Χρήστος Λεοντής & Γιάννης Ρίτσος «Καπνισμένο τσουκάλι»

(ΑΚΟΥΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΔΙΣΚΟ) Ένας δίσκος «σταθμός» σε μουσική του Χρήστου Λεοντή που έχει σήμερα τα γενέθλιά του.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 

Σαν σήμερα…


Στις 11 Μαΐου του 1940 γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης ο Χρήστος Λεοντής. Ανατρέχοντας στη δισκογραφία του, σκέπτομαι πως αναφερόμαστε συχνά στα λιγότερο γνωστά και ξεχασμένα πονήματα των δημιουργών, «παραμελώντας», ίσως, τα γνωστά και κλασικά έργα τους… Έργα που όσο γνωστά κι αν είναι, ενδεχομένως σε μια σημαντική μερίδα του κοινού, ειδικά της νεολαίας, να παραμένουν «είδος προς εξερεύνηση»…

Ένα από τα έργα αυτά θεωρώ πως είναι και το «Καπνισμένο τσουκάλι» του Χρήστου Λεοντή, σε ποίηση του Γιάννη Ρίτσου…

«Καπνισμένο τσουκάλι»


Το «Καπνισμένο τσουκάλι» γράφτηκε από τον Γιάννη Ρίτσο στο Στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων στο Κοντοπούλι της Λήμνου απ’ τον Δεκέμβριο του 1948 ως τον Φεβρουάριο του 1949. Το 1973, κατά τη διάρκεια των γεγονότων της Νομικής, μελοποιήθηκε από τον Χρήστο Λεοντή και το 1975 κυκλοφόρησε σε δίσκο από την Columbia με ερμηνευτές τον Νίκο Ξυλούρη, την Τάνια Τσανακλίδου και τον Βασίλη Μπαρνή. Ο ίδιος ο Γιάννης Ρίτσος διαβάζει αποσπάσματα του έργου.
gioglou1

Τα τραγούδια του δίσκου


1. Τώρα είναι δικός σου αυτός ο δρόμος - Τάνια Τσανακλίδου
2. Αυτά τα κόκκινα σημάδια - Νίκος Ξυλούρης
3. Αύριο μπορεί να μας σκοτώσουν - Νίκος Ξυλούρης
4. Ξέρουμε - Τάνια Τσανακλίδου
5. Κι όχι να πείτε - Νίκος Ξυλούρης
6. Κι έρχομαι μονάχα να σ΄αγκαλιάσω - Τάνια Τσανακλίδου
7. Τούτες τις μέρες - Νίκος Ξυλούρης
8. Αυτοί που περιμένουν - Νίκος Ξυλούρης
9. Λοιπόν παιδιά μου - Τάνια Τσανακλίδου, Βασίλης Μπαρνής
10. Εδώ είναι ένα φως αδελφικό - Νίκος Ξυλούρης
11. Έχεις ακόμη να κλάψεις πολύ - Νίκος Ξυλούρης
12. Και να αδελφέ μου - Νίκος Ξυλούρης

Έπαιξαν οι μουσικοί


Η διεύθυνση της ορχήστρας έγινε από τον Χρήστο Λεοντή. Έπαιξαν οι μουσικοί: Μάνος Αβαράκης (φυσαρμόνικα), Γιάννης Βάρλας (μπουζούκι), Γιάννης Γραμματικούλης (φλάουτο), Διονύσης Γράψας, Γεράσιμος Πυλαρινός (κλασική κιθάρα), Θανάσης Κατερινάκης (κλαρινέτο), Δημήτρης Ντεληθέος (κιθάρα), Κατερίνα Ξηρογιάννη (πιάνο), Γιάννης Ξυλούρης (λύρα), Χρήστος Πανόπουλος, Άγγελος Σφακιανάκης (κρουστά), Μιχάλης Τριπολιτσιώτης (μπάσο). Ο Χρήστος Λεοντής έπαιξε λαούτο. Η ηχογράφηση έγινε στο studio ΕΝΑ από τον Γιάννη Σμυρναίο. Τα εικαστικά του εξωφύλλου ήταν του Γιάννη Ρίτσου, η σχεδίαση του εξωφύλλου έγινε από τον Ανακρέοντα Καναβάκη και η επιμέλεια παραγωγής ήταν του Γιώργου Μακράκη.

Λίγα λόγια για το δίσκο

Νομίζω πως το «Καπνισμένο τσουκάλι» είναι ένα από τα έργα που περιέχουν όλα τα χαρακτηριστικά των έργων που γράφτηκαν για να εκφράσουν το όραμα και το δικαίωμα στην ελευθερία, τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η χρονική περίοδος που επέλεξε ο συνθέτης για να το μελοποιήσει. Μου θυμίζει την περίπτωση της «Ρωμιοσύνης», επίσης του Γιάννη Ρίτσου, που ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε μόλις γύρισε στο σπίτι του, ανήμερα των Φώτων του 1966, μετά από συγκρούσεις και άγριο ξυλοδαρμό από την αστυνομία και ανακαλύπτοντας, πάνω στο πιάνο, τα ποιήματα του Ρίτσου, που του είχαν φέρει οι γυναίκες των κρατουμένων, πριν από μερικές ημέρες… Είναι χαρακτηριστικό επίσης πως το «Καπνισμένο τσουκάλι», κατάφερε να «επιπλεύσει» τότε, μέσα στον «καταιγισμό» από τις κυκλοφορίες των παλαιότερων αλλά και των νέων έργων του Μίκη Θεοδωράκη…

Όσον αφορά τους ερμηνευτές, δε νομίζω πως χρειάζεται να συμπληρώσουμε κάτι για τις ερμηνείες του Νίκου Ξυλούρη και της Τάνιας Τσανακλίδου ή για την καταλυτική συμμετοχή του Γιάννη Ρίτσου στις αφηγήσεις των κειμένων. Για αυτά τα πράγματα έχει μιλήσει η ιστορία… Ο μόνος από τους συντελεστές που στη συνέχεια χάθηκε από το προσκήνιο, είναι ο Βασίλης Μπαρνής, η χροιά του οποίου θυμίζει έντονα τον Μανώλη Μητσιά εκείνης της εποχής. Η δισκογραφική του παρουσία μετά το «Τσουκάλι» εντοπίζεται σε δυο μόλις εκδόσεις.

Ο Χρήστος Λεοντής για το «Καπνισμένο Τσουκάλι»


Ο δίσκος κυκλοφόρησε σε cd, το 2002 επανεκδόθηκε στη σειρά της Minos - Emi «100 μεγάλες ηχογραφήσεις του αιώνα», ενώ το 2005 με αφορμή τη συμπλήρωση 30 χρόνων από την πρώτη κυκλοφορία του, η εταιρεία επανακυκλοφόρησε το cd, σε πιο «προσεγμένη» έκδοση (επιμέλεια Γιώργου Τσάμπρα), έχοντας στο ένθετο ένα εκτενέστατο κείμενο του Χρήστου Λεοντή σχετικά με την ιστορία του έργου. Το κείμενο είχε πρωτοδημοσιευθεί στο τεύχος 182 του περιοδικού «Η Λέξη» (Οκτώβριος - Δεκέμβριος 2004), που ήταν αφιερωμένο στον Γιάννη Ρίτσο.

Γράφει λοιπόν ο συνθέτης:


Ο Γιάννης Ρίτσος και το Καπνισμένο τσουκάλι

Από υπερβολικό θαυμασμό για το έργο των ποιητών, είχα ανέκαθεν την εντύπωση πως ότι ήταν γραμμένο σε μορφή ποιήματος δεν είχε γραφεί από χέρι ανθρώπου αλλά ήταν εξ’ ουρανού. Αυτή την εντύπωση είχα βέβαια και για το έργο του Ρίτσου πριν τον γνωρίσω.

Η γνωριμία μας έγινε στις 12 Μαρτίου 1963, τη μέρα που έκανα την παρθενική μου συναυλία μαζί με το Λοΐζο στο θέατρο «Ακροπόλ». Είχε έρθει να μας ακούσει, όπως επίσης και ο Βρεττάκος, χωρίς να γνωριζόμαστε με κανέναν από τους δύο. Τη συναυλία μας προλόγιζε ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος μάλιστα την ίδια εκείνη μέρα και με διαφορά μισής ώρας έπαιζε με τον Μάνο Χατζιδάκι σε άλλο θέατρο, το «Κεντρικόν». Εγώ είχα μεγάλο τρακ σε όλη τη διάρκεια της παράστασης, διότι πριν την έναρξη μας είχαν ειδοποιήσει για την έλευση των δύο ποιητών, αλλά στο τέλος ήλθαν και μας συνεχάρησαν θερμά. Με το Ρίτσο βγάλαμε και μία φωτογραφία, που μου θυμίζει την ημέρα της γνωριμίας μας.
gioglou3
Από τότε άρχισα να διαβάζω πιο συστηματικά την ποίηση του Ρίτσου, του Βρεττάκου και πολλών άλλων συγχρόνων ή παλιότερων ποιητών, γιατί πίστευα πως ήταν κι ένα μέρος της δουλειάς μου. Προσπαθούσα να ανακαλύψω τον Λόγο που θα εξέφραζε και μένα, για να μπορέσω να τον κάνω μουσική, αφού η καλλιτεχνική μας ιδεολογία εκείνη την εποχή ήταν ιδιαίτερα στραμμένη προς την ελληνική ποίηση. Έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία και ξεκίνησα με βουλιμία να μελετώ τον Ρίτσο. Μέσα από κει γνώρισα το ποιητικό του μεγαλείο, την ανθρωπιά του, αλλά και το νεανικό στοιχείο της αμεσότητας που έχει ο λόγος του - γιατί είναι αλήθεια ότι πολλοί καλλιτέχνες αποφεύγουν να μιλήσουν άμεσα, κάνοντας πολλές αδικαιολόγητες στροφές στην έκφρασή τους. Προσωπικά θαυμάζω τους ποιητές που ήδη με την πρώτη ανάγνωση στου αφήνουν το απόσταγμα της σκέψης και του αισθήματός τους. Τέτοιοι ποιητές είναι ο Σεφέρης, ο Ελύτης και ο Ρίτσος.

Από το έργο του Ρίτσου βρήκα πολλά ποιήματα που θα μπορούσα να τα προσεγγίσω και να γράψω πάνω τους μουσική. Πολλών λογιών συγκυρίες όμως δε μου επέτρεψαν να το κάνω. Ώσπου ήλθε η περίοδος της δικτατορίας και, το 1973, τα γεγονότα της Νομικής. Καθώς όλος ο κόσμος προσπαθούσε να συμπαρασταθεί με όποιο τρόπο μπορούσε στα παιδιά που είχαν κάνει κατάληψη, εγώ κλείστηκα σπίτι μου φέρνοντας συνέχεια στη σκέψη μου την ποίηση του Ρίτσου, γιατί μόνο αυτή εξέφραζε εκείνη τη στιγμή εκείνο που αισθανόμουν. Βρήκα μάλιστα ένα από τα λιγότερο γνωστά του έργα, το ΚΑΠΝΙΣΜΕΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ από τη συλλογή ΑΓΡΥΠΝΙΑ. Ομολογώ ότι μπροστά μου ανοίχθηκε ένας διάπλατος ορίζοντας, που ούτε καν μπορούσα να το φανταστώ για ένα ποίημα γραμμένο σε άλλη εποχή, το 1948, κάτω από άλλες συνθήκες.

Άρχισα να το διαβάζω, να το επεξεργάζομαι μουσικά και μέσα σε δυο - τρεις μέρες είχα γράψει τα πρώτα μου τραγούδια: Το «Ήταν μακρύς ο δρόμος», το «Αυτά τα κόκκινα σημάδια» και το «Ξέρουμε». Την επομένη το βράδυ κατέβηκα στο κέντρο. Είχαν ήδη προχωρήσει τα γεγονότα, διαδηλώσεις, συλλήψεις, κλπ. Μας κυνηγούσαν οι αστυνομικοί και κάποια στιγμή βρέθηκα με ένα παπούτσι στην οδό Αθηνάς, κοντά στη Λαχαναγορά. Για να γλυτώσω ανέβηκα σε ένα καρότσι, σκεπάστηκα με κάτι καφάσια και έμεινα εκεί ώσπου πέρασε η μπόρα. Διέσχισα μετά το Μοναστηράκι κι από κει έφτασα στην Πλάκα. Εκεί, στην οδό Θόλου, υπήρχε μία μπουάτ (νομίζω λεγόταν «Το χρυσό βαρέλι»), όπου τραγουδούσε ο Γιώργος Ζωγράφος. Μπαίνω μέσα και βλέπω γύρω στους 40 - 50 φοιτητές, άλλους ματωμένους, άλλους με τα μάτια πρησμένα από τα δακρυγόνα, όλους στην ίδια περίπου κατάσταση με εμένα. Επικρατεί μία ατμόσφαιρα σχεδόν καλογερίστικη, συγκινησιακά φορτισμένη. Οπότε, με καλεί ο Ζωγράφος αν θέλω να παίξω κάτι δικό μου. Εκείνη την ώρα το μόνο που είχα στο μυαλό μου ήταν τα τραγούδια του Ρίτσου που μόλις είχα γράψει. Κάθομαι λοιπόν στο πιάνο, συγκεντρώνομαι και προσπαθώ να τα θυμηθώ. Παίζω το πρώτο κομμάτι, μετά το δεύτερο, μετά το τρίτο χωρίς να σταματήσω καθόλου ενδιάμεσα. Τελειώνοντας ένιωσα φοβερή κούραση, ένα πλάκωμα και σα να μου είχαν κοπεί τα χέρια από τη ρίζα. Δε χειροκρότησε κανείς, αλλά μόλις γύρισα το κεφάλι, είδα όλα τα παιδιά αγκαλιασμένα ανά δύο, σκυφτά και να κλαίνε. Με πήραν και μένα τα κλάματα.

Αυτή ήταν η πρώτη εκτέλεση των πρώτων κομματιών από το ΚΑΠΝΙΣΜΕΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ. Τότε κατάλαβα ότι ο Ρίτσος ήταν πραγματικά ένας οδηγητής, ένας οραματιστής, ένας ηγέτης ανθρώπων που θέλουν να ζήσουν με υπερηφάνεια. Και τα ποιήματά του, που έγιναν τραγούδια, εκφράζουν τον αγώνα της εποχής και τον αγώνα κάθε εποχής για την αξιοπρέπεια και την ελευθερία. Γιατί, όσο κι αν φθείρεται η ψυχή του ανθρώπου, πάντα μία εσωτερική δύναμη αυτοάμυνας του ανοίγει χαραμάδες και διόδους προς το φως.

Μόλις ολοκλήρωσα το ΚΑΠΝΙΣΜΕΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ, τηλεφώνησα στο Ρίτσο και ζήτησα να τον δω, κυρίως γιατί στα τραγούδια είχα κάνει κάποιες «μικροαυθαιρεσίες» τεχνικής φύσεως (είχα μετατοπίσει κάποιους στίχους ή τους επαναλάμβανα στο τέλος) και ήθελα να τον ενημερώσω. Έγραψα σε μία μαγνητοταινία, τελείως πρόχειρα τα τραγούδια και του την πήγα. Την άκουσε μόνος του και την επομένη μου τηλεφώνησε ενθουσιασμένος: «Αισθάνομαι, μου λέει, πως έχουν μια δύναμη που ούτε κι εγώ ο ίδιος δεν την είχα φανταστεί. Τα ποιήματα πήραν μια άλλη δυναμική και βγήκε μπροστά το στοιχείο της αισιοδοξίας, του αγώνα σε όλο του το εύρος και την ομορφιά. Γιατί ο αγώνας δεν είναι μόνο η μάχη, είναι και η ομορφιά της ζωής μετά τη μάχη. Και τα τραγούδια αυτά, μου λέει, φέρνουν στο φως όλη αυτή την ομορφιά».

Περιττό να πω ότι πέταξα στα σύννεφα. Πολύ περισσότερο επειδή επρόκειτο για έναν ποιητή που, αντικειμενικά, είναι από τους σημαντικότερους. Άλλωστε, τον θεωρώ έναν από τους δασκάλους μου – μαζί με τον Κουν, τον Τσαρούχη, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη. Ο Ρίτσος υπερασπιζόταν με το έργο του αξίες της ζωής και αξίες της Τέχνης, οι οποίες με αφορούσαν και μένα βαθιά.

Το ΚΑΠΝΙΣΜΕΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ πρωτοπαρουσιάστηκε ολόκληρο σε μια μπουάτ που είχα ανοίξει στην Πλάκα, την «Αγρύπνια», όπου το τραγουδούσε η Ελένη Μαντέλου. Αργότερα, θέλησα να το παρουσιάσω σε μια συναυλία. Πήρα τη σχετική άδεια (από τον τότε υπουργό Προεδρίας της δικτατορίας, τον Ζουρνατζή) και η συναυλία είχε ορισθεί για τις 26 Νοέμβρη του ‘73. Εν τω μεταξύ όμως έγιναν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και το πραξικόπημα του Ιωαννίδη, οπότε η συναυλία ματαιώθηκε.

Όταν, αρκετό καιρό μετά την Μεταπολίτευση, επρόκειτο να γυριστεί το έργο σε δίσκο, με τον Νίκο Ξυλούρη, ζήτησα από το Ρίτσο να διαβάσει ο ίδιος κάποιους στίχους. Εκείνος αρχικά αρνήθηκε και μου πρότεινε να τα διαβάσει ο Μάνος Κατράκης. Εγώ δεν ήθελα, αφενός διότι ο Κατράκης διάβαζε κάποια μέρη από το ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ στο δίσκο του Θεοδωράκη και αφ’ ετέρου διότι μου άρεσε η ιδέα να συμμετέχει ο ίδιος ο ποιητής και ν’ ακούγεται η φωνή του. Κατά βάθος, ήξερα ότι και σ’ εκείνον άρεσε η ιδέα. Έτσι όταν του είπε «Καλά, θα ζητήσω από τον Κατράκη να τα πει», εκείνος συμφώνησε και μου είπε: «Άσε, θα δοκιμάσω να τα πω εγώ». Νομίζω ότι το αποτέλεσμα είναι επιτυχημένο - η φωνή του είναι πολύ ωραία και η ανάγνωσή του σαν ερμηνεία θεατρικού ρόλου.
gioglou9
Ο Ρίτσος λείπει σαν παρουσία, σαν ολοκληρωμένη καλλιτεχνική υπόσταση. Δεν ήταν μόνο σπουδαίος ποιητής. Ασχολήθηκε με το θέατρο, το μυθιστόρημα, τη μετάφραση. Ζωγράφιζε εξαιρετικά πάνω σε πέτρες και σε καλαμόριζες. Έπαιζε πιάνο, στα νιάτα του υπήρξε χορευτής. Ένας μεγάλος πνευματικός άνθρωπος, που το έργο του ανοίγει δρόμους. «Ένα παράθυρο ανοιχτό στη λιακάδα», λέει στο ΚΑΠΝΙΣΜΕΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ. Αυτό ακριβώς είναι ο Ρίτσος: ένα παράθυρο ανοιχτό στη λιακάδα. Και στο σημερινό σκοτάδι, αυτό το φως μου λείπει, μας λείπει πολύ.

Χρήστος Λεοντής

Υ.Γ: Οι φωτογραφίες προέρχονται από το εσώφυλλο της πρώτης έκδοσης του δίσκου 33 στροφών.

Ημερομηνία πρώτης δημοσίευσης στο ogdoo.gr: 11/05/2016

Στο video που ακολουθεί μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το δίσκο.

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!