Άννα Γκαλ - Από το «Μπαράκι του Μάριου», στις λεωφόρους της Νέας Υόρκης

Η άγνωστη διαδρομή μιας ξεχωριστής καλλιτέχνιδας από την οδό Ίωνος στην Νέα Υόρκη.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Ήταν Οκτώβρης του 1995, όταν σε μια παρέα φίλων στην Καλαμαριά, γνώρισα την Αντριάνα Πετράτου, η οποία μόλις είχε εγκατασταθεί εκεί, μετακομίζοντας από τη Νέα Υόρκη… Στη γιορτή του Αγίου Ανδρέα, επισκέφθηκα για πρώτη φορά το σπίτι της… Το πρώτο πράγμα που πρόσεξα μπαίνοντας, ήταν η παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία μιας πολύ ωραίας γυναίκας… Αρχοντογυναίκα θα την χαρακτήριζα… Την ρώτησα ποια είναι και μου απάντησε πως ήταν η μάνα της η Άννα Γκαλ, ηθοποιός, χορεύτρια, ενίοτε τραγουδίστρια και σύζυγος (από πρώτο γάμο) του Μάριου που είχε το μπαράκι, το περίφημο στέκι των λαϊκών μουσικών στην οδό Ίωνος. Η αδερφή της Άννας, Μαρία-Ρίτα, ήταν η σύζυγος του σπουδαίου λαϊκού τραγουδιστή Σταύρου Τζουανάκου… Αυτό ήταν! Το έναυσμα για μια σειρά ατέλειωτων συζητήσεων και καταγραφών, αποσπάσματα των οποίων παρουσιάζουμε στο «Όγδοο», είχε δοθεί…

- Η μαμά μου η Άννα Γκαλ, (το γένος Μπινοπούλου) γεννήθηκε στην Αθήνα στις 20 Νοεμβρίου 1922 στην οδό Ιωάννου Φωκιανού 5 στο Καλλιμάρμαρο, από Έλληνες γονείς. Η γιαγιά Ουρανία Κανελλόπουλου ήταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, μοδίστρα παιδικών ρούχων, ενώ ο παππούς, με καταγωγή από τον Πύργο της Ηλείας, ήταν καρβουνέμπορος. Πήγαινε συχνά στην Αίγυπτο για δουλειές, ώσπου κάποτε γνώρισε τη γιαγιά. Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του παππού από καρδιά στα 50, από στεναχώρια λόγω οικονομικών και επαγγελματικών προβλημάτων, η μητέρα μου πήγε να εργαστεί, σε ηλικία 13 ετών, στο κομμωτήριο της Κάμμερ στην Ομόνοια, για να βοηθήσει την μητέρα της, εγκαταλείποντας την Δραγάτσειο Σχολή. Η μητέρα μου ήταν ο "τσολιάς" της οικογένειας, ο αρχηγός, πάντα στην πρώτη γραμμή για να βοηθήσει. Είχε δυο αδερφές την μεγάλη τη Νότα και την μικρή τη Μαρία-Ρίτα... Όταν πέθανε ο παππούς, η γιαγιά αναγκάστηκε να εργαστεί και πάλι (ήταν νοικοκυρά από τον γάμο της έως τον θάνατο του), ράβοντας ρούχα για τα παιδιά τις βασιλικής οικογένειας. Στην Κάμμερ λοιπόν, που εργαζόταν ως βοηθός η μαμά μου, σκουπίζοντας και ξεσκονίζοντας τις κυρίες, ήταν πελάτισσες πολλά ονόματα του θεάτρου, μεγάλα ονόματα της εποχής εκείνης, όπως Ηρώ Χαντά, Κατίνα Παξινού κλπ. Η μαμά ήταν πολύ όμορφη και τσαχπίνα και την συμπαθούσαν πολύ οι κυρίες του θεάτρου. Κάποια στιγμή της πρότειναν να βγει στο θέατρο λόγω τσαχπινιάς κλπ, για να βγάζει λίγο καλύτερα χρήματα. Σε πολύ μικρή ηλικία πήγε για οντισιόν στο μπαλέτο του μεγάλου χορευτή Μανόλη Καστρινού, όπου γίνεται παρτενέρ του, καθώς και του αείμνηστου σκηνοθέτη, Γιάννη Δαλιανίδη, (Γιάννης Nταλ τότε) ο οποίος ήταν χορευτής τότε. Από κει και πέρα η Άννα Μπινοπούλου έγινε Άννα Γκαλ, από ένα ντουέτο που είχε με τον Δαλιανίδη που λεγόταν «Nταλ - Γκάντες». Σιγά σιγά, έκανε ονοματάκι, χόρευε, τραγουδούσε, έπαιζε και μπήκε στο θίασο της Ηρώς Χαντά, στην «Γκόλφω» όπου της έδωσαν συμπρωταγωνιστικό ρόλο ως «Σταυρούλα». Αποθεώθηκε ως «Η κακιά αδερφή της Γκόλφως». Ένα βράδυ, ένας θεατής έσπασε το πόδι από μια καρέκλα του θεάτρου, πετάγοντας τη στη μητέρα μου, από αγανάκτηση για την κακία της προς την Γκόλφω. Εργάστηκε στο θέατρο «Βερντέν» επί σειρά ετών, στον θίασο της Κούλας Νικολαΐδου, παίζοντας έργα των Σακελάριου και Νικολαΐδη. Για αρκετές σεζόν μοιραζόταν το καμαρίνι με την μεγάλη jazz τραγουδίστρια, Ρένα Βλαχόπουλου. Δούλεψε με όλα σχεδόν τα μεγάλα ονόματα τις εποχής. Κοκκίνη-Μαυρέα, Φίτσα Ντάβου, Δέσπω Διαμαντίδου, Νίκο Σταυρίδη, Γεωργία Βασιλειάδου, Νίτσα Μόλλυ, Μάγια Μελάγια, αδερφές Καλουτά, Σπεράντζα Βρανά, Καλή Καλό, Μπέμπα Δόξα, Μαίρη Λίντα.

- Πολλούς απ’ αυτούς είχα την χαρά να γνωρίσω, όπως τη Ρένα Βλαχοπούλου με την οποία είχε ιδιαίτερη φιλία. Κάποτε στο θέατρο της, η Βλαχοπούλου έκρυψε το εσώρουχο της μαμάς μου, επειδή την «είχε άχτι» που όλο καθάριζε και συμμάζευε, ενώ αυτή ήταν τσαπατσούλα… Έρχεται η μαμά μετά απ το χορευτικό που έκανε με τον Καστρινό να αλλάξει και δεν εύρισκε το εσώρουχο… Είχε φρικάρει… Η Βλαχοπούλου φώναζε στα καμαρίνια "τσι γκάλι τσι κλέψαν την κιλότα!"… Είχε γίνει χαμός! Έκτοτε όποτε πηγαίναμε θέατρο με την μαμά, καθόμασταν πάντα μπροστά και μόλις μας έβλεπε η Βλαχοπούλου το έλεγε από σκηνής: "Τσι γκάλι τσι κλέψαν την κιλότα!"

Ένα άλλο περιστατικό που θυμάμαι με τη Βλαχοπούλου, είναι όταν το 1987 βρισκόμασταν στην Τήνο με το τζιπ της… Ήταν σκέτος χάρος στην οδήγηση, έτρεμες, πήγαινε σαν μανιακή… Σουμάχερ! Εγώ καθόμουν πίσω με το σκυλί της και ούρλιαζα στις στροφές της Τήνου. Φοβόμουν και μ’ έβριζε λέγοντάς μου -αστειευόμενη- ότι θα με κατεβάσει… Το έκανε όντως για πλάκα στο χωριό «Κολυμπήθρες» σε συνεννόηση με την μαμά μου. Βέβαια ήρθαν μετά από 20 λεπτά και με πήραν ενώ εγώ είχα γίνει έξαλλη!

Το 1988 που ήμασταν στην Κέρκυρα με τη μαμά και μέναμε στο ξενοδοχείο «Κοντόκαλι», ήρθε να μας δει για ποτό και για να πάμε έξω. Πήγαμε και φάγαμε στη Δασιά όπου κάλεσε όλα τα γκαρσόνια να έρθουν παρέα. Ήπιε λίγο, χόρεψε μαζί τους χασάπικα και μετά καταλήξαμε στο σκυλάδικο «Corfu by Night», παρέα με τον κερκυραίο χορευτή Τάκη Σαγιώρ που ήταν παρέα με τον μπασκεμπολίστα Νίκο Φιλίππου της Εθνικής. Έγινε ένα γλέντι τρελό εκεί, όπου μέθυσα και στη συνέχεια λιποθύμησα…

- To 1944 χόρευε με τον Δαλιανίδη στον θίασο Κοκκίνη - Μαυρέα και κατά περίεργο τρόπο, εν ώρα χορού, γλιστράει και πέφτει στραμπουλίζοντας τον αστράγαλο της. Δίπλα σχεδόν στο Περοκέ, στην οδό Ίωνος 5, ήταν ένα μπαράκι, του Μάριου Δαλέζιου. Ο θρύλος Μάριος πέρα από ιδιοκτήτης του θρυλικού μπαρ και αργότερα κέντρου στις Τζιτζιφιές, ήταν και ένθερμος λάτρης του θεάτρου και έκανε πάντα παρέα με τις ωραίες υπάρξεις, τις θεατρίνες. Το διάστημα εκείνο φλερτάριζε για μήνες την μητέρα μου, η οποία συνοδευόταν συνεχώς απ την γιαγιά μου και τη θεία μου τη Μαρία-Ρίτα Τζουανάκου, οπότε τα φλέρτ έμεναν στις ανθοδέσμες. Το βράδυ του μυστηρίου ατυχήματος - οι σόλες τον παπουτσιών της ήταν πασαλειμμένες με γράσο - ο Μάριος έμαθε το περιστατικό, κάλεσε ασθενοφόρο και την πήγε στον Ευαγγελισμό για να την δει ο Σαμαράς (πατέρας του Αντώνη Σαμαρά). Εκεί ξεκίνησε το ειδύλλιο και σε λίγους μήνες παντρεύτηκαν παρ’ όλες τις αντιρρήσεις της γιαγιάς μου. Ο Μάριος ήταν αρκετά μεγαλύτερος της, άνθρωπος της νύχτας, έπινε, έπαιζε χαρτιά και ήταν μονίμως με ρεμπέτες και διάφορους τύπους της νύχτας, όπως οι "Κατελάνοι" κλπ. Ήταν όμως λατρευτός άνθρωπος, φιλότιμος, ντόμπρος και η αλήθεια είναι ότι δεν αγάπησε καμιά γυναίκα όπως την μητέρα μου. Αυτό το έχω ακούσει με τα ίδια μου τα αυτιά από εκατοντάδες μαρτυρίες ηθοποιών, τραγουδιστών και μουσικών.

Παντρευτήκανε σε ένα μεγαλοπρεπή γάμο στον Άγιο Διονύση στο Κολωνάκι. Παρόντες όλο το ελληνικό μουσικό θέατρο όπως και όλοι του πενταγράμμου! Η Άννα Γκαλ με άμαξα και εκρού τουαλέτα διά χειρός Αντουάν (ο πρώτος μόδιστρος - στυλίστας του θεάτρου εκείνα τα χρόνια). Με τον Αντουάν είχαμε ιδιαίτερη αγάπη! Με λάτρευε από την ώρα που με γνώρισε και ήταν αμοιβαία τα αισθήματα. Μου έραβε φορεματάκια και όταν αργότερα τον επισκεπτόμασταν από την Αμερική ετοίμαζε πολίτικα πιάτα (ήταν απ την Πόλη).

- Μεγαλώνοντας στην Αμερική, αν και τόσο μακριά, μου ήταν πάντα πολύ οικεία η Ελλάδα, λόγω τακτικότατων επισκέψεων (2-3 φορές τον χρόνο). Επίσης μου ήταν πολύ οικείο το γεγονός ότι επισκεπτόμουν τα σπίτια του Κωνσταντάρα, του Φωτοπούλου, της Βλαχόπουλου, της Μαίρης Λίντα, της Δούκισσας, του Διονυσίου, έτρωγα παρέα σε ταβέρνες με τη Σπεράντζα Βρανά, τη Μάγια Μελάγια, την Γεωργία Βασιλειάδου, το Χατζιδάκι και εκατοντάδες ηχηρά ονόματα του θεάτρου και του πενταγράμμου. Ήταν κάτι πολύ «νορμάλ» για μένα, είχε γίνει συνήθεια. Με την μαμά μου στα ταξίδια μας στην Ελλάδα, πάντα τρέχαμε σε θέατρα, στα μπουζούκια, παντού! Από μικρή είχα κι εγώ το μικρόβιο του σανιδιού! Έκανα τα πάντα να την πείσω για το πόσο ήθελα να "βγω στο σανίδι", αλλά ήταν κάτι απαγορευτικό για κείνη. Με τίποτα!

- Κάθε μέρα άκουγα άπειρες ιστορίες από του Μάριου. Από πού να αρχίσει κανείς! Μεγάλωσα ακούγοντας για τον Μπιθικώτση, που τον έφερε ο Μάριος στο μαγαζί αδύνατο και φτωχό. Αργότερα βέβαια γνώρισε απίστευτη επιτυχία και μεγάλες δόξες, ήταν ογκόλιθος. Η μοναδική Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου ήταν καθημερινά στου Μάριου, παρέα με την μαμά μου, πότε να λέει για την μεγάλη της καψούρα, τον πόλισμαν, πότε για τον αναπάντεχο θάνατο τις κόρης της, πότε να πουλάει τις κουρτίνες της εκεί ή ότι άλλο είχε, για να βγάλει δυο πεντάρες να παίξει χαρτιά. Έγραφε τους στίχους πάνω στα πακέτα από Καρέλια. Ο Τσιτσάνης αγαπούσε πολύ τον Μάριο και την μητέρα μου, την οποία αποκαλούσε «φάρμακο», επειδή πάντα της έπαιζε τα νέα του τραγούδια, τα οποία και του κριτικάριζε αυστηρά. Η μαμά μου ήταν αυτή που άκουγε τα νέα τραγούδια που έγραφαν και τραγουδούσαν όλοι, πριν καν ηχογραφηθούν. Ο Τσιτσάνης είχε γράψει κι ένα τραγούδι που αναφέρει το μπαράκι του Μάριου:

«Πάρε βόλτα κι έλα απόψε στις οχτώμιση μ’ εννιά και στου Μάριου θα με βρεις καθισμένο στη γωνιά»

- Η πρώτη πρόβα γινόταν πάντα στου Μάριου. Καθημερινά τακτικοί πρωί πρωί, Κώστας Βίρβος, ο Χιώτης -κολλητός του Μάριου- η Ευτυχία… Είχαν δικά τους τραπέζια, δεν καθόταν άλλος ποτέ! Απογεύματα «έσκαγαν μύτη» Ζαμπέτας, Καίτη Γκρέυ, Καζαντζίδης, Λουκάς Νταράλας, Τάκης Μπίνης, Γιάννης Σταμάτιου ή Σπόρος, τον είχε βαφτίσει έτσι ο Χιώτης, ο Παπαϊωάννου, κολλητός του Μάριου και άλλοι. Ο Τσαουσάκης μάλιστα είχε τραγουδήσει και σε δίσκο 78 στροφών με την μαμά μου (του έκανε δεύτερη φωνή) σ’ ένα τραγούδι που λεγόταν «Θα δώσεις λόγο των πράξεών σου», ενώ στην άλλη πλευρά τραγουδούσε η μάνα μου σόλο και της έκανε β’ φωνή ο Ορφέας Κρεούζης σ’ ένα τραγούδι με τίτλο «Θυσιάζομαι για σένα». Αυτά ούτε που τα γνώριζα έως ότου μου τα βρήκες εσύ…

- Πάντα άκουγα για τις απίστευτες κόντρες Τσιτσάνη - Χιώτη! Ο Τσιτσάνης κορόιδευε τον Χιώτη για το στυλ παιξίματος του, ότι δεν ήταν λαϊκό! Κάποια στιγμή ως απάντηση ο Χιώτης έγραψε κάποια βαριά κομμάτια, για να αποδείξει τη λαϊκότητα του, «Σύρτε και φέρτε τον παπά», «Τι θέλεις μάνα δυστυχισμένη κι όλο το χάρο παρακαλείς» κλπ. Πρώτη επίσημη ακρόαση έγινε στου Μάριου όπου έμειναν όλοι άφωνοι απ το νέο βαρύ στυλ του Χιώτη. Να σημειωθεί ότι ο Χιώτης, κολλητός του Μάριου, απαιτούσε επί κατοχής και λίγο μετά να πληρώνεται σε χρυσό αντί για δραχμές που είχαν υποτιμηθεί αφάνταστα.

- Την δεκαετία του '50 βγήκε άλλος ένας συνθέτης - μπουζουξής - τραγουδιστής, ο Πειραιώτης, με καταγωγή από τη Μάνη, Σταύρος Τζουανάκος. Στου Μάριου πήγαινε καθημερινά η αδερφή τις μαμάς μου η μικρή Μαρία-Ρίτα, καλλονή τις εποχής. Εκεί γνώρισε τον Τζουανάκο, ο οποίος κεραυνοβολήθηκε κυριολεκτικά απ’ την ομορφιά της. Ένας έρωτας γεννήθηκε! Το ειδύλλιο ήταν δύσκολο, διότι και η γιαγιά μου δεν ήθελε επ’ ουδενί, η κόρη της να παντρευτεί μπουζουξή και δεν συμφωνούσε ούτε ο Μάριος. Τον ζούσε στο μαγαζί, όπου είχε μεγάλη επιτυχία τότε. Ο Μάριος προστάτευε τη θεία μου κατά κάποιον τρόπο, επειδή ήταν μικρή, 18 ετών τότε. Μετά από πολλά τελικά παντρεύτηκαν, με κουμπάρο τον δεξιοτέχνη μπουζουξή και συνθέτη Γιάννη Τατασσόπουλο. Έκαναν δυο παιδιά, τον Θάνο και την Τζόαν (Ιωάννα). Η μητέρα μου, όλα αυτά τα χρόνια, δυσκολεύτηκε να κάνει παιδιά, είχε αποβάλλει 13 φορές. Μεγάλος καημός, αλλά από την άλλη, είχαν τόσο γεμάτη ζωή με το Μάριο, που δεν το ένιωθαν και τόσο, παρόλη την απογοήτευσή τους. Το '56 έγινε μια καλή πρόταση στο Τζουανάκο για να πάει Αμερική, εκεί όπου ο ελληνισμός διψούσε για ελληνικό τραγούδι και γνώριζαν μεγάλη επιτυχία ο Παπαϊωάννου, η Νίνου, η Ρένα Ντάλια, ο Σπόρος, ο Τατασόπουλος, στην ελληνική παροικία στην όγδοη λεωφόρο, στο τότε «Greek Town». Της θείας μου Ρίτας δεν της έδιναν visa για Αμερική (ο γιος της ήταν μικρός τότε) και τελικά πήρε visa η μαμά μου, σαν ηθοποιός που είχε ατέλεια του σωματείου ηθοποιών, για να τον συνοδέψει σαν παρτενέρ. Τον Μάρτη του '56 λοιπόν πήγαν στην Αμερική, στο «Sofias» για δουλειά. Απίστευτη επιτυχία κάθε βράδυ. Επτά μέρες την βδομάδα το μαγαζί ήταν τίγκα! Είχαν τρελαθεί χωρίς ένα ρεπό. Τα δολάρια που πετούσαν οι θαμώνες, κυριολεκτικά τα μάζευαν με την σκούπα σε κούτες! Η μαμά μου σα θεατρίνα δεν είχε πολύ λαϊκό στυλ αλλά μουσικοθεατρικό. Ένα βράδυ ένας θαμώνας παρήγγειλε το «Στα Τρίκαλα στα δυο στενά», αλλά ήθελε να το πει η μαμά μου. Εκείνη φοβήθηκε να πει κάτι τόσο βαρύ και πρότεινε να το πει ο Τζουανάκος. Εκείνος ανένδοτος! Το λέει η μητέρα μου με δικό της στυλ και τέλος πάντων, ο πελάτης έγινε έξαλλος… Λέει «ζητήσαμε ζεϊμπέκικο μαντάμ όχι ρούμπα!» και η μάνα μου έβαλε τα κλάματα… Στη Νέα Υόρκη μετά από επτά μήνες τέλειωσε και η καλλιτεχνική της καριέρα…

- Ένας από τους σπουδαίους λαϊκούς τραγουδιστές τον οποίο γνώριζα από παλιά, αλλά είχα τη χαρά να κάνω πολύ παρέα μαζί του το 1996, ήταν ο Τάκης Μπίνης που τότε τραγουδούσε στο κέντρο «Σεργιάνι» στην Καλαμαριά. Εκεί, παρουσίαζε, μεταξύ άλλων, και αποσπάσματα από το «Ρεμπέτικο» του Ξαρχάκου, μαζί με το σολίστα του μπουζουκιού Χρήστο Κωνσταντίνου και τη νέα τραγουδίστρια Σοφία Σαββουκίδου. Περάσαμε ατέλειωτες ώρες κουβέντας, παρέας και συγκινήσεων… Μου διηγούταν ιστορίες από του Μάριου και μου έλεγε πόσο όμορφη ήταν η μητέρα μου.

- Το μπαράκι του Μάριου έκλεισε μετά τον θάνατο του το 1962, μετά από 16 χρόνια λειτουργίας και μαζί του τέλειωσε και ένα από τα σημεία αναφοράς του λαϊκού μας τραγουδιού…

Φωτογραφίες

1: Η Άννα Γκαλ με το Σταύρο Τζουανάκο και τη Σοφία (ιδιοκτήτρια του κέντρου Sofias) στη Νέα Υόρκη το 1956
2: Από αριστερά: Μαρίκα Νίνου - Σταύρος Τζουανάκος - Άννα Γκαλ - Κώστας Καπλάνης
3: H Άννα Γκαλ με το Σταύρο Τζουανάκο στο κέντρο «New Life» στην Αμερική το 1958
4: Ο Τάκης Μπίνης, ο Κώστας Καπλάνης, ο Μάριος και η Άννα Γκαλ
(Η 3 & 4 από το βιβλίο της Ιωάννας Κλειάσιου «Τάκης Μπίνης - Βίος Ρεμπέτικος» εκδόσεις «Ντέφι» 2004)
5: Ο Μάριος Δαλέζιος έξω από το θρυλικό μπαράκι της οδού Ίωνος
(Aπό το βιβλίο «Πάνος Γεραμάνης - Η ζωή μου ένα τραγούδι» - εκδόσεις «Καστανιώτη» 2007)
6: Άννα Γκαλ

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!