Διαβάσαμε: «Ματωμένα Χώματα» της Διδώς Σωτηρίου (Κέδρος)

Ίσως, το πιο εμβληματικό μυθιστόρημα στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή και τον ξεριζωμό των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και έχουμε ένα σωρό εκδόσεις, νέες αλλά και παλαιότερες που αφορούν αυτό το τόσο σημαντικό ιστορικό σημείο της ιστορίας της νεώτερης Ελλάδας. Τα ΄΄Ματωμένα Χώματα΄΄ είναι, ίσως, το πιο εμβληματικό μυθιστόρημα στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας που μέσα απο τις σελίδες του καταγράφεται αυτή η καταστροφή. Και είναι εμβληματικό γιατί η Διδώ Σωτηρίου είναι γέννημα θρέμμα Μικρασιάτισσα και έζησε την προσφυγιά από πρώτο χέρι, παιδί ακόμα.

Στις ημέρες μας τα ‘’Ματωμένα Χώματα΄΄ διασκευάστηκαν για το θέατρο, έγιναν τηλεοπτική σειρά από τον Κώστα Κουτσομύτη και εξακολουθούν να είναι ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Από τις εκδόσεις Κέδρος, που ηταν και εξακολουθεί να είναι ο εκδοτικός οίκος με τον οποίο συνεργάστηκε σε όλη της τη ζωή η Διδώ Σωτηρίου, επανακυκλοφόρησε το μυθιστόρημα με σκληρό εξώφυλλο, όπως ταιριάζει σε κατι τόσο κλασικό.

Στην εισαγωγή της νέας έκδοσης διαβάζουμε γραμμένα από τον εκδότη τα εξής:

΄΄Το βιβλίο της Διδώς Σωτηρίου ΄΄Ματωμένα Χώματα΄΄κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1962. Από τότε το βιβλίο αυτό δεν έλειψε ούτε μέρα από τις προθήκες των βιβλιοπωλείων-εκτός, φυσικά, στα εφτά δίσεκτα χρόνια της δικτατορίας, η οποία το είχε απαγορεύσει. Απόδειξη το ότι η σημερινή νέα έκδοσή του είναι η 97η - δηλαδή , στα σαράντα έξι-στην πραγματικότητα τριάντα εννιά –χρόνια της ζωής του πουλήθηκαν 400.000 αντίτυπα πράγμα που το καθιστά το απόλυτο ελληνικό μπεστ-σέλερ μεταπολεμικά’’.

Στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης του 1962 η ίδια η Διδώ Σωτηρίου έγραφε:

΄΄Σαράντα χρόνια συμπληρώθηκαν από τότε που ο μικρασιατικός ελληνισμός ξεριζώθηκε από τις προγονικές εστίες του. Και είναι τούτος ο ξεριζωμός ένα από τα πιο συγκλονιστικά κεφάλαια της νεότερης ιστορίας μας.

Κείνοι που έζησαν μέσα στη θύελλα φεύγουν ένας ένας κι η ζωντανή μαρτυρια τους χάνεται. Χάνονται οι λαικοί θησαυροί ή μπαλσαμώνονται στα ιστορικά αρχεία. ΄΄Απ’ του πεθαμένου το μάτι μην περιμένεις δάκρυ΄΄ λέει μια μικρασιατική παροιμία.

Στις μνήμες των ζωντανών έσκυψα. Ακούμπησα μ’ αγάπη και πόνο τ’ αυτί στις καρδιές τους, εκεί που κρατούν τις θύμισες, όπως στο κονοστάσι τα βάγια και τα στέφανα.

Κάτω απ’ το Μανώλη Αξιώτη , τον κεντρικό αφηγητή του βιβλίου, υπάρχει ο Μικρασιάτης αγρότης, που έζησε τα Αμελέ Ταμπούρια του ’14-’18, που φόρεσε αργότερα τη στολή του Ελληνα φαντάρου, που είδε την καταστροφή , έζησε την αιχμαλωσία και που πρόσφυγας έφαγε πικρό ψωμί, σαράντα χρόνια λιμενεργάτης, συνδικαλιστής, μαχητής της Εθνικής μας Αντίστασης.

Ηρθε και με βρήκε και μου έδωσε ένα τεφτέρι με τις αναμνήσεις του. Συνταξιούχος, κάθισε με υπομονή και κοπίασε να γράψει με τα λίγα γραμματάκια του τα όσα είδαν τα μάτια του εξήντα τόσα χρόνια.

Από τέτοιους αυτόπτες μάρτυρες πήρα το υλικό που χρειαζόμουνα για να γράψω τούτο το μυθιστόρημα, με μοναδική έγνοια να συμβάλω στην ανάπλαση ενός κόσμου που χάθηκε για πάντα. Να μην ξεχνούν οι παλιοί. Να βγάλουν σωστή κρίση οι νέοι΄΄.


Όπως είναι προφανές τα ΄΄Ματωμένα Χώματα΄΄ δεν περιγράφουν λεπτεπίλεπτες δεσποινίδες με ρούχα εποχής στα σαλόνια της Σμύρνης. Το αντίθετο ακριβώς.Το βιβλίο ξεκινάει ακριβώς έτσι:

΄΄Ως τα δεκάξι μου χρόνια παπούτσι δε φόρεσα, μήτε καινούργιο ρούχο. Ο πατέρας μου μιαν έγνοια είχε, ν’ αποχτήσει πολλά χωράφια, λιόδεντρα και συκοπερίβολα. Η μάνα μου έκανε δεκατέσσερις γέννες, μα της ζήσαν μόνο εφτά παιδιά κι από τούτα τα τέσσερα της τα φάγαν οι πολέμοι.΄΄

Η Διδώ Σωτηρίου δε περιγράφει εξωραισμένες καταστάσεις. Περιγράφει τον κόσμο του μόχθου και της δουλειάς. Των ανθρώπων που πίστεψαν στην Ελλάδα και ,έχασαν τα πάντα, εάν ήταν από τους τυχερούς που δεν σφαγιάστηκαν.

Ξαναδιαβάζοντας τα ΄΄Ματωμένα Χώματα΄΄ τόσα χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία τους, το πρώτο που σε ξαφνιάζει είναι η γλώσσα. Ελληνικά που πιά συναντάμε μόνο σε βιβλία. Μια γλώσσα χυμώδης, απαστράπτουσα, λαική στην ουσία της. Τα ελληνικά που έγραψαν οι μεγάλοι Ελληνες μυθιστοριογράφοι της πρώτης μεταπολεμικής εποχής.

΄΄Σαν τα εφιαλτικά παθήματα του Στεπάν άκουσα αργότερα κι άλλα πιο φριχτά, που γίνανε στο Ερζερούμ, στο Ντιαεμπεκίρ, στη Σεβάστεια, στην Κασταμονή, στην Κιλικία, στη Νικομήδεια κι αλλού. Σήμερα όλα τα ξεθώριασε ο χρόνος. Αν ανοίξτε μια οποιαδήποτε ιστορία, θα διαβάστε λίγες στεγνές αράδες ΄΄ δια τας σφαγάς και τους διωγμούς των Αρμενίων κατά τον Πρώτον Παγκόσμιον Πόλεμον΄΄. Θα βρείτε και μερικές ψυχρές στατιστικές . Άλλες λένε πως τα θύματα φτάνουνε το εκατομμύριο, άλλες πως το ξεπερνούνε, κι άλλες πως μαζί με τους δικούς μας τους Ρωμιούς αγγίζουνε το ενάμισυ. Μην παραμελήστε να ψάξτε και για τους αίτιους, γιατί αυτό το σημείο είναι πάντα μπερδεμένο. Υπεύθυνοι δεν είναι μονάχα οι Τούρκοι. Οι συμπαγείς χριστιανικοί πληθυσμοί , που κρατούσανε στα χέρια τους τον πλούτο και τα κλειδιά της Ανατολής, έπρεπε να φύγουν απ’ τη μέση, γιατί ‘τανε εμπόδιο για το γερμανικό επεκτατισμό κι αργότερα για τους κεφαλαιούχουςπου στεκόντανε πίσω απ’ την Αντάντ. Πάνω στη σιδηροδρομική γραμμή, που ξεκινούσε απ’ τη Βαγδάτη και τη Μουσούλη κι έφτανε ίσαμε το λιμάνι της Σμύρνης, διασχίζοντας τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής και τα μυθικά πλούτη της Μικρασίας, εκεί πάνω κυλούσαν τα πιο άτιμα και πανούργα όνειρα της οικονομικής κυριαρχίας των ξένων μονοπωλίων, Η ιστορία για το χρυσόμαλλο δέρας συνεχιζότανε….΄΄

Η Διδώ Σωτηρίου , σαν στρατευμένη προσωπικότητα που ήταν, δεν αρκείται να περιγράψει την ιστορία του ήρωά της, του Μανώλη Αξιώτη. Μέσα από αυτόν και τη ζωή του περνάει ο λαικός πολιτισμός της Μικράς Ασίας, αλλά πίσω από τους καθημερινούς ανθρώπους του χωριού κρύβονται τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που καθορίζουν τις πολιτικές αποφάσεις. Σε έναν πόλεμο, το πρωτο θύμα είναι ο λαός, ο κόσμος της δουλειάς. Για την Διδώ Σωτηρίου τα οικονομικά συμφέροντα είναι που βάζουν τους λαούς να σκοτώνονται. Οι λαοί , είτε Αρμένιοι, είτε Ελληνες, είτε Τούρκοι, αυτοί είναι που πληρώνουν στο τέλος το κόστος κάθε πολέμου.

΄΄Αχ, γκρέμισε ο κόσμος μας! Γκρέμισε η Σμύρνη μας! Γκρέμισε η ζωή μας! Η καρδιά, τρομαγμένο πουλί, δεν ξέρει που να κρυφτεί. Ο τρόμος, ένας ανελέητος καταλύτης, άδραξε στα νύχια του κείνο το πλήθος και το αλάλιασε. Ο τρόμος ξεπερνάει το θάνατο. Δε φοβάσαι το θάνατο. Φοβάσαι τον τρόμο. Ο τρόμος έχει τώρα το πρόσταγμα. Τσαλαπατά την ανθρωπιά. Αρχίζει από το ρούχο και φτάνει ίσαμε την καρδιά. Λέει: Γονάτισε, γκιαούρη! Και γονατίζει. Ξεγυμνώσου! Και ξεγυμνώνεται. Ανοιξε τα σκέλια σου! Και τα’ ανοίγει. Χόρεψε! Και χορεύει. Φτύσε την πίστη και την πατρίδα σου! Και φτύνει. Απαρνήσου την πίστη σου! Και την απαρνιέται. Αχ, ο τρόμος! Οποια γλώσσα κι αν μιλάς, λόγια δε θα βρείς να τονε περιγράψεις.

Τι κάνουν, λοιπόν, οι προστάτες μας; Τι κάνουν οι ναύαρχοι με τα χρυσά σιρίτια, οι διπλωμάτες κι οι πρόξενοι της Ανταντ! Στήσανε κινηματογραφικές μηχανές στα καράβια τους και τραβούσανε ταινίες τη σφαγή και τον ξολοθρεμό μας! Μέσα στα πολεμικά, οι μπάντες τους παίζανε εμβατήρια και τραγούδια της χαράς, για να μη φτάνουν ίσαμε τα’ αυτιά των πληρωμάτων οι κραυγές της οδύνης και οι επικλήσεις του κόσμου. Και να ξέρει κανείς πως μια, μόνο μια κανονιά, μια διαταγή, έφτανε για να διαλύσει όλα κείνα τα μαινόμενα στίφη. Κι η κανονιά δε ρίχτηκε κι η εντολή δε δόθηκε΄΄.


Μη ξεχνάμε ότι η μικρή Διδώ ήταν 13 χρονών στην καταστροφή της Σμύρνης. Τα έζησε όλα αυτά. Και δεν είναι από τα πράγματα που ξεχνιούνται.

Τα ΄΄Ματωμένα Χώματα΄΄ είναι ένα μυθιστόρημα που μεταφράστηκε στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, βουλγαρικά, εσθονικά, ολλανδικά, ρωσικά, ρουμανικά, σερβικά, ισπανικά, ιταλικά, τουρκικά και κέλτικα βρετονικά. Είναι ένα βιβλίο που ξεπέρασε πολύ γρήγορα την εθνική του ταυτότητα. Από όσα διαβάζω, είχε συγκλονιστική απήχηση στην Τουρκία.

Η Διδώ Σωτηρίου γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας. Ήταν κόρη του Ευάγγελου Παππά και της Μαριάνθης Παπαδοπούλου. Είχε μία μικρότερη αδερφή την Έλλη Παππά. Το 1919 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ήρθε ως πρόσφυγας στον Πειραιά και κατόπιν εγκαταστάθηκαν οικογενειακώς στην Αθήνα, όπου και σπούδασε γαλλική φιλολογία, συνεχίζοντας τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι. Εκεί συνδέθηκε στενά με τον Αντρέ Μαλρώ και τον Αντρέ Ζιντ . Το 1933 παντρεύτηκε τον Πλάτωνα Σωτηρίου, αδελφό της μητέρας της Άλκης Ζέη, για την οποία η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε πρότυπο.[5] Δώρισε το σπίτι της στην οδό Κοδριγκτώνος, απέναντι από το Πεδίον του Άρεως, που ανήκε σε εκείνη και τον κουνιάδο της Νίκο Μπελογιάννη, στο υπουργείο Πολιτισμού. Η παραχώρηση έγινε με τον όρο να είναι διά παντός τα γραφεία της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων, της οποίας η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Μέχρι το θάνατό της νοίκιαζε ένα διαμέρισμα στην περιοχή Ζωγράφου.

Το 1936 άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα και ως ανταποκρίτρια του περιοδικού Νέος Κόσμος της Γυναίκας ,στο Παρίσι.

Κατά την διάρκεια της κατοχής, (1941–1944μ.Χ.) έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στον αντιστασιακό Τύπο. Το 1944 έγινε αρχισυντάκτρια της εφημερίδας Ριζοσπάστης, όπου και ασχολήθηκε με την κάλυψη και τον σχολιασμό των εξωτερικών γεγονότων. Το Νοέμβριο του 1945 εκπροσώπησε την Ελλάδα μαζί με τη Χρύσα Χατζηβασιλείου στο ιδρυτικό συνέδριο της Παγκόσμιας Δημοκρατικής Ομοσπονδίας Γυναικών στο Παρίσι. Διαγράφηκε το 1947 από το ΚΚΕ με την αιτιολογία ότι δείλιασε λόγω της αστικής της καταγωγής[ γιατί ενώ μπορούσε να πάει στην έδρα του Δ.Σ.Ε μέσα στα πλαίσια της συμμετοχής της στην επιτροπή του Ο.Η.Ε που πήγαν να συναντήσουν τον Μάρκο Βαφειάδη η Σωτηρίου δήλωσε άρρωστη και δε πήγε, καθώς και επειδή έγραψε δημοσιογραφικό κείμενο που έγραψε για την μετάβαση της Ελλάδας από την Αγγλική ζώνη επιρροής στην Αμερικάνικη[8].

Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο συνεργάστηκε με το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο «Σοφία Δέλτα».[9] Διετέλεσε επίσης αρχισυντάκτρια στο περιοδικό Γυναίκα και επιστημονική συνεργάτρια στα περιοδικά Γυναικεία Δράση και Κομμουνιστική Δράση δημοσιεύοντας επιφυλλίδες, χρονογραφήματα και διηγήματα.

Το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο Οι νεκροί περιμένουν κυκλοφόρησε το 1959 . Τα έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, ενώ η λογοτεχνία της διακρίνεται για τον ρεαλισμό, την απλότητα, τη δραματική αφήγηση καθώς και τον αδρό δημοτικό λόγο της. Το μυθιστόρημά της Ματωμένα χώματα έχει κυκλοφορήσει σε περισσότερα από 400.000 αντίτυπα. Η Διδώ Σωτηρίου συμμετείχε ενεργά στους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες της χώρας μέσα από τις τάξεις της αριστεράς. Δεν εργάστηκε ποτέ ως καθηγήτρια, γιατί αφοσιώθηκε στην δημοσιογραφία και στην λογοτεχνία. Τέλος, ταξίδεψε σε πολλές χώρες δημοσιεύοντας τις εντυπώσεις της.

Το 2001 η Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων καθιέρωσε προς τιμήν της το βραβείο ''Διδώ Σωτηρίου'', το οποίο απονέμεται «σε ξένο ή Έλληνα συγγραφέα που με τη γραφή του αναδεικνύει την επικοινωνία των λαών και των πολιτισμών μέσα από την πολιτισμική διαφορετικότητα».

Προς τιμήν της, επίσης, πολλές οδοί, σχολεία και βιβλιοθήκες φέρουν το όνομά της στην Ελλάδα.

Τα βραβεία που πήρε στη διάρκεια της ζωής της είναι τα εξής:

  • Βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί (1983)
  • Βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί (1985)
  • Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (1989)
  • Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1990)
  • Βραβείο του Ελληνικού Ινστιτούτου της Αγγλίας (1993)
  • Βραβείο από τον τότε πρόεδρο της ελληνικής δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος της Τιμής (1996)
  • Βραβείο από τον τότε πρόεδρο της γαλλικής δημοκρατίας Ζάκ Σιράκ με το παράσημο Commandeur De l'Ordre Du Merite.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!