Γιάννης Βέλλης - Τάκης Κούλης (Make Believe): Όλα ξεκίνησαν από μια ξύλινη καλύβα

(VIDEO & PHOTOS) Τα δύο ιδρυτικά μέλη των Make Believe και Απόγνωση θυμούνται.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Η φιλία τους είναι από εκείνες τις παλιές που έχουν ανεκτίμητη αξία και κρατούν στο χρόνο ότι κι αν συμβεί. Αφετηρία η μουσική, η γειτονιά, η ανήσυχη εφηβεία, οι δίσκοι, τα συγκροτήματα, οι αξίες. Η ιστορία τους είναι σαν ένα συναρπαστικό διήγημα και αποτυπώνει μια ολόκληρη εποχή τότε που οι γειτονιές ήταν γεμάτες παιδιά που έπαιζαν μουσική, δωμάτια που έπαιρναν φωτιά από τις πρόβες ενοχλώντας τους οικογενειάρχες, παραξένευαν και φόβιζαν τους αυστηρούς γονείς με την κατεύθυνση που έπαιρναν και την τρέλα τους ν’ ακούνε μουσική μετά μανίας.

Επί χρόνια πήγαινα στον παραδοσιακό φούρνο της περιοχής μου και μιλούσαμε με τον Γιάννη για μουσική, συναυλίες, ποδόσφαιρο, λέγαμε τα νέα μας, αλλά ποτέ δεν μου είχε πει κάτι για το μουσικό παρελθόν και παρόν του. Ώσπου μια μέρα ψάχνοντας στο αρχείο μου βρήκα μια φωτογραφία των Make Believe και τον αναγνώρισα. Από εκείνη τη στιγμή είχαμε να πούμε πολλά περισσότερα. Άλλωστε το γκρουπ αυτό ήταν από τα σημαντικότερα των 90s.
Make Believe 3Make Believe, Ιανουάριος ’96: Διαμαντής Καζούρης (κιθάρα), Φλώρα Ιωαννίδη (φωνή), Γιάννης Βέλλης (μπάσο), Τάκης Κούλης (ντραμς). Φωτογγραφία αρχείου Τ. Κούλη

Ο δεύτερος της παρέας, ο Τάκης, μένει εδώ και χρόνια μόνιμα στην Κρήτη. Όλο άκουγα για εκείνον, ώσπου κάποια στιγμή εμφανίστηκε και η συζήτηση για τα ελληνικά συγκροτήματα άναψε. Έφθασε μέχρι την εποχή του punk στην Ελλάδα όπου είχαν βάλει κι εκεί το στίγμα τους, με τους Απόγνωση, από το πρώτο συγκροτήματα του hardcore punk.

Μια ζωή μαζί οι Γιάννης Βέλλης και Τάκης Κούλης, μια δυνατή φιλία. Ήταν μια καλή συγκυρία που τους πέτυχα μαζί τις λίγες μέρες που ήρθε στην Αθήνα ο Τ.Κ. και το ένστικτο μου για μια πολύ δυνατή ιστορία που υπάρχει πίσω από την κοινή μουσική τους πορεία, με δικαίωσε. Είναι συναρπαστική και φανερώνει πολλές άγνωστες πτυχές των γκρουπ που υπήρξαν ιδρυτικά μέλη, καθώς και τις συνθήκες που όλα αυτά τα γκρουπ δημιούργησαν μια σημαντική κίνηση στην Ελλάδα το 80 και το 90 και συνεχίζουν έως σήμερα. Τι έχει μείνει από τη φωτιά;

Ας την πάρουμε από την αρχή…
VELLIS KOYLJS
Γιάννης Βέλλης - Τάκης Κούλης

Γιάννης Βέλλης: Γεννήθηκα το 1966 στο κέντρο της Αθήνας. Η καταγωγή μου είναι από την Ηγουμενίτσα. Ως τα 8 μου χρόνια έζησα στην 3η Σεπτεμβρίου και μετά πήγαμε οικογενειακώς στην Καλλιθέα όπου οι γονείς μου άνοιξαν αρτοποιείο στη Χαροκόπου. Στα 16 μου μεταφέρθηκε ο φούρνος στη Ν. Σμύρνη όπου ζω εδώ έως σήμερα. Με τον Τάκη είμαστε φίλοι από την έκτη δημοτικού…

Τάκης Κούλης: Από τότε που κάναμε πατίνια! Εγώ γεννήθηκα, επίσης το ’66, στο Ντίσελντορφ, στη Γερμανία, οι γονείς μου ήταν μετανάστες και μεγάλωσα στην Καλλιθέα. Από 3 χρονών ήμουν στην Ελλάδα. Η γιαγιά μου είναι από τη Σμύρνη και είχαν πάει οικογενειακώς στην Κρήτη μετά την καταστροφή.

Άρα μεγαλώσατε στη δεκαετία του 80. Ποια ήταν τα πρώτα μουσικά σας ερεθίσματα;
Τ.Κ.: Είχαμε τελειώσει το δημοτικό και θα πηγαίναμε γυμνάσιο όταν ένα καλοκαιρινό απόγευμα του 1980 τηλεφώνησα στο Γιάννη: Έλα να πάμε προς τη Συγγρού ν’ ακούσεις κάτι. Πάμε λοιπόν κοντά στο σπίτι μου, Δοϊράνης και Χαροκόπου, στην οδό Ατθιδών, όπου έκαναν πρόβες οι Sharp Ties χωρίς βέβαια να ξέρουμε ποιο γκρουπ είναι. Σταθήκαμε στο πεζοδρόμιο και τους ακούγαμε. Δεν είχαν βγάλει ακόμη δίσκο. Εκεί ήταν το σπίτι του κιθαρίστα τους, Πέτρου Σκούταρη. Μετά εκεί άνοιξε ένα κλαμπ, το Graffiti, κοντά στο Πάντειο. «Σαν Police δεν παίζουν;» γύρισε και μου είπε ο Γιάννης.

Γ. Β.: Έπαθα σοκ, τόσο ωραία έπαιζαν. Μέσα σ’ ένα χρόνο έβγαλαν το Get That Beat. Θυμάμαι ερχόταν η μάνα του Πέτρου στο μαγαζί και ρωτούσε: «Ο γιος μου έβγαλε δίσκο. Τον πήρες το δίσκο;». «Τον πήρα, τον πήρα!». Γειτονιά.
KOULIS VELLIS
Γιάννης Βέλλης - Τάκης Κούλης

Τ.Κ.: Ο Πέτρος είχε έναν αδερφό τον Άκη, λίγο μικρότερός του και λίγο μεγαλύτερός μας, και παίζαμε μπάλα μαζί. Μετά δούλευε στο Graffiti. Αυτός κράτησε το μαγαζί.

Γ.Β.: Τότε ακούγαμε πολύ τους Police, Fisher Z, Ska: Specials, Madness, είχαμε και τον πρώτο δίσκο των Sex Pistols.

T.K.: Ακούγαμε μουσική από πιτσιρικάδες. Από 13 χρονών. Εγώ άκουγα και heavy metal, μαζί με το Τζέρρυ, ένα φίλο κιθαρίστα: Iron Maiden, AC/DC, UFO… τέτοια πράγματα. Ακόμη Foreigner, Toto, Knack, Styx, αλλά περισσότερο new wave που ήταν της εποχής Blondie, Talking Heads... Τότε μέναμε στην μονοκατοικία που γκρεμίστηκε μετά κι έχω στεναχωρηθεί τόσο πολύ που δεν φαντάζεσαι. Εκεί στο σπίτι στη Δοϊράνης είχα φτιάξει μια ξύλινη καλύβα στην ταράτσα κι εκεί μέσα ακούγαμε μουσική με το Γιάννη από ένα κασετόφωνο! Έτσι δεν είχαμε θέμα να φωνάζουν οι γονείς χαμήλωσέ το. Ίσα - ίσα χωράγαμε μέσα, εμείς και το κασετόφωνο!

Απίθανη φάση! Θυμάμαι τότε ήταν της μόδας οι καλύβες, αλλά κυρίως σε αλάνες. Σε ταράτσα πρώτη φορά το ακούω! Και πώς την έφτιαξες;
Τ.Κ.: Τότε έφτιαχναν τη Λεωφόρο Συγγρού. Οι εργάτες παρατάγανε πολλά ξύλα στις άκριες για να πετάξουν. Κάθε βράδυ λοιπόν πήγαινα κι έπαιρνα κάνα - δυο μαδέρια, αλλά και ξύλα από οικοδομές καθώς τότε είχε ξεκινήσει η ανοικοδόμηση πολυκατοικιών. Έτσι έφτιαξα -και με τη βοήθεια της αδερφής μου- την ξύλινη καλύβα. Τρία επί δύο ήταν. Είχα βάλει κι ένα τσίγκο να μη μπαίνει νερό όταν έβρεχε κι ήταν μια χαρά. Είχαμε παρέα και τη γάτα μου, τον Glen που τον υπεραγαπούσα!

Glen; Από τον Glen Hughes των Deep Purple;
Τ.Κ.: Ακριβώς! Πού το κατάλαβες; Τον έβγαλε έτσι η αδερφή μου που ήταν μεγαλύτερη κατά 7 χρόνια κι άκουγε Deep Purple και τέτοια πράγματα, early 70s. Στην καλύβα αράζαμε μεσημεράκια γιατί πήγαινα σε νυχτερινό σχολείο στον Πειραιά κι ερχόταν εκεί ο Γιάννης μετά το σχολείο κι ακούγαμε new wave σ’ ένα πλακέ κασετόφωνο Crown. Ο Γιάννης είχε πάρει τότε και το δίσκο των Μουσικών Ταξιαρχιών, τους Taxi. Γιάννη βάλε λίγο TVC να παίζει…

Μετά το διάλειμμα για να φτιάξουμε καφέ η συζήτηση συνεχίζεται… Ψαχνόσασταν δηλαδή και με ελληνικά συγκροτήματα…
Τ.Κ.: Φυσικά. Δεν μας κέρδισε το κλασσικό rock, αλλά το new wave. Θυμάμαι πήγαμε τότε στη συναυλία των Talking Heads στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Πέταγαν μπουκαλάκια στην Tina Weymouth που έπαιξε στην αρχή και με τους Tom Tom Club.

Γ.Β.: Ε, τότε ο κόσμος ήταν λίγο άσχετος. Επειδή έπαιζαν τους Tom Tom Club στις discotheque νόμιζαν ότι ήταν disco!

T.K.: Τότε πήρα μια κιθάρα, αλλά ήμουν καλύτερος στα τύμπανα γιατί πήγαινα στο ωδείο και μάθαινα ταμπούρο για παρελάσεις! Έμπλεξα όμως μ’ ένα τύπο που με παρέσυρε και τα παράτησα. Έπαιζα ταμπούρο στις παρελάσεις του Δήμου Καλλιθέας επί μιάμιση - δύο ώρες από παρτιτούρα. Έτσι σιγά - σιγά το γύρισα στην ντραμς καθώς πωρώθηκα με τη μουσική.
koullis bellis
Αναπολώντας μια ανεκτίμητη φιλία

Γ.Β.: Κι εμένα μου πήρε μια κιθάρα η μάνα μου, αλλά δεν ήθελα να μάθω κλασσική. Άκουγα πολύ τους Police κι έβαλα χορδές μπάσου πάνω στην κιθάρα. Ο Τάκης είχε κάτι ταπεράκια κι έπαιζε ντραμς, είχα πάρει και μια ηλεκτρική κιθάρα φτηνή από τον Τζέρρυ και βγάλαμε κάτι τραγούδια που τα ηχογραφούσαμε. Έτσι ξεκίνησε η ιδέα να σχηματίσουμε ένα συγκρότημα. Μετά ο Τάκης πήρε ντραμς…

Τ.Κ.: Από τον Κατσίμπρα, ένα φίλο. Δέκα χιλιάρικα. Πήραμε κι έναν ενισχυτή..

Γ.Β.: Ήμασταν όμως οι δυο μας. Τότε γνωρίζω κάτι άτομα από το φροντιστήριο στο Π. Φάληρο, ένα κιθαρίστα, το Γιώργο, που έπαιζε σ’ ένα σχήμα που δεν είχε τραγουδιστή και πήγα και τραγουδούσα. Μετά τους έφυγε ο ντράμερ…

Τ.Κ.: Ο ντράμερ τους όποτε έκλειναν συναυλίες δεν πήγαινε γιατί είχε πρόβλημα με το σπίτι του. Δεν τον άφηνε ο πατέρας του. Κι ενώ έλεγε ότι εντάξει θα έρθω, τελευταία στιγμή «κρεμούσε» το συγκρότημα. Έτσι άρχισα να παίζω ντραμς μαζί τους και γίναμε γκρουπ. Οι Nothing At All. Στο σπίτι του Τάραμα κάναμε πρόβες. Παίζαμε σε μαθητικά παρτάκια και στα σπίτια μας! Έτσι για πλάκα, σε φίλους.

Γ.Β.: Τότε δεν υπήρχαν προβάδικα και περπατούσες στο δρόμο και άκουγες πρόβα σε δωμάτια. Πόσες φορές στεκόμασταν στο πεζοδρόμιο κι ακούγαμε τους Sharp Ties…

Ήταν τότε της μόδας να νοικιάζουν οι μουσικοί ένα χώρο και να «τσοντάρουν» χρήματα ώστε να χρησιμοποιείται το μέρος αυτό για πρόβες…
Γ.Β.: Εμείς τότε ήμασταν πιτσιρικάδες δεν είχαμε χρήματα γι’ αυτό, αλλά κάποια στιγμή είχαμε ένα κοινό χώρο με τους Αδιέξοδο, ψηλά στη Μαυρομιχάλη, σ’ ένα ημιυπόγειο παλιού σπιτιού. Το νοικιάζανε για τις πρόβες τους κι εκεί πηγαίναμε κι εμείς να παίξουμε αργά το απόγευμα, αλλά συνεχίσαμε να κάνουμε πρόβες και στο σπίτι του Τάκη. Τότε μετά τους Nothing At All βρήκαμε άλλο μπασίστα, το Βαγγέλη, ιδρυτικό μέλος αργότερα των Ναυτία. Τότε ήταν που αρχίσαμε ν’ ακούμε πολύ punk: Exploited, Subhuman’s, Dead Kennedy’s αλλά και 7 Seconds, Circle Jerks, Black Flag και άλλα αμερικάνικα hard core. Και Ramones ακούγαμε. Μας άρεσε η μουσική και η φάση. Όλη αυτή η αντίδραση. Ελπίζαμε σ’ ένα καλύτερο κόσμο, όχι για την πάρτη μας, αλλά σ’ ένα διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης. Τώρα τα βλέπεις αυτά και λες, πολλά ήθελα. Έτσι δένουμε με τους Απόγνωση και σχηματίζεται το γκρουπ.

T.K.: Τον Οκτώβριο του 1984 σχηματίστηκαν οι Απόγνωση. Ένα συγκρότημα που ήταν κατά των ναρκωτικών. Από τα λίγα που δεν είχε σχέση με σκληρά ναρκωτικά. Αυτά τα είπαμε και σε μια συνέντευξη στον τραγουδιστή των Dead Kennedys, Jello Biafra, τότε που έβγαζε ένα περιοδικό fanzine κι είχε έρθει στην Ελλάδα να μιλήσουμε. Ένα μήνα λοιπόν μετά τη σύσταση των Απόγνωση γίνεται η συναυλία στο Αγρίνιο που περιέχεται στο δίσκο που βγήκε το 2015 μαζί με το υλικό της κασέτας demo του συγκροτήματος.
koulis apognosi
Ο Τ. Κούλης με το δίσκο των Απόγνωση

Η θρυλική κασέτα των Απόγνωση τι ιστορία έχει; Την είδα σε τιμή πώλησης 1.000 ευρώ στο discogs…
Γ. Β.: Κυκλοφορούσε μεταξύ φίλων, παρεΐστικα. Κάποιος το εκμεταλλεύτηκε αυτό και τη διακινούσε ίσως για να ακουστούμε κιόλας. Δεν ξέρω έως σήμερα εάν την πουλούσε την κασέτα αυτή. Ούτε εξώφυλλο είχε, ούτε τίποτα. Τώρα πώς κυκλοφορεί αυτή με εξώφυλλο στο διαδίκτυο σε αστρονομική τιμή δεν το γνωρίζουμε.

T.K.: Τρία τραγούδια της κασέτας περιέχονται στο δίσκο της Απόγνωσης που βγήκε το 2015. Από την μια πλευρά ήταν οι Απόγνωση και από την άλλη πλευρά οι Αδιέξοδο. Αυτή η κασέτα κυκλοφορούσε χέρι με χέρι.
Kasseta Apognosis
Το πειρατικό εξώφυλλο της κασέτας

Πώς ήταν να παίζεις punk στο Αγρίνιο το ’84;
Γ.Β.: Πήγαμε μ’ ένα νοικιασμένο λεωφορείο γεμάτο κόσμο. Καμιά πενηνταριά άτομα. Εκδρομή κανονική με πολύ γέλιο. Στη συναυλία αυτή που ξεκίνησε απογευματάκι στο σινεμά Άνεσις έπαιξαν επίσης: Η Γενιά του Χάους, οι Αδιέξοδο κι ένα τοπικό γκρουπ, οι Περιπλάνηση. Ο διοργανωτής άνοιξε μετά εκεί ένα λαϊβάδικο, το Εν Πλω, απ’ όπου πέρασαν όλα τα γκρουπ. Έκλεισε πριν τρία χρόνια. Στη συναυλία λοιπόν στο Άνεσις το κοινό ήταν βασικά αυτοί που είχαν έρθει μαζί μας στο λεωφορείο! Ήρθαν και κάποιοι από περιέργεια και μπορεί να έφυγαν στη μέση του live. Ουσιαστικά ήταν μία εκδήλωση διαμαρτυρίας, αντιεξουσιαστών Αγρινιωτών ενάντια στις επιχειρήσεις Αρετής της αστυνομίας στα Εξάρχεια. Είχαν μαζευτεί και Κνίτες απ’ έξω από το σινεμά με άγριες διαθέσεις. Αρκετοί μουσικοί ήταν χαπακωμένοι και έτσι τσαμπουκαλευόντουσαν με τη μία. Το ίδιο είχε συμβεί και σε μια συναυλία αργότερα στο Πολυτεχνείο, που μέσα ήταν Κνίτες και έκαναν περιφρούρηση και δεν άφησαν τους μουσικούς των γκρουπ να μπούνε μέσα. Έγινε πετροπόλεμος με θεατές τους αστυνόμους που δεν επενέβησαν!

Τ.Κ.: Μετά από το Αγρίνιο παίξαμε πρωινό πάλι σε σινεμά στα Μέγαρα όπου άνοιξε η σκεπή γιατί πήρε κάποιος ένα πυροσβεστήρα και τον χρησιμοποιούσε. Ένα μέλος από τη Γενιά του Χάους που ήταν τσοπεράς είχε μπει μέσα με τη μηχανή του!

Γ.Β.: Στο τέλος της συναυλίας μάθαμε ότι μας περιμένουν όλα τα Μέγαρα απ’ έξω να μας δείρουν! Είχε βγει όλος ο κόσμος και είχε παραταχθεί αριστερά και δεξιά του δρόμου σαν παρέλαση και περίμεναν τους πάνκηδες! Κι εμείς περνάμε στη μέση με καδρόνια στα χέρια για να μπορέσουμε να φτάσουμε στο τραίνο να φύγουμε. Ξύλο πάντως δεν έπεσε.
1.ΑΠΟΓΝΩΣΗ
Ο Γ. Βέλλης τραγουδιστής των Απόγνωση στα punk χρόνια

Πώς βγήκε το όνομα Απόγνωση;
Τ.Κ.: Δεν ξέρω τι να κάνω είμαι σε απόγνωση. Έτσι βγήκε! Βγήκε πολύ γρήγορα. Καθίσαμε στο σπίτι μου ένα μεσημέρι κι ακούγαμε ένα punk δίσκο, τη συλλογή URGH! και το βγάλαμε. O διπλός αυτός δίσκος είχε τα τραγούδια της ταινίας που είναι όλα live με Police, Devo, Magagine, Gang Of Four, XTC, Cramps κ.α. O Γιάννης ήταν ο τραγουδιστής των Απόγνωση, κιθάρα ο Γιώργος, ο Βαγγέλης μπάσο κι εγώ τύμπανα.

Γ. Β.: Έτσι αναφέρονται και τα ονόματά μας στο δίσκο που βγήκε το 2015 από την b-other side γιατί έγινε με τη φιλοσοφία του τότε.

Ναι έτσι συνέβαινε τα punk γκρουπ δεν ανέφεραν το επίθετο παρά μόνο το μικρό όνομά των μελών. Ποια ήταν τα στέκια σας τότε;
Γ.Β.: Πιο πολύ μαζευόμασταν σε πλατείες. Επίσης στο Fly Dragon στο κέντρο, ένα στέκι στο δεύτερο όροφο ενός κτιρίου όπου πηγαίναμε για να μάθουμε καθώς έπαιζε βίντεο συγκροτημάτων που ήταν σπάνιο τότε. Εκεί πρωτοείδα Joy Division. Επίσης είχαμε ανακαλύψει ένα καφενείο στην Ηλιούπολη που το είχε ένας παππούς και έβαζε βίντεο συγκροτημάτων punk! Παραγγέλναμε μια μπύρα και του λέγαμε: θα μας βάλεις λίγο punk; Τι θέλετε παιδιά να δείτε; Exploited!
vellis giannis
Γιάννης Βέλλης

Γ.Κ.: Πού να δεις τότε βίντεο από το CBGB στην Ελλάδα; Εκεί σ’ αυτό το καφενείο βλέπαμε! Ήταν ζόρικη εποχή για μας. Αν σε έβλεπαν με πέτσινο, αρβύλα και μοτοσυκλέτα έλεγαν: να ο αλήτης.

Γ.Β.: Και οι skinheads μας την έπεφταν. Θυμάμαι μια φορά έφαγα ξύλο για ένα τραγούδι μας, τη «Γαμημένη Ελλάδα». Και αυτοί ορμούσαν είκοσι άτομα μαζί. Η φάση έγινε σ’ ένα γνωστό σχολείο στον Άλιμο, όπου έπαιζε ο Τζέρρυ μ’ ένα συγκρότημα και πήγαμε να τους δούμε. Ο Τάκης ήταν φαντάρος τότε. Μαζί μου ήταν ο Γιώργος κι ένας «σκινάς» - πολλοί πάνκηδες έγιναν στην πορεία «σκινάδες» - που τον γλύτωσαν στην επίθεση και επιτέθηκαν σε μένα. Ένας έβγαλε τη ζώνη του με τα καρφιά και μου έσπασε ένα δόντι. Μόλις άκουσαν περιπολικό άρχισαν να τρέχουν κι έτσι τελείωσε. Πολλές φορές συνέβαιναν τότε τέτοια περιστατικά. Έμπαιναν «σκινάδες» σ’ ένα μαγαζί και κάποιος την πάταγε. Η ταινία This Is England περιγράφει ακριβώς πώς δημιουργήθηκε η τάση των skinheads.

Τ.Κ.: Μετά το στρατό δούλευα ηλεκτρολόγος σ’ ένα εργαστήριο Πλαστήρα και Πριήνης στη Ν. Σμύρνη που έφτιαχνε συστήματα για καμπάνες! Πολλά χρόνια. Το βράδυ πήγαινα νυχτερινό σχολείο. Η φάση με τους Απόγνωση κράτησε περίπου δύο χρόνια ώσπου εγώ πήγα φαντάρος, ο Βαγγέλης πήγε φοιτητής στη Θεσσαλονίκη.

Γ.Β.: Κάναμε μετά κάνα - δυο live αλλά άρχισε να σπάει η φάση.
2.ΑΠΟΓΝΩΣΗ COVER
Τ.Κ.: Ο Γιάννης τότε έπαιζε μπάσο και τραγουδούσε. Ο Γιώργος βρήκε ένα στούντιο στην αρχή της Ακαδημίας και πέρασε σε φάση rockabilly οπότε τέλειωσε. Οι Απόγνωση ήταν ένα μανιτάρι που έσπασε κι έκανε μπαμ όπως στο εξώφυλλο του δίσκου. Αυτό ήταν. Μεγάλο κακό στα ελληνικά συγκροτήματα έκανε ο στρατός. Στο φόρτε όλοι πήγαιναν φαντάροι. Δυο χρόνια τότε. Εγώ έκανα ένα χρόνο γιατί ο πατέρας μου ήταν ανάπηρος. Κάναμε μια δοκιμή να τους ξαναφτιάξουμε, αλλά είχε επέλθει βαρεμάρα. Στο μεταξύ είχε περάσει ο καιρός. Έτσι μείναμε οι δυο μας, ο Γιάννης κι εγώ. Μετά ο Γιάννης που είχε πάρει αναβολή, πήγε φαντάρος και μετά όταν απολύθηκε αρχίσαμε να συζητάμε πάλι να φτιάξουμε συγκρότημα. Ήταν η αρχή των Make Believe. Αρχές 1990. Η μουσική είχε αλλάξει και ψάχναμε μουσικούς να κάνουμε ένα καινούργιο συγκρότημα, αλλά όχι punk. Όχι πως το punk δεν υπήρχε, αλλά τα καινούργια τότε συγκροτήματα, όπως η Αποχέτευση, ήταν μεταγενέστερα. Είχαν περάσει κι έξι χρόνια από τους Απόγνωση…

Γ. Β.: Μας άρεσαν πολύ τότε οι Wipers, φοβερό κιθαριστικό γκρουπ. Τότε έσκαγε το Grunge με τους Nirvana που ήταν συνέχεια του punk ήχου.

Τ.Κ.: Οι Nirvana τι ήταν; Hüsker Dü και Ramones μαζί…

Γ.Β.: Βρήκαμε ένα πολύ καλό κιθαρίστα, τον Τάσο Νικογιάννη, και ψάχναμε για φωνή.

Τ.Κ.: Τότε δούλευα σ’ ένα στούντιο στην Κυψέλη, στην οδό Κυψέλης. Προβάδικο. Εκεί γνώριζα κόσμο και βρήκα τον Τάσο. Πολύ καλός κιθαρίστας.
Make Believe 2Make Believe: Γιάννης Βέλλης, Διαμαντής Καζούρης, Φλώρα Ιωαννίδη, Τάκης Κούλης. Φωτογραφία αρχείου Τ. Κούλη

Γ.Β.: Αρχικά κάναμε πρόβες με τον Νίκο τον «Τσουλούφη», αλλά ήταν με την παρέα του Γαλατσίου και πήγε στους Deus Ex Machina γιατί έφυγε ο τραγουδιστής τους και τον αντικατέστησε αυτός. Ξαναμείναμε οι δυο μας και τότε ανακαλύψαμε τον Νικογιάννη. Τελικά για φωνή βρήκαμε γυναίκα. Τη Φλώρα Ιωαννίδη. Δοκιμάζαμε διάφορους τραγουδιστές, αλλά δεν βρίσκαμε κάτι καλό. Μια φίλη μου είπε ότι τραγουδά η αδερφή της. Πιτσιρικά 19-20 χρονών. Εμείς 25άρηδες. Γνωριστήκαμε και την πείσαμε να έρθει να δοκιμάσει μια φορά. Ντρεπόταν στην αρχή, αλλά μας έκανε για τραγουδίστρια. Έτσι ξεκινήσαμε να γράφουμε τραγούδια. Είχαμε κάποιες μουσικές ιδέες και η Φλώρα έβαζε πάνω στίχους. Κάναμε τρεις - τέσσερις πρόβες τη βδομάδα στο προβάδικο της Κυψέλης και αρχίσαμε τα live. Παίζαμε παντού. Υπήρχε μεγάλη ζήτηση για τους Make Believe με το ξεκίνημα. Σε μια αφίσα μάλιστα συναυλίας που διοργάνωσε το Indie Free Festival στη Βίλλα Αμαλίας, αρχές 90, έγραψαν επάνω: Το συγκρότημα της χρονιάς, μην το χάσετε! Τότε η Βίλλα ήταν ανοιχτή κι έπαιζαν όλα τα συγκροτήματα.

Τ.Κ.: Έρχονταν και punk γκρουπ από την Αγγλία κι έπαιζαν live!

Γ.Β.: Το 1993 ο κιθαρίστας εγκαταλείπει τους Make Believe που είχε κολλήσει με τους Honeydive και ήδη έπαιζε μαζί τους. Τελικά ούτε εκεί έμεινε. Τη θέση του στο γκρουπ μας πήρε ο Διαμαντής Καζούρης και μαζί του μπαίνουμε στο στούντιο. Στα live παίζαμε δικά μας κομμάτια και μια - δυο διασκευές, από Wipers το «Is This Real» και από Undertones το «Teenage Kicks». Η Φλώρα ήξερε πολύ καλά αγγλικά και είχε άνεση να γράφει αγγλικούς στίχους. Επίσης σχεδίαζε τα εξώφυλλα των δίσκων μας, άλλωστε είναι γραφίστρια. Οι συνθέσεις ήταν όλων των μελών.

Τ.Κ.: Ο πατέρας της ήταν νομίζω Κύπριος και καθηγητής αγγλικών και μάθαινε από μικρή αγγλικά. Είχαμε σκληράδα, μελωδία και απαλή φωνή.

Ωστόσο, αν και είχατε μπει σε πιο επαγγελματική τροχιά, πιο οργανωμένοι ως γκρουπ, γιατί πέρασαν 5 χρόνια να κυκλοφορήσετε δίσκο;
Γ.Β.: Μετά την αλλαγή κιθαρίστα καταφέραμε να γράψουμε δυο τραγούδια: «Leave Me Alone / Mess Goes» που βγήκαν σε σινγκλάκι βινυλίου το 1994 στην ανεξάρτητη Β-23 Records μαζί με το ομότιτλο fanzine περιοδικό. Τα λεφτά για να βγάλεις μόνος σου δίσκο ήταν πολλά. Για καλή μας τύχη ενδιαφέρθηκε ο Αιμίλιος Κουτσούρης που παρακολουθούσε με ενδιαφέρον το συγκρότημα και έτσι κυκλοφόρησε από τη Hitch-Hyke το 10ιντσο Playground με 6 κομμάτια. Το βινύλιο κυκλοφόρησε χωρίς τα δύο τραγούδια από το σινγκλάκι που όμως περιλήφθηκαν στην έκδοση του cd. Εκεί κάναμε και τα άλλα δύο μεγάλα άλμπουμ, το «Blue One» το 1996 και το «Wide» το 1999.

Τ.Κ.: Αρχές του 1998 έφυγα από τους Make Believe και πήγα στα Χανιά. Βρήκα δουλειά. Ζούσε εκεί ήδη η μάνα μου. Είχα πάθει το τελευταίο καιρό τενοντίτιδες και με ενοχλούσαν στο χέρι όταν έπαιζα τύμπανα. Παράλληλα δούλευα ηλεκτρολόγος, είχα ανοίξει μαγαζί στο Ν. Κόσμο και εκεί δούλευα με το χέρι. Ο γιατρός μου είχε πει να μην το κουράζω. Το μαγαζί δεν πήγε καλά και το έκλεισα κι έτσι αποφάσισα να πάω στα Χανιά να ξεκουράσω το χέρι μου και βλέποντας και κάνοντας. Τα παιδιά, όπως κι εγώ, στεναχωρήθηκαν, αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Μετά τις συναυλίες έβαζα το χέρι μου στον πάγο. Δεν πήγαινε άλλο. Έτσι δοκίμασα την τύχη μου στα Χανιά. Μετά από δύο χρόνια, το 2000, με πήραν στα σχολεία, ως εκπαιδευτικό ηλεκτρολόγο στα εργαστήρια.

Πώς είδατε την κίνηση των ελληνικών συγκροτημάτων τη δεκαετία του 90;
Γ. Β.: Υπήρχε όντως μια τάση του κόσμου που γούσταρε τις ελληνικές μπάντες. Το να γεμίζουν δύο μέρες το Ρόδον οι Τρύπες και να γίνεται χαμός ήταν πρωτόγνωρο τότε. Αυτό που έγινε το 90 μου φαινόταν σαν μια συνέχεια με ότι συνέβη το 80 με το punk. Ήμασταν εμείς που παίζαμε αυτά που μ’ άρεσαν μικροί. Επίσης υπήρχαν μέρη να παίξεις, όπως το Αν Club. Υπήρχαν τα στούντιο όπου μπορούσες να κάνεις πρόβα χωρίς να σε ακούει ο κόσμος, να σε κράζει και να δημιουργείς πρόβλημα στη γειτονιά. Πήγαινε ένα συγκρότημα στο στούντιο κι είχε στημένα ντραμς, είχε ενισχυτές, μικροφωνική, όλα εκεί. Υπήρξε ενδιαφέρον από τις δισκογραφικές εταιρίες, υπήρχε κοινό. Ο ηχολήπτης στις συναυλίες ενδιαφερόταν πώς θα ακουστείς. Παλιότερα ήταν κάτι πανηγυρτζήδες που έλεγαν μην πειράξεις την κονσόλα. Και σε χαντάκωνανε. Στο Αν Club που παίζαμε συχνά είχε ένα καλό ηχολήπτη που κάναμε παρέα και έγινε ο ηχολήπτης των Make Believe. Τελικά η μουσική είναι ήχος. Αν ακούγεσαι χάλια, τι να παίξεις; Το 80 πολλές συναυλίες τις έκαναν κόμματα που δεν τους ενδιέφερε ο ήχος παρά μόνο να προσελκύσουν κόσμο και ο ηχολήπτης κατά 90% μπορεί να μην ήταν ηχολήπτης, αλλά ήταν ένας δικός τους που ήξερε τα κουμπιά. Υπήρχαν δηλαδή το 90 κάποιες στοιχειώδεις συνθήκες ώστε να μπορείς να παίζεις, υπήρχαν στέκια, δημιουργήθηκε μια ψιλοπαρέα συγκροτημάτων που έπαιζαν μαζί. Θυμάμαι με τους Deus Ex Machina, Bocomolech, Honeydive, Terminal Curve, Groove Machine, Horror Vacui συνολικά 7 συγκροτήματα είχαμε κάνει μια κίνηση και παίξαμε στην Πατησίων, όπου κολλάγαμε εμείς τις αφίσες, στο Αν, στου Στρέφη, στο Πολυτεχνείο και αλλού. Αυτό που λέμε σκηνή, είναι κάτι τέτοιο. Συγκροτήματα που είχαν μια προσωπικότητα, μια βάση ακουσμάτων και συμπεριφοράς. Αυτό ονομάστηκε τότε εναλλακτικό rock.

Πίστευες τότε ότι μπορεί να γίνει κάτι;
Γ.Β.: Τι δηλαδή; Να σε τραβήξει όλο αυτό κάπου παραπάνω; Όχι, εγώ δεν το πίστευα. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει αυτό σε ελληνικό συγκρότημα, δηλαδή να αποκατασταθεί οικονομικά παίζοντας rock μουσική. Να ακολουθήσω αυτό το δρόμο και να αποκατασταθώ αν πετύχω. Αυτό δεν υπάρχει. Αυτό τουλάχιστον νομίζω εγώ. Εμείς δεν είχαμε τέτοιο προσανατολισμό. Δεν μας ενδιέφερε η επιτυχία.

Κάπως έτσι φτάσατε στη δύση των 90s και βγάλατε το Wide…
Γ.Β.: Εκείνη την εποχή είχα τρακάρει και ήμουν με πατερίτσες. Μια εποχή παράξενη. Προσπαθούσαμε να ξαναπαίξουμε. Η εταιρία μας πίεζε να γράψουμε κομμάτια να τα βγάλουμε. Όταν έγινα καλά πήγαμε σ’ ένα στούντιο απέναντι από το Νομισματοκοπείο που ναι μεν ήταν καλό, αλλά πολύ επαγγελματικό δε. Πήγαινε 8 η ώρα και ένας γέρος κουμανταδόρος έβγαινε και φώναζε: Άντε τελειώνεται πήγε 8!

Άξιζε δηλαδή να ήσουν μουσικός τη δεκαετία του 90;
Γ.Β.: Άξιζε γιατί περνούσες καλά βασικά! Έκανες τη φάση που γούσταρες, είχες τις παρέες που ήθελες, έπαιζες τη μουσική που σ’ άρεσε και είχε ανταπόκριση από τον κόσμο. Αυτό φθίνει σιγά - σιγά. Αν δεν πας προς τα πάνω, πας προς τα κάτω τελικά. Από ένα σημείο και μετά μοιραία πρέπει να σκέπτεσαι την επιτυχία, δηλαδή πώς θα σε γνωρίσει περισσότερος κόσμος. Εμείς δεν το είχαμε αυτό στο μυαλό μας. Εμείς κάναμε αυτό που μας άρεσε με το δικό μας τρόπο έως ότου είδαμε ότι δεν μπορούμε να το κάνουμε πια και σταματήσαμε να παίζουμε. Ούτε μάνατζερ είχαμε, παρά κάποια περίοδο υπήρχε ένα άτομο που μας έλεγε να παίξουμε σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, αλλά εγώ δεν μπορούσα γιατί δούλευα και δεν μπορούσα ν’ αφήνω τη δουλειά ανά πάσα στιγμή. Το 2002 ανέλαβα εγώ τη δουλειά στο αρτοποιείο γιατί «έφυγε» ο πατέρας μου.
vellis koulis artopoiio
Γ. Βέλλης - Τ. Κούλης έξω από το παραδοσιακό αρτοποιείο

Τ.Κ.: Το Wide είναι αδικημένο άλμπουμ γενικά. Δεν ακούστηκε όσο έπρεπε.

Μετά τους Make Believe;
Γ.Β.: Το 2003 σχηματίσαμε τους Three Way Plane με τους οποίους παίζω έως σήμερα. Τρίο. Το πιο πρόσφατο άλμπουμ μας είναι το Your Kingdom, My Life του 2017. Στα live παίζουμε δικά μας τραγούδια κι έχουμε μια διασκευή Wipers, το Doom Town.

Σας έγινε ποτέ πρόταση να ξαναπαίξατε ως Make Believe;
Γ.Β.: Πριν τρία χρόνια. Μου έκλεψαν τα όργανα στα Εξάρχεια και κάναμε μια συναυλία να τα ξαναπάρουμε. Μετά από ένα live με τους Three Way Plane, σταμάτησα να πιω ένα ποτό σ’ ένα μπαράκι ενός φίλου. Μου άνοιξαν το αυτοκίνητο και πήραν το μπάσο, την κιθάρα και τα πετάλια. Και επειδή αισθανόμουν άσχημα που κλέψανε την κιθάρα του κιθαρίστα μας κάναμε μια συναυλία ως Make Believe στο Κ-44, μαζέψαμε λεφτά και του πήραμε κιθάρα. Και μετά μια ακόμη συναυλία μαζί με τους Last Drive και 1000 Mods για να υποστηρίξουμε οικονομικά τον πρώτο ντράμερ των Three Way Plane που αντιμετωπίζει πρόβλημα υγείας το παιδί του.
koulis make believe
Ο Τ. Κούλης με το δίσκο «Wide» των Make Believe

Τι ομάδα είστε;
Γ.Β.: Πανιώνιος

Τ.Κ.: Δεν παρακολουθώ ποδόσφαιρο, αλλά ήμουν λάτρης της ομάδας του ΠΑΟΚ των 70s, ιδιαίτερα της ομάδας που πήρε το πρωτάθλημα το 1976. Δεν έχω πάει ποτέ στο γήπεδο…

Νομίζω ότι ήταν καλή συγκυρία που ξαναβρεθήκατε και σας πέτυχα!
Ναι, αυτή τη φορά δεν ήμασταν πάλι μόνοι μας να τα θυμηθούμε όλα αυτά!
koulis vellis 23
*Οι φωτογραφίες είναι του Γ. Αλεξίου

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!