Μάριος Φραγκούλης: «Ο Γιώργος δεν έχει κοροϊδέψει ποτέ το κοινό του»

(VIDEO) Ο Μάριος Φραγκούλης μιλά για τον Γιώργο Νταλάρα και τη συμμετοχή του στη μεγάλη συναυλία του Ηρωδείου.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
28/09/2019

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Θανάσης Γιώγλου
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
Καμία εκδήλωση

Τα Ντουέτα του Γιώργου Νταλάρα στο Ηρώδειο


Τη Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου στις 9 το βράδυ ο ραδιοφωνικός σταθμός «Μέντα 88» θα τιμήσει με μια μεγάλη συναυλία τον Γιώργο Νταλάρα, ένα από τα πιο διαχρονικά και αγαπημένα πρόσωπα του ελληνικού τραγουδιού.

Στη συναυλία με τον τίτλο «Γιώργος Νταλάρας - Μουσικά γενέθλια - Duets» θα τραγουδήσουν μαζί του συνοδοιπόροι του ερμηνευτές, με τους οποίους ο Γιώργος Νταλάρας συμπορεύθηκε αυτά τα 52 χρόνια της διαδρομής του στην ελληνική δισκογραφία, αλλά και αξιόλογοι καλλιτέχνες της νεότερης γενιάς, τραγουδώντας κλασικά αλλά και απρόβλεπτα ντουέτα, με τη συνοδεία, όπως πάντα, μιας εξαιρετικής ορχήστρας, αποτελούμενης από σπουδαίους μουσικούς.

Με αφορμή τη συμμετοχή του στη συναυλία, ο Μάριος Φραγκούλης συμμετέχει και στο αφιέρωμα του Ogdoo.gr στον Γιώργο Νταλάρα, καταθέτοντας τις δικές του απόψεις για κείνον.

«Να τραγουδάς με την ανθρώπινη φωνή Μάριε»


Προέρχεστε από ένα τελείως διαφορετικό, μουσικό χώρο, από τον Γιώργο Νταλάρα. Θυμάμαι την έκπληξή μου όταν σας άκουσα να τραγουδάτε στην «Ιερά Οδό» το χειμώνα του 1997. Εσείς πότε πρωτοακούσατε τον Γιώργο Νταλάρα;
Παρότι με τον Γιώργο είμαστε από διαφορετικούς κόσμους, μας ενώνουν κοινά συναισθήματα, κάποιου που έχει εικόνες από τη χώρα του από διωγμούς, δικτατορίες, χρόνια δύσκολα. Είναι πολλοί κόσμοι που μας ενώνουν συναισθηματικά. Εγώ γεννήθηκα στη Ροδεσία (νυν Ζιμπάμπουε), στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 και τότε ακούγαμε Στέλιο Καζαντζίδη, τα τραγούδια τις απονιάς, ξέρετε τι εννοώ.

Βεβαίως.
Όταν ήρθαμε στην Αθήνα, άκουσα για πρώτη φορά τα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή με τον Γιώργο Νταλάρα, από «Το σακάκι μου κι αν στάζει», μέχρι το «Ο ουρανός φεύγει βαρύς», που με στιγμάτισε συναισθηματικά, σαν μικρό παιδί που ήμουνα. Ξαφνικά μέσα απ’ τη φωνή του Γιώργου αρχίσαμε κι ακούγαμε κάποια από τα μεγαλειώδη έργα που έχουν γραφτεί. Μεγάλωσα δηλαδή με τη φωνή του Γιώργου σ’ ένα πολύ μεγάλο βαθμό. Για μένα ο Γιώργος είναι μια στιγμή αλήθειας. Όταν θέλεις να μάθεις πώς να ερμηνεύσεις ένα ελληνικό τραγούδι καταφεύγεις στον Γιώργο. Μου έλεγε ο ίδιος «να τραγουδάς με την ανθρώπινη φωνή, μάθε Μάριε να χρησιμοποιείς την ανθρώπινή σου φωνή». Είναι ένα τεράστιο μάθημα για όλη μου τη ζωή. Από κει και πέρα ερμήνευσα κι άλλα τραγούδια,. Ο Γιώργος μ’ έφερε κοντά του, ήταν ένας εκπληκτικός συνεργάτης, με αγκάλιασε δηλαδή στη δική του παρέα, χωρίς να με κάνει ποτέ να αισθανθώ σαν ξένο σώμα. Αυτό του το χρωστάω. Μου άνοιξε δρόμους που δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα μου ανοιχτούν.

Έχετε συνεργαστεί αρκετές φορές επί σκηνής, στην «Ιερά Οδό» αλλά και σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα το καλοκαίρι του 1998.
Είχαμε κάνει πάνω από 80 συναυλίες. Αυτό που μου αρέσει στον Γιώργο, είναι ότι δεν θα σε πλησιάσει όταν έχεις κάνει κάτι ή όταν έχεις γίνει ήδη γνωστός. Πρώτη φορά με είδε στο Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν», που έπαιζα το ρόλο του Μπιλ Κράκερ στο «Happy End». Είχαμε συζητήσει την πιθανότητα ότι κάποτε ίσως κάνουμε κάτι. Και την ίδια χρονιά παίξαμε στην «Ιερά Οδό», όπου είχε καλέσει την Ελένη Τσαλιγοπούλου, τον Χρήστο Θηβαίο με τους «Συνήθεις Ύποπτους», τον Μανώλη Φάμελλο και τα Υπόγεια Ρεύματα. Ήταν ο Γιώργος Ανδρέου, ήταν μια πολύ μεγάλη και ουσιαστική παρέα παλαιότερων καλλιτεχνών, αλλά και της νεότερης γενιάς. Αυτό είναι επίσης κάτι που θεωρώ ότι είναι ένα μεγάλο μάθημα, γιατί στις μέρες μας δεν υπάρχουν πολλοί καλλιτέχνες που να ’ναι τόσο γενναιόδωροι με τη μουσική τους. Να έχουν δηλαδή τον τρόπο να σε μάθουν και να συμβουλέψουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Κρατάνε τα μικρά τους μυστικά για τον εαυτό τους. Ο Γιώργος δεν έχει τέτοιου είδους κόμπλεξ. Είναι ένας πολύ γενναιόδωρος άνθρωπος, που το μόνο που θέλει είναι να μεταδώσει την καλή μουσική στους νέους και στους φίλους του. Θέλει επίσης να συνεργαστεί με πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες, όπως ήταν, ας πούμε, ο Λαυρέντης ο Μαχαιρίτσας που του χτύπησε την πόρτα και του είπε «θέλω να ακούσετε κάτι». Επίσης οι συνεργασίες του με τον Μάνο Ελευθερίου, με τον Μίκη Θεοδωράκη. Όλες αυτές οι μεγάλες συνεργασίες που απέδειξαν ότι είναι ένα μεγάλο σχολείο ο Γιώργος. Για όλους τους νέους αλλά και για όλους εμάς που πρώτη φορά ακουμπούσαμε τέτοιου είδους συναισθηματικές χορδές. Ο «Νότος» του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα ήταν για μένα ήταν αποκάλυψη. Μου άνοιξε ξαφνικά έναν άλλο δρόμο. Μου άνοιξε δρόμο επίσης στην παραδοσιακή μουσική. Και σεβάστηκε αυτό που ήμουν. Το ότι δηλαδή ήμουν τενόρος και είχα την ιδιότητα να τραγουδάω το «Granada» το «Canzone arrabbiata», αυτά τα τραγούδια, δεν το απέκλεισε ούτε τα έβγαλε από τη μέση, για να κάνει μόνο αυτό που θέλει να κάνει. Αυτό του το χρωστάω, γιατί εμφανίστηκα όπως θα ήθελα να εμφανιστώ και παράλληλα μου άνοιξε αυτούς τους πολύ μεγάλους δρόμους στη μουσική.

Μια που αναφέρατε αυτά τα κομμάτια, πώς είναι όταν ένας λαϊκός τραγουδιστής τα τραγουδά με έναν τενόρο, με έναν λυρικό τραγουδιστή που τα έχει «στο πετσί του», που τα έχει βιώσει; Μου εξηγήσατε πώς είναι να τραγουδά ένας λυρικός τραγουδιστής τον «Νότο». Πώς είναι το αντίθετο;
Νομίζω ότι ήταν για τον Γιώργο μια μεγάλη πρόκληση, που τη δέχτηκε και τη δούλεψε πάρα πολύ, γιατί είναι φοβερός εργάτης. Ο Γιώργος άγγιξε τις χορδές αυτές του τενόρου, πάρα πολύ άνετα, γιατί στη γκάμα του είναι τενόρος. Ανέβαινε μέχρι Σι μπεμόλ ή Σι φυσικό, που δεν είναι εύκολες νότες για μια αντρική φωνή. Η αντρική φωνή είναι κυρίως ενός βαρύτονου ή ενός ψηλού βαρύτονου. Ο Νταλάρας είχε αυτή την έκταση, την τεράστια. Αλλά είχε και πάρα πολύ υψηλή αισθητική. Δεν ήταν κάποιος που θα έβγαινε τυχαία να πει το «Canzone Arrabbiata» ή το «Granada» με τις ψηλές νότες.
Ή το «Caruso» που είπατε μαζί.
Και το «Caruso» που, ας πούμε, για μένα ήταν η μέση λύση. Δηλαδή δεν ήταν ούτε το τραγούδι ενός τενόρου, ούτε λαϊκό τραγούδι.

Ένωσε κατά κάποιο τρόπο το λυρικό με το λαϊκό τραγούδι.
Ήταν ένα έντεχνο είδος που πιστεύω ότι ο ίδιος το έφερε στην ελληνική πραγματικότητα. Αυτό δηλαδή που λέμε μουσική σκηνή ή έντεχνη μουσική σκηνή. Ήταν ο πρώτος που έφερε αυτό το είδος και μπορούσε να ενώσει δύο τελείως διαφορετικούς κόσμους, τον κόσμο της κλασικής μουσικής και τον κόσμο της λαϊκής μουσικής. Με ένα έντεχνο τρόπο που να μην προσβάλει κανέναν από τους δύο. Θυμάμαι επίσης, ότι στις πρόβες πήγαινε πρώτος κι έφευγε τελευταίος. Πάντοτε τον έβλεπες με ένα μπαγλαμαδάκι, με ένα μπουζουκάκι, με μια κιθάρα, πάντα κάτι θα έψαχνε, κάτι θα προσπαθούσε να βρει. Και φυσικά, κάναμε ατελείωτες πρόβες για πολύ καιρό. Έχει μανία στο να είναι τέλειος μουσικά όταν θα βγει στον κόσμο. Ο Γιώργος δεν έχει κοροϊδέψει ποτέ το κοινό του, είναι πάντα συνεπέστατος με τη μουσική του αλλά και με το κοινό του. Γι’ αυτό έχει αυτό το λαό θα έλεγα, αυτό το κοινό που τον θαυμάζει και τον αγαπάει τόσο πολύ. Επίσης είχε πάντα σπουδαίες ενορχηστρώσεις. Θυμάμαι τις ενορχηστρώσεις του Κώστα Γανωσέλλη που ήταν τόσο προσεγμένες με κλασική παιδεία, αλλά και πιο σύγχρονες ταυτόχρονα. Έτσι έδινε σε μας μια ελευθερία, σαν να παίρναμε μια ανάσα την ώρα που τραγουδούσαμε. Αυτό είναι πολύ σπάνιο και ειδικά στις μέρες μας που -δεν ξέρω αν πρέπει να το πω αυτό- αλλά θεωρώ ότι υπάρχει ένα πολύ μεγάλο μέρος του χώρου μας που έχει πολύ μέτριο επίπεδο. Ο Γιώργος είναι από τους λίγους που έχουν κρατήσει τον πήχη τόσο ψηλά, τόσα χρόνια. Κι ακόμα συνεχίζει. Ήμουνα στην Κύπρο πριν από δύο μέρες για να κάνω τις δικές μου συναυλίες και έμαθα ότι κάνει το αφιέρωμα στον Μάνο Ελευθερίου. Φέτος πέρασε και πολύ μεγάλη πίκρα, γιατί είχε πολλούς αγαπημένους φίλους του χώρου που δυστυχώς έφυγαν απ’ τη ζωή. Ένας από αυτούς εννοείται ήταν ο Λαυρέντης που όλοι μας τον αγαπούσαμε πολύ. Εγώ μπορεί να μην έκανα τόσο συχνή παρέα μαζί του, αλλά θεωρώ ότι ήταν ένας τρομακτικός μουσικός και πολύ ιδιαίτερος άνθρωπος. Νομίζω πάλι ότι όπως ο Λαυρέντης και ο Μάνος Ελευθερίου, έτσι και ο Γιώργος και όλοι οι μεγάλοι τραγουδιστές, άντρες ή γυναίκες, πρέπει να έχουν μια συνέπεια για να μπορούν να διατηρήσουν αυτή τη διαχρονικότητα. Εγώ έχω τρομερό σεβασμό στον Γιώργο Νταλάρα, γιατί μου έδωσε ένα φως από μέσα προς τα έξω. Φώτισε στοιχεία που δεν μπορούσα να φανταστώ ότι υπάρχουν μέσα μου. Τον αγαπώ γιατί πολλές φορές μπορεί να προσπάθησε να με κρατήσει λίγο πίσω, στο θέμα των ψηλών νοτών και να μην τραγουδάω κάτι τόσο κλασικά ή οπερετικά, αλλά είχε απόλυτο δίκιο. Δεν μπορείς να τραγουδήσεις το «Μη μου θυμώνεις μάτια μου» ή «Τα λόγια και τα χρόνια» και να βγάλεις φωνή τενόρου. Πρέπει να επιμείνεις να είσαι πάνω απ’ όλα μουσικός, πάνω απ’ όλα υπηρέτης της μουσικής αυτής, για να μπορέσεις να μεταδόσεις αυτό που ήθελε ο ίδιος ο συνθέτης, όχι αυτό που θέλεις να βγάλεις εσύ προς τα έξω. Και το λέω εν πλήρη συνειδήσει, έχοντας συνεργαστεί πολλές φορές με τον Γιάννη τον Μαρκόπουλο και με τον Μίκη Θεοδωράκη που μου δίδαξε το «Άξιον Εστί» νότα προς νότα. Καταλαβαίνω δηλαδή πόσο σημαντικό είναι και το συναίσθημα και πώς μπορείς να αγγίζεις τον κόσμο, μέσα από τη μουσική και το λόγο, που έχουν γράψει τόσο σπουδαίοι ποιητές. Και θεωρώ ότι ήταν κι ο πρώτος πολύ μεγάλος ερμηνευτής, που σε πολύ μικρή ηλικία, είχε το ένστικτο να συνεργαστεί όχι μόνο με τους μεγάλους συνθέτες, αλλά και με τους μεγάλους ποιητές. Και να συνδυάσει τον εαυτό του με τα μεγάλα έργα. Δεν είχε ανάγκη δηλαδή ο Γιώργος Νταλάρας στα 18, στα 19 ή στα 20 του χρόνια να τραγουδήσει τα «18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας» ή αργότερα το «Άξιον Εστί» και τη «Ρωμιοσύνη». Ήθελε να συνδυαστεί. Το ‘χε ανάγκη εσωτερική.

Εκτός από τις συναυλίες, έχετε βρεθεί στο studio;
Έχουμε βρεθεί σε ένα τραγούδι που έγραψε ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, το «Πατρίδες που έγιναν φωτιά» σε στίχους του Μάνου Ελευθερίου, που τραγουδήσαμε από μία φράση εννέα τραγουδιστές, για να βοηθήσουμε στους σκοπούς του Ι.F.G. (International Foundation for Greece) για τους πρόσφυγες και επίσης στο studio για δυο - τρεις μικρές διορθώσεις που κάναμε για το cd από την «Ιερά Οδό». Στην ουσία έχουμε βρεθεί πάρα πολλές φορές, είμαστε πολύ φίλοι, στέλνουμε μηνύματα ο ένας στον άλλον, στην ουσία υπάρχει μια τεράστια αγάπη και θαυμασμός. Εγώ τον θεωρώ σαν πνευματικό μου πατέρα. Κι επίσης είναι ένα τεράστιο σημείο αναφοράς. Όταν θέλω να ακούσω κάτι ακριβώς όπως έχει γραφτεί, θα το ακούσω από τον Γιώργο Νταλάρα.

Από το υλικό του, που καλύπτει μια διαδρομή 52 χρόνων στη δισκογραφία, ξεχωρίζετε κάτι, όχι τόσο σαν αγαπημένο, όσο σαν επιρροή που άσκησε πάνω σας;
Κοίταξε, από τον Γιώργο Νταλάρα δεν μπορείς να επιλέξεις ένα τραγούδι ή ένα έργο. Ας πούμε το απόσπασμα από το «Canto General» του Pablo Neruda και του Μίκη Θεοδωράκη, που εμένα με αφορούσε. Γιατί δεν ήταν μόνο ένας Έλληνας διεθνής, ήταν και ένας διεθνής Έλληνας, ένας Έλληνας δηλαδή που ταξίδεψε τη μουσική του Μίκη στα πέρατα του κόσμου και ξαφνικά ένας τόσο σπουδαίος ποιητής σαν τον Pablo Neruda ακουγόταν σ’ όλο τον κόσμο. Έτσι λοιπόν, όταν τραγούδησα πρώτη φορά το «Canto General» στην Ιαπωνία με τη Φιλαρμονική του Τόκυο, είχα σαν αναφορά μου τον Γιώργο Νταλάρα. Και θυμάμαι τα λόγια του, τον τρόπο του και τη σκέψη του πίσω απ’ όλη την προσπάθεια, όπως και τις συμβουλές που μου έδωσε πριν κάνουμε το «Άξιον Εστί» στο Ηρώδειο με τον Μίκη Θεοδωράκη. Πού πρέπει δηλαδή να μαλακώσει η φωνή και πού πρέπει να δώσουμε περισσότερη έμφαση. Γιατί και για μένα ήταν κάτι πολύ δύσκολο και επίσης πολύ μεγάλη πρόκληση, να τραγουδήσω το λαϊκό τραγουδιστή στον «Άξιον Εστί». Αλλά όπως μου είπε και ο ίδιος ο Μίκης, λαϊκός δεν σημαίνει λαϊκός μόνο με την έννοια του λαϊκού τραγουδιστή, αλλά και του παιδιού του λαού. Δηλαδή είσαι μια φωνή, που εκπροσωπείς εκείνη τη στιγμή έναν ολόκληρο λαό. Ήμουνα πολύ μικρός βέβαια - πρέπει να ήμουν 28-30 χρονών - όταν το τραγούδησα για πρώτη φορά και δεν είχα την εμπειρία, ούτε τις εικόνες που μπορεί να έχει κάποιος που έχει ζήσει πολέμους και κατοχές. Αλλά προσπάθησα μέσα από αυτό που άκουσα και από την ερμηνεία του Γιώργου και φυσικά του Γρηγόρη Μπιθικώτση (αυτές ήταν για μένα οι δυο μεγάλες ερμηνείες του «Άξιον Εστί»), να καταλάβω τι ήθελε να πει ο Οδυσσέας Ελύτης. Πώς περιέγραφε τα πάθη και τον αγώνα του Έλληνα μέσα από ένα τόσο σημαντικό έργο. Και αυτός ήταν ο στόχος. Δεν ήταν μόνο να τραγουδήσεις τις ψηλές νότες, αυτό είναι το εύκολο για να βγει μια παράσταση. Είναι τι θέλει να πει ο δημιουργός, είτε είναι ο Μίκης Θεοδωράκης - που πιστεύω ότι συνδυάστηκε πάρα πολύ το όνομα του Γιώργου με το όνομα του Μίκη - και φυσικά ο Οδυσσέας Ελύτης, που ήταν για μένα και θα είναι πάντα, αν όχι ο αγαπημένος μου, ένας από τους δυο τρεις πιο αγαπημένους μου ποιητές.

Τι συναισθήματα έχετε λίγες μέρες πριν από τη μεγάλη γιορτή;
Νιώθω πολύ μεγάλη χαρά και τιμή φυσικά, γιατί ο Γιώργος με επέλεξε ως έναν από τους φίλους του να τραγουδήσουμε στο Ηρώδειο. Πηγαίνουμε με απόλυτο σεβασμό, πηγαίνουμε να στηρίξουμε τον Γιώργο σε αυτή τη μεγάλη γιορτή τη δική του, της πορείας του, των συνεργασιών του και των μεγάλων τραγουδιών που έχει πει. Αισθάνομαι φυσικά ένα δέος και τα γόνατά μου ακόμα τρέμουν, μην το συζητάς...

Ακόμα και σήμερα;
Ακόμα ναι. Είναι σαν την πρώτη φορά που βγήκαμε στη σκηνή και έλεγα «δεν το πιστεύω ότι είναι δίπλα μου ο Γιώργος Νταλάρας».

Κάτι παρόμοιο μου έλεγαν πριν από λίγες μέρες και ο Μίλτος Πασχαλίδης και η Ελεωνόρα Ζουγανέλη. Ότι δεν μπορούν να ξεπεράσουν αυτό το συναίσθημα.
Να σου πω κάτι; Το ίδιο αισθάνθηκα και με τον Placido Domingo, το ίδιο αισθάνθηκα και με την Μontserrat Caballé. Θέλω να πω ότι τα συναισθήματα είναι τόσο μεγάλα. Απλά είναι πιο ζεστά μέσα μου, γιατί είμαι και Έλληνας. Είναι δηλαδή το ελληνικό στοιχείο που θέλω να βγει προς τα έξω, θέλω να περάσουμε καλά, να τραγουδήσουμε υπέροχα, να φύγει ο κόσμος με μια αίσθηση υπερηφάνειας και χαράς. Οφείλουμε τόσα πολλά στον Γιώργο τόσα χρόνια και θεωρώ ότι όλοι μας πρέπει να του πούμε ένα μεγάλο «ευχαριστώ» σαν Έλληνες και να του προτέψουμε να συνεχίσει να γράφει, να παράγει, να μας δίνει τη δύναμη που έχει την εσωτερική, την ψυχική. Επίσης, ο Γιώργος είναι τρομερός επαναστάτης. Δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Όπως τώρα που έκρινε, ότι δεν πρέπει να ξεχάσουμε τον Μάνο Ελευθερίου…

Ούτε λίγο, ούτε πολύ μου απαντήσατε σε αυτό που σκόπευα να ρωτήσω στη συνέχεια. Αν μπορούμε συνοψίζοντας, να καθορίσουμε με λίγες λέξεις το ρόλο και την προσφορά του στην ελληνική μουσική.
Η προσφορά του, δεν θέλω να πω ότι είναι δεδομένη, αλλά είναι καταγεγραμμένη, δηλαδή το έργο του υπάρχει. Κι αυτό για έναν σπουδαίο καλλιτέχνη που θέλει να δώσει στα νέα παιδιά, το έχει κάνει ήδη ο Γιώργος. Αν κάποιος θέλει να ακούσει τη «Ρωμιοσύνη» ή το «Άξιον Εστί» ή τα μεγάλα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή, του Μάνου Ελευθερίου, του Μάρκου Βαμβακάρη, του Βασίλη Τσιτσάνη, υπάρχουν όλες αυτές οι μεγάλες παραγωγές, που στην ουσία τις έχει κάνει ο ίδιος. Έχει τρομακτικό έργο, τεράστιο, τόσο σαν ερμηνευτής, όσο και σαν παραγωγός κι έχει αφήσει μια τεράστια κληρονομιά. Και όλοι μας, νεότεροι και παλαιότεροι από όλο το φάσμα του χώρου, του λέμε απλά ένα πολύ μεγάλο «ευχαριστώ» από καρδιάς…

* Η μεγάλη συναυλία που διοργανώνει ο ραδιοφωνικός σταθμός Μέντα 88 και η Minos - Emi / Universal θα πραγματοποιηθεί στο Θέατρο Ηρώδου Αττικού, τη Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου στις 21:00. Τα εισιτήρια έχουν εξαντληθεί.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!