Διαβάσαμε: «Μπλε Νότες σε κόκκινο φόντο» του Marcus Malte (Κέδρος)

Ένα νουάρ αστυνομικό μυθιστόρημα, βαπτισμένο στην κολυμπήθρα της τζαζ
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Το όνομα Μarcus Malte είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Μάρκ Μαρτινιανί. Γεννημένος το 1967, παρακολουθησε μαθήματα κινηματογράφου και προσπάθησε να σταδιοδρομήσει στο χώρο της μουσικής, χωρίς όμως επιτυχία. Στράφηκε στη συγγραφή στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 και το 1997 δημοσίευσε το πρώτο του νουάρ μυθιστόρημα με τον τίτλο«Les Lac de singes» Τo «Μπλέ νότες σε κόκκινο φόντο» κυκλοφόρησε το 2012 και κέρδισε το Γαλλικό Βραβείο Λογοτεχνίας Μυστηρίου.

Όπως γίνεται φανερό και από τον τίτlο του βιβλίου, πρόκειται για ένα νουάρ αστυνομικό μυθιστόρημα, βαπτισμένο στην κολυμπήθρα της μουσικής τζαζ. Μια μουσική που είναι παρούσα σχεδόν σε κάθε σελίδα του βιβλίου και σηματοδοτεί τις διαθέσεις των ηρώων. Οι οποίοι ήρωες, επί της ουσίας είναι δύο. Ο Μίστερ, πιανίστας της τζάζ, και ο πολυγλωσσος φιλόσοφος-ταξιτζής Μπόμπ. Κολλητοί φίλοι, που συμπληρώνει ο ένας τον άλλο. Ο Μίστερ, ερωτεύεται την Βέρα, που είναι πρόσφυγας του γιουγκοσλαβικού εμφυλίου πολέμου. Μέσα σε ένα πολύβουο Παρίσι, χωνευτήρι των πολιτισμών, η Βέρα προσπαθησε να βρεί τον δρόμο της σαν ηθοποιός. Πλην όμως, κάποια στιγμή δολοφονείται με φρικτό τρόπο. Ο Μίστερ, με την βοήθεια του Μπόμπ, προσπαθεί να βρεί τους δολοφόνους της. Βρίσκονται αντιmέτωποι με ένα κύκλωμα Βαλκάνιων κακοποιών που συχνά έχουν την κάλυψη της γαλλικής πολιτικής εξουσίας.

Ο συγγραφέας βρίσκει την αφορμή να ανοίξει ξανά τα τραύματα που άφησε ο γιουγκοσλαβικός εμφύλιος πόλεμος. Σχεδόν ξεχασμένα, λιγότερο από 30 χρόνια μετά. Οι δύο φίλοι, ψάχνοντας το παρελθόν της δολοφονημένης Βέρας στις απομακρυσμένες ακτές του Δούναβη, βρίσκονται μπροστά σε ξεχασμένους τάφους των Βαλκανίων και θα ανακαλύψουν εγκλήματα στα οποία κανείς δεν είχε δώσει σημασία.

«Που ήταν όλοι όταν γινόταν ο κατακλυσμός;Εκείνοι που δεν ήξεραn,εκείνοι που δεν ρωτούσαν για να μάθουν, οι αφελείς, οι ανέμελοι, οι αθώοι, ένοχοι λογω αμέλειας και ελαφρότητας. Και μετά όλοι εκείνοι που ήξεραν και δεν ήθελαν να ξέρουν και απέστρεφαν επιδεικτικά το βλέμμα, κοιτούσαν τις μύτες των παπουτσιών τους, το μικρόκοσμό τους, το δικό τους πιάτο στο τραπέζι, το στεγαστικό δάνειο, το επόμενο Σαββατοκύριακο στη Ρώμη, εκείνοι που έκλειναν τα μάτια, τ’ αυτιά και τη μύτη. Ανάμεσα στην περιφρόνηση και στην άγνοια, στην αδιαφορία και στη λiγοψυχία, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο.

Ηνωμένα Εθνη; Ενωμένα από τι; Από ποιόν;

Ηταν βολικό, όταν πια πέρασε η καταιγίδα, να στοχοποιήσουμε τον κάθε ένστολο ή γραβατοφορεμένο δαίμονα, στρατηγό, ή φιλόσοφο του ονείδους, κακό σκυλί των ταγμάτων, όσο πιο πολλά γαλόνια τόσο το καλύτερο, ο κακός διαβολάκος θα πληρώσει, καταδικασμένος, εκτελεσμένος χωρίς διέξοδο, όλοι θα έφτυναν στον τάφο του και θα αμαύρωναν τη μνήμη του, κι έτσι θα τα κάναμε όλα γαργάρα, περιμένοντας τον επόμενο. Εμείς, όμως, που κάνουμε τους κριτες, που ειμασταν όλοι εκείνο τον καιρό; Ολοι εμείς που είμαστε; Τι κάναμε όταν τα μπλέ νερά του Δούναβη φούσκωναν καθημερινά από νέες κηλίδες βρώμικου κόκκινου, από εκείνα τα εκατοντάδες μικρά ρυάκια, τους χιλιάδες μικροσκοπικούς παραπόταμους λάσπης και αίματος;
Εμείς νικούσαμε. Ο Μίστερ έπαιζε πιάνο. Ο Μίστερ πίεζε τα φτιαγμένα από ελεφαντόδοντο πληκτρα αναζητώντας τη σωστή νότα. Ο Μπόμπ γύριζε άσκοπα με το ταξί του, αμπελοφιλοσοφούσε πίσω από το παρμπρίζ του, έσερνε τη μελαγχολία του στις αποβάθρες του Σηκουάνα σε αργή ταχύτητα. Σαν τεράστιο ναυάγιο, η γη ολάκερη συνέχιζε την πορεία της προς τον βυθό.
Δεν είχαμε καμία δικαιολογία για την απουσία μας.

Ανθρωποι είναι. Ανθρωποι είναι, έλεγε εκέινη ωστόσο.Τι θα έκανες στη θέση τους; Θα είχες αντιδράσει διαφορετικά; Χθές ήταν η δική σου πόλη, η δική σου χώρα, η δική σου παιδική ηλικία. Σήμερα, σε μια άλλη γειτονιά του πλανήτη, παίρνουν άλλες υπάρξεις σειρά, κι αύριο άλλες, πάμε στοίχημα».

Το σίγουρο είναι ότι όποιος έβαζε το στοίχημα, θα το κέρδιζε. Στις ημέρες μας, που ζούμε όλο αυτό που γίνεται στην Παλαιστίνη, καταλαβαίνουμε, ίσως, καλύτερα, το νόημα όλων αυτών που έγραψε ο συγγραφέας, μιλώντας για τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο που έγινε πριν λίγα χρόνια. Σε κάθε γειτονιά του πλανήτη μπορούν να συμβούν όλα αυτά τα φρικτά, σήμερα, αύριο ή μεθαύριο.

Ο Marcus Malte έγραψε ένα μυθιστόρημα για τα θύματα των όλο και πιο συχνών τοπικών πολέμων που συμβαίνουν στα χρόνια μας. Η φόρμα του αστυνομικού νουάρ του έδωσε τη δυνατότητα να γράψει ένα γοητευτικό μυθιστόρημα, γεμάτο από την μουσικη της τζαζ, που θα έλεγε κανείς, υπογραμμίζουν τα συναισθήματα των ηρώων του. Περιγράφει ένα νυχτερινό, πολύβουο και σκοτεινό Παρίσι,μακριά από τουριστικές περιγραφές. Για να επισημάνει τελικά την ευθύνη όλων μας που αδιαφορούμε για όλα όσα γίνονται κάθε φορά και σε άλλη γειτονιά του πλανήτη, αντιδρώντας μόνο όταν ο κινδυνος πλησιάσει το σπίτι μας. Με γραφή απλή, δημοσιογραφική, κάνει τον αναγνώστη συμμέτοχο σε αυτό που περιγράφει.
Και η πολιτική εξουσία; Αφανής, ωστόσο πάντα παρούσα σε όλα αυτά τα εγκλήματα που γίνονται κρυφά ή φανερά.

Η μετάφραση είναι του Κώστα Κατσουλάρη.

Για το βιβλίο έγραψαν:

«Η ανάγνωση του μυθιστορήματος είναι αληθινή απόλαυση, η οποία πολλαπλασιάζεται για τους λάτρεις της τζαζ μουσικής. Οι διαρκείς αναφορές σε μουσικούς του bebop και του hard bop, σε τραγούδια και σε ιστορικά άλμπουμ, δημιουργούν ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, όπου δίπλα στους ήρωες συνυπάρχουν και υποφέρουν η Μπίλι Χολιντέι και ο Μπαντ Πάουελ, όλοι οι μουσικοί που διετέλεσαν κάποια στιγμή μέλη της San Quentin Jazz Band. Το βιβλίο θα μπορούσε να είναι μια μυθιστορηματική εισαγωγή στη δισκογραφία της Blue Note, ή μια αφορμή για να ακούσει κανείς ξανά μερικές από τις πιο σημαντικές τζαζ ηχογραφήσεις των δεκαετιών του ’50 και του ’60», -Κ’ωστας Τραχανάς-Vivliolife.gr

«Το 2012 απέσπασε Γαλλικό Βραβείο λογοτεχνίας μυστηρίου. O Μαρκί Μαλτ στο εξαιρετικό νουάρ «Μπλε νότες σε κόκκινο φόντο» παρακολουθεί έναν πιανίστα της τζαζ που έρχεται αντιμέτωπος με ένα κύκλωμα ανερχόμενων βαλκάνιων κακοποιών. Όλα αυτά με αφετηρία τη δολοφονία της αγαπημένης του Βέρας, μιας προσφυγοπούλας του γιουγκοσλαβικού εμφυλίου πολέμου. Το Les Harmoniques, όπως είναι ο πρωτότυπος τίτλος, υπήρξε το δυνατό χαρτί της «Série noire» του εκδοτικού οίκου Γκαλιμάρ το 2011», -ClicKatLife.gr

«Οι ρυθμοί είναι κινηματογραφικοί, υπάρχει έντονη σκηνογραφία, ενώ οι ατάκες άλλοτε είναι καυστικές κι άλλοτε ασθματικές και βαθιές σαν χαρακιές», -BookTimes.gr

«Παρά τη «μαύρη» ατμόσφαιρα του βιβλίου, από τις πρώτες σελίδες του ο συγγραφέας δίνει μικρές ανάσες στον αναγνώστη, κάνοντας σαφές ότι η τέχνη μπορεί να γίνει συμπαραστάτης και σωτήρας μας στις πιο δύσκολες συνθήκες. Στη διάρκεια της πολιορκίας του Βούκοβαρ, η δεκάχρονη τότε Βέρα βρίσκει καταφύγιο στο θέατρο, παίζοντας τους ρόλους όλων των ηρώων του Βασιλιά Ληρ. Και δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ πρόσφυγας, όπως η γιαγιά της Βέρας, η οποία θα διάλεγε ως πιο πολύτιμο απόκτημά της μια βαλίτσα γεμάτη με βιβλία, αλλά το περιστατικό δίνει την ευκαιρία στο συγγραφέα να μιλήσει για την καταστροφή των βιβλιοθηκών στο Βούκοβαρ και σε άλλες πόλεις, όπως επίσης για το συστηματικό κάψιμο των βιβλίων από φανατικούς της εθνοκάθαρσης. Για να τσακίσεις το φρόνημα ενός λαού, πρέπει να καταστρέψεις τον πολιτισμό του», -Χίλντα Παπαδηνμητρίου - BookPress.gr

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!