O Θοδωρής Βλαχάκης και Magic De Spell δεν αρκούνται στο παρελθόν

Σχηματίστηκαν στα τέλη του 1979 στην Αθήνα έχοντας επιρροές από το ισχυρό ρεύμα της βρετανικής σκηνής του new wave και της punk rock.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
07/03/2018

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Γιάννης Αλεξίου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Κάτω από αυτό το μουσικό ερέθισμά τους κυκλοφόρησε το καλοκαίρι του ’81 το πρώτο 7ίτσο σινγκλ τους με γενικό τίτλο «Nightmare» στα ράφια του θρυλικού δισκάδικου «Happening», στην οδό Χαριλάου Τρικούπη 13, που ξεκίνησε τις δισκογραφικές παραγωγές του με το συγκρότημα αυτό και είχε την αποκλειστική διάθεση του δίσκου τους που τυπώθηκε σε 1080 κόπιες.

Για τους πρώτους τυχερούς που το αγόρασαν είχε κι ένα περίεργο εξώφυλλο που είχε φιλοτεχνήσει ο τραγουδιστής τους Alex Kyriakidis, πάνω σ’ ένα σκίτσο του George Alahouzos, του αμέσως μετά κιθαρίστα τους.
Το γκρουπ αρχικά ήταν τρίο. Τα άλλα δύο μέλη τους ήταν ο George Skarlatos στο μπάσο και ο Teo Vlahakis στα τύμπανα. Ενδεικτική είναι η αγγλόφωνη αναφορά των ονομάτων τους στο δίσκο τους ως ισχυρή επιρροή της εποχής, κάτι που αποτύπωνε το στίγμα τους και στην σημείωση του οπισθόφυλλο, με κεφαλαία γράμματα : THE MAGIC DESPELL’S PUNK SOUND.

Ο δίσκος αυτός που περιείχε τρία εκπληκτικά τραγούδια: «Sweating All Over», «Virgin Freedom» και για flipside το «Poor Johnny’s Lonely Blues» που σηματοδοτούσαν την πρώτη περίοδο του σχήματος, την αγγλόφωνη.

Ήταν ένα ιδιαίτερο συγκρότημα από το ξεκίνημά του. Η φήμη του και το κοινό τους μεγάλωσε όταν σύντομα προσχώρησε στο συγκρότημα ο τραγουδιστής Ηλίας Ασλάνογλου που ήταν επίσης ένας εξαιρετικός περφόρμερ. Με την προσθήκη αυτή, συν του πιανίστα Θανάση Σκαρλάτου κυκλοφόρησαν το εξαιρετικό πρώτο μεγάλο δίσκο τους «A Body In A Snare» το 1983 στην Music Box ενώ, όπου ξαναηχογραφούν το «Poor Johnny’s Lonely Blues» και εμφανίζουν το τραγούδι «Nightmare» που ενώ ήταν τίτλος του πρώτου σιγνκλ τους, δεν υπήρχε μέσα.

Ας σημειωθεί ότι είχε μεσολαβήσει η συμμετοχή τους στην συλλογή νέου μουσικού υλικού με σημαντικά συγκροτήματα της εποχής «Happening’82» με δύο κομμάτια: «End Of Nirvana» και C.B. (City is Burning).

Από τότε μέχρι σήμερα η σύνθεση των Magic De Spell έχει περάσει από πολλές ανακατατάξεις, ενώ το 1993 το συγκρότημα εμφανίζεται ως ελληνόφωνο πια με τον εμβληματικό έως σήμερα δίσκο τους «Διακοπές στο Sarajevo» στην Wea, την παραγωγή του οποίου ανέλαβε ο J.J. Burnel των περίφημων Stranglers.

Μετά την επιτυχία του δίσκου αυτού η συνεργασία με τον Άγγλο μουσικό – παραγωγό συνεχίστηκε και στο «Νίψον Ανομήματα Μη Μόναν Όψιν» που ήταν διπλό και περιείχε δύο διασκευές, το «Πότε Βούδες Πότε Κούδας» του Μανώλη Ρασούλη και το «Δως μου το χέρι σου» των Νοστράδαμος με την συμμετοχή της Δέσποινα Γλέζου που το πρωτοτραγούδησε στα 70ς.

Στην απρόσμενη επιτυχία του δίσκου συνέβαλε και το σατυρικό βίντεο κλιπ «Τέρμα το Διάλειμμα» με πρωταγωνιστή τον γνωστό κωμικό Σωτήρη Καλυβάτση. Στη πορεία τους θα ακολουθήσουν και άλλες πετυχημένες διασκευές στο ύφος των Magic De Spell.

Μετά το δίσκο αυτό αποχωρεί ο τραγουδιστής Ηλίας Ασλάνογλου και επιστρέφει το ιδρυτικό μέλος Γιώργος Σκαρλάτος. O πιο πρόσφατος δίσκος τους είναι «Πρόγονε Πίθηκε, Εσύ Τι Λες» το ’14, ενώ τώρα είναι στο στούντιο και ηχογραφούν την νέα δουλειά τους. Δοκιμασμένοι στην αντοχή του χρόνου και μετά από πολλές μεταμορφώσεις συνεχίζουν να μας εκπλήσσουν. Η σημερινή σύνθεση τους είναι : Θοδωρής Βλαχάκης - drums,,Δημήτρης Μποτής - keyboards, Γιώργος Αρχοντάκης – μπάσο, Βαγγέλης Θεοδωράκης – κιθάρες και Γιώργος Λαγγουρέτος – φωνή.

Για την ιστορία των Magic De Spell, από τα ταραγμένα 80ς έως σήμερα των Magic de Spell ο στυλοβάτης και ιδρυτικό μέλος τους, πολύπειρος ντράμερ και συν-συνθέτης του γκρουπ, Θοδωρής Βλαχάκης έχει βιώσει όλη την πολυτάραχη πορεία μίας από τις πιο ιστορικές ελληνικές μπάντες που κέρδισε το στοίχημα με το χρόνο.

Πώς αισθάνεσαι ως το παλιότερο μέλος, μετά από 38 χρόνια στους Magic de Spell ;
-Ικανοποιημένος. Είναι σημαντικό για μένα, να εξακολουθώ να κάνω αυτό που αγαπώ, κλείνοντας το μάτι στο ημερολόγιο!

Σε τι φάση βρίσκεται το συγκρότημα ;
-Ασχολούμαστε με νέους ήχους και τραγούδια. Δεν αρκούμαστε στο παρελθόν της μπάντας για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Το στοίχημα είναι να βρισκόμαστε πάντα σε δημιουργική φάση. Η ιστορία είναι σημαντικός παράγοντας, αν μπορείς παράλληλα, να τοποθετείσαι στη σύγχρονη εποχή.

Ποιος δίσκος σας πιστεύεις ότι έκανε το γκελ και εκτίναξε τη δημοφιλία της μπάντας ;
-Σίγουρα το «Διακοπές στο Sarajevo». Δικαίωσε την τότε επιλογή μας να οδηγήσουμε τον ήχο μας σε πιο grunge μονοπάτια, αλλά και να αλλάξουμε το στίχο μας, από αγγλόφωνο σε ελληνόφωνο. Δεκατρία χρόνια από τη δημιουργία μας, πρώτα με τη διασκευή μας στο «Μαθητή» του Ζαμπέτα και μετά με το δικό μας «Sarajevo (Φώναξε)», καταφέραμε μια σημαντική επανεκκίνηση των Magic De Spell. Δε μπορώ όμως να αγνοήσω και το πρώτο μας (εντελώς διαφορετικό) LP «A body In A Snare», στις αρχές του 1983. Ήταν αυτό που χαρακτήρισε επί της ουσίας τον ήχο μας για ολόκληρη τη δεκαετία των 80’s.

Σε αρκετά τραγούδια σας ανιχνεύετε την ποίηση, ένα «δύσκολο» κομμάτι της λογοτεχνίας, όπως στο «Εμένα οι φίλοι μου» σε ποίηση της Κατερίνας Γώγου από το βιβλίο της «3 κλικ αριστερά», που έχει γίνει το σήμα κατατεθέν του γκρουπ. Πώς βλέπεις αυτή την ισορροπία ανάμεσα στην ποίηση και στην μουσική ;
-Είναι πραγματικά μια δύσκολη ισορροπία. Η ποίηση είναι αυτοδύναμη και διαχρονική. Δεν έχει την ανάγκη καμιάς διαφορετικής τέχνης για να σταθεί. Από την άλλη μεριά, έχουν υπάρξει σε όλες τις δεκαετίες και στα περισσότερα μουσικά ρεύματα, σημαντικά τραγούδια - μελοποιήσεις ποιητών. Οι ακροατές της μουσικής, ανακαλύπτουν τα ποιήματα μέσα από τα τραγούδια και η ποίηση, κατά ένα τρόπο, γίνεται βιωματική γι’ αυτούς. Το rock, τα κινήματα και η ποίηση, παγκόσμια και σε όλες τις εποχές, συχνά έχουν συναντηθεί. Εκτός από το «Εμένα οι φίλοι μου» της Κατερίνας Γώγου, έχουμε μελοποιήσει Κώστα Καρυωτάκη, Γιώργο Χρονά, Ελευθερία Αναγνωστάκη Τζαβάρα, Πάμπο Φιλίππου, Δημήτρη Ποντίκα, αλλά και τον ποιητή από το Ελ Σαλβαδόρ Roque Dalton στο τελευταίο LP μας, το «Πρόγονε πίθηκε, εσύ τι λες;».

Υπάρχουν διαφορετικές μουσικές επιρροές στα μέλη σας και ποια είναι η «χημεία» ώστε να δημιουργείτε ;
-Φυσικά υπάρχουν οι διαφορετικές μουσικές επιρροές των μελών. Η γνώμη μου είναι, πως η «χημεία» δεν είναι κάτι που εξηγείται με λόγια. Ή υπάρχει ή δεν υπάρχει. Ή, μπορεί και να καταστραφεί... Όμως, πάντα είναι το ζητούμενο και χωρίς αυτήν δεν κάνεις βήμα. Όλα τα παιδιά στο γκρουπ είμαστε φίλοι. Κάνουμε καθημερινή παρέα. Ταξιδεύουμε μαζί επ’ ευκαιρία των συναυλιών. Ξέρει ο ένας τον άλλο από την καλή και την ανάποδη. Η ζύμωση αυτή, μουσική, ιδεολογική κλπ, δημιουργεί τη μεταξύ μας «χημεία»

Πώς σχηματιστήκαν στις αρχές του’80 οι Magic De Spell και κάτω από ποιες συνθήκες ιδρύσατε το γκρουπ ; (σε ποια γειτονιά της Αθήνας, που κάνατε πρόβες, σε τι κατάσταση βρισκόσασταν, ζούσατε από την μουσική ; πώς ήταν η περιρρέουσα κατάσταση…)
-Μαζί με τον τότε συμφοιτητή μου και πρώτο τραγουδιστή του γκρουπ Αλέξη Κυριακάκη, βάλαμε αγγελία στο περιοδικό «Μουσικό Εξπρές». Έτσι βρήκαμε τον μπασίστα Γιώργο Σκαρλάτο και ξεκινήσαμε. Επειδή δεν υπήρχαν τότε προβάδικα studios, είχαμε νοικιάσει ήδη ένα περίεργο κτίσμα στο Μπραχάμι. Ήταν υπόγειο χωρίς ισόγειο... Το είχαν για στάβλο! Καθαρίσαμε και ξεκινήσαμε! Εκεί διαμορφώθηκαν τα πρώτα τραγούδια μας. Φιλοξενήσαμε και άλλες μπάντες, που κατά καιρούς έκαναν εκεί τις πρόβες τους, όπως οι Breakdown και οι Παρθενογέννεσις. Κάποια μέρα, πήγαμε για πρόβα και βρήκαμε την πόρτα σπασμένη, αλλά δεν έλειπε από μέσα τίποτα. Το μυστήριο, μας έλυσε αργότερα ο περιπτεράς της γειτονιάς. Την πόρτα την είχαν σπάσει οι γείτονες, πιστεύοντας πως θα βρουν μέσα ναρκωτικά και θα ανακαλύψουν όργια. Μάλλον απογοητεύτηκαν...
Τώρα, όσον αφορά το αν ζούσαμε από τη μουσική, όχι. Αυτό έγινε εφικτό, μόνο στα μέσα της δεκαετίας του ενενήντα.

Πόσο ευνοϊκή ήταν η περίοδος εκείνη για να δημιουργηθεί ένα γκρουπ που είχε punk/new wave επιρροές στον απόηχο του ροκ της δεκαετίας του ’70 ;
-Κι όμως ήταν ευνοϊκή περίοδος, γιατί τότε που ξεκινήσαμε εμείς, δεν το αποτολμούσε κανείς και το πεδίο ήταν ελεύθερο. Επί πλέον, εμείς παίζαμε από την αρχή δικά μας τραγούδια, ενώ τα γκρουπ του classic rock τότε, συνήθιζαν να παίζουν διασκευές. Το μεγάλο πρόβλημα υπήρχε στις συναυλίες, όταν συμμετείχαν συγκροτήματα και των δυο «τάσεων». Το seventies κοινό, σχεδόν ποτέ δεν ανεχόταν γκρουπ με punk επιρροές. Το αποτέλεσμα συνήθως ήταν απόπειρα διαπόμπευσης και φασαρία. Εμείς είμαστε πιτσιρικάδες όμως και δε μασάγαμε. Ρίχναμε και κάτι ψιλές... Άσε που το διασκεδάζαμε κιόλας! Από την άλλη βέβαια, όλα αυτά δυνάμωναν τον πυρήνα.

Ποια θεωρείς καλύτερη περίοδο για το συγκρότημα και γιατί ;
-Για μένα, όλες οι φάσεις των Magic De Spell έχουν το ίδιο ενδιαφέρον. Όλες μαζί, αποτελούν τη δική μας αλήθεια, που είναι η συνολική εικόνα. Η πορεία, το ταξίδι, τα καλά και τα άσχημα. Οι φιλίες, οι τσακωμοί, η ανάγκη μας να εκφραστούμε και να εκφράσουμε την κάθε εποχή. Ίσως ξεχωρίζω τη δεκαετία μεταξύ 1993 και 2003, επειδή τότε πραγματοποιήθηκαν σημαντικά περισσότερες συναυλίες και ταξίδια σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, την Κύπρο, αλλά και το εξωτερικό. Άρα είχε περισσότερες εμπειρίες και μεγαλύτερη επικοινωνία από κοντά με τους φίλους μας ή αν θέλεις, με το «κοινό» μας!

Υπήρξαν διαφωνίες στην μπάντα όταν αποφασίσατε να γίνετε ελληνόφωνο συγκρότημα με το άλμπουμ «Διακοπές στο Sarajevo», σε παραγωγή του JJ Burnell (μπασίστα των Stranglers) ή ήταν μια ομόφωνη απόφαση ;
-Όχι, δεν ήταν καθόλου ομόφωνη απόφαση. Είχαμε μοιραστεί για χρόνια στα δύο. Σκέψου πως για να συμβιβάσουμε τα πράγματα και να μη διαλυθούμε, είχαμε αποφασίσει, ο επόμενος δίσκος μας να είναι από τη μια πλευρά αγγλόφωνος και από την άλλη ελληνόφωνος. Ευτυχώς αυτό δεν έγινε ποτέ πράξη. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, από τη δύσκολη θέση μας έβγαλε ο JJ Burnell, ο οποίος είχε την άποψη να είναι ελληνόφωνος ο δίσκος. Αυτό επηρέασε και τους «αντιφρονούντες». Προσωπικά, από το 1986 σκεφτόμουν ένα ελληνόφωνο άλμπουμ. Η γνωριμία και η συνεργασία μας με τον JJ Burnell, έπαιξε τεράστιο ρόλο στη μετέπειτα εξέλιξη και πορεία μας. Μάθαμε τον τρόπο που δουλεύουν οι Βρετανοί μουσικοί, αποκτήσαμε γνώση και εμπειρία, αλλά μας άνοιξε και ο δρόμος για το MTV και τα ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Έτσι το 1994, σε πανευρωπαϊκή διοργάνωση στη Γαλλία, πήραμε το πρώτο βραβείο low budget videoclip. Το σημαντικότερο όμως που κερδίσαμε από αυτή τη συνεργασία, είναι η πεποίθηση πως όλα μπορούν να συμβούν τελικά στο ελληνικό ροκ, ακόμη και το να συνεργαστείς με τον μπασίστα των Stranglers!

Έχεις βιώσει όλη την εξέλιξη της ροκ στην Ελλάδα; Ποια είναι η αποτίμησή σου ;
-Έχει γίνει πλέον ένα είδος βιωματικής, αλλά και λαϊκής μουσικής για όλους μας, μουσικούς και ακροατές. Έχουμε γαλουχηθεί από τους ήχους του, τέσσερις γεμάτες δεκαετίες. Υπάρχει ιστορία, κουλτούρα, σημαντικά τραγούδια και μουσικά έργα, ήρωες που έφυγαν (Άσιμος, Σιδηρόπουλος, Ανεστόπουλος)... Κάποιες εποχές μάλιστα, βρεθήκαμε και πιο μπροστά από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Θυμηθείτε την επιτυχία των Aphrodite’s Child και των Axis στις αρχές των 70’s. Η ευχή και η κατάρα είναι πως τα εκάστοτε κατεστημένα κυκλώματα στην Ελλάδα, δεν αποδέχτηκαν στ’ αλήθεια ποτέ το ροκ. Δεν εξυπηρετούσε, δεν ήταν τόσο «εύκαμπτο» για να το χρησιμοποιήσουν. Για το λόγο αυτό, όλοι εμείς, εσείς, και πολλοί ακόμα, θεωρούμαστε πάντα στην «απ’ έξω». Αυτό βοήθησε όμως τελικά να διατηρήσουμε την κριτική μας ματιά και να μην ενσωματωθούμε και ισοπεδωθούμε.

Ποια συγκροτήματα και μουσικούς εκτιμάς για την προσφορά τους στην ελληνική ροκ σκηνή ;
-Αυτές οι γνώμες είναι πολύ προσωπικές. Τέλος πάντων.. Για μένα, ίσως οι Πελόμα Μποκιού υπήρξαν το σημαντικότερο γκρουπ των ’70ς. Ο ήχος τους ήταν απολύτως συγκρίσιμος με ό,τι ακουγόταν τότε παγκόσμια, παρ’ όλο που είχαν ελληνικό στίχο και επιρροές από την ελληνική μουσική. Αξεπέραστα άλμπουμ θεωρώ τα «Απέραντα Χωράφια» του Τουρνά και τον «Ακρίτα» του Λογαρίδη. Όταν πρωτοείδα και άκουσα live «Παρθενογέννεσις» το 1979, κατάλαβα τι σημαίνει να προχωράς μπροστά δυναμιτίζοντας το παρελθόν. Οι Socrates και οι Τρύπες είναι μπάντες - ορόσημα για τα 70’s και τα 90’s αντίστοιχα.
Ο Δημήτρης Πουλικάκος αποτελεί παράδειγμα διαρκούς μουσικής προσφοράς, αλλά και στάσης ζωής μέσα στις δεκαετίες. Το ίδιο ισχύει και για τον Frank, τον τραγουδιστή των Panx Romana. Οι Στέρεο Νόβα, το πιο ιδιαίτερο άκουσμα των 90’s. Οι VIC τα τελευταία χρόνια έκαναν πετυχημένες προσμείξεις ροκ και δημοτικού παραδοσιακού ήχου. Αυτά και πολλά άλλα ακόμα. Εκτιμώ και όσες νέες μπάντες έχουν σημαντικό υλικό και αγωνίζονται για τη συνέχεια αυτής της σκηνής στο μέλλον.

Ποια είναι η γνώμη σου για την υποστήριξη που είχαν τα ελληνικά συγκροτήματα από τις δισκογραφικές εταιρίες ;
-Οι δισκογραφικές, ήταν και είναι κερδοσκοπικές εταιρίες. Όταν διέκριναν πιθανότητες ικανοποιητικού κέρδους, υποστήριξαν. Στις ανεξάρτητες δισκογραφικές, υπήρξαν επιπλέον και τα στοιχεία του ρομαντισμού και της αγάπης για τη μουσική.

Προβλήθηκε όσο έπρεπε το ροκ στην Ελλάδα ;
-Αυτό δε συνέβη ποτέ. Ούτε ακόμα και στη δεκαετία του ενενήντα... Συνήθως το ροκ προβάλλεται από το σύστημα σαν κάτι άλλο. Σαν ήχος ή φόρμα ή μόδα. Ποτέ όμως με τα κυρίαρχα περιεχόμενά του και μέσω των γνήσιων εκφραστών του. Επί χούντας, ενοχλούσε λόγω των κινημάτων και των ιδεολογιών που μετέφερε. Στη μεταπολίτευση, γιατί δεν ήταν συμβατό με τα «ηρωϊκά» πανηγύρια. Αργότερα, γιατί αποτέλεσε καρφί στη ματιά του αρχοντοχωριατισμού και του life style. Σήμερα ενοχλεί, γιατί είναι το μόνο μουσικό είδος στην Ελλάδα (ίσως μαζί με το underground hip hop) που θα μπορούσε να εκφράσει τη σύγχρονη παρακμή και την κρίση, όπως συνέβη με τους Sex Pistols και τους Clash επί Θάτσερ.

Το τραγούδι «Πρόγονε πίθηκε, εσύ τι λες», από τον τελευταίο ομώνυμο δίσκο σας σε τι αναφέρεται ;
-Στιχουργικά λέει, πως έχουμε αλλοτριωθεί τόσο πολύ από τη νέα βαρβαρότητα και τις αγορές, με αποτέλεσμα να μην αντιλαμβανόμαστε πια τα αυτονόητα. Αυτά που και ένας πίθηκος ή οποιοδήποτε άλλο έμβιο πλάσμα μπορεί να καταλάβει. Ο τίτλος του τραγουδιού, είναι ουσιαστικά μια επίκληση στην αρχέγονη σοφία... Να συμπληρώσω πως ο δίσκος αυτός έγινε σε συνεργασία με τον Γιάννη Παλαμίδα, πράγμα που για μας αποτέλεσε ευχάριστη και ουσιαστική εμπειρία.

Τι θυμάσαι από την συναυλία των Fall το ’82 στο Σπόρτινγκ ; Τι είχε συμβεί τότε ;
-Μας είχε πλησιάσει ο Χρήστος Δασκαλόπουλος και μας είχε προτείνει να παίξουμε. Άλλο που δε θέλαμε. Απίστευτη εμπειρία για μας. Εγώ ήμουν φαντάρος στο στρατόπεδο της Ελευσίνας. Δεν κατάφερα να εξασφαλίσω έξοδο και την κοπάνησα κόβοντας τα σύρματα. Μου έκανε εντύπωση το ότι ο κόσμος μας καλοδέχτηκε. Κάτι που δεν ήταν καθόλου συνηθισμένο τότε, όταν «άνοιγες» για μια ξένη μπάντα. Την επόμενη μέρα με τους New Order, έγινε κάτι συγκλονιστικό. Ο τραγουδιστής πέταξε τη μελόντικα που κρατούσε, με ορμή στο κοινό. Ένας πιτσιρικάς την έφαγε κατακέφαλα και τον πήραν τα αίματα. Κάποιοι που τον βοήθησαν, του πρότειναν να μηνύσει το γκρουπ. Ο ίδιος το αρνήθηκε, λέγοντας πως θεωρεί πολύ τιμητικό, να χτυπηθεί και να τραυματιστεί από αντικείμενο που εκσφενδόνισαν οι New Order. Έτσι ήταν τα πράγματα τότε και αν δεν τα έχει βιώσει κάποιος, δε μπορεί εύκολα και να τα ερμηνεύσει.

Σε ποιο μέρος γεννήθηκες και πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια ; Υπήρχε η μουσική σπίτι σου ; Τι μουσική άκουγες ; Είχες δίσκους ;
-Γεννήθηκα στο Σπήλι του Ρεθύμνου. Παντού τριγύρω μου, ακουγόταν κρητική μουσική. Σπάνια και λαϊκή. Δεν άργησα να συνδέσω αυτά τα ακούσματα με την καταπίεση που ένοιωθα από τον συντηρητισμό της τότε ελληνικής επαρχίας. Στα 15 μου, μετακόμισα στο Ρέθυμνο. Εκεί, με τον ξάδερφό μου και σημερινό μπασίστα των Magic De Spell Γιώργο Αρχοντάκη, ανακαλύψαμε τα νέα ακούσματα. Αγόρασα το «Love It To Death» του Alice Cooper, το «Transformer» του Lou Reed, το «The Slider» των T. Rex. Ένας μήνας χρειάστηκε για να φτάσει από την Αθήνα στο Ρέθυμνο η παραγγελία μας, το album «The Dark Side Of The Moon» των Pink Floyd. Είχαμε και ένα φίλο ναυτικό που ταξίδευε στην Ιταλία και μας έφερνε δίσκους. Το 1975 ανέβηκα στην Αθήνα και άρχισα να ψάχνω τα συγκροτήματα από κοντά. Στην περιοχή της Πλάκας με τα πολλά λαϊβάδικα, στο Κύτταρο, στα Εξάρχεια. Το 1978 άκουσα το «Black And White» των Stranglers. Αυτό από μόνο του ήταν αρκετό, ώστε να αλλάξω μουσικές προτιμήσεις. Για 10 και παραπάνω χρόνια, άκουσα αποκλειστικά punk, dark, garage και electro. Αυτές οι τελευταίες επιρροές, καθόρισαν το ξεκίνημα μου σα μουσικός, καθώς και το ξεκίνημα της μπάντας.

Ποιο ήταν το ερέθισμα να γίνεις μουσικός ; Υπήρξε κάποιος άνθρωπος που έπαιξε ρόλο και σε έβαλε στην μουσική ;
-Μάλλον το ήθελα από μικρός. Πρέπει να ήταν μια επιτακτική ανάγκη μου. Θυμάμαι τον εαυτό μου από δέκα χρονών, να κοπανάω με τα χέρια ή αυτοσχέδια τυμπανόξυλα, ό,τι έβρισκα μπροστά μου, στους ήχους οποιασδήποτε μουσικής. Κάποιες φορές, βρέθηκα κοντά σ’ ένα λυράρη της εποχής. Προσπάθησε να μου μάθει λαούτο. Όμως εγώ ήμουν αλλού...

Πώς απέκτησες την πρώτη σου ντραμς και κάτω από τι συνθήκες ; Τι μάρκα ήταν ;
-Τα μουσικά όργανα τότε ήταν πολύ ακριβά. Δεν είχα χρήματα και οι ελπίδες μου για ένα καλό set drums, ήταν ελάχιστες. Το 1979 μου κάθισε μια ευκαιριακή δουλειά με πολύ καλή αμοιβή. Για τρεις μήνες δεν ξόδεψα ούτε δεκάρα. Τα μάζεψα και αγόρασα μια TAMA imperial star, για 35.000 δραχμές. Φοβερά τύμπανα. Έπαιζε τότε και ο Stewart Copeland των Police μ’ αυτά. Τα πούλησα το 1981 για να εξοικονομήσουμε χρήματα να ηχογραφήσουμε τα τραγούδια του πρώτου vinyl single μας, με τίτλο «Nightmare». Αργότερα απόχτησα μια παλιά Meazzi, αλλά σύντομα κατέληξα σε ένα σετ της Pearl που το αγόρασα κοψοχρονιά από ένα νυχτερινό μαγαζί. Το πούλησα κι αυτό. Σήμερα δεν έχω τόσο άγχος για το τι μάρκα θα είναι το σετ. Θέλω όμως να υπάρχει πάντα το δικό μου snare, ένα Pearl κουρδισμένο χαμηλά.

Ποια ήταν η πιο επεισοδιακή συναυλία των Magic De Spell ; Τι είχε συμβεί ακριβώς τότε ;
-Σίγουρα ήταν αυτή στο αμφιθέατρο της Πολυτεχνειούπολης Ζωγράφου, κάπου στις αρχές του 1982. Παίζαμε μαζί με τους Vavoura Band, το Λήτη, τους TVC και άλλες μπάντες. Το αμφιθέατρο ήταν γεμάτο ασφυκτικά. Μας είπαν να παίξουμε μετά τους Vavoura. Αυτό ήταν μεγάλο λάθος, γιατί ο κόσμος στην αίθουσα, στην πλειοψηφία τους, ήταν αυτό που λέγαμε τότε «σεβεντάδες», οι Vavoura, το αγαπημένο τους γκρουπ. Εμείς παίζαμε punk... Η εμφάνιση μας ήταν αντικειμενικά πολύ προκλητική γι’ αυτούς και κάποιοι μας έκραξαν. Τους κράξαμε κι εμείς και στο τρίτο τραγούδι, μας επιτέθηκαν. Αφού τους προκαλέσαμε βέβαια κι εμείς λίγο, με κάτι χειρονομίες... Τα «πανκιά» στην αίθουσα ήταν μειοψηφία, αλλά το έλεγε η ψυχούλα τους. Άρχισε να πέφτει βρωμόξυλο. Η συναυλία διακόπηκε και δε συνεχίστηκε ποτέ. Οι TVC δεν πρόλαβαν καν να εμφανιστούν. Το ξύλο όμως, κράτησε μέχρι τις τέσσερις το πρωί... Καθένας χτύπαγε αυτόν που θεωρούσε «εχθρό», χωρίς βέβαια να είναι πάντα σίγουρος γι’ αυτό! Θυμάμαι έντονα την υποστήριξη του Λήτη προς εμάς, αν και θεωρητικά, «ανήκε» στο «αντίπαλο» στρατόπεδο. Αυτά γινόντουσαν τότε μεταξύ των ...«εμπόλεμων» πλην συγγενών μουσικών ειδών. Εμείς και οι «Παρθενογένεσις», είχαμε βγάλει τη φήμη των συγκροτημάτων με τα περισσότερα επεισόδια. Μετά από αυτό το live στου Ζωγράφου, ο Δημήτρης Δημητράκας, ντράμερ τότε των TVC, μας είπε: «στην επόμενη συναυλία που θα συναντηθούμε, θα βγούμε πριν από ‘σάς, για να προλάβουμε να παίξουμε πριν τις φασαρίες»!

Πόσο ευνοεί σήμερα η εποχή για να σχηματιστεί ένα νέο συγκρότημα ;
-Μάλλον δεν ευνοεί και τόσο... Πολλά έχουν παίξει το ρόλο τους. Η κρίση, η καταστροφή της δισκογραφίας, η κυριαρχία της εικόνας σε βάρος του ήχου, αλλά πάνω απ’ όλα η συντηρητικοποίηση της κοινωνίας που δε διαθέτει πια ούτε οράματα, ούτε έχει τη δυνατότητα να προάγει νέα κινήματα αμφισβήτησης. Για το λόγο αυτό ακριβώς, πρέπει να στηριχτούν αποφασιστικά οι νέες μπάντες, που προσπαθούν ν’ αλλάξουν το σκηνικό.

Ποιο είναι το όραμα των Magic De Spell ;
-Ο Frank Zappa είχε πει κάποτε: «Χωρίς παρέκκλιση από το κανονικό, η πρόοδος δεν είναι δυνατή». Αυτή η δήλωση, είναι πολύ κοντά και στο όραμα και στη φιλοσοφία μας.

Τι θα παρουσιάσετε στο Vinyl is Back ;
-Ένα σετ από τραγούδια μας, παλιότερα, αλλά και καινούργια. Δομημένο με τέτοιο τρόπο, που να αποκαλύπτει τους Magic De Spell του 2018

Άμεσα σχέδια των Magic de Spell
-Η κυκλοφορία του νέου μας τραγουδιού με τίτλο «Γιάννη...». Περιγράφει με αρκετή δόση black humor την ιστορία δυο παιδιών που φτάνουν στην Αθήνα αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο. Αλλά συγκρούονται μετωπικά με τον εφιάλτη της ανεργίας και της απομόνωσης. Το τραγούδι συνοδεύεται από ένα ασπρόμαυρο videoclip του σκηνοθέτη Νίκου Σούλη, στο οποίο εμφανίζονται γνωστές περσόνες της ελληνικής ροκ σκηνής με κεντρική φιγούρα το Δημήτρη Πουλικάκο. Φορώντας την ίδια καπαρντίνα του εξωφύλλου του δίσκου του «Εκδρομαί Μεταφοραί ο Μήτσος» (1976), βαθμολογεί τους πρωταγωνιστές του clip, που δεν είναι άλλοι, παρά δυο φουσκωτές κούκλες σεξ, ιδανικές για να ασελγεί επάνω τους ολόκληρη η ελληνική κοινωνία...

*Οι Magic De Spell θα εμφανιστούν live στο Vinyl is Back (Γ Σεπτεμβρίου 74-78 και Ιουλιανού 33-35, Ελληνικό Μουσείο Αυτοκινήτου) το Σάββατο 17 Μαρτίου 7 μ.μ., ελεύθερη είσοδος.
**
Τα ονόματα των φωτογράφων - Αναφέρει ο Θοδωρής Βλαχάκης :

Aυτή του γκρουπ, είναι του Elias Moraitis.
H Νο 1 είναι της Victoria Tatiana Bogdanova και οι Νο3 & Νο4) είναι των Yannis Priftis και Christos Diamantis αντίστοιχα.
Οι υπόλοιπες είναι οι δικές μου


ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!