Μπορεί ο καιρός την Τρίτη να μην μας έκανε την χάρη, αλλά ο Γιάννης Χαρούλης φρόντισε να μας αποζημιώσει -και με το παραπάνω- την Τετάρτη.
Ως πρώτη φορά σε συναυλία του, φίλοι και γνωστοί φρόντισαν να με προϊδεάσουν για το τι θα συναντούσα φτάνοντας στο Θέατρο Βράχων και η αλήθεια είναι ότι βλέποντας κάθε λογής κόσμο να ανηφορίζει από τον Βύρωνα, το κατάλαβα πριν φτάσω.
Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα.
Το «Μελίνα Μερκούρη» σε ένα ασφυκτικά γεμάτο sold out γι’ ακόμη μια φορά και οι «Χαρουλίτσες» -αν είναι δόκιμος αυτός ο όρος- μπροστά από την σκηνή να ουρλιάζουν με ενθουσιασμό κάθε φορά που ξεπροβάλλει ένα πόδι τεχνικού για να φτιάξει τα καλώδια κι ένα κοινό ελαφρώς ετερόκλητο -από παρέες και ζευγάρια στους ορθίους μέχρι οικογένειες και κάποιους πιο ηλικιωμένους ψηλά στις κερκίδες- αλλά σίγουρα χαρούμενο.
Μετά την πατροπαράδοτη «χαριτωμένη μικρή καθυστέρηση» κι ενώ πια η «Σκιά των Βράχων» είχε δώσει την θέση της σε ένα φεγγάρι που κρυβόταν που και που πίσω απ’ τα σύννεφα, ανέβηκαν οι μουσικοί και ο πάντα χαμογελαστός Λασιθιώτης τραγουδιστής εν μέσω αποθέωσης.
Δεν χρειάστηκε πολλή ώρα για να ζεσταθούμε και ο χορός είχε ξεκινήσει ήδη από τα πρώτα τραγούδια, κρύβοντας μάλιστα μια έκπληξη, καθώς είπε το νέο του τραγούδι «Βάστα» για πρώτη φορά στην Αθήνα.
Παραδοσιακά όργανα που μπλέκουν με τον πιο όμορφο κι αβίαστο τρόπο με κιθάρες και την αγαπημένη κρητική προφορά, άπειρες επιτυχίες τόσο από την προσωπική του δισκογραφία, όσο και διασκευές κι ένα κλίμα που δύσκολα κοντράρουν οι περισσότεροι καλλιτέχνες.
Από τον Χειμωνανθό στην Οδό Ονείρων κι από τα Μαλαματένια Λόγια στο Τι Λάθος Κάνω, με τα απαραίτητα διαλείμματα για να μιλήσει, να αφιερώσει, να τσουγκρίσει ή και για μια στιγμή να πάει πίσω και να δώσει την σκηνή στον αγαπημένο του κοινού Κωσταντή Πιστιόλη για μαγέψει με έναν ηπειρώτικο σκοπό.
Ο χορός που ξεκίνησε από νωρίς δεν θα σταματούσε πριν τις 12 και στο τέλος όλοι έφυγαν με ένα χαμόγελο ακόμα μεγαλύτερο από αυτό που ήρθαν. Κι αυτό μεταφράζεται μόνο σαν επιτυχία.
Ίσως όλοι ήμασταν ένα τσακ πιο ορεξάτοι για χθες μετά τις βροχές της Τρίτης. Κι εμείς κι εκείνος.
Όμως η αλήθεια είναι ότι αφενός οι εξαιρετικοί μουσικοί κι αφετέρου η ίδια του η παρουσία, γλυκιά μα επιβλητικη, που γεμίζει την σκηνή, δημιουργούν ένα κλίμα κεφάτο που καλύπτει και το πιο απαιτητικό κοινό, ακόμα κι αν αυτή η μουσική δεν είναι ψηλά στην playlist του.
Όσοι τον έχουν ξαναδεί καταλαβαίνουν για τι πράγμα μιλάω, όσοι δεν είχαν την ευκαιρία, προτείνω την επόμενη φορά να ανηφορίσουν μέχρι τους Βράχους και δεν θα απογοητευτούν.
Και ίσως μια Πέμπτη πρωί στην δουλειά να μην μπορούν να σταματήσουν να σιγοτραγουδούν στιχάκια...
Φωτoγραφίες: NDP Photo Agency
Ως πρώτη φορά σε συναυλία του, φίλοι και γνωστοί φρόντισαν να με προϊδεάσουν για το τι θα συναντούσα φτάνοντας στο Θέατρο Βράχων και η αλήθεια είναι ότι βλέποντας κάθε λογής κόσμο να ανηφορίζει από τον Βύρωνα, το κατάλαβα πριν φτάσω.
Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα.
Το «Μελίνα Μερκούρη» σε ένα ασφυκτικά γεμάτο sold out γι’ ακόμη μια φορά και οι «Χαρουλίτσες» -αν είναι δόκιμος αυτός ο όρος- μπροστά από την σκηνή να ουρλιάζουν με ενθουσιασμό κάθε φορά που ξεπροβάλλει ένα πόδι τεχνικού για να φτιάξει τα καλώδια κι ένα κοινό ελαφρώς ετερόκλητο -από παρέες και ζευγάρια στους ορθίους μέχρι οικογένειες και κάποιους πιο ηλικιωμένους ψηλά στις κερκίδες- αλλά σίγουρα χαρούμενο.
Μετά την πατροπαράδοτη «χαριτωμένη μικρή καθυστέρηση» κι ενώ πια η «Σκιά των Βράχων» είχε δώσει την θέση της σε ένα φεγγάρι που κρυβόταν που και που πίσω απ’ τα σύννεφα, ανέβηκαν οι μουσικοί και ο πάντα χαμογελαστός Λασιθιώτης τραγουδιστής εν μέσω αποθέωσης.
Δεν χρειάστηκε πολλή ώρα για να ζεσταθούμε και ο χορός είχε ξεκινήσει ήδη από τα πρώτα τραγούδια, κρύβοντας μάλιστα μια έκπληξη, καθώς είπε το νέο του τραγούδι «Βάστα» για πρώτη φορά στην Αθήνα.
Παραδοσιακά όργανα που μπλέκουν με τον πιο όμορφο κι αβίαστο τρόπο με κιθάρες και την αγαπημένη κρητική προφορά, άπειρες επιτυχίες τόσο από την προσωπική του δισκογραφία, όσο και διασκευές κι ένα κλίμα που δύσκολα κοντράρουν οι περισσότεροι καλλιτέχνες.
Από τον Χειμωνανθό στην Οδό Ονείρων κι από τα Μαλαματένια Λόγια στο Τι Λάθος Κάνω, με τα απαραίτητα διαλείμματα για να μιλήσει, να αφιερώσει, να τσουγκρίσει ή και για μια στιγμή να πάει πίσω και να δώσει την σκηνή στον αγαπημένο του κοινού Κωσταντή Πιστιόλη για μαγέψει με έναν ηπειρώτικο σκοπό.
Ο χορός που ξεκίνησε από νωρίς δεν θα σταματούσε πριν τις 12 και στο τέλος όλοι έφυγαν με ένα χαμόγελο ακόμα μεγαλύτερο από αυτό που ήρθαν. Κι αυτό μεταφράζεται μόνο σαν επιτυχία.
Ίσως όλοι ήμασταν ένα τσακ πιο ορεξάτοι για χθες μετά τις βροχές της Τρίτης. Κι εμείς κι εκείνος.
Όμως η αλήθεια είναι ότι αφενός οι εξαιρετικοί μουσικοί κι αφετέρου η ίδια του η παρουσία, γλυκιά μα επιβλητικη, που γεμίζει την σκηνή, δημιουργούν ένα κλίμα κεφάτο που καλύπτει και το πιο απαιτητικό κοινό, ακόμα κι αν αυτή η μουσική δεν είναι ψηλά στην playlist του.
Όσοι τον έχουν ξαναδεί καταλαβαίνουν για τι πράγμα μιλάω, όσοι δεν είχαν την ευκαιρία, προτείνω την επόμενη φορά να ανηφορίσουν μέχρι τους Βράχους και δεν θα απογοητευτούν.
Και ίσως μια Πέμπτη πρωί στην δουλειά να μην μπορούν να σταματήσουν να σιγοτραγουδούν στιχάκια...
Φωτoγραφίες: NDP Photo Agency