Στα περβόλια, μες στους ανθισμένους κήπους...

Η «διαδρομή» ενός αληθινά μεγάλου που χάραξε με την τέχνη και τη φλόγα του την Ελλάδα, τους Έλληνες αλλά και όλους τους λαούς της γης
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Στην παγκόσμια ιστορία, είναι λιγοστές οι φορές, που οι «θρύλοι» αναγνωρίζονται και τιμώνται εν ζωή. Ο Μίκης Θεοδωράκης γεύτηκε τη δόξα, τη φήμη και τις βραβεύσεις όσο λίγοι εκλεκτοί, τόσο από «εξουσίες» όσο κι απ’ τους καθημερινούς πολίτες. Παρότι δεν κρύφτηκε ποτέ, διαλαλώντας τις απόψεις του σε κρίσιμα και «αμφιλεγόμενα» ζητήματα κατάφερε στην ουσία να είναι υπεράνω «κριτικής» και «αμφισβήτησης» εδώ και δεκαετίες, νικώντας με το έργο και την προσωπικότητά του ακόμη και το θάνατο…

Άλλωστε σε αυτές τις μοναδικές περιπτώσεις η «σπορά» ταυτίζεται με τον «δημιουργό» της, και ο Θεοδωράκης είναι οι «μουσικές» που άφησε, τα σύμβολα, τα βιβλία οι «αγώνες» του.

Είχα την τύχη να μοιραστώ στιγμές μαζί του… Με τίμησε παραχωρώντας μου «γραπτές» αλλά και βιντεοσκοπημένες συνεντεύξεις… Θυμάμαι όλες τις στιγμές, τις κρατώ γερά «μέσα» μου.

Ο Θεοδωράκης δεν «κλείνεται» σε μερικά megabyte! Όλοι οι server του πλανήτη και μπορεί να μην έφταναν.

Μια συνοπτική καταγραφή -έγκυρη και αντιπροσωπευτική, θέλω να πιστεύω- των πολύτιμων και παντοτινών, που μας χάρισε:
anoigmaarth
Αν γυρίσουμε το ρολόι του χρόνου πίσω, στα τέλη της δεκαετίας του ΄50 και στις αρχές αυτής του ΄60, και μεταφερθούμε νοερά στα στούντιο ηχογράφησης στο εργοστάσιο της Ριζούπολης, θα συναντήσουμε τον Μπιθικώτση να σιγοψιθυρίζει απορημένος στο Χιώτη:  «Ρε συ Μανώλη, τι πράγματα είν’ αυτά, θα ξεφτιλιστούμε».

Αλλά και ο Καζαντζίδης απευθυνόμενος στον Τάκη Λαμπρόπουλο, θα εκφράσει την με την σειρά τους δισταγμούς του: «Τι είναι αυτά; Εγώ θέλω ν’ ακούσω πενιές, Παπαϊωάννου, Μητσάκη, Χιώτη».

Όμως η διορατικότητα, το ένστικτο και το αλάνθαστο αισθητήριο του διευθυντή της Columbia, είχαν μαντέψει σωστά. Άλλωστε οι ρίζες του τριανταπεντάρη μουσικοσυνθέτη, που μόλις είχε επιστρέψει απ’ τη Γαλλία, δε στηρίζονταν μόνο στα δυτικά μουσικά πρότυπα αλλά είχαν απλωθεί και στο δημοτικό τραγούδι και την βυζαντινή υμνωδία.
mikissss1
Οι λαϊκοί καλλιτέχνες, πρώτης γραμμής, όπως οι Καζαντζίδης, Μαρινέλλα, Χιώτης, Λίντα και Μπιθικώτσης, πρόσφεραν στον ταλαντούχο δημιουργό, την εύκολη «πρόσβαση», κάτι σαν «Δούρειος Ίππος», στο ευρύ κοινό.

«Όταν ο Καζαντζίδης τραγούδησε το “Βράχο Βράχο”, που έσπασε τότε όλα τα ρεκόρ πωλήσεων, ήταν ήδη ένας βασιλιάς του λαϊκού τραγουδιού. Όμως μαζί μου θυμήθηκε τον άλλο εαυτό του, τον καταπιεσμένο, της προσφυγιάς και της Μακρονήσου, έτσι που έβγαλε όλη την τρυφερότητα και την αγάπη που τον πλημμυρίζανε. Γίναμε φίλοι κολλητοί. Μαζί φυσικά κι η Μαρινέλλα. Συχνά κοιμόμασταν κάτω απ’ την ίδια στέγη, ιδιαίτερα μετά τα λουκούλεια γεύματα στη Δροσιά με πεϊνιρλί και όλες τις ποντιακές λιχουδιές. Σκέφτομαι πως εκείνες οι μοναδικές ερμηνείες του Μπιθικώτση, του Χιώτη, της Λίντας και του Καζαντζίδη δεν θα μπορούσαν να γίνουν, αν δεν υπήρχε διάχυτο και ισχυρό το αίσθημα της φιλίας και του αμοιβαίου θαυμασμού. Πίστευα στις φωνές και στην τέχνη τους σα να ΄τανε θεοί. Ίσως τα ίδια αισθήματα να γέμιζαν τότε τις καρδιές τους για μένα, για να τα τραγουδήσουν με κείνη την απαράμιλλη τέχνη που έκανε όλους τους Έλληνες κυριολεκτικά να μεθύσουν με το τραγούδι».

Παράλληλα όμως ανέδειξαν και τις σπουδαίες πρώτες ύλες του συνθέτη, μεταφράζοντας τες σε μεγάλα λαϊκά τραγούδια, που ακόμα και σήμερα, 60 χρόνια κοντά μετά την αρχική κυκλοφορία τους ερμηνεύονται από τους σύγχρονους απογόνους τους με τον ίδιο σεβασμό και, το σημαντικότερο, με την ίδια απήχηση.

Έχουν πλέον καταγραφεί ως «μνημεία» του πολιτισμού μας στη συλλογική συνείδηση και ανακαλύπτονται συνεχώς στις νεότερες γενιές.
EPITAFIOS05
Η μουσική επένδυση του «Επιτάφιου» του Γιάννη Ρίτσου θα χαράξει μια νέα εποχή στα ελληνικά μουσικά δρώμενα . Εισάγει την ποίηση στο λαϊκό τραγούδι, αλλά και την φόρμα του κύκλου τραγουδιών, με τους ερμηνευτές και τους δεξιοτέχνες ως σολίστες που υπηρετούν με την τέχνη τους το συνολικό έργο.

Ταυτόχρονα οι λαϊκές συναυλίες γίνονται μέσο επικοινωνίας με το κοινό αλλά και νέος τρόπος διασκέδασης, εκπαίδευσης και έκφρασής του. Τα τραγούδια της «Πολιτείας», σαν τα μακριά απλωμένα χέρια του μαυροντυμένου συνθέτη, με το σπάνιο επικοινωνιακό χάρισμα, θα αγκαλιάσουν τις γειτονιές της Αθήνας και σύντομα θα ταξιδέψουν σε κάθε γωνιά της χώρας: Καημός, Βράχο, βράχο τον καημό μου, Δραπετσώνα, Σαββατόβραδο, Βρέχει στη φτωχογειτονιά, Γωνιά-γωνιά, Μάνα μου και Παναγιά, Παράπονο, Μετανάστης κ.α.

Ένα «Αρχιπέλαγος» πλημμυρισμένο από «Μικρές Κυκλάδες», «Λιποτάκτες», «Επιφάνεια» : Σε πότισα ροδόσταμο, Μυρτιά, Μαργαρίτα-Μαργαρώ, Είχα φυτέψει μια καρδιά κ.α.

Ο Θεοδωράκης θα αξιοποιήσει τους θησαυρούς των λαϊκών σκοπών κατανοώντας την δυναμική και την αποτελεσματικότητά τους. Το «Τραγούδι του Νεκρού Αδελφού», η «Μαγική Πόλη» και η «Γειτονιά των Αγγέλων» θα προλογίσουν την κορύφωση που πλησιάζει: Απρίλης, Ένα δειλινό, Στα περβόλια, Στρώσε το στρώμα σου για δυο, Δόξα τω Θεό, Μανούλα πούν’ ο γιόκας σου, Βάρκα στο γιαλό κ.α.
ajioxest
Το «Άξιον εστί» θα επισφραγίσει με τον καλύτερο τρόπο τις προσπάθειες και τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς του συνθέτη:

«Το λαϊκό ορατόριο του Οδυσσέα Ελύτη άρχισε και τελείωσε σχεδόν στα 1960. Εν τούτοις δεν βιάστηκα να το παρουσιάσω, γιατί διαισθανόμουνα ότι το ελληνικό κοινό δεν ήταν ακόμα ώριμο για να το δεχτεί. Η πρώτη εκτέλεση του έγινε στα τέλη του 1964. Δηλαδή όταν ένα πλατύ κοινό είχε ήδη σχηματισθεί γύρω από τη λαϊκή μουσική μου και όταν οι διάφοροι κύκλοι, καθώς και τα υπόλοιπα τραγούδια μου, είχαν αρχίσει να γίνονται κτήμα μεγάλων λαϊκών μαζών. Έτσι μπορώ να πω ότι το κοινό προσδοκούσε το νέο έργο. “Νέο” από την άποψη ότι θα ξεπερνούσε τα όρια του “κύκλου”, σαν φόρμα και σαν περιεχόμενο, ενώ σαν όγκος, -πλήθος οργάνων και εκτελεστών-, καθώς και σαν χρονική διάρκεια, θα περνούσε στην κατηγορία των μεγάλων παραδοσιακών μουσικών έργων».

Θα ακολουθήσουν κι άλλα έργα, «ποταμοί» ενώ με το ρεπρτόριό του θα αναδειχτεί η σπουδαία Μαρία Φαραντούρη και όχι μόνο.Ακόμα και κατά την διάρκεια της σύλληψης και εξορίας του από το χουντιικό καθεστώς, ο Θεοδωράκης, σαν εμπνευσμένος καλλιτέχνης και αγωνιστής, δημιουργεί ακατάπαυστα.

Στις αρχές του ΄70, γυρίζει όλο τον κόσμο παρουσιάζοντας την δουλειά του, και σε συνδυασμό με το αντιδικτατορικό πνεύμα της εποχής, γίνεται γνωστός, αυτός και η μουσική του, σε ολόκληρο τον κόσμο. Ταξιδεύει από την Λατινική Αμερική μέχρι το Ισραήλ, την Ρωσία και την Ευρώπη. Τα έργα του συναντούν μεγάλη απήχηση στο εξωτερικό, και καθιερώνεται ως ο Έλληνας συνθέτης που αγαπήθηκε πιο πολύ σε όλο τον πλανήτη. Είναι λάθος αυτό που πιστεύουν μερικοί ότι το «ξένο» κοινό γνωρίζει μόνο τον «Ζορμπά». Τα λαϊκά τραγούδια του Θεοδωράκη με τα έντονα ρυθμικά και μελωδικά στοιχεία, γοήτεψαν τους πάντες με την ομορφιά και την απλότητά τους...

Την περίοδο της εξορίας του αλλά και λίγο νωρίτερα όταν βρισκόταν υπό «περιορισμό», έγραψε κύκλους τραγουδιών, που κυκλοφόρησαν στο εξωτερικό και τροφοδότησαν την «ελληνική» του, μεταπολιτευτική δισκογραφία.

Τα χρόνια που ήταν απαγορευμένο το έργο του, η μουσική του Θεοδωράκη τρύπωνε στα σπίτια μέσα από τις ραδιοφωνικές εκπομπές των βραχέων του BBC (Eδώ Λονδίνο) και της Ντόιτσε Βέλε. Οι δίσκοι του «έμπαιναν» από διάφορους ταξιδιώτες του «εξωτερικού» αλλά με αλλαγμένα τα εξώφυλλα... Η «δίωξη» του, σε συνδυασμό με το έργο και την δράση του, είχε σαν αποτέλεσμα την δημιουργία ενός «θρύλου» γύρω από το όνομά του...

Παράλληλα με τους κύκλους τραγουδιών συνεχίζει να γράφει «λαϊκά» ορατόρια (Canto General σε ποίηση Νερούντα), μελοποιώντας ελεύθερη ποίηση και μουσική για σημαντικές ταινίες («Ζ», «Σέρπικο», «Κατάσταση πολιορκίας» κ.α).
TheodorakisKutulas TσPrivatier 35
Έτσι κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, μετά την μεταπολίτευση, μονοπωλεί την επικαιρότητα και την δισκογραφική παραγωγή. Είναι χαρακτηριστικό ότι πολλά έργα του, όπως τα «Λαικά», «Λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» κ.α κυκλοφορούν ταυτόχρονα και με τις πρώτες εκτελέσεις του «εξωτερικού| και με νεότερες που ηχογραφούνται με άλλους συνήθως ερμηνευτές, στο «εσωτερικό».  Επίσης επανακυκλοφορούν και όλα τα άλμπουμ του που είχαν εκδοθεί στην προηγούμενη δεκαετία.

Καθ’ όλη την διάρκεια της περιόδου ‘74 - ‘80 ο Θεοδωράκης δίνει συναυλίες - λαϊκά συλλαλητήρια - σε κάθε γειτονιά της Ελλάδας μαγνητίζοντας το κοινό. Παράλληλα γράφει μουσική για θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες. Διακρίνεται για την δημιουργικότητα και την πολυπαραγωγικότητά του. Μέσα στην ποσότητα του έργου του κάποιες στιγμές του -τραγούδια και μουσικές- περνούν, δυστυχώς, απαρατήρητες, αλλά ευτυχώς, στο πέρασμα των χρόνων, θα δικαιωθούν.

Αναμφισβήτητα η σφραγίδα του και σ’ αυτήν την δεκαετία είναι ανεξίτηλη. Στο έργο του αντικατοπτρίζεται η ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής. Σαν μία ταινία περνούν μπροστά στα μάτια σου τα σημαδιακά εκείνα γεγονότα της δεκαετίας του ‘70. Και η αξία της δουλειά του συνθέτη, είναι ότι μέσα από την μουσική του δεν ξαναβλέπεις απλά τα συμβάντα, αλλά μπαίνεις μέσα τους, τα ξαναζείς... ακόμα κι αν δεν τα έχεις βιώσει... στον καιρό τους...

Ο Θεοδωράκης θα συνεχίσει την μουσική δραστηριότητά του με έντονους ρυθμούς, φτάνοντας μέχρι και τις μέρες μας… Πολύ σημαντικό είναι και το συμφωνικό του σύμπαν!
telos
Πέρα από «μικροπολιτικές» τόσο το έργο του, όσο και η πολυδιάστατη και τολμηρή συχνά παρέμβασή του στο πολιτισμό και την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα αυτού του τόπου, είχαν της εκτίμησης και αξίας που τους αρμόζουν… Σε πολλές περιπτώσεις άλλοτε προλογίζουν κι άλλοτε καταδεικνύουν καίρια τις καταστάσεις και τα μελλούμενα…

Για να «συνοψίζεις», έστω κι ενδεικτικά τη ζωή, τις καταθέσεις και τους αγώνες ενός τέτοιου «Αρχαγγέλου» χρειάζονται τόμοι ολόκληροι…

Σταματώ εδώ: «Γειά σου Μίκη Αθάνατε, της Ελλάδας και του κόσμου».

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!