Διαβάσαμε: Μαργκερίτ Γιουρσενάρ «Ιστορίες της Ανατολής» (Πατάκης)

«Οικονομία λέξεων, προτάσεων, νοημάτων. Ούτε μια τελεία περιττή»
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Έχοντας διαβάσει τις «Ιστορίες της Ανατολής» πριν από περίπου 30 χρόνια, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι είναι ένα βιβλίο που με καθόρισε κι έβαλε πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών στο τι περιμένει κανείς σαν αποτέλεσμα διαβάζοντας ένα βιβλίο.

Ξαναδιαβάζοντάς το στις ημέρες μας, πολύ εύκολα μπορώ να δηλώσω ότι είναι ένα από τα πέντε βιβλία που έχω διαβάσει στη ζωή μου που θα έπαιρνα μαζί μου αν έπρεπε να διαλέξω πέντε βιβλία που θα έπαιρνα μαζί μου σε ένα μακρινό νησί.

Και αυτό γιατί, η νεαρή τότε Γιουρσενάρ, έγραψε μια συλλογή διηγημάτων τόσο καλών, που θα έλεγε κανείς η μία σε προετοιμάζει για την άλλη, η προηγούμενη για την επόμενη, με έναν τρόπο που τελειώνοντας το βιβλίο αισθάνεσαι την ψυχική αγαλλίαση που νιώθει κανείς τη στιγμή που κάτι σημαντικό έχει συμβεί στη ζωή του.

«Οι ιστορίες της Ανατολής», γράφτηκαν το 1939, εποχή που η συγγραφέας είχε ήδη ταξιδέψει στη Μαύρη Θάλασσα με συντροφιά τον Ανδρέα Εμπειρίκο και είναι ένα βιβλίο που συνδυάζει μύθους, θρύλους και αλληγορικές διηγήσεις από όλο το φάσμα της Ανατολής, από την Ελλάδα και τη Σερβία μέχρι την Κίνα και την Ιαπωνία.

Αυτό που κάνει τόσο σημαντικά αυτά τα διηγήματα της Γιουρσενάρ δεν είναι μόνο αυτά που περιγράφει, αλλά ο τρόπος που το κάνει. Καταφέρνει και στήνει μια μαγική ατμόσφαιρα που μέσα της κινούνται όλα και με γραφή που ξεπερνάει τον πεζό λόγο και φτάνει στα όρια της ποίησης περιγράφει τις ιστορίες της.

Κάθε προσπάθεια να περιγράψει κανείς κάθε μία από αυτές τις ιστορίες της, είναι μάλλον μάταιη. Η καθαρή ομορφιά δεν μπορεί να περιγραφεί, γι αυτό ίσως είναι πιο πρόσφορο να διαβάσει κανείς λίγες γραμμές της ίδιας από το διήγημα «Ο τελευταίος έρωτας του πρίγκιπα Γκέντζι»:

«Το ίδιο έργο παιζόταν και πάλι στο θέατρο του κόσμου, αλλά εκείνος, ξέροντας πως τούτη τη φορά του αναλογούσε μονάχα ο ρόλος του γέροντα, προτίμησε να παίξει τον ρόλο του φαντάσματος. Αυτός ήταν ο λόγος που μοίρασε λοιπόν την περιουσία του, εξασφάλισε οικονομικά τους υπηρέτες του κι ετοιμάστηκε να περάσει τις τελευταίες μέρες του σ' ένα ερημητήριο που είχε ζητήσει να του χτίσουν στην πλαγιά του βουνού. Διέσχισε για έσχατη φορά την πόλη, με τη συνοδεία μόνο δύο τριών αφοσιωμένων συντρόφων που δεν αποδέχονταν πως θα αποχαιρετούσαν στο πρόσωπό του την ίδια τους τη νιότη. Αν και πολύ νωρίς το πρωί, οι γυναίκες πλησίαζαν τα πρόσωπά τους στις λεπτές γρίλιες των περσίδων. Ψιθύριζαν δυνατά πως ο Γκέντζι ήταν ακόμη πανέμορφος, κάτι που επιβεβαίωνε ξανά στον πρίγκιπα πως είχε έρθει πράγματι η ώρα να αποσυρθεί».

Οικονομία λέξεων, προτάσεων, νοημάτων. Ούτε μια τελεία περιττή. Η Γιουρσενάρ σε αυτά τα διηγήματα μοιάζει σαν τους παλιούς μάστορες που σκάλιζαν κομμάτι-κομμάτι προσεκτικά αυτό που έβγαινε από τα χέρια τους. Δεν είναι μόνο ότι γνωρίζει ιστορία και τους παλιούς μύθους και θρύλους. Τους προσλαμβάνει εντός της, τους επεξεργάζεται και όταν έρχεται η ώρα να τους εκφράσει τους αναδημιουργεί από την αρχή με τον δικό της τρόπο. Με μια ευαισθησία που σπάνια συναντάς σε γραπτό κείμενο. Είναι μεγαλειώδης ο τρόπος που καταφέρνει να αναδημιουργήσει αυτές τις ιστορίες, αυτούς τους μύθους. Μοιάζει σαν να έχει πιάσει ακατέργαστα πετράδια, τα επεξεργάστηκε και μας τα παραδίδει απαστράπτοντα.

Η γαλλίδα μυθιστοριογράφος Μαργκερίτ Γιουρσενάρ υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1980. Ήταν γνωστή η αγάπη της για το ελληνικό πολιτισμό – αρχαίο και σύγχρονο - και συχνή επισκέπτρια της χώρας μας.

Τα θέματά της αντλούσε γενικά από το μακρινό παρελθόν, δίνοντας διαχρονική υπόσταση στους χαρακτήρες της. Απέφευγε τον άνθρωπο της καθημερινότητας με την πεζή προβληματική του και αναζητούσε μορφές που δικαιώνουν την ύπαρξή του.

Η Μαργκερίτ Αντουανέτ Ζαν Μαρί Ζισλέν Κλενβέρκ ντε Κρεγιανκούρ, όπως ήταν πλήρες ονοματεπώνυμό της, γεννήθηκε στις 8 Ιουνίου 1903 στις Βρυξέλλες. Δεν πήγε σε σχολείο, καθώς ως γόνος αριστοκρατικής οικογένειας είχε το προνόμιο της κατ' οίκον διδασκαλίας στις αρχές του 20ού αιώνα. Η μητέρα της πέθανε νωρίς και η μικρή Μαργκερίτ μεγάλωσε με γκουβερνάντες, ενώ αραιά και που χαιρόταν την πατρική στοργή.

Στα 16 της έγραψε σε κομματάκια χαρτί όλα τα γράμματα του οικογενειακού της επωνύμου: Κραγιενκούρ (C-R-A-Y-E-N-C-O-U-R). Ανακάτεψε τα χαρτάκια και με κλήρωση κατέληξε στο ψευδώνυμό της, το οποίο αργότερα υιοθέτησε ως το νέο επώνυμό της: Γιουρσενάρ (Υ-O-U-R-C-E-N-A-R), που περιείχε όμως ένα C λιγότερο. Με αυτό υπέγραψε την πρώτη ποιητική συλλογή της, μια αναφορά στον Ίκαρο, με τίτλο «Ο Κήπος των Χιμαιρών». Ήταν 18 ετών και γνώριζε άπταιστα αρχαία ελληνικά και λατινικά.

Η αποδοχή της ομοφυλοφιλίας ήταν το θέμα του πρώτου μυθιστορήματος της με τίτλο «Αλέξης», με ήρωα έναν νεαρό που παρά τον γάμο του δεν καταφέρνει να καταπνίξει τις ομοφυλοφιλικές επιθυμίες του. Το ζήτημα επανέρχεται στη «Χαριστική βολή», ενώ υπάρχουν κάποιες εκφάνσεις του θέματος στο κορυφαίο πεζογράφημά της «Αδριανού Απομνημονεύματα», μια μυθιστορηματική βιογραφία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού. Ένα άλλο σημαντικό έργο της, που τιμήθηκε με το Βραβείο Φέμινα, είναι το ιστορικό μυθιστόρημα «Έργο στα κρυφά», μια βιογραφία ενός φανταστικού προσώπου, του Ζήνωνα, αλχημιστή και λόγιου του 16ου αιώνα.

Το 1948, μαζί με την σύντροφό της Γκρέις Φρικ εγκαταστάθηκε στο νησί Μάουντ Ντέζερτ των ΗΠΑ και λίγα χρόνια αργότερα έλαβε την αμερικάνικη υπηκοότητα. Το 1980, η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ έγινε η πρώτη γυναίκα που έγινε δεκτή στην Γαλλική Ακαδημία, αφού απέκτησε ξανά την γαλλική υπηκοότητα. Ειπώθηκε τότε ότι αυτό που τη βοήθησε να γίνει δεκτή στην ανδροκρατούμενη Ακαδημία, ήταν η «αρρενωπότητά» της, ένας υπαινιγμός για την επί 40 χρόνια σχέση της με την Γκρέις Φρικ, η οποία ήταν η μεταφράστρια των έργων της στα αγγλικά.

Η Γιουρσενάρ έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη για τον ελληνικό πολιτισμό, τον αρχαίο και τον σύγχρονο. Γνώριζε την ελληνική μυθολογία και επέστρεφε συχνά τόσο στον πολιτισμό του Παρθενώνα όσο και στους έλληνες της εποχής της. Επιμελήθηκε την ανθολογία ελληνικής ποίησης «Το στεφάνι και η λύρα» (1979), εξέδωσε το δοκίμιο «Κριτική παρουσίαση του Κ. Π. Καβάφη» και ήταν φίλη με την Ιωάννα Χατζηνικολή, η οποία εξέδιδε τα βιβλία της. Στον κατάλογο των ερώτων της, κατά τη βιογράφο της Ζοζιάν Σαβινιό, υπάρχουν τα ονόματα του Ανδρέα Εμπειρίκου, στον οποίο αφιέρωσε τα «Διηγήματα της Ανατολής» και της Λούσης Κυριακού, μιας νεαρής μητέρας του κύκλου του ποιητή.

Η Ελλάδα ήταν ένας αγαπημένος τόπος και ένας από τους πολλούς προορισμούς των αναρίθμητων ταξιδιών της. Η Ιταλία ήταν ένας ακόμη. Ταξίδευε ως τα βαθιά της γεράματα. Όταν «έχασε» την Γκρέις το 1979, πήρε τη βαλίτσα της και με συνοδό ένα νεαρό φίλο της, πήγε στην Ολλανδία, στο Μαρόκο και την Αγγλία.

Προγραμμάτιζε μάλιστα και μια επίσκεψη στο Νεπάλ για να δει «τα γεναριάτικα λουλούδια ν' ανθίζουν», την πρόλαβε όμως ο θάνατος στις 17 Δεκεμβρίου 1987.

Τα λουλούδια ήταν μια άλλη μεγάλη αγάπη της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ και εξ αυτού του λόγου της άρεσε πολύ το όνομά της: «Είναι ένα όνομα που μου αρέσει γιατί δεν ανήκει σε καμία εποχή ούτε σε καμία κοινωνική τάξη. Υπήρξε το όνομα μιας βασίλισσας και μπορεί να είναι το όνομα μιας χωρικής».

Δεν ξέρω αν «Οι ιστορίες της Ανατολής» είναι από τα επιδραστικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι πως σχεδόν 90 χρόνια από την συγγραφή τους-γράφτηκαν το 1939- εξακολουθούν να λάμπουν με έναν τρόπο που λίγα βιβλία εξακολουθούν να υπάρχουν.

Σε μια σύντομη επιστολή της το 1970 στον Ζαν Πωλ Αλαρντέν γράφει τα εξής:

5 Φεβρουαρίου 1970

Κύριε,

Τα δύο ερωτήματα τα οποία θέτει το ερωτηματολόγιο σας είναι ευρύτατα και πολυσύνθετα. Επιχειρώ να απαντήσω όσο το δυνατόν πιο περιεκτικά:

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΕΜΕ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ; Πρώτα-πρώτα την αλήθεια για όλα τα θέματα. Η υποχρέωση να λέμε την αλήθεια και να την κάνουμε πράξη ισχύει για όλους, από τον δημοσιογράφο που πληρώνεται για να μεταδίδει την αλήθεια της επικαιρότητας, ως τον ποιητή στον οποίο πέφτει ο κλήρος να εκφράζει μιαν αιώνια αλήθεια. Είναι εξίσου επιβεβλημένη για τον μυθιστοριογράφο που έχει τα εφόδια να αποδώσει μιαν ανθρώπινη αλήθεια και για τον φιλόσοφο που πασχίζει να καταστήσει τις λέξεις αγωγούς μιας αφηρημένης αλήθειας. Το αισθητικό κάλλος από την μια πλευρά και οι αξίες της συμπάθειας και της αγάπης από την άλλη, σημεία στα οποία επιμένει το ερωτηματολόγιο σας, έχουν νόημα μόνο εφόσον εκκινούν από την υποχρέωση μας να μην ψευδόμαστε ποτέ είτε από οκνηρία, είτε από συμφέρον, είτε από ματαιοδοξία, είτε από δειλία.

ΠΩΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΜΙΛΑΜΕ; Απλά, ξεκάθαρα, δίχως κανενός είδους κοινοτοπίες, δίχως παραχωρήσεις στην οκνηρία του αναγνώστη, αλλά συνάμα και δίχως σκόπιμες ασάφειες, δίχως ψεύτικες κομψότητες, δίχως επιτηδευμένη εκλαΐκευση, δίχως συνθηματικά ιδιώματα του σχολείου, της εκκλησίας, της κυβερνητικής ομάδας, δίχως παραχωρήσεις προς τη μόδα του σήμερα που θα φαντάζει γελοία αύριο, δίχως την επιθυμία να προκαλέσουμε μόνο και μόνο για την ηδονή της πρόκλησης αλλά και δίχως τον ενδοιασμό να το πράξουμε αν το κρίνουμε χρήσιμο, δίχως να θυσιάσουμε τίποτα από τις πολυπλοκότητες, τα γεγονότα ή τις σκέψεις, πασχίζοντας όμως να τα παρουσιάσουμε με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια. Η λογοτεχνική και ανθρώπινη αξία ενός συγγραφέα, παραδόξως δε και η ποιότητα του ύφους του, αποτιμώνται σε μεγάλο βαθμό με γνώμονα την ικανότητα του να εκφράζει το ουσιώδες.

Εγκάρδια δική σας
,

Μαργκερίτ Γιουρσενάρ

Η μετάφραση είναι του Γιάννη Στρίγκου.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!