Βασίλης Κουτσοθανάσης: O άνθρωπος που σέρβιρε τον Έλβις!

(VIDEO & PHOTOS) O ιδιοκτήτης της Nina Records και Recor θυμάται.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Γράφει με μεγάλη άνεση τραγούδια ακόμη και σήμερα, στα 94 του χρόνια. Οι ευρεσιτεχνίες του, η ικανότητά του, καθότι είναι άνθρωπος που όπως λέμε πιάνει το χέρι του, τα ρίσκα του ακόμη και κάτω από τη γερμανική μπότα στον πόλεμο και η δίψα του για ζωή τον έκαναν να ανοίγει συνέχεια δρόμους, μακριά από τα φώτα της προβολής όπως επέλεξε. Η μοναδική συνέντευξη που έχει δώσει είναι το 1970, όταν άνοιξε τη δική του δισκογραφική εταιρία, συγχωνεύοντας τη Nina Records με τη Phono Recor. Ένα outsider της ελληνικής δισκογραφίας που «έπαιξε» τίμια και στα ίσα.

Ο Βασίλης Κουτσοθανάσης γεννήθηκε το 1926 στη Θεσσαλονίκη. Ο πόλεμος βρήκε την οικογένειά του και τον ίδιο στην Αθήνα. Η πείνα που θέριζε τον κόσμο τότε, τους ανάγκασε να μετακομίσουν αρχές του ’41 στο Αγρίνιο, τόπο καταγωγής των γονιών του, ώστε να αναζητήσουν καλύτερες συνθήκες και το κατάφεραν. Μόλις τελείωσε ο πόλεμος το’44, βρέθηκε χωρίς να το καταλάβει εξόριστος στην έρημο Ελ Ντάμπα στην Αίγυπτο. Εκεί άρχισε να φτιάχνει βελόνες πικάπ από τα συρματοπλέγματα του στρατοπέδου και να τις ανταλλάσσει με τσιγάρα και φαγητό!

Η ζωή του είναι συναρπαστική σαν μια κινηματογραφική ταινία που πρέπει να προβληθεί χωρίς λογοκρισία για να φανεί η αξία της. Έχει χιούμορ ακόμη και σήμερα που χάνεται γενικώς. Είναι φιλόζωος και λατρεύει τις γάτες. Τις έχει σαν παιδιά του, όπως και τα τραγούδια του… Άνθρωπος με καλή καρδιά. Η συνάντηση μαζί του ήταν μια εμπειρία αξέχαστη. Ας μας τα πει ο ίδιος.
15. koutsothanasis
Έχω γράψει πολλά τραγούδια. Περίπου 700. Και μουσική και στίχους. Δεν είμαι στιχουργός, αλλά στιχοπλόκος. Όλοι νόμιζαν ότι ήμουν λεφτάς, αλλά ήμουν μπατιράκι. Έκοβε όμως το μυαλό μου κι επιβίωνα στις πιο δύσκολες καταστάσεις κι εποχές. Σε όλα τα μέρη που ταξίδευα έπαιρνα δίσκους. Έχω μέχρι τον πρώτο δίσκο 78 στροφών του Τόμας Έντισον! Κάθε μέρα γράφω τραγούδια. Σήμερα έγραψα ένα δεύτερο τραγούδι για τον Παναιτωλικό! Δεν τον έχω δει ποτέ στο γήπεδο, αλλά μου είναι πολύ εύκολο να γράψω για ποδόσφαιρο. Έχω γράψει τραγούδια και γι’ άλλες ομάδες. Όπως τον ύμνο του Ολυμπιακού, αλλά δεν κατάφερα ποτέ να φτάσει στα χέρια του Νταϊφά, τότε που ήταν πρόεδρος. Είναι αφιερωμένο στα παιδιά που σκοτώθηκαν στη Θύρα 7. Αμέσως μόλις βγήκε ο Ανδρέας Παπανδρέου πρωθυπουργός έγραψα Τα Τραγούδια του ΠΑΣΟΚ και βγήκαν σε δίσκο, όπως και τα Τραγούδια του Πολυτεχνείου που εμπνεύστηκα από το Νικόλα Άσιμο. Περισσότερο υπερήφανος είμαι για τα Μανιάτικα Τραγούδια μου, που έχω εμπνευστεί από τη συγχωρεμένη γυναίκα μου, τη Σοφία. Επίσης έχουν κυκλοφορήσει σε κασέτες, δίσκους και cd τα Ρουμελιώτικα, τραγούδια για τα μαρτυρικά Καλάβρυτα, λαϊκά, ρεμπέτικα, Μακεδονικά και άλλα πολλά για την ξενιτειά, την Αθήνα, την Πλάκα, ακόμη και παιδικά τραγούδια μου. Ήμουν φίλος με τον Νικόλα τον Άσιμο. Του έδινα δικές μου κασέτες και τις πουλούσε. Οι κασέτες μου είχαν δική μου ταινία ασφαλείας γιατί δεν συμφωνούσα με την τότε ΑΕΠΙ. Έχω γράψει πολλά βιβλία με τραγούδια για το ρεμπέτικο. Τώρα στα γεράματα μαθαίνω ούτι. Δεν έχω ησυχία…
12.koutsothanasis
Αν συμπεράνω από την ηλικία σας έχετε ζήσει πολύ δύσκολα χρόνια…
Πριν το 1940 και μέχρι το 1941 εργάστηκα σε κλειδαράδικο στην οδό Σόλωνος 105 όπου έμαθα την τέχνη. Το ’41, όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα, ανέβαιναν στην Ακρόπολη και άφηναν τα αυτοκίνητα ανοιχτά με διάφορα μικροπράγματα και τρόφιμα και τα παιδιά κλέβανε ό,τι έβρισκαν. Εγώ δεν συμμετείχα αλλά έκανα εμπόριο πουλώντας διάφορα καρτ-ποστάλ με τα αξιοθέατα της Ελλάδας καθώς και αναψυκτικά δικής μου κατασκευής! Στην Ακρόπολη από τη μεριά που βλέπει τη θάλασσα είχε κάτι φραγκοσυκιές. Τα σύκα αυτά ήταν κόκκινα μέσα. Εκεί ήταν το στέκι μου και πουλούσα λεμονάδες. Άνοιγα λοιπόν το καπάκι κι έσταζα μέσα λίγο κόκκινο ζουμί από τα φραγκόσυκα και γινόταν κόκκινο. Έτσι πουλούσα τις λεμονάδες για βυσσινάδες ακριβότερα! Να φανταστείς ότι στο Μοναστηράκι και στην Αγορά πουλάγανε νερό με κανάτι της σελήνης, πήλινο δηλαδή, που βαστούσε υγρασία για να είναι το νερό παγωμένο!

Και μετά;
Στις αρχές του ‘41 με τον πατέρα μου φύγαμε από την Αθήνα γιατί είχε πέσει μεγάλη πείνα και πήγαμε στο Αγρίνιο για να επιβιώσουμε. Εκεί έγινα κλειδαράς κι είχαμε με τον πατέρα μου κλειδαράδικο, το μοναδικό στο Αγρίνιο. Ο θείος μου ήταν αντιστασιακός, από τους παλιούς του κόμματος. Αντάρτης. Ήρθε λοιπόν και μου ζήτησε να φτιάξω ένα αντικλείδι στην αποθήκη που έκρυβαν οι Γερμανοί το σιτάρι. Το έφτιαξα με το μάτι. Ήξερα καλά τη δουλειά μου. Έκανα δύο αντικλείδια και είπα ότι το ένα θα κάνει. Έτσι οι αντάρτες πήγαιναν τη νύχτα σαν κύριοι, έπαιρναν το σιτάρι και μου έδιναν το τσουβάλι που ήταν από καραβόπανο και μπορούσες μ’ αυτό να φτιάξεις ρούχα. Στα στρώματα τότε είχε μέσα χόρτο που το έπαιρναν οι καπνιστές και το καπνίζανε! Το «πέφτει σύρμα», που λέει και σ’ ένα τραγούδι η Σάσα Μανέτα, ξέρεις πώς βγήκε; Οι τσιλιαδόροι αν έβλεπαν ότι ερχόταν κάποιος αστυφύλακας κοίταζαν ψηλά τα σύρματα της ΔΕΗ κι έλεγαν: πέφτει σύρμα, πέφτει σύρμα, με το οποίο που εννοούσαν: έρχεται ο κερατάς που τα κέρατά του έχουν φτάσει ως το σύρμα!
8.koutsothanasis
Το τέλος του πολέμου πού σας βρήκε;
Στην Αθήνα. Πριν το κίνημα το Δεκέμβριο του ‘44 επισκεύαζα αναπτήρες γιατί τα σπίρτα ήταν ακριβά. Τα σπίρτα δεν ήταν του μονοπωλίου, όπως και το οινόπνευμα. Ο πάγκος μου ήταν Αδριανού και Φλέσσα γωνία, στο σχολείο του Καμπάνη, με την επιγραφή: «Διορθώνω αναπτήρες - βενζίνη και πέτρες για τους αναπτήρες». Ερχόταν εκεί κι ένας αστυφύλακας και μου έφερνε αναπτήρες του Β Αστυνομικού Τμήματος, ο οποίος δεν μου έδινε λεφτά! Του είπα λοιπόν μια μέρα: Κοίταξε να δεις, εδώ δεν κάθομαι για να πάρω αέρα, αλλά για να ζήσω. Δίνε και καμιά δεκάρα…». «Α, έτσι;» μου αποκρίθηκε και από τότε μ’ έβαλε στο μάτι. Όταν έγινε το κίνημα μετά τον πόλεμο - δεν είχε τελειώσει ακόμη αφού στην Κρήτη ήταν ακόμη Γερμανοί - με πήγε παραπέρα από το στέκι μου, στο τμήμα μεταγωγών, και με παρέδωσε στους Εγγλέζους. Κι εκείνοι με ινδικό καράβι που είχε την επωνυμία Καπτουράν με πήγαν μαζί με άλλους πρώτα στην Αλεξάνδρεια και από εκεί με το τραίνο - μια μέρα ολόκληρη ταξιδεύαμε με μία μόνο στάση στο θρυλικό Ελ Αλαμέιν που είχε μόνο κουφάρια από τανκς, κάλυκες από σφαίρες και κανόνια - στην Ελ Ντάμπα στην Αίγυπτο σε στρατόπεδο συγκέντρωσης αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, όπου είχαν αραπάδες φύλακες ψηλά στα ικρυώματα που βλέπουμε στις ταινίες. Εκεί βρήκα μια λίμα και μ’ αυτή έκοβα κομμάτια από τα χοντρά συρματοπλέγματα της φυλακής, τα ίσιωνα, τα έξυνα κι έφτιαχνα βελόνες για πικάπ! Χοντρές σαν σακοράφες που έκαναν όμως τη δουλειά τους. Τις πουλούσα για τρία τσιγάρα την κάθε μια! Όμως δεν κάπνιζα και τ’ άλλαζα με λίγο φαγητό! Συνήθως φιστίκια που τα τρώγαμε αμέσως ή φασόλια που τα βράζαμε. Μια μέρα έφαγα τόσο φαΐ που όταν ήπια νερό έμεινα κάγκελο!

Πώς μετακινιόσασταν συνήθως στην Αθήνα;
Με τον ηλεκτρικό. Κάθε στάση του τραίνου είχε διαφορετικό εισιτήριο. Τα εισιτήρια τα αγόραζες από τον κισσέ. Σε κάθε σταθμό έμπαινε στο βαγόνι ο ελεγκτής και τα ακύρωνε με κάτι σαν τανάλια. Μετά σφύριζε με μια καραμούζα και ξεκινούσε το τραίνο για την επόμενη στάση. Τις πόρτες τις άνοιγες εσύ, δεν άνοιγαν μόνες τους. Μόνες τους έκλειναν όμως. Τα καθίσματα γύριζαν προς την κατεύθυνση που πήγαινε ο συρμός.

Στη δικτατορία πώς ήταν τα πράγματα;
Εκμεταλλεύτηκα αυτό που είπε ο Παττακός, να μην παρενοχλεί κανένας αστυνομικός το μέρος που παράγουν είτε μουσική, είτε κατσαρόλες. Τους πήγα λοιπόν την ταινία με τα τραγούδια μου και μου είπαν να την αφήσω να την ακούσουν για να τα εγκρίνουν ή όχι. Τους είπα λοιπόν ότι θα την ακούσετε μπροστά μου και ας πάρει όση ώρα να ‘ναι γιατί γι’ αυτή την ταινία έχω πληρώσει λεφτά. Θυμάμαι επίσης ότι κάποιοι γνωστοί μου έδιναν λογοκριμένα κείμενα τα οποία πήγαινα στη Ντόϊτσε Βέλε και τα έδινα στον Παύλο Μπακογιάννη, που δεν ήταν κανένας αντιστασιακός, αλλά έκανε τη δουλειά. Μ’ έναν οργανίστα φίλο μου, τον Βασίλη Βασιλειάδη, παίζαμε σε απέναντι μαγαζιά στην Κοκκινιά. Ένα - δυο τραγούδια του, πήρε ένα ντουέτο Γιουγκοσλάβων τότε, ένας Σέρβος ο Στέβο Τεοντοσιέβσκι και η Έσμα Ρετσέλοβα, η γύφτισσα τραγουδίστρια από τα Σκόπια, και τα έκαναν σουξέ εκεί. Έμενα στο σπίτι του τότε. Τον είχα γνωρίσει μέσα σ’ ένα δισκάδικο.
1.koutsothanasis
Πώς καταφέρατε να αποκτήσετε τη δική σας εταιρία δίσκων;
Έφτιαχνε μήτρες ο Σπύρος Πιπεράκης που έπαιζε και κιθάρα κι είχε κι ένα στούντιο, ένα από τα τέσσερα στούντιο ηχογραφήσεων που υπήρχαν τότε. Εκεί έγραψα τα πρώτα τραγούδια μου, ένα 45άρι για το Αγρίνιο. Ήταν κι ένας που τύπωνε δίσκους που λεγόταν Καράκαλος που είχε μηχανή μόνο γι’ αυτή τη δουλειά. Είχα γνωριστεί λοιπόν με τον Πέτρο Νικολάου που είχε τη δισκογραφική Nina και ήταν και μουσικός. Επίσης ήταν συνεταίρος και με κάποιον στην Αμερική. Έτσι λοιπόν η Nina ήταν αδερφή εταιρία της Recor. Η Nina είχε ιδρυθεί στην Αμερική, όπου είχα πάει και είδα τα γραφεία της στην 5η Λεωφόρο. Αγόρασα τη Nina εφ’ όσον o ιδιοκτήτης χρώσταγε παντού. Έκανε μεγάλη ζωή. Έφτασε σε σημείο να θέλει να φύγει νύχτα. Κοιμόταν στο εργοστάσιο μαζί με τον σκύλο παρέα. Κι έφυγε τελικά Κυριακή βράδυ που ήταν όλα κλειστά. Μου έλεγε ότι αν φύγει από τα σύνορα δεν θα του κάνουν τίποτα. Μου πρότεινε να πάρω την εταιρία. Του είπα ότι δεν έχω χρήματα, να κοιτάξουμε μήπως την πουλήσουμε σε άλλη δισκογραφική στην Ελλάδα. Το έψαξα και δεν ήθελε να πάρει κανείς μια διαλυμένη εταιρία. Τελικά πήρα εγώ την εταιρία και τον εξοπλισμό της τον αγόρασα από δημοπρασία! Έκανα ξεσκαρτάρισμα σε όσα νούμερα δεν πήγαιναν (εν. αποτυχημένους εμπορικά δίσκους) και κράτησα μόνο Πόλυ Πάνου, Γιάννη Παπαϊωάννου, Στέλιο Καζαντζίδη και τα δημοτικά. Στη δική μου εταιρία είχα ξεκινήσει με δημοτικό τραγούδι. Ο Χρόνης Αηδονίδης πρωτοτραγούδησε στη Recor ένα δίσκο με Θρακιώτικα και ένα δίσκο με Μακεδονίτικα τραγούδια με δική μου επιλογή, στο δικό μου στούντιο στην οδό Δεληγιώργη 51 στην Ομόνοια. Έτσι πήρα τη Nina το 1970 και πήγα αμέσως στο υπουργείο να την ονομάσω Recor, αλλά μου είπαν ότι υπήρχαν μακαρόνια Recor! Κι έτσι την ονόμασα Phono Recor. Καλούσα μεγάλους τραγουδιστές από άλλες εταιρίες που είχαν το ελεύθερο και βάση συμβολαίου από τη δισκογραφική τους ηχογραφούσαν ένα τραγούδι στους δίσκους μου και η εταιρία τους έδινε 20 δίσκους. Μετά την πτώση της χούντας μεταβίβασα την εταιρία στη θετή κόρη μου Άννα Μαρκόγιαννη και στα παιδιά της Αντώνη και Παναγιώτη. Να ο πρώτος μου δίσκος όπως τον έβγαλα από την πρέσα. Ιερά Οδός 222, Χαϊδάρι. 14 Νοεμβρίου 1970.
4.koutsothanasis
Σε ποια τραγουδίστρια είχατε αδυναμία;
Στη Μπέμπα Μπλανς. Εσύ σε ποιόν έχεις αδυναμία;

Στον Elvis Presley…
Ξέρεις πόσες φορές έχω σερβίρει το Elvis Presley εκεί που ήμουν; Όταν υπηρετούσε τη θητεία του στη Γερμανία ήμουν μπάρμαν στη Λέσχη Αξιωματικών του Μανχάιμ κι ερχόταν εκεί κι έπινε. Και ο Bill Haley επίσης. Αυτός ερχόταν πιο συχνά εκεί. Στρατιώτης ήταν κι αυτός τότε. Είχαν αποσπαστεί εκεί. Τρία χρόνια έμεινα στο Μανχάιμ. Έχω βγάλει κι ένα βιβλίο: Η Τέχνη Του Μπάρμαν. Μου την έμαθε ο αρχιμπάρμαν της Λέσχης αυτής. Η παρέα μου στο μπαρ αυτό ήταν ο Τζίμης Μακούλης, όταν ερχόταν εκεί να με δει. Τότε επίσης έπαιζα ακορντεόν σε μια γερμανική ορχήστρα.
Bill Haley Elvis in army
Και μετά;
Γύρισα στην Ελλάδα και εργάστηκα μουσικός στο κέντρο Κατελάνου κάτω από το θέατρο Περοκέ, όπως επίσης σε λαϊκά κέντρα. Ακόμη έπαιξα σε μπουλούκια σαν μουσικός και στην πρόζα με τον Ζανίνο Φωτιάδη, Χουλιαρόπουλο, Αλέκο Μπούμπη, στον κινηματογράφο με τη Μελίνα Μερκούρη, τον Αλέκο Αλεξανδράκη, το Γιώργο Φούντα, τη Σοφία Βέμπο. Σε όλα αυτά τα χρήματα ήταν λίγα και μόνο σε πανηγύρια με τη χαρτούρα ήταν κάπως καλά. Γι’ αυτό πολλοί μπουζουξήδες έφυγαν στην Αμερική για καλύτερα μεροκάματα.

Για το βινύλιο;
Υπάρχει γιατί έχει ταυτότητα.

Ποιο είναι το μότο σας;
Πάντα έλεγα ότι οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους. Δεν έκανα ποτέ κατά τα άλλα παρέα με μουσικούς. Αυτοί μπορούν να σε αναγκάσουν μ’ ένα δικό τους τρόπο να… τότε έπεσε το ρεύμα και ξεχαστήκαμε..
3.koutsothanasis
Γέμισε η Αθήνα παπατζήδες
Μουσική - Στίχοι: Βασίλης Καραθανάσης

Γέμισε η Αθήνα παπατζήδες
και βουλευτές αεριτζήδες
λαχεία και προπό και λόττο
το κράτος στο παιχνίδι πρώτο

Κάθε γωνιά και πολιτσμάνος
τρέχουνε τρέχω και δεν φτάνω
που θα μας βγάλει αυτή η ιστορία
έχω μεγάλη απορία

Εδώ παπάς εκεί παπάς
το ξέρω φίλε που το πας
εγώ ‘μαι ρέστος δεν μασάς
δεν έχω φράγκο να μου φας

Την αγαπώ την πατρίδα
κι όμως καλό ποτέ δεν είδα
όλο ζητάει να μου τα παίρνει
και από πάνω να με δέρνει

Με βγάλανε κι απ’ τη δουλειά μου
τι θ’ απογίνει η φαμελιά μου
άνεργος τώρα μεσ’ το σπίτι
γυρνώ σαν το φτωχό σπουργίτι

Η ξυπόλητη - Βασίλης Κουτσοθανάσης

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!