Χρίστος Νικολόπουλος (ΜΕΓΑΛΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ)

(ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ VIDEO ) Χωρίς περιστροφές, ο Χρίστος Νικολόπουλος είναι ένας από τους δυο-τρεις σημαντικότερους λαϊκούς συνθέτες και μπουζουξήδες των τελευταίων χρόνων.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Ξεκίνησε σε μικρή ηλικία στις αρχές τις δεκαετίας του ’60. Γεννήθηκε το 1947 στο Καψοχώρι του νομού Ημαθίας και στην Αθήνα ήρθε το 1963. Το πέρασμά του από το περίφημο μπαράκι των μουσικών της Βεραντζέρου είχε σαν αποτέλεσμα την γνωριμία του με πρόσωπα του λαϊκού τραγουδιού και την συνεργασία του με τον Γιάννη Κυριαζή και τον Μανώλη Αγγελόπουλο. Σαν εκτελεστής στο ξεκίνημά του συνεργάστηκε με τις μικρές δισκογραφικές εταιρείες της εποχής και έπαιξε πρίμο-σεκόντο με τον Στέλιο Ζαφειρίου και τον Χρίστο Ψαρρό γράφοντας ταυτόχρονα και κάποια από τα πρώτα τραγούδια του, στην Polyphone, την R.C.A κ.α. Το 1965 ο Πάνος Ιατρού τον σύστησε στον Στέλιο Καζαντζίδη. Η γνωριμία αυτή στάθηκε καταλυτική για τη μετέπειτα πορεία του και παρ’ ότι η συνεργασία τους στο πάλκο ήταν σύντομη, μιας και ο Καζαντζίδης αποχώρησε νωρίς από τις ζωντανές εμφανίσεις, συνεχίστηκε στη δισκογραφία, ενώ συνδέθηκαν και με κουμπαριά. Σε μια σχέση, πάντως, που δοκιμάστηκε. Η πρώτη επίσημη συνεργασία τους στους δίσκους έγινε το 1968 με τα τραγούδια Απόψε σ’ έχω στην αγκαλιά μου και Άσε με να ζήσω μοναχός σε στίχους του Πυθαγόρα και Νυχτερίδες κι αράχνες σε στίχους του Κώστα Βίρβου. Για την ιστορία, όμως, πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχουν δύο τραγούδια του Χρίστου Κολοκοτρώνη, τα: Στης κοινωνίας τα σκαλοπάτια και Η καρδιά της Μάνας που ερμήνευσε ο Καζαντζίδης το 1965 τα οποία, σε επίπεδο συνδημιουργίας, συνδέονται, ανεπίσημα, με τον Χρίστο Νικολόπουλο! (Αν και ο ίδιος δεν έχει κάνει λόγο ποτέ γι αυτά). Και στα δύο μπουζούκι έπαιξε ο Γιαννάκης Αγγέλου με τον οποίο ο Νικολόπουλος έπαιξε μαζί στην ηχογράφηση του δίσκου Καταχνιά των Χρίστου Λεοντή και Κώστα Βίρβου, την ίδια εποχή.

Η παρουσία του στα κέντρα και στη δισκογραφία υπήρξε αδιάκοπη. Δούλεψε με τους μεγάλους του ρεμπέτικου, τον Μάρκο, τον Παπαϊωάννου, τον Τσιτσάνη, τον Στράτο Παγιουμτζή, το 1969 με τον Μανώλη Χιώτη στις τελευταίες εμφανίσεις του και αργότερα με τον Ζαμπέτα. Αντίθετα με άλλους ομοτέχνους του φάνηκε συνεπής και εργατικός και σε συνδυασμό με το ταλέντο και τον χαρακτήρα του διαφοροποιήθηκε από τον κόσμο της νύχτας και τα παρελκόμενά της. Έφτιαξε οικογένεια και αφοσιώθηκε στην ουσία της τέχνης του απαλλαγμένος από τη συχνά νοσηρή σημειολογία της «μαγκιάς». Στις δεκαετίες του 70 και του 80 υπήρξε ο βασικότερος εκτελεστής της ελληνικής δισκογραφίας παίζοντας – από μια εποχή και μετά, κυρίως, μαζί με τον Μάκη Μαυρόπουλο – σε χιλιάδες ηχογραφήσεις. Υπήρξε ο βασικός εκτελεστής των τραγουδιών του Μάνου Λοΐζου, του Σταύρου Κουγιουμτζή, του Απόστολου Καλδάρα, του Δήμου Μούτση, του Γιάννη Σπανού, του Μίκη Θεοδωράκη και πολλών άλλων. Σαν συνθέτης ξεχώρισε για την αμεσότητα και το εξαιρετικό ζύγισμα των τραγουδιών του, που, την πρώτη εποχή, έγραψε, κυρίως, για τον Καζαντζίδη. Τα περισσότερα σε στίχους του αείμνηστου Πυθαγόρα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της μυθολογίας του τραγουδιστή ο οποίος και τα χαρακτήρισε με τις ερμηνείες του και θα είναι ανισοβαρής και ελλιπής η εικόνα τους αν προσπαθήσει κανείς να τα δει ή να τα αντιληφθεί απουσία του.

Εκείνη την περίοδο συνεργάστηκε επίσης και με τους Μπάμπη Τσετίνη, Λίτσα Διαμάντη, Μάνο Παπαδάκη, Δημήτρη Ευσταθίου, Πόλυ Πάνου, Στράτο Κύπριο, Γιώργο Ταλιούρη, Φωτεινή Μαυράκη, Μαίρη Μαράντη, Γιάννη Κατσιμίχα, Γιάννη Θυμάκη, Βούλα Πάλλα, Δούκισσα, Πάνο Ιωαννίδη, Μάριο, Μίμη Παπαϊωάννου, Λάκη Χαλκιά κ.α. Μετά την αποχώρηση του Καζαντζίδη από τη δισκογραφία συνεργάστηκε με τραγουδιστές που πάταγαν γερά πάνω στον κανόνα του λαϊκού τραγουδιού όπως τον Γιώργο Χατζηαντωνίου, τον Πάνο Γαβαλά, τον Μιχάλη Μενιδιάτη αλλά και με άλλες λαϊκές φωνές γράφοντας μερικά από τα ωραιότερα λαϊκά της παρεξηγημένης και «καταραμένης» δεκαετίας του 70. Η δεκαετία του ‘80 άνοιξε με έναν από τους πιο χαρακτηριστικούς δίσκους του νεολαϊκού ρεπερτορίου. Ο δίσκος Οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα η αγάπη μένει βγήκε σε μια εποχή αλλαγής του πολιτικού σκηνικού και εναρμόνισε την ευδαίμονα διάθεση της εποχής, με το λαϊκό τραγούδι και το νέο στιχουργικό λόγο του Μανώλη Ρασούλη, στην πρώτη εμφάνιση με νέα τραγούδια του Δημήτρη Κοντογιάννη και τις συμμετοχές του Γιώργου Νταλάρα και της Γλυκερίας. Αποτέλεσμα της ιδιαίτερης αυτής συνύπαρξης των λαϊκών μοτίβων και των συνθέσεων του Χρίστου Νικολόπουλου με την εκρηκτική στιχουργική του Μανώλη Ρασούλη – με την οποία ο ποιητής και μαζί του το λαϊκό τραγούδι απευθυνόταν στην κοινωνία με μια νέα γλώσσα – ήταν η δημιουργία δύο ακόμη δίσκων που έβγαλαν τα πανελλήνια σουξέ Παίξε Χρήστο επειγόντως και Με τα φώτα νυσταγμένα και βαριά (Οι νταλίκες), καθώς και τα Ζήλεια μου και Αν πεθάνει μια αγάπη από τη συνεργασία τους με τη Χάρις Αλεξίου με την οποία ο συνθέτης συνδέθηκε και με τραγούδια όπως τα: Η διαθήκη (Μάνου Ελευθερίου), Βήμα-βήμα (Χριστόφορου Μπαλαμπανίδη), Τώρα κι εγώ θα ζήσω (Γιάννη Πάριου), Μία είναι η ουσία (Λευτέρη Χαψιάδη) κ.α.

Μελοποιώντας στίχους του Μάνου Ελευθερίου, της Μάρως Μπιζάνη, της Σώτιας Τσώτου, του Λευτέρη Χαψιάδη κ.α γράφει τον δίσκο Ο τραγουδιστής με το Γιώργο Νταλάρα, ενώ συστήνει κι έναν νέο λαϊκό τραγουδιστή που έχει ανακαλύψει στη Θεσσαλονίκη, τον Πασχάλη Τερζή, γράφοντας τους δύο πρώτους δίσκους του: Λέω και Μίλα μου στον ενικό. Με τον Λευτέρη Χαψιάδη θα συνεργαστεί επί μακρόν (Έρχομαι και σ’ ανταμώνω-1984, Τραγούδια για τους φίλους μου-1986, Εθνική Θεσσαλονίκης-1986, Δική μου η χαρά-2003 κ.α.). Έχοντας σχηματοποιήσει την προσωπική του μουσική γλώσσα και τεχνοτροπία φτιάχνει κάμποσα από τα αντιπροσωπευτικότερα λαϊκά τραγούδια της νεότερης κατάστασης κερδίζοντας τον τίτλο του συνεχιστή της παράδοσης των μεγάλων εμπειρικών συνθετών, σε μια εποχή που το λαϊκό τραγούδι δεν γράφεται με τους όρους του παρελθόντος.

Παραγωγική είναι η συνεργασία του και με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Έχοντας στις αποσκευές τους τραγούδια όπως τα Χρόνια χελιδόνια και Όλες του κόσμου οι Κυριακές δίνουν ένα μπαράζ νέων συνεργασιών φτιάχνοντας προσωπικούς δίσκους σημαντικών ερμηνευτών: Στράτος Διονυσίου (Ο Σαλονικιός-1985), Λεωνίδας Βελής (Αγάπη όλο ζήλεια-1987, Συλλαβιστά ψυθιριστά-1988), Χάρις Αλεξίου (Η νύχτα θέλει έρωτα-1988), Πίτσα Παπαδοπούλου (Δεν μετανιώνω-1989), Γιώργος Νταλάρας (Μη μιλάς κινδυνεύει η Ελλάς-1989), Μανώλης Μητσιάς (Σε χιλιάδες σταθμούς-1990), Δημήτρης Μητροπάνος (Πάρε αποφάσεις-1991).

Το 1992 θα συνεργαστεί για τελευταία φορά με τον Στέλιο Καζαντζίδη. Ο δίσκος τους Βραδιάζει θα αφήσει κάποια κενά σε όσους επιθυμούσαν συνθέτης και τραγουδιστής να πάρουν το νήμα από εκεί που το είχαν αφήσει το 1975 με το Υπάρχω. Έχοντας ως βάση του τα χιτζάζ και τα ουσάκ, αλλά και τα λαϊκά μινόρε και ματζόρε άνοιξε τον συνθετικό του ορίζοντα σε μελωδικές, ατμοσφαιρικές και συχνά πιο ελεύθερες συνθέσεις που, ενίοτε, εναρμονίστηκαν με το γενικότερο κλίμα της υποχώρησης του λαϊκού τραγουδιού το οποίο δεν υποστηρίχτηκε από την εν γένει αντίληψη της νέας εποχής και κυρίως της ιδιωτικής ραδιοφωνίας, κι ας μπήκε στο Ηρώδειο και στο Μέγαρο. Μέσα σε αυτό το κλίμα της νέας ραδιοφωνικής και τηλεοπτικής πραγματικότητας ευόδωσαν διάφορες συνεργασίες, άλλες με άξονα το λαϊκό τραγούδι και άλλες με βάση τα καινούρια κριτήρια και δεδομένα. Συνεργάστηκε με την Ελευθερία Αρβανιτάκη, τον Κώστα Μακεδόνα, τον Δημήτρη Μπαση, τον Γεράσιμο Ανδρεάτο, τη Μελίνα Κανά, τον Μανώλη Λιδάκη, την Ελένη Τσαλιγοπούλου, τον Μιχάλη Δημητριάδη, τη Δήμητρα Γαλάνη, την Κατερίνα Κούκα, τη Γλυκερία, τον Γιώργο Μαργαρίτη, τον Πασχάλη Τερζή κ.α. Συνεργαζόμενος με τον Κώστα Χατζηδουλή, μελοποίησε ανέκδοτους στίχους του Μπαγιαντέρα και του Βασίλη Τσιτσάνη. Με τον Φώντα Λάδη έγραψαν μια σειρά από ωραία τραγούδια για τις γειτονιές της παλιάς Αθήνας, ενώ, μελοποίησε και τους τελευταίους στίχους του αείμνηστου Μανώλη Ρασούλη, που σχολιάζουν εύστοχα, για μια ακόμη φορά, τα κοινωνικά, πολιτικά και προσωπικά δρώμενα και αδιέξοδα της εποχής, με τον δίσκο «Με τον Ομπάμα αντάμα». Τελευταία του δισκογραφική εμφάνιση με τον δίσκο «Μην της μιλάς της μοναξιάς στον ενικό» σε στίχους του Νίκου Αναγνωστάκη, με ερμηνεύτρια την Σοφία Παπάζογλου.

Ολ’ αυτά τα χρόνια ηχογράφησε και αρκετούς οργανικούς δίσκους που συνδυάζουν την εκτελεστική του δεινότητα με τη συνθετική του φλέβα. Πιο αντιπροσωπευτικές στιγμές της τελευταίας δεκαπενταετίας οι δίσκοι Ξημέρωμα 1ης Ιανουαρίου 2000 μ.Χ. απ’ όπου εκτοξεύτηκε το ζεϊμπέκικο Στων Αγγέλων τα μπουζούκια και τα πιο προσωπικά Άνθη Ευλαβείας, μια συλλογή τραγουδιών, κυρίως, από το συρτάρι του συνθέτη, πάνω σε στίχους των: Κώστα Κινδύνη, Πυθαγόρα, Μάνου Ελευθερίου, Λίνας Νικολακοπούλου, Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, Αλέξανδρου Αλεξάνδρου, Άκου Δασκαλόπουλου Γιάννη»Μπάχ» Σπυρόπουλου, Κωστούλας Μητροπούλου, καθώς κι ενός μελοποιημένου ποιήματος του Κ.Π. Καβάφη. Σε αυτόν τον δίσκο ο Νικολόπουλος επωμίστηκε, επαρκώς, και το ερμηνευτικό φορτίο των περισσοτέρων τραγουδιών. Σήμερα, συμπληρώνει 45 χρόνια δισκογραφικής διαδρομής. Μιας διαδρομής επίπονης και επίμονης που στέφθηκε με δάφνες, επιτυχίες, μαγικές και μοναδικές συνεργασίες που γέννησαν δυνατά τραγούδια που αγαπήσαμε και θα τραγουδάμε όσο ζούμε.

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!