Παντελής Θαλασσινός: «Εγώ δεν έχω καμαρίνι, έχω μόνο αποδυτήριο»

(ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ & VIDEO) Μεγάλη συνέντευξη - αφιέρωμα του Παντελή Θαλασσινού με αφορμή τα γενέθλιά του.
Παντελής Θαλασσινός: «Εγώ δεν έχω καμαρίνι, έχω μόνο αποδυτήριο» Φωτογραφία: Γιώργος Σπανός
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 

Σαν σήμερα…


Ο Παντελής Θαλασσινός γεννήθηκε στον Πειραιά στις 11 Ιουνίου του 1958. Η είσοδός του στη δισκογραφία έγινε το 1987 με τη συμμετοχή του στο δίσκο «Non stop dancing», όπου μαζί με τον Γιάννη Νικολάου και τον Περικλή Ματσούκα τραγούδησαν το «Ρίτα Ριτάκι» του Χάρη και του Πάνου Κατσιμίχα και το «Καλοκαιράκι» του Νίκου Πορτοκάλογλου και των «Φατμέ».

Στις 13 Σεπτέμβρη του 2007, συνάντησα τον Παντελή Θαλασσινό, όταν βρέθηκε στην Καλαμαριά για μια συναυλία που πραγματοποίησε στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Δήμου Καλαμαριάς «Παρά θιν’ αλός». Η συνέντευξη που μου παραχώρησε δημοσιεύθηκε τον Νοέμβρη του 2007 στο περιοδικό «Πολίτης Κ» που εκδίδει ο Δήμος Καλαμαριάς και την αναδημοσιεύουμε σήμερα διανθισμένη με χαρακτηριστικά video με την αφορμή των γενεθλίων του…

Οι παλαιότερες αυτές στιγμές των ανθρώπων του τραγουδιού δίνουν την ευκαιρία στον αναγνώστη να «ταξιδέψει» μαζί τους στα χρόνια, να αντιληφθεί πληρέστερα τον τρόπο και τη ματιά τους και μοιραία να αποκαλυφθεί συνολικότερα ο χαρακτήρας, οι αρετές και η καλλιτεχνική συνέπειά τους… Αυτά στις χρυσές περιπτώσεις όσων εντάσσονται στην κατηγορία των ακριβών, όπως συμβαίνει και με τον Παντελή Θαλασσινό.

Παντελής Θαλασσινός… «Όνομα και πράγμα» που λέει κι ο λαός αφού, αν δεν απατώμαι, κατάγεσαι από τη Χίο… Oι επιρροές στη μουσική σου από το νησιώτικο και παραδοσιακό τραγούδι και η αγάπη σου για το είδος είναι εμφανέστατη... Μίλησε μας λίγο για τα πρώτα σου χρόνια και για τα πρώτα ακούσματα… Τελικά «Τα νησιώτικα τραγούδια ποιος σου τα ‘μαθε;»
Κατ’ αρχάς ευχαριστώ για τη φιλοξενία. Το όνομα μου είναι θαλασσινό και πολλοί νομίζουν ότι είναι ψευδώνυμο. Γεννήθηκα στον Πειραιά και η καταγωγή μου είναι από τη Χίο και τη Σέριφο, είμαι 100% νησιώτης, αλλά αυτό μπορεί να μη λέει και τίποτα. Δε θα έλεγα ότι έχω καταβολές απ' την καταγωγή μου, γιατί έζησα σε νησί πολύ μικρός και η μουσική που έπαιζα, όταν άρχισα να παίζω, ήταν κάθε άλλο παρά παραδοσιακή. Πολύ αργότερα εκτίμησα τη λαϊκή και την παραδοσιακή μουσική και ακόμη αργότερα ασχολήθηκα μ’ αυτή. Νομίζω ότι τα μουσικά είδη για να τα υπηρετήσεις, πρέπει να τα εκτιμήσεις και να σε συγκινήσουν. Όποιος ασχολείται γενικώς και αορίστως με τη μουσική μουσικολογικά, ακαδημαϊκά ή μουσειακά κλπ, χωρίς το ένστικτο, νομίζω πως πρέπει να μην είναι μουσικός αλλά κάτι άλλο.

Τα περισσότερα από τα τραγούδια σου είναι προϊόντα συνεργασίας με τον εξαίρετο στιχουργό, τον Ηλία Κατσούλη. Νομίζω πως είστε ένα από τα πιο επιτυχημένα δίδυμα συνθέτη - στιχουργού τα τελευταία τουλάχιστον δεκαπέντε χρόνια. Δίδυμο που, τηρουμένων των αναλογιών, θυμίζει τις παλιές καλές εποχές του ελληνικού τραγουδιού, όταν ο Μάνος Λοΐζος συνεργαζόταν με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, ο Σταύρος Κουγιουμτζής με τον Άκο Δασκαλόπουλο, ο Γιάννης Μαρκόπουλος με τον Μάνο Ελευθερίου κλπ. Τι είναι αυτό που σας ένωσε με τον Ηλία Κατσούλη; Πώς «έδεσε» τόσο καλά το «γλυκό»;
Ευχαριστώ για το κομπλιμέντο και για τα καλά σου λόγια. Η καλή χημεία και συνεργασία με τον Ηλία Κατσούλη ξεκινάει απ' την αλληλοεκτίμηση στις δουλειές μας. Με συγκινεί και αυτό, όπως σου είπα, είναι το σπουδαιότερο πράγμα στην τέχνη. Εκτός απ' τα τραγούδια που ανήκουν κατά το ήμισυ στον Ηλία, είναι και η μισή προσωπική μου επιτυχία που θεωρώ ότι ανήκει σ' αυτόν. Δεν έχω κρύψει ποτέ ότι οι στίχοι του με ενέπνευσαν σε πολλά τραγούδια.

Σε συνεργασία με τον Ηλία Κατσούλη κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό και το «Καλαντάρι», ο νέος σου δίσκος, με δώδεκα τραγούδια αφιερωμένα στους δώδεκα μήνες του χρόνου. Ένας δίσκος, που όλα δείχνουν πως πάει πολύ καλά, κόντρα στο ρεύμα της τρέχουσας δισκογραφίας και του «λαμπερού» τραγουδιού. Πώς γεννήθηκε η ιδέα για τη δημιουργία αυτού του δίσκου με το ενιαίο θέμα;
Η βασική ιδέα του να γίνει ένα τραγούδι για κάθε μήνα προϋπήρχε στο περιοδικό Δίφωνο στα τεύχη του 2002, όπου ο Κατσούλης κυκλοφορούσε κάθε μήνα κι ένα απ' αυτά. Από το 2003 και μετά άρχισα να τα κάνω τραγούδια και τα ζήτησα επίσημα απ' τον δημιουργό τους για μια ολοκληρωμένη δουλειά. Πάει καλά, γιατί έκανα πολλά σχέδια και όνειρα πάνω σ' αυτή τη δουλειά. Τα δούλευα 3,5 χρόνια. Έγινε την ίδια στιγμή CD, DVD και βιβλίο στον Ιανό. Να μην ξεχάσουμε να πούμε, ότι τους μήνες τους φιλοτέχνησε εικαστικά η Γούλα Ροζάκου. Αυτό το ρεύμα της σύγχρονης δισκογραφίας που υπονοείς, δηλαδή τα εμπορικά cd και τα λίγο εξυπνακίστικα, να ξέρεις ότι οι ίδιες εταιρείες τα κυκλοφορούν. Πόσες είναι, άντε 10 εταιρείες. Αυτές βγάζουν και τα μεν και τα δε, γι' αυτό και οι ήρωες είμαστε μόνο εμείς, που αντιμετωπίζουμε και μια ολόκληρη επιχειρηματολογία περί μη εμπορικού. Που κι αυτή, τους την καταρρίψαμε πουλώντας περισσότερο κι απ' αυτούς που σήμερα θεωρούνται εμπορικοί. Κι αν θέλεις να ξέρεις κι εγώ έχω κάνει και χρυσούς και πλατινένιους και δις πλατινένιους, αλλά δεν το γιορτάσαμε στα κανάλια!

Ποιους από τους συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές της προηγούμενης γενιάς ξεχωρίζεις; Υπάρχουν κάποιοι που σε επηρέασαν; Βλέπεις κάποιους νεώτερους, που θα μπορούσαν να συνεχίσουν επάξια το δρόμο τους;
Ξεχωρίζω πολλούς από τους παλιούς και σύγχρονους δημιουργούς και τραγουδιστές που μπορεί να μου έκαναν εντύπωση, να με συγκίνησαν και με επηρέασαν. Από τους παλιούς θα αναφέρω (εκτός από αυτούς που θα παραλείψω), τους Απόστολο Καλδάρα, Σταύρο Κουγιουμτζή, Χρήστο Λεοντή, Ηλία Ανδριόπουλο, Σωτηρία Μπέλλου, Πάνο Γαβαλά, Μανώλη Αγγελόπουλο, Αντώνη Ρεπάνη, Μπάμπη Τσετίνη, Γιάννη Ντουνιά και πολλών ακόμα, που το όνομά τους θα έπρεπε να είναι γραμμένο με μεγάλα και κεφαλαία γράμματα, γιατί σ' αυτό το χώρο έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε πολύ καλούς τους πολύ γνωστούς. Το να συνεχίσουν οι σύγχρονοι το έργο τους, είναι κάτι διαφορετικό, γιατί εξαρτάται μέσα από ποιες διαδικασίες θα ορίζεται πλέον το καλό και το αποδεκτό. Είναι κάτι πολύ υποκειμενικό και σχετικό και εγώ θα προτιμούσα να το συνεχίσουν κάποιοι σοβαροί άνθρωποι με ισχυρή προσωπικότητα κι όχι «καραγκιοζάκια» που τους τρώει το αδηφάγο σύστημα για πασατέμπο.

Εκτός από τις προσωπικές σου δουλειές, συμμετείχες σε πολλούς δίσκους άλλων δημιουργών. Θα σταθώ επιγραμματικά σε τρεις από τις πιο σημαντικές, κατά τη γνώμη μου, συμμετοχές. Η πρώτη με την Εστουδιαντίνα Νέας Ιωνίας στο δίσκο «Smyrne», η δεύτερη πάλι με την ίδια ορχήστρα στο «Δάκρυ στο γυαλί» και η τρίτη στο cd με τα νέα τραγούδια του Λευτέρη Παπαδόπουλου «Σπάει το ρόδι» από τη σειρά «Άξιος Λόγος» με την επιμέλεια του Γιώργου Νταλάρα και του Μιχάλη Κουμπιού. Πες μας αν θέλεις κάποια πράγματα γι’ αυτές τις δουλειές. Κάποια στιγμιότυπα από τις ηχογραφήσεις…
Πρέπει να πω ότι οι τελευταίες συμμετοχές μου και οι συνεργασίες μου, ήταν αρκετές. Εκτός απ' τις τρείς αυτές που ανέφερες είναι και η συμμετοχή μου στους Χαΐνηδες («Η Νοτιά»), στου Γιώργου Περαντάκου («Από τη Χίο στην Αθήνα»), τρία τραγούδια στο δίσκο του Σταμάτη Χατζηευσταθίου «Από κουρέλια νυφικό», στο δίσκο των Κώστα Λειβαδά - Θοδωρή Γκόνη με τη Γιώτα Νέγκα «Έχω άνθρωπο» με το τραγούδι «Η Μηλίτσα», στον τελευταίο δίσκο του Βασίλη Σκουλά που έκανε με τον Κώστα Φασουλά και το Μάριο Τόκα, που για μένα είναι όλες εξ ίσου σημαντικές και με τιμούν το ίδιο. Μερικές απ' αυτές είναι και πιο σημαντικές ακόμη, γιατί είναι καινούργιοι άνθρωποι, που ψάχνουν να επικοινωνήσουν. Όμως είδες; Έπεσες και συ στην παγίδα του γνωστού…

Έρχομαι στην ερώτηση σου, λοιπόν... Με την Εστουδιαντίνα μας συνδέουν πολλά, πρώτα-πρώτα με τον διευθυντή της τον Ανδρέα Κατσιγιάννη, έχουμε συνυπάρξει δύο καλοκαίρια σε συναυλίες και έχουμε παίξει μαζί στο «Απ' την Τήλο ως τη Θράκη». Η πρώτη μεγάλη συναυλία της Εστουδιαντίνας στο Βόλο ήταν με δικό μου ρεπερτόριο. Άσε που έχουμε γράψει και με όλη την ορχήστρα το τραγούδι μου για την Ιστορία της ΑΕΚ, σε στίχους του Γιώργου Μαθιανάκη… Δεν υπάρχει στο εμπόριο, το έφτιαξα για τους φίλους και μόνο και μπορούν να το βρουν στο www.aek.com, μέσα στη σελίδα media. Όσο για τη σειρά «Άξιος λόγος», είναι τιμή μου που μου ζητήθηκε απ’ τον Γιώργο Νταλάρα, να συμμετέχω δίπλα στον ΑΕΚτζή Λευτέρη Παπαδόπουλο.

Ο δίσκος σου με τίτλο «Οι άγγελοι του έρωτα» σε μουσική του Γιάννη Νικολάου, περιείχε, εκτός των άλλων, ένα συγκλονιστικό τραγούδι για την «Καρδιά της μάνας», σε στίχους της Alice Tori, το οποίο ερμηνεύεις μαζί με τη Μαριώ και την Αρχοντούλα Σαββιδάκη. Μια μικρή ιστορία βασισμένη σε κάποιο παλιό παραμύθι… Πώς γεννήθηκε αυτό το ξεχωριστό δραματικό τραγούδι;
Όπως γεννήθηκε όλος ο δίσκος. Είναι όλος ένας δίσκος «Λαθρεπιβατών», αλλά με τη σημερινή τους μορφή. Το 2005 μας βρήκε μεν λίγο πιο βαρείς (στα κιλά), αλλά περισσότερο απαλλαγμένους από γνώμες και προφήτες της επιτυχίας. Κάναμε ένα δίσκο όπως τον θέλαμε, που θα τον έχω για καμάρι. Το τραγούδι λοιπόν αυτό ήταν του Γιάννη και είναι συγκινητικό, όπως επίσης και η ερμηνεία της Μαριώς και της Αρχοντούλας.

Τον περασμένο Φλεβάρη (2007) παρακολούθησα μια από τις παραστάσεις σου στο Gazarte. Εκτός από την αρτιότητα της ορχήστρας και του προγράμματος, μου έκανε εντύπωση η άμεση επαφή σου με τον κόσμο. Είναι χαρακτηριστικό πως τόσο πριν όσο και μετά τη συναυλία, κυκλοφορούσες ανάμεσα στον κόσμο, με το ποτό σου σαν ένας απλός θαμώνας. Αυτή η απλότητα είναι ένα στοιχείο που σπάνια συναντούμε σήμερα στον κύκλο των καλλιτεχνών. Ποια είναι η σχέση σου με το κοινό; Αυτός ο τρόπος που κινείσαι στο μαγαζί, είναι η συνέχεια ενός απλού και καθημερινού τρόπου ζωής;
Έτσι έμαθα να ζω. Η σχέση με τον κόσμο που ακούει τα τραγούδια μου είναι σχέση επικοινωνίας και παρέας και όχι πιστού και εικονίσματος. Θεωρώ αισχρό μετά από κάθε εμφάνιση να φεύγεις από την πίσω πόρτα γιατί μπορεί να σε κουράζει να μιλήσεις με τον κόσμο. Αυτούς που σ' έχουνε κάνει «μάγκα». Εγώ δεν έχω καμαρίνι, έχω μόνο αποδυτήριο που αλλάζω μια μπλούζα κι αφήνω τη θήκη της κιθάρας μου.

Κλείνοντας, θα ήθελα να μας πεις δυο λόγια για την Καλαμαριά... Μιας πόλης στην οποία έχεις πολλούς φίλους και θαυμαστές… Μιας προσφυγούπολης που στην πορεία του χρόνου εξελίχθηκε σε μια σύγχρονη πόλη-πρότυπο για πολλές άλλες πόλεις της χώρας μας…
Οι πρόσφυγες, σε όλη τη χώρα, όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, ήταν αυτοί που εδώ τους έλεγαν Τούρκους και στην πατρίδα τους Γκιαούρηδες, δούλεψαν πιο πολύ απ όλους. Είχαν ανάγκη να κάνουν καινούργια πατρίδα, να γίνουν νοικοκυραίοι και να εγκαταστήσουν το αρχονταρίκι τους. Αγάπησαν τη Θεσσαλονίκη και την περιοχή που εποίκησαν και δούλεψαν γι' αυτή. Κι αυτοί που έχουν μάθει να δουλεύουν ανταμείβονται. Γι' αυτό και η Καλαμαριά, είναι στολίδι και ανθρώπινη…
panttht2
*Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Πολίτης Κ» του Δήμου Καλαμαριάς τον Νοέμβρη του 2007. Οι φωτογραφίες είναι του Γιώργου Σπανού. Ευχαριστούμε ιδιαιτέρως...

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!