Στάθης Γκότσης – «Ο γηραιότερος πρωτοεμφανιζόμενος συνθέτης»

(ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ & VIDEO) Με αυτήν την φράση συστήθηκε ο συνθέτης στην παρουσίαση του cd «Τα Έργα Της Καρδιάς» αποσπώντας ζεστά χαμόγελα και θερμό…
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 

χειροκρότημα. Μια εργασία σε μουσική του Στάθη Γκότση, στίχους του Δημήτρη Λέντζου και βασική ερμηνεύτρια την Ασπασία Στρατηγού, που γνώρισε εγκάρδια υποδοχή, αποσπώντας κολακευτικά σχόλια και κριτικές. Ο Γκότσης δεν είναι επαγγελματίας του τραγουδιού, αν και όλη του η ζωή είναι συνδεδεμένη με το τραγούδι και τη σύνθεση. Στη μεστή ωριμότητά του κάνει το όνειρό του πραγματικότητα και με ζωντάνια και «φλόγα» έφηβου, δαμάζει το χρόνο επιχειρώντας να υλοποιήσει όσα η ζωή και οι καταστάσεις του «στέρησαν». Κάτι μου λέει, πως σε δύσκολους καιρούς και γκρίζες εποχές, ο συνθέτης ήρθε «επισήμως» στον κόσμο του τραγουδιού για να μείνει… Ο ίδιος δηλώνει:

Μέχρι τα 25 ήμουν μια διχασμένη προσωπικότητα, μεταξύ μουσικής και επιστήμης. Τότε βίωνα κρίσιμη περίοδο όσον αφορά τις επιλογές μου για τις μετέπειτα πανεπιστημιακές σπουδές. Συνειδητοποίησα ότι ως μαέστρος συμφωνικής μουσικής και συνθέτης, δεν θα ήμουν τόσο καλός, μιας και άρχισα σχετικά αργά την εκμάθησή μου, γύρω στα 15, μια ηλικία που άλλοι έχουν ολοκληρώσει ένα σεβαστό κύκλο μαθητείας. Μεγάλωσα στην επαρχία και δεν είχα τη δυνατότητα να πάω σε Ωδείο. Σπούδασα όμως μουσική μόνος μου. Μέχρι και τα 18 μου είχα μάθει κλασική κιθάρα, έκανα ανάλυση παρτιτούρας, μελέτησα φούγκα…

Που μεγαλώνεις;
Στο Δώριο Μεσσηνίας. Απέχει 18 χιλιόμετρα από την Κυπαρισσία. Τότε ήταν μεγάλο χωριό, κόμβος. Είχε γύρω στις τρεις χιλιάδες κατοίκους.

Τι τραγούδια ακούγατε;
Δημοτικά και λαϊκά με αφιερώσεις από το Ραδιοφωνικό Σταθμό Πύργου και Αμαλιάδας. Είχα ακούσει ξώφαλτσα και κάποια από τα γνωστά λαϊκά του Θεοδωράκη και του Χατζιδάκι.

Πανηγύρια;
Γινόντουσαν τακτικά. Ερχόταν ο Δημήτρης ο Ξαπλαντέρης, ο μπουζουξής, ο οποίος ήταν Μεσσήνιος, ο Γιάννης ο Πατριαρχέας, εκπληκτικό βιολί, από την Αμαλιάδα ο Νίκος ο Μπρης, ο Σπύρος Σκορδίλης μαζί με γυναίκα του τη Λένα Ντάϊνα… Ο κόσμος τους αγαπούσε πολύ και… χόρευε μέχρι πρωίας και λαϊκούς και δημοτικούς χορούς. Θυμάμαι παρακαλούσα τον πατέρα μου να με αφήσει να κάτσω μέχρι αργά έξω για να τους απολαύσω…

Τα έντεχνα, που απ’ «Τα Έργα Της Καρδιάς» φαίνεται να σε αγγίζουν και να σε αντιπροσωπεύουν περισσότερο, πότε μπαίνουν στη ζωή σου;
Το 1967. Παρασκευή 21 Απριλίου έγινε η Χούντα, Κυριακή καθώς γυρνάω από την εκκλησία στο σπίτι, ακούω το «Άξιον Εστί» του Μίκη από το Ραδιοφωνικό Σταθμό Βουδαπέστης… «Ένα το Χελιδόνι» με τον Μπιθικώτση και μετά την εκπληκτική Χορωδία που μου προξένησε τεράστια εντύπωση. Και αμέσως μετά ακούω την «Καταχνιά» του Χρήστου Λεοντή: «Δεν θέλω να μου δέσετε» και «Τι κι αν με ρίξεις στο κελί» με τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα. Συγκλονίστηκα… Ήμουν 15 χρονών. Αυτό το ταρακούνημα μέσα μου, έγινε η αφορμή να «γράφω» μελωδίες. Περπατούσα στους αγρούς και ψιθύριζα μουσικές φράσεις. Μελοποιούσα, χωρίς όργανο, ποιήματα ενός φίλου μου… Κάπως έτσι γεννήθηκε η ανάγκη μου να ασχοληθώ με τη θεωρία της μουσικής. Μέσα σε μια εβδομάδα είχα κάνει γοργά βήματα μελετώντας δύο βιβλία, το ένα του Καλομοίρη κι ένα του Γιάννη Μαργαζιώτη. Παρακάλεσα την αδελφή μου να μου αγοράσει μια κιθάρα και το νερό κύλησε στο αυλάκι του, που λένε.

Υπήρχαν στην οικογένεια άλλα μέλη που να ασχολούνται με τη μουσική;
Όχι. Ο πατέρας μου ήταν μαραγκός και η μητέρα αγρότισσα που… γεννούσε πολλά παιδιά. Είμαστε 7 αδέλφια.

Είχατε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια.
Θα έλεγα πως ναι. Ήταν όμορφα, είχα άπλα και «καθαρότητα» στην επαρχία. Υπήρχε φτώχεια αλλά δεν πεινάσαμε. Δεν μας έλειψε το ψωμί…

Το μετεμφυλιακό κλίμα και τις «εντάσεις» του, τα βιώνατε στη Μεσσηνία;
Βέβαια. Το χωριό που γεννήθηκα, ο Αετός, είχε πάρα πολλούς αντάρτες και οι Γερμανοί κάψαν το μισό. Μεταξύ αυτών και το δικό μας το σπίτι. Το '53 μας δώσαν σαν αποζημίωση ένα μικρό σπίτι στο Δώριο, που βρίσκονταν στον κάμπο. Υπήρχαν πάρα πολλοί αριστεροί που τους παρακολουθούσε η Αστυνομία, εφημερίδες δε μπορούσες να πάρεις ελεύθερα… και φυσικά και αργότερα με τη Χούντα γεννήθηκε αυτόματα μέσα μας, στους πιο δημοκρατικούς, η αντίδραση και αντίθεση στο καθεστώς.

Περίοδος όπου ανδρώνεσαι μουσικά.
Το 1970 έπαιζα πολύ καλά κιθάρα και είχα δημιουργήσει αρκετά τραγούδια. Έπαιζα κλασικά τραγούδια αλλά και Χατζιδάκι, με τον οποίο μαγεύτηκα. Μάλιστα το πρώτο τραγούδι που έπαιξα στην κιθάρα ήταν «Το αστέρι του βοριά».

Θεοδωράκη;
Ότι έβρισκα αφού ήταν απαγορευμένος. Τότε με ακουμπούσε περισσότερο λόγω εποχής… Είναι η στιγμή που φεύγω μετανάστης στην Αμερική κατόπιν πρόσκλησης της αδελφής μου που ήταν παντρεμένη στο Σικάγο και ήταν αμερικανίδα υπήκοος. Πήγα για σπουδές. Οικονομικές δυνατότητες δεν υπήρχαν, ο πατέρας μου ήταν μεγάλος πια, αλλά και το κλίμα της δικτατορίας δε με σήκωνε. Η καταπίεση ήταν έντονη και ασφυκτική μαζί με τις απειλές και το φόβο του χωροφύλακα. Η Αμερική λοιπόν ήταν μια λύση.

Σικάγο λοιπόν;
Με μια βαλίτσα στο χέρι και 20 δολάρια στην τσέπη.

Σκληρή πόλη;
Δεν θα το έλεγα. Κρύο πολύ, χιόνια από τα μισά Οκτωβρίου έως και τον Απρίλη πολλές φορές, και μετά ζέστες και υγρασία. Δούλεψα ένα χρόνο, μάζεψα χρήματα και μετά γράφτηκα στο πανεπιστήμιο, στο τμήμα Φυσικής.

Τι δουλειές έκανες;
Εστιατόρια… Βοηθός σερβιτόρου αρχικά και μετά σε μπαρ.

Ήσουν καλός μαθητής;
Ναι, ήμουν σημαιοφόρος και στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο και αυτοδίδακτος στα Αγγλικά αρχικά και αργότερα πήγα μια χρονιά στου Στρατηγάκη που άνοιξε τότε στο Δώριο....



Το Σικάγο ήταν τότε Ελληνομάνα.
Γύρω στις 500 χιλιάδες Έλληνες και 15 κέντρα διασκέδασης. Είχε έρθει ο Ζαμπέτας, ο Μπιθικώτσης το 1973… Είχα μάθει πιάνο και Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή εργαζόμουν ως πιανίστας σε ένα ελληνικό ρέστοραν για να βγάζω τα έξοδά μου. Ένα βράδυ λοιπόν φέραν τον Μπιθικώτση στο εστιατόριο και γνωριστήκαμε… Υπήρχε μεγάλο πάθος και νοσταλγία για την Ελλάδα λόγω και της Χούντας. Θυμάμαι ταξιδέψαμε στον Καναδά για να παρακολουθήσουμε μια συναυλία του Θεοδωράκη… Στα μπουζουξίδικα στο Σικάγο εργαζόταν σε τακτική βάση ο Γιάννης Σταματίου, ο «Σπόρος» που λέγανε, ο δεξιοτέχνης του μπουζουκιού. Στο μπαρ ρέστοραν που δούλευα, στα «Τραπέζια του Αισώπου» παίζαμε πολύ Θεοδωράκη και Χατζιδάκι. Το άλλο σημείο όπου παιζόταν έντεχνη μουσική μαζί με ρεμπέτικα, στην πόλη, ήταν η μπουάτ «Ντένις Ντεν» στην ελληνική γειτονιά του Σικάγου, στη Λόρενς Άβενιου που μετεξελίχθηκε στη πορεία σε ένα μεγαλύτερο και σημαντικότερο κέντρο. Και στα δύο αυτά μαγαζιά σύχναζαν κυρίως φοιτητές. Ήμασταν δεμένοι μεταξύ μας. Μας ένωνε η αντιχουντική δράση. Δε μπορούσα να επισκεφτώ στην Ελλάδα γιατί θα με πιάνανε. Στην Ελλάδα ήρθα το 1976… Μόλις βγήκα απ’ το αεροπλάνο, έσκυψα και φίλησα το χώμα. Επέστρεψα όμως στο Σικάγο και συνέχισα τους κύκλους σπουδών με μάστερ, μεταπτυχιακά. Παρακολουθώντας μια εξαιρετική διάλεξη που με κέντρισε και με εντυπωσίασε, αποφάσισα να αλλάξω τμήμα, πήγα σε αυτό της Εμβιομηχανικής όπου έδιναν και πτυχίο ιατρικής και μηχανικού. Ξεκίνησα λοιπόν μαθήματα ιατρικής και προετοίμαζα τη διδακτορική διατριβή.

Η ενασχόληση με τη μουσική εξακολουθεί να υφίσταται…
Ναι αλλά πλέον οριστικά καταλαβαίνω πως η μουσική αποκλείεται να γίνει καριέρα… αλλά παραμένει ως χόμπι. Πήρα μια υποτροφία που μου κάλυπτε τα έξοδα μεταφοράς για το Πανεπιστήμιο του Ιλινόι, το κεντρικό, που απείχε 150 μίλια μακριά απ’ το Σικάγο, όπου μπορούσα να κάνω τα πειράματά μου τα οποία ολοκληρώθηκαν το 1983. Μετά ακολούθησαν διδακτορικές σπουδές, οι οποίες ήταν απαραίτητες για μπορέσεις να έχεις ακαδημαϊκή καριέρα. Επέστρεφα στην Ελλάδα ανά δύο χρόνια περίπου. Πρόλαβα και τον Τσιτσάνη με τη Μπέλλου στο Χάραμα της Καισαριανής. Το 1988 έπιασα την πρώτη μου «σοβαρή» δουλειά ως επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι, σε αυτό που είχα σπουδάσει, και ταυτόχρονα διευθυντής του τμήματος Φυσικής Μαγνητικού Συντονισμού. Και τότε… λίγους μήνες μετά έλαβα μία πρόταση απ’ τον Ζαχαρία Καψαλάκη, τον ιδρυτή δηλαδή του Ινστιτούτου «Εγκέφαλος» στην Κηφισίας, για να αναλάβω τη διεύθυνση του Μαγνητικού Τομογράφου που θα έφερνε. Έκτοτε απ’ το 1989 εργάζομαι, μέχρι σήμερα, εκεί. Με τον Καψαλάκη η σχέση μας απ’ τη αρχή μέχρι και το 1995 που έφυγε απ’ τη ζωή, ήταν μοναδική… γι’ αυτό και παράτησα τη στρωμένη μου καριέρα στην Αμερική για να επιστρέψω. Έρευνα, ηλεκτρονική πρόσβαση στο βιβλιογραφία, συνέδρια, χρήματα και άλλες απαιτήσεις μου έγιναν δεκτές. Αλλά πάνω απ’ όλα ένιωθα ένα άνθρωπο εμπνευσμένο και παθιασμένο με το αντικείμενό του.

Μέχρι τότε, παρακολουθείς τη δισκογραφία και τις τάσεις της τραγουδοποιίας στην Ελλάδα;
Κάθε φορά που ερχόμουν αγόραζα τουλάχιστον 50 δίσκους. Η δεκαετία του ΄80 είναι περίεργη μουσικά –και όχι μόνο. Το νεολαϊκό δεν με ενέπνεε. Ήμουν δυτικός στις προτιμήσεις μου. Το ανατολίτικο στοιχείο δεν με άγγιζε καθόλου. Τώρα κάπως έχω έρθω λίγο κοντά σε αυτό. Παρακολουθώ όμως τις εξελίξεις στα πολιτισμικά, και όταν έλειπα, αλλά και με την οριστική επιστροφή μου, παρά το γεγονός ότι δουλεύω σαν τρελός και συνεχίζω τις έρευνές μου –ακόμα και τις Κυριακές- δίχως αναπνοή.

Έχεις ήδη οικογένεια;
Γνώρισα τη σύζυγό μου σε ένα συνέδριο στην Κρήτη, την πρώτη φορά που πήγα στο νησί. Ήταν ξεναγός σε μια ξενάγηση που έγινε για τους σύνεδρους. Μέσα σε ένα μήνα ήρθε στο Σικάγο… Πήγαμε ένα ταξίδι στο Σαν Φραντσίσκο και είδαμε δύο ελληνικές ταινίες. Μία από αυτές ήταν τα «Πέτρινα Χρόνια». Η σκηνή του γάμου μες στην φυλακή με ώθησε να της ζητήσω να με παντρευτεί… Πράγματι τον επόμενο χρόνο ήρθαμε εις γάμου κοινωνία στην Κρήτη. Η σύλληψη του γιου μας έγινε στην Αμερική και η γέννησή του, το 1989 στην Ελλάδα. Ενάμισι χρόνο αργότερα γεννήθηκε η κόρη μας. Μέναμε στο Χαλάνδρι, για να βρίσκομαι κοντά στον «Εγκέφαλο».

Η μουσική «πάει περίπατο»;
Κάθε άλλο. Γυρνούσα κατά τις 8 το βράδυ στο σπίτι, καθόμουν κάνα δύο ώρες με τα παιδιά μέχρι να κοιμηθούν, και μετά κλεινόμουν στο δωμάτιό μου όπου με ακουστικά έπαιζα και έγραφα μουσική χρησιμοποιώντας ένα ηλεκτρικό πιάνο. Συχνά με έπαιρνε το ξημέρωμα… και πάλι απ’ την αρχή.

Το ΄90 είναι ακόμα πιο «περίεργο». Έχουμε την κορύφωση της γενιάς των τραγουδοποιών αλλά και ατέλειωτα παρατράγουδα…
Εξακολουθώ να είμαι Θεοδωρακικός και Χατζιδακικός. Τον Χατζιδάκι όμως τον αγάπησα με πάθος πιο αργά και σε βάθος χρόνου. Τα ευρήματα και οι ενορχηστρώσεις του Χατζιδάκι είναι τα διδάγματά μου στην πιο ώριμη φάση μου.

Κάτι άλλωστε που διαφαίνεται στα «Έργα Της Καρδιάς»
Δεν αντιλέγω, αν και ήταν πρώτη μου φορά που μπήκα στο στούντιο και δεν διέθετα εμπειρίες στο πως να διαχειριστώ τους μουσικούς. Είχα μάθει βέβαια κάποια πράγματα παρακολουθώντας τις πρόβες που έκανε ο Χρήστος Λεοντής, με τον οποίο συνδεόμαστε με φιλικούς δεσμούς.

Εξαίρετος μελωδός και άνθρωπος.
Είμαστε φίλοι από το 1995. Παρακολούθησα μια τηλεοπτική συνέντευξη του όπου ανέφερε τη δημιουργία μιας εταιρείας για να καταγραφούν και να διασωθούν οι μουσικές που έχουν γραφτεί για το ελληνικό θέατρο. Ήμουν ήδη γνώστης της τεχνολογίας των υπολογιστών και του διαδικτύου, μάλιστα δίδασκα ανάλογα μαθήματα, τον κάλεσα στο τηλέφωνο και του μετέφερα κάποιες προτάσεις μου. Ήρθε στο σπίτι μου, κι απ’ τη στιγμή που διάβηκε την πόρτα, είμαστε φίλοι. Άμεση χημεία σε όλα τα επίπεδα. Είναι κομπιουτεράς ο Χρήστος….

Πως φτάνουμε στο δίσκο;
Παράλληλα με την καριέρα μου, λειτουργώ ως συνθέτης. Δε σταματώ στιγμή να μελοποιώ στίχους, ποιήματα, γράφοντας μουσική. Απ’ το 1979 είχα γράψει τραγούδια πάνω σε ποιήματα του Γιάννη Νεγρεπόντη. Μάλιστα λίγα χρόνια αργότερα, το ΄82 πήγα στον Αχιλλέα Θεοφίλου στη Minos ο οποίος και με αντιμετώπισε ενθαρρυντικά. Όμως η παραμονή μου στο εξωτερικό και οι υποχρεώσεις μου στο Πανεπιστήμιο λειτούργησαν ανασταλτικά. Όταν εγκαταστάθηκα μόνιμα στην Ελλάδα, συνέχισα με το Νεγρεπόντη, αλλά η φυγή του σταμάτησε τα όποια σχέδια. Κάποιες άλλες απόπειρες δεν ευνοήθηκαν με τη σειρά τους από διάφορες συγκυρίες. Δυστυχώς κάποιοι άνθρωποι με αποκαρδίωσαν. Βέβαια χωρίς μουσική δε μπορούσα να ζήσω αφού ήταν ανακούφιση και ξεκούραση για μένα… Κάποια στιγμή, μέσω του Χρήστου Λεοντή, αυτού του μεγάλου και ευφυή συνθέτη που και μουσικά με έχει επηρεάσει βαθιά, γνώρισα το Δημήτρη Λέντζο, με τον οποίο ο Λεοντής είχε υπογράψει το δίσκο «Έρωτας Αρχάγγελος». Γίναμε φίλοι και μοιραία διάβασα ποιήματα και στίχους… που γέννησαν «Τα Έργα Της Καρδιάς». Το μεράκι μας κάναμε… και στην παρέα προστέθηκε ο Θανάσης Συλιβός του Μετρονόμου. Κάπως έτσι ηχογραφήθηκαν και δημοσιοποιήθηκαν τα τραγούδια αυτά αποδοσμένα από εξαιρετικούς μουσικούς και την Ασπασία αλλά και το Χρήστο Κωνσταντίνου και το Γιώργο Μπαγιώκη. Θα ήθελα πραγματικά να απευθύνω σε όλους τους συντελεστές ένα μεγάλο ευχαριστώ.




Σε ποιος άλλους «χρωστάτε» ευχαριστίες;
Είναι πολλοί… Θα σταθώ στην τύχη που είχα να γνωρίσω στο Σικάγο -όταν έπαιζα σε μια ταβέρνα, αναπληρώνοντας τα Δευτερότριτα, τον κανονικό πιανίστα- έναν σπουδαίο καλλιτέχνη, τον Γουίλιαμ Ρούσο, διευθυντή στο Τμήμα Μουσικής του Κολλεγίου Κολούμπια. Με άκουσε να παίζω Χατζιδάκι, μου σύστησε να «αλλοιώσω» κάποια ακόρντα και μου άφησε την κάρτα του. Ήταν επίσης συνθέτης κλασικής μουσικής, δύο συμφωνίες του τις είχε διευθύνει ο Λεόναρτν Μπέρνστάιν, είχε γράψει όπερες, έργα δωματίου και ταυτόχρονα ήταν για χρόνια ενορχηστρωτής της ορχήστρας του Σταν Κέντον. Μου πρότεινε να μου κάνει δωρεάν μαθήματα… και δεν έχασα την ευκαιρία. Κυριολεκτικά με απελευθέρωσε «αρμονικά» διαμορφώνοντας το προσωπικό μου ύφος. Τα περισσότερα κομμάτια που γράφω είναι σε κλίμακες μινόρε, έτσι μου προκύπτει αυθόρμητα. Αποφεύγοντας την τρίτη νότα της συγχορδίας, «λείπει» το φύλο απ’ το κομμάτι, παύει να είναι γλυκερό… ή μελό αν θέλεις. Προσθέτοντας κάποια άλλα στοιχεία, «πειράζοντας» τα ακόρντα οδηγούμαστε σε ακόμα πιο «τολμηρά» αποτελέσματα. Η φιλία μας κράτησε μέχρι και το τέλος της ζωής του. Ένα χρόνο πριν φύγει είχε έρθει στην Ελλάδα όπου διηύθυνε τη Τζαζ Μπαντ του Δήμου Αθηναίων.

Το «μετά» του γηραιότερου πρωτοεμφανιζόμενου;
Απόλαυσα τη διαδικασία των «Έργων» και ειδικά την ενορχήστρωση. Στεναχωριέμαι λίγο που αντίστοιχες εργασίες δεν αναπαράγονται όσο πρέπει από τα ΜΜΕ. Αν ήμουν επαγγελματίας συνθέτης, θα μελαγχολούσα πάρα πολύ… Το «μετά» είναι πάλι σε στίχους του Δημήτρη.

Το σήμερα του τραγουδιού;
Ακούω πανέμορφα τραγούδια, αριστουργήματα θα έλεγα, αλλά και πάρα πολύ σαβούρα που προβάλλεται με σκανδαλώδη τρόπο. Σε εποχές σαν τη σημερινή, το τραγούδι πρέπει να ξαναπαίξει το ρόλο που διαδραμάτισε στα χρόνια του ΄60 και του ’70. Και πιστεύω πως, κόντρα στις συμπληγάδες, αυτό θα συμβεί.


Φωτογραφία 1: Ο συνθέτης (αριστερά) με τον Δημήτρη Λέντζο.


ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!