Μιχάλης Δημητριάδης - «Μέσα απ’ την “τσατίλα” το τραγούδι θα βρει το δρόμο του»

(ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ – ΣΠΑΝΙΟ ΒΙΝΤΕΟ) Μ’ ένα νέο ωραίο λαϊκό δίσκο ο Μιχάλης Δημητριάδης γιορτάζει τα 30 του χρόνια στη δισκογραφία.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Μια πορεία που στέφθηκε με συνεργασίες με μερικούς από τους σημαντικότερους δημιουργούς και τραγουδιστές. Σεμνός και διακριτικός, όπως πάντα, ο Μιχάλης Δημητριάδης άνοιξε την καρδιά του στο www.ogdoo.gr, μιλώντας για όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και για τα μελλοντικά σχέδιά του.

Μιχάλη ποια ήταν τα πρώτα σου παιδικά ακούσματα και πότε αποφάσισες να ασχοληθείς με τo τραγούδι;
Τα πρώτα μου ακούσματα προέρχονται από τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν ένας καταπληκτικός τραγουδιστής και υπέροχος μπουζουξής, αλλά δεν εμφανίσθηκε ποτέ σε κέντρα διασκεδάσεως, διότι ήταν πολύ σεμνός χαρακτήρας… Κάτι το αντίθετο απ’ το γιο του… (γέλια). Νομίζω πως το ταλέντο του ήταν ένα στοιχείο που υπήρχε στο dna μου. Αυτός λοιπόν ήταν ο πρώτος μου δάσκαλος, χωρίς να το θέλει, ώστε 15 χρονών πήγα στο μαγαζί που τραγουδούσε η μεγάλη τραγουδίστρια Ρίτα Σακελλαρίου για ακρόαση. Επειδή φοβόμουν να πάω μόνος μου, πήρα τη γιαγιά μου και πήγα και τελικά με προσλάβανε. Εκεί ήταν η πρώτη μου εμφάνιση σαν τραγουδιστής. Βέβαια σε 10 μέρες με διώξανε γιατί μπήκε η αστυνομία και λέει «τον πιτσιρικά διώξτε τον». Αλλά εγώ σε 10 μέρες πάλι, είχα βρει το επόμενο μαγαζί, το «Β.Β.» του μεγάλου συνθέτη Βασίλη Βασιλειάδη, που ήταν και ιδιοκτήτης του κι εκεί έμεινα τριάμισι χρόνια. Εκεί ήταν το πανεπιστήμιο για μένα…

Αν υπολογίζω καλά αυτά πρέπει να γίνονται στα μέσα της δεκαετίας του ’70 περίπου…
Ναι, ναι. 1977, ’78, ’79.

Ο πρώτος σου δίσκος πότε κυκλοφορεί;
Το 1981 κυκλοφορεί από τη Lyra η «Αφετηρία» σε μουσική Στέλιου Φωτιάδη, στίχους Πάνου Φαλάρα και με τη συμμετοχή της Γλυκερίας.

Λίγο μετά εμφανίζεσαι μαζί με το Γιώργο Νταλάρα στις θρυλικές παραστάσεις του στο θέατρο «Ορφέας», που κυκλοφόρησαν και στο διπλό δίσκο «Τα τραγούδια μου». Τι θυμάσαι από τότε;
Τον Γιώργο Νταλάρα τον γνώρισα μέσω ενός κοινού μας φίλου, του Μέμου, που ήταν βενζινάς. Ο Γιώργος είχε ενδιαφερθεί και βρήκε τον πρώτο μου δίσκο. Έτσι όταν κάποια στιγμή έπαιζε στο θέατρο «Broadway», πήγα και τον βρήκα στο καμαρίνι του και μου είπε πως θα ήθελε κάποια στιγμή να συνεργαστούμε. Ένα χρόνο μετά, είχα κλείσει για χειμερινή σεζόν με το σχήμα της «Νεράιδας» με Δημήτρη Κοντολάζο, Δούκισσα, Φίλιππο Νικολάου. Ήταν ένα τεράστιο σχήμα εκείνη την εποχή. Δέκα μέρες μετά την έναρξη χτυπάει το τηλέφωνο και ήταν ο Γιώργος ο Νταλάρας. Σίγουρα για μένα ήταν ένα σοκ… Μου λέει λοιπόν «θυμάσαι που σου είπα πως κάποια στιγμή θα συνεργαστούμε; Ήρθε η στιγμή…». Αφού μου εξήγησε για τις εμφανίσεις του στον «Ορφέα», του λέω «Γιώργο δουλεύω». Μου λέει «Τι ώρα βγαίνεις εκεί;» «Στις 11.30» του απαντώ, έβγαινα απ’ τους πρώτους… Άκου λοιπόν τι έκανε ο άνθρωπος… Πήγε σε ώρα αιχμής, 10.30-11.00 το βράδυ και χρονομέτρησε την απόσταση από τον «Ορφέα» ως τη «Νεράιδα» και βρήκε τρόπο να βγαίνω μισή ώρα αργότερα στο πρόγραμμα. Και μπόρεσα τελικά και ήμουν σ’ αυτή την ονειρεμένη συνεργασία. Ακόμα ακούω τα χειροκροτήματα, τις ζητωκραυγές και τον ενθουσιασμό του κόσμου και όλο αυτό τον απόηχο που έμεινε απ ’αυτές τις εμφανίσεις. Μετά βέβαια η συνεργασία μας συνεχίστηκε σε όλη την Αμερική και τον Καναδά και σε όλα τα μέρη της Ελλάδας από την Αλεξανδρούπολη μέχρι την Κρήτη. Ήταν μεγάλη υπόθεση τότε αυτή η συνεργασία, γιατί όταν με πήρε, εγώ ήμουν ένας τραγουδιστής που μπορεί να ήμουν στις μεγάλες πίστες, αλλά ήμουν ένα παιδί 22 χρονών. Έβγαινε αυτός πρώτα, έλεγε 4-5 τραγούδια και μετά παρουσίαζε εμένα και την Ελένη Δήμου…

Πώς νιώθει ένα νέο παιδί, που εμφανίζεται αμέσως μετά τον Νταλάρα, ο οποίος βρίσκεται μάλιστα στις μεγάλες του δόξες;
M’ έπιασε μεγάλη συγκίνηση… Στην αρχή κοπήκαν τα πόδια μου. Αλλά ο κόσμος καταλαβαίνει τελικά. Και τη Δήμου κι εμένα, αν και ήμασταν άγνωστοι τότε, μας δέχθηκε με πολλή αγάπη. Ήξερε τι έκανε ο Νταλάρας… Και δεν ήταν μόνο αυτό. Στο δεύτερο μέρος μ’ έβαζε κι έλεγα κάποια τραγούδια του…. Θυμάμαι επίσης πως δύο φορές «έσπασα» το αμάξι, ράγισε το καπάκι της μηχανής, επειδή έφευγα στις 11.30 η ώρα από τον «Ορφέα» και 12 παρά τέταρτο έπρεπε να ’μαι ντυμένος στη «Νεράιδα». Τρεις φορές έφτασα με τα κολεγιακά παπούτσια και μ’ έβγαλαν έτσι…. Με το Γιώργο χαθήκαμε μετά από τότε, αλλά όποτε βρισκόμαστε είναι μια ζεστή αγκαλιά. Και ξέρω ότι ο Γιώργος δεν αγκαλιάζει πολλούς ανθρώπους. Κι αν μη τι άλλο είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει προσφέρει τόσα πράγματα σ’ αυτή τη χώρα. Χαρές, συγκίνηση, πολλά πράγματα. Και θεωρώ ότι δεν πρέπει να λένε τίποτα για τον Νταλάρα. Δεν έχει καμία σχέση με όλους τους υπόλοιπους που έφεραν την καταστροφή στο ελληνικό τραγούδι. Και τραγουδιστές ακόμα, μ’ αυτή το νοοτροπία του εμπορικού τραγουδιστή… Ο Νταλάρας ήταν ο άνθρωπος που ανέβασε τουλάχιστον πέντε σκαλιά πάνω την Ελλάδα και τον τραγουδιστή. Τίμησε το επάγγελμά του… Είχα συνεργαστεί μάλιστα στη Lyra και με τη γυναίκα του την Άννα, όταν είχε τις δημόσιες σχέσεις. Θυμάμαι πως όταν πέθανε ο Πατσιφάς, εγώ της είχα τηλεφωνήσει και της το είπα. Ήμουν μόλις 22 χρονών κι αυτός ο ιδιόρρυθμος Πατσιφάς, αυτή η μεγάλη προσωπικότητα του ελληνικού τραγουδιού μ’ έπαιρνε δυο φορές την ημέρα τηλέφωνο. Μ’ αγαπούσε τόσο πολύ. Είχα κάνει ένα δίσκο με το Σταμάτη Σπανουδάκη, το «Μέρα οργής» το 1983, όταν ακόμα δεν τον ήξερε κανείς, μαζί με μια σπουδαία τραγουδίστρια από το Βόλο, την Ηλέκτρα, που έφυγε αργότερα από τη ζωή. Ένα βράδυ ήρθε ο Πατσιφάς στο στούντιο του Σπανουδάκη στην Παιανία, να πει το «ΟΚ» για την έκδοση του δίσκου. Με παίρνει τηλέφωνο στις 5.30 το άλλο πρωί ο Σπανουδάκης και μου λέει «Ο παππούς πέθανε, δεν παίρνεις εσύ τηλέφωνο την Άννα να της το πεις;» Εγώ με την Άννα ήμασταν πολύ δεμένοι τότε και το διάστημα αυτό ήταν και η συνεργασία μας με το Γιώργο. Άφησα να περάσει λίγο η ώρα και την πήρα γύρω στις 7. Μόλις της το ‘πα λιποθύμησε. Τον αγαπούσε πάρα πολύ τον Πατσιφά. Είχε μείνει γύρω στα 4 χρόνια στην εταιρεία…

Εκείνο το καλοκαίρι του ’83 συνεργάστηκες σε συναυλίες με το Σταύρο Κουγιουμτζή.
Με το Σταύρο Κουγιουμτζή συνέβη κάτι το φοβερό. Ήταν ένας άγνωστος άνθρωπος που χωρίς να τον γνωρίζω, χωρίς να τον ξέρω, έγινε ξαφνικά ένας δικός μου άνθρωπος. Εμφανιζόμουν σ’ ένα μαγαζί στο Ηράκλειο Κρήτης. Με παίρνει λοιπόν τηλέφωνο και μου λέει «Είμαι ο Σταύρος Κουγιουμτζής, επειδή έμαθα ότι είσαι στην Κρήτη και έχω επτά συναυλίες σε διάφορες περιοχές της Κρήτης, θέλω να είσαι μαζί μου». Του λέω «κύριε Σταύρο εμφανίζομαι σε κάποιο μαγαζί». «Θα φροντίζω να ’ναι ώρες που να προλαβαίνεις να πηγαίνεις στο μαγαζί και το πρόβλημα με τις αποστάσεις θα λυθεί με δικό μας μέσο» μου απάντησε. Πράγματι λοιπόν δίνουμε τα χέρια και την πρώτη μέρα που πάω να εμφανισθώ στο μαγαζί, σπάω το πόδι μου, οπότε στις συναυλίες του Κουγιουμτζή εμφανιζόμουν με πατερίτσες και γύψο. Παρόλα αυτά ήταν για μένα μια εμπειρία τόσο μεγάλη. Αυτός ο τόσο καλός άνθρωπος, ο τόσο μεγάλος συνθέτης, να είναι τόσο απλός, τόσο σεμνός και τόσο ανθρώπινος. Με δίδαξε πράγματα που τα έβαλα και στο χαρακτήρα μου, χωρίς να το ξέρει αυτός. Είχε μια υπέροχη οικογένεια, υπέροχα παιδιά κι αυτή την ωραία κυρία, την Αιμιλία, που μετά από χρόνια τη συνάντησα σε κάποια εκπομπή του Σπύρου Παπαδόπουλου και ήταν σα να έβλεπα πραγματικά ένα δικό μου άνθρωπο. Και βεβαίως δεν θα ξεχάσω και τη συναυλία που κάναμε με το Σταύρο στο Λυκαβηττό, με το Γιώργο Νταλάρα και τη Βάσια Ζήλου. Φοβερές εμπειρίες, φοβερές στιγμές κι ανεπανάληπτες.

Τον Καζαντζίδη τον είχες γνωρίσει;
Τον γνώρισα για πολύ λίγο στο στούντιο του Νικολόπουλου, όταν κάναμε το «Στων αγγέλων τα μπουζούκια». Ήταν η εποχή που ετοιμάζανε το «Βραδιάζει» και είχε έρθει με ένα καπέλο ρώσικο, γούνινο. Του λέω λοιπόν «Κύριε Στέλιο ξέρω το πρώτο μαγαζί που είπατε το πρώτο σας τραγούδι». Με κοιτάζει… «Ποιο είναι;» μου λέει. «Είναι η ταβέρνα του Κώστα του Βουτσά στην Καλογρέζα». Γιατί εγώ γεννήθηκα στην Καλογρέζα και το σπίτι μου ήταν πέντε λεπτά με τα πόδια από το σπίτι του Καζαντζίδη στη Νέα Ιωνία. Και ήξερα από τη γιαγιά μου ποιο ήταν το μαγαζί. «Και πού το ξέρεις;» ανατρίχιασε ο Στέλιος. Του λέω «Είμαι Καλογρεζιώτης». Μετά άρχισε να μου λέει για τα νυχτερινά κέντρα. «Πω, πω!!! Πώς παίζουνε σ’ αυτά τα μαγαζιά; Mου έλεγε η μητέρα μου να πάμε μια μέρα στον αδερφό μου που τραγουδούσε στην Εθνική οδό και της έλεγα δεν μπορώ ρε μάνα, δεν αντέχουν τ ’αυτιά μου. Μου είπαν πως τραγουδάνε χαμηλά εκεί. Πάω μέσα και με το που μπαίνω ζητάω βαμβάκι. Έβαλα βαμβάκι για ν’ αντέξω, κάθισα μισή ώρα και δεν άντεξα άλλο». Αυτά τα δέκα λεπτά ήταν λοιπόν που γνώρισα το Στέλιο και ενώ πραγματικά ήξερα ότι ήταν τόσο φιλόξενος άνθρωπος και όποιος πήγαινε και του χτύπαγε την πόρτα του, την άνοιγε, δεν πήγα ποτέ να τον ζητήσω και να του πω πέντε πράγματα παραπάνω. Αλλά είναι σα να τον ξέρω. Είναι ο μοναδικός τραγουδιστής που έχει περάσει στην αθανασία. Είναι σα να υπάρχει αυτή τη στιγμή ο Στέλιος. Ότι ώρα ανοίξεις την τηλεόραση, μπεις σ’ ένα βιβλιοπωλείο, σε ένα περίπτερο ή σ ’ένα δισκοπωλείο, είναι σα να υπάρχει. Κάθε βδομάδα, δέκα μέρες κάτι γίνεται, κάτι βγαίνει. Αυτό σημαίνει κάτι. Δεν ξέρω αν θα μπορέσει να υπάρξει και στις επόμενες γενιές, αλλά τουλάχιστον στις γενιές των 40, 50, 60, 70 χρονών, αυτή η αγάπη που γνώρισε αυτός ο άνθρωπος, αυτοί οι σύλλογοι που υπάρχουν σ ’όλο τον κόσμο, αυτοί οι τόσο φανατικοί άνθρωποι είναι κάτι το πρωτοφανές. Ο Στέλιος μιλούσε απευθείας στην ψυχή. Και δεν είναι τυχαίο πως αυτός ο άνθρωπος έφυγε 33 χρονών από τα πάλκα. Ερχόταν με τις βαλίτσες και τον παρακαλούσαν να τραγουδήσει. Όπως και κάτι τέτοιο έζησα με τον Νταλάρα. Ερχόταν με βαλίτσες για να πάει στα μαγαζιά να δουλέψει. Γι’ αυτό, δεν έχουνε να πούνε τίποτα γι’ αυτούς τους ανθρώπους…

Ο Μπιθικώτσης;
Και ο Μπιθικώτσης σίγουρα ήταν ένας μεγάλος λυρικός τραγουδιστής που η φωνή του γέμιζε από Ελλάδα… Και για τον Μπιθικώτση μιλάω και ανατριχιάζω. Τον είχα γνωρίσει σ’ ένα μαγαζί που τραγουδούσα όταν ήμουν 17 χρονών και λεγόταν «Φωλιά». Είχε έρθει μαζί με το μπουζουξή το Γιάννη Σταματίου, το «Σπόρο» και με φώναξε στο τραπέζι του. «Είσαι ωραίος τραγουδιστής» μου λέει «αλλά θέλω να τα λες τα τραγούδια πιο κοφτά, μη βάζεις πάρα πολλά γυρίσματα.» Μεγάλος… Αυτός ήταν πιο τυχερός από τον Καζαντζίδη, είπε πιο ωραία τραγούδια.

Γιατί πιστεύεις πως συνέβησαν όλα τα δυσάρεστα γεγονότα με τον Καζαντζίδη και το Νικολόπουλο τα τελευταία χρόνια;
Ήταν κάποιοι που τους έβαλαν σ’ αυτή τη διαδικασία, να υπάρξει δηλαδή αυτή η διαμάχη. Γιατί ούτε ο Χρήστος το ήθελε. Ξέρω πόσο τον εκτιμούσε και πόσο τον αγαπούσε ο Χρήστος. Το Στέλιο βέβαια δεν τον ήξερα, αλλά έμαθα ότι υπήρξαν κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι ξεκίνησαν αυτή την τόσο άσχημη ιστορία. Γιατί κι ο Χρήστος είναι ένας οικογενειάρχης άνθρωπος, σεμνός, που δεν έχει πει ποτέ κακή κουβέντα για άνθρωπο, αν και τον έχουν πειράξει, τον έχουνε θίξει και τον έχουνε ταλαιπωρήσει… Αλλά κι ο Καζαντζίδης ήταν τόσο μεγάλος που δε νομίζω πως θα ’μπαινε σ’ αυτή τη διαδικασία. Δυστυχώς υπήρξαν κάποιοι και δημιούργησαν αυτή την κόντρα, η οποία είχε έναν αντίκτυπο που δεν υπήρχε λόγος να τον ζήσει όλος ο υπόλοιπος κόσμος, που σέβεται τόσο πολύ τους δύο σπουδαίους ανθρώπους του χώρου μας.

Ας γυρίσουμε στα δικά σου…. Πες μου δυο λόγια για το Θόδωρο Δερβενιώτη, το μεγάλο λαϊκό δημιουργό, που το 1986 υπέγραψε τα μισά τραγούδια στο δίσκο «Μια αγάπη όταν ξαναρχίζει»…
Ο Θόδωρος Δερβενιώτης ήταν δάσκαλος του πατέρα μου και δικός μου στο μπουζούκι. Ο κύριος Θόδωρος ήταν και η αφορμή για να αφήσω πρόωρα το μάθημα του μπουζουκιού, γιατί στους έξι μήνες που πήγαινα για μάθημα, μια μέρα τον βρήκα στο γραφείο του και του ζήτησα να μ’ ακούσει να τραγουδάω. Μόλις μ’ άκουσε είπε «Είσαι επαγγελματίας. Έτοιμος για να βγεις». Αυτή ήταν η αφορμή για να πάρω τη μεγάλη απόφαση ν’ ασχοληθώ από τόσο μικρός με το τραγούδι.

Τον είχες συναντήσει δηλαδή πολλά χρόνια πριν;
Βεβαίως… Αργότερα, μετά από πολλά χρόνια, ήταν επιθυμία μου να κάνω ένα δίσκο μαζί του και αυτή η επιθυμία έγινε πραγματικότητα.

Το 1990 συνεργάζεσαι μ’ έναν ακόμα σπουδαίο λαϊκό συνθέτη, τον Τάκη Σούκα, που σου δίνει τα τραγούδια του δίσκου «Αμύνομαι».
Άλλος ένας μεγάλος συνθέτης, που κάποια στιγμή μου είπε «Σου χρωστάω κάτι. Θεωρώ πως πρέπει να κάνω μαζί σου ένα δίσκο, ο οποίος θ’ αφήσει εποχή. Ήμουν λίγο σφιχτός μαζί σου. Έπρεπε να πεις μεγαλύτερα τραγούδια. Είχα τη δυνατότητα και θα στη δώσω οποιαδήποτε στιγμή σκεφτείς να συνεργαστείς μαζί μου». Να ’ναι καλά… Μακάρι να έρθει αυτή η στιγμή.

Και φυσικά ο Χρήστος Νικολόπουλος, που εκτός από των «Αγγέλων τα μπουζούκια», υπέγραψε συνθετικά πολλά από τα τραγούδια σου.
O Νικολόπουλος ήταν ο σταθμός μου. Ο Κώστας ο Χατζηδουλής, ο παραγωγός μου, ήταν αυτός που μ’ έφερε σ’ επαφή μαζί του. Ο Χατζηδουλής ήταν και παραγωγός του δίσκου «Ξημέρωμα 1ης Ιανουαρίου 2000 μ.Χ». Ο Νικολόπουλος λοιπόν είχε πολύ μεγάλο άγχος να μου δώσει επιτυχία στο δίσκο αυτό. Κι ήταν τόσο μεγάλο το άγχος του, που πραγματικά θεωρώ ότι το πέτυχε με τον καλύτερο τρόπο. Να μου δώσει ένα τόσο μεγάλο, διαχρονικό τραγούδι, όπως είναι «Των αγγέλων τα μπουζούκια», με τους στίχους του Μάνου Ελευθερίου και όχι μόνο αυτό, αλλά και άλλα τραγούδια που θεωρώ ότι είναι μεγάλη προίκα για μένα.

Πώς προέκυψε ο ξεχωριστός δίσκος με τα ανέκδοτα τραγούδια της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου μελοποιημένα από 12 μπουζουξήδες το 1996;
Έμπνευση και δημιουργία του Κώστα Χατζηδουλή. Είχε τους στίχους της Ευτυχίας στο συρτάρι του, που τους είχε δώσει ο Βασίλης Τσιτσάνης λίγο πριν πεθάνει. Του είχε πει «αυτά είναι στιχάκια της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, θέλω να βγούνε κάποια στιγμή, διότι το χρωστάω στην Ευτυχία». Πράγματι λοιπόν το 1996 ο Χατζηδουλής ετοίμασε ένα δίσκο με 12 τραγούδια, μελοποιημένα από 12 μπουζουξήδες. Θεωρώ ότι κι αυτός είναι ένας δίσκος που μπορεί να μην είχε την ανάλογη τύχη, αλλά στο χρόνο πάνω κέρδισε εκτίμηση και σεβασμό και πιστεύω ότι τα τραγούδια ακόμα ακούγονται και θα ακούγονται.

Νομίζω πως αν είχε βγει στη δεκαετία του ’70 ή και του ’80 ακόμα, θα είχε εντελώς διαφορετική τύχη.
Ακριβώς… Βγήκε σε κακή χρονική στιγμή. Αλλά βέβαια είμαι πολύ περήφανος και γι’ αυτό το δίσκο.

Θέλω να σε ρωτήσω για ένα όνομα που έχω δει να τραγουδά στα «Ασεβή τροπάρια» το 2000, έναν από τους δίσκους που συμμετέχεις κι εσύ, αλλά δεν έχω δει πουθενά περισσότερα στοιχεία. Πρόκειται για τον Αρχέλαο, που τραγουδά το «Ελεγείον», ένα τραγούδι με πολύ ιδιαίτερους στίχους. Ο Αρχέλαος τραγουδά επίσης και σε μια ακόμα παραγωγή του Κώστα Χατζηδουλή το «Εορτολόγιον».
Αρχέλαο λέγανε κάποιον φίλο μου από την Κωνσταντινούπολη. Όταν έφυγε απ’ τη ζωή, βαφτίσαμε Αρχέλαο τον Παναγιώτη τον Κωστόπουλο, ο οποίος ήταν ένα παιδί απ ’την Καρδίτσα. Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος ήταν κοντά μου, από τα πρώτα του βήματα, στεγαζόταν στο πατρικό μου σπίτι στο Μαρούσι με την οικογένειά του και με πολύ πίεση στον Κώστα Χατζηδουλή, προσπάθησε να μπει στις παραγωγές του. Τον αγάπησε ο Κώστας και έτσι γίνανε κάποια πράγματα, αλλά ήταν απόφαση δική του να γυρίσει κάποια στιγμή στα πάτρια εδάφη, οπότε αναγκαστικά σταμάτησε την καλλιτεχνική του σταδιοδρομία στην Αθήνα. Αλλά είναι καταπληκτικός. Ο Νταλάρας όταν τον άκουσε εξεπλάγην… Δεν μπορείς να φανταστείς για τι τραγουδιστή σου μιλάω… Αδικημένος…

Πες μας δυο λόγια για το νέο σου δίσκο και τους συντελεστές του, που θα κυκλοφορήσει εντός των ημερών.
Ο τελευταίος μου δίσκος, ο «Σημαιοστολισμός» είναι σε μουσική ενός νέου συνθέτη, του Ανδρέα Λάμπρου. Είναι ένας άνθρωπος, που με πίεσε να ξαναασχοληθώ με τη δισκογραφία, διότι είχα μια μικρή απογοήτευση και μία πικρία απ’ αυτά που συμβαίνουν στο χώρο. Πραγματικά ο Ανδρέας ο Λάμπρου έδειξε πάρα πολύ μεγάλη αγάπη και εκτίμηση γι’ αυτό που πίστευε μέσα του και μού ’δειξε τον καλύτερο εαυτό του συνθετικά. Ήρθαν και με συναντήσανε μαζί με τον Αντώνη τον Ανδριανό, το φίλο μου, που έχει γράψει και τους στίχους σε ένα τραγούδι και τον εκτιμώ και αγαπώ ιδιαίτερα. Αυτοί οι δυο άνθρωποι μου δείξανε πραγματικά την αγάπη τους και τους ευχαριστώ πάρα πολύ γι’ αυτό, γιατί είναι φίλοι μου και θα μείνουνε φίλοι μου. Έτσι ξεκίνησε αυτός ο δίσκος δυο χρόνια πριν. Ακούσαμε τραγούδια, μελωδίες, στίχους και καταλήξαμε τελικά σε 17 τραγούδια. Κάποια στιγμή μετά τα 12 τραγούδια, το 13ο, το 14ο κλπ, ήταν το ένα καλύτερο απ ’το άλλο και με συντελεστές, τους οποίους μου κρατούσε για έκπληξη ο Ανδρέας. Στο 13ο μου δείχνει τον ανέκδοτο στίχο της Ευτυχίας, στο 14ο του Αλέκου Σακελλάριου, στο 15ο του Οδυσσέα Ελύτη και μαζευτήκανε τελικά 17 τραγούδια με σπουδαίους στιχουργούς. Είναι τιμή για μένα ότι γράψανε στίχους για μένα και οι νεώτεροι στιχουργοί. Και θεωρώ ότι βγήκε ένα πολύ ωραίο αποτέλεσμα σ’ αυτές τις δύσκολες εποχές που περνάμε και μουσικά και κοινωνικά. Νομίζω ότι θα δώσει ένα ωραίο χρώμα. Και φυσικά πρέπει να σημειώσω πως η ενορχήστρωση είναι του σολίστα του μπουζουκιού Μανώλη Μιχαλάκη.

Υπάρχουν και πολλοί καλεσμένοι τραγουδιστές σ’ αυτό το δίσκο…
Συμμετέχουν ο ιδιαίτερα αγαπητός μου ο Γιώργος Νταλάρας, ο άνθρωπος που μ’ έχει στηρίξει από τα πρώτα μου βήματα, η Μακεδόνισσα Κατερίνα Κούκα, η αγαπητή μου φίλη, η οποία με το πρώτο κάλεσμα ήρθε με πολύ ενθουσιασμό κι αγάπη, ένας εξίσου πάρα πολύ καλός τραγουδιστής και φίλος, ο Γεράσιμος ο Ανδρεάτος και η επίσης καλή μου φίλη Λένα Αλκαίου. Είναι σημαντικό στη σημερινή εποχή να έχεις φίλους και θεωρώ ότι είμαι πολύ τυχερός.

Υπάρχουν κάποιοι δημιουργοί με τους οποίους θα ήθελες να συνεργαστείς στο μέλλον;
Βεβαίως και υπάρχουνε. Ο Σταύρος Ξαρχάκος, από τους μεγαλύτερους συνθέτες που έχουμε, ο Αντώνης Βαρδής, ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο Βαγγέλης Κορακάκης είναι ένας πολύ καλός λαϊκός συνθέτης. Ζητώ συγνώμη από κάποιους που μπορεί αυτή τη στιγμή να μου ξεφεύγουνε…

Στη σημερινή εποχή, που η δισκογραφία τείνει κυριολεκτικά να εξαφανισθεί, θεωρείς ότι αξίζει να μπαίνει κάποιος στη διαδικασία δημιουργίας ενός νέου δίσκου;
Θανάση μου αν μας φύγει αυτή η ελπίδα, χαθήκαμε. Πιστεύω ότι σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς, θα βγούνε και καλές δουλειές, θα βγούνε καλά τραγούδια, μέσα απ’ αυτά τα βιώματα. Μέσα απ ’αυτή την «τσατίλα», αν θέλεις και απ’ αυτό το πείσμα, πιστεύω ότι το τραγούδι θα βρει το δρόμο του. Όσο και να δημιούργησαν προβλήματα με τον τρόπο τους οι δισκογραφικές εταιρείες, το ελληνικό τραγούδι δεν πεθαίνει.

Πιστεύεις πως οι εταιρείες φταίνε γι’ αυτή την κατάσταση;
Οι εταιρείες δώσανε αφορμή στην πειρατεία να αναπτυχθεί, κοιτάζοντας κατά κάποιο τρόπο τα κομπιούτερ, έχοντας ως αποκλειστικό στόχο τις πωλήσεις τους. Όλα αυτά δημιούργησαν ένα θέμα για το οποίο δεν ήξεραν την επόμενη στιγμή τι θα κάνανε. Ενώ οι παλαιότεροι εταιρειάρχες όπως ο Λαμπρόπουλος και ο Πατσιφάς, αυτοί οι μεγάλοι άνθρωποι, πρώτα κάνανε συμβόλαια με τους δημιουργούς και μετά με τους τραγουδιστές. Διότι ήθελαν, πάνω απ’ όλα να έχουν το υλικό πρώτα και μετά φωνές.

Ποια είναι η γνώμη σου για τη διανομή των cd, κυρίως, πλέον μέσω των εφημερίδων;
Εκεί που ήμαστε τώρα είναι ένας τρόπος κυκλοφορίας. Αρκεί βέβαια να γίνει πολύ προσεκτικά, να μην είναι κάτι πρόχειρο. Αν μη τι άλλο, είναι ένας τρόπος να μπει στα σπίτια του καθενός πολύ πιο εύκολα, απ’ ότι να τ’ αγοράσει από ένα δισκοπωλείο.

Θα το έκανες ποτέ;
Εάν θα είναι μια πολύ προσεγμένη παραγωγή ναι.

Mε το διαδίκτυο ποια είναι η σχέση σου;
Με το διαδίκτυο έχω ένα παράπονο με τον εαυτό μου. Δεν έχω επαφή δυστυχώς και πρέπει να αποκτήσω. Ήδη αρχίζω σιγά, σιγά να ασχολούμαι και είμαι σε καλό δρόμο. Πιστεύω πως είναι ένα τεράστιο μέσο με το οποίο μπορείς να ασχολείσαι και είναι και μια παρέα στην τόση μοναξιά που ζούμε κάποιες στιγμές.

Πιστεύεις ότι λειτουργεί θετικά για το τραγούδι;
Βεβαίως. Αρκεί βέβαια να μπορέσει να υπάρξει κι ένα νομικό πλαίσιο ώστε να ελεγχθεί και η πειρατεία. Γιατί υπάρχουν δημιουργοί που αμείβονται και ζουν απ ’αυτά τα δικαιώματα. Θα πρέπει να υπάρξει ένας έλεγχος πιο σοβαρός.

Εδώ και 4 χρόνια εμφανίζεσαι στο δικό σου χώρο που λέγεται «Στων αγγέλων τα μπουζούκια»; Πώς πάει η κατάσταση τώρα με την κρίση;
Το μαγαζί «Στων αγγέλων τα μπουζούκια» είναι ένας χώρος που έγινε με πολύ μεράκι, πολλή αγάπη, κόπο και πολλή κούραση. Απομονώθηκα για 4 χρόνια από τις μεγάλες πίστες και τους χώρους που θεωρώ ότι περάσανε σε άλλα χέρια πλέον. Γνώριζα τους επιχειρηματίες τους παλιούς, που αγαπούσανε κι εκτιμούσανε απ’ τον τελευταίο μουσικό, μέχρι τον τελευταίο τραγουδιστή. Τώρα έχουν αλλάξει λιγάκι τα πράγματα, οι επιχειρηματίες κοιτάνε τα reality show και γενικά βγαίνουν άνθρωποι οι οποίοι δεν ξέρω πόση διαχρονικότητα μπορεί να ’χουν. Έτσι λοιπόν ήρθαμε σ’ αυτό το χώρο και στήσαμε κάτι σαν παλιά, όπως ήταν τα μαγαζιά του Τζίμη του Χοντρού, ή του Χειλά, ας πούμε… Μαγαζιά που έμπαινες μέσα, έτρωγες καλά και διασκέδαζες. Κι έμπαινε λαϊκός κόσμος. Θα ’βλεπες απ’ τον Ωνάση, μέχρι και τον πιο φτωχό άνθρωπο να μπαίνει εκεί μέσα και να διασκεδάζει. Αυτό φροντίσαμε να κάνουμε εδώ. Είναι ο τέταρτος χρόνος, ο οποίος είναι και ο πιο ζόρικος, αλλά ελπίζουμε ότι θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα και το μαγαζί «Των Αγγέλων τα μπουζούκια» θα βρει το δρόμο του. Είμαστε από Πέμπτη ανοιχτά, χωρίς ζωντανή μουσική, αλλά Παρασκευή και Σάββατο βράδυ και Κυριακή μεσημέρι είναι όλο το σχήμα. Έχω την τιμή και χαρά να συνεργάζομαι για 4 χρόνια με το μεγάλο σολίστα Μανώλη Μιχαλάκη, τη Φαίη Μάτσου, μια τραγουδίστρια που επίσης είναι φίλη μου και τη θεωρώ πολύ μεγάλη, τη Μαρίνα Τσουκάνη στο πιάνο και το τραγούδι, το Θωμά Καραμαζάκη κιθάρα και τραγούδι αλλά κι ένα νέο ταλέντο που δεν ξέρω αν θα τον κερδίσει η νομική ή το τραγούδι… Πιστεύω όμως ότι η μουσική αυτή τη στιγμή τον έχει ερωτευτεί και την έχει ερωτευτεί κι αυτός. Είναι ο Γιώργος ο Ρωμοσιός, ένας τραγουδιστής και μουσικός, ο οποίος έχει ήθος, ταυτότητα και θεωρώ ότι ο χρόνος είναι μπροστά του, για να δείξει πολλά πράγματα. Θέλω επίσης να σημειώσω ότι «Στων αγγέλων τα μπουζούκια» ξέρουμε το πρόβλημα και υπάρχουν καλές τιμές για όλα τα βαλάντια. Εκτός απ ’το καλό πρόγραμμα και το καλό φαγητό, οι τιμές μας είναι για όλους. Γιατί μας ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα να μπει μέσα λαός. Δεν θέλουμε να έχουμε μόνο επώνυμους. Θέλουμε και ανθρώπους οι οποίοι να μπορούν να έρθουν να πιουν ένα ποτό.

Για το μέλλον ποια είναι τα σχέδιά σου;
Είμαι πολύ ενθουσιασμένος με τη δουλειά μου, γιατί μέσα σ' αυτή την μελαγχολική περίοδο που περνάμε, στα άμεσα σχέδια μου είναι ένας επόμενος δίσκος που θα κυκλοφορήσει, εκτός από το «Σημαιοστολισμό» που ανέφερα πριν. Είμαστε ήδη στη διαδικασία της παραγωγής. Κι αυτός είναι ένας εξίσου καθαρά λαϊκός δίσκος με εξαιρετικούς συντελεστές, όπως ο συνθέτης Χρυσόστομος Χαρίσης στη μουσική και η Άννα Μπουκουβάλα στους στίχους, η οποία κατάγεται από τον όμορφο Βόλο, που έχει κατά καιρούς εμπλουτίσει το ελληνικό τραγούδι με μεγάλα ταλέντα. Είναι τιμή κι αυτός ο δίσκος για μένα. Υπάρχουν ακόμα συναυλίες που θα γίνουν αλλά και όνειρα πολλά… Το σίγουρο είναι πως κανείς δεν μπορεί να μας απαγορέψει να κάνουμε όνειρα. Θεωρώ ότι τα βιώματα και οι εμπειρίες αυτές που περνάμε, θα μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους και καλύτερους μουσικούς, θα γράψουμε και θα πούμε καλύτερα τραγούδια…

Καινούργια καλά τραγούδια θα βγούνε τώρα με την κρίση; Μου έλεγε πρόσφατα ο Χρήστος ο Νικολόπουλος πως θα γυρίσουμε πίσω στα θέματα της δεκαετίας του '60.
Πιστεύω πως έτσι ακριβώς είναι. Δεν γίνεται διαφορετικά. Νομίζω πως θα γραφτούνε πολύ ωραία τραγούδια, υπάρχουν πολύ ωραίες φωνές. Είναι στο χέρι μας. Διότι κακά τα ψέματα, θεωρώ ότι η τελευταία ωραία δεκαετία ήταν το 1990-2000, στην οποία θυμάμαι σπουδαίους δίσκους και ωραία τραγούδια. Θεωρώ ότι τη δεκαετία 2000-2010 μείναμε πολύ πίσω και φτάσαμε εκεί που φτάσαμε. Τώρα όμως από μόνος του ο καθένας θα βρει το δρόμο του και θα βγούνε πράγματα τα οποία θα είναι σταθμός για την ελληνική δισκογραφία. Έχω αυτό το προαίσθημα . Κι έτσι πρέπει να κάνουμε. Διότι δεν μπορεί να τα κρατάει ο καθένας στο ντουλάπι του. Υπάρχουν σπουδαίοι δημιουργοί, οι οποίοι δεν έχουν πού να δώσουν αυτά τα τραγούδια και ποιος να τα εκδώσει. Νομίζω όμως πως αργά ή γρήγορα θα βρεθεί ο δρόμος…

Μιχάλη σ’ ευχαριστώ πολύ… Εύχομαι όλα τα όνειρα και τα σχέδιά σου να ευοδωθούν.
Κι εγώ σ’ ευχαριστώ Θανάση. Κι εύχομαι ολόψυχα σε σένα και στο www.ogdoo.gr να συνεχίσετε δυναμικά αυτό το σπουδαίο έργο που κάνετε για το καλό ελληνικό τραγούδι και τον πολιτισμό μας. Είναι καλό για όλους μας…

Video
1) «Νταλίκα» (Δ. Μούτσης - Κ. Τριπολίτης) Συμμετέχει η Ελένη Δήμου
2) «Τι να θυμηθώ, τι να ξεχάσω» (Απ. Καλδάρας - Πυθαγόρας) Συμμετέχουν ο Γιώργος Νταλάρας και η Ελένη Δήμου - Από τις παραστάσεις του Γ. Νταλάρα στο θέατρο «Ορφέας» το 1983
3) «Ήσουν ωραία» (Στ. Κουγιουμτζής - Α. Δασκαλόπουλος) Από τη συναυλία του Σταύρου Κουγιουμτζή στο Λυκαβηττό στις 20 Αυγούστου 1983.
(Αρχείο Θανάση Γιώγλου)

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!