Διαβάσαμε: «Ο θείος μου Αλέξανδρος Ίόλας» της Ελένης Κουτσούδη - Ιόλα (Μίνωας)

Το ανθρώπινο περίγραμμα του Αλέξανδρου Ιόλα
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Ο Αλέξανδρος Ιόλας υπήρξε μιά παγκόσμιας ακτινοβολίας μορφή γκαλερίστα και συλλέκτης έργων Τέχνης. Πολύ ενδεικτικά να αναφέρω ότι είναι ο άνθρωπος που καθιέρωσε και επέβαλλε ζωγράφους σαν τον Μαγκρίτ και τον Μαξ Ερνστ. Και πολλούς άλλους βέβαια. Λίγο πρίν φύγει από την ζωή το όνομά του ΄΄θαμπώθηκε΄΄, στα πλαίσια του Αυριανισμού που υπήρξε στην Ελλάδα. Πολλοί οι λόγοι.

Πριν προχωρήσουμε στην παρουσίαση του βιβλίου της κας Κουτσιούδη-Ιόλα, θεωρώ χρήσιμο να αντιγράψω από την Βικιπαίδεια ένα σύντομο βιογραφικό του, για να έχουμε όλοι υπ΄όψιν τον άνθρωπο στον οποίο αναφέρεται το βιβλίο της . Εχουμε και λέμε λοιπόν:

΄΄ Ο Αλέξανδρος Ιόλας γεννήθηκε στις 26 Μαρτίου 1908 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ως Κωνσταντίνος Κουτσούδης και ήταν γόνος ευκατάστατης οικογένειας βαμβακεμπόρων. Ο ίδιος ωστόσο έδειξε από νωρίς την κλίση του στις τέχνες κι έτσι το 1928 αποφάσισε να ανοίξει τα φτερά του μετακομίζοντας στην Αθήνα. Εκεί ο Αλέξανδρος Ιόλας άρχισε να συναναστρέφεται με έναν σημαντικό καλλιτεχνικό κύκλο ανθρώπων όπως τον Κωστή Παλαμά και τον Άγγελο Σικελιανό, ο οποίος μάλιστα διαδραμάτισε ρόλο δασκάλου στη ζωή του Ιόλα, αλλά και την Εύα Πάλμερ - Σικελιανού. Στην Αθήνα ξεκινά τα πρώτα του βήματα στον χορό.

Το 1930, με προτροπή του Δημήτρη Μητρόπουλου, έφυγε για το Βερολίνο, όπου αφιερώθηκε στις σπουδές χορού. Σπούδασε στη σχολή που διατηρούσε το ζεύγος Tatjana και Victor Gsovsky, ενώ έλαβε μέρος στο Salzburg Festival από το 1931 έως το 1932.

Τον Νοέμβριο του 1932, ο Ιόλας μετακόμισε στο Παρίσι όπου συνέχισε να μελετά μπαλέτο με πολύ σημαντικούς δασκάλους, ενώ παρακολούθησε και κάποια μαθήματα Τέχνης στη Σορβόννη.

Το 1935, ο Αλέξανδρος Ιόλας πήγε στη Νέα Υόρκη. Εκεί, στις 14/12/1935, υπέγραψε συμβόλαιο με τον χορευτικό θίασο Ballet Productions και έκανε το ντεμπούτο του στο Metropolitan Opera House, χορεύοντας La Traviata.

Στις 19/11/1945 ο Αλέξανδρος Ιόλας ορκίστηκε Αμερικανός πολίτης υπογράφοντας ως Constantine Coutsoudis, αφού η επίσημη αλλαγή του ονόματός του έγινε αργότερα.

Η αναδιάρθρωση του ονόματός του ήταν δικής του επινόησης: Ως Jolas Coutsoudis είχε ήδη εμφανιστεί σε θεατρικά προγράμματα από το 1931, δηλαδή πολύ πριν πάει στην Αμερική. Σταδιακά το Jolas έλαβε τη θέση του πραγματικού του επιθέτου καθώς ήταν πιο εύηχο, δισύλλαβο, και άρα πιο εύκολο στην προφορά. Κυρίως όμως ήταν συμβολικό, αφού συνδεόταν με τον Ιόλαο, ο οποίος ήταν ένδοξο πρόσωπο της μυθολογίας. Αντίστοιχα, το Αλέξανδρος ήταν ένα ένδοξο όνομα, στενά συνδεδεμένο με τη χώρα στην οποία είχε γεννηθεί.

Το 1945 είναι η χρονιά που ο Ιόλας αποφασίζει να εγκαταλείψει τον χορό και να διερευνήσει έναν τρόπο μετάβασης προς την Τέχνη. Φημολογήθηκε ότι η μετάβαση αυτή έγινε λόγω ενός τραυματισμού που είχε, όμως το 1945 ο Ιόλας ήταν ήδη 37 ετών και όπως είχε πει και ο ίδιος ήταν πλέον πολύ μεγάλος για να συνεχίσει να χορεύει.

Την 1 Σεπτεμβρίου 1945 ιδρύθηκε επίσημα στη Νέα Υόρκη η πρώτη γκαλερί του Ιόλα, η Hugo Gallery, προς τιμήν του François Hugo, τελευταίου συζύγου της Donna Maria Ruspoli, στενής φίλης του Ιόλα. Ξεκίνησε εκθέτοντας έργα από Ευρωπαίους σουρεαλιστές καλλιτέχνες, όπως ο René Magritte, ο Max Ernst, ο Giorgio de Chirico, ο Victor Brauner κ.α. Εκεί, το 1952, ο Ιόλας πραγματοποίησε και την πρώτη έκθεση του Andy Warhol. Αργότερα συνεργάστηκε με τους Nouveau Realistes (Niki de Saint Phalle, Jean Tinguely, Martial Raysse κ.α.), με καλλιτέχνες της Arte Povera (Γιάννης Κουνέλλης, Pino Pascali κ.α.) και πολλούς άλλους. Το 1954 η γκαλερί επεκτάθηκε και μετονομάστηκε πλέον σε Alexander Iolas Inc.

Ο Αλέξανδρος Ιόλας αποτέλεσε έναν από τους πρωτοπόρους στην ανάπτυξη ενός «δικτύου» από αίθουσες τέχνης δορυφόρους μιας κεντρικής γκαλερί ανοίγοντας νέες Alexander Iolas Galleries σε Γενεύη (1963), Παρίσι(1964), Μιλάνο (1966), Ζυρίχη, Μαδρίτη και Ρώμη. Παράλληλα, προώθησε στο εξωτερικό Έλληνες καλλιτέχνες, όπως ο Χατζηκυριάκος Γκίκας, ο Μόραλης και ο Τσαρούχης. Συνεργάστηκε επίσης με τη νεότερη γενιά Ελλήνων όπως Τσόκλης, Παύλος, Τάκις, Ακριθάκης, Φασιανός και Μάρα Καρέτσου, οι οποίοι είχαν ήδη ξεκινήσει μια καριέρα στο εξωτερικό.

Εξέδωσε επίσης καταλόγους τέχνης, στους οποίους προλόγισαν, μεταξύ άλλων, ο André Breton και ο Pierre Restany, καθώς και συλλεκτικά βιβλία καλλιτεχνών και ποιητών σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων (Μαξ Ερνστ, Γιάννης Ρίτσος, Οδυσσέας Ελύτης κ.α.). Δώρισε έργα σε μεγάλα μουσεία, όπως τα Metropolitan Museum of Art και Museum of Modern Art στη Νέα Υόρκη, το Κέντρο Ζωρζ Πομπιντού στο Παρίσι (δωρεές 1977), αλλά και η Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας (δωρεά 1971).

Έχοντας πλέον αποκτήσει παγκόσμια φήμη, έλεγε συχνά ότι θα γύριζε στην Ελλάδα για να συμβάλει στην πρόοδο της καλλιτεχνικής της ζωής. Άλλωστε η πτώση της χούντας είχε ανοίξει τον δρόμο. Σταδιακά έκλεισε όλες τις γκαλερί του εκτός μίας στη Νέα Υόρκη, κρατώντας έτσι την υπόσχεση που είχε δώσει στον Max Ernst, να σταματήσει όταν εκείνος θα πέθαινε. Στην απόφασή του αυτή, πρέπει να έπαιξε σημαντικό ρόλο και το γεγονός ότι την περίοδο της δεκαετίας του ’70 έφυγαν από τη ζωή πολλοί καλλιτέχνες της παλαιάς φρουράς, άνθρωποι με τους οποίους ο Ιόλας είχε γαλουχηθεί και για τους οποίους έτρεφε βαθιά αγάπη και σεβασμό. Στην Ελλάδα, συνεργάστηκε με διάφορες γκαλερί όπως οι Ζουμπουλάκη-Ιόλα, Μέδουσα, Βίκυ Δράκου, Αίθουσα Τέχνης Αθηνών, Σκουφά.

Από το 1985 μέχρι και τον θάνατό του, το 1987, ο Ιόλας αντιμετωπίστηκε με κακεντρέχεια από μεγάλη μερίδα του ελληνικού Τύπου ο οποίος δημιούργησε για εκείνον μία χυδαία εικόνα. Κατηγορήθηκε μέχρι και για αρχαιοκαπηλία, μία υπόθεση που δεν πρόλαβε ποτέ να φτάσει στο δικαστήριο γιατί πέθανε, ενώ οι όποιες άλλες κατηγορίες εξανεμίστηκαν, αφού ήταν αβάσιμες. Με πρωτοβουλία του Κώστα Γαβρά, υπήρξε από το εξωτερικό μία προσπάθεια υπεράσπισης του Ιόλα, την οποία συνυπέγραψαν πολλές διεθνείς προσωπικότητες, ανάμεσά τους και η βυζαντινολόγος – ιστορικός Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ.

Το 1984, δώρισε στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης 47 έργα σύγχρονης τέχνης από την προσωπική του συλλογή, ενώ υποσχέθηκε να προσθέσει και άλλα στη δωρεά. Την υπόσχεσή του αυτή δεν πρόλαβε τελικά να την εκπληρώσει, καθώς το 1987 ο Αλέξανδρος Ιόλας απεβίωσε, σε νοσοκομείο της Νέας Υόρκης, νικημένος από τη νόσο του AIDS. ΄΄΄


Αυτή ήταν η ζωή του Αλέξανδρου Ιόλα, και σε γενικές γραμμές αυτό ήταν το έργο του. Τώρα, το πώς μιά τέτοιας ακτινοβολίας προσωπικότητα έφτασε στο σημείο να λοιδορηθεί, αυτό μόνο στην Ελλάδα της Αυριανής μπορούσε να συμβεί. Καί βέβαια δεν ήταν ο μόνος. Ονόματα σαν του Μάνου Χατζιδάκι λοιδορήθηκαν επίσης.

Το βιβλίο της κας Ελένης Κουτσούδη-Ιόλα μας δίνει το ανθρώπινο περίγραμμα του Αλέξανδρου Ιόλα. Ανηψιά του, κόρη του αδελφού του Δημήτρη, φυσικό κι επόμενο να γνωρίζει την οικογένειά της καλλίτερα από τον καθένα. Ο υπότιτλος του βιβλίου της είναι ΄΄Ο άνθρωπος πίσω από τον μύθο΄΄ και αυτό ακριβώς περιγράφει. Για πρώτη φορά διαβάζουμε για την οικογένεια του Αλέξανδρου Ιόλα, τον Ανδρέα και την Περσεφόνη, τους γονείς του, τα τέσσερα αδέλφια του, τον τρόπο που έζησαν και μεγάλωσαν, μακριά από ομιχλώδεις μύθους. Ανθρωποι σαν όλους τους άλλους, γήινοι, που έζησαν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπως και τόσοι άλλοι. Ενδεικτικά, στην εισαγωγή του βιβλίου της η κα Κουτσούδη-Ιόλα γράφει για τον παππού της,και πατέρα του Ιόλα, Ανδρέα Κουτσούδη:΄΄Ο πατέρας των τεσσάρων παιδιών και παππούς μου,Ανδρέας Κουτσούδης,γεννήθηκε το 1881 στην Χίο. Ο πατέρας του είχε μύλους, κι έτσι εκείνος, από μικρός δούλευε κοντά του. Ο ίδιος μου περιέγραφε, όλο καμάρι, τις σκανταλιές των παιδικών του χρόνων:Ενα απόγευμα , την ώρα που τελείωνε τη δουλειά, ξέσπασε καταρρακτώδης βροχή,που τον εμπόδιζε να επιστρέψει στο πατρικό του. Ομως, όσο περνούσε η ώρα, η πείνα του όλο και θέριευε, οπότε, μέχρι να καταλαγιάσει η καταιγίδα, πήγε στο εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέα που βρισκόταν πολύ κοντά στους μύλους και έκλεψε το λάδι των καντηλιών, για να φτιάξει τηγανίτες με το αλεύρι που είχε στον μύλο. O πατέρας του, ανήσυχος, τον έψαχνε παντού. Ο Ανδρέας όμως, δεν ανταποκρινόταν στις φωνές του, έντρομος από τις ενοχές για την ασέβεια που έδειξε πρός τον άγιο. Τι κι αν του έδειχνε ο πατέρας του το ζωνάρι, από την καπνοδόχο, για να αναγνωρίσει ποιός ήταν, τι κι αν του φώναζε ότι δεν θα τον τιμωρήσει, εκείνος έμενε ζαρωμένος σε μιά γωνιά, τρέμοντας. Απίστευτο πειραχτήρι, αλλά ταυτόχρονα και αφάνταστα φοβιτσιάρης. Η λιποψυχία τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή. Πολύ αργότερα, στην Αίγυπτο, σηκώθηκε από το χειρουργικό κρεβάτι και το έσκασε λίγο πρίν ξεκινήσει προγραμματισμένη επέμβαση σκωληκοειδίτιδας΄΄.

Παραθέτω αυτές τις γραμμές, για να φανεί η ανθρώπινη διάσταση που δίνει η κυρία Κουτσούδη –Ιόλα στην βιογραφία που έγραψε για τον θείο της. Με την ίδια διάθεση περιγράφει την προσωπική της σχέση με τον Αλέξανδρο Ιόλα. Σχέση θείου-ανηψιάς. Μέσα από το προσωπικό της φίλτρο, το φίλτρο της παιδικής της ηλικίας,περιγράφει στιγμιότυπα ανθρώπινα, πέρα από τον μύθο που σκέπασε αργότερα τον συλλέκτη. Ισως το πιό χαρακτηριστικό σημείο ΄΄απομυθοποίησης΄΄ που κάνει η κα Κουτσούδη-Ιόλα, αφορά την περίφημη ΄΄βίλα Ιόλα΄΄ στην Αγία Παρασκευή, για την οποία έχουν γραφτεί κι έχουν γραφτεί:

΄΄Στην Ελλάδα, το όνομα Ιόλας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη Βίλα Ιόλα, με την αμύθητη περιουσία, τις χρυσές πόρτες κ.ο.κ., ενώ ο περισσότερος κόσμος φαίνεται να αγνοεί οποιαδήποτε άλλη πτυχή της ζωής του. Το μόνο βέβαιο είναι πως ένας τέτοιος βαρύγδουπος τίτλος για το σπίτι και τα κοσμητικά επίθετα που το στόλιζαν, θα δημιουργούσε στον θείο μου θυμό, αν όχι οργή, γιατί η Βίλα Ιόλα για την οποία μιλούν όλοι δεν ήταν τίποτα περισσότερο από το σπίτι της οικογένειας Κουτσούδη και, όταν έφυγαν οι γονείς, έγινε κατοικία του Αλέξανδρου Ιόλα. Ενα σπίτι ιδιαίτερο σαν τον ίδιο, ούτε παλάτι, ούτε ανάκτορο, ούτε καν έπαυλη δεν το χαρακτήριζε. ΄΄Οι βίλες και οι επαύλεις είναι στην Κηφισιά΄΄, φώναζε κάθε φορά που διάβαζε τέτοιους τίτλους.......Η μυθοπλασία ότι το σπίτι σχεδιάστηκε από τον Δημήτριο Πικιώνη καταρρίπτεται από την ίδια του την κόρη, Αγνή Πικιώνη, η οποία διαβεβαιώνει τον δημοσιογράφο Δημήτρη Ρηγόπουλο πως ο πατέρας της ΄΄ουδεμία σχέση είχε με τον σχεδιασμό της οικλιας Α.Ιόλα΄΄. Να σημειωθεί ότι ο Πικιώνης έφυγε από τη ζωή το 1968, οπότε δεν ήταν κάν εν ζωή στη μεγάλη αλλαγή του σπιτιού΄΄.

Στην συνέντευξη που έδωσε ο Αλέξανδρος Ιόλας στην γαλλική Vogue ο ίδιος περιγράφει αυτό που οι άλλοι θεωρούσαν ΄΄δουλειά΄΄ του: ΄΄Για μένα, κάθε έκθεση είναι σαν μιά πρεμιέρα χορού. Σιωπώ, εκνευρίζομαι, περιμένω το κοινό, δίνω μιά παράσταση. Μιά έκθεση οφείλει να είναι ένα μπαλέτο, διακοσμημένο από τον Yves Klein ή από τον Max Ernst. Είναι ένα θέαμα μέσα στο οποίο οι θεατές είναι οι χορευτές και το ντεκόρ δημιουργείται από τα έργα των καλλιτεχνών. Οι συλλέκτες είναι φίλοι μου, τους οποίους κάνω να ερωτευτούν αυτά που βλέπουν΄΄.

Και συνεχίζει η συγγραφέας: ΄΄Με αυτόν τον τρόπο περιέγραφε γλαφυρά το επάγγελμά του, με μεγάλη ακρίβεια και πολύ ποιητικά. Οταν τον αποκαλούσαν έμπορο τέχνης, γινόταν θηρίο και απότομος προς τον συνομιλητή του. Την ίδια στάση τήρησε και προς τον Maurice Rheims, ο οποίος τον ρώτησε: ΄΄Γιατί αμύνεσθε υπερβολικά όταν λέγεται ότι ασκείτε το επάγγελμα του εμπόρου Τέχνης; Εμπορος είναι ένα τιμητικό επάγγελμα΄΄. Μέχρι το τέλος της συνέντευξης, ο άνθρωπος έμεινε με το ερώτημα της αντίδρασης του Ιόλα. Κατ΄εμέ, ταύτιζε τον τίτλο του εμπόρου με τον πατέρα του, γι΄αυτό ταραζόταν τόσο πολύ. Επιθυμούσε επαγγελματικά να απελευθερωθεί από τα δεσμά της πατρικής παράδοσης. Αλλωστε, η δική του συναλλαγή είχε άλλη χροιά. Ο ρόλος του ήταν να μεταφέρει το πάθος του για το συγκεκριμένο έργο στον συλλέκτη, ώστε να το αγαπήσει και ο ίδιος σε τέτοιο βαθμό,, που να του γίνει απαραίτητο. Στη συνέντευξη, προσπάθησε επίσης να μην του κολλήσουν την ταμπέλα του γκαλερίστα που υποστήριξε με θέρμη τον σουρεαλισμό, αν και, στην αρχή της καριέρας του, ήταν αδιαμφισβήτητο γεγονός. Ο λόγος; Του είχε κοστίσει πολύ αυτή η ταμπέλα στη Νέα Υόρκη. Δεν είχαν πέραση οι σουρεαλιστές στο αμερικάνικο κοινό, οπότε ζοριζόταν οικονομικά και χρωστούσε στους de Menil.΄΄

΄΄Αυτή η μανία να βάζουν όλοι ετικέτες...Είμαι τόσο απορροφημένος με αυτό που κάνω, ώστε δεν έχω τον χρόνο να ταξινομήσω τον εαυτό μου. Δεν απαρνούμαι τον σουρεαλισμό. Η πρώτη λέξη που είπε ο Αδάμ στην Εύα ήταν σουρεαλιστική. Δεν υπερασπίζομαι τους καλλιτέχνες. Ερωτεύομαι τη δουλειά τους. Ερωτεύομαι χίλια πράγματα. Αγαπώ πολύ τον Αισχύλο. Αν αποκαλείτε τον Αισχύλο σουρεαλιστή,αποκαλέστε με κι εμένα σουρεαλιστή και την γκαλερί μου το ίδιο΄΄.

Και συνεχίζει η κα Κουτσούδη-Ιόλα: ΄΄Οι ταμπέλες είχαν και μιά υποσυνείδητη αρνητική χροιά: η ταμπέλα του αλήτη, η ταμπέλα του Εβραίου, η ταμπέλα του ομοφυλόφιλου. Παρόμοια ήταν η αντίδρασή του και όταν οποιοσδήποτε δημοσιογράφος αναφερόταν στο κέρδος και στο χρήμα : ΄΄Δεν είμαι εγώ που έχω τα χρήματα΄΄. Το οποίο μπορεί να φαινόταν αστείο, αλλά ήταν η αλήθεια. Με δανεικά ξεκίνησε.΄΄Οταν έχω χρήματα, αγοράζω πράγματα, μία Αφροδίτη, έναν Klimt΄΄.

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι είχε περίεργη σχέση με τα χρήματα. Καμία αίσθηση σεβασμού. Τα ξόδευε συνήθως με μεγάλη ευκολία, για να δημιουργήσει κάτι, για να χαρίσει, για να τον κλέψουν....Και άρχιζε πάλι από την αρχή.΄΄

΄΄Το σοκ που αισθάνομαι είναι αυτό που με οδηγεί στον πίνακα. Το χρήμα είναι το μαγικό ραβδί που μου επιτρέπει να έχω ό,τι αγαπώ. Αρχαιότητες, χαλιά, χειρόγραφα...Αυτό το βίωσα βλέποντας πρώτη φορά έργο του de Chirico στην γκαλερί Les Quatres Chemins, Πρέπει να ομολογήσω ότι όλα τα οφείλω στον de Chirico.

-Παρ’ όλα τα ελαττωματά του;

-Παρ’ όλα τα ελαττώματά του! Μιλούσα μαζί του ελληνικά. Μου απήγγειλε αράδες από τη Βίβλιο ή τον Αισχύλο ή τον Ντοστογιέφσκι.

-Τι λέτε για τους πλαστούς de Chirico; Μερικοί δηλώνουν ότι αναπαράγει δικά του έργα από το 1915.

-Τι θαύμα! Αναπαράγει την αιωνιότητα. Είναι ο μεγαλύτερος πρωτοπόρος της ποπ αρτ.

-Αψηφάτε τα γεράματα;

-Δεν θα γεράσω ποτέ. Αυτή τη στιγμή ετοιμάζω την έκθεση ενός νέου καλλιτέχνη 27 ετών. Ε, λοιπόν, είμαι εξίσου νέος με αυτόν.

-Φοβάστε τον θάνατο;

-Καθόλου. Ο θάνατος είναι η ζωή.

Είστε θρήσκος;

-Απόλυτα, Χριστιανός Ορθόδοξος.

-Πως πουλάτε τα έργα σας;

-Δεν πουλάω έργα. Κάνω τους ανθρώπους να ερωτευτούν τους πίνακες που εγώ αγαπώ.

-Ποιά είναι τα προτερήματά σας;

-Η ελληνική μου μόρφωση. Μελέτησα τα αρχαία ελληνικά. Μπορώ να διαβάσω Αισχύλο, Πλάτωνα, Πίνδαρο.Αλλά λατρεύω και τους Γερμανούς ποιητές.΄΄


Αυτός ήταν ο Αλέξανδρος Ιόλας. Ενας Ελληνας της διασποράς, που πάντα προέβαλλε την καταγωγή του και τις ρίζες του. Και στο συγκεκριμένο βιβλίο που υπογράφει η κυρία Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα, δίνει προτεραιότητα στις ανθρώπινες στιγμές του. Πέρα από την περιγραφή των προσωπικών στιγμών θείου –ανηψιάς, η συγγραφέας έσκυψε πάνω από ξεχασμένα αρχεία και δηλώσεις σημαντικών ανθρώπων της Τέχνης για το πρόσωπό του. Περιγράφει την πορεία της ζωής του βήμα-βήμα, τις΄΄μεταμορφώσεις΄΄ του, τα ΄΄κελύγη΄΄ του, προσπαθώντας να είναι όσο πιο αντικειμενική γίνεται.Και όπως λέει και η ίδια ΄΄Γράφοντας αυτό το βιβλίο, είχα ξεκαθαρίσει στο μυαλό μου ότι δεν ήθελα να βασιστώ αποκλειστικά σε αναμνήσεις ή οικογενειακές διηγήσεις. Η τεκμηρίωση ήταν βασική αρχή μου, οπότε όφειλα να προστρέξω στην αναζήτηση πηγών που θα έβρισκα σε οργανισμούς, βιβλιοθήκες, ιδρύματα, γκαλερί, συνεντεύξεις, Τύπο κ.ο.κ. Ο καθένας έβαλε ένα λιθαράκι στη δημιουργία αυτού του βιβλίου΄΄.

Φωτογραφίες, επιστολές, έγγραφα αρχείου,λίστα των εκθέσεων, λίστα των δωρεών που έκανε,ιατρικές γνωματεύσεις, συμπληρώνουν το βιβλίο.Ενα μεγάλο κεφάλαιο περιγράφει την περιπέτεια της κληρονομιάς του με την εφορία και το ελληνικό κράτος, αφού δεν άφησε διαθήκη. ΄΄ Μέσα από τα μάτια των άλλων΄΄, επιφανείς άνθρωποι της Τέχνης μιλάνε γι’ αυτόν. Θα αντιγράψω για το τέλος ένα σημείωμα που έγραψε για τον Ιόλα ο Jean Yves Mock,σημαντικός ιστορικός Τέχνης:

΄΄Ο Αλέξανδρος Ιόλας ήταν τελικά, για την ιστορία της σύγχρονης Τέχνης, μιά μεγάλη προσωπικότητα, πολύ σημαντική στην ιστορία των εικαστικών Τεχνών του 20ου αιώνα, τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στη Γαλλία. Η λίστα των εκθέσεών του το καταμαρτυρά, όπως και τα ονόματα των καλλιτεχνών με τους οποίους συνεργάστηκε για πολλές δεκαετίες. Το ίδιο και οι κατάλογοι των εκθέσεων που οργάνωσε ή συμμετείχε. Αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη εποχή του εικοστού αιώνα, πολύ σημαντική. Σήμερα ΑΓΝΩΣΤΗ΄΄.

Η Ελένη Κουτσούδη-Ιόλα γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε Κλινική Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, εξειδικεύτηκε στην Οικογενειακή Θεραπεία και ίδρυσε το Θεραπευτικό Εργαστήρι Οικογενειακών Σχέσεων, στο οποίο πρωτοστάτησε για 25 χρόνια. Την ενδιέφερε ιδιαίτερα το εκπαιδευτικό κομμάτι και διεξήγαγε Κλινικά Προγράμματα Συσττημικής Προσέγγισης, καθώς και Αξιολογήσεις Προσωπικότητας σε φοιτητές ψυχολογίας. Μέχρι σήμαρα αφιερώνει τον χρόνο της στην εποπτεία ψυχοθεραπευτών. Από το 2018 ασχολείται και με τη συγγραφή. Το παρόν βιβλίο είναι το πρώτο της που δημοσιεύεται.

Για το βιβλίο έγραψαν:

΄΄ Πρόκειται για ένα σπουδαίο ντοκουμέντο που θα συμβάλει στην αποκατάσταση της μνήμης του ασυνήθιστα χαρισματικού μαικήνα που έφυγε από τη ζωή στις 8 Ιουνίου 1987, πτοημένος, εξαντλημένος και εξευτελισμένος από έναν λαό που ο ίδιος -σε όλη του τη ζωή- τον είχε στο μυαλό του εξιδανικεύσει.

Λίγο πριν το θάνατό του, η επιθυμία του να δωρίσει την αμύθητη συλλογή του στο ελληνικό κράτος δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε την προσφορά του και έτσι το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής χάθηκε!

Εάν, ωστόσο, κάτι μένει από την περίπτωση Ιόλα, δεν είναι τόσο το παράδειγμα ενός ανθρώπου που ήξερε -στο μέτρο του δυνατού- να καταφέρνει ό,τι ήθελε. Αλλά, κυρίως, ότι αυτή η -άνευ όρων και ορίων- επιτυχία, συνήθως δεν συγχωρείται. Κάτι που στην περίπτωσή του είναι όχι μόνο προφανές, αλλά και ανησυχητικά θλιβερό... ΄΄Γιώργος Βαιλάκης-Popaganda

΄Ο Ιόλας ήταν αναγνωρισμένος συλλέκτης με απόφαση του ΚΑΣ, διαβάζουμε στη νέα βιογραφία του. Οταν το σπίτι του σφραγίστηκε ενώ ο ίδιος βρισκόταν άρρωστος στην Αμερική, υπήρχαν εκεί 854 αρχαιότητες. «Το 1989 μπήκαν κλέφτες και αφαίρεσαν 628 αρχαία αντικείμενα. Ειδοποιήθηκε η Ιντερπόλ. Από τότε ούτε ένα δεν έχει βρεθεί», επισημαίνει ο κ. Νατάν. «Από αυτά που διασώθηκαν, τα 136 που κληρονομήσαμε προσπαθήσαμε τρεις φορές να τα δωρίσουμε στο ελληνικό κράτος, χωρίς αποτέλεσμα».

Οσο για την περιουσία του, δεν θα την έλεγες αμύθητη. Στο βιβλίο αναφέρεται ένα περιστατικό: Το 1987 «ο Ιόλας είχε δώσει παραγγελία στον Αντι Γουόρχολ για επτά έργα και είχε προκαταβάλει 150.000 δολάρια. Οταν όμως τον επισκέφτηκε στο εργαστήριό του, το πασίγνωστο Factory, αποφάσισε να παραγγείλει επιπλέον δεκαπέντε παρόμοια έργα, με τίμημα περίπου 600.000 δολάρια, πληρωτέο κατά την παράδοση. Καθώς τα οικονομικά του εκείνη την περίοδο δεν ήταν ανθηρά, προς εξόφληση του τιμήματος ο Ιόλας πρότεινε στον Αντι Γουόρχολ να του πουλήσει επτά ρωμαϊκά αγάλματα από τη συλλογή του»... Ειδικός στην τέχνη αλλά και στην τέχνη του εμπορίου!΄΄Παρή Σπίνου-ΕΦΣΥΝ

΄΄Οι αναμνήσεις της δίπλα στον Ιόλα είναι συγκινητικές και γραμμένες με σεβασμό και ταυτόχρονα με λυρισμό. Η γραφή της κυλάει αβίαστα και οι λεπτομέρειες που πλαισιώνουν ή / και τεκμηριώνουν το κείμενό της αντί να κουράζουν δημιουργούν μια σφιχτοδεμένη πλοκή γεμάτη ενδιαφέροντα γεγονότα και έναν αέρα εστετισμού. Εξίσου παραστατικά με την Αίγυπτο αποδίδεται και η Αγία Παρασκευή του 1948-1950, όπου η οικογένεια άρχισε σταδιακά να εγκαθίσταται. Το σπίτι τους είναι το κτήριο όπου θα μείνει ο Ιόλας μετατρέποντάς το θεαματικά από το 1971 με τις αλλαγές και τις προσθήκες που θα το μετατρέψουν σ’ ένα πολύτιμο μουσείο τέχνης. Η συγγραφέας παραμένει πιστή θεματοφύλακας της αλήθειας και δε διστάζει να κατηγορήσει όσα έχουν κατά καιρούς ειπωθεί ως ανυπόστατους ισχυρισμούς και φαντασιοπληξίες.΄΄Πάνος Τουρλής-Βιβλιοκριτικές.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!