Διαβάσαμε: «Ο Ψαράς κι ο γιος του» του Ζουλφί Λιβανελί (Πατάκης)

Ανθρωπιά, αγάπη για τους συνανθρώπους μας, ανθρώπινο βλέμμα
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Διαβάζοντας το καινούργιο μυθιστόρημα του Ζουλφί Λιβανελί, καταλαβαίνεις πολύ εύκολα ποιο είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του σπουδαίου Τούρκου συγγραφέα, αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει από τους άλλους ομότεχνούς του και κάνει τα βιβλία του να διαβάζονται σε Ανατολή και Δύση: είναι η ανθρωπιά, η αγάπη για τους συνανθρώπους μας, το ανθρώπινο βλέμμα που θα εστιάσει στους αδικημένους, σε αυτούς που έχουν ανάγκη από αυτό το βλέμμα. Και παράλληλα μια ανησυχία για όλα αυτά που γίνονται στον γεωπολιτικό χώρο που βρέθηκε, που βρεθήκαμε να ζούμε. Χωρίς κανέναν διδακτισμό, χωρίς ίχνος από έδρας διδασκαλία, ο Λιβανελί , σαν σύγχρονος παραμυθάς, γράφει την ιστορία που θέλει να γράψει, δίνοντάς στο βιβλίο του ένα βάθος που φωτίζει την ίδια την Ιστορία, μακριά από όσα «φωνάζει» καθημερινά το επίσημο Τούρκικο κράτος. Γι’ αυτόν τον λόγο ο συγγραφέας έχει υποστεί τις διώξεις που έχει υποστεί, γι’ αυτόν τον λόγο είναι ανεπιθύμητος στη σημερινή Τουρκία.

Στο καινούργιο του μυθιστόρημα, που είναι ένας φόρος τιμής στον «Γέρο και τη θάλασσα» του Ερνεστ Χεμινγουαίη, κεντρικός ήρωας είναι ένας ψαράς που ζει με την γυναίκα του σε ένα παραθαλάσσιο χωριό που βρέχεται από το Αιγαίο. Ήσυχοι άνθρωποι, δουλεύουν για να ζουν. Λίγα χρόνια πριν, η θάλασσα τους πήρε τον μοναχογιό τους. Δύσκολες οι συνθήκες ζωής, που με αυτό το γεγονός γίνονται ακόμα δυσκολότερες. Στις μέρες μας, όμως, έχουν να αντιμετωπίσουν και κάτι άλλο, που λίγα χρόνια παλαιότερα δεν υπήρχε. Το κύμα προσφύγων που προσπαθεί να περάσει στη Δύση, για να γλυτώσει από όλα αυτά που γίνονται στις πατρίδες τους. Έτσι, μια μέρα που ο Μουσταφά βγαίνει με τη βάρκα του για ψάρεμα, βρίσκει στα δίχτυα του δύο πτώματα πνιγμένων προσφύγων. Τα μαζεύει για να τα παραδώσει στις Αρχές, και πρίν φύγει από εκείνο το σημείο της θάλασσας βλέπει να επιπλέει ένα κόκκινο παιδικό σωσσίβιο με ένα βρέφος που είναι σε κακή κατάσταση. Το περιμαζεύει κι αυτό, προσπαθεί να το φροντίσει άμεσα μέσα στη βάρκα, να του δώσει λίγο νερό, και αυτόματα γεννιέται μέσα του η σκέψη:΄΄Η θάλασσα πήρε τον γιό μου, η θάλασσα μου τον φέρνει πίσω΄΄. Κρύβει το βρέφος από τις αρχές και το φέρνει στο σπίτι του, όπου με την γυναίκα του το φροντίζουν για να ξεπεράσει όλα αυτά που πέρασε μέσα στη θάλασσα. Από εκεί και πέρα αρχίζει ένας αγώνας για το πώς θα παρουσιάσουν το μωρό σαν δικό τους στην μικρή κοινωνία του χωριού όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους και κατ’ επέκταση στις επίσημες αρχές.

Όπως σημειώνει ο ίδιος ο συγγραφέας:΄΄Η θάλασσα είναι το κυρίαρχο στοιχείο του βιβλίου, η θάλασσα που δίνει και που παίρνει, σκληρή αλλά και γλυκιά σα τη ζωή, απρόσμενη σαν τα γυρίσματα της μοίρας. Σε ένα ψαροχώρι στις ανατολικές ακτές του Αιγαίου, που δεν είναι ανέγγιχτο από τα παγκόσμια προβλήματα της εποχής μας, ένας λιγομίλητος ψαράς και η γυναίκα του αγωνίζονται να συνεχίσουν τη ζωή τους μετά τον χαμό του επτάχρονου παιδιού τους στη θάλασσα που τόσο αγαπούσε. Βιώνουν τη ζωή και τον θάνατο τη δυστυχία και την ευτυχία μέσα από απροσδόκητους δρόμους…΄΄

Ο Λιβανελί, σαν συγγραφέας που έχει επικεντρωθεί στο έργο του στα προβλήματα της πατρίδας του και της ανθρωπότητας,που, φυσικά το ένα επικοινωνεί με το άλλο, αυτή τη φορά μιλάει για το προσφυγικό και τους πρόσφυγες, όπως το αντιμετωπίζει ένας ψαράς που ζεί από τη δουλειά του. Βγαίνει για ψάρεμα και μαζεύει πτώματα στα δίχτυα του. Και οι διάλογοι που γίνονται με κάποιους από τους μεσάζοντες είναι αποκαλυπτικοί.

΄΄Τις φουσκωτές βάρκες τις φέρνουμε από την Ισταμπούλ. Κοστίζουν εφτά-οχτώ χιλιάδες δολάρια η μία, βάλε και διάφορα άλλα έξοδα, συν τα έξοδα για τις ετοιμασίες,άπαξ και η κυβέρνηση δώσει το ελεύθερο ή, ας το πούμε καλύτερα, ενθαρρύνει τις διελεύσεις. Ένα σωρό λεφτά. Και έχεις και το ρίσκο, όταν, μπαμ, άξαφνα, βγαίνει καινούργια απόφαση που σου λέει΄΄Απαγορεύεται να μεταφέρεις΄΄. Μιλούσε με το ύφος επιχειρηματία που κλαιγόταν για την οικονομική κρίση. ΄΄Όμως, απ’ την άλλη, η αλήθεια να λέγεται, πόσους και πόσους έχουμε μεταφέρει στις ακτές, βίρα στο πέλαγος με γεμάτο το φουσκωτό. Τις περισσότερες φορές καταφέρνουμε να ξεφύγουμε από τις ελληνικές ακταιωρούς και τους αδειάζουμε, σώους και αβλαβείς, σε κανένα νησί, σε καμιά έρημη παραλία. Ε, είναι και φορές που ξεσπάει καμιά τρικυμία, θάλασσα είναι αυτή, απρόβλεπτη, δεν ξέρεις τι θα σού κάνει΄΄.

΄΄Γιατί βουλιάζουν τόσο συχνά αυτές οι φουσκωτές βάρκες;΄΄ ρώτησε ο Μουσταφά. ΄΄Φορτώνεται παραπανίσιους , σίγουρα΄΄.

Ο τύπος έγειρε το κεφάλι του μπροστά. ΄΄Ναι΄΄, είπε, ΄΄γιατί να πώ ψέμματα, βάζουμε μέσα όποιον έρχεται. Ξεπερνάμε το όριο χωριτικότητας, αλλά δεν βγαίνει αλλιώς, δεν βγάζουμε τα έξοδα».


Και για όσους αναρωτιούνται τι κάνει αυτούς τους ανθρώπους να γίνουν πρόσφυγες και τι περνάνε μέχρι να φτάσουν στις ακτές της Τουρκίας, ο ίδιος ΄΄μεσάζων΄΄ λέει λίγο πιο κάτω:

΄΄Οσους έρχονται απ’ την Αφρική τους πάνε πρώτα οπωσδήποτε στο Ιράν. Απ’ το Ιράν έρχονται επίσης αυτοί που διαφεύγουν απ’ τον πόλεμο σε χώρες όπως το Αφγανιστάν και το Πακιστάν. Το αφεντικό εδώ, συνεννοείται με τα αφεντικά στο Ιράν. Παίρνουν μια ομάδα προσφύγων, διασχίζουν όρη και βουνά και, ύστερα από πεζοπορία πολλών ημερών, φέρνουν την ομάδα στα σύνορα. Μερικές φορές, οι στρατιώτες ή η ασφάλεια εντοπίζει την ομάδα. Τότε, ο καθένας το βάζει στα πόδια όπως μπορεί, χάνονται μέσα στα βουνά. Τους περισσότερους τους κατασπαράζουν οι λύκοι ή πεθαίνουν απ’ την παγωνιά. Οσους καταφέρουν να περάσουν τα σύνορα τους παραδίνουν στους ανθρώπους του Τούρκου αφεντικού, κι αυτοί τους παίρνουν και τους τοποθετούν σε κάτι μεγάλα σπίτια που τα λένε ΄΄σπίτια του σοκ΄΄. Εκεί, σν είναι τυχεροί, τρώνε ένα πιατο ζεστό φαί. Το πόσο θα παραμείνουν εκεί εξαρτάται από πολλά. Κάποια στιγμή, τους παίρνουν και τους φέρνουν σ’ εμάς, στα παράλια. Μεγάλη επιχείρηση, μιλάμε για διεθνή επιχείρηση. Παίζονται πολλά λεφτά΄΄.

Κάπως έτσι φτάνουν οι πρόσφυγες και στα ελληνικά νησιά, όσοι βέβαια έχουν γλυτώσει από όλες αυτές τις περιπέτειες και έχουν μεινει ζωντανοί. Στον 21ο αιώνα, όπως λέει και ο διακινητής ΄΄παίζονται πολλά λεφτά.΄΄. Και τα λεφτά είναι ο καθοριστικός παράγων που κινεί τα πράγματα.

Και όπως είπε σε μια πρόσφατη συνέντευξή του ο Ζουλφί Λιβανελί:΄΄ Σε ένα μυθιστόρημα που είχα γράψει στα μέσα της δεκαετίας του ’70, στη Στοκχόλμη, ένας πανεπιστημιακός κάνει μια προφητεία. Λέει ότι στο μέλλον, Ασιάτες και Αφρικανοί, θα μπαίνουν σε βάρκες για να μεταναστεύσουν στην Ευρώπη και καμιά δύναμη δεν θα μπορεί να σταματήσει αυτό το κύμα. Τότε, αυτό έμοιαζε με προφητεία, σήμερα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα: ο αυξανόμε νος πληθυσμός, τα εκατομμύρια που δεν έχουν πρόσβαση σε τροφή, φάρμακα, καθαρό νερό και μια ελάχιστη ληστρική μερίδα, που, ακόμη και στην περίοδο της πανδημίας, αυξάνει τα δισεκατομμύρια των δολαρίων της. Η Γη δεν μπορεί να αντέξει αυτή την ανισορροπία. Ο καπιταλισμός, όπως μας έχουν πεί ο Μαρξ και ο Ενγκελς, προετοιμάζει το δικό του τέλος, αλλά οδηγεί και τη Γη στην καταστροφή. Κοντά οκτώ δισεκατομμύρια άνθρωποι δεχόμαστε επίθεση. Σε προηγούμενες εποχές, οι σκλάβοι καταλάβαιναν ότι είναι σκλάβοι, επειδή ήταν αλυσοδεμένοι. Οι σύγχρονοι σκλάβοι , από την άλλη, νομίζουν ότι είναι ελεύθεροι, διότι δεν αντιλαμβάνονται τα δεσμά που τους έχουν φορεθεί. Αν δεν εμποδιστεί η απληστία, θα συνεχίσουν αυξανόμενες η μετανάστευση, η τρομοκρατία, οι εξεγέρσεις. Ποιο είναι το νόημα του να έχει κάποιος 700-800 δισεκατομμύρια δολάρια στον προσωπικό του λογαριασμό, πέρα από την εταιρεία του, που η αξία της υπολογίζεται σε μερικά τρισεκατομμύρια δολάρια; Μια που δεν έχει αντίκρυσμα, ας πούμε, σε χρυσό, Τη βλέπει ως άπειρα μηδεμικά στην οθόνη του υπολογιστή του! Το τίμημα των άπειρων μηδενικών είναι ο αφανισμός της ζωής στον πλανήτη. Κατά τη γνώμη μου έχουμε να κάνουμε με ένα έγκλημα. Τα κράτη πρέπει να μην επιτρέπουν τη συσσώρευση προσωπικών περιουσιών πάνω από ένα όριο, έχουν υποχρέωση να εξασφαλίζουν την κοινωνική δικαιοσύνη, με μελετημένους φορολογικούς νόμους. Για αυτό υπάρχει το κράτος. ΄΄

Και στην ερώτηση του δημοσιογράφου που ρωτάει:

΄΄Αλλό ένα σημείο που μου τράβηξε την προσοχή στο μυθστόρημα είναι το ΄΄σύστημα΄΄ που έχει βάλει στο μάτι το νερό, το δέντρο,το βουνό, το έδσφος, το υπέδαφος της χώρας…οι πόλεις που λεηλατούνται με την αστική ανάπλαση, τα χωριά που σβήνονται απ’ τον χάρτη…Ποιος θα είναι ο νικητής; Αυτοί που αντιστέκονται ή οι αντίπαλοί τους;΄΄

Και ο Λιβανελί απαντά:

΄΄Μαβεβαίως και θα νικήσουν αυτοί που αντιστέκονται, η νίκη τους όμως θα είναι μια επίμοχθη και μακριά πορεία. Αυτή τη στιγμή η Τουρκία λεηλατείται. Τα μίντια μας κάνουν ασταμάτητα πλύση εγκεφάλου, διευκολύνουν τη ληστεία. Βιαιοπραγούν μαζί με τις τοπικές και κεντρικές εξουσίες. Η πολιτική χρηματοδοτείται από τις επιχειρήσεις που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους και δημοσιογραφικούς ομίλους. Ο στρατός των Μογγόλων δεν είχε κάνει ούτε το ένα χιλιοστό αυτής της ζημιάς. Σε όποια γωνιά της χώρας κι αν πάτε, θα δείτε λεηλασία, κακογουστιά και επιθετικότητα. Αυτά είναι το τίμημα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας. ΄΄

Σας θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Ο Λιβανελί τα λέει για τη σημερινή Τουρκία, αλλά, ως γνωστόν, σε όλες τις μεριές του πλανήτη τα ίδια προβλήματα υπάρχουν. Και όλες οι σημερινές κοινωνίες, λίγο-πολύ, στα ίδια χνάρια βαδίζουν.

Ο Ζουλφί Λιβανελί έγραψε ένα μυθιστόρημα με ήρωες τους ταπεινούς ανθρώπους που ζούν έξω από τις μεγάλες πόλεις και τα κέντρα εξουσίας. Αυτούς πού σήμερα βλέπουν τη γη και τη θάλασσα που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους να λεηλατείται. Γράφει για τους πρόσφυγες και το προσφυγικό, και τις συνθήκες που τα δημιουργούν. ΄΄Η προσφυγιά είναι ένας τόσο δύσκολος τρόπος ζωής, ώστε κανένας δεν το παίρνει απόφαση να γίνει πρόσφυγας εθελοντικά. Οι άνθρωπο αυτοί προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο, τον θάνατο, τους κινδύνους’’. Γράφει για τις συνθήκες του νεοφιλελευθερισμού που τα προκαλούν όλα αυτά. Κι όλα αυτά μέσα σε ένα μυθιστόρημα μικρό, με πρωταγωνιστές ανθρώπους που δεν έχουν ακουστά ούτε τον Μαρξ ούτε τον Ενγκελς. Είναι απλά άνθρωποι που ξέρουν από αγάπη και συμπόνοια απέναντι σε όλα τα ανθρώπινα. Και αυτό τους ανυψώνει πάνω από όλους τους υπόλοιπους που μεταφράζουν τα πάντα με το χρήμα. Και σαν έμπειρος παραμυθάς φροντίζει ετσι ώστε το βιβλίο του να διαβάζεται εύκολα, αφήνοντας την ελπίδα να κυριαρχήσει στο τέλος.

Ο Ζουλφί Λιβανελί γεννήθηκε το 1946. Είναι ο γνωστότερος και πιο δημοφιλής Τούρκος μουσικοσυνθέτης στη χώρα του αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Τραγούδια του έχουν ερμηνεύσει η Joan Baez, η Maria del Mar Bonet, o Udo Lindenberg και η Μαρία Φαραντούρη. Με την έκδοση του πρώτου του μυθιστορήματός του το 1997,του΄΄Μεγάλου Ευνούχου της Κωνσταντινούπολης κατέκτησε το αναγνωστικό κοινό μέσα και έξω από την Τουρκία. Το βιβλίο, που έχει μεταφραστεί ακομη στα αγγλικα, στα γαλλικα, στα ισπανικά,στα γερμανικά ,στα ιταλικά και στα κορεάτικα, τιμήθηκε με το Βαλκανικό Λογοτεχνικό Βραβείο.

Η μετάφραση είναι της Φράγκως Καραογλάν.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!