Διαβάσαμε: «Περί της εαυτού ψυχής» του Ισίδωρου Ζουργού (εκδόσεις Πατάκης)

«Όλος ο αγώνας της ζωής μας είναι πως θα βρούμε ένα κόσκινο που θα διαχωρίζει τα πρόσκαιρα, τα ευτελή από εκείνα που έχουν πραγματική αξία»
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
30/12/2021
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Θα ήταν κοινότυπο το να πεί κανείς ότι το μυθιστόρημα του Ισίδωρου Ζουργού δεν είναι μια ιστορική τοιχογραφία του τέλους του 11ου αιώνα στο Βυζάντιο, την εποχή των Κομνηνών. Δεν θέλησε να απεικονίσει την εποχή, έτσι όπως συνήθως απεικονίζεται στα ιστορικά μυθιστορήματα εποχής. Δεν περιγράφει μεγάλες μάχες, δεν αφηγείται τη ζωή σπουδαίων βασιλιάδων, δεν γράφει για τις δολοπλοκίες της αυλής, ούτε για τα παιχνίδια εξουσίας και τις συνομωσίες που παίχτηκαν εκείνη την εποχή. Μπορεί να τα αναφέρει, αλλά μόνο σαν απόηχο, όπως αυτός φτάνει στον Σταυράκιο, τον κεντρικό του ήρωα.

Το «Περί της εαυτού ψυχής» θα μπορούσε να πεί κανείς πως είναι μια χρονογραφία του Σταυράκιου Κλαδά, και μαζί με αυτόν, των απλών και καθημερινών ανθρώπων που αποτελούσαν την Βυζαντινή αυτοκρατορία, ή «το κράτος των Ρωμαίων». Ένα μυθιστόρημα χαρμολύπης.
Ο Σταυράκιος Κλαδάς είναι νοτάριος και αντιγραφέας συγγραμμάτων. Το μυθιστόρημα αρχίζει όταν, σε προχωρημένη ηλικία πια, ζώντας σε μια ερημική ακτή της Προποντίδας, αποφασίζει από αντιγραφέας να γίνει συγγραφέας και να καταγράψει αυτά που έζησε.

Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:

«Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μανουήλ Α’ Κομνηνού, σε μια ερημική ακτή της Προποντίδας, ο Σταυράκιος Κλαδάς αναθυμάται την μακρόχρονη ζωή του. Νοτάριος και αντιγραφέας ο ίδιος όλα του τα χρόνια, έχοντας μεταγράψει εκατοντάδες συγγράμματα αγίων και ελλόγιμων ανδρών, αποφασίζει, ελεύθερος πιά, να συντάξει τη δική του χρονογραφία. Η γραφίδα του αφηγείται τη ζωή του, μια ιστορία εφηβικής μοναξιάς και χειρογράφων, μια περιδίνηση σε διανοητικά διλήμματα, διωγμούς, έρωτες και αγωνίες στην αυγή της δυναστείας των Κομνηνών στα τέλη του 11ου αιώνα. Η ζωή των απλών ανθρώπων κατά τη βασιλεία των Ρωμαίων, ο πολιτισμός του λόγου και της εικόνας, μα πάνω απ’ όλα η αφή της μνήμης. Όλη η αγωνία του ανθρώπου , που δεν αφηγείται μόνο την αναζήτηση της ουράνιας βασιλείας αλλά μνημονεύει και την επίγεια ζωή και την χοϊκή ψυχή».

Η ιστορία αρχίζει στο Δορύλαιο, όταν σε μια επιδρομή αλλοθρήσκων, «αντρών ντυμένων με δέρματα, οι οποίοι μάλλον πίστευαν στον κεραυνό, ορδές πεινασμένων, βάρβαροι επιδρομείς, τέκνα της αναρχίας που βασίλευε εδώ και μήνες σ’ όλες τις ανατολικές επαρχίες. Το σπίτι μας το έπνιξαν τα απόνερα του Ματζικέρτ. Τα θηρία που κατασπάραξαν τους δικούς μου είχαν γεννηθεί στις λάσπες της αβύσσου κι ύστερα, μες στην ανομία των ημερών, γεννοβολούσαν σαν τα ποντίκια του αγρού κι έφτασαν να απειλήσουν ως και το γερασμένο σώμα της Κωνσταντινούπολης».

Εκεί σκοτώνονται οι γονείς του και καίγεται το σπίτι τους. Ο Σταυράκιος Κλαδάς και τα δύο του αδέλφια, ο Θεοφύλακτος που είναι ο μεγαλύτερος και ο Ιωάννης που είναι ο μεσαίος, βρίσκονται στο δρόμο. Κάπως έτσι αρχίζει η περιπλάνηση που θα διαρκέσει μια ζωή. Τα τρία αδέλφια χάνονται και ξαναβρίσκονται, ανάλογα με τα καπρίτσια της ιστορίας. Ο Σταυράκιος βρίσκεται στη ν Κωνσταντινούπολη, στην περίφημη μονή Στουδίου, όπου υπάρχει Σχολή αντιγραφέων. Γρήγορα ξεχωρίζει με τις ικανότητές του. Ο Θεοφύλακτος ακολουθεί τον δρόμο της στρατιωτικής καριέρας ενώ ο Ιωάννης γίνεται μοναχός. Ο Σταυράκιος γνωρίζει τον ύπατο των φιλοσόφων Μιχαήλ Ψελλό, που του δείχνει κι άλλους δρόμους από αυτούς που του έδειξαν οι μοναχοί στο μοναστήρι.

Μετά τον θάνατο του Ψελλού ο Σταυράκιος δεν επιστρέφει στο μοναστήρι. Μετά την Κωνσταντινούπολη θα βρεθεί στη λίμνη της Καστοριάς, την Βέροια, την Πιερία, την Θεσσαλονίκη και, τέλος, πάλι πίσω στην Κωνσταντινούπολη. Δεν ριζώνει πουθενά. Δεν τον ενδιαφέρουν οι προοπτικές για αξιώματα, πλούτη και δόξα. Τον ενδιαφέρει η οικογένειά του. Τον ενδιαφέρουν τα μικρά, ταπεινά πράγματα της καθημερινότητας.

«Πάσχω από την ανίατη ασθένεια της αφιλοδοξίας, έτσι ονομάζω εγώ αυτήν την αρρώστεια. Ξέρετε, από μικρό παιδί συνήθιζα να δίνω δικά μου ονόματα στις έννοιες και στα πράγματα», λέει κάποια στιγμή ο Σταυράκιος σε έναν αξιωματούχο του κράτους που του προτείνει μια σημαντική θέση στο Ιερόν Παλάτιον.

Ο Ισίδωρος Ζουργός έγραψε ένα μυθιστόρημα για το Βυζάντιο των καθημερινών ανθρώπων. Aυτών που αγωνίζονται, κόντρα στις συνθήκες, για την καθημερινή επιβίωση. Ο συγγραφέας μπαίνει συχνότερα σε ταπεινά καταγώγια από ότι στα αρχοντικά της εποχής.
zoyrg
«Η αναπαράσταση της εποχής είναι τόσο πειστική που, πιστέψτε με, θα σταθείτε με δέος μπροστά στον όγκο της έρευνας που έκανε ο συγγραφέας και στη λεπτομερή περιγραφή της εποχής. Υπάρχουν σημεία στο βιβλίο που αισθάνεσαι ότι διαβάζεις διδακτορική διατριβή για την καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο. Το δε πλήθος των υποσημειώσεων επιτρέπει στον αναγνώστη να αισθάνεται άνετα ανάμεσα σε έννοιες και συνθήκες της εποχής. Για να σας το πω με αριθμούς, στο βιβλίο εμφανίζονται 53 ιστορικά πρόσωπα, ενώ η παράθεση βιβλιογραφικών πηγών εκτείνεται σε έξι σελίδες. Κοινώς ο Ζουργός δεν έκανε έρευνα, πήγε πίσω στον χρόνο και γύρισε ταινία. Και προσεγγίζει την εποχή με τρόπο που δεν συναντάται στα ιστορικά μυθιστορήματα βυζαντινής περιόδου. Δεν υπάρχει, δηλαδή, η ελληνοκεντρική ματιά που θεωρεί την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ως μόνο ιστορικό ελληνικό σχήμα. Ναι, ασφαλώς περιγράφονται ίντριγκες και βυζαντινισμοί, αλλά όχι σε πρώτο πλάνο. Ο Ζουργός δεν μένει στην πορφύρα της Πόλης, χώνεται στα καταγώγια. Και καθώς πρόκειται για μυθιστόρημα του Ζουργού, δεν θα μπορούσαν να απουσιάζουν οι «λατρευτικές» αναφορές του σε άλλα έργα, τα απωθημένα για βιβλία που χάθηκαν. Άλλωστε πάνω από όλα, είναι ένα βιβλίο για την γραφή ως το αποτύπωμα της ψυχής»,έγραψε για το βιβλίο ο Κώστας Γιαννακίδης στο Protagon.gr.

«Έχω καταλάβει ότι όλος ο αγώνας της ζωής μας είναι πως θα βρούμε ένα κόσκινο που θα διαχωρίζει τα πρόσκαιρα, τα ευτελή από εκείνα που έχουν πραγματική αξία. Εκεί που νομίζεις πως έχεις βρεί το σωστό κόσκινο κι ενώ βλέπεις όλος χαρά το αλεύρι να πέφτει κάτω από τη σήτα πλούσιο στη σκάφη, όταν έρθει η ώρα να φάς το ψωμί, νιώθεις στα δόντια σου πετραδάκια. Που πήγε λοιπόν το ξεδιάλεγμα;».

Ένας αγώνας ανάμεσα στα πρόσκαιρα και σε αυτά που έχουν πραγματική αξία είναι η ζωή του Σταυράκιου. Ακόμα κι όταν βρίσκεται κοντά στα κέντρα εξουσίας, εκεί που λαμβάνονται οι κρίσιμες αποφάσεις, τα αντιμετωπίζει με επιφύλαξη. Αγαπάει τα παιδιά του και τον ανηψιό του, τα βοηθά να σταθούν στα πόδια τους και να διαλέξουν εκείνα τη ζωή που θέλουν να ζήσουν. Για τον εαυτό του διαλέγει την ταπεινότητα και την μοναξιά. Και ενώ σε όλο το βιβλίο ο συγγραφέας δεν βγάζει τα συναισθήματα του ήρωά του, στο τέλος, όταν σε βαθιά γεράματα τα τρία αδέλφια συναντιούνται για να ζήσουν μαζί στην Προποντίδα, έχω την εντύπωση ότι βγαίνει όλο το συναίσθημα που δεν υπάρχει στο υπόλοιπο βιβλίο.

«Συχνά θυμάμαι εκείνη τη φράση που μου είχε πεί η Ανθούσα, όταν άφηνα τη Βασιλεύουσα για να έρθω εδώ στην καλύβα: Πατέρα, η ζωή σου έχει κυλήσει παράλληλα με τους Κομνηνούς. Η ζωή μας, θα συμπλήρωνα εγώ, καθώς βρεθήκαμε τρία αδέλφια πλάνητες στον ωκεανό του χρόνου, με σημαδούρες τα ίχνη τριών αυτοκρατόρων. Τρείς οι γιοί του Αλέξανδρου Κλαδά και τρείς οι Κομνηνοί. Εμείς ήμασταν αδέλφια, εκείνοι παππούς, πατέρας, γιός. Εκείνοι έζησαν και ζούν περίοπτον βίον, εμείς μείναμε χωμένοι στην έκλειψη της σελήνης, αθόρυβοι κι ασήμαντοι. Τη βασιλεία τους θα την καταγράψουν ρήτορες και νωβελίσσιμοι, επίσκοποι και κόλακες αξιωματούχοι. Τη δική μας τόλμησα να τη γράψω εγώ, ο ουτιδανός Κύριε, συγχώρεσε τη ματαιοδοξία του δούλου σου».

Ο Ισίδωρος Ζουργός, για άλλη μια φορά, έγραψε ένα σπουδαίο μυθιστόρημα. Μυθιστόρημα εποχής, με τόση εσωτερική ένταση, χωρίς κραυγές, χωρίς φασαρία. Αν ήταν πίνακας, θα ήταν ένας από αυτούς τους μεγάλους, κλασικούς πίνακες του Βελάσκεθ που βλέπουμε στα μουσεία, με σκούρα χρώματα , χρώματα της δύσης. Τα χρώματα της δύσης της ζωής του Σταυράκιου Κλαδά.

Όπως γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας στο τέλος του βιβλίου:

«Σε αυτό το μυθιστόρημα, πίσω από την προσπάθεια αναστήλωσης ενός ολόκληρου πολιτισμού, υπάρχει, εκτός από τις προσωπικές προτεραιότητες και μια διάθεση συνομιλίας της δικής μας εποχής με εκείνη του ύστερου ενδέκατου αιώνα, Εκεί, στην αυγή της δυναστείας των Κομνηνών, επινόησα μια οικογενειακή ιστορία ενταγμένη στα κύρια γεγονότα. Χαρτογραφήθηκε μια πορεία απομάγευσης μέσα από αυτοκράτορες και εξουσίες, με διακριτό όμως μέλημα να αποτυπωθεί η ζωή των καθημερινών ανθρώπων. Στο μυθιστόρημα υπερτερεί ο πολιτισμός της γραφής, ο κόσμος των αντιγραφέων και του βιβλίου. Πίσω από τον κόσμο της λογιοσύνης και της πίστης υποβόσκει η αντιπαράθεση εκείνων των χρόνων, ο ουμανισμός των λογίων σε αντίστιξη με το απόκρυφο βίωμα του θείου φωτός. Η διαφωνία, εκ πρώτης όψεως φαίνεται θεμελιακή, στο βάθος, όμως, οι δύο αντιλήψεις συναποτελούν μια επιβεβαίωση της σημασίας της ατομικής εμπειρίας. Ο κόσμος των φυλών, των ομάδων, του πλήθους, θα αρχίσει πια να φθίνει και να γίνεται φανερή η σταδιακή ανάδυση του ατόμου-προσώπου , του εγώ, που στο μέλλον θα ηγεμονεύσει».

Για το βιβλίο έγραψαν:

«Ως συγγραφέας ο Ισίδωρος Ζουργός έχει κατακτήσει ένα εμπορικό προνόμιο. Ακόμα και αν τύπωνε ένα εξώφυλλο με το όνομα του και έβαζε από πίσω λευκές σελίδες, η ταμειακή μηχανή στο βιβλιοπωλείο θα δούλευε μια χαρά. Και, τέλος πάντων, θα μπορούσε να κάνει τη ζωή του πολύ πιο εύκολη παρουσιάζοντας μία ιστορία σε «θεατρικό» σκηνικό και παρόντα χρόνο, δουλεύοντας μόνο πάνω στους χαρακτήρες του. Και όμως, με το τελευταίο του μυθιστόρημα δεν βάζει, απλώς, ένα καινούργιο βιβλίο στη βιτρίνα. Στέκεται και ο ίδιος συνεπής απέναντι στον τίτλο που επέλεξε: «Περί της εαυτού ψυχής». Ακριβώς. Για τη δική του ψυχή πρόκειται». –Κώστας Γιαννακίδης- Protagon.gr

«Το Περί της εαυτού ψυχής είναι ένα μυθιστόρημα που καταπιάνεται με πολλά: κάνει λόγο για τη ζωτική ανάγκη της οικογένειας, που πολλές φορές φανερώνεται μέσα από την απόλυτη καλοσύνη των ξένων· για την προσφυγιά, και για τις πατρίδες που χάνονται κι εμφανίζονται ξανά σαν τοπίο στην ομίχλη· για τη μνήμη και για το ιερό δέος που ξεπροβάλλουν απ’ τις σκιές τις ώρες πριν το αγγελόκρουσμα· για την ήμερη αγάπη και για την άγρια ενηλικίωση: κάποια συναισθήματα δαμάζονται, κάποια άλλα παίρνουν το πάνω χέρι και πνίγουν, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές του βιβλίου. Κυρίως όμως είναι ένα μυθιστόρημα για το γνώριμο κόκκινο νήμα που διατρέχει τις ανθρώπινες ψυχές μέσα από τους αιώνες, ένα νήμα γεμάτο πόθο για ελευθερία και ζωή». -Κώστας Δρουγαλάς-Book Press

«Γνωρίζουμε το εύρος του Ισίδωρου Ζουργού ως συγγραφέα και από τα προηγούμενα έργα του. Τον χαρακτηρίζει πνευματική καλλιέργεια και ευστροφία, έτσι ώστε αποδεικνύεται δεινός χρήστης του λόγου, με γλωσσικό πλούτο και λεξιπλασία εξαιρετικής γοητείας για τον αναγνώστη. Το πολυτιμότερο υλικό που φέρει ένα βιβλίο είναι η γλώσσα του, που μπορεί να μας πεί κείμενο αναπτύσσεται και σε παίρνει μαζί του, με ουσία.΄΄-Κωνσταντίνα Μόσχου-Diastiho.gr σει, να μας ταξιδέψει. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι μεστή, γενναιόδωρη, προσομοιάζουσα με αλλοτινή των ρωμαϊκών χρόνων, γεμάτη λυρισμό αλλά και σκληράδα, λέξεις στέρεες, όμορφες, με τερτίπια ή χωρίς, άνοιγμα ψυχής, καθώς το κείμενο αναπτύσσεται και σε παίρνει μαζί του, με ουσία». -Κωνσταντίνα Μόσχου-Diastiho.gr

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!