Θανάσης Πολυκανδριώτης «Γράφω τραγούδια περισσότερο για νέους»

(VIDEO – AKOΥΣΤΕ) Μεγάλη συνέντευξη – αφιέρωμα με video και τραγούδια με αφορμή τα γενέθλιά του.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Μεγάλη και η πορεία του Θανάση Πολυκανδριώτη στην ελληνική δισκογραφία…

Σαν σήμερα…


Ο Θανάσης Πολυκανδριώτης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27 Δεκεμβρίου 1948. Με αυτή την αφορμή σκέφτηκα να επαναφέρω στην επικαιρότητα μια μεγάλη συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει τον Οκτώβρη 2007 στην Θεσσαλονίκη, όπου βρέθηκε τότε για συναυλίες. Θυμάμαι πως αυτή ήταν μια από τις 2-3 πρώτες μου συνεντεύξεις… Για να μην υπάρξει σύγχυση στους αναγνώστες, έχουν αφαιρεθεί σκόπιμα κάποια μικρά σημεία που σχετίζονται με την επικαιρότητα της εποχής. *

Τα πρώτα χρόνια


Θανάση γεννήθηκες μέσα σε μια μουσική οικογένεια. Ο πατέρας σου είναι ο γνωστός λαϊκός συνθέτης, μπουζουξής - ή μπουζουκίστας, όπως λες εσύ - και τραγουδιστής Θόδωρος Πολυκανδριώτης, ενώ και τα αδέρφια σου ασχολήθηκαν με το μπουζούκι. Μίλησε μας για τα παιδικά σου χρόνια, τα πρώτα σου μουσικά ακούσματα και τις πρώτες σου επιρροές…
Πράγματι από τον Θόδωρο Πολυκακανδριώτη βγήκαν πολλοί επόμενοι καλλιτέχνες, όπως τα αδέλφια μου Γιάννης και Σπύρος, ο Γιώργος Παχής, γιος της αδελφής μου, οι κόρες μου Μαρία και Βιβή και έπονται κι άλλοι. Τα παιδικά χρόνια ήταν δύσκολα αλλά και ευτυχισμένα. Φτωχικά αλλά και πλούσια σε αγάπη και μουσική. Θυμάμαι πολλούς από τους μεγάλους παίκτες (μπουζουκίστες) και συνθέτες και τραγουδιστές να παρελαύνουν από το σπίτι μου και κάποιους από αυτούς να τους προσφωνώ θείους. Θυμάμαι πολύ καλά τις πενιές του «Μπέμπη» (Δημήτρη Στεργίου) ,τον μπαγλαμά του Παγιουμτζή, τη φωνή του Γαβαλά, της Λύδια, του Αγγελόπουλου. Αλλά εγώ επέμενα δυνατά, μέχρι λίγο πριν τα δεκαέξι, με μια κιθάρα στα χέρια που μου έμαθε ο αδελφός του πατέρα μου Μιχάλης. Και το καλοκαίρι του ‘64 από ένα τυχαίο γεγονός βρίσκομαι για πρώτη φορά με το μπουζούκι σε ένα επαρχιακό κέντρο στον Πύργο της Ηλείας, να συνοδεύω τον Γιάννη Κατσιμίχα, μαζί με έναν εξαίρετο κλαρινίστα τον Δημήτρη Τζάρα. Μετά τον πατέρα μου πρότυπο μου ήταν ο Χιώτης, ο Ζαμπέτας και ο Μπέμπης…

«Ζηλεύω» και Χατζιδάκις


Η πρώτη σου επιτυχία στη δισκογραφία, σαν συνθέτης, έγινε το 1968 με το τραγούδι «Ζηλεύω, ζηλεύω» με τον Πάνο Γαβαλά. Από τότε, ακολούθησαν δεκάδες συνεργασίες με μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του λαϊκού μας τραγουδιού. Θα ήθελα να σταθούμε σε μερικές απ’ αυτές, αρχής γενομένης της συνεργασίας σου με το Μάνο Χατζιδάκι στο «Σκληρό Απρίλη του ‘45» και στην «Αθανασία». Τι θυμάσαι από εκείνες τις ηχογραφήσεις;
Από το ‘65 άρχισα να γράφω δειλά, δειλά. Τα πρώτα μου τραγούδια τα έγραψα με παρότρυνση του πατέρα μου, αφού μου έδωσε και κάποιους στίχους από τους συνεργάτες του. Τα τραγούδησαν οι Νίκος Γιουλάκης, Ανθούλα Αλιφραγκή, Στράτος Κύπριος, Πάνος Γαβαλάς και άλλοι και το ‘68 ήταν η πιο όμορφη στιγμή μου, αφού το «Ζηλεύω» ακούγονταν κάθε τρεις και λίγο στο ράδιο… Σε ηλικία 23 χρονών να χρίζεσαι μουσικός δισκογραφίας υπό τον Μάνο Χατζιδάκι είναι μεγάλη δουλειά. Ήμουν τυχερός, γιατί έτσι έβγαλα τον προσωπικό μου ήχο μέσα από την συνεργασία αυτή, πράγμα πολύ δύσκολο, αφού άλλοι αν το έχουν αυτό, περνούν πολλά χρόνια για να γίνει συνείδηση, κάτι που αξίζει και μένει.

Κουγιουμτζής, Λοΐζος και Νικολόπουλος


Παράλληλα εκείνη την περίοδο παίζεις μπουζούκι, σχεδόν πάντα μαζί με το Χρήστο Νικολόπουλο, σε δεκάδες ηχογραφήσεις τραγουδιών και ολοκληρωμένων έργων των μεγάλων συνθετών, που έχουν μείνει στην ιστορία, όπως το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας» του Μάνου Λοϊζου, τα τραγούδια του Σταύρου Κουγιουμτζή και του Μάνου Λοΐζου και σε εκατοντάδες άλλα μεγάλα τραγούδια. Θα ήθελα να μας πεις γι’ αυτή την εποχή, κάποια στιγμιότυπα από το στούντιο αλλά και γι’ αυτούς τους μεγάλους συνθέτες όπως ο Κουγιουμτζής και ο Λοΐζος, των οποίων το κενό σήμερα είναι τεράστιο και δυσαναπλήρωτο.
Πράγματι τα χρόνια εκείνα ήταν παραγωγικά από συνθέτες μεγάλους. Με τον φίλο μου τον Χρήστο ήμασταν μέρα νύχτα κοντά σε αυτούς και βάλαμε την ιδιαίτερη πενιά μας στα έργα τους, συμβάλλοντας έτσι και στην γνήσια λαϊκότητα των τραγουδιών αυτών. Είχα την τύχη να παίξω σε πρώτη εκτέλεση το «Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας», τον «Σταυρό του Νότου» του Μικρούτσικου, τη «Ρεζέρβα» και τα «Τραπεζάκια έξω» του Σαββόπουλου, τη «Μικρά Ασία» και «Βυζαντινό Εσπερινό» του Καλδάρα αλλά και όλη σχεδόν την δισκογραφία του Κουγιουμτζή, του Λοΐζου, του Πλέσσα, του Μαμαγκάκη και άλλων.

Πόλυ Πάνου και Νταλάρας


Το 1985 ηχογραφείς έξι τραγούδια με την Πόλυ Πάνου για τον προσωπικό της δίσκο «Τι να μας κάνει μια ζωή». Σε ένα απ’ αυτά, στο ζεϊμπέκικο «Πιο τρελή κι απ’ τους τρελούς» σε στίχους Βασίλη Παπαδόπουλου, αν και δεν το γράφει στο εξώφυλλο του δίσκου, β’ φωνή κάνει ο Γιώργος Νταλάρας. Αυτή είναι η μόνη δισκογραφική συνεργασία σας αλλά και το μοναδικό ντουέτο του Νταλάρα με την μεγάλη λαϊκή τραγουδίστρια. Πως προέκυψε αυτό το ντουέτο και γιατί η δισκογραφική συνεργασία σας έμεινε μόνο εκεί;
Τότε ο Γιώργος, με τον όποιο μας συνδέει φιλία από το '66, όταν ήμασταν στις Τζιτζιφιές με τον Γαβαλά, έγραφε στο διπλανό στούντιο της Κολούμπια και πήγα να τον δω να του πω μια καλημέρα. Όταν με ρώτησε τι γράφεις και του είπα «Πόλυ Πάνου» το χάρηκε και μου λέει «θα έρθω να σας δω και να ακούσω». Πράγματι την ώρα που ήρθε τραγουδούσε η Πόλυ το συγκεκριμένο τραγούδι και του λέω «βρε Γιώργο αυτό έχει μια ωραία δεύτερη που μόλον θα κάνω εγώ, αλλά είναι ψηλά, δε την δοκιμάζεις εσύ;». Και έτσι το είπε και έμεινε. Τώρα γιατί δεν με τραγούδησε ξανά πιο ολοκληρωμένα δεν ξέρω, ίσως δεν ήρθε η κατάλληλη στιγμή ακόμα, αφού όλα έχουν την ώρα τους.

Στέλιος και Στράτος


Θα ήθελα να μας πεις και για τη συνεργασία σου με δυο από τα «ιερά τέρατα» του λαϊκού τραγουδιού, το Στράτο Διονυσίου και το Στέλιο Καζαντζίδη. Ο Στράτος είπε αρκετά τραγούδια σου σε δίσκο, πολλά απ’ αυτά σε στίχους του Γιάννη Πάριου. «Τα πήρες όλα», «Και λέγε, λέγε», «Τα βάσανά μου», «Λάθη που κάνει η ζωή» και πολλά ακόμα. Ο Στέλιος τραγούδησε μόνο εννιά. Αλλά τι εννιά… Δεν ξέρω αν οφείλεται και στη φωνή του, αλλά έχω την εντύπωση πως του έδωσες κάποια απ’ τα ωραιότερα τραγούδια σου. «Ζηλεύω τα πουλιά», «Αν ρωτάς να σου πω», «Να μη με λένε Στέλιο», «Τα βιώματά μου», το τραγούδι του Χικμέτ «Ύμνος στη ζωή» και το μικρό αφιέρωμα στο Νικόλα Άσιμο με τίτλο «Ο φίλος μας»… Πώς ήταν η συνεργασία μ’ αυτούς τους τραγουδιστές; Πώς ήταν στο στούντιο;
Θα μπορούσα να μιλώ πολύ ώρα γι αυτούς. Ο Στράτος ήταν μάγκας, αυθεντικός, δε σε πούλαγε, ήταν ντόμπρος και πηγαίος τραγουδιστής. Συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά το ‘65 στου Τζίμη του Χοντρού με τον Γαβαλά. Έμπαινε στο στούντιο και τα τραγουδούσε με μιας, ήταν γρήγορος. Θυμάμαι ότι το «Τα πηρές όλα» δεν ήθελε να το πει και μου λέει… «γράψτε μου κάνα ζεϊμπεκάκι ρε μάγκα». Όμως επέμενε πολύ ο Μάκης ο Μάτσας και έτσι τον έπεισε να το πει. Πολλά χρόνια καλός φίλος, με τραγούδησε πιο πολύ απ' όλους και αφήσαμε μεγάλες επιτυχίες στο κοινό.

Ο Στέλιος ήταν η ακρόπολη της Ελλάδας. Η μεγαλύτερη κατά γενική ομολογία φωνή που πέρασε από τον ελληνικό χώρο και όχι μόνο. Ο ήχος της φωνής του είναι βαθειά ριζωμένος στην ψυχή μας. Ήμουν τυχερός που με τραγούδησε και άτυχος που τα «Τραγούδια για τον Στέλιο» δεν πρόλαβε να τα πει αυτός, αλλά κατά πως φαίνεται θα αργήσουν πολύ να βρουν ερμηνευτή η ερμηνεύτρια. Όταν έγραψα τον «Ύμνο στη ζωή» του είχα πει από πριν, ότι θα το ενορχηστρώσω με ένα μπουζούκι και ομάδα κλασικών εγχόρδων. Πήγαινε στο στούντιο για εβδομάδες αλλά δεν μπορούσε να το πει. Απογοητεύτηκα στην αρχή αλλά ένα βράδυ στις τρεις η ώρα μου τηλεφωνεί ο κουμπάρος του ο Τζανιδάκης και μου λέει ότι τελικά το τραγούδησε. Περίμενα ξύπνιος μέχρι το πρωί για να το ακούσω. Πιστεύω ότι ο Στέλιος δεν είναι αυτός που τα τελευταία χρόνια μας έδειξαν τα μέσα ενημέρωσης. Εκτός του μεγάλου ταλέντου της φωνής είχε και καλή καρδιά, ήταν σαν μικρό παιδί πολλές φορές. Σε πολλά ήταν απόλυτος, σε αλλά εζήταγε την γνώμη, ακόμα και δεχόταν την συμβουλή κι ας ήταν ο άλλος μικρότερος.

«Οι επόμενοι»

Στο δίσκο σου με τη ζωντανή ηχογράφηση στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, εκτός από την Γλυκερία, συμμετέχει το συγκρότημα μπουζουκιών «Οι επόμενοι». Τι ακριβώς είναι οι «Επόμενοι»;
Οι «Επόμενοι» είναι το μέλλον της λαϊκής μας μουσικής. Νέα παιδιά από όλη την Ελλάδα που κόντρα στα σκουπίδια που κυκλοφορούν γύρω μας προσπαθούν, με την δική μου στήριξη, να αναδείξουν τη ταλέντο τους και έτσι να έχουμε μελλοντικούς δεξιοτέχνες και συνθέτες ίσους με τον Ζαμπέτα, Χιωτη, Τσιτσάνη, κ.λ.π. Κάθε εβδομάδα συναντιόμαστε και ανταλλάσουμε απόψεις, μελετάμε καινούρια μουσικά θέματα, και προετοιμαζόμαστε για τη συνέχεια των παραστάσεων μας. Ορισμένοι από αυτά τα παιδιά είναι έτοιμοι και ήδη κάνουν την δική τους καριέρα. Αυτό που ζητώ από όλους είναι μελέτη, αγάπη προς το όργανο και ταπεινότητα. Οι «Επόμενοι» έχουν πραγματοποιήσει εκατοντάδες συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς και σεμινάρια για την λαϊκή μουσική παράδοση. Το σωματείο που ανήκουν έχει 280 μέλη αλλά θέλουμε κι άλλα. Όσοι πιστοί σε αυτό που δημιουργούμε, ανεξάρτητου επιπέδου, είστε ευπρόσδεκτοι.

Μπουζούκι και συμφωνική μουσική


Στην πενταετία 1993-1997 συνεργάστηκες με συμφωνικές ορχήστρες με εμφανίσεις στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και στο Ηρώδειο. Κι αυτή τη φορά το μπουζούκι μπήκε σ’ αυτούς τους χώρους όχι με λαϊκά τραγούδια αλλά με τους χορούς του Brahms σε μια ξεχωριστή διασκευή και συνύπαρξη του μπουζουκιού με συμφωνική ορχήστρα. Συνεργασίες που ευτυχώς αποτυπώθηκαν και σε cd. Πώς σου δημιουργήθηκε η ιδέα γι’ αυτό το τολμηρό εγχείρημα και ποιες είναι οι εντυπώσεις σου απ’ αυτές τις συνεργασίες;
Το εγχείρημα αυτό το πραγματοποίησα για δυο σπουδαίους λόγους. Πρώτον γιατί κανείς από τους μεγάλους έλληνες μουσουργούς δεν έγραψε ένα κονσέρτο ή μια σουίτα ή μια σπουδή γι αυτό το ελληνικότατο μπουζούκι και δεύτερον για να επανέλθει το όργανο εκεί, όπως καθιερώθηκε ως σολιστικό. Οι εντυπώσεις γενικά είναι άριστες. Αποδεκτός ο ήχος του μπουζουκιού στην συμφωνική μουσική. Αλλά καμιά δισκογραφική δεν επενδύει γι αυτό, οπότε μένει μόνο η δική μου προσπάθεια, η οποία δεν σταματά με τίποτα. Έχω βάλει τον πήχη ψηλά και ο σκοπός μου είναι έτσι να ανέβει έτσι το επίπεδο.

To λαϊκό τραγούδι σήμερα


Ποια πιστεύεις πως είναι η θέση του μπουζουκιού αλλά και του λαϊκού τραγουδιού σήμερα; Έχει σχέση το σημερινό λαϊκό τραγούδι με το λαϊκό τραγούδι του’40,του ’50 και του ’60, έτσι όπως το γνωρίσαμε από τους μεγάλους δασκάλους, συνθέτες, στιχουργούς και τραγουδιστές;
Σίγουρα δεν έχει καμία σχέση με το παλιό, αλλά είναι πολύ απλό, εκείνη την εποχή τα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα ήταν πολλά. Επηρεάστηκαν οι άνθρωποι της μουσικής και έγραψαν πραγματικά τραγούδια. Ήταν και λίγοι, σε σχέση με σήμερα που δεν μπορείς πλέον να παρακολουθήσεις τα πεπραγμένα γύρω από το τραγούδι. Είναι τρελό, γιατί μέχρι να ξεπεταχτεί κάποιος που μπορεί και να αξίζει, τον έφαγε ο επόμενος που έρχεται ως μεσσίας για να σώσει την λαϊκή μας παράδοση. Μήπως είναι τελικά ανακυκλώσιμα τα άτομα αυτά; Σήμερα αν κάποιος δημιουργός πάει στις εταιρείες τραγούδι που να λέει κάποια σημαντικά πράγματα, το απορρίπτουν ως παλιομοδίτικο. Ως αναφορά το μπουζούκι, εκτός από την μεγάλη αυτή προσπάθεια που κάνω εγώ και οι συνεργάτες μου με τους «Επομένους», δεν βλέπω τίποτα άλλο εξ ίσου σημαντικό. Το λαϊκό τραγούδι έχει όμως φανατικούς υποστηρικτές και δεν πεθαίνει ποτέ.

Εκτός από σένα, τον Χρήστο Νικολόπουλο, τον Τάκη Σούκα και τον Βαγγέλη Κορακάκη, πιστεύεις πως τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν άλλοι δημιουργοί που θα μπορούσαν να γράψουν αληθινά λαϊκά τραγούδια; Και με τους τραγουδιστές τι γίνεται; Υπάρχουν φωνές να στηρίξουν τα τραγούδια αυτά;
Και δημιουργοί υπάρχουν και τραγουδιστές υπάρχουν, δισκογραφικές δεν υπάρχουν να υποστηρίξουν αυτούς για να έχουμε συνέχεια των μεγάλων.

Τι ρόλο έπαιξε κατά τη γνώμη σου η εισβολή της ιδιωτικής τηλεόρασης στη ζωή μας; Επηρέασε την πορεία του ελληνικού τραγουδιού;
Κακά τα ψέματα η τηλεόραση κάνει πλύση εγκέφαλου σε όλους μας και αποπροσανατόλισε την νεολαία από το ελληνικό τραγούδι πλασάροντας της περισσότερο ξένο. Υπάρχουν πολύ καλά τραγούδια αλλά το ποσοστό προβολής τους είναι πολύ χαμηλό, με αποτέλεσμα να μη γίνονται γνωστά.

Η Columbia

Θα ήθελα να ρωτήσω τη γνώμη σου για ένα θέμα που απασχόλησε τόσο τον τύπο, τον καλλιτεχνικό κόσμο αλλά και τους απλούς ανθρώπους που αγαπούν το ελληνικό λαϊκό τραγούδι. Την κατεδάφιση του μεγαλύτερου μέρους του ιστορικού εργοστασίου της Columbia, ενός από τα μεγαλύτερα κομμάτια του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού… Eκεί που γράφτηκαν όλα τα μεγάλα τραγούδια.
Εκεί έχω αφήσει κι εγώ τις πιο πολλές μου μνήμες. Άπειρες ώρες εργασίας, δημιουργίας. Το λιγότερο που θα μπορούσε να γίνει ήταν να μη γκρεμιζόταν. Αυτό το ζωντανό κτίριο της μουσικής θα έπρεπε η πολιτεία να το έχει μουσείο του ελληνικού τραγουδιού για να μη ξεχνούν οι παλαιοί, να μαθαίνουν και να θυμούνται οι νέοι.

Ποιες είναι σήμερα οι ασχολίες, τα σχέδια και τα όνειρα του Θανάση Πολυκανδριώτη;
Πρέπει να γίνουν θεσμικά πλαίσια υποστήριξης της λαϊκής μας μουσικής κληρονομιάς και γι αυτό πασχίζω από την δική μου πλευρά με την δημιουργία μιας λαϊκής στέγης, που εκεί θα υπάρχουν όλοι, από τον Τσιτσάνη μέχρι τους «Επόμενους». Βέβαια γράφω τραγούδια περισσότερο για νέους, αφού αυτοί είναι το μέλλον.

«Ποιος δεν ξέρει την Καλαμαριά;»


Θα 'θελα να μας πεις δυο λόγια για την Καλαμαριά, μια πόλη που αγαπά το λαϊκό τραγούδι, στην οποία έχεις πολλούς φίλους και θαυμαστές.
Ποιος δεν ξέρει την Καλαμαριά για την οποία γράφτηκαν τραγούδια πολλά, για τους ανθρώπους της, τους επώνυμους καλλιτέχνες και τους ανώνυμους πατριώτες, αυτούς που έφεραν την παράδοση από την Σμύρνη, τον Πόντο και τις άλλες γωνιές του Ελληνισμού αλλά και για όλους αυτούς που αγαπούν πραγματικά το λαϊκό μας πολιτισμό. Όταν προφέρεις την ονομασία Καλαμαριά, εννοείς όλη την Θεσσαλονίκη. Αυτή είναι η άποψή μου για την πόλη σας…

Θανάση σ’ ευχαριστώ πολύ.
Εγώ ευχαριστώ για τις ουσιαστικές ερωτήσεις που δείχνουν άνθρωπο που ξέρει το αντικείμενο καλύτερα από κάθε άλλον…

Υ.Γ: H συνέντευξη δημοσιεύθηκε αρχικά στον «Ορφέα» και τον Γενάρη του 2008, μπήκε ολοκληρωμένη στο περιοδικό «Πολίτης Κ» που εκδίδει ο Δήμος Καλαμαριάς…

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!