Γιώργος Δημητριάδης: «Το στοίχημα είναι το παιδί μέσα μου να έχει γίνει σοφότερο μεγαλώνοντας»

Ο Γιώργος Δημητριάδης είναι ένας γνήσια ροκ τύπος, που κρύβει μέσα του ένα παιδί όλο και σοφότερο μεγαλώνοντας, που οι μουσικές του προδίδουν την ευαίσθητη πλευρά του, που έχει τη διαύγεια και την όρεξη να δημιουργεί ακόμη, στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Με τη δισκογραφική του δουλειά «Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» ταξιδεύει ξανά μαζί με τους Μικρούς Ήρωες, αφήνοντας πίσω τις μαύρες τρύπες της απόγνωσης και της κατάθλιψης και χαρίζει στην ελληνική μουσική περίτεχνα δομημένες μελωδίες, που εκτοξεύονται σαν λαμπεροί κομήτες στο μουσικό στερέωμα και διαγράφουν τροχιές με φως σε μία εποχή με πολλά σκοτάδια.

Συμμετείχε στους Απροσάρμοστους, μετά τον θάνατο του Παύλου Σιδηρόπουλου, συνεργάστηκε με τον Δημήτρη Πουλικάκο και ο στίχος «Πλατεία Μαβίλη 4 παρά», που του έγραψε ο Κώστας Λειβαδάς, έχει γίνει κλασικότερος των κλασικών. Πάνω από 20 χρόνια στη δισκογραφία και όμως με ζηλευτή δημιουργική νεότητα. Σχεδόν σαν να μην πέρασε μια μέρα.

Έχετε κλείσει πάνω από 20 χρόνια στη δισκογραφία. Τι είναι διαφορετικό σήμερα στον καλλιτεχνικό χώρο από τότε που ξεκινήσατε;
Το βασικότερο όλων. Η δισκογραφία έτσι όπως την ξέραμε δεν υφίσταται. Οι αλλαγές φέρνουν πράγματα θετικά μαζί τους αλλά και αρνητικά. Θα χαρακτήριζα γενικά την περίοδο αμήχανη με το αρνητικό πρόσημο να κερδίζει προσώρας. Ο καταιγιστικός πλουραλισμός «προτάσεων» εν διαδικτύω δεν σημαίνει απαραίτητα και ουσιαστικά την έλευση του καινούργιου ούτε και ανταποδίδει σε περίπτωση αξιόλογων παρουσιών τα αναμενόμενα, δηλαδή πωλήσεις, συναυλίες και hits. Θέλω να πω πως ακούω πράγματα που τα θεωρώ ενδιαφέροντα αλλά όταν έχει ρυθμιστεί το μουσικό ραδιόφωνο να κινείται εντός των αυστηρών πλαισίων του playlist αυτά δεν μπορούν να φτάσουν σε ένα ευρύτερο κοινό ακροατών. Το ραδιόφωνο αποτελεί ακόμα τον βασικό αγωγό της μουσικής. Όσον αφορά στη δημιουργία, τώρα αυτή υπάρχει και συνεχώς κοχλάζει από κάτω σε έναν τόπο που κινείται αργά, τόσο αργά που ισοδυναμεί με ακινησία χωρίς να υπάρχει διαδοχή και συνεχής αλλαγή και ροή αλλά λιβάνισμα των αιώνιων ογκόλιθων πεθαμένων ή μη. Α ναι, να μη ξεχάσω να συμπεριλάβω και τα περιώνυμα talent shows με το συνεχές ουρλιαχτό. Είναι μία εξέλιξη κι αυτή. Μία αλλαγή.

Γιατί ασχοληθήκατε με τη μουσική;
Γιατί αγάπησα την ροκ μουσική και τους πρεσβευτές της. Μαγεύτηκα. Ήταν οι δικοί μου πρίγκιπες, μετά έγιναν φίλοι μου, οι μουσικοί κολλητοί μου και συνεχίζουν να είναι.

Ήσασταν μέλος σε αγγλόφωνες μπάντες. Στην Ελλάδα πόση απήχηση μπορεί να έχει μία τέτοια προσπάθεια;
Υπήρξα, ναι. Σε δύο-τρείς. Έτσι ξεκίνησα, σαν frontman,τραγουδιστής σε αυτές τις μπάντες και ήταν υπέροχα. Μαζί με πολλούς άλλους μοιραστήκαμε το όνειρο να παίζουμε τη μουσική που αγαπούσαμε με τον δικό μας τρόπο. Το διακύβευμα είναι όχι πόση απήχηση έχει αλλά αν είναι καλή μια δουλειά. Γνωρίζαμε και τότε αλλά και τώρα πολλά παιδιά πόση απήχηση μπορεί να έχει κάτι τέτοιο ζώντας μέσα σε αυτό το πολιτισμικό-πολιτιστικό περιβάλλον, δηλαδή περιορισμένη. Όμως όταν κάνεις κάτι που το αγαπάς δεν σε νοιάζει το πόσο μαζική απήχηση αυτό μπορεί να έχει. Άνετα την γράφεις στα παλιά σου τα παπούτσια όπως σε γράφει και αυτό το περιβάλλον το οποίο βέβαια σε πολλές του εκφάνσεις και πλευρές κάθε άλλο παρά υγιεινό και δημιουργικό στην ουσία είναι, πηγμένο μέσα στην σοβαροφάνεια και το πομπώδες του μεσσιανικό ύφος. Από κάποια στιγμή και μετά κατάλαβα πως μπορούσα να κάνω τη μουσική που ήθελα και μου έβγαινε φυσιολογικά και με ελληνικό στίχο κι έτσι συνέχισα μέχρι σήμερα. Πάντα έκανα αυτό που ένιωθα σαν ανάγκη εξάλλου και όχι κατόπιν μελέτης και σχεδίου.

Μιλήστε μας για την εμπειρία σας με τους Απροσάρμοστους. Πώς το βιώσατε;

Έπαιζα με την καλύτερη rock ‘n’ roll μπάντα τότε στην Ελλάδα, τραγουδώντας τα κομμάτια του Παύλου. Σπουδαία περίοδος, που όμως έπρεπε κάπου να κλείσει για να ξεκινήσω τον δικό μου δρόμο, τον δικό μου τρόπο.

Έχετε συνεργαστεί με τον Δημήτρη Πουλικάκο. Τι άνθρωπος είναι;
Ένας βαθιά καλλιεργημένος άνθρωπος, πανέξυπνος με αστείρευτο χιούμορ και που μιλάει όταν έχει κάτι να πει και ξέρει γιατί το λέει και πώς να το εκφράσει.

Το «Σαν να μην πέρασε μια μέρα» είναι από τα πιο επιτυχημένα ελληνικά τραγούδια. Έπαιζε -και παίζει- ακόμη και σε σκυλάδικα. Τι λέτε γι’ αυτό;
Το ότι παίζει ακόμα γενικά ή το ότι παίζει στα σκυλάδικα; Διακρίνω δύο σκέλη στην ερώτηση. Κοιτάξτε, αν κάτι παίζει γενικά εδώ και πολλά χρόνια θα παίξει κι εκεί. Κι από ό,τι ξέρω δεν παίζει μόνο αυτό εκεί. Παίζονται ή «εκτελούνται» και άλλα κομμάτια του λεγόμενου ποιοτικού ρεπερτορίου και φαντάζομαι το γνωρίζετε κι εσείς αυτό. Αν αυτό τώρα σημαίνει πως όλα αυτά τα κομμάτια αποστερούνται της ουσίας τους επειδή παίζονται, υφίστανται μια φθορά, αρχίζουν να μυρίζουν κάτι σαν φτηνό άρωμα, αυτό και πάλι δεν με προβληματίζει. Όλα λερώνονται εξάλλου ασχέτως της προθέσεως του δημιουργού. Αυτό που καταστρέφει μέσα μας βασικά τη μουσική είναι η χρήση της σήμερα, ο τρόπος που «χρησιμοποιείται» πάντα σχεδόν σαν μία συνοδεία σε ό,τι κι αν κάνουμε μέσα στη μέρα, το χαλί που πατάμε πάνω του αν με εννοείτε. Το τραγούδι το εν λόγω από την άλλη έχει ένα συναίσθημα λυτρωτικό μέσα στην νυχτερινή του απόγνωση, δεν θρηνεί, δεν κλαίει, δεν οδύρεται. Τραγουδά τον έρωτα, το πάθος με έναν τρόπο γιορταστικό, γι’ αυτό κι έμεινε κλασσικό για τον στίχο του και για τον ήχο του.

«Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» ο τίτλος του δίσκου σας. Ποια είναι η πιο κακή σας ανάμνηση;
Ο τίτλος κανονικά θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει το ρήμα ΔΕΝ ΘΕΛΩ ανάμεσα στο κακό και στο επόμενο ρήμα αλλά έτσι θα γινόταν συρμός του ΟΣΕ του νυχτερινού δρομολογίου. Στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο ήθελα να πω γιατί ο τίτλος αυτός μοιάζει με την ευχή περισσότερο πως θέλω να προχωρήσω αφήνοντας πίσω μου τις μαύρες τρύπες της κατάθλιψης και της απόγνωσης. Νομίζω πως κάτι έχω καταφέρει.

Πείτε μου δυο λόγια για αυτή την τελευταία δισκογραφική σας δουλειά.
Τη δένει μία κλωστή με το χτες μου αλλά και με το σήμερά μου/μας. Ηχητικά μεν θυμίζει παλιότερο ήχο μου με άλλη όμως αύρα και αέρα, παράλληλα κάνοντας ένα βήμα μπροστά στη σύνθεση, στο θέμα, στη γωνία προσέγγισης βιωμάτων, παθών και εξελίξεων.

Ποια είναι η εσωτερική σας ηλικία;

Η εξωτερική είναι ακαταμάχητη κι αναπόφευκτη άρα αποδεκτή έως κι ευπρόσδεκτη για να μην μας πιάνει απελπισία, έτσι; Η άλλη, η εντός των τειχών, όμως είναι αυτή που καθορίζει σε μέγα βαθμό και το πώς φαινόμαστε στο δρόμο, στον καθρέφτη και στους ανθρώπους μας. Το στοίχημα είναι το παιδί μέσα μου να έχει γίνει σοφότερο μεγαλώνοντας. Άλλο παλιμπαιδισμός κι άλλο ουσιαστική νεότης πνευματική. Θέλω να πιστεύω πως τουλάχιστον το πρώτο το έχω αποφύγει.

Οι Μικροί Ήρωες είναι η μπάντα που σας συνοδεύει χρόνια τώρα. Πόση σημασία έχει η σταθερότητα στη ζωή σας;
Για κάποια χρόνια και όχι τόσο λίγα δεν έβγαινα με αυτή την επωνυμία. Τον λόγο της επαναφοράς της μου τον έδωσαν οι συνεργάτες μου τα τελευταία χρόνια. Με ενέπνευσαν να την επαναφέρω γιατί είχε νόημα ξανά. Η σταθερότητα σε προσωπικές αρχές και τρόπους είναι που με κράτησαν μέσα στη δημιουργία και όχι το φετίχ της οιασδήποτε αγωνιώδους και υστερικής επιθυμίας για αλλαγή. Η σταθερότητα συναισθημάτων απέναντι σε ανθρώπους και σχέσεις μου έδειξε τον δρόμο της προσπάθειας και της κατάκτησης της εμπιστοσύνης. Η σταθερότητα επίσης δεν είναι ένα και πάλι φετίχ καθαυτό αλλά έχει σημασία από κάποια περίοδο και μετά που αρχίζεις και καταλαβαίνεις καλά πώς να αξιολογείς πράγματα, πρωτίστως δε τη συναισθηματική σου νοημοσύνη και φυσικά τη συνείδησή σου.

Ποιος είδος μουσικής δεν αντέχετε να ακούτε;

Θα απαντούσα πως ακούω όλα τα είδη, αλλά αυτό δεν θα είναι ειλικρινές. Υπάρχουν κάποια «είδη» στων οποίων τους κώδικες δεν με βρίσκω μέσα πουθενά και άλλα που συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Βέβαια αν μιλάμε για καλή ή κακή μουσική θα απαντήσω πιο εύκολα πως χαίρομαι να ακούω και ψάχνω πάντα για την αυθεντικότητα στη δημιουργία χωρίς να επηρεάζομαι από καμία ετικέτα προσδιορισμού ή επίκλησης ποιότητας π.χ. έντεχνο. Άλλο πράγμα είναι ένα είδος μουσικής, φερ’ειπείν μίας μουσικής γλώσσας κι άλλο ένας επιθετικός προσδιορισμός της αόριστος και νεφελώδης που επικαλείται άνευ όρων μία τάδε ποιότητα πριν καν την ακούσουμε.
dimitriad
Ποιους καλλιτέχνες από την ελληνική και «ξένη» μουσική σκηνή θαυμάζετε;
Δεν μπορώ μέσα μου να κάνω τον διαχωρισμό σε ελληνική και «ξένη». γιατί μέσα μου όλα αυτά τα νιώθω το ίδιο δικά μου. Με συνδιαμόρφωσαν και συνεχίζουν να το κάνουν. Έχω το πλεονέκτημα να αισθάνομαι πως είμαι στο εδώ αλλά και στο εκεί, στο πέρα και στο κοντά μου. Προσωπικότητες όπως ο Σαββόπουλος, ο Μάνος Χατζιδάκις μου έδωσαν το παράδειγμα, το πρότυπο να μη φοβάμαι να είμαι ο εαυτός μου δημιουργικά και να μην παρασύρομαι από ανούσια κόλπα και τρικ εφήμερης επιτυχίας. Δημιουργοί και περσόνες όπως ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, με ενέπνευσαν να παλέψω να τα πω με τον δικό μου τρόπο. Υπάρχουν και άλλοι φυσικά που εκτιμώ τη δουλειά τους αλλά θα πάρει χώρο και χρόνο. Από την «ξένη» μουσική όσοι ακούνε τις δουλειές μου όλα αυτά τα χρόνια ελπίζω πως θα διακρίνουν τις επιρροές μου, μέσα από το δικό μου χνάρι και την υπογραφή. Είναι πολλά και πολλοί σε βαθμό που φοβάμαι θα χρειαζόταν μία άλλη συνέντευξη.

Τι σας ενοχλεί στην χώρα μας;
Πως δεν θέλουμε να καταλάβουμε.

Υπάρχει γνήσιο ροκ τραγούδι στην Ελλάδα σήμερα;
Το στοίχημα νομίζω δεν είναι αυτό γιατί ακριβώς το ερώτημά μας είναι αν υπάρχει γενικά γνήσια, αυθεντική μουσική μέσα από τις όποιες της φόρμες και διαδράσεις της. Φυσικά και υπάρχει αληθινή δημιουργία και δεν με απασχολεί αν την ποιούν πολλοί ή λίγοι, εξάλλου πάντοτε λίγοι ήταν αυτοί που πραγματικά έκαναν κάτι άξιο. Αυτό που με απασχολεί είναι αν υπάρχει πλέον ένα κοινό αρκετό να στηρίξει αυτό που λέμε γνήσιο, γιατί εδώ νομίζω έχουμε ένα πρόβλημα. Με την κυριαρχία της εικόνας παντού, την παραμυθία της εύκολης και απρόσκοπτης δημοσιότητας -και συνεπώς την προσέλευση στο εκτυφλωτικό της φως- και του πλήθους, όταν όλο αυτό το ανεξέλεγκτο πράγμα τυφλώνει καλλιτέχνες και κοινό για ποιά γνησιότητα μετά να μιλήσουμε, για ποιά διαμόρφωση προσωπικοτήτων ψυχολογικά, συναισθηματικά, αισθητικά να μιλήσουμε; Άρα από μία άποψη η γνήσια δημιουργία για να ακουστεί θέλει και κόσμο να την εισπράξει, να την δεχτεί, να θέλει και να ενδιαφέρεται. Διανύουμε την περίοδο ενός νέου συντηρητισμού σε όλα τα επίπεδα. Η μάσκα του γοητεύει πλήθη και κολακεύει φοβίες και κακές συνήθειες και εθίζει στο ψέμα. Μην έχουμε αυταπάτες πως όλο αυτό δεν επιδρά και στη μουσική και στον ρόλο της σήμερα.

Τι είναι ροκ ως γενικότερη έννοια για εσάς;
Δεν ξέρω ακόμα. Το ψάχνω. Αλλά μάλλον προτιμώ να αφήνομαι να το νιώθω παρά να το εξηγώ και να το κλείνω μέσα σε λέξεις.

Στους καιρούς που ζούμε τι είναι αληθινό;
Οι καιροί που ζούμε καλώς και κακώς και τούμπαλιν. Το ψέμα είναι αληθινό μπροστά μας και δεν το βλέπουμε, δεν θέλουμε να το δούμε, ίσως γιατί φοβόμαστε μήπως εκεί μέσα βρούμε κι εμάς, ίσως γιατί ξέρουμε πως κι εμείς το κατασκευάσαμε, βάλαμε το χεράκι μας κι εμείς και στην τελική δεν μας πολυσυμφέρει και κάνουμε πως δεν το βλέπουμε και μετά από λίγο το πιστεύουμε ως αλήθεια γιατί πλέον είμαστε εμείς οι ίδιοι το ψέμα και όχι απλώς οι φορείς του. Παραδείγματα δυστυχώς έχουμε ανεξάντλητα. Ευχαριστώ πολύ για τον χώρο και χρόνο σας.

Η δισκογραφική δουλειά του Γιώργου Δημητριάδη «Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» κυκλοφορεί από το Ogdoo Music Group σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες.

• Κατεβάστε το «Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» από Amazon

• Κατεβάστε το «Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» από Google Store

• Κατεβάστε το «Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» από iTunes

• Ακούστε το «Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» από Spotify

• Ακούστε το «Τίποτα κακό δεν θυμάμαι» από Deezer

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!