Διαβάσαμε: «Οι Αχώριστες» της Σιμόν Ντε Μποβουάρ (Ψυχογιός)

Μια νουβέλα ερωτικής ενηλικιωσης, μέσα σε έναν κόσμο πνιγμένο από τη θρησκεία και τα πρέπει και τα μη μιας συντηρητικής κοινωνίας
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Κάποτε ρώτησαν τον μεγάλο βιολοντσελίστα Πάμπλο Καζάλς αν θα μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του ακούγοντας μόνο Μπαχ. ΄΄Οχι, δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου μόνο με τον Μπάχ΄΄, αποκρίθηκε. ΄΄Ωστόσο, δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς τον Μπάχ΄΄.

Αυτό είναι το πνεύμα του κλασικού: πως όσο κι αν περιπλανηθούμε ως αναγνώστες, υπάρχει μιά ζωτική, αρχέγονη πηγή από την οποία δεν θα πάψουμε να αντλούμε απόλαυση. Και αυτή η πηγή είναι το κλασικό-εν προκειμένω, η κλασική λογοτεχνία, οι μεγάλοι κλασικοί συγγραφείς΄΄, σημειώνει στην εισαγωγή του βιβλίου ο Ηλίας Μαγκλίνης.

Και η Σιμόν ντε Μποβουάρ ανήκει στους κλασικούς λογοτέχνες του 20ου αιώνα. Γεννήθηκε το 1908 στο Παρίσι. Ηταν η πρωτότοκη κόρη της οικογένειας. Φαινόταν προορισμένη για τη ζωή λίγων προνομιούχων. Εζησε ως παιδί ζωή στερημένη σε συναισθήματα και χρήματα. Ο πατέρας της έκανε πάντα σκηνές για τα χρήματα και έπρεπε να κάνει τις κόρες του να νιώθουν υποχρεωμένες για τη θυσία του. Η νεαρή Σιμόν μεγάλωσε με μιά τεράστια εσωτερική αντίφαση. Επρεπε να στραφεί στα γράμματα για να ικανοποιήσει τον πατέρα και να τον κάνει να την αγαπήσει, να γίνει ΄΄τέρας διανόησης΄΄, και την ίδια στιγμή , αυτό εκείνον τον εξαγρίωνε. Σαν να μην ήταν με τίποτα ικανοποιημένος. Ο πατέρας της ήθελε για εκείνη να γίνει δημόσιος υπάλληλος, ενώ η νεαρή Σιμόν ήθελε από νωρίς να γίνει δασκάλα.

Σπούδασε στην Ecole Normale Superieure, κάτι διόλου ευκολο για τις γυναίκες της εποχής. Ηταν ιδιοφυής. Είκοσι ενός ετών συνάντησε τον Ζαν –Πολ Σαρτρ. Ο Σαρτρ όταν την είδε, είπε ότι διέθετε ανδρική ευφυία και γυναικεία ευαισθησία, ενώ για την Ντε Μποβουάρ ο Σαρτρ ενσάρκωνε ως την παραμικρή λεπτομέρεια τον ιδανικό σύντροφο που αυτή ονειρευόταν.

Η Σιμόν Ντε Μποβουάρ αποφοίτησε από τη Σορβόννη με πτυχίο, δίπλωμα διδασκαλίας και Agregation. Ανήκε στην αφρόκρεμα των καθηγητών της μέσης και της ανώτερης εκπαίδευσης. Οπώς αναφέρει η ίδια, ΄΄η γυναικεία μου ιδιότητα δεν μου προξένησε ποτέ αμηχανία, αλλά ούτε και τη χρησιμοποίησα ποτέ ως άλλοθι΄΄. Δίδαξε στη Μασσαλία, τη Ρουέν και το Παρίσι έως το 1943.

Η σχέση ανάμεσα στον Σαρτρ και την Ντε Μποβουάρ ήταν το ΄΄αμόνι΄΄ απ’ όπου ξεπετάγονταν οι σπίθες της σκέψης τους. ΄΄Εσύ δεν είσαι σύντροφος, είσαι ένας κάστορας΄΄, της είπε μιά μέρα, και απαίτησε από νωρίς και στη φιλία και στον έρωτα προνομιακή μεταχείρηση, γιατί ζήλευε υπερβολικά.

Για κάποιους ήταν ΄΄ένας συνεταιρισμός΄΄, για τους περισσότερους ήταν μια παραγωγική συνενοχή που κράτησε λίγο πάνω από μισό αιώνα. Η σχέση τους διατηρήθηκε στενή ως το τέλος, χωρίς το σεξ, επαναπροσδιορίζοντας την αγάπη ως βάση πολύ πιό ισχυρή από ό,τι η φυσική έλξη, παρόλο που και οι δύο κατηγορήθηκαν για χειραγώγηση των εραστών και ερωμένων τους. Μετά τον θάνατό της, σημαντικά έγγραφα από το προσωπικό της αρχείο ανέτρεψαν την εικόνα που υπήρχε για το υποδειγματικό ζευγάρι. Ο θάνατος του Σαρτρ υπήρξε για εκείνη τραυματικός, γιατί, πέρα από την απώλεια του προσώπου, ήρθε σε επαφή με την απώλεια μιάς κοινής ζωής. Εκείνος δεν είχε αφήσει διαθήκη, και, αφού είχε υιοθετήσει την τελευταία του ερωμένη, εκείνη πρόλαβε και άδειασε το διαμέρισμά του απ’ όλα του τα υπάρχοντα.

Η Σιμόν Ντε Μποβουάρ ταυτίστηκε με τον φεμινισμό. Εζησε μέ όλο της το είναι σαν γυναίκα και επεξεργάστηκε όλες τις όψεις του θηλυκού από τη φιλοσοφική, τη σεξουαλική και την πολιτική σκοπιά. Το εμβληματικό της έργο,΄΄Το δεύτερο φύλο΄΄, επεξεργάζεται την άποψη ότι γυναίκα δεν γεννιέσαι, γίνεσαι. Και ότι η καταπίεση στη γυναίκα οφείλεται σε μιά βαθιά κοινωνική αντίληψη ότι το αρσενικό αντιμετωπίζει ως υποδεέστερο ό,τι δεν του μοιάζει. Ολη της η ζωή αφιερώθηκε στην ισότητα των φίλων, στην υπαρξιστική θεώρηση και στον αθεισμό. Τα βιβλία της, η έντονη πολιτική της δράση, ακόμη και η προσωπική της ζωή αφιερώθηκε στην εξερεύνηση του γυναικείου ζητήματος, ιδίως όσον αφορά την κοινωνική εδραίωση και απελευθέρωση. Πολιτικά, πρωτοστατούσε σε μιά Γαλλία που έβραζε. Το διάσημο ζευγάρι τάχθηκε από νωρίς στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, έφτασε μέχρι τη Ρωσία και, στο τέλος, στράφηκε στον μαοισμό. Επηρέασαν μιά ολόκληρη γενιά, κινητοποιούσαν τις μάζες για όλα τα μεγάλα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της εποχής.

΄΄Οι αχώριστες΄΄ γράφτηκαν το 1954 και κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά το 2020, πολλά χρόνια, μετά τον θάνατο της Σιμόν Ντε Μποβουάρ.

Ο λόγος που δεν κυκλοφόρησε τότε, ήταν ότι το 1958 κυκλοφόρησε το αυτοβιογραφικό της βιβλίο ΄΄Αναμνήσεις μιάς καθώσπρέπει κόρης΄΄, όπου στο πρώτο μέρος αναφέρεται και η ιστορία που περιγράφει η συγγραφέας στις ΄΄Αχώριστες΄΄. Τα μυθιστορήματα της Μποβουάρ είναι αυτοβιογραφικά, και τα πρόσωπα που περιγράφει υπήρξαν στη ζωή της. Στο συγκεκριμένο, περιγράφει την σχέση της με την Ελιζαμπέτ Λακουάν, συμμαθήτριά της – και αργότερα συμφοιτήτρια στη Σορβόννη-, στο αυστηρό καθολικό σχολείο θηλέων Cours Desir. Ηταν ένα σχολείο για τα κορίτσια της μεγαλοαστικής τάξης, κυρίως των αστικών καθολικών οικογενειών. Το σχολείο αυτό, με το πολύ συμβατικό πρόγραμμά του-πρόγραμμα παρθεναγωγείου του 19ου αιώνα-αποτελούσε την προέκταση του αυστηρού καθολικού οικογενειακού περιβάλλοντος από το οποίο προέρχονταν οι περισσότερες μαθήτριές του. Το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος δινόταν στα μαθήματα συμπεριφοράς και οικοκυρικών: πλέξιμο, βελονάκι, πως υποκλίνεσαι σε έναν κύριο ή μιά κυρία, πως σερβίρεις το τσάι, πως απευθύνεσαι στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή στον παπά της ενορίας σου. Είναι ένας κόσμος, ένας καθωσπρέπει γυναικείος κόσμος, σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής για τη ΄΄γυναικεία κανονικότητα΄΄ που είναι ακόμη ριζωμένες στον 19ο αιώνα,,,,. Είναι ο κόσμος που αποτυπώνεται στον τίτλο του πρώτου τόμου της αυτοβιογραφίας της Σιμόν Ντε Μποβουάρ ΄΄Οι αναμνήσεις μιάς καθωσπρέπει κόρης΄΄.

Στις ΄΄Αχώριστες΄΄ η Σιμόν γίνεται Σιλβί και η Ελιζαμπέτ γίνεται Αντρέ. Κόρες καθολικών οικογενειών της καλής κοινωνίας συναντιούνται όταν είναι εννέα ετών και γίνονται αχώριστες. Προχωρούν πρός την ενηλικίωση πάντα η μία δίπλα στην άλλη. Μοιράζονται τις σκέψεις τους, τις εμπειρίες τους, τις οικογενειακές καταστάσεις, τα πρώτα φλέρτ . Η ιστορία έχει άσχημο τέλος:Η Αντρέ τελικά πεθαίνει από ιογενή εγκεφαλίτιδα, όπως συμβαίνει και στην πραγματικότητα με την Ελιζαμπέτ Λακουάν. Ο τάφος της σκεπάστηκε με λευκά άνθη. Η Συλβί συνειδητοποιεί τότε ότι η φίλη της πέθανε από αυτή τη ΄΄λευκότητα΄΄, δηλαδή από τις συμβάσεις του ΄΄καθωσπρέπει ΄΄ βίου. Και πρίν πάρει το τρένο για το Παρίσι αποθέτει πάνω στα άσπιλα λευκά άνθη τρία κόκκινα τριαντάφυλλα.

Στις ΄΄Αχώριστες΄΄, πέρα από την πλατωνική ερωτική φιλία των δύο κοριτσιών, η Σιμόν Ντε Μποβουάρ περιγράφει τον κόσμο των καθολικών στη Γαλλία των τριών πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Η αφήγηση αρχίζει από τον προτελευταίο χρόνο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, περνάει από την Ανακωχή και χάνεται μέσα στη δεκαετία του 1920. Η συγγραφέας μας βάζει μέσα στις αστικές καθολικές οικογένειες, στον φανερό αλλά, κυρίως, στον κρυφό κόσμο τους, στα αισθήματά τους, στις επαύλεις τους, στις απαγορεύσεις που επιβάλλουν στα παιδιά τους, στο προσκύνημα στη Λούρδη, στον κεντρικό ρόλο που παίζει η εξομολόγηση στις ζωές τους.

΄΄Η Ζαζά πέθανε επειδή προσπάθησε να είναι ο εαυτός της και την έπεισαν πως τούτη η αξίωση ήταν κάτι κακό. Στη θεοσεβούμενη καθολική αστική τάξη, όπου γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 1907, σε μια οικογένεια με αδιάλλακτες παραδόσεις, το καθήκον μιας κόρης ήταν να ξεχνά τον εαυτό της, να τον απαρνείται, να προσαρμόζεται. Επειδή η Ζαζά ήταν εξαιρετική, δεν μπόρεσε να ΄΄προσαρμοστεί΄΄-απαίσια λέξη που σημαίνει να ενσφηνωθείς στο προκατασκευασμένο καλούπι όπου την περιμένει μια κυψελίδα, ανάμεσα σε πολλές άλλες: ό,τι ξεχειλίζει θα πρέπει να συμπιεστεί, να συνθλιβεί, να πεταχτεί ως φύρα. Η Ζαζά δεν ενσφηνώθηκε, έτσι κονιορτοποίησαν την ιδιαιτερότητά της. Και ιδού το έγκλημα, η δολοφονία.....Σε τούτο το περιβάλλον πρέπει να μην ξεχωρίζεις, να μην υπάρχεις για τον εαυτό σου, παρά μόνο για τους άλλους, ΄΄η μαμά δεν κάνει ποτέ τίποτα για τον εαυτό της, όλη της τη ζωή γίνεται θυσία΄΄, λέει μιά μέρα. Καθώς εμποτίζεται συνεχώς από τούτες τις αλλοτριωτικές παραδόσεις, κάθε ζωντανή εξατομίκευση καταπνίγεται εν τη γενέσει της. Ομως αυτό δεν είναι το χειρότερο σκάνδαλο για τη Σιμόν Ντε Μποβουάρ, και ακριβώς τούτο θέλει να καταδείξει η νουβέλα, ένα σκάνδαλο που μπορούμε να το χαρακτηρίσουμε φιλοσοφικό εφόσον προσβάλλει την ανθρώπινη μοιρα΄΄, σημειώνει στο επίμετρο του βιβλίου η Σιλβί Λε Μπον ντε Μποβουάρ.

Η πρώτη δημοσίευση της νουβέλας ΄΄Οι Αχωριστες΄΄ μέσα στο 2020 και η υποδοχή της, 66 χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της, φανέρωσαν ένα πολύ σημαντικό αφήγημα. ΄΄Οι Αχώριστες΄΄ είναι μιά νουβέλα ενηλικίωσης, ή , καλύτερα ερωτικής ενηλικιωσης, μέσα σε έναν κόσμο πνιγμένο από τη θρησκεία και τα ΄΄πρέπει΄΄ και τα ΄΄μη΄΄ μιας συντηρητικής κοινωνίας.

Η μετάφραση είναι της Ρίτας Κολαίτη και τα εισαγωγικά σημειώματα του Νίκου Μπακουνάκη και της Μαριαλένας Σπυροπούλου.

Για το βιβλίο έγραψαν:

΄΄ Η βιογραφία της Κέρκπατρικ και η νουβέλα Οι αχώριστες, που κυκλοφορούν σχεδόν ταυτόχρονα παντού, δημιουργούν μια νέα αναγνωστική επικαιρότητα του έργου της Σιμόν ντε Μποβουάρ, του φιλοσοφικού αλλά και του λογοτεχνικού. Διαπιστώνουμε ότι αυτό εξακολουθεί να παραμένει αρυτίδωτο, ίσως γιατί μεγάλο μέρος του στηρίζεται σε ισχυρό (αυτό)βιογραφικό υπόβαθρο. Αναλύεται, μάλιστα, και με καινούργια κριτικά εργαλεία που έρχονται, για παράδειγμα, από τον χώρο των gender και των queer studies΄΄. Νίκος Μπακουνάκης –LIFO.

΄΄ Η Σιμόν Ντε Μποβουάρ έγραψε την αυτοβιογραφική νουβέλα «Les Inséparables» («Οι αχώριστες») το 1954, πέντε χρόνια μετά το «Δεύτερο Φύλο» και αφού είχε κερδίσει το διάσημο λογοτεχνικό βραβείο Goncourt με το μυθιστόρημά της «Μανδαρίνοι», αλλά εκδόθηκε μόλις πέρσι για πρώτη φορά. Το έργο φωτίζει δύο σχέσεις με γυναίκες που στήριξαν τη ζωή της: η πρώτη, ήταν μια έντονη σχέση ενηλικίωσης με την συμμαθήτριά της Ελιζαμπέτ «Ζαζά» Λακουάν, η οποία πέθανε ξαφνικά από εγκεφαλίτιδα σε ηλικία μόλις 21 ετών. Και η δεύτερη με τη Σιλβί Λε Μπον ντε Μποβουάρ, σύντροφό της για 26 χρόνια, την οποία η Σιμόν υιοθέτησε και της κληροδότησε το έργο της.΄΄Protagon.gr

΄΄ Πρόκειται για ένα εξαιρετικά καλογραμμένο βιβλίο σε μία πολύ προσεγμένη έκδοση. Η ιστορία είναι από μόνη της ενδιαφέρουσα και διανθίζεται από φωτογραφικό υλικό, το οποίο κατά κάποιον τρόπο είναι ενσωματωμένο στην πλοκή. Η υπόθεση βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, καθώς αφορά τη ζωή της ίδιας τη συγγραφέα. Η Σιμόν ντε Μποβουάρ γράφει αυτή την νουβέλα για έναν άνθρωπο που ήταν πολύ σημαντικός στη ζωή της και καταφέρνει να δώσει πολλές πληροφορίες για την δική της προσωπικότητα αλλά και της φίλης της μέσα σε λίγες μόλις σελίδες. Η πλοκή κινείται σε γρήγορους ρυθμούς και το τέλος αφήνει τον αναγνώστη ικανοποιημένο από αυτό που διάβασε.΄΄Γεωργία Παπαδοπούλου-ekritikimas.Blogspot.com

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!