«Ένα ακόμη βαρύθυμο ρεμπέτικο που δεν του έλαχε να γραφτεί σε πλάκα γραμμοφώνου»

Ο συγγραφέας Θωμάς Κοροβίνης για τον «καταραμένο» Μήτσο που έφυγε σαν σήμερα πριν 80 χρόνια
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Του Μήτσου

Η προσωρινή εκεχειρία ανάμεσα στους δυο μεγάλους πολέμους του περασμένου αιώνα είχε φυλαγμένα καταφύγια για όλους τους κολασμένους του πλανήτη, τους αναρχικούς, τους απολωλότες, τους απόκοσμους, τους αρσενοκοίτες, τους οπιομανείς, και τα λοιπά «άνθη του κακού» που γέννησε η ατέρμονη ψυχολογική επισφάλεια των κραδασμών του λεγόμενου Μεσοπολέμου. Οι έννοια του «καταραμένου» πέτυχε την σάρκωσή της ιδανικά στο πρόσωπο της ποίησης και της αλητείας, ενός δοκιμασμένου απ’ την αρχαιότητα συναρπαστικού δίπτυχου, με την ελληνική του εκδοχή να βρίσκει έδαφος σε «αβόλευτους» μορφωμένους αστούς, σαν τον Καρυωτάκη, τον Παπανικολάου, τον Λαπαθιώτη.

Η κρίση μας για την ποίηση δεν αρκεί να αναπαύεται στις γραμματολογικές αξιολογήσεις και ταξινομήσεις. Δεν υπάρχουν «μείζονες» και «ελάσσονες» ποιητές. Ο ποιητής είναι Ποιητής, αρκεί να γράψει έναν έστω στίχο, πρωτότυπο, ακέραιο και τολμηρό, σαν αυτόν : «Ήτανε τ’ όνειρο βαθύ στη φαντασία και το σπαθί με το σπαθί σε συνουσία».

Η ζωή του Μήτσου, από την παραδεισένια Ύδρα στο μεγάλωμά του στον Πειραιά, όπου στα καλά του νιάτα, -αυτά τα «χαμένα νιάτα» που ύμνησε όσο τίποτε άλλο στην ποίησή του-, επέπρωτο να γίνει λάτρης της κραιπάλης στα νυχτερινά του στέκια, ενώ ασκείται επιδέξια στο να σκαρώνει τροχαϊκούς οκτασύλλαβους, περίτεχνες ρίμες, και να μεταφράζει τους Γάλλους συγκαιρινούς του ποιητές που τον μάγευαν, από κει στην παράδοση στον κυκεώνα των παθών του και στην φθορά του κορμιού και της ψυχής, ξεπουλώντας την πολύτιμη πραμάτεια του για να τα βγάλει πέρα με τα έξοδα της χθαμαλής του ζήσης και να ζαρώσει σε μια χαμοκέλα της Κοκκινιάς, ώσπου, στην καρδιά της Κατοχής, η συμπόνια κάποιων φίλων να τον στείλει στο Δημόσιο ψυχιατρείο για αποτοξίνωση, όπου και τραγικά καταλήγει, αυτή ήταν η περιπλανώμενη ζωή του, μια γεμάτη εμπειρίες και γνώσεις αλλά μαρτυρική οδοιπορία με βαριές ανάσες αχόρταστης ηδονής.

Απολησμονημένος για δεκαετίες, έχει εκτιμηθεί στο πρόσφατο παρελθόν σαν ένας συμπαθής ιδιότροπα λυρικός και ρομαντικός, με ξεχωριστή, μοναχική πορεία, ενταγμένη στο ποιητικό κλίμα του καιρού του, των πεισιθάνατων ποιητών, εμφανώς Καβαφίζων, όμως φανατικός μιας ιδιόρυθμης, πλούσιας εικονοπλασίας, με στίχους σφριγηλούς όπου παραδόξως συνδυάζονται εξαιρετικά δύο φαινομενικά συγκρουσιακοί κόσμοι, ο ρεαλισμός με τον ρομαντισμό. Ένας ουτοπικός συνδυασμός που η βαθύτερη αναφορά του αλλά και η κατάληξή του είναι η πίστη στην απόλυτη ματαιότητα των ανθρωπίνων, η παρακμή και ο θάνατος.

Σπαράγματα της χαμοζωής των στερνών του χρόνων μας έχουν παραδοθεί : αδειάζει τη βιβλιοθήκη του Λαπαθιώτη και την πουλάει στα παλιατζίδικα δίνοντάς του ελάχιστα απ’ τα κέρδη, έτσι που αγανακτισμένος ο άλλος τον κάνει πέρα, σέρνεται πελιδνός κουρελής στα Χαυτεία, ψωμοζήτουλας στα παρασόκακα της Ομόνοιας, ικέτης σε εκδότες για λίγες δεκάρες, με τους άλλους ποιητές και λογίους που δεν τους ταίριαζε η εικόνα του και δεν ενέκριναν τα τερτίπια του να τον περιφρονούν και να τον αποπαίρνουν. Φαντάζεται κανείς τι μπορεί να είδε, να αφουγκράστηκε, να βίωσε ο Μήτσος, στα εκστασιακά του ταξίδια στη νταμίρα της ουτοπίας, στις μυτιές και τις ενδοφλέβιες, σε συνοπτικές συνευρέσεις με βίαιους μαχαλόμαγκες και εκβιαστές, σε τεκεδάκια και χαμαιτυπεία της Τρούμπας, σε άγρια μεθύσια παρέα με τον Ναπολέοντα, σε τέτοιες και άλλες εμπειρίες, παράμερα από την «βουή του δρόμου», όπου σχηματίστηκε η «μορφή της ποιήσεώς» του, μιας χούφτας ποιημάτων δηλαδή, που έγραψε, δημοσίευσε σε περιοδικά αλλά δεν πρόλαβε να δει τυπωμένα σε συλλογή με τ’ όνομά του.

Η μόλις σαράντα τριών χρόνων ζωή του ωραίου, παραπονεμένου ποιητή των πενήντα περίπου ποιημάτων, του παθιασμένου μεταφραστή των Γάλλων ομοθρήσκων του ποιητών, του πρωτοποριακού συνεργάτη και στο τέλος διευθυντή του περιοδικού «Μπουκέτο», του σταυραδερφού του Λαπαθιώτη, ενός ακούσιου παρία μιας ακόμη «εποχής των δολοφόνων», του Μήτσου Παπανικολάου, που ξεψύχησε στο τρελάδικο, θύμα μοιραίο της ντρόγκας και των άλλων ναρκωτικών που όριζαν το δραματικό πεπρωμένο του, είναι ένα ακόμη βαρύθυμο ρεμπέτικο που δεν του έλαχε να γραφτεί σε πλάκα γραμμοφώνου.
* Το παραπάνω κείμενο του Θωμά Κοροβίνη προλογίζει την έκδοση «Μήτσος Παπανικολάου. Ποιητικά έργα και αθησαύριστα πεζά - Άπαντα τα ευρεθέντα» των εκδόσεων Όγδοο σε επιμέλεια Μιχάλη Ρέμπα, που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες με την ευκαιρία της επετείου των 80 χρόνων από τον τραγικό θάνατό του.

Το βιβλίο είναι διαθέσιμο για online παραγγελία στο Ogdooshop.gr και σε όλα τα καλά βιβλιοπωλεία

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!