Ο «Έντεχνος» Βασίλης Καρράς

«Το 1993, τότε που κάναμε, συνεχίζαμε μάλλον να κάνουμε άλλες δουλειές, γιατί από τη μουσική δε μπορούσαμε να ζήσουμε, ...
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 

στον δίσκο μας Ο Ήλιος Του Χειμώνα Με Μελαγχολεί, μας βοήθησε , κατά τη γνώμη μου ένας πραγματικός, μεγάλος λαϊκός τραγουδιστής, ο κύριος Βασίλης Καρράς»
Φίλιππος Πλιάτσικας

*Δημοσιεύτηκε στις 20/12/2011

Το 1987, πρωτοετής φοιτητής στην Κοζάνη, έβλεπα κάθε Παρασκευοσάββατο να φεύγουνε καραβιές οι βορειοελλαδίτες συνάδελφοί μου για τη Θεσσαλονίκη. Δέκα άτομα σε κάθε αυτοκίνητο, μια φορά μάλιστα νοίκιασαν και πούλμαν, κομβόι ολόκληρο για να παρακολουθήσουν κάποιον Βασίλη Καρρά, άγνωστο τότε σε μένα.

Μετά από λίγο καιρό, όταν μπήκα στο νόημα, μέσα από τους αμέτρητους πειρατικούς σταθμούς της πόλης που αναμετέδιδαν φανατικά τα τραγούδια που ερμήνευε, ακολούθησα κι εγώ το καραβάνι και είδα έναν τραγουδιστή με χρώματα από Στέλιο, Στράτο και Μανώλη να διασκεδάζει τους θαμώνες νυχτερινού κέντρου που έπιναν νερό στο όνομά του.

Το ρεπερτόριό του ήταν κάτι «πειραγμένα» νταλκαδιάρικα λαϊκά που όμως πατούσαν γερά στην παράδοση του είδους, και βέβαια τα κλασικά τραγούδια των μεγάλων δασκάλων στα οποία ο Καρράς έδινε το απαιτούμενο σύγχρονο νεύρο και την πνοή που απαιτούσαν οι καιροί. Στη Σαλονικιώτικη νύχτα είχαν ήδη ξεχωρίσει και οι συνοδοιπόροι του, Τερζής και Μελάς, αλλά ο Καρράς εθεωρείτο μίλια μπροστά τους, σε προσωπικό ρεπερτόριο και απήχηση.

ΛΕΓΕ ΟΤΙ ΘΕΣ
Τρία χρόνια αργότερα στην Αθήνα, απρόσμενα ένα βράδυ, κάτι συμφοιτητές φίλοι με έψησαν να πάμε στο Νέο STORK , τέρμα Πατησίων τότε, για να δούμε τον Καρρά στην πρώτη νυχτερινή κάθοδό του στην Αθήνα. Νέος, καλοφτιαγμένος, αδύνατος, οικείος, με αρρενωπή φωνή, καθάρια λαϊκή, ο πρώτος τραγουδιστής της Σαλονίκης και της Βορείου Ελλάδος που στα νεότερα χρόνια έσπαγε το τείχος των Τεμπών, κατακτούσε το πανελλήνιο με τραγούδια που αγαπήθηκαν και αντέχουν στα χρόνια. Πρόδρομος της κατοπινής φουρνιάς – στρατιάς των λαϊκών (πραγματικών, λεγόμενων και επονομαζόμενων) που θα ακολουθούσε το ίδιο δρομολόγιο…

Είναι η εποχή που ο Καρράς αφήνει την εταιρεία Vasipap του Βασίλη Παπαδόπουλου (κορυφαία στα βορειοελλαδίτικα δισκογραφικά δρώμενα με την οποία έχει ήδη καταθέσει χρυσούς δίσκους) για τα μεγάλα σαλόνια της Minos του Μάκη Μάτσα. Δεκέμβρη του 1991 κυκλοφορεί το άλμπουμ Λέγε Ότι Θες και οι πωλήσεις ταξιδεύουν στις 100.000 αντίτυπα. Ακολουθεί τον Δεν Πάω Πουθενά με αντίστοιχη διαδρομή. Το Οκτώβρη του 1993 το Πως Τολμάς ξεπερνά το φράγμα των 100 χιλιάδων. Ο τραγουδιστής από πρώτη φίρμα της άνω από την Λάρισα επικράτειας χρίζεται πρώτο όνομα πανελλαδικής εμβέλειας. Λίγο νωρίτερα τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς ο Καρράς πείθεται να συμμετάσχει στον δίσκο του συγκροτήματος Πυξ Λαξ Ο Ήλιος Του Χειμώνα Με Μελαγχολεί.

Ο ίδιος σε συνομιλίες μας δηλώνει σχετικά: << Ο Μάνος Ξυδούς την έκανε τη δουλειά μαζί με τον Αχιλλέα Θεοφίλου. Γιατί οι παραγωγοί όταν είναι επαγγελματίες αληθινοί είναι πολύτιμοι. Σήμερα κάποιοι που δεν ξέρουν να ξεχωρίσουν το λα μινόρε από το μι μινόρε, και που δεν έχουν καμιά γνώση για την ιστορία του τραγουδιού και τις λεπτομέρειές του, το παίζουν παραγωγοί. Κλείνω την παρένθεση και πάω στο Άστη να λέει. Τότε ήταν ένα τραγούδι έξω απ’ τα νερά μου για να το κάνω δικό μου. Το είχα δυο μήνες στα χέρια μου γραμμένο απ’ τα παιδιά με μια κιθάρα. Μισό τραγουδούσε ο Στόκας, μισό ο ψηλός· όλοι μαζί. Το μελετούσα, λοιπόν, και η τελική εκδοχή ήταν εντυπωσιακή>>.


ΑΣΤΗ ΝΑ ΛΕΕΙ

Το Άστη να λέει απογειώνει ακόμα περισσότερο τις μετοχές του Καρρά και συντελεί στον γίνουν ευρέως γνωστοί το γκρουπ και τα μέλη του καθώς το άλμπουμ στο οποίο περιλαμβάνεται χρυσώνεται (50 χιλιάδες δίσκοι). Το τραγούδι στη φόρμα της λαϊκής ρούμπας, δίχως μπουζουκομπαγλαμάδες, με τις κιθάρες και τα βιολιά σε πρώτο πλάνο, με στίχο άμεσο, για μια αγάπη που έφυγε, δίχως όμως «κλάψα» και δάκρυα, χρίζεται γκραν σουξέ, που αρέσει σε μικρούς και μεγάλους, που ενώνει ροκάδες, έντεχνους και λαϊκούς. Σημείο αναφοράς, συνάντησης, αλληλοκατανόησης και αλληλοψαξίματος ανάμεσα σε ακροατές διαφορετικής ηλικίας, καταβολών και προτιμήσεων. Ακόμα και σήμερα, που έχουν περάσει σχεδόν δύο δεκαετίας από την αρχική κυκλοφορία του λειτουργεί αναλόγως.

Ο αείμνηστος Μάνος Ξυδούς, μέσα από συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει, φώτιζε και διεύρυνε το πλαίσιο της συνεργασίας τους με τον ερμηνευτή: << Εμείς τότε είχαμε κάνει αυτό το τραγούδι με το συγκρότημα και θέλαμε κάποιον λαϊκό τραγουδιστή. Είχαμε στο μυαλό μας τον Βασίλη Καρρά αλλά ήταν δύσκολο να τον πλησιάσουμε. Μεσολάβησε ο Αχιλλέας Θεοφίλου -σε αυτόν οφείλεται η παραγωγή του τραγουδιού- που το βρήκε καλή ιδέα. Θέλω να πω κάτι που έζησα όσον αφορά στον άνθρωπο. Αν κάποιος γεμίζει ένα μαγαζί, δε λέει τίποτα. Όταν κυκλοφόρησε ο δίσκος ο Βασίλης Καρράς εμφανιζόταν σ’ ένα μαγαζί στη Θεσσαλονίκη. Ένα βράδυ στο καμαρίνι έτυχα μάρτυρας μιας σκηνής που αν και έχουν περάσει τόσα χρόνια τη θυμάμαι πολύ έντονα. Ήρθαν τρία άτομα από τον σύλλογο παιδιών της Βέροιας με προβλήματα για να μιλήσουν για μια συναυλία που θα συγκέντρωναν χρήματα. Τους άκουσε και στο τέλος τους ρώτησε με πόσα χρήματα θα ήταν ευχαριστημένοι από τα έσοδα της συναυλίας. Τα παιδιά θα ήταν ικανοποιημένα με 300.000 δραχμές. Τότε εκείνος φωνάζει τον συνεργάτη του, τον Λέλεκα, και του λέει «κόψε ένα χαρτί». Όταν λέμε «ένα χαρτί» εννοούμε ένα εκατομμύριο. Έδωσε την επιταγή στο ένα παιδί και είπε «αν μάθει κανείς τίποτα θα σου κόψω το λαρύγγι». Από ’κεί και πέρα δεν μπορεί να μου πει κανείς τίποτα για τον Βασίλη Καρρά>>.

Έκτοτε ο τραγουδιστής θα έχει εκρηκτική πενταετία που θα συνοδευτεί από υψηλές πωλήσεις και δυνατά σουξέ, ορισμένα εκ των οποίων φέρουν την υπογραφή του και στο δημιουργικό μέλος. Θα ακολουθήσουν τέσσερα χρόνια όπου η τροχιά και το εκτόπισμά του είναι ικανά να ξελασπώσουν ακόμη και μέτριες πρώτες ύλες. Η προσπάθειά του να μπει στο «μοντέρνο» παιχνίδι του λαϊκοπόπ θα έχει εφήμερες δόξες, που μακροπρόθεσμα θα βλάψουν το προφίλ και το κύρος του. Ακόμα και φωνητικά δείχνει να παρουσιάζει αισθητή κάμψη, τουλάχιστον για τους απαιτητικούς ακροατές αλλά και τις απαιτήσεις που το σώμα του λαϊκού τραγουδιού προϋποθέτει. Παρ’ όλα αυτά τα παράσημα, η αμεσότητά του και οι ισχυροί επικοινωνιακοί δεσμοί με τους πιστούς του, θα κρατήσουν ψηλά το άστρο του, κυρίως στην διασκέδαση.

Το Σεπτέμβρη του 2004 ο Καρράς θα δώσει το παρών στις συναυλίες των Πυξ Λαξ στο Λυκαβηττό και έγραψαν επισήμως τέλος στην πορεία τους. Τραγουδώντας το Άστη να λέει να ξεσήκωσε το πλήθος που τον αποθέωσε. Όμως οι γέφυρες που επιχειρεί να στήσει στη νέα χιλιετία με τις σύγχρονες τάσεις των καιρών μας δεν θα βρουν ανταπόκριση. Ο ίδιος σήμερα παραδέχεται: << Και πριν από λίγα χρόνια έκανα μια συνεργασία με τις Δυτικές Συνοικίες και άλλα νέα παιδιά από τη μοντέρνα σκηνή, αλλά δεν μου κάτσανε όπως περίμενα>>.

ΟΠΩΣ ΠΑΛΙΑ
Κι ενώ η διαδρομή του φαίνεται να έχει ολοκληρώσει το σεργιάνι στα πιο όμορφα τοπία της, ο γεννημένος στο Κοκκινοχώρι Καβάλας και μεγαλωμένος στην Θεσσαλονίκη, Βασίλης Κεσογλίδης, κατά κόσμο και ντουνιά, Βασίλης Καρράς, επανέρχεται δριμύτερος, γεμίζοντας το ρεζερβουάρ του με γαλόνια, που δείχνουν να του εξασφαλίζουν αμέτρητα χιλιόμετρα στους λεωφόρους του τραγουδιού. Το καύσιμά του προέρχονται από την δεξαμενή των τραγουδοποιών, του εντέχνου και όχι μόνο.

Έτσι μετά το άλμπουμ Όπως Παλιά (με τα «μαλαματένια» Πριγκιπέσσα και Τσιγάρο Ατέλειωτο αλλά και τα «ορφικά» Κάτι μου κρύβεις και Φωτοβολίδα) που σημείωσε πλατιά επιτυχία, συνεχίζει αναλόγως με την τελευταία του εργασία Στα Είπα Όλα. Ενδιαμέσως είχε παρουσιάσει το άλμπουμ Αχ! Μοναξιά με νέα τραγούδια αλλά και το Στάγδην Βραδέως του Ορφέα Περίδη. Στο Στα Είπα Όλα ζυγιάζει την κατάσταση με καινούργια κομμάτια και επανεκτελέσεις συν το ντουέτο του με τους Αλχημιστές, Λόγια φιλικά.

Ο Καρράς, έχοντας βρει την φόρμα του μετά τις δάφνες που αποκόμισε εκ νέου τόσο στην δισκογραφία όσο και στην διασκέδαση, επαναφέρει δυναμικά αξιοσημείωτες καταθέσεις, προσδίδοντας τους οικουμενική ματιά χωρίς να αλλοιώνει τη σύστασή τους, περνώντας τες ακόμα και σε ακροατές που αγνοούσαν την ύπαρξη τους, ή αποστρέφονταν τον τρόπο που παρουσιάζονταν το εν λόγω ρεπερτόριο και ταυτόχρονα πλουτίζει την προίκα του. Παρά τις αντιρρήσεις που έχουν διατυπωθεί νομίζω πως κερδίζει το στοίχημα.

Στο Στα Είπα Όλα, απ’ το Χαράτσι του Νίκου Παπάζογλου και του Τάκη Σιμώτα και το Δεν φταίω εγώ που μεγαλώνω του Γιάννη Νικολάου – όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία των παλαιότερων κυκλοφοριών στο στιχουργικό μέλος συμμετέχει ο Οδυσσέας Εισαγγελέας - έως την Παράξενη βροχή (Σώμα υποταγής) του Αλέκου Χαραλαμπίδη και του Φίλιππου Γράψα και το ομότιτλο του δίσκου των Μίλτου Πασχαλίδη και Οδυσσέα Ιωάννου αναδεικνύει την λαϊκή και φωτεινή πλευρά των τραγουδιών.

Η ερμηνεία του στο περίφημο Ερωτικό (Πιρόγα) των Θάνου Μικρούτσικου και Άλκη Αλκαίου λιγότερο απρόσμενη και δεδομένη. Επίσης στα καινούργια του δίσκου συναντάμε το Μα τι να πω των Λαυρέντη Μαχαιρίτσα και Γιάννη Πάριου, το Τελευταίο Τσιγάρο των Λάκη Παπαδόπουλου και Σάννυ Μπαλτζή και το μπλουζ ροκ Εγκαίνια κάνω στη ζωή των Βασίλη Δραμούσκα και Στέλιου Μαργωμένου.

 

ΣΤΑ ΕΙΠΑ ΟΛΑ
Οι επιλογές και οι επιδόσεις του ερμηνευτή προκάλεσαν αναστάτωση στον τύπο αλλά και στο διαδίκτυο, θέτοντας ξανά το ζήτημα των διαφορετικών στρατοπέδων και της αισθητικής προσέγγισης των έργων. Ο ερμηνευτής με τη στάση και τις δηλώσεις δε λογαριάζει στεγανά και αναθέματα που σε ορισμένες περιπτώσεις εντέχνως βολεύουν τους άτεχνους : << Ο δίσκος Όπως Παλιά θα μπορούσε να λέγεται Τα Ζηλιάρικα .Γιατί όλα αυτά τα χρόνια τα ζήλευα αυτά τα τραγούδια.Γιατί έχουν ψυχούλα και στον στίχο και στη μελωδία. Και δε μιλάω μόνο για την Πριγκιπέσσα του Σωκράτη Μάλαμα αλλά και Το κόκκινο φουστάνι του Σταύρου Κουγιουμτζή και του Κώστα Κινδύνη, το Απόψε σιωπηλοί της Βάσως Αλαγιάννη, την Φωτοβολίδα του Ορφέα Περίδη, το εξαιρετικό Έξω φυσάει και βρέχει των Σταύρου Ξαρχάκου και Λευτέρη Παπαδόπουλου. Νομίζω ότι ένας καλλιτέχνης αν τα αγαπήσει πραγματικά μπορεί να τα πάρει πάνω του και να τα κάνει δικά του. Το καλό τραγούδι είναι ένα. Προσπάθησα να είμαι δίπλα στις ερμηνείες, δίπλα σε αυτό που έχτισαν οι δημιουργοί, και εκεί να προσθέσω τη δική μου ψυχούλα…>>

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Κλείνω με απόσπασμα από συνέντευξη του Κώστα Τριπολίτη στη Γιούλη Επτακοίλη (Καθημερινή 19/11/2006): << Το τραγούδι δεν ήταν ποτέ σε κρίση. Η δισκογραφία ονομάζει τις δικές της κρίσεις, κρίσεις του τραγουδιού. Τα καλά τραγούδια πάντα ήταν λίγα. Σήμερα βρίσκω τραγούδια με ενδιαφέρον. Και μάλιστα είναι απορίας άξιο πώς μπορεί μέσα σ’ ένα χρόνο να υπάρχουν κάποια καλά τραγούδια, τη στιγμή που όλα συγκλίνουν στο να μην υπάρχει καθόλου αληθινή παραγωγή. Ναι, σίγουρα στο παρελθόν μπορεί να υπήρχαν περισσότερα, αλλά σε μια κοινωνία μη πολυδιασπασμένη, με λίγο πολύ αποσαφηνισμένες πεποιθήσεις και συγκεκριμένο καταμερισμό εργασίας, με ταυτότητα. Σήμερα στην εποχή της απόλυτης σύγχυσης ζητάμε κάτι άλλο; Πάντως μ’ ενδιαφέρει περισσότερο αυτό που δεν θα έπρεπε να γίνεται απ’ αυτό που θα επιθυμούσα να γίνεται. Τι εννοώ; Στο σκυλοπόπ ή στο ελεκτρογάβ μπορεί να βρω περισσότερες αλήθειες απ’ ότι σε ένα τραγούδι που θέλει να υποδυθεί το έντεχνο. Κι αυτό θα πρέπει να προβληματίσει όλους όσους γράφουν >>.


 

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!