Νίκος Ξυδάκης - «Βρίσκομαι σε έναν επίλογο»

Ο συνθέτης Νίκος Ξυδάκης μιλάει για όλα σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη που αξίζει να διαβαστεί.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
20/01/2016

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Καλή Βανδώρου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ο Νίκος Ξυδάκης είναι ένας από τους πιο ιδιαίτερους συνθέτες των τελευταίων δεκαετιών. Έχοντας στο βιογραφικό του πάρα πολύ σημαντικές και επιλεκτικές σταθερές συνεργασίες με συγκεκριμένους καλλιτέχνες, «φρόντισε» ώστε να έχουμε σήμερα στη δισκογραφία του/μας πάρα πολλά τραγούδια - διαμάντια που μας συντροφεύουν σε κάθε φάση της ζωής μας.

Αυτό το διάστημα εμφανίζεται στη σκηνή του Ρυθμού παρέα με τον Απόστολο Ρίζο, τον Ηλία Βαμβακούση και τη Μελίνα Τανάγρη, σε ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει πολύ ιδιαίτερα τραγούδια. Αυτές οι εμφανίσεις ήταν και η αφορμή για τη συνέντευξη που ακολουθεί.

Όμως, ο Νίκος Ξυδάκης μιλάει για πολλά ακόμα που σίγουρα αξίζει να διαβαστούν.

Τα πρώτα χρόνια & η «ανατολή»


Γεννηθήκατε στο Κάιρο, όπου και περάσατε τα παιδικά σας χρόνια. Σήμερα, τι είναι αυτό που θυμάστε από εκείνη την εποχή και που θα θέλατε να ξαναζήσετε;
Πολλά είναι, γιατί είναι τα χρόνια τα παιδικά. Πάντα τα χρόνια αυτά νομίζω ότι είναι σαν μία αρχική εγγραφή που καταγράφεται και βαθιά και συναισθηματικά. Κατά καιρούς, οι εικόνες παραμένουν οι ίδιες. Τα συναισθήματα, όμως, αλλάζουν, γιατί τα επεξεργάζεται κανείς, επανέρχονται και τα ξαναβλέπει με διαφορετικό τρόπο. Άλλοτε μοιάζει να απομακρύνεται πολύ και άλλοτε να πλησιάζει πάρα πολύ κοντά. Να σας πω, δεν ξέρω τι θα ήθελα να ζήσω, γιατί όλα αυτά πλέον νομίζω ότι περνάνε μέσα από το φίλτρο της μουσικής και των τραγουδιών που γράφω πιο πολύ. Γιατί αυτό, ξέρετε, είναι ένα βίωμα και βαθύ ερωτικό, μια τροφοδότρια πηγή.

Υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο τραγούδι που να αφορά αμιγώς τις αναμνήσεις σας από τα παιδικά σας χρόνια στο Κάιρο;
Με έναν έμμεσο τρόπο ή με τον τρόπο της τέχνης, πολλά στοιχεία αντανακλώνται στη μουσική μου αναμφισβήτητα. Ίσως και τα τελευταία χρόνια που είχα γράψει μία μουσική πάνω στη ζωή του Καβάφη με τον Διονύση Καψάλη που είναι φίλος και ποιητής. Του ζήτησα κάποια στιγμή να κάνουμε κάτι για τον Καβάφη και βγήκε μία μουσική βιογραφία με τραγούδια και μουσική που είναι πάνω στη ζωή του και τα ποιήματά του. Αυτή η δουλειά μπορώ να πω ότι, φαινομενικά τουλάχιστον, είναι η πιο άμεση αναφορά μου, επειδή ακριβώς αναβιώνει ένας ολόκληρος κόσμος στην Αλεξάνδρεια. Πιστεύω ότι λίγο πολύ όλα αυτά προσπάθησα να τα συμπυκνώσω, γιατί από νωρίς έχει εμφανιστεί με διάφορους τρόπους στη μουσική μου.

Η Ανατολή υπάρχει σε πολλά σας τραγούδια.
Άλλοτε γίνονται κάποιες αναφορές που μοιάζουν να θεωρούνται ως ένας εξορκισμός, όπως στο τραγούδι «Ο Νείλος». Άμα ζει κανένας σε έναν άλλο τόπο και μάλιστα στην Ανατολή, είναι πολύ εύκολο όλα αυτά να φαίνονται σαν ένας εξορκισμός ή σαν μια λίγο μαγική ατμόσφαιρα. Νομίζω, όμως, ότι είναι πιο ηλεκτρισμένη η ατμόσφαιρα. Το Κάιρο ήταν ένας τόπος που υπήρξε πάντοτε μια μεγάλη και κοσμοπολίτικη πόλη, αλλά με πάρα πολύ έντονα εθνικά και τοπικιστικά χαρακτηριστικά. Ήταν ένας ολόκληρος κόσμος που έμοιαζε εγκαταλειμμένος, υπάρχει η εικόνα του πλήθους, της ανωνυμίας, της πολύ έντονης λαϊκής ζωής, η πανσπερμία που σε διδάσκει τη συνύπαρξη και από την άλλη μεριά, πιθανόν μια χλιδή. Αυτά όλα μοιάζουν να είναι σαν κινηματογραφικές εικόνες, αλλά κατόπιν παίρνουν και ένα άλλο περιεχόμενο. Ανακαλύπτεις αργότερα την ένταση που κρύβουν αυτά τα πράγματα. Αυτά με έναν τρόπο καταγράφονται και αργότερα ερμηνεύονται κιόλας.

Υπήρχε δηλαδή αυτό που λέμε πολιτισμικότητα.
Ναι, έτσι λέμε σήμερα, αλλά δεν ξέρω εάν με αυτή τη λέξη την εκφράζουμε. Δεν ξέρω αν είναι ακριβής για εκείνα τα χρόνια. Αυτή η συνύπαρξη μπορεί να είχε και ένα άλλο νόημα, δε γινόταν ίσως με τη σημερινή βία που γίνεται αυτό. Ήταν πιο πολύ είτε προσωπικές επιλογές είτε ένας κόσμος που έφευγε για μια καλύτερη οικονομική ζωή. Ήταν, δηλαδή, πιο ήπιος και ειρηνικός ο τρόπος που κανείς εκπατριζόταν, εκτός αν είχαμε να κάνουμε με καταστροφές και διωγμούς.

Η δισκογραφία & οι συνεργασίες


Πόσα πράγματα έχουν αλλάξει στη δισκογραφία από το 1978 που πρωτοεμφανιστήκατε σε σχέση με τη γενική νοοτροπία και το αποτέλεσμα του σήμερα;
Αν είχαν αλλάξει απλώς κάποια πράγματα, θα ήταν καλό και ενθαρρυντικό. Εδώ μιλάμε για μια δισκογραφία που πια τείνει να καταργηθεί και να είναι σχεδόν συμβολικός ο τρόπος που εκδίδεται ένας δίσκος. Πάντα υπάρχουν, ξέρετε, κάποιες μορφές που έρχονται να αντικαταστήσουν κάποιες άλλες. Η δισκογραφία ειδικά στον τόπο μας έχει πάρει κι έναν πιο ακραίο χαρακτήρα, γιατί η κρίση αυτή αφορά και την Ευρώπη, αλλά και ενδεχομένως τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά εκεί βλέπετε ότι κατά έναν τρόπο, εξακολουθεί να υπάρχει και η έννοια της παραγωγής και κυρίως να μην έχει απαξιωθεί τόσο πολύ το cd, ακόμα και σαν αντικείμενο.

Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
Αυτό πιστεύω ότι συμβαίνει εδώ είτε γιατί μπαίνει σε εφημερίδες είτε επειδή ψάχνει κανείς οπουδήποτε τρόπους να το διαδώσει. Έτσι χάνει την κοινωνική του υπόσταση που μέχρι πριν κάποια χρόνια την είχε. Βέβαια, δε σημαίνει ότι το cd καθορίζει το περιεχόμενο μιας δουλειάς. Το αντίθετο συμβαίνει. Αλλά πάντα και οι μορφές που εμφανίζεται η μουσική έχουν κι αυτές το μερίδιό τους. Ένα στοιχείο που πιστεύω ότι είναι αρνητικό και δεν ξέρω με τι τρόπο θα αντικατασταθεί, είναι ότι ο δίσκος επέτρεπε στους δημιουργούς εκτός από κάποια τραγούδια που ετύγχαναν μιας αναγνώρισης, μιας επιτυχίας, κοινώς να γίνουν σουξέ ή να αγαπηθούν περισσότερο, να έχουν κι άλλα τραγούδια που κι αυτά είχαν ένα μερίδιο αξίας, αλλά κυρίως ενθάρρυναν την τόλμη του δημιουργού στο να γράφει τραγούδια που ενδεχομένως δεν θα ήταν μόνο στις συναυλίες ή στο live που θα τα φιλτράρει.

Όντως, έτσι είναι.
Μια συναυλία, ξέρετε, απαιτεί και την αναγνωσιμότητα των τραγουδιών, αλλά και την οικειότητα και τη ζεστασιά, όλα αυτά μαζί, που είναι θεμιτά και όχι καταδικαστέα. Απλώς εκεί υπάρχει ένα φίλτρο που απαγορεύει ή που κάνει άτολμο σε έναν δημιουργό να βάζει και τραγούδια τα οποία είναι πιθανόν να είναι λιγότερο γνωστά και να τα περιθωριοποιεί ο ίδιος κατά κάποιον τρόπο. Εφόσον πια η δισκογραφία δεν είναι κάτι που βοηθάει σε αυτήν την περίπτωση το μοναδικό κριτήριο είναι μόνο το live και όχι η ιδιωτική ακρόαση του δίσκου. Το έχει αντικαταστήσει το διαδίκτυο, αλλά όλοι αυτοί που ασχολούνται και ερευνούν, λένε ότι ο κόσμος που ακούει μουσική από το ίντερνετ, ακούει τα τραγούδια κάνοντας ένα είδος ζάπινγκ. Βέβαια, υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Αυτά μέχρι στιγμής είναι τα μείον. Θα δούμε αν εμφανιστούν άλλοι τρόποι που θα αποκαταστήσουν μια πιο ουσιαστική επικοινωνία.

Έχετε συνεργαστεί με πολύ σημαντικούς στιχουργούς και ερμηνευτές, όπως τον Ρασούλη, τον Γκανά, τον Μάλαμα και την Αρβανιτάκη, ενώ έχετε μελοποιήσει ποιήματα μεγάλων ποιητών, όπως της Σαπφούς και του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη. Θα μπορούσατε να πείτε ότι έχετε πλέον ολοκληρώσει το έργο σας ή ότι έχετε να κάνετε κι άλλα διαφορετικά πράγματα;
Το χούι βγαίνει τελευταίο που λέει ο κόσμος. Με τον χρόνο αποκτάς μια σύνεση κι αν δεις ότι, αυτά που κάνεις, τα κάνεις απλά και μόνο για να τα κάνεις και να αισθάνεσαι νέος και ενεργός, πιστεύω ότι δεν είναι και η καλύτερη συνταγή. Αλλά, δεν είναι τόσο απλά αν κανείς θέλει να γράφει, γιατί πιστεύω ότι, κάποιος που ενδεχομένως αντιμετωπίζει τον εαυτό του με κάποια υπευθυνότητα, πάντοτε βάζει τον πήχη λίγο πιο ψηλά. Ασφαλώς όταν έχει κάνει κανείς αρκετά πράγματα, αρχίζει μετά να έχει απαιτήσεις όλο και μεγαλύτερες από τον εαυτό του. Αυτό είναι, όπως καταλαβαίνετε, και καλό και θετικό, αλλά δημιουργεί και μεγάλες αναστολές που, ενδεχομένως, σε μια άλλη, πιο παρορμητική φάση της ζωής να μην έπαιζε έναν τέτοιο ρόλο.

Ακριβώς.
Όμως, νομίζω ότι κάθε εποχή, κάθε ηλικία, κάθε φάση, έχει το δικό της ενδιαφέρον, τη δική της γλύκα και τη δική της δημιουργικότητα, ακόμα κι αν κανείς ασπαστεί τη σιωπή, γιατί όλα τα πράγματα φωτίζουν κι αυτό που έχουμε κάνει. Για τον εαυτό μου λέω και δε θα ήθελα να ακουστεί τραγικά αυτό, ότι βρίσκομαι σε έναν επίλογο. Ο επίλογος, όμως, είναι το άπαν σε μια ιστορία, σε ένα μυθιστόρημα, σε μια διήγηση. Είναι ένα λεπτό σημείο, το οποίο μπορεί να κρατήσει και πάρα πολύ. Είναι σημαντικό να έχεις την επίγνωση ότι πρέπει να γράψεις έναν πάρα πολύ καλό επίλογο κι αυτό μπορεί να είναι και κοπιαστικό και να απαιτεί και χρόνο. Ας πούμε ότι, αν τώρα δεν λέω κάτι υπερβολικό, αυτή είναι η περιγραφή της φάσης που αισθάνομαι ότι βρίσκομαι κι αυτό, ξέρετε, φωτίζει όλο το σώμα και όλη την ιστορία, γιατί δεν πιστεύω ότι έχουμε μόνο απλώς κάποιες στιγμές, οι οποίες δείχνουν μια κορύφωση. Είμαστε ένα σώμα ολόκληρο. Κάθε φάση, ακόμα κι εκείνη που μπορεί άλλοι να την εκτιμούν ως ατυχή, δεν είναι ολόκληρη η πορεία. Η εποχή ζητάει πάρα πολλά πράγματα, τα οποία είναι πολλές φορές από εντυπωσιακά μέχρι επιθετικά και σοκαριστικά. Καμιά φορά αυτό το ζητούμενο κάνει να σταχυολογούμε πράγματα και κάποιον που έχει ενδεχομένως μια ολόκληρη ιστορία, να τον βλέπουμε λίγο αποσπασματικά ή να τον βλέπουμε λίγο σαν ένα συμπτωματικό γεγονός.

Δηλαδή;
Δηλαδή έγραψες το «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια»; Είσαι καλός. Έγραψες ένα άλλο τραγούδι που δεν είναι σαν το «Τρελή κι αδέσποτη» ή το «Ερωτικό», δεν είσαι καλός. Δε νομίζω ότι κάποιος είναι μόνο στιγμιότυπα.

Υπάρχει κάποια συνεργασία σας που δε θα κάνατε αν σας δινόταν ξανά η ευκαιρία;
Είναι τόσες λίγες οι συνεργασίες μου που νομίζω ότι δε μου αφήνουν και κάποιο περιθώριο να πω ότι μετανιώνω. Οι συνεργασίες μου ήταν τέτοιες που πάντα είχα κάποια κέρδη, γιατί είναι επιλεκτικές. Δεν αισθάνομαι ότι σαν μουσικός μου ταιριάζει να κάνω συμμαχίες απλά και μόνο γιατί η κρίση το επιβάλλει ή να μαζέψουμε περισσότερο κόσμο ή να κάνουμε κάποιους άλλου είδους εντύπωση. Άρα, ο τρόπος που συνεργάζομαι πάντοτε με ανθρώπους είναι όταν βρίσκουμε μερικά κοινά σημεία, όταν έχω αναφορές όπως ήταν πρόσφατα η συνεργασία μου με τον Ανδρέου. Ακόμα και οτιδήποτε να υπάρχει που να μην είναι ιδιαιτέρως αρεστό, για μένα είναι κέρδος μόνο αυτή η συνομιλία.

Οι εμφανίσεις στο Ρυθμό


Πάμε τώρα στις επερχόμενες εμφανίσεις σας στο Ρυθμό με τίτλο «Τα λαθροδιάσημα». Μιλήστε μου λίγο για αυτές.
Αν εξετάσουμε λίγο όλη τη συζήτηση που κάναμε, περιστρέφεται γύρω από αυτό το πρόγραμμα. Πάντοτε επανερχόμαστε στα πράγματα, τα επανεξετάζουμε, ξανά ακούμε τον εαυτό μας ή μας δίνονται αφορμές από το περιβάλλον να ξανακοιτάξουμε ορισμένα πράγματα. Το πρόγραμμα, λοιπόν, αυτό μπορώ να πω ότι, βασίζεται σε αυτά τα αισθήματα και την ιδέα ότι μέσα στα χρόνια, στις συναυλίες αυτές που δίνουμε, υπάρχει ένας κόσμος, ο οποίος έρχεται και παραπονιέται με κάποιον τρόπο είτε ότι «δεν μας παίξατε αυτό το τραγούδι» είτε «έχουμε πάρα πολλά χρόνια να ακούσουμε αυτό» ή «μήπως μπορείτε τώρα να μας το παίξετε;», αλλά εμείς κατά κανόνα δεν το έχουμε έτοιμο για να το παίξουμε. Όλο αυτό, ξέρετε, έχει κάτι. Είναι κάτι συγκινητικό, ακόμα κι αν δεν σου εξασφαλίζει το μαζικό κοινό. Είναι, όμως, ένας κόσμος που είναι λίγο αφανείς ήρωες. Δεν ξέρεις ποτέ γιατί αγάπησαν ένα τραγούδι που δεν έχει γίνει επιτυχία, αλλά εκείνοι είναι συνδεδεμένοι μαζί του. Είναι σαν να υπάρχει ένα αίτημα δικαιοσύνης που δεν ξέρεις αν ο άνθρωπος που στο ζητάει ή μεταφυσικά τα ίδια τα τραγούδια να έχουν ωθήσει κάποιους άλλους να έρθουν και να σου δώσουν το μήνυμα ότι λίγο μας έχεις παραμελήσει και παραγκωνίσει. Όλο αυτό έχει ενδιαφέρον, γιατί κι εσύ ο ίδιος ακούς ξανά κάποια τραγούδια και λες αξίζει τον κόπο να το ξαναπώ. Αυτή η λογική της υπόγειας φήμης μιας ζωής κάποιων τραγουδιών που όπως λέω εγώ δε βρίσκονται στη λίστα των επιτυχιών.

Ο τίτλος «Τα λαθροδιάσημα» πώς προέκυψε;
Αυτός ο τίτλος ανήκει στον αγαπημένο μου φίλο που δεν είναι πια στη ζωή, τον Κωστή Παπαγιώργη, που κι εκείνον τον συγκινούσαν τα πράγματα που αποκτούσαν και μία ζωή και ανεπίσημα αγαπήθηκαν. Με αυτή τη λογική είπα να κάνω αυτό το πρόγραμμα, το οποίο το είχα καιρό στο μυαλό μου, γιατί ας πούμε ότι με κάποιον τρόπο το κάνω αυτό στις δικές μου παραστάσεις, δεν παίζω ποτέ τριάντα επιτυχίες. Αλλά τώρα παίζω κάποια τραγούδια που είχα πάρα πολλά χρόνια να παίξω και μάλιστα, κάποια δεν τα είχα παίξει και καθόλου. Βοήθησε πάρα πολύ και η σύμπτωση ότι, το καλοκαίρι είχα παίξει στη Λέρο, όπου έκανα μια συναυλία που είχα πρωτοπαρουσιάσει με μια ομάδα φίλων και η ορχήστρα είχε αυτόν τον χαρακτήρα και ήταν παιδιά που είχα ξανασυνεργαστεί χρόνια πριν, οπότε τώρα ήρθε κι έδεσε αυτό. Ξαναμπήκαν και αυτοί οι ήρωες των τραγουδιών μου ως μουσικοί κι αυτό είναι μια ωραία σύμπτωση και μέσα σε ένα φιλικό κλίμα.

Ο Απόστολος Ρίζος, ο Ηλίας Βαμβακούσης και η Μελίνα Τανάγρη είναι οι τραγουδιστές αυτών των παραστάσεων. Πείτε μου τι είναι αυτό που σας έκανε να τους επιλέξετε;
Όλοι μου λένε πως οι περισσότεροι εμφανίζονται με δύο ή τρεις μουσικούς ή ακόμα και βάζοντας τη μουσική σε cd. Αυτό λοιπόν έχει για μένα ένα πρόσθετο ενδιαφέρον συν ότι και τα νέα παιδιά που πάντα μου αρέσει να ερμηνεύουν τα τραγούδια μου κάποιοι που γράφουν και δικά τους τραγούδια. Σε αυτό βασίζεται και η επιλογή μου και στον Απόστολο Ρίζο και στον Ηλία Βαμβακούση. Εκτάκτως συμμετέχει και η Μελίνα Τανάγρη, γιατί το καλοκαίρι είχαμε κάνει μια συναυλία αφιέρωμα στον Κωστή Παπαγιώργη και λέγαμε εκεί τραγούδια λαϊκά, τα οποία αγαπούσε ιδιαιτέρως ο Παπαγιώργης. Κι επειδή ο τίτλος όπως ήδη είπα ήταν δικός του, θεώρησα ότι έπρεπε να πω στη Μελίνα που ήταν κι εκείνη φίλη του και της ζητούσε επίμονα κάποια τραγούδια και της έλεγε «εσύ δεν πρέπει να τραγουδάς έτσι γαλλικά και διάφορα, πρέπει να λες λαϊκά τραγούδια», της είπα «έλα σε παρακαλώ να πεις τουλάχιστον ένα τραγούδι» και φυσικά, λέει δυο τρία ακόμα. Έτσι σχηματίστηκε μια οικογένεια μουσικών και δημιουργών και έχει μια ποικιλία το πρόγραμμα.

Κλείνοντας, μια και είμαστε στην αρχή του νέου έτους, θα ήθελα να κάνετε μια «πρόβλεψη» για το πώς θα κυλήσει το 2016 τόσο σε μουσικό όσο και σε κοινωνικό πλαίσιο.
Όλα τα πράγματα δείχνουν ότι θα είναι δύσκολα και για αυτή τη χρονιά. Καθώς περνάει ο χρόνος, αισθάνομαι ότι ένας κόσμος είχε αφήσει και πολλά περιθώρια να αυταπατάται. Βλέπω ότι τώρα, μετά από τόσα χρόνια που υπάρχει αυτή η κατάσταση, κάποιος κόσμος αρχίζει και συνειδητοποιεί βαθύτερα ότι τα πράγματα είναι όντως δύσκολα. Ίσως φτάνοντας στα άκρα αυτή η πολλή δυσκολία, εκεί ίσως ενεργοποιηθούνε οι δημιουργικές δυνάμεις του καθενός που έχουμε ανάγκη, γιατί ξέρετε, η πιο μεγάλη απειλή σε αυτές τις κακές και δύσκολες στιγμές είναι το να απογοητευτείς στον πυρήνα σου, να παραιτηθείς ή να γίνεις κυνικός ή οτιδήποτε άλλο που απειλεί αυτό το πιο ουσιαστικό κομμάτι του εαυτού μας. Υπάρχουν ίσως και πολύ χειρότερες στιγμές ιστορικά που οι άνθρωποι γινόντουσαν πάρα πολύ δημιουργικοί. Τηρουμένων των αναλογιών να σας πω ότι ξέρω ένα μουσικό έργο της σύγχρονης μουσικής που θεωρείται κατά κάποιον τρόπο κορυφαίο και είναι ενός Γαλλοεβραίου συνθέτη, του Ολιβιέ Μεσιάν που λέγεται «Το τέλος του χρόνου». Αυτό το έργο γράφτηκε μέσα σε ναζιστικό στρατόπεδο, όπου και έγινε και η πρώτη μουσική εκτέλεσή του από δύο – τρεις μουσικούς που ήταν κι αυτοί μέσα στο στρατόπεδο και μάλιστα, είχαν και ετερόκλιτα πιστεύω ο καθένας. Αποδείχτηκε, λοιπόν, ότι, μέσα σε τόσο τραγικές και εφιαλτικές συνθήκες, ανεξάρτητα από το εύπεπτο αυτού του έργου ή την ενδεχόμενη δυσκολία του για τον μέσο ακροατή, εκείνο που θριαμβέψει στην ουσία και που νικάει είναι η δημιουργικότητα.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!