Παντελής Αμπαζής – «Ένας μποέμ τραγουδοποιός που… ανεξήγητα αρέσει!»

(ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ) «Τραγουδοποιός γιατί γράφω & τραγουδάω στίχους & μουσικές. Μποέμ γιατί δε βγάζω μία. Κάτι βγάζω δηλαδή, αλλά
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
02/08/2013

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Κίκα Α. Ρόκα
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
όσα βγάζω, τόσα -κι άλλα τόσα- τρώω. Αν συνυπολογίσουμε και το χειροκρότημα που ως γνωστόν είναι η τροφή του καλλιτέχνη, εξηγείται γιατί παχαίνω...». Αυτή ήταν η απάντηση του Παντελή Αμπαζή στην ερώτηση τι ακριβώς σημαίνει «μποέμ τραγουδοποιός», όπως δηλώνει στην επίσημη ιστοσελίδα του. Συναντηθήκαμε με αφορμή το δίσκο που ετοιμάζει με τίτλο «Ανεξήγητα αρέσω».


Το χιούμορ, βασικό στοιχείο της προσωπικότητάς του, ήταν εμφανές τόσο στην κουβέντα μας, όσο και στις δημιουργίες του. «Το χιούμορ με βοηθάει να είμαι μια γνησίως αύξουσα παράσταση σε μια γνησίως φθίνουσα κατάσταση. Και είναι ένα είδος αντίστασης στη μαυρίλα που μας περιβάλλει» συμπλήρωσε.


«Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Οι εμπειρίες του από την αλέγρα ξένοιαστη φοιτητική ζωή και μια πρώτη γνωριμία με τη νυχτερινή Αθήνα, του πρόσφεραν τα ερεθίσματα για να σκαρώσει με την κιθάρα -έτσι για πλάκα στην αρχή- τα πρώτα του τραγούδια. Η γνωριμία, η αλληλοεκτίμηση και η μετέπειτα συνεργασία με τον ποιητή Άκο Δασκαλόπουλο και το θυμόσοφο sir Γρηγόρη Μπιθικώτση, σφράγισαν ανεξίτηλα την ταυτότητα του. Σημαντική ήταν και η βοήθεια στο τραγούδι, του Έλληνα Frank Sinatra, του ανεπανάληπτου Σταμάτη Κόκοτα» - αντιγράφω από το βιογραφικό του - και η κουβέντα μας ξεκίνησε με μια αναδρομή στις αναμνήσεις του Παντελή από τα τρία αυτά σημαίνοντα πρόσωπα της ζωής του, καθένα εκ των οποίων έβαλε το δικό του λιθαράκι στη μετέπειτα εξέλιξή του ως καλλιτέχνη.


Η πρώτη του δισκογραφική δουλειά, το 1996, είχε τίτλο «Παντελώς χειροποίητα» και για την ιστορία, συμμετείχαν οι Γεράσιμος Ανδρεάτος, Παντελής Θαλασσινός, Κώστας Μακεδόνας & Αθηνά Μόραλη. Μας είπε λοιπόν σχετικά:


Π.Α.:
Όταν έφτιαξα τα «Παντελώς χειροποίητα» τα πήγα στο Γρηγόρη Μπιθικώτση να τα ακούσει. Τα ακούει όντως και μου λέει «Εμένα μ’ αρέσει το εφτά». Το εφτά ήταν ένα απλό χασάπικο, το «Πίνω και βρίζω» με έναν ακόμα απλούστερο στίχο και τρία ακόρντα. Εγώ τότε πιτσιρικάς, λέω «Κ. Γρηγόρη αυτό σας αρέσει; Αυτό είναι τρία ακόρντα όλα κι όλα…». «Έλα ρε» μου λέει, «τότε να κάτσουμε να κάνουμε ένα με τριάντα τρία, να δούμε ποιο θα είναι πιο ωραίο… Τι σημασία έχει πόσα είναι; Με «πιάνει»; Αυτό έχει σημασία!». Μου έδειξε ότι, όσο πιο καλά τα ξέρεις, τόσο πιο απλά τα λες… Το θέμα είναι να είναι «τραγουδίσιμο», αυτή ήταν η έκφρασή του. Είχα κι ένα αργό, θλιμμένο χασάπικο, λεγότανε «Ο γιος της λύπης». Το ακούει, σηκώνεται πάνω, βάζει τα γέλια. «Και ποιος θα πιστέψει ρε κορόιδο ότι είσαι εσύ ο γιος της λύπης; Εσύ αγόρι μου πρέπει να τραγουδάς άλλα πράγματα, χιουμοριστικά ή εύθυμα. Άστα αυτά για κάναν άλλο». Μου έλεγε ότι πρέπει να βγάζω προς τα έξω αυτό που έχω μέσα μου. Κι αυτό που έχω είναι χιούμορ και χαρά, οπότε αυτό πρέπει να βγαίνει στη δουλειά μου, αλλιώς θα είναι δήθεν… Ο Μπιθικώτσης μου επισήμανε τη δύναμη που έχουνε τα τραγούδια του Λογό και του Θέμη Ανδρεάδη ή του Λουκιανού Κηλαηδόνη. Μου έλεγε χαρακτηριστικά ότι το «Σκυλάκι το κανίς» είναι η «Συννεφιασμένη Κυριακή» αυτού του ρεπερτορίου. Δεκαπέντε χρόνια μετά, στα προγράμματά μου ακόμα αυτά βάζω μαζί με τα δικά μου, γιατί τελικά είδα ότι αυτά μου πάνε. Κάπως έτσι ο Μπιθικώτσης με καθοδήγησε και μ’ έβαλε στο ρεπερτόριο αυτό, το χιουμοριστικό και εύθυμο.


Δεύτερος προσωπικός δίσκος το 2001 με τον πρωτότυπο τίτλο «Ανωτάτη Ζαμπετική». Το cd αυτό περιείχε 11 ανέκδοτες μελωδίες του Γιώργου Ζαμπέτα. Ο μοναχογιός του Μιχάλης τις εμπιστεύτηκε στον Παντελή Αμπαζή κι εκείνος τις έντυσε με στίχους. Πώς επηρέασε ο Γιώργος Ζαμπέτας τον Παντελή Αμπαζή;


Π.Α.:
Ανέκαθεν είχα μεγάλη αγάπη στο Ζαμπέτα, γι’ αυτό κι έχω κάνει και την «Ανωτάτη Ζαμπετική». Στην πορεία του Ζαμπέτα λοιπόν διαπίστωσα πως είχε «δει» πολλά χρόνια πριν ότι το αυτί του κόσμου πρέπει να χορτάσει ταυτόχρονα με το μάτι του. Γι’ αυτό και όπου έπαιζε, είχε απαραίτητα μαζί του μπαλέτα, τους χορευτές του! Αυτό κάνω τώρα εγώ με τις παραστάσεις μου. Έχω το θίασο τα «Λαϊκά κορίτσια», τους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάζομαι το Γιάννη Μποσταντζόγλου, το Ρένο Χαραλαμπίδη, τον Αντώνη Λουδάρο, το Γεράσιμο Γεννατά, και μου έχει βγει μια μουσικοθεατρική φλέβα, γράφω ατάκες, προλογίζω τα τραγούδια μου, κάνω σκετσάκια, χορευτικά… Απ’ τα παιδιά πήρα στοιχεία θεατρικά, τους έβαλα να τραγουδήσουν κι έγινε μια όσμωση ανάμεσα στο τραγούδι και το θέατρο και μπόρεσα να βγάλω κάποια παραπάνω πράγματα από μια απλή παράθεση ρεπερτορίου. Όλα αυτά τα στοιχεία υπήρχαν στην οπερέτα, στο παλιό ελαφρύ τραγούδι… Τελευταία τα είχαμε ξεχάσει. Η τέχνη είναι μία. Γι’ αυτό και στις παραστάσεις μου έχω πολλά στοιχεία κι απ’ το σινεμά, από soundtrack, από τραγούδια που βγήκαν από παλιές, ελληνικές ταινίες… Τα πρώτα video clip ήταν αυτά που ακούμε χρόνια στις ελληνικές ταινίες!

- Πολλά απ’ αυτά, νομίζω, εξακολουθούν να υπάρχουν μόνο σ’ αυτή τη μορφή.
Π.Α.: Βεβαίως! Ένα τραγούδι που έβαλα στο δίσκο με τα Λαϊκά Κορίτσια, το «Ζαμανφού», είναι ένα παλιό τραγούδι του Ζαμπέτα, το οποίο δεν είχε ποτέ δισκογραφηθεί. Υπήρχε σε μια ταινία μόνο. Το πρωτοδισκογράφησα το 2008, στην τρίτη μου δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Ζήτω τα λαϊκά κορίτσια», όπου συμμετείχαν πολλοί φίλοι, όπως Παντελής Θαλασσινός, Φοίβος Δεληβοριάς, Ρένος Χαραλαμπίδης, Γιάννης Γιοκαρίνης, Γιώργος Παρτσαλάκης, Ηρώ Μανέ, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Πάνος Μουζουράκης, Σάκης Μπουλάς, Δημήτρης Πουλικάκος κ.α. Κι είναι κι άλλα τέτοια τραγούδια που τα έχω στο πρόγραμμα.

 

- Όσον αφορά στο τραγούδι;
Π.Α.: Στο τραγούδι δάσκαλο είχα το Σταμάτη Κόκοτα. Ο Σταμάτης είναι ο άνθρωπος που με γνώρισε ως ένα παιδί που έγραφε τραγούδια και μ’ έσπρωξε να τραγουδήσω. Μου έδειξε κάποια πράγματα, τα οποία με έχουν βοηθήσει πάρα πολύ κι έκτοτε μας συνδέει στενή φιλία. Μάλιστα, βρισκόμαστε σε συζητήσεις με το Μίκη Θεοδωράκη εξετάζοντας τη σκέψη να επανεκτελέσει ο Σταμάτης κάποιο έργο του Μίκη που δεν είχε καταφέρει στο ξεκίνημα της καριέρας του. Αλλά και ο Γιάννης Βογιατζής με βοήθησε σημαντικά. Είναι ένας πληθωρικός καλλιτέχνης, ένας σπουδαίος ελαφρός τραγουδιστής, ένας ιδιαίτερα καλόψυχος άνθρωπος, δοτικός, ο οποίος γενναιόδωρα συνεργάστηκε μαζί μου σε κάποιες περιπτώσεις. Είναι και πολύ καλός ηθοποιός, κάνει τρόπον τινά και stand up comedy, δεν τραγουδάει μόνο. Μπήκε στο θέατρο και το σινεμά γιατί δεν τον χώραγε το τραγούδι, δεν του αρκούσε να στηθεί πίσω από ένα μικρόφωνο και να τραγουδάει. Αυτό πήρα απ’ το Γιάννη Βογιατζή, ότι δηλαδή μπορείς να είσαι ένας τόσο σπουδαίος τραγουδιστής και να μην αρκείσαι σ’ αυτό. Κι εγώ ήθελα να κάνω κι άλλα πράγματα, μακάρι να μπορούσα να γίνω και χορευτής! (γελάει).


- Ζητούμενο στα τραγούδια σου, το χιούμορ με σοβαρότητα και η μορφωμένη μαγκιά…
Π.Α.: Ήταν τα λόγια του σπουδαίου φίλου και ποιητή Άκου Δασκαλόπουλου στην παρουσίαση του πρώτου μου δίσκου. Ο χαμός του μου στοίχισε πολύ. Μου λείπει η ποιητική ματιά που είχε στα πράγματα, η ανθρωπιά του, η τρυφερότητα που είχε σαν άνθρωπος. Ο Άκος ήταν σαν ένα μικρό παιδί. Ένας Ποιητής με το πι κεφαλαίο. Ένα πράγμα που μου έχει μείνει μπούσουλας στη ζωή μου είναι μια κουβέντα του παρμένη από ένα τραγούδι του Κουγιουμτζή, ότι ξεχωρίζει τους ανθρώπους ανεξαρτήτως ηλικίας, επαγγέλματος κτλ σε «παιδιά που αγαπάνε το τραγούδι» και στους άλλους. Δεν είναι πολλοί αυτοί που πραγματικά αγαπούν το τραγούδι και το θεωρούσε τίτλο να πει «αυτός αγαπάει το τραγούδι», είναι δηλαδή στην οικογένειά μας, ένας από μας. Μια άλλη στιγμή του, που θυμάμαι έντονα, ήταν η προσπάθειά του να μου «δείξει» πως γράφει στίχους. «Δε θα γράφεις καθαρά λαϊκούς στίχους γιατί τότε το αποτέλεσμα μπορεί να είναι ευτελές. Ούτε όπως και ποίηση, πάμε σε άλλο επίπεδο. Χρειάζεται ένας συνδυασμός, «έσταξα τον ήλιο στο ποτήρι σου: ποίηση! Κι όλο τραγουδάω για χατίρι σου: λαϊκό!»…

- Για να φτάσουμε στο σήμερα, μίλησε μας για τη δουλειά σου που περιμένουμε.
Π.Α.: Ετοιμάζω το νέο μου δίσκο με γενικό τίτλο Παντελής Αμπαζής - «Ανεξήγητα αρέσω» με δέκα καινούργια, σοβαρά αστεία τραγούδια. Ένα είναι το ομώνυμο, ένα είναι το «Μαντάμ» που θα το πει ο Πάνος Μουζουράκης. Πρόκειται για το «Padam padam» της Edith Piaf, στο οποίο έβαλα εγώ ελληνικούς στίχους. Ένα άλλο είναι μια μελοποίησή μου σε στίχους του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη. Το λέω και στις παραστάσεις, επιτέλους έγινα κι εγώ έντεχνος και ποιοτικός, μελοποίησα Λαπαθιώτη! Το τραγούδι λέγεται «Πόθεν το κωλομπαράς, εκ του κώλος και παράς». Μη γελάς, είναι Ναπολέων Λαπαθιώτης, η μελοποίηση είναι δικιά μου, εγώ δεν έχω βάλει λέξη! Επίσης, έχω μελοποιήσει ένα τραγούδι του σπουδαίου στιχουργού Γιώργου Παυριανού, το «Δώδεκα πόντους και μισό», χιουμοριστικό πάλι. Ένα ακόμα ανέκδοτο τραγούδι του Άκου Δασκαλόπουλου, δύο παλιά ελαφρά τραγούδια που θα επανεκτελέσω, ένα παλιό, προπολεμικό ρεμπέτικο, τέλος πάντων ένα ποικίλο υλικό που θα ενοποιήσω εγώ με την ενορχήστρωση και τη φωνή μου και περιλαμβάνει ό, τι μου αρέσει από τον 20o αιώνα.

 

- Απ’ ότι καταλαβαίνω δεν έχει ολοκληρωθεί η δουλειά.
Π.Α.: Όχι, το δουλεύω. Για λόγους ηθικής τάξης περιμένω να κυκλοφορήσει ο δίσκος του Μουζουράκη το Σεπτέμβρη ή λίγο αργότερα όπου μέσα θα είναι το «Μαντάμ». Στο δικό μου δίσκο το κομμάτι θα μπει με διαφορετική ενορχήστρωση και ακουστική μπάντα. Δεν είμαι ακόμα έτοιμος ούτως ή άλλως, υπολογίζω η δική μου δουλειά να βγει κατά τα Χριστούγεννα.


- Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου από πλευράς εμφανίσεων;
Π.Α.: Με τη μπάντα μου «Ανωτάτη Ζαμπετική» και το θρυλικό θηλυκό θίασο «Ζήτω τα λαϊκά κορίτσια!» περιΩΔΕΙΑ σε πλατείες, θέατρα και υπαίθριους συναυλιακούς χώρους σε όλη την Ελλάδα. Ενδεικτικά: Μέθανα, Ζαχάρω, Ζάκυνθο, Κυλλήνη, Λεύκτρα, Κω, Πάρο, Ρέθυμνο, Πρέσπες, Γλυφάδα κ.α. Να αναφέρω πως στην Κυλλήνη στις 23 Αυγούστου θα μου κάνει την τιμή να είναι μαζί μας και η κ. Ρένα Κουμιώτη.

- Πιστεύεις στη ρήση του Κομφούκιου «Διάλεξε ένα επάγγελμα που αγαπάς και δεν θα δουλέψεις ούτε ένα λεπτό στη ζωή σου...». Πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα στο χώρο σήμερα; Μπορεί όντως κάποιος να ζήσει από τη μουσική;
Π.Α.: Να ζήσει ναι. Σπάταλα όχι. Πιστεύω όμως ότι πλούσιος δεν είναι όποιος έχει, αλλά όποιος ξέρει. Την παιδεία σου δεν μπορεί να στην πάρει κανένας πίσω... Η καταγραφή της τέχνης είναι ένα φαινόμενο του 20ου αιώνα. Παλιά πώς ζούσαν οι καλλιτέχνες; Από την επαφή με τον κόσμο, το Live που λέμε σήμερα. Εκεί ξαναγυρνάμε λίγο λίγο. Όποιος έχει την αλήθεια και τη δύναμη να βγει στον κόσμο μπροστά να τραγουδήσει και να αρέσει, θα συνεχίσει να υπάρχει στη δουλειά. Ο κόσμος, βέβαια, δυσκολεύεται να πληρώσει ακόμα κι ένα ελάχιστο ποσό, αλλά θα προσαρμοστούμε. Θα έρθουν όλα τα πράγματα στην ανθρώπινη κλίμακα, έτσι μ’ αρέσει να το βλέπω. Οι αμοιβές των καλλιτεχνών έφτασαν να είναι εξωπραγματικές. Ο Τσιτσάνης κι ο Ζαμπέτας σε μαγαζιά διακοσίων ατόμων παίζανε για ένα μεροκάματο. Γι’ αυτό δούλευαν κάθε μέρα μέχρι το ξημέρωμα. Οι σημερινές αμοιβές κάποιων είναι εξωπραγματικές, είναι φούσκα και καλά κάνει να σκάσει. Οι καλλιτέχνες οφείλουν να παίζουν, να ζούνε απ’ αυτό που αγαπάνε. Ο Άκος μου έλεγε «αυτό το καημένο το τραγουδάκι, πόσους να θρέψει; Τα παιδιά που αγαπάνε το τραγούδι, να τα θρέψει, τους άλλους γιατί;». Άρον τον κράβατόν σου και περιπάτει, πάρε το πρόγραμμά σου, την κιθάρα σου, τους συνεργάτες σου και πήγαινε παίξε σε καφέ, σε μπαράκια, ας είναι και για 50 ευρώ, γιατί αυτή είναι η πραγματικότητα σήμερα. Όπως λέω και στις παραστάσεις μου χαριτολογώντας, η μόνη περίπτωση για να πάρουμε καλό μεροκάματο σήμερα, είναι να κλείσουμε τις πόρτες και να σας ληστέψουμε όλους, καδένες, ρολόγια, ό, τι έχετε. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει, οπότε τουλάχιστον ας περάσουμε καλά! Ας προσαρμόσουμε τα πράγματα στα δεδομένα, εφ’ όσον αγαπάμε αυτό που κάνουμε και δε μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο.

 

- Δώσε μας τον ορισμό των «λαϊκών κοριτσιών» που αγαπάς κι εξήγησέ μας τις διαφορές τους με τα «άλλα».
Π.Α.:
Δίνω λοιπόν με το τραγούδι μου δύο ορισμούς και ένα θεώρημα, για να θυμηθώ και την μαθηματική μου ιδιότητα:


«ΤΑ ΛΑΪΚΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ»
Ζήτωσαν τα κοριτσάκια
με τα οξυζενέ μαλλιά
τα κατακόκκινα χειλάκια
που ξέρουν λίγα και καλά.

Ζήτω τα λαϊκά κορίτσια
με το βαθύ το ντεκολτέ
που στα αγόρια λένε όχι
από σπανίως ως ποτέ.


«ΤΑ ΑΛΛΑ»
Βαρέθηκα πια τις ψαγμένες
με τα κασκόλ στον Ιανό
τις βαθυστόχαστες κουβέντες
το άδειο βλέμμα στο κενό.

Που λένε ναι και είναι ίσως
όχι τις πιο πολλές φορές
για τη χαρά νιώθουνε μίσος
θέλουν να δείχνουν σοβαρές.


«ΘΕΩΡΗΜΑ»
Των σοφών τη σοφία
αναιρεί το αιδοίο
Κολωνάκι Μπουρνάζι
σημειώσατε 2.

Κι ο Ζαμπέτας κι ο Μάρκος
δεν τελειώσαν ωδείο
Κολωνάκι Μπουρνάζι
σημειώσατε 2.


- Από όλες τις συνεργασίες που έχεις κάνει στη μακρόχρονη πορεία σου, ποιους θα ξεχώριζες ως φίλους;
Π.Α.: Τον «αδερφό» μου Παντελή Θαλασσινό. Είναι ο άνθρωπος που εμπιστεύομαι και συμβουλεύομαι για οποιοδήποτε θέμα καλλιτεχνικό ή προσωπικό. Με βοηθάει με την ομπρέλα αγάπης που αισθάνομαι ότι έχω από πάνω μου. Κι ένας ακόμα φίλος αγαπημένος είναι ο Λάκης Παπαδόπουλος. Αυτούς τους δύο μπορώ να ξεχωρίσω. Ο Λάκης είναι ένας άνθρωπος που χαίρομαι πολύ την παρέα μαζί του, ενώ είμαστε τόσο διαφορετικοί και τόσο ίδιοι ταυτόχρονα.


Τα σκίτσα είναι του Νικόλα Στεφαδούρου.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!