Συγκίνηση και ερμηνείες, στο sung-through μιούζικαλ «Καμπάνες του Edelweiss»

(PHOTOS & ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ) Ο Νίκος Καρβέλας και η Άννα Βίσση θεωρούνται, αν μη τι άλλο πρωτοπόροι, στη δημιουργία στο ανέβασμα ποπ - ροκ μιούζικαλ στην
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Ελλάδα εδώ και 25 σχεδόν χρόνια, ξεκινώντας από τους «Δαίμονες» το 1991 και συνεχίζοντας με την «Μάλα» το 2002, παράλληλα με την επιτυχημένη -εμπορικά τουλάχιστον- κοινή πορεία τους στο χώρο της ποπ μουσικής πάνω από 30 χρόνια.

Μετά τους «Δαίμονες» - ένα σύγχρονο παραμύθι δοσμένο μέσα ένα εντυπωσιακό σκηνικό περιβάλλον - και τη «Μάλα» με φόντο το Άουσβιτς -, οι «Καμπάνες του Edelweiss» αποτελούν ένα έργο περισσότερο ώριμο και εσωτερικό που προσπαθεί να φωτίσει τα βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης.

Πρόκειται για μια τραγική ιστορία στο κέντρο της οποίας βρίσκονται ανθρώπινες υπάρξεις λεηλατημένες από την βιαιότητα ενός πολέμου με βαθιές ψυχικές πληγές που αναζητούν την αγάπη και τη λύτρωση.

Οι τρεις βασικοί χαρακτήρες, η Άννα, ο Βέρνερ και ο Τζούλιαν είναι τρεις άνθρωποι που έχουν βιώσει τη βία και τη σκληρότητα από την παιδική τους ηλικία.

Η Άννα (Άννα Βίσση) – κεντρική ηρωίδα της παράστασης – είναι μια Γερμανίδα που πέρασε τα παιδικά της χρόνια σε ορφανοτροφείο, ζει μια δραματική εμπειρία δίπλα στον πρώτο της άντρα Βέρνερ και απεγνωσμένη φεύγει για να περιπλανηθεί μόνη στους δρόμους του Βερολίνου μέχρι να αποφασίσει να αναζητήσει την τύχη της στην Αμερική, επανεκκινώντας τη ζωή της. Κατά τη διάρκεια της παράστασης την συναντάμε σε διαφορετικές φάσεις της ζωής της.

Ο Βέρνερ Γιούνκερς (Γιάννης Σιαμσιάρης) είναι ένας Γερμανός πανδοχέας τον οποίο γνωρίζουμε στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου. Αποτελεί μια σκοτεινή ανθρώπινη ύπαρξη στα όρια του ακραίου, παραδομένη στις ιδέες του ναζισμού και εθισμένη στο αλκόολ. Κουβαλάει κι αυτός τα δικά του ψυχικά τραύματα από την παιδική του ηλικία.

Ο Τζούλιαν (Αιμιλιανός Σταματάκης) είναι ένας 23χρονος τραγουδιστής – εκκολαπτόμενος star της rock – που τον συναντάμε στην Αμερική στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Προσπαθεί να ξεφύγει κι αυτός από ένα σκοτεινό και τραυματισμένο παρελθόν βρίσκοντας σωτηρία στον κόσμο των ναρκωτικών μέχρι τη τη στιγμή που γνωρίζει την Άννα.

Η παράσταση - που περιλαμβάνει αρκετές σκληρές σκηνές αλλά οι οποίες δίνονται με ξεχωριστό τρόπο, χάρη στην ευρηματική σκηνοθεσία του Γιάννη Κακλέα - στην εξέλιξή της κρύβει αρκετές ανατροπές που θεωρώ σωστό να παραλείψω, μιας και το στοιχείο της έκπληξης συνεισφέρει κι αυτό ώστε να δημιουργηθεί η απαραίτητη συγκινησιακή φόρτιση στο θεατή σε αρκετές στιγμές της.

Ο Νίκος Καρβέλας δημιούργησε ένα πολυποίκιλο μουσικό περίβλημα –με αναφορές σε όλο το δισκογραφικό του προφίλ από την κλασσική μουσική μέχρι την rock - το οποίο τυλίγει τους ήρωες και την ιστορία τους από την αρχή μέχρι το τέλος της παράστασης: η παράσταση θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι μια καθαρόαιμη ροκ όπερα ή ακόμα καλύτερα ένα sung-through μιούζικαλ αφού δεν υπάρχει ίχνος πρόζας, πέρα από τις 3 αφηγήσεις της κεντρικής ηρωίδας Άννας. Πολύτιμος αρωγός φυσικά για την επίτευξη του ηχητικού αποτελέσματος που ακούμε στην παράσταση αποτελεί ο ενορχηστρωτής Αλέξιος Πρίφτης, η 18μελής ορχήστρα που διευθύνει αλλά και το 4μελές rock συγκρότημα που συμμετέχει επίσης στην παράσταση.

Σκηνοθετικά ο Γιάννης Κακλέας, γνώστης του είδους αλλά και συνεργάτης για πολλά χρόνια του διδύμου Καρβέλα-Βίσση συνεισέφερε ώστε να μετατραπεί η ιστορία αυτή σε μια σύνθετη και μεγάλη παραγωγή με κινηματογραφικούς ρυθμούς και πολλαπλές εναλλαγές χώρου και χρόνου που εκμεταλλεύεται στο έπακρο της δυνατότητες της τεράστιας σκηνής του Pantheon.

Τα σκηνικά του Μανώλη Παντελιδάκη, τα κουστούμια της Ντένης Βαχλιώτη και οι φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα εξυπηρετούν στο έπακρο τις απαιτήσεις μιας μεγάλης παραγωγής όπως οι «Καμπάνες του Edelweiss».

Στον πρωταγωνιστικό ρόλο, η Άννα Βίσση (Άννα) αποδεικνύει για άλλη μια φορά το εύρος του ταλέντου της τόσο σε φωνητικό όσο και σε υποκριτικό επίπεδο, ίσως στην ωριμότερη ερμηνεία της καριέρας της. Ερμηνεύει το ρόλο της Άννας από την ηλικία των 40 χρόνων και μετά, ενώ παράλληλα την βλέπουμε σε μεγαλύτερη ηλικία καταπονημένη να διηγείται την ιστορία της πίσω από τα κάγκελα της φυλακής. Είναι εντυπωσιακές οι μεταμορφώσεις της από τη μία κατάσταση στην άλλη σε διάστημα λίγων λεπτών. Αν και η φωνή της βγαίνει αβίαστα και ακούγεται ξεκούραστη, δεν καταφεύγει σε επίδειξη φωνητικών δυνατοτήτων και στον εντυπωσιασμό. Αντιθέτως, τα τραγούδια και οι ερμηνείες έχουν μέτρο και ταιριάζουν απόλυτα με το ρόλο μιας ώριμης και τραυματισμένης γυναίκας – με έναν αρκετό «ψυχρό» χαρακτήρα που σχετίζεται και με την καταγωγής της ηρωίδας.

Ο Αιμιλιανός Σταματακης (Τζούλιαν) αποτελεί την έκπληξη της παράστασης. Έχοντας αποφοιτήσει μόλις από τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών κάνει ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο παίζοντας τον απαιτητικό ρόλο του νεαρού Τζούλιαν. Ο ρόλος είναι απαιτητικός τόσο σε φωνητικό όσο και σε ερμηνευτικό-υποκριτικό επίπεδο, και ο νεαρός πρωταγωνιστής καταφέρνει να τον φέρει εις πέρας χωρίς να χάσει το μέτρο και χωρίς να υπερβάλει.

Ο Γιάννης Σιαμσιάρης (Βέρνερ) συναντιέται ξανά με την Άννα Βίσση, 23 χρόνια με το πρώτο ανέβασμα των «Δαιμόνων» και μας παρουσιάζει για άλλη μια φορά έναν ακραίο χαρακτήρα, κάτι στο οποίο μεταμορφώνεται με μεγάλη δεξιοτεχνία και φαίνεται να κατέχει πολύ καλά. Πρόκειται κι αυτός για ένα ρόλο με σημαντικές φωνητικές και ερμηνευτικές απαιτήσεις.

Στους υπόλοιπους βασικούς ρόλους ξεχωρίζει ο Θανάσης Αλευράς (Ντέιβιντ) που ερμηνεύει το ρόλο του δεύτερου άντρα της Άννας. Ο Ντέιβιντ, ένας αμερικάνος κυνηγός ταλέντων, σισιλιάνικης καταγωγής, εντοπίζει τον Τζούλιαν και αναλαμβάνει να τον μανατζάρει και να το προωθήσει σε μεγάλη δισκογραφική εταιρεία. Ο Θανάσης Αλευράς, μέσα από αυτό το ρόλο μας παρουσιάζει ένα διαφορετικό ερμηνευτικό πρόσωπο, κόντρα στους κωμικούς ρόλους που τον είχαμε συνηθίσει μέχρι σήμερα.

Η Τάνια Τρύπη (Κλάρα) στο μικρό αλλά καταλυτικό ρόλο της αδερφής του Βέρνερ, εντυπωσιάζει με τη δραματικότητα της ερμηνείας της αλλά και τις φωνητικές της δυνατότητες, αποτέλεσμα και της πολυετούς πλέον τριβής της με το χώρου του μουσικού θεάτρου.

Ο βαρύτονος Νικόλαος Καραγκιαούρης (Κλάουντ) που γνωρίσαμε στους «Δαίμονες» στο ρόλο του Ιερού Εξεταστή, εδώ έχει ένα μικρό αλλά ιδιαίτερα επιτυχημένο πέρασμα: δεσπόζει στο ρόλο του ισχυρού ιδιοκτήτη μιας μεγάλης δισκογραφικής εταιρείας που αναλαμβάνει να εκδώσει τον πρώτο δίσκο του Τζούλιαν. Λίγο πριν το τέλος της παράστασης τον βλέπουμε και ως πρόεδρο του δικαστηρίου.

Η Ελληνοκαναδή Ελένη Αλεξανδρή (Σάρα) ερμηνεύει το ρόλο της κόρης της Άννας. Με τη χαρακτηριστική και όμορφη φωνή της πιστεύω πως ταιριάζει απόλυτα με το ρόλο της νεαρής αμερικανίδας της εποχής εκείνης.

O Νικόλαος Ραπτάκης (Τζόζεφ) δεν είναι άλλος από τον περσινό εκπρόσωπο της Ελλάδας στην Eurovision. Εδώ κάνει το ντεμπούτο του στο θεατρικό σανίδι και μας δείχνει μια άλλη πτυχή του ταλέντου ως ένας ώριμος Εβραίος – σύζυγος της Κλάρας ενώ διαθέτει μια πολύ όμορφη φωνή τενόρου musical. Λίγο πριν το τέλος της παράστασης τον βλέπουμε και ως συνήγορο υπεράσπισης στο δικαστήριο.

Ο Ιβάν Σβιτάιλο (Ρώσος στρατιώτης) έχει τον κεντρικό ρόλο σε μια από τις εντονότερες και δραματικότερες σκηνές της παράστασης ως ο αρχηγός μιας τριάδας Ρώσων στρατιωτών που εισβάλει στο πανδοχείου του Βέρνερ Γιούνκερς στην αρχή του έργου. Εντυπωσιάζει κυρίως με την πολύ καλή κίνηση του επί σκηνής.

Το σύνολο του 25μελους θιάσου συμπληρώνει μεγάλος αριθμός νέων και ταλαντούχων ερμηνευτών (διακρίναμε πολλές καλές φωνές) που μεταμορφώνονται στη σκηνή άλλοτε ως χωρικοί, βουβές μορφές του Βερολίνου, αμερικάνικο πλήθος και άλλοτε ως άστεγοι στο δρόμο, θαμώνες club στα 60s ή ένορκοι του δικαστηρίου.

Είναι μια παράσταση που αν και μεγάλη παραγωγή, δεν έχει ως πρωταρχικό σκοπό τον εντυπωσιασμό – όπως ίσως οι προηγούμενες δουλειές του διδύμου– αλλά κυρίως στοχεύει στη συγκίνηση του θεατή. Πρόκειται για μια δύσκολη παράσταση – ειδικά για τους συντελεστές της που κάθε βράδυ πρέπει να τα δίνουν όλα.

Ενστάσεις υπάρχουν ως προς τον χώρο, που ίσως λόγω του θέματος και της εσωτερικότητας του έργου θα μπορούσε να είναι μικρότερος. Επίσης, το λιμπρέτο σε κάποια σημεία έκρηξης των ηρώων θα μπορούσε να είχε επεξεργαστεί περισσότερο, αν και είναι προφανές ότι έχει επιλεγεί εσκεμμένα ο συγκεκριμένος τρόπος έκφρασης για να τονιστεί ακόμα περισσότερο η ακρότητα κάποιων καταστάσεων.

Η παράσταση που έκανε πρεμιέρα στις 12 Φεβρουαρίου, συνεχίζεται κάθε Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή μέχρι τις 29 Μαρτίου 2015. Η διάρκεια της μαζί με το διάλειμμα είναι στις 3 ώρες.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!