Λουκιανός Κηλαηδόνης: Άγνωστες λεπτομέρειες από τη ζωή του & μια αυτοβιογραφική μαρτυρία

Ο πρώτος Έλληνας μουσικός που έσπασε το κατεστημένο της ξένης μουσικής που ακούγαμε μετά μανίας και αγαπήσαμε και βάλαμε τους δίσκους του στις δισκοθήκες μας.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
…τουλάχιστον ο Μάρκος κι εγώ, ήταν ο Λουκιανός Κηλαηδόνης. Άλλωστε, η μουσική του ήταν δύση και είχε πολλά στοιχεία 50ς. Με τον πιστό φίλο μου έως σήμερα Μάρκο Ευθυμόπουλο κάναμε κέφι να τραγουδάμε τους στίχους του Λουκιανού και να τον ακούμε και να τον ξανακούμε μαζί με τα 50ς βινύλια και τις κασσέτες μας στα cruising στη Βουλιαγμένη.

Μάλιστα δεν χάναμε συναυλία του με τον Μάρκο, σε ότι χώρο κι αν εμφανιζόταν, ακόμη και σε μη διαφημισμένες συναυλίες του. Και που δεν πήγαμε να τον δούμε: Στο θρυλικό night club «Texas» στην Πλατεία Μαβίλη (1988), στην πλαζ της Βάρκιζας (10/8/87, έπαιξε σε πλωτή εξέδρα, όπως στη Βουλιαγμένη), στο «Νοτούρνο» στην πρώτη έξοδό με το αυτοκίνητό μου στις 11 Ιουνίου του ’88, στο New York Colege στην Κηφισιά (Μάιος 1991), στην Πλαζ της Βουλιαγμένης το ’97, στα «Μικροαστικά» στο Θέατρο Μεταξουργείο το ’02, στον Λυκαβηττό από τα 80ς έως το 2002 στο «Cocktail Party» στις 2 Σεπτεμβρίου, όσες φορές εμφανίστηκε εκεί, παντού.

Στο ανεπανάληπτο Πάρτυ της Βουλιαγμένης είχαμε πάει από τη Ραφήνα δύο αμάξια γεμάτα και γυρίσαμε ξημερώματα! Ένας έφυγε για μπύρες πριν αρχίσει η συναυλία και ήρθε μετά από περίπου 5 ώρες, χωρίς μπύρες! Στην παρέα ήταν και ο Γιώργος ο Τζιρμάκης που είχε το πόδι του στο γύψο κι έπιανε ολόκληρο χώρο στις καρέκλες!

Το απόκομμά του εισιτήριο μου το υπέγραψε χρόνια μετά ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, στο «Μετρό» όπου εμφανιζόταν κι έπαθε πλάκα που το είχα ακόμη! Γίναμε φίλοι.

Μια φορά με κάλεσε και σε ένα prive barbeque party, μια Καθαρά Δευτέρα, στο παλιό σπίτι του στο Π. Ψυχικό μόνο για φίλους, όπου καθίσαμε όλοι μαζί γύρω από την πισίνα σ’ ένα καταπράσινο κήπο και ο Λουκιανός έψηνε λουκάνικά και μπριζόλες! Κάποια στιγμή με πήγε στο δωμάτιό του και μου έδειξε το πιάνο του, τα βιβλία του, τους δίσκους του, τις κασσέτες του, τις μπομπίνες του, τα τραζνιστοράκια του, τις σημειώσεις του, τα σχέδια του σε χαρτί, άλλωστε δεν είχε κομπιούτερ κι ούτε ήθελε να αποκτήσει. Αυθεντικός παλιομοδίτης.

Όταν μετακόμισε με την οικογένεια του στον πεζόδρομο του Μεταξουργείου, απέναντι από την πλατεία της περιοχής, εκεί στέγαζε τα όνειρά του καθώς ετοίμαζε ένα πολυχώρο για μουσικές και θεατρικές εκδηλώσεις, όπου όλη η οικογένεια θα είχε βήμα να παίζει, να τραγουδά, να ανεβάζει θεατρικές παραστάσεις και να μαγειρεύει η Άννα Βαγενά στο εστιατόριο που άνοιξε εκεί, καθότι εκπληκτική μαγείρισσα. Πολλές φορές ετοίμαζε μεζέδες στον πεζόδρομο πριν από κάποια παράσταση και κερνούσε τον κόσμο. Ο Λουκιανός διάλεξε το Πατάρι του «Μεταξουργείου», όπως λεγόταν ο χώρος τους και παρουσίαζε εκεί τις δουλειές του σε πολύ ζεστή ατμόσφαιρα μετά τις θεατρικές παραστάσεις στον κάτω χώρο. Οι συνθήκες που συνάντησαν εκεί σε μια κακόφημη γειτονιά της Αθήνας που στις αρχές του 2000 είχε πολλούς ναρκομανείς που περιφέρονταν την περιοχή και στο πεζόδρομο του σπιτιού του. Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης άφηνε κάθε μέρα χρήματα κρυφά σε κάποιες γλάστρες στον πεζόδρομο για όσους τα είχαν ανάγκη. Τέτοιος άνθρωπος ήταν ο Λουκιανός, γεμάτος συναισθήματα για τους συνανθρώπους του. Εκεί δίπλα, στην απέναντι άκρη του πεζοδρόμου είχε κι ένα παρακμιακό καφενεδάκι τις «Μπαχάμες», όπου στα διαλλείματα εργασίας έπινε το καφέ του ή συναντούσε φίλους. Εκεί κάναμε και τις συνεντεύξεις. Μάλιστα στην πρώτη που κάναμε και σκεφτόταν να παρουσιάσει τα «Μικροαστικά» μου έδειξε τα προσχέδια του χώρου που ήταν ακόμη γιαπί το εσωτερικό του! Οι «Μπαχάμες» τα τελευταία χρόνια αναβαθμίστηκαν κι έγιναν… «Σεϋχέλλες», ένα από τα καλύτερα πια στέκια των Αθηνών.

Συνέχεια χρησιμοποιούσε την λέξη «καταραμένος» και έτσι αποκαλούσε τους φίλους του με στοργική έννοια, ήταν η πιο προσφιλή του λέξη. Την πρώτη φορά που τον συνάντησα ήταν στο αποκαλούμενο πράσινο κτίριο στο ύψος του Ψυχικού, εκεί ήταν το στούντιό του. Είχε μέσα ένα τεράστιο ομοίωμα του ντυμένος καουμπόυ, εκείνο που είχε στην είσοδο στο «Texas», ένα μεγάλο πιάνο με ουρά και ατμόσφαιρα Νέας Υόρκης με φωτογραφίες και σκίτσα του αγαπημένου του ζωγράφου Edward Hopper που ζωγράφιζε νυχτερινές εικόνες από μπαρ, μπιλιάρδα και τύπους με στυλ. Είχε κι ένα άλμπουμ φωτογραφιών με όλα αυτά τα αγαπημένα του πράγματα και γεμάτο από σκίτσα του Hopper. Το στούντιό του αυτό ήταν ένας πολύ δικός του χώρος, ενός παιδιού που δεν θα μεγάλωνε ποτέ και κρατούσε όλα αυτά που αγαπάει ζωντανά γύρω του και μέσα του. Ζαλίστηκα. Είχα μαζί μου το πιο σπάνιο δίσκο του, το «Media Louz», με μουσική που έκανε για μια φανταστική ταινία με και περιείχε όλες τις μουσικές που αγάπησε, τις αμερικάνικες. Τρελάθηκε μόλις του τον έδειξα να μου τον υπογράψει. «Καταραμένε, έχεις αυτό το δίσκο μου; Είναι πολύ σπάνιος!», μου είπε. Ήταν από τις ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου.
newego_LARGE_t_641_107102523.JPG
Τον Λουκιανό Κηλαηδόνη εκτός από τις συναυλίες του και πριν τον γνωρίσω προσωπικά τον είχα πρωτοδεί το 1992, ένα βράδυ στο μπαρ «French Quarter» ψηλά στην Μαυρομιχάλη, σ’ ένα νεοκλασικό, όπου έπαιζαν οι Blues Family, μια ελληνική blues μπάντα με σπεσιαλίστες μουσικούς: Γιάννης Μόνος (hammond), Ανδρέας Γκομόζιας (κιθάρα) και οι Ζαφείρης Τσίναλης (ντραμς) και Στέλιος Λαδόπουλος (μπάσο) που έπαιζαν ήδη μαζί στο συγκρότημα του Λουκιανού. Εκεί ήταν το στέκι τους και οι δύο μουσικοί του είχαν καλέσει εκεί τον Λουκιανό που πήγαινε και τους έβλεπε συχνά σαν πελάτης. Όταν μπήκα μέσα τον είδα να κάθεται με την παρέα του φορώντας ένα πέτσινο μπουφάν από την εσωτερική τσέπη του οποίου έβγαζε συχνά ένα Jack Daniels κι έπινε. Πολύ αυθεντική εικόνα ενός «φτωχού και μόνου καουμπόυ». Το συγκρότημα αυτό πήρε μαζί του αργότερα σε καλοκαιρινή περιοδεία του σε όλη την Ελλάδα και τα νησιά και άνοιγαν τις συναυλίες του κάτι που δεν κάνει κανένας Έλληνας μουσικός του διαμετρήματος του Κηλαηδόνη, δηλαδή να πάρει μαζί του μια blues μπάντα!

Τα αγαπημένα του θέματα στις συζητήσεις ήταν η παλιά τζαζ με τις ορχήστρες της, τα 50ς και ο Έλβις, η κάντρι και η παλιά ελληνική μουσική με άρωμα τζαζ, ο Σουγιούλ, ο Γιαννίδης και άλλοι της εποχής εκείνης και η παλιά Αθήνα. Δεν του άρεσαν τόσο οι Beatles και οι Rolling Stones, όσο αγαπούσε τις πιο παλιές μουσικές.

Όταν έγινε ο πολυχώρος του «Μεταξουργείο» ο Λουκιανός ήθελε να τον εγκαινιάσει με ένα με πολύ δικό του έργο, τα «Μικροαστικά» (1973) με την ευκαιρία των 30 χρόνων από την κυκλοφορία του δίσκου κι ετοίμασε προσκλήσεις ίδιες με το εξώφυλλο του δίσκου, ένα τετραγωνάκι που από μέσα ήταν η πρόσκληση σε σχήμα βινυλίου κι έγραφε «Μικροαστικά».

Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, μετρ των πάρτι είχε ετοιμάσει το 2002 ένα «Cocktail Party, στον Λυκαβηττό στις 2 Σεπτεμβρίου 2002, το οποίο έχει κυκλοφορήσει και σε dvd. Ας δούμε τι είχε πει τότε στην συνέντευξή του για όλα όσα αγαπά και τραγουδά, η οποία έγινε στις «Μπαχάμες»!

Μια αυτοβιογραφική μαρτυρία!


«Σοκολατάκια και πολύ τους πάει! Μα πού τα βρίσκουν, πού τα βρίσκουν; Μακάρι να έχουν οι άνθρωποι αλλά… Ποιος ξέρει ο άλλος τι πρεσβεύει. Η γυναίκα είναι γυναίκα και ούτε πρόκειται να πάψει να είναι γυναίκα. Α! Το καλύτερο ωροσκόπιο το έχει η εφημερίδα. Ο διάολος να σπάσει το ποδάρι του θα πάμε στην Έκθεση Θεσσαλονίκης… Εγώ να σου πω του δημοτικού είμαι, αλλά είμαι κύριος. Με το παραμικρό… ταξίδι. Αμάν, αμάν!».

Αυτά συνέβαιναν στα κοκτέιλ πάρτι του ’50 όπως τα αποτύπωσε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης στα «Μικροαστικά».

Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης μετρ των πάρτι παρατείνει το καλοκαίρι με την πιο δροσερές νότες του σε ένα ακόμη «Κοκτέιλ Πάρτι» τη Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου στον Λυκαβηττό γιορτάζοντας τα 20 χρόνια από την πρώτη συναυλία που έδωσε εκεί. Μαζί του επί σκηνής πολλοί φίλοι και συνοδοιπόροι γνωστοί καλλιτέχνες. Τα πάρτι του παραμένουν σημείο αναφοράς και σίγουρα εκείνο το βράδυ ο Λουκιανός θα μετρήσει στο θέατρο γενιές. Μετά ο Καουμπόη θ’ ανέβει στ’ άλογό του και θα χαθεί στη δύση. Τελευταίο πλάνο…

Ο Κηλαηδόνης διατήρησε όλα αυτά τα χρόνια μια αυτόνομη καλλιτεχνική πορεία γεμάτη χιούμορ που αγαπήθηκε από διαφορετικές ηλικίες. Είναι διαφορετικός και αρέσει. Τα Ημισκούμπρια όταν τον γνώρισαν τον αποκάλεσαν Ημισκούμπριο της εποχής του! Το ορμητήριό του εδώ και τρία χρόνια είναι το «Μεταξουργείο». Κάπου εκεί κοντά τα είπαμε…
525418.jpg
Πώς νοιώθεις όταν έρχονται και σου ζητούν το ένα ή το άλλο σου κομμάτι που κάτι θυμίζει στον καθένα;
Αισθάνομαι ότι με ξέρει με την έννοια ότι και εγώ όταν τραγουδάω, το κάνω για έναν-έναν προσωπικά, δεν τραγουδάω για την μάζα με την έννοια ότι τα ρίχνω και εσείς από κάτω και ακούτε. Ο καθένας εισπράττει αυτό που του πηγαίνει ανάλογα με τον τρόπο που έχει μεγαλώσει και τα βιώματά του. Καθένας που έρχεται και μου μιλάει τον αισθάνομαι μια ξεχωριστή περίπτωση ανθρώπου και τον ακούω προσεχτικά. Αισθάνομαι ότι κάπου με έχει ακούσει μόνος, με την κοπέλα του, με την παρέα του…Ένας της παρέας είμαι και εγώ και τραγουδά για λογαριασμό όλων. Επίσης χαίρομαι καμιά φορά που έρχονται και μου λένε δεν έπαιξες το Βαθύ Πράσινο και όχι τον Καουμπόη γιατί κάποια τραγούδια δεν είναι από τα πολύ εμπορικά.

Ο καλλιτέχνης είναι και μέρος μιας καλλιτεχνικής παρέας την εκάστοτε εποχή;

Κάθε καλλιτέχνης είναι μέλος μιας ομάδας που γερνάνε παρέα. Πριν περίπου τριάντα χρόνια που ξεκίνησα είχα κάποιους εικοσάρηδες, εικοσιπεντάρηδες που τώρα είναι σχεδόν στην ηλικία μου. Τα νέα παιδιά που είναι τώρα δεκαοκτάρηδες, εικοσάρηδες δεν μπορώ να τα εκφράσω και θα’ μουνα και ψεύτης αν το λέγα. Έχουν τις Τρύπες. Εμείς λοιπόν είμαστε μια παρέα που δεν αυξάνουμε, αλλά μεγαλώνουμε. Αυτό είναι και το κοινό μου με την έννοια ότι οι συνομήλικοι μου καταλαβαίνουν ακριβώς τι εννοώ στα τραγούδια μου. Οι γιοι τους μπορεί να τους αρέσει επειδή λέω τα 'φτιαξε η Μάρη με τον Άρη και το Χάρη, αλλά δεν καταλαβαίνουν ακριβώς περί τίνος πρόκειται. Η μαμά τους μπορεί να μ’ αγαπάει επειδή λέω Φεύγουν τα Καλύτερά μας Χρόνια, αλλά δεν μπορεί να καταλάβει το Ετούτη τη Νύχτα δεν Ξέρω τι Κάνω. Το μεγαλύτερο κομμάτι του τι περιγράφω είναι η γενιά μας.

Ο «Φτωχός και Μόνος Καουμπόη» παραμένει ξένοιαστος ύστερα από τόσα χρόνια;
Πιο φτωχός και πιο μόνος καμιά φορά. Οι δίσκοι μου από τότε και μετά, όπου έχω και στους στίχους και τις μουσικές, θα μπορούσαν να είναι μια δουλειά. Ψηφίδες σε ένα μεγάλο παζλ. Μπερδεύω και εγώ τραγούδια που δεν ξέρω αν είναι στη Χαμηλή Πτήση ή στο Ψυχραιμία Παιδιά ή στο Μαραγκό. Μου λένε καμιά φορά: δεν θ’ αλλάξεις. Μα τι να γράψω; Τραγωδία θέλετε πραγματικά από εμένα; Στις καινούργιες δουλειές μου είναι ο τρόπος που βλέπω αυτά που συμβαίνουν γύρω μου με εμένα έτσι όπως έχω αλλάξει. Εκτός και αν κάνω μουσική για μια ταινία, κάτι που είναι άλλη ιστορία. Ή αν βρω πολύ καλούς στίχους να κάνω μια άλλη δουλειά.. Αν μου δινόντουσαν σήμερα τα Μικροαστικά θα τα μελοποιούσα. Εάν αναγκαστώ να γράψω τους στίχους πάλι θα λέω για μια Ρίτα, για τα κορίτσια που αγαπήσαμε, τα άσπρα μπουφάν, τα πιάνα… Άρα ο Καουμπόης συνεχίζει να προχωράει.
4619932580_0126c891ca.jpg
Η Πανεπιστημίου παραμένει δική σου;

Παρ’ όλου που έπαθα σοκ όταν ένα βράδυ γυρνούσα με την Άννα από το Ιντεάλ και πάλι έλεγε περί Πανεπιστημίου μου… Ρωτάει ένα ταξιτζή: τίνος είναι η Πανεπιστημίου; Μου λέει κατ’ αρχήν είναι Ελευθερίου Βενιζέλου και είναι δικιά μου. Πολύ βαρύ αυτό… Την αγαπώ αυτή την καταραμένη πόλη. Η Αθήνα έχει κρυμμένες ομορφιές… Όταν λέω είναι δικιά μου είναι με την έννοια ότι μπορώ να κάνω μια βόλτα στην πόλη και να λέω ιστορίες πόρτα με πόρτα. Κάθε σημείο της έχει γράψει μέσα μου. Από τις βιτρίνες της Σταδίου μέχρι τα μουσικά πρωινά στο Ρεξ με τον Οικονομίδη που πρωτοτραγούδησε η Μούσχουρη, μεγάλες ορχήστρες με πνευστά αμερικάνικου στυλ εκεί το '57, το Σινεάκ, τα 'χω τραγουδήσει όλα αυτά. Την σκέπτομαι πάντα στις καλές εκδοχές και όχι έτσι όπως έχει καταντήσει. Αγνώριστη. Η Κυψέλη που μεγάλωσα είναι μια άλλη πόλη. Αγνώριστα μέρη, άγνωστοι άνθρωποι. Τότε ήταν γνωστά μέρη, γνωστοί άνθρωποι. Παρ’ όλα αυτά την κρατάω μέσα μου, όπως κρατώ τη Νέα Υόρκη από τις ταινίες του Μπόγκαρτ.

Αν έγραφες σήμερα μουσική για μια ταινία τι θέμα θα σ’ ενέπνεε;
Μια καλή κωμωδία. Ας πούμε Μόντυ Πάιθονς, Μελ Μπρουκς. Έκανα μουσική για μια χαριτωμένη κωμωδία του Βασίλη Αλεξάκη τους «Αθηναίους». Η κωμωδία μου πάει καλύτερα. Όπως και στο θέατρο. Με ρωτούσαν γιατί δεν κάνεις Αριστοφάνη; Ε δεν μου το 'πε κανείς.

Ποιοι θα είναι καλεσμένοι μεταξύ άλλων στο κοκτέιλ πάρτι σου;

Και σε εκείνο το πάρτι που περιγράφω έχουν μείνει άνθρωποι έξω που θα ήθελα να είναι εκεί, αλλά δεν χωρούσαν στο τραγούδι. Δεν μπορεί να λείπει ο Ρεκορμπιζιέ ή ο Μαρξ. Ξέρεις πόσοι άνθρωποι μου έχουν πει αναφέρω τον Μαρξ. Εγώ το άκουσα μου λένε. Τον φαντάστηκαν. Δεν μπορεί σ’ αυτό το πάρτι να έρθει με τη γενειάδα του. Άρα υπάρχει μια εκκρεμότητα. Από νεώτερα παιδιά θα καλούσα τους Κατσιμιχαίους, τότε δεν υπήρχαν στο χώρο. Ο Γερμανός και ο Σαββόπουλος ήταν παρόντες σε εκείνο το πάρτι της Βουλιαγμένης. Τον Νίκο Κωνσταντόπουλο θα τον καλούσα.

Η σχέση σου με τη θάλασσα…
Είμαι Καρκίνος, ζώδιο του νερού. Έχω κάνει ναυτικός. Την αγαπώ τη θάλασσα. Είχαμε μια βάρκα στη Βουλιαγμένη, αγορασμένη ρεφενέ με την παρέα της γειτονιάς μου το ’57 και πηγαίναμε στο όμιλο, που ήταν τότε σαν παράγκα. Σάββατο βράδυ κοιμόμασταν στην άμμο και πηγαίναμε ξημερώματα με το βαρκάκι. Τεσσεράμιση μέτρα, ξύλινη, με κουπιά. Κάποτε έκανα συναυλίες πάνω σε σκάφος, το οποίο ναυάγησε έξω από την Μύκονο, πήρε φωτιά, κοντέψαμε να καούμε… Είχαμε πάει Επτάνησα, κάναμε τρεις-τέσσερις ωραίες συναυλίες και όταν βγήκαμε στο Αιγαίο πλάκωσαν τα μποφώρ και δεν μπορούσαμε να μπούμε στο λιμάνι. Ξαφνικά μύρισε κάτι και ήρθε ένας έντρομος και λέει καιγόμαστε… Η θάλασσα μου βγαίνει συνεχώς στη ζωή μου.

Ο Έλβις πάντως ήταν από τους πρώτους προσκαλεσμένους…

Είχα την τύχη να είμαι το ’55 δώδεκα χρονών και έτσι παρακολούθησα την πορεία του χορεύοντας τα δισκάκια όταν έβγαιναν ζεστά-ζεστά.. Χορεύω πολύ καλό ροκ εν ρόλ. Δεν μπορώ να χορέψω με οποιανδήποτε γιατί δεν ξέρουν πώς χορεύετε το ροκ εν ρολ. Πολύ καλή ντάμα ήταν η Άννα Κιουρτσόγλου, η αδερφή του κιθαρίστα Γιάννη. Ως ροκενρολλάς της δεκαετίας του 50, από αυτούς που χόρεψαν καλό ροκ εν ρολ, οφείλω να καταγγείλω τον Πρίσλεϋ, ότι τα τραγούδια του δεν ήταν χορευτικά, ήταν για φιγούρα περισσότερο. Αυτό το ροκ που χόρεψα ήταν πολύ πιο μαλακό. Λίγο Πατ Μπουν, Φατς Ντόμινο, Έβερλυ Μπράδερς. Τον Πρίσλεϋ τον αγάπησα στα μπλουζ του, όπως τα λέγαμε τότε. Τα Love me Tender, Are You Lonesome Tonight κλπ όλα τα χορέψαμε στην ώρα τους. Τα Tutti Frutti, Blue Suede Shoes δεν χορεύονταν από εμάς, αλλά από άσχετους. Δηλαδή μπορούσα να πάω σε ένα πάρτι στα τέλη του 50, να μην έχω πάει με την ντάμα μου-είχα μία που χόρευα-δεν ήταν απαραίτητα γκόμενα, ντάμα ήταν, και να μην χορέψω κανένα ροκ εν ρολ αν δεν χόρευε καμιά σωστά.

Σε διαγωνισμούς πήγαινες;

Στο παλιό Γκρην Παρκ, στο υπόγειο, από τα πρώτα κλαμπ που άνοιξαν, και στην ταράτσα του Πολυσάουντ ήταν το Σενού, του Γιωργου Φλίσκου, ενός πολύ καλού χορευτή που σκοτώθηκε. Εκεί διαγωνίζονταν συνέχεια ζευγάρια. Τι κερδίζαν; Ένα μπουκάλι μαυροδάφνη. Με το Rock Around the Clock μάθαμε το ροκ εν ρολ. Τότε παίχθηκε η Ζούγκλα του Μαυροπίνακα και το πρωτοακούσαμε. Αυτό το τραγούδι ήταν στα μέτρα μας. Θυμάμαι μια εμφάνιση του Έλβις στο Λας Βέγκας στα τελευταία του καθόταν στο καμαρίνι του. Κάποιος τον παίρνει να τον βγάλει στην σκηνή. Ο Έλβις μονολογεί: να θυμηθώ τα λόγια, να θυμηθώ τα λόγια… Αυτό λέω κι εγώ καμιά φορά.

Πώς ήταν το κλίμα στην παλιά Κυψέλη;

Μεγάλωσα σε μια αλήτικη συνοικία. Η Κυψέλη έβγαλε τους πρώτους τεντυ-μπόιδες, έβγαλε μπανιστηριτζήδες, ανθρώπους που κλέβαν αυτοκίνητα, μπουμπούκια… Η αλητεία έχει νόμους. Πολύ σοβαρούς. Και έχει συνέπεια. Λέμε μπέσα, μπέσα. Ο αλήτης βγάζει το σακάκι του και στο δίνει επειδή κρυώνεις. Έχει μια χάρη, μια λεβεντιά, μια αξιοπρέπεια την ο οποία συναντά κανείς στα ρεμπέτικα ή στα μπλουζ. Είναι αγορίστικη έννοια. Δεν νομίζω ότι πολύ εύκολα μπορεί μια γυναίκα να καταλάβει την έννοια της λέξης αλητεία. Αλητεία σημαίνει να πας ξημερώματα στην αγορά για μια σούπα και να περνάς από τα χασάπικα, τους πάγκους, τα ψαράδικα και να σου λένε ο περαστικός, ο ταξιτζής, ο σκουπιδιάρης γειά σου Λουκιανέ. Αν λένε ήρθε ο κύριος Κηλαηδόνης και η κα Κηλαηδόνη, καθήστε… σημαίνει γεια σου, ξέχνα το.

Αργότερα στη δεκαετία του 60 προτιμούσες τους Μπητλς ή τους Ρόλλινγκ Στόουνς;

Με τους Μπητλς… Και συγκεκριμένα δεν είμαι με τους Μπητλς, είμαι με τον ΜακΚάρτνεϋ. Δεν είμαι του Λέννον. Και μετά τη διάλυση στους δίσκους του ΜακΚάρτνεϋ υπάρχουν κομμάτια που περιέχουν όλη την ουσία των Μπητλς που εξακολουθεί να την κουβαλάει. Δεν μου έλειψε ο Λέννον. Ούτε με αυτά που έκανε, ούτε με αυτά που έγραφε. Ο Πωλ ΜακΚάρτνεϋ είναι από τους πέντε συνθέτες θα μείνουν από τον περασμένο αιώνα. Όπως και ο Μάνος Χατζιδάκις μαζί με τους Κολ Πόρτερ, Κουρτ Βάιλ. Πολύ μεγάλη έμπνευση.

Με τι άλλαζες το άσπρο μπουφάν σου;

Με ένα άλλο άσπρο μπουφάν…

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!