Η σπουδαία «διεθνής» πιανίστα Έφη Αγραφιώτη μιλάει στο Ogdoo.gr

Την Παρασκευή 13 Μαΐου, θα παρουσιάσει τρία δισκογραφήματα στο Μέγαρο
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
04/05/2022
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η Έφη Αγραφιώτη είναι ένα από τα πρόσωπα της «σοβαρής» μουσικής στην Ελλάδα, που κατάφερε πολύ νωρίς, να βγει με τις ερμηνείες της στο πιάνο, έξω από τα ελληνικά σύνορα. Με πάνω από 400 συναυλίες εκτός Ελλάδας, έστω και σε μικρές αίθουσες όπως λέει η ίδια με σεμνότητα, με αμέτρητες ώρες διδασκαλίας, με ήθος, διαμόρφωσε μιά μουσική προσωπικότητα που εδώ και πολλά χρόνια είναι σεβαστή απ' όλους. Οπως είπε η ίδια σε μια συνέντευξή της: «Η μουσική είναι ένας ηθικός κανόνας. Δίνει ψυχή στο σύμπαν, φτερά στη σκέψη, απογειώνει τη φαντασία, χαρίζει χαρά στη λύπη και ζωή στα πάντα», είπε κάποτε ο Πλάτωνας. Η μουσική είναι μια παγκόσμια γλώσσα, με την οποία οι άνθρωποι μοιράζονται την ομορφιά, την καρδιά και το πνεύμα, τον παλμό της ψυχής και την αίσθηση».
ΠΡΟΒΑ ΟΣΛΟ
Μέσα από το επίσημο βιογραφικό της διαβάζουμε:

΄΄Η Έφη Αγραφιώτη γεννήθηκε το 1955 και μελέτησε πιάνο και θεωρητικά στο Εθνικό Ωδείο. Παρακολούθησε ανώτερους κύκλους σπουδών στη Μόσχα, το Βερολίνο, τη Γενεύη και τη Λοζάννη, σεμινάρια στο Μόναχο, τη Σιένα, και τη Ζυρίχη. Παράλληλα σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα και αργότερα, στη Γενεύη, Ιστορία Τέχνης. Έχει ηχογραφήσει τρεις δίσκους βινυλίου και τρεις δίσκους ακτίνας με ελληνική μουσική για πιάνο. Ως σολίστ παρουσίασε έργα για πιάνο Ελλήνων συνθετών σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ασχολείται επί τριάντα χρόνια με την μελέτη και την παρουσίαση της ελληνικής μουσικής και έχει παίξει έργα ελλήνων συνθετών στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Ως συγγραφέας έγραψε δύο βιβλία για το "Πιάνο" και μια μονογραφία με τίτλο "Αριστοτέλης Κουντούρωφ" που κυκλοφορούν από τον εκδοτικό Οίκο "Παπαγρηγορίου - Νάκας" και πρόσφατα το βιβλίο "Η Μουσική δεν είναι Γένους Θηλυκού;" που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις "Δρόμων". Υπήρξε για είκοσι χρόνια συνεργάτρια του Τρίτου Προγράμματος της ΕΡΤ.΄΄


Σίγουρα μια μουσική προσωπικότητα σαν τη δική της δεν μπορεί να περιγραφεί σε λίγες γραμμές. Την αποκάλεσαν ΄΄Η φωνή του πιάνου΄΄ και διαβάζοντας τις απαντήσεις που έδωσε, νομίζω ότι μπορεί ο καθένας μας να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για το τι σημαίνει καλλιτέχνης, ήθος, μουσική προσωπικότητα. Σε αντίθεση με την γενικότερη ένδεια των καιρών μας, η κυρία Εφη Αγραφιώτη μας δείχνει, με τον δικό της τρόπο, τι σημαίνει καλλιτεχνικός πολιτισμός.
ΑΓΡΑΦΙΩΤΗ ΚΑΤΣΑΡΗΣ 3
Με τον σπουδαίο πιανίστα Κυπριανό Κατσαρή

Kυρία Αγραφιώτη, θεωρείστε μια από τις πιο διακεκριμένες πιανίστες, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε παγκόσμια κλίμακα. Μια ερώτηση που προκύπτει σε κάποιον που δεν είναι ειδικός, είναι πώς γίνεται σε μια χώρα σαν την Ελλάδα που η «σοβαρή» μουσική ουσιαστικά δεν είναι κομμάτι της τρέχουσας κάθε φορά επικαιρότητάς μας, πώς γίνεται, λοιπόν, αυτή η χώρα να έχει βγάλει τόσο σημαντικές μουσικές μορφές. Είναι κάτι, σαφώς, που δεν είναι τυχαίο, αν σκεφτεί κανείς πόσα ονόματα Ελλήνων μουσικών θα μπορούσαμε να παραθέσουμε.


Είναι μια πολυμορφική ερώτηση που μπορούμε να την απαντήσουμε με πολλούς τρόπους. Τα μεγάλα λόγια όμως είναι και ανέκδοτα μερικές φορές, ας είμαστε προσεκτικοί με το τι σημαίνουν οι λέξεις. Εγώ, προσωπικά, δεν έχω πει ποτέ ότι είμαι διακεκριμένη σε παγκόσμια κλίμακα. Βέβαια, το ότι έχω κάπου τετρακόσιες φορές παίξει εκτός Ελλάδας, ή το πω ή δεν το πω, είναι γεγονός. Παίζω εκτός Ελλάδας από το 1977, σχεδόν ...μισό αιώνα.. Παίζω σε σχετικά μικρές συναυλιακές αίθουσες τις περισσότερες φορές. Δεν υπάρχει καμία σύγκριση με τις μεγάλες συναυλίες των παγκόσμια διακεκριμένων. Είμαι λοιπόν μια μουσικός που για πολλούς λόγους έχει την ικανοποίηση να παίζει στο κοινό πολλών χωρών και πόλεων, σε εκδηλώσεις οργανωμένες από φορείς ή οργανωμένες από το καλλιτεχνικό μου γραφείο, τον μάνατζερ μου, έχω παίξει με εξαιρετικές ορχήστρες και θαυμάσιους μαέστρους, γενικά είμαι ευτυχής.. Αυτή είναι η επαγγελματική περιγραφή. Θα προσθέσω ότι δεν βασίστηκα στο ρεπερτόριο υψηλής απόδοσης ποτέ. Από την αρχή της συνεργασίας μου με τον μάνατζερ μου στη Ζυρίχη εξέφρασα την επιθυμία να ασχοληθώ με τη μουσική που δεν παίζεται και αυτή η σκέψη υπηρετήθηκε ιδανικά από τον Χελμουτ Χουγκ, τον μάνατζερ και δεύτερο πατέρα μου. Έπαιξα έργα ρεπερτορίου πάμπολλα, ασφαλώς, γιατί αλλιώς δεν πατάς στη σκηνή, αλλά έπαιξα και πολλές δεκάδες Έλληνες συνθέτες, έπαιξα τα άγνωστα έργα πολλών γνωστών μουσουργών και έπαιξα πέντε δεκάδες τουλάχιστον, Γυναίκες συνθέτριες μέσα σε είκοσι χρόνια. Ας μη μακρηγορήσω. Οι Έλληνες μουσικοί, αναφέρομαι στους σολίστ και τους τραγουδιστές έχουν κερδίσει την αποδοχή επειδή είναι ωραίες, έμψυχες καλλιτεχνικές προσωπικότητες, είναι εργατικοί, ευφυείς, αγωνίζονται, επιμένουν και επιθυμούν να κάνουν καλά την δουλειά τους. Δεν είναι όμως μεγάλος ο αριθμός. Έχουμε κι άλλους, που θα είχαν άριστες επιδόσεις αν στηρίζονταν λίγο περισσότερο. Από ποιον; Ιδού το ερώτημα. Απαντώντας και στην διαπίστωση σας ότι η σοβαρή μουσική δεν είναι κομμάτι της τρέχουσας κάθε φορά επικαιρότητάς μας, θα τολμήσω να πω -αν και θα ήθελε πολύ συζητηση αυτό-, ότι ενώ είναι πολύ εύκολο, αν ξέρουμε, να την διδάξουμε στον νέο άνθρωπο, άλλες δυνάμεις όπως τα συμπλέγματα και η έλλειψη της παραμικρής παιδείας γύρω από το τι είναι Τέχνη και τι είναι ψυχαγωγία, αγωγή ψυχής, είναι άγνωστες λέξεις στα σχολεία.

Τι σημαίνει για εσάς μουσική; Τι ρόλο έχει παίξει στη ζωή σας η μουσική γλώσσα, η μουσική επικοινωνία;

Με τα λόγια του Ελύτη θα ξεκινήσω: Στο βυθό της μουσικής τα ίδια πράγματα σ’ ακολουθούν μετουσιωμένα. Η μουσική είναι για μένα μια πνευματική ενασχόληση με το μη ρεαλιστικό στοιχείο της ζωής. Ο Πλάτων προσδιορίζει και κάτι ακόμα και με συμπληρώνει: στην Πολιτεία αναφέρει: «Ό,τι είναι για το σώμα η γυμναστική είναι για την ψυχή η μουσική. Άρα, καθόλου τυχαίο δεν είναι το ότι πέντε από τις Μούσες προστάτευαν εκφράσεις της μουσικής πράξης. Επίσης, η μουσική είναι αναρριχητική δύναμη. Οδηγεί τη χρήση των αντανακλαστικών μας, τη λειτουργία του εγκεφάλου μας, την εσωτερίκευση και εξωτερίκευση της αρμονίας των ήχων, ακόμα και στην κινητική μας επάρκεια παίζει το ρόλο της. Στη ζωή μου παίζει όλους τους ρόλους. Μου μιλάει και της μιλάω επι παντός επιστητού. Με διδάσκει το Μέτρο, χαιρόμαστε μαζί την ομορφιά και με οδηγεί στην Κάθαρση. Είναι δίπλα μου σε ό,τι θέλω να αναζητήσω, με βοηθάει να καταλάβω την ποίηση με άλλο εργαλείο, ανατρέχω στη μουσική για να εξηγήσω το απροσδιόριστο. Η Μουσική είναι μια γλώσσα που δεν χρειάζεται να την σπουδάσεις για να επικοινωνήσεις μαζί της. Είναι μια παγκόσμια γλώσσα ανοιχτή σε όλους. Δέκα ήχοι αρκούν. Θα επανέλθω στην ποίηση: Του Γιώργου Σαραντάρη οι στίχοι: «Μέσα στη μουσική υπάρχει χώρος να κοιμηθεί ο άνεμος και μαζί του να ταξιδέψουμε κι εμείς. Μέσα στη μουσική εφύτεψαν ένα πάθος παράξενο…
ΛΑΖΑΡ ΜΠΕΡΜΑΝ ΕΑ 1
Με τον Λάζαρ Μπέρμαν

Ποια ήταν η στιγμή που, σαν παιδί, αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την μουσική; Ποιο ερέθισμα σάς οδήγησε εκεί; Ποιος ήταν ο πρώτος δάσκαλος που σας συνεπήρε;

Είμαι παιδί μικροαστικής αλλά μουσικόφιλης οικογένειας και στα νιάτα μου υπήρχαν πολλές τέτοιες οικογένειες στην Αθήνα και όχι μόνο, σε αντίθεση με τις μονόπλευρες υπερβολές που ακούμε. Ακούγαμε λοιπόν μουσική στο σπίτι, ήταν κάτι αυτονόητο, μας ένωνε και μας ευχαριστούσε αυτή η παρέα με τους ήχους. Ο Τίνο Ροσσι και η Μαρία Κάλλας, ο Χάιφετς, ο Αρτούρο Μπενεντέττι Μικελαντζελλι, ο Βάλτερ Γκίζεκινγκ και ο Γκουιντο Αγκόστι νου ήταν οικείοι καλλιτέχνες. Χρόνια μετα παρακολούθησα σεμινάριά του Αγκόστι και το ήθελε η τύχη να αγοράσω ένα από τα πιάνα του, που έκτοτε είναι το πιάνο μου. Μάθαινα από τον πατέρα μου ένα σωρό υπέροχα πράγματα για μουσικούς και ορχήστρες, πηγαίναμε στο Ρεξ πολύ συχνά στις συναυλίες και βέβαια σε ρεσιτάλ. Όταν ο πατέρας με ρωτούσε αν θέλω να μάθω κι εγώ μουσική απαντούσα ότι θα το σκεφτώ. Νωρίτερα όμως από την περίοδο αυτή, το Δεκέμβριο του 1960, στα τέσσερα μου χρόνια είχα ακούσει την Τζίνα Μπαχάουερ στο Χίλτον. Πήγαμε με τη γιαγιά μου -που ήταν ένα αηδόνι- και την μητέρα του Βαγγέλη Παπαθανασίου που ήταν συγγενής της Μπαχάουερ. Έκανα …σοβαρές δηλώσεις στο τέλος, επειδή δεν μου άρεσε το φουστάνι της Μπαχάουερ και τα κολλημένα της μαλλιά, αλλά η αλήθεια είναι ότι όταν μου μίλησε ένιωσα να ταυτοποιώ τη σολίστ με το όργανο, σας το εξηγώ στη σημερινή γλώσσα βέβαια…Τα μαθήματα πιάνου πάντως τα άρχισα αρκετά χρόνια μετα, αλλά δεν είχα ποτέ ξεχάσει την συναυλία της Μπαχάουερ, αυτό είναι βέβαιο... Σημασία έχει ότι δεν είχα δεύτερης ποιότητας δάσκαλο ποτέ. Δυο δάσκαλοι με κατηύθυναν με σοφία. Ο Χαράλαμπος Κρητικός και η Ρένα Κυριακού, που την αισθάνομαι σαν μέντορα μου.

Έχετε αφιερώσει άπειρες ώρες της ζωής σας στη μουσική. Από την μια, δεν σταματήσατε ποτέ να μελετάτε, από την άλλη υπήρξατε εσείς δασκάλα σε πολλούς μαθητές που σήμερα είναι καθιερωμένοι καλλιτέχνες. Υπάρχει ουσιαστικό πάρε-δώσε σε αυτή τη σχέση δάσκαλου και μαθητή; Εσείς πως το βιώσατε
;

Ο Λιστ έλεγε ότι ο μουσικός για να προοδεύσει πρέπει να είναι ταυτόχρονα σολίστ, δάσκαλος και συνθέτης, γιατί αυτό το τρίπτυχο τον οδηγεί στην ωριμότητα. Ας το σκεφτούμε, δεν είναι τόσο γενικής σημασίας όσο ακούγεται. Πολλοί πιανίστες δηλώνουν ότι δεν συνδυάζεται με τη σταδιοδρομία, για πρακτικούς λόγους, αλλά για μένα είναι πιο δυνατό αυτό που λένε οι σολίστ που διδάσκουν: η διδασκαλία διδάσκει και τον σολίστα, μπορεί να τον διδάσκει περισσότερο από όσο αυτός διδάσκει τον μαθητή του.. Η γνώση αενάως πρώτα αποκτιέται και μετά προσφέρεται, ο δάσκαλος διδάσκει και διδάσκεται. Στην πραγματικότητα, αυτό το έχει πει πολλές φορές, αλλά το επαναλαμβάνω, είμαστε δάσκαλοι και μαθητές των μαθητών μας, μαθητές των δασκάλων και των δασκάλων των δασκάλων μας. Υπάρχει κάτι άλλο ωραιότερο; Η αμφίδρομη αυτή επικοινωνία είναι ελκυστική. Μοιράζονται σκέψεις και εμπειρίες, πάνω στο ζητούμενο της μουσικής εκπαίδευσης: στην προσέγγιση της μουσικής γνώσης και της επίγνωσης. Η διδασκαλία είναι κεντρικός βραχίονας του δικού μου μουσικού ταξιδιού. Έχω μάθει πολλά για την τέχνη και την τεχνική, προσπαθώντας να τα εξηγήσω στους νέους.

Έχετε ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ελληνικότητα στην τέχνη σας, με την έννοια ότι έχετε μελετήσει και παρουσιάσει στο κοινό πολλούς σημαντικούς Έλληνες συνθέτες. Ως γνώστρια της μουσικής, τι θα λέγατε ότι ξεχωρίζει έναν Έλληνα συνθέτη σε σχέση με κάποιον ξένο; Και τελικά, η μουσική έχει σύνορα;

Θα αρχίσω από την τελευταία σας σκέψη: η Μουσική κινείται συμπαντικά. Δεν παίρνει το μαγικό ραβδί να πάει πχ στη Μπολόνια ή στο Παρίσι, να επιλέξει το σπίτι μου κι όχι το δικό σας... Η λεπτομέρεια που μερικές φορές δυσκολεύει το κοινό να εκτιμήσει κάτι που δεν ξέρει, είναι η οικειότητα του με την ψυχοσύνθεση του συνθέτη η οποία εξαρτάται, από το πού και πότε έζησε, τι του αρέσει να ακουμπάει στο πεντάγραμμο, ποια είναι τα κοινωνικά και πολιτικά του δεδομένα, ποια μουσική φόρμα τον ελκύει περισσότερο για να την χρησιμοποιήσει γράφοντας μια σύνθεση κλπ.. Η γλώσσα, η ιστορία, οι παραδόσεις, οι εγκύκλιες σπουδές, η αρμονική γλώσσα εμπνέουν. Ενίοτε για να γίνει αποδεκτή μια μουσική γλώσσα, περνούν δεκαετίες. Το ίδιο έγινε με τους μαύρους συνθέτες της Αμερικής, και από άλλη σκοπιά, με τους βόρειους λαούς που ακόμα σήμερα κρίνουμε τη μουσική τους άτονη, ψυχρή. Εμείς εκθειάζουμε τη δική μας αλλά αυτοί ταυτίζονται με την δική τους. Όλα αυτά είναι σχετικά. Αγαπάμε πρώτα αυτό που είναι σε μας οικείο. Η ταυτότητα ενός συνθέτη από την Ελλάδα εξαρτάται από το βιωματικό στοιχείο, τον οδηγεί η παιδεία του, μουσική και γενικότερη. Ακριβώς το ίδιο και με έναν ξένο. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, η έννοια ξένος στη μουσική δημιουργία μεταλλάσσεται σε παρωχημένη.. Η οικογένεια των δημιουργών συνθέτει ελεύθερα αυτό που επιθυμεί κι αν είναι τυχερή, θα παιχτεί και θα κριθεί. Την ίδια ώρα εκατοντάδες άλλοι δημιουργοί προσπαθούν να βάλουν στο πεντάγραμμο ή στον υπολογιστή την δική τους έμπνευση.

Ακόμα ένα στοιχείο που σας ξεχωρίζει είναι η ενασχόλησή σας με τις γυναίκες-συνθέτριες. Τι είναι αυτό που σας έκανε να τις ΄΄ψάξετε΄΄; Θεωρείτε ότι είναι αδικημένες στην προβολή και στη φήμη σε σχέση με τους άντρες συναδέλφους σας;

Η προβολή και η φήμη δεν είναι κριτήριο. Το ζήτημα είναι γιατί τόσες εκατοντάδες ταλαντούχες και μορφωμένες μουσικά γυναίκες να κείτονται στην απόλυτη σιωπή. Ήταν κάτι που από τα είκοσι μου με απασχολούσε, και έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο η γνωριμία μου με την Ρένα Κυριακού, σπουδαία προσωπικότητα του πιάνου και καταπληκτική συνθέτρια από τα τέσσερα της χρόνια μέχρι τα 35 της. Τα πρώτα χρόνια σχολίαζαν ότι ασχολούμαι με δευτερεύουσες μουσικές προσωπικότητες, αν και είναι γνωστές όσες αξίζουν, δεν τις πειράζει κανείς να μη γράψουν μουσική! όπως και με τους άνδρες δηλαδή. Το τραγικό είναι ότι αυτά τα έλεγαν καθηγητές, μαέστροι και συνθέτες. Το δικαιολόγησα τότε γιατί κάτι που δεν γνωρίζουμε το υποτιμούμε για να επιβιώσει το αναφαίρετο δικαίωμα να έχουμε γνώμη σώνει και καλά, για όλα. Οι προκαταλήψεις όμως που πίεζαν την επιθυμία των γυναικών να γράψουν μουσική διατρέχουν τους αιώνες. Η φύση τους επιθυμούσε αλλά η κοινωνία χλεύαζε και απαγόρευε. Θα μπορούσαν να γυριστούν για το θέμα διακόσια ντοκιμαντέρ. Θεωρώ ότι σε τόσους αιώνες μουσικής ιστορίας, είναι αυτονόητο ότι αν είχαν οι γυναίκες δυνατότητα να γράψουν από επιλογή τους μουσική, η ροή της μουσικής ιστορίας θα ήταν διαφορετική. Να προσθέσω ότι γυναίκες έχουν συνθέσει έργα που θεωρούνται δημιουργίες των αδελφών τους, των συζύγων τους κλπ., γυναίκες φρόντισαν να αξιοποιηθούν και να εκδοθούν έργα δικών τους ανθρώπων, αρσενικών. Εν κατακλείδι, ασφαλώς διαφορές στη δημιουργική έκφραση των ανθρώπων υφίστανται μεν στο υποσυνείδητο, ασκούνται όμως μέσα στα δεδομένα της κοινωνίας και του αξιακού της συστήματος, σε συνάρτηση με την γεωγραφική και κοινωνική συγκυρία.

Μου έχει τύχει να ακούσω σε ηχογράφηση ένα από τα αγαπημένα μου έργα με σολίστα στο πιάνο τον Ρίχτερ. Και μάλιστα ήταν αρκετά παλιά ηχογράφηση, στην Πράγα. Ακούγοντας το ίδιο έργο με κάποιον άλλον σολίστα στο πιάνο, ένιωσα ότι δεν ήταν το ίδιο έργο. Εσείς, ως ειδική, πως θα το εξηγούσατε αυτό;

Θα ρισκάρω να μαντέψω ότι αναφέρεστε στο πρώτο κοντσέρτο του Τσαϊκόφσκι, που έπαιξε ο μέγιστος Ρίχτερ το 1954 στην Πράγα, με την Τσεχική Φιλαρμονική Ορχήστρα. Έχω λιώσει το δίσκο αυτό από τις αμέτρητες ακροάσεις. Ήταν μια αλλιώτικη, μια επαναστατική ερμηνεία του Ρίχτερ . Αρχικά ξεσήκωσε αντιδράσεις. Τον χαρακτήρισαν αδιάφορο, άμουσο κλπ. Για τη συγκεκριμένη διαφορετική ερμηνεία όμως, πολλοί μετέπειτα ακροατές, έχουν δηλώσει ότι δεν άντεχαν καμμιά άλλη ερμηνεία μετα από αυτήν του Ρίχτερ. Πηγαίνοντας στο ερώτημα σας, αυτό που περιγράφετε, είναι το υγιές, το επιθυμητό. Πρόκειται για την υπερβατική δύναμη της αρμονίας των ήχων. Μιλάμε εκείνη τη στιγμή με τη μουσική, δίνουμε και παίρνουμε! Επικοινωνείτε εσείς με την ερμηνεία μιας φράσης ή μιας παύσης σε α βαθμό και εγώ σε β βαθμό. Σας άγγιξε το τάδε σημείο, ενεργοποίησε την αισθητική ή τη συναισθηματική χορδή σας και σας έδωσε μια απάντηση, σας έστειλε ένα νεύμα ή ζωντάνεψε κάτι που κειτόταν αδρανές. Το ίδιο έγινε σε μένα, με μια άλλη ερμηνεία. Η Μουσική είναι ένα απέραντο γλωσσικό και συναισθηματικό καταφύγιο.
ΜΟΣΧΑ ΟΙΚΙΑ ΓΚΟΛΝΤΕΝΒΑΙΖΕΡ
Στην οικία Γκόλντενβάιζερ στη Μόσχα

Την Παρασκευή 13 Μαΐου, τι ακριβώς θα παρουσιάσετε στο Μέγαρο Μουσικής της Αθήνας;

Αν και κυκλοφόρησαν τρία cds σειράς « Ήχοι από το Συρτάρι» μέσα σε ενάμιση χρόνο και μάλιστα, του κορονοϊού βασιλεύοντος, δεν είχαμε κάνει αυτή την εκδήλωση που αποκαλούμε «παρουσίαση». Η δισκογραφική μου λοιπόν εταιρία, η Irida Classical, οργάνωσε την παρουσίαση των τριών δισκογραφημάτων για την Παρασκευή 13 Μαΐου, στις 8.30 το βραδάκι, στην Μουσική Βιβλιοθήκη, στο Μέγαρο Μουσικής. Προσκαλούμε και τους ενδιαφερόμενους αναγνώστες σας. Θα χαρούμε να τους υποδεχτούμε. Θα παίξω κάποια αποσπάσματα από τα cds και ο λόγος θα ανήκει σε τρεις σημαντικότατους ανθρώπους της μουσικής για να τα παρουσιάσουν. Ομιλητές θα είναι ο μουσικογράφος Θωμάς Ταμβάκος που όλοι όσοι παίζουν ελληνική μουσική έχουμε ωφεληθεί, χάρη στο Αρχείο των Ελλήνων Μουσουργών, άλλως ΑΕΜΘΤ, που ίδρυσε πριν 41 χρόνια, ο πιανίστας, εξαιρετικός συνάδελφος και δάσκαλος Διονύσης Μαλλούχος, ο οποίος πρόσφερε και ανεξίτηλες υπηρεσίες στους φιλόμουσους τα χρόνια που διηύθυνε το πολύπαθο Τρίτο Πρόγραμμα της κρατικής ραδιοφωνίας, και ο λυριστής (υπέροχος τίτλος δεν είναι;), συνθέτης και δάσκαλος Νίκος Ξανθούλης. Η είσοδος είναι ελεύθερη αλλά πρέπει να προηγηθεί τηλεφώνημα για την δέσμευση θέσης, στο τηλέφωνο 210-6541140

Υπάρχει «εκπαιδευμένο» ελληνικό κοινό; Είχατε πει σε μια παλιότερη συνέντευξή σας ότι το 1978 παίξατε Σκαλκώτα με έντεκα ακροατές, και το 1982 στο Ηρώδειο με το θέατρο γεμάτο. Υποθέτω ότι δεν πρόλαβε να πολλαπλασιαστεί τόσο πολύ το κοινό του Σκαλκώτα μέσα σε τέσσερα χρόνια. Μήπως το κοινό του Ηρωδείου έχει να κάνει με την, ας πούμε, «κοσμικότητα» του χώρου;

Πάντα θα υπάρχει κοινό που θα θεωρεί λιγότερο φιλικό του Ηρώδειο από κάποιο άλλο χώρο, έτσι νομίζω. Εκείνα τα χρόνια, ο Φιλολογικός Συλλογος Παρνασσός, στην πλατεία Καρυτση φιλοξενούσε δεκάδες συναυλίες κάθε μήνα, αστείες και σοβαρές.. παρόλα αυτά… έμεινε άδειος στη συναυλία με τα έργα του Σκαλκώτα. Το κοινό του Σκαλκώτα πολλαπλασιάστηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια στο εξωτερικό. Εμείς, ό,τι μας έρχεται έτοιμο το χειροκροτούμε και το σεβόμαστε σαν…δικό μας. Ο άνθρωπος αυτός πέρασε πολύ δύσκολη ζωή και έφυγε νέος, άρα δεν πρόλαβε να διεκδικήσει λίγη τύχη έστω.. Σχετικά με την αριθμητική βελτιστοποίηση, μερικά πράγματα δημιουργούν ρεύμα, αύρα. Ίσως κάποιες συναυλίες να είχαν αυτή την τύχη. Ο Σκαλκώτας μόλις τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, έγινε ο παμμέγιστος μουσουργός παγκόσμιας πρωτοπορίας που ακούμε όσοι τέλος πάντων ακούνε, τη μουσική του. Πώς όμως να μάθει το αυτί να ακούει τη μουσική του Σκαλκώτα όταν σε δέκα χρόνια σπουδών στα ωδεία και επι έξι δεκαετίες δεν είχε καν πλησιάσει;

Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο άνθρωπο που θέλει να ασχοληθεί με την μουσική, με το πιάνο; Φαντάζομαι ότι από μόνο του το ταλέντο δεν φτάνει…..

Να μάθει πώς να μαθαίνει. Να διατηρήσει μικρό καλάθι και να μη περιαυτολογεί. Να αποκτήσει μουσική εμπειρία συναυλιακή και σεμιναριακή. Να ερευνά τον ήχο. Θα είναι ευτυχισμένος αν παρακολουθεί συνειδητά τα βήματα του, κι αν ακούει όχι μόνο όσα του αρέσουν αλλά και όσα δεν του αρέσουν. Ο δρόμος είναι ανηφορικός, η ανταγωνιστική επιθετικότητα στα ύψη, η ανάγκη αφιέρωσης είναι απόλυτη, χρειάζεται λοιπόν ένα σχεδιασμένο πρόγραμμα, δάσκαλοι συμβουλάτορες δίπλα του, σφαιρική παιδεία, αλλά και στήριξη ηθική και συναισθηματική. Πάνω από όλα, χρειάζεται να παραμείνει σοβαρός και συνεπής. Δεν είναι καθόλου κακό πάντως, να αγαπάει τη μουσική και να ασκεί άλλο επάγγελμα.

Υποθέτω ότι θα σας φανεί κάπως «παιδική» η τελευταία ερώτηση, αλλά αν σας ρωτούσα ποιος ήταν ο συνθέτης που σας «τάραξε» όταν ήρθατε για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του, ποιον θα λέγατε;

Θα απαντήσω με ευκολία. Ήταν ο Γκαμπριέλ Φωρέ όταν ήμουν δέκα ετών. Αργότερα, όταν πια μπορούσα να αναγνωρίζω τον διαφορετικό μουσικό λόγο, ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς. Άκουσα ήχους στα έργα του, που αν και αναγνώριζα, στη μουσική του περιγράφουν το κάθε τι, αλλιώς. Επίσης η ύπαρξη του χιούμορ, σκωπτικού ή αυθόρμητου, μαύρου ή φωτεινού και ξάστερου, μου έφτανε να αρχίσω να μελετώ για πολλά χρόνια και να παίζω τη μουσική του. Την ίδια περίπου έλξη είχα νιώσει στα δεκαπέντε μου, με τον Ντεμπυσσύ. Μετά από μια συναυλία με εργα Ντεμπυσσύ, αισθανόμουν ότι η μουσική του με ανεβάζει στον καταγάλανο ουρανό.

Κυρία Αγραφιώτη σας ευχαριστώ για το χρόνο σας.

Κι εγώ σας ευχαριστώ. Ήταν μια όμορφη συνομιλία!

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!