτήρα; Θίγει τα ζόρια που τραβάμε; Κι αν το κάνει γιατί τα τραγούδια αυτά δεν καταφέρνουν να αγκαλιαστούν απ’ το ευρύ κοινό όπως συνέβαινε στις παλαιότερες δεκαετίες;
Το σύγχρονο τραγούδι αποτυπώνει τον παλμό και τη θέση ή τη μη θέση μια κοινωνίας και θεωρώ πως τη δεδομένη χρονική στιγμή, δεν μπορεί να είναι μεστό, γιατί και η ίδια η κοινωνία μας δεν είναι. Παρ’ όλ’ αυτά, όταν γράφονται τραγούδια για τον Παύλο Φύσσα, τον Ζακ Κωστόπουλο και την Ελένη Τοπαλούδη ή τραγούδια όπως ‘Το όνομά μου είν’ το δικό σου’ του Σπύρου Γραμμένου ή το ‘Μίλα’ του Δημήτρη Μυστακίδη, μιλάμε αδιαμφισβήτητα για τραγούδια με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα.
Ένας ικανός τραγουδιστής ή ηθοποιός στις μέρες μας μπορεί να ζει μια άνετη ζωή ασχολούμενος αποκλειστικά με την τέχνη του;
Επειδή είναι πολλές και συχνά ευμετάβλητες οι παράμετροι που ορίζουν τις οικονομικές απολαβές ενός ηθοποιού, ας πούμε ότι σε πολύ γενικές γραμμές, η δουλειά του ηθοποιού είναι μια εργασία που δεν αμείβεται όσο θα έπρεπε, σε σχέση με τον το χρόνο, τον κόπο, και το είδος της προετοιμασίας και της προπόνησης που απαιτείται κατά την περίοδο των σπουδών αρχικά και των προβών και παραστάσεων μετέπειτα. Αντιθέτως, στο τραγούδι θεωρώ πως τα πράγματα είναι πιο σωστά και δίκαια αμειβόμενα.
Βαριά ευχαριστώ που χρωστάς;
Στους γονείς μου που με έφεραν στη ζωή. Κι ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ανθρώπους και τις καταστάσεις που με έκαναν -ελπίζω- καλύτερο, χρησιμότερο και δυνατότερο άνθρωπο και καλλιτέχνη.
Σε φοβίζει κάτι;
Ο εκδηλωμένος φασισμός και ρατσισμός.
Το επόμενο βήμα;
Μια θεατρική δουλειά για το ερχόμενο καλοκαίρι.
Μια ευχή;
Να παραμένουμε ακέραιοι, ευγενείς και ανοιχτόκαρδοι, ακόμα κι όταν όλα γύρω μας καταρρέουν.
Η παραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών «Τα τραγούδια της Σωτηρίας» (ιδέα: Δημήτρης Χαλιώτης, καλλιτεχνική επιμέλεια: Δημήτρης Χαλιώτης, Χριστίνα Μαξούρη) ξεκίνησε την πορεία της το καλοκαίρι του 2021 με τέσσερις sold out βραδιές στο «Στέκι του Ηλία στο Θησείο» και επαναλήφθηκε με ανάλογη επιτυχία τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς στη μουσική σκηνή «Χαμάμ» στα Πετράλωνα.
Η Χριστίνα Μαξούρη θα έχει μαζί της στο ΠΛΥΦΑ τον Θοδωρή Ξηντάρη (μπουζούκι, φωνή), τον Δημήτρη Κουφογιώργο (μπουζούκι), τον Βασίλη Προδρόμου (κιθάρα, φωνή) και τον Δημήτρη Κούστα (ακορντεόν).
Καταπιάνεσαι και πάλι με τα «τραγούδια της Σωτηρίας». Γιατί;
Γιατί είναι μια παράσταση που πέρασε από πολλές δοκιμασίες μέχρι να πραγματοποιηθεί, όπως οι περισσότερες που ήταν να συμβούν μέσα στην πανδημία και που εν τέλει αγαπήσαμε πολύ και όπως φαίνεται αγαπήθηκε και από όσους την είδαν. Πράγμα που μας έδωσε χαρά και δύναμη και μας έκανε να πιστέψουμε ότι υπάρχει λόγος να επαναληφθεί. Και γιατί είναι ένα ρεπερτόριο σχεδόν πάντα λυτρωτικό, για όποιον γίνεται κοινωνός του.
Θα υπάρχουν διαφορές ή εμπλουτισμοί συγκριτικά με όσα έχουν προηγηθεί;
Ενδεχομένως να προστεθούν κάποιες σύντομες ιστορίες ή να αντικαταστήσουν ήδη υπάρχουσες. Έτσι κι αλλιώς υπάρχουν μικροδιαφορές στην αφήγηση, από παράσταση σε παράσταση, γιατί ακολουθείται μεν ένας βασικός άξονας για το πού θα ειπωθούν οι ιστορίες, εννοώ ανάμεσα σε ποια τραγούδια, και από ποια περίοδο της ζωής της Μπέλλου, αλλά στο πλαίσιο της προφορικότητας και της αμεσότητας, προκύπτουν ενίοτε επιπλέον ή διαφορετικά στιγμιότυπα σχετικά με τη ζωή, τα τραγούδια ή τον χαρακτήρα της.
Πως χαρακτηρίζεις την Μπέλλου σαν ερμηνεύτρια, τι δικό της σε «χαράζει» περισσότερο;
Η φωνή της. Είναι σα να τραγουδάνε τα βουνά, για όλο το δίκιο και το άδικο του κόσμου.
Πιστεύεις ότι τα βιώματα καθορίζουν το ύφος και τους «τρόπους» ενός καλλιτέχνη;
Αδιαμφισβήτητα. Τα βιώματα και οι προσλαμβάνουσες. Αυτό ακριβώς συνέβη και στην περίπτωση της Μπέλλου. Υπήρξε καθοριστική η συμβίωση με τον κληρικό παππού της μέχρι την ηλικία των έξι, καθοριστικό το ότι είδε στην εφηβεία της, την Βέμπο στην ταινία ‘Η προσφυγοπούλα’ και μαγεύτηκε, καθοριστική στα 17 της χρόνια η κακοποιητική συμπεριφορά που υπέστη από τον πρώτο της σύζυγο, καθοριστική η συνάντησή της με τον Τσιτσάνη, η ένταξή της στο κομμουνιστικό κόμμα, η μετέπειτα συνάντησή της με τον Αλέκο Πατσιφά.
Με ποια τραγούδια μεγάλωσες;
Με τα τραγούδια της ‘Λιλιπούπολης’, τα ‘Τραγούδια της Χαρούλας’, το ‘Φορτηγό’, το ‘Άξιον Εστί’, τον ‘Μεγάλο Ερωτικό, τη ‘Σερενάτα’, το ‘Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ’. Ό,τι περιείχαν δηλαδή κάποιοι από τους λίγους δίσκους που είχαμε στο σπίτι. Με θυμάμαι να γυρνάω από το σχολείο να τους βάζω σε επανάληψη και να κάθομαι με το χάρτινο εξώφυλλο στα χέρια να διαβάζω τους στίχους, τους συντελεστές και να χαζεύω τις φωτογραφίες των δημιουργών, όπου υπήρχαν. Και με τα τραγούδια που έπαιζαν με τις κιθάρες τους και τραγουδούσαν, ο Ζακύνος, ο Σάμης και ο Άγγελος – οι μάγοι της παιδικής μου ηλικίας - και έστηναν από το τίποτα κι από το πουθενά, μια ολόκληρη γιορτή. Τραγούδια από τη ‘Τζαμάικα’ και τη ‘Συννεφούλα', μέχρι από το ‘Όταν κοιτάς από ψηλά' και το 'Μην κλαις’.
Το σύγχρονο τραγούδι έχει μεστό κοινωνικό χαρακτήρα; Θίγει τα ζόρια που τραβάμε; Κι αν το κάνει γιατί τα τραγούδια αυτά δεν καταφέρνουν να αγκαλιαστούν απ’ το ευρύ κοινό όπως συνέβαινε στις παλαιότερες δεκαετίες;
Το σύγχρονο τραγούδι αποτυπώνει τον παλμό και τη θέση ή τη μη θέση μια κοινωνίας και θεωρώ πως τη δεδομένη χρονική στιγμή, δεν μπορεί να είναι μεστό, γιατί και η ίδια η κοινωνία μας δεν είναι. Παρ’ όλ’ αυτά, όταν γράφονται τραγούδια για τον Παύλο Φύσσα, τον Ζακ Κωστόπουλο και την Ελένη Τοπαλούδη ή τραγούδια όπως ‘Το όνομά μου είν’ το δικό σου’ του Σπύρου Γραμμένου ή το ‘Μίλα’ του Δημήτρη Μυστακίδη, μιλάμε αδιαμφισβήτητα για τραγούδια με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα.
Ένας ικανός τραγουδιστής ή ηθοποιός στις μέρες μας μπορεί να ζει μια άνετη ζωή ασχολούμενος αποκλειστικά με την τέχνη του;
Επειδή είναι πολλές και συχνά ευμετάβλητες οι παράμετροι που ορίζουν τις οικονομικές απολαβές ενός ηθοποιού, ας πούμε ότι σε πολύ γενικές γραμμές, η δουλειά του ηθοποιού είναι μια εργασία που δεν αμείβεται όσο θα έπρεπε, σε σχέση με τον το χρόνο, τον κόπο, και το είδος της προετοιμασίας και της προπόνησης που απαιτείται κατά την περίοδο των σπουδών αρχικά και των προβών και παραστάσεων μετέπειτα. Αντιθέτως, στο τραγούδι θεωρώ πως τα πράγματα είναι πιο σωστά και δίκαια αμειβόμενα.
Βαριά ευχαριστώ που χρωστάς;
Στους γονείς μου που με έφεραν στη ζωή. Κι ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ανθρώπους και τις καταστάσεις που με έκαναν -ελπίζω- καλύτερο, χρησιμότερο και δυνατότερο άνθρωπο και καλλιτέχνη.
Σε φοβίζει κάτι;
Ο εκδηλωμένος φασισμός και ρατσισμός.
Το επόμενο βήμα;
Μια θεατρική δουλειά για το ερχόμενο καλοκαίρι.
Μια ευχή;
Να παραμένουμε ακέραιοι, ευγενείς και ανοιχτόκαρδοι, ακόμα κι όταν όλα γύρω μας καταρρέουν.