Νίκος Ξυδάκης & Σταύρος Λάντσιας «Σε πείσμα των καιρών»

(ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ & ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ) Μια από τις πιο αγαπημένες μου εκφράσεις, ακόμα και «θέσεις» στη ζωή μου, θυμάμαι χρόνια τώρα να
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 

αποτελεί ο τίτλος ενός πολύ γνωστού τραγουδιού του Phil Collins «Against all odds»... Ενάντια στο προφανές, ενάντια στη συμβατικότητα, τη συντήρηση και την επανάληψη, ενάντια ακόμα και στις πιθανότητες... Ενάντια σε όλα ετούτα θα είναι πάντοτε ό,τι αξίζει, ότι έχει λόγο και σημασία ύπαρξης, ότι προσδίδει στη ζωή μας θετική αναπνοή, αληθινό συναίσθημα, πνευματική και ψυχική εγρήγορση... Πάντοτε ήμουν υπέρ των συμμαχιών, αφού τις θεωρούσα ως το απαραίτητο «υλικό» για να παραχθεί ένα σημαντικό έργο, πόσο δε όταν κρύβουν γνήσιες κι «ακριβές» χημικές ενώσεις... Ίσως επιπλέον γιατί η «συμμαχία» εμπεριέχει τις αξίες της φιλίας και της αλληλεγγύης, που με πάθος υπερασπιζόμουν από μικρός και τις κατέτασσα μέσα μου στην ίδια θέση με εκείνη της αγάπης... Σε πείσμα των αλλόκοτων κι άξενων καιρών που βιώνουμε, στον αγαπημένο μας χώρο της μουσικής υπάρχει μια σύμπραξη που ξεχωρίζει: Νίκος Ξυδάκης & Σταύρος Λάντσιας. «Μετρ» και οι δύο της μουσικής τέχνης, συγκροτημένοι, σταθεροί, συνεπείς, με χαρακτήρα κι οντότητα, με σημαντική ιστορία και ξεχωριστή παρουσία στα καλλιτεχνικά δρώμενα. Ιδιοσυγκρασίες που δεν αρκούνται στο «λίγο» και το «περίπου», αντιμάχονται τη μετριότητα κι επιλέγουν να περπατούν στα μονοπάτια της διαφορετικότητας, θέλοντας να προσεγγίζουν την κορυφή... Δε θα μιλήσω για τον καθένα χωριστά, ακολουθώντας την αίσθηση και τη λογική της ξεχωριστής τους σύμπραξης, που τους οδηγεί για δεύτερη φορά, μετά από εκείνη της 2ας Νοεμβρίου, στη σκηνή του Gazarte. Λίγο πριν «συμμαχήσουν» και πάλι λοιπόν, στο Gazarte το βράδυ της 22ας Νοεμβρίου, είναι μεγάλη μου χαρά που οι δύο «εραστές» της μουσικής άνοιξαν τα «συρτάρια» του λογισμού τους σε μια αποκλειστική συνέντευξη για τους αναγνώστες του ogdoo.gr!

 

Μετά λοιπόν την πρώτη σύμπραξη σας στο Gazarte ακολουθεί και μια δεύτερη την Παρασκευή 22 Νοεμβρίου! Μιλήστε μου γι’ αυτό το μουσικό «πάντρεμα» που γίνεται εδώ στο Gazarte!
Σ. Λ. Θεωρώ πως αποτελεί φυσιολογική εξέλιξη, το ότι κάποια στιγμή οι καλλιτέχνες συναντώνται και είναι πραγματικά ωραίο όταν γίνεται την κατάλληλη μάλιστα στιγμή! Έχουμε βρεθεί ανεπίσημα σε κάποιες σκηνές που είχα ανεβάσει το Νίκο να πει κάποια τραγούδια μαζί μου και αυτός εμένα σε δικές του συναυλίες. Όμως τώρα, με βάση τη συγκυρία της εποχής, κατά την οποία θεωρώ ότι γίνονται γενικά λιγότερα πράγματα κι αυτό παρέχει την «πολυτέλεια» μεγαλύτερης προετοιμασίας και σκέψης, τούτο μας έδωσε καλύτερες συνθήκες για να πραγματοποιηθεί η συνεργασία μας.

 

Ν. Ξ. Νομίζω πως ακριβώς επειδή γνωριζόμασταν με το Σταύρο, εκείνος γνωρίζει τη μουσική μου κι εγώ τη δική του και πολλές φορές πηγαίνουμε ο ένας στις συναυλίες του άλλου - το οποίο εμπεριέχει ένα ενδιαφέρον, μιας και δε συνηθίζεται... Ωρίμασε λοιπόν ο καιρός και βοήθησε και η συγκυρία ίσως να συναντηθούμε και σ’ αυτό υπάρχει το πρόσθετο ενδιαφέρον, ότι η σύμπραξη αυτή δεν αποτελεί αποτέλεσμα κάποιας στρατηγικής, εξαιτίας των δύσκολων καταστάσεων που βιώνουμε, μέσα στις οποίες όλοι κάνουν «πολιτικές συμμαχίες»... Πηγάζει από το ίδιο το ενδιαφέρον μας, του ενός για τον άλλον κι αυτό είναι πολύ καλό, γιατί βρισκόμαστε στη σκηνή και για δικούς μας, εσωτερικούς λόγους και ελπίζω ότι και το αποτέλεσμα της παράστασης θα το αποδεικνύει και θα το επαληθεύει αυτό. Μου αρέσει η μουσική του Σταύρου, την παρακολουθώ πάρα πολύ καιρό κι επίσης κι εγώ μέσα απ’ τη μουσική μου δεν ήμουν εκείνος που τον ικανοποιούσε κάθε φορά να ακούει στη σκηνή 40-50 τραγούδια το ένα πίσω από το άλλο, αλλά πάντοτε με ενδιέφερε η ορχηστρική μουσική και διακριτικά και με μια αίσθηση μέτρου, το έκανα όποτε μπορούσα. Άρα εδώ είναι μια σημαντική για μένα ευκαιρία, αυτή η φόρμα κι αυτός ο διάλογος να γίνει πραγματικότητα κι από τις συνθέσεις του Σταύρου, που είναι πρωτογενείς ορχηστρικές συνθέσεις, ενώ έχουν και μια υπόγεια συγγένεια, μιας και θεωρώ πως η μουσική του είναι σαν τραγούδια χωρίς λόγια-είναι μελωδική, είναι μοτιβική, έχει ενδιαφέρον στην ανάπτυξη... Έχει μια ποιητική ατμόσφαιρα που πολλές φορές συγγενεύει με ένα κλίμα δικό μου, μέσα από τα τραγούδια, που είναι κι αυτό ποιητικό. Αρκετά πράγματα κοινά λοιπόν μπορεί κανείς να βρει αν κοιτάξει και τους δυο μας!

Συγγενικά στοιχεία λοιπόν! Ουσιαστικά αλληλοεμπνέεστε ο ένας από τον άλλο, ως το εκλαμβάνω! Ίσως όμως κι η εποχή λόγω των μεταφορικά και κυριολεκτικά των «ξεκαθαρισμάτων» που γίνονται σας δίνει την «πολυτέλεια» να κάνετε τις επιλογές σας, να διαλέγετε αυτό που σας ταιριάζει!
Σ. Λ. Εγώ θα επιστρέψω σ’ αυτό που είπα πριν, ότι τώρα δηλαδή γίνονται πολύ λιγότερα πράγματα και θέλοντας και μη και ο κόσμος κάνει πιο προσεχτικές επιλογές, σ’ οποιοδήποτε τρόπο διασκέδασης επιλέξει να ακολουθήσει. Θεωρώ πως ένα θετικό ίσως αποτελεί, πως σε τέτοιες σκηνές όπως είναι το Gazarte, ακόμα και κάποιοι επαγγελματίες του χώρου μας, συνειδητοποιούν πως μόνο αν επενδύσουν σε κάτι που τους εκφράζει τελικά, θα μπορέσουν μακροπρόθεσμα να έχουν και υλικά οφέλη. Και το Gazarte επενδύοντας σε μια δική του αισθητική, κάνοντας επιλεγμένες παραστάσεις και με ξένους καλλιτέχνες, έχει χτίσει μια εμπιστοσύνη στον κόσμο που θα έρθει. Τώρα όσον αφορά τη δική μας συγγένεια με το Νίκο θα πω και κάτι άλλο: Είναι για μένα πολύ αναζωογονητικό, το ότι μπορούμε να συνομιλήσουμε και να δημιουργήσουμε κάτι καινούριο, όχι αναγκαστικά μιλώντας με όρους μουσικούς. Μ’ αρέσει κάποιες εκφράσεις να τις λέω στα αγγλικά, έτσι όπως τις άκουσα, γιατί έχουν πιο άμεση σημασία! Μια ωραία συμβουλή λοιπόν που άκουσα από ένα Αμερικάνο συνθέτη προς μουσικούς είναι: “Its not about you!” Συμβουλεύει τους μουσικούς όταν ερμηνεύουν-εκφράζουν ένα έργο, να μη σκέφτονται τον εαυτό τους. Πρέπει δηλαδή να εξαφανίζεσαι μέσα σ’ αυτό και πραγματικά να αποκαλύπτεται κάτι καινούριο και σε σένα, αλλά και στον ακροατή τελικά! Νομίζω πως με το Νίκο δουλέψαμε και συνεχίζουμε να δουλεύουμε πάνω σ’ αυτό, γιατί εγώ προέρχομαι και από μία σχολή της jazz, όπου τα περισσότερα πράγματα δε λέγονται, μα γίνονται πάνω στη σκηνή. Υπάρχει δηλαδή αυτοσχεδιασμός όχι μόνο στη μελωδία, στην ενορχήστρωση, στην έκφραση κι αυτό νομίζω πως προσπαθούμε να πετύχουμε με το Νίκο και χαίρομαι, που οι πρώτες αντιδράσεις κάποιων ανθρώπων, που μας μίλησαν με επιχειρήματα, μας τόνισαν αυτό, ότι είδαν δηλαδή μια ενιαία καινούρια μουσική. Κι αυτό είναι πάρα πολύ ωραίο, γιατί πολλές φορές γκρινιάζω πηγαίνοντας να δω μια σύμπραξη, βλέποντας απλώς ένα μοιρασμένο πρόγραμμα, δε βλέπω κάτι καινούριο.

 

Δεν είναι πραγματικά πολύ σημαντικό αυτό στους καλλιτέχνες, όταν εκφράζεται και μέσα από μια συνεργασία; Να είναι «εραστές» της μουσικής, να την κατέχουν κι αυτό να περνάει και στον κόσμο, όντας μαζί πάνω στη σκηνή! Αποτελείτε κατά κάποιο τρόπο, μουσικό «μέτρο», με μουσική παιδεία, με άπλετες γνώσεις, που εκφράζονται -αποκαλύπτονται μέσα στα έργα σας, με μια ιστορία πίσω σας... Αυτό δεν είναι πολύ σημαντικό, κάνοντας μάλιστα και τη διαφορά; Και δεν εννοώ τη «διαφορά» σαν αυτοσκοπό, αλλά σα διαπίστωση πως όλο ετούτο φέρει μια ισχυρή βάση!
Ν. Ξ. Θεωρώ πως αυτό που λέει ο Σταύρος είναι το σημαντικότερο, ότι δηλαδή από αυτή τη συνάντηση-συνεργασία γεννιέται κάτι τρίτο. Για παράδειγμα τώρα ο Σταύρος ακούει τη δική μου μουσική κι ακόμα και στην εκτέλεση υπάρχει ένας ενδιαφέρον τρόπος, κάτι που ανανεώνει κι εμένα τον ίδιο! Ακούω δηλαδή τη μουσική μου με ένα διαφορετικό τρόπο, με μια άλλη αίσθηση κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί παράλληλα με το δημιουργικό ατομικό έργο του καθενός μας, εξίσου δημιουργικός αυτός ο διάλογος!

Σας δίνεται η δυνατότητα και του αυτοσχεδιασμού!
Ν. Ξ. Ναι, βέβαια κι ο αυτοσχεδιασμός υπάρχει! Θεωρώ πως τόσο η μουσική που γράφει ο Σταύρος κι αυτή που γράφω εγώ μέσα από τα τραγούδια, ισορροπεί, έχει ένα αίτημα δικαιοσύνης ανάμεσα σε κάτι το οργανωμένο, που σου δίνει μια αίσθηση βεβαιότητας και στον αυτοσχεδιασμό, στον οποίον συμπράττουν πολλές φορές και οι μουσικοί. Όλο αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον, καθώς πρόκειται για μια μουσική, που ουσιαστικά αντλεί τα στοιχεία της, μέσα από μια κοινή γλώσσα. Απλώς κάποιος πρέπει να ερεθίσει τον άλλον, ώστε να ενεργοποιηθεί το δημιουργικό κομμάτι. Πάντοτε πιστεύω πως υπάρχουν οι μουσικοί, που κρύβουν αυτή τη γλώσσα, στην οποία εσύ μπορεί να έχεις δώσει τις αφορμές, ή να έχεις κάνει την πρώτη νύξη.

Σ. Λ. Ένα άλλο στοιχείο που είναι κοινό, είναι πως αν έρθει κάποιος σε δική μου συναυλία, είναι πιο εύκολο να προσέξει τους άλλους μουσικούς, καθώς δεν υπάρχει ένα πιάνο για παράδειγμα στη μέση, που θα το κοιτάζει κανείς σαν ένα «τραγουδιστή», ή δε θα του μιλήσει κάποιος με συγκεκριμένα λόγια... Θα έρθει ο κόσμος, θα φτιάξει τις εικόνες του, είναι πολύ πιο μοιρασμένα τα μουσικά μέρη. Αυτό που καταφέρνει λοιπόν ο Νίκος στις συναυλίες του-όπου ανακαλύπτω κι εγώ μουσικούς, έχουν «λάμψει» δηλαδή μουσικοί σε συναυλίες του, που δε μου είχαν κάνει εντύπωση, παίζοντας για άλλους καλλιτέχνες-είναι ότι την ώρα, που συμβαίνει κάτι μουσικό, γίνεται ένα μ’ αυτό το πράγμα, ο Νίκος, δεν είναι απλώς ένας τραγουδιστής, όταν τραγουδάει! Δε σε μαγνητίζει μια φιγούρα και μόνο, αντιπροσωπεύει μια γενική ατμόσφαιρα στην οποία βρίσκουν εύφορο έδαφος, εφόσον είναι και οι μουσικοί δημιουργικοί να φωτιστούν κι εκείνοι! Ένας μάλιστα από αυτούς, κοινός μας συνεργάτης, ο Δημήτρης Χουντής (σοπράνο σαξόφωνο) το αντιμετωπίζει πολύ χαρακτηριστικά αυτό, που περιγράφω, έχοντας βρει ένα κοινό τρόπο για να εκφραστεί τόσο με τις μελωδίες, αλλά και με τη στάση που έχει.

Να σκαλίσω λιγάκι και την «ιστορία» σας μέσα στη μουσική! Να μου πει ο καθένας σας ξεχωριστά τις πηγές έμπνευσής του...
Ν. Ξ. Υπάρχουν φανερές επιρροές που αναφέρονται στην ιστορία, στις διάφορες σχολές της μουσικής, αλλά υπάρχουν και επιρροές πολύ σημαντικές, οι οποίες δεν είναι φανερές και θα έλεγα πως είναι και «εξωμουσικές», καθορίζοντας τις επιλογές σου στις σχολές, στην ιστορικότητα της μουσικής κι αυτό έχει επίσης πολύ ενδιαφέρον. Πιστεύω πως κάθε μουσικός δημιουργικός που έχει μια φιλοδοξία συνθετική, έχει δύο είδη αυτιών: το ένα ακούει προς τα έξω και το άλλο ακούει προς τα μέσα. Είναι διαφορετικά καμιά φορά αυτά που ακούς και σου δίνουν μια προσωπική ταυτότητα... Είναι σα να έχεις ένα ιδιαίτερο συντακτικό, ο τρόπος που αρθρώνεις μια μελωδία, ο τρόπος που ενδεχομένως την εναρμονίζεις, ακόμα και ο τρόπος της εκφοράς είτε είναι στα δάχτυλα του πιάνου, είτε είναι στην ίδια τη φωνή, έχει μεγάλο νόημα! Από εκεί και πέρα συναντιέσαι με πάρα πολλές μουσικές, που μοιάζει λίγο σα να αναγνωρίζεις ένα πολύ συγγενικό σου πρόσωπο... Καμιά φορά μάλιστα νιώθεις σα να το αντιγράφεις κιόλας. Δε συμβαίνει όμως, είναι ακριβώς αυτή η ομοιότητα που νιώθεις, όταν καμιά φορά γράφεις κάποιες μελωδίες και ξαφνικά ακούς μια μουσική, που δεν την ήξερες και σκέφτεσαι πως αν κάποιος ακούσει αυτή τη μουσική θα νομίζει πως «είχα στήσει πολύ αυτί» για να γράψω σαν αυτή τη δικιά μου! Σύμφωνα μ’ αυτό λοιπόν, είναι καλό να αποφεύγει κανείς την ευκολία του «έχω επηρεαστεί από την τζαζ, από την παραδοσιακή μουσική κοκ». Όλα αυτά ασφαλώς συμβαίνουν, αλλά θεωρώ ότι κάποια στιγμή αφομοιώνονται όλα αυτά κι αποτελούν πάλι μια τρίτη, μια καινούρια γλώσσα, που δεν έχει να κάνει τόσο με το αν η μουσική αυτή έχει ορισμένα πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Για παράδειγμα στην τζαζ, μ’ ενδιαφέρει η ατμόσφαιρα της, δε μ’ ενδιαφέρουν οι τεχνικές της κατακτήσεις πάρα πολύ... Μ’ ενδιαφέρει το γεγονός ότι με βοηθάει πάρα πολύ στον τρόπο που αντιμετωπίζω ένα κείμενο, το λόγο δηλαδή, αφού καμιά φορά είναι πιο ομιλητικός, είναι πιο ρευστός, όπως είναι ο λόγος της τζαζ, που έχει μια ομιλητικότητα. Αυτό πολλές φορές είναι ένα στοιχείο που μου ταιριάζει και το χρησιμοποιώ. Άλλου είδους μουσικές μ’ ενδιαφέρουν όταν έχουν πιο βαθιές ρίζες, λυρικές ή συναισθηματικές, όπως μπορεί να είναι ακόμα το λαϊκό και το δημοτικό τραγούδι. Είναι πολύ σημαντικό τί έχεις ακούσει και σε συγκινεί όλα αυτά τα χρόνια...

Έχετε γράψει συνθέσεις σας εμπνεόμενος από κάποιον ερμηνευτή, για παράδειγμα τον Παπάζογλου, είτε από κάποιο στίχο, ή ήσασταν πάντοτε έξω από όλο αυτό;
Ν. Ξ. Όχι... Πάντοτε είχα πιο πολύ μια σχέση με το λόγο, επειδή μου παρουσιάζεται ένας κόσμος ανάγλυφα, αυτό μου δημιουργούσε και μου δημιουργεί μια επιθυμία να ανακαλύψω τους ήχους του και τη μουσική του! Ο μουσικός έχει και μια ιδιότητα διεισδυτική, μια τάση να μπει σ’ ένα κόσμο κι ο λόγος καμιά φορά σου φτιάχνει ένα κόσμο! Είναι οι λέξεις, είναι μερικά καταγωγικά πράγματα, που τα διακρίνεις σε μια γλώσσα και δεν έγκειται αυτό σε μια επαγγελματική και μόνο διάθεση. Γι’ αυτό και πιστεύω πως με τους στιχουργούς ή τους ποιητές, με τη γλώσσα η σχέση συνήθως, όχι πάντα, είναι πάρα πολύ προσωπική! Δεν είναι πολλοί εκείνοι που σε έλκουν να συμπράξεις μαζί τους! Είναι σημαντικό να βρεις κάτι που σε εκφράζει απόλυτα και το νιώθεις σχεδόν σα να ήταν τα λόγια δικά σου. Από εκεί και πέρα ασφαλώς μία φωνή, μια προσωπικότητα θα έλεγα καλύτερα, μπορεί να γίνει η φωνή των τραγουδιών σου, όπως συμβαίνει με την Ελευθερία Αρβανιτάκη, που συμμετέχει σταθερά σε πολλά τραγούδια μου όλα αυτά τα χρόνια.

 

Το έθεσα με την τελείως καλλιτεχνική και ρομαντική του έννοια το θέμα της παραπάνω συσχέτισης, γιατί με τους στιχουργούς υπάρχει αυτή η άμεση σχέση, μιας και διαβάζοντας ένα στίχο, η γλώσσα του στιχουργού σας εμπνέει με μια ξεχωριστή αμεσότητα...
Ν. Ξ. Αυτό εμπεριέχει πάντοτε μια διαφορετική λειτουργία για τον καθένα. Μπορεί δηλαδή κάποιος να γίνει ο συνθέτης μιας φωνής, ενός τραγουδιστή, υπάρχουν συνθέτες που έχουν διαπρέψει σ’ αυτό το μοτίβο... Υπήρχαν συνθέτες που έγραφαν μελωδίες «Edith Piaf», σχεδόν όπως ένας ράφτης ράβει ένα κοστούμι, αποτελεί μια ιδιαίτερη ικανότητα αυτό! Υπάρχουν κι εκείνοι όμως, που δεν έχουν αυτήν την πηγή έμπνευσης. Εγώ δεν είχα τόσο τραγουδιστικά πρότυπα, απλώς μου άρεσαν κάποιες φωνές, τα πρότυπα μου υπήρχαν περισσότερο μ’ ένα αφηρημένο τρόπο μέσα από τη μουσική και μ’ ένα άλλο τρόπο μέσα από το λόγο και τους στίχους...

Σ. Λ. Μια παρατήρηση που έχω εγώ να κάνω για τη στάση του Νίκου μέσα στα πράγματα... Έχω συλλάβει τον εαυτό μου να ακούω κάποιες φωνές πολύ χαρακτηριστικές, όπου όταν στο τραγούδι είναι τόσο δυνατό το χρώμα του συνθέτη, ακόμα κι ένας μεγάλος τραγουδιστής, «εξαφανίζεται», γίνεται ένα σώμα μέσα σ’ αυτό. Θα δώσω το παράδειγμα της συνεργασίας του Νίκου με την Ελευθερία Αρβανιτάκη, στο δίσκο «Γρήγορα η ώρα πέρασε»... Δεν έχει κάνει άλλη παρόμοια δουλειά η Ελευθερία! Η δουλειά αυτή φέρει καθαρά μια αισθητική σφραγίδα Νίκου Ξυδάκη! Που αυτό αποτελεί κατάκτηση του Νίκου, γιατί κανένας δε γράφει σαν αυτόν! Δεν αναφέρομαι στο επίπεδο, αλλά στην τόσο χαρακτηριστική γραφή, μα και το όλο αποτέλεσμα της επιμέλειας, της παραγωγής κοκ. Ο Νίκος έχει μια συνέπεια σ’ αυτό που κάνει... Κι είναι πολύ μετρημένοι αυτοί που το καταφέρνουν! Να δρουν δηλαδή σε μια αυτόνομη πορεία και να τους κοιτάξεις από ψηλά σ’ αυτήν την πορεία τους, όπως ο Νίκος και να πεις «ναι, αυτό αποτελεί ένα έργο, με διάφορους σημαντικούς, που κι εκείνοι είναι μέρος του μεγάλου κολάζ, που συνθέτει την εικόνα Νίκος Ξυδάκης». Είναι μετρημένοι αυτοί οι συνθέτες και φυσικά ένας από αυτούς είναι ο Μάνος Χατζιδάκις... Ρωτώντας με μάλιστα για τις επιρροές μου, περισσότερο θα μιλήσω για το Μάνο Χατζιδάκι κι αυτή την συνέπεια του, που έχω ανακαλύψει, παρά τη μουσική του σα συμπεριφορά, γιατί αν πω ότι επηρεάστηκα μουσικά, ίσως τελικά να έχω επηρεαστεί από αυτούς, που έχει επηρεαστεί κι αυτός. Εγώ έφθασα να ακούσω τα πιο σημαντικά του έργα, αφού ήρθα στην Αθήνα κι άρχισα να δουλεύω με την Έλλη Πασπαλά κι εκεί ανακάλυψα στα 30 μου το Μεγάλο Ερωτικό! Πιστεύω ότι μεγάλες επιρροές έχουμε σε πολύ παιδικά χρόνια. Έχω κάτι κασέτες που έγραφα κι αυτοσχεδίαζα, τις ακούω και λέω «μα ακόμα το ίδιο πράγμα κάνω»; Είναι σα να μην έχω αλλάξει καθόλου... Έμαθα δυο τρία ακόρντα παραπάνω, αλλά εκεί στο ίδιο πράγμα προσπαθώ ακόμα! Κάποιοι καλλιτέχνες σε εμπνέουν με τη στάση τους μόνο, πολλές φορές έβλεπα κάποιον να κάνει κάτι κι έλεγα «α, γίνεται τελικά, σημαίνει ότι κι εγώ μπορώ να το κάνω»! Ακούγοντας τη μουσική μου, θα σκεφτεί κανείς ότι έχω επηρεαστεί από το Βαγγέλη Παπαθανασίου; Ένα δίσκο άκουσα, τους «Δρόμους της Φωτιάς» και είχα προσέξει που έγραφε στο οπισθόφυλλο «έχει παίξει όλα τα όργανα»! Και λέω «κι εγώ έτσι θέλω»! Ήταν ο πρώτος πολυμουσικός που είδα και εμπνεύστηκα, γιατί εγώ ήδη το έκανα (παίζοντας σε διάφορα συγκροτήματα πιάνο, τύμπανα, κιθάρα, αυλούς) αλλά έλεγα, «δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά, να παίζεις λίγο απ’ όλα»! Εμένα όμως με ενέπνεε αυτό, γιατί ένιωθα ότι μπορώ να το κάνω! Επίσης δεν θα ξεχάσω τους πρώτους Έλληνες μουσικούς που με εντυπωσίασαν ζωντανά, τους Sokrates, σε ηλικία 15 χρονών τους γνώρισα και στα καμαρίνια, αρκετά μετά με πολλή χαρά συνεργάστηκα με το Γιάννη Σπάθα και το Νίκο Αντύπα για τους οποίους τρέφω ιδιαίτερο σεβασμό.

Από τις συνεργασίες σας, που σας έχουν μείνει, για να μην το πω με τον τετριμμένο όρο «ποιά ξεχωρίζετε», υπάρχουν κάποιες σκηνές, εικόνες, μνήμες που έχετε κρατήσει, βάζοντας σας σε μια πιο συναισθηματική ματιά;
Ν. Ξ.
Πάντοτε οι πρώτες συνεργασίες είναι και λίγο σαν τις πρώτες αγάπες... Κι ο ίδιος ανακαλύπτεις τον ίδιο σου τον εαυτό, οπότε διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο. Εγώ δε θα μπορέσω να ξεχάσω την πρώτη μου εμφάνιση στη σκηνή, που έγινε με την πολύ επίμονη προτροπή του Χατζιδάκι, γιατί δεν τραγουδούσα μέχρι τότε και σχεδόν ντρεπόμουν να βγω στη σκηνή ως τραγουδιστής, γιατί δεν είχα καν αυτή την ψυχολογία. Έκανε ένα αγώνα να με βγάλει λοιπόν πρώτη φορά στο Σείριο το 1986, να τραγουδήσω... Εκεί ήταν μια ευτυχισμένη στιγμή, γιατί δεν το πίστευα πως θα βρισκόμουν ποτέ σε μια τέτοια στιγμή! Είχα τραγουδήσει βέβαια στο δίσκο, αλλά εκεί ήταν κρυφά, δε με έβλεπε κανένας, έλεγα «και να μην τους αρέσω δεν πειράζει»! Ενώ εκεί που έχεις τη ζωντανή επαφή και κινδυνεύεις με την απόρριψη ή την αποδοχή είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Αυτή λοιπόν στο Σείριο αποτελεί μια πρώτη ισχυρή αίσθηση για μένα. Και βέβαια και με το Μανώλη Ρασούλη, όταν πρωτοέγραψα τα λαϊκά τραγούδια στην «Εκδίκηση της Γυφτιάς»... Ανακάλυψα μία πλευρά του εαυτού μου, γιατί μετά μου κόλλησαν τη ρετσινιά ότι αυτός ήταν όλος ο εαυτός μου. Κι αυτή ήταν μια ευαίσθητη στιγμή, γιατί μέχρι τότε είχα κάποιες φιλοδοξίες, νόμιζα πως θα γίνω κλασικός πιανίστας, αυτοσχεδίαζα με τις ώρες στο πιάνο... Έβαζα και κασετόφωνα να ηχογραφώ κι όταν έβρεχε και άστραφτε άνοιγα και τα παράθυρα να δίνω ένα πιο ρομαντικό αποτέλεσμα, στις ερασιτεχνικές αυτές ηχογραφήσεις... Λόγω καταγωγής, έχοντας ζήσει στην Αίγυπτο, στο Κάιρο, είχα όλα αυτά τα ακούσματα μιας λαϊκής μουσικής, μιας μουσικής κυρίως του δρόμου... Αν φέρουμε λιγάκι στο νου μας το Κάιρο και την Ανατολή, ακούς μια μουσική από τα καφενεία, τα σπίτια με τα τραγούδια τα αιγυπτιακά, που είναι και μεγάλα σε διάρκεια, θρηνητικά, αλλά και την ώρα που είναι θρηνητικά είναι και τσιφτετέλια... Αυτό όλο με διαπότισε! Κι επειδή είναι μια κοσμοπολίτικη πόλη το Κάιρο και υπάρχει μια πανσπερμία από διαφορετικές φυλές και πολιτισμούς, άκουγες επίσης πάρα πολλά άλλα πράγματα: άκουγες γαλλικά τραγούδια, μουσική του κινηματογράφου, καθώς είχε πάρα πολλούς κινηματογράφους κι έφερναν ταινίες από όλο τον κόσμο, άκουγες αγγλικά τραγούδια, τραγούδια από Ιταλούς, που υπήρχαν πάρα πολλοί... Κι εμείς οι Έλληνες που υπήρχαμε εκεί, άλλοι ήμασταν από την Κύπρο, άλλοι από τα Δωδεκάνησα... Αυτό το περίεργο μίγμα, προφανώς υπήρχε και μέσα μου! Αν δεν έχεις βέβαια, να το κάνεις κάτι δημιουργικά και να το συνθέσεις, δεν έχει κανένα νόημα, απλώς είναι ένα υλικό, αν δεν μπορείς να το αξιοποιήσεις, μπορεί να αποτελεί απλώς μια ευχάριστη ανάμνηση. Αν το μεταπλάσεις σε κάτι άλλο όλο αυτό το βίωμα, πιθανόν να έχει ένα ενδιαφέρον.

 

Σ. Λ. Εγώ ήρθα λιγάκι «έτοιμος», 25 χρονών, μου είχαν δώσει ήδη εφόδια αρκετές στιγμές... Και στην Κύπρο, που είχα την ευκαιρία να είμαι πολύ δραστήριος μουσικά, σε δημόσιο σχολείο, αλλά με πολύ έντονο το στοιχείο της μουσικής. Κάθε μέρα πρόβες, θυμάμαι είχα τα κλειδιά του σχολείου, στήναμε διάφορες παραστάσεις με ανταγωνιστικές προθέσεις προς τα άλλα σχολεία... Έπαιζα σε πολλά συγκροτήματα, στο ένα ροκ, στο άλλο έντεχνο, στο άλλο ξένο ρεπερτόριο, μουσική για θέατρο... Όλα αυτά με έπλασαν αρκετά, άρχισα σ’ αυτό το μικρόκοσμο, ήδη να συμπεριφέρομαι ως ο μουσικός... Εγώ δεν το είχα πει, ούτε έλεγα ότι θα γίνω μουσικός, αλλά καμιά φορά βρίσκω κάποιον παλιό μου συμμαθητή, και μου λέει, «εντάξει, ξέραμε ο Σταύρος θα γίνει μουσικός»! Και τα δυο χρόνια στο στρατό, πάλι ήταν με πολύ μουσική! Θυμάμαι χαρακτηριστικά όταν σπούδαζα, είχε έρθει κι ο πατέρας μου να με δει να παίζω στη μεγάλη συναυλία της βραδιάς της αποφοίτησης (στο Berklee College of Music) όπου στην τελική πρόβα φεύγει το πρώτο σαξόφωνο κι αυτός είχε ένα σόλο, ένα μέρος αυτοσχεδιαστικό... Το δίνουν στο δεύτερο σαξόφωνο-ήταν γυναίκα, δε θα το ξεχάσω-κάνει το σόλο κι ενώ το κάνει, αισθανόμαστε λίγο αμήχανα, γιατί η καημένη δεν ήταν έτοιμη, της ήρθε λίγο απότομα και φαινόταν στο παίξιμο πως δεν της έβγαινε... Έρχεται δίπλα μου ο καθηγητής, που έπαιζα πιάνο και μου κάνει, «Stavros, it’s your solo tonight»! Χωρίς πρόβα όμως, δεν υπήρχε χρόνος! Ήταν το πρωί της παράστασης! Όταν έρχεται η βραδιά και έρχεται η ώρα του σόλο, εκείνη τη στιγμή, με λούζει για πρώτη φορά ένα άσπρο φως... Και μέσα σ’ όλο αυτό το φως, νομίζω ότι ξεχώρισα τον πατέρα μου στο ακροατήριο, ο οποίος είχε έρθει να με δει, που μετά συγκινημένος μου λέει, «όλα αυτά τα χρόνια άξιζαν, με έκανες να νιώσω σαν δέκα χρόνια νεότερος»... Είχε δώσει και ένα σωρό χρήματα για να με σπουδάσει… Ακούστηκε κάποια στιγμή και το «From Cyprus, Stavros Lantsias on the piano»... Και μ’ όλα αυτά είπα τότε, «ναι, για τέτοιες στιγμές θέλω να ζω, για τις στιγμές που νιώθεις πως όλο αυτό σημαίνει κάτι, για εσένα, για τους ανθρώπους σου, για τον κόσμο, για τη μουσική»! Κάτι τέτοια ερεθίσματα μου έχουν δώσει έντονα το κίνητρο μέσα μου, να τις δημιουργήσω αυτές τις στιγμές, να τις κυνηγήσω να ξανασυμβούν! Κι όσο προχωράς είναι έντονος ο ανταγωνισμός με τον εαυτό σου, να κάνεις κάτι ξανά, που θα σε συγκινήσει... Ήθελα να το περιγράψω όλο αυτό, γιατί θεωρώ πως τα παραπάνω είναι σημαντικά για κάποιους μουσικούς, που θα τα διαβάσουν και θέλουν να κάνουν αυτή τη δουλειά! Πάντοτε ήθελα να το κάνω επάγγελμα αυτό, όχι να το κάνω μισό... Το κυνηγάς αυτό και στο σχολείο και στην πραγματική ζωή.

Σ’ αυτούς τους περίεργους καιρούς, πώς αντιμετωπίζετε την ελληνική μουσική, μέσα από τα δρώμενα της; Υπάρχει κρίση; Υπάρχει έκφραση μέσω της μουσικής, εν μέσω κρίσης; Υπάρχει ανάγκη να εκφραστούμε μέσα από τη μουσική πάνω σε αυτά που βιώνουμε, ή δεν εκφράζεται τόσο πολύ η υπάρχουσα κοινωνικοπολιτική κατάσταση;
Ν. Ξ. Πάντοτε οι συνθήκες επηρεάζουν... Νομίζω πως πέρα από την κρίση υπάρχει ένα «άνοιγμα» στην έκφραση κι είναι πολύς ο κόσμος εκείνος που θέλει πλέον να εκφράζεται... Δεν είναι το ίδιο όπως πριν από 30 χρόνια που ξέραμε 10 μουσικούς και παίζανε ως εκτελεστές, ως ερμηνευτές, ή ως συνθέτες... Τώρα υπάρχει μια ελευθερία των μέσων, υπάρχει και ανάγκη αυτοέκφρασης, όπου το ατομικό στοιχείο έχει την ανάγκη να δείξει τις ικανότητες του... Αυτό μπορεί να είναι θετικό, αλλά μπορεί να είναι και αρνητικό, γιατί δεν ξέρουμε ποιό είναι το φίλτρο και πως περνάνε τα πράγματα... Σίγουρα οι συνθήκες βοηθούν πάντα να διακρίνεις ορισμένα πράγματα, εγώ δεν είμαι πάντως τόσο των συνθηκών... Πιστεύω πως κάποιες συνθήκες μέσα από τη μουσική, τα έργα, αλλά και από άλλες τέχνες, τις διαμορφώνεις κι εσύ... Διαμορφώνεις κι εσύ την εποχή σου, όχι μόνο εσένα η εποχή σου!

Σ. Λ. Θεωρώ πως και αυτό είναι ένα συγγενές στοιχείο στους δυο μας! Και για τους δύο μας κάποιος θα έλεγε «σε πείσμα των καιρών»... Γιατί, αφήνοντας το παρόν, όταν ξεκινούσα, μου έλεγαν, «καλά, γιατί δε γράφεις τραγούδια»; (ακόμα με ρωτάνε). Γιατί ήθελα να κάνω κάτι άλλο! Και στο Νίκο είμαι σίγουρος, πως θα του έλεγαν, «με τον Παπάζογλου πότε θα ξανακάνεις κάτι»; Αυτοί οι καλλιτέχνες, που μου άρεσαν ανέκαθεν, ήταν οι πεισματάρηδες καλλιτεχνικά! Επίσης άλλο ένα πράγμα που μας χαρακτηρίζει, είναι πως δεν είμαστε ποτέ με ένα «πανό» μπροστά στη μουσική μας! Η μισή δουλειά δική μου κι άλλη μισή είναι του ακροατή! Μπορεί να εμπνευστεί αγωνιστικά και μέσα από ένα κομμάτι χαμηλόφωνο, που θα του αναστατώσει τον εσωτερικό του κόσμο και θα πει, «Τώρα, τί κάνω εγώ; Με εκφράζει αυτό που ζω»; Αυτό έχω νιώσει εγώ, όταν δει κάτι πολύ σημαντικό είτε μουσικά, είτε έναν πίνακα, μια θεατρική παράσταση, μετά πάω κι εγώ κι επανεξετάζω μέσα στη ζωή μου, τις δικές μου επιλογές... Και μπορεί να έρθει μια ολική ανατροπή των δικών μου επιλογών και κατ’ επέκταση να αλλάξει και ολόκληρο τον κόσμο μου... Δε χρειάζεται αναγκαστικά ο άλλος να σου τραγουδήσει «πάμε να αλλάξουμε τον κόσμο»... Δε ξέρω, για μένα τουλάχιστον μια στάση πραγματικά ειλικρινή μπορεί να την έχει ανάγκη ο κόσμος πολύ περισσότερο τώρα, διότι μπορεί να θέλει και αυτός τώρα πια να εκφραστεί έτσι ή μπορεί και να ψάχνει κάτι πολύ απλό... Μπορεί να ψάχνεις ένα πολιτικό, ο οποίος θα είναι ειλικρινής και τίμιος για να ψηφίσεις και να μην τον βρίσκεις... Ή κάποιον καλλιτέχνη ο οποίος θα εκφραστεί ειλικρινώς και δεν θα σου χαϊδέψει απλώς τ' αυτιά... Ελπίζω δηλαδή...

Εγώ το έθεσα με μια κριτική ματιά λιγάκι, ίσως, στο τι παρατηρώ ότι συμβαίνει όχι μόνο σήμερα... την τελευταία πενταετία βία δεκαετία και με έκφανση στα 3-4 τελευταία χρόνια, στο ότι έχει δοθεί μια τάση στο να γράφονται τραγούδια ίσως και επί τούτου πάνω στη στιχομυθία της σχέσης, του χωρισμού, της μοναξιάς και μόνο εκεί... Δε βγαίνει δηλαδή η κατάσταση που βιώνουμε μέσα στο τραγούδι, βέβαια αυτό δεν αφορά τη δική σας μουσική, γιατί οι συνθέτες έχουν μια άλλη σύμπραξη στα πράγματα... Αφορά ίσως τους νεότερους συνθετικά... να μην πω ονόματα...
Σ. Λ. Δε χρειάζεται όμως να το πας με ηλικίες... Δε συνέβαινε πάντοτε αυτό; Είναι αυτό που είπε, υπάρχει πάντοτε η δημιουργία κατά παραγγελία, είτε την κάνει αυτός ή είτε την κάνεις εσύ στον εαυτό σου... Είναι η πρόθεση, το πως ξεκινάς, αν έχεις ένα άδειο δοχείο το οποίο θα εμπνευστεί ή αν έχεις προβλέψει τα πάντα, ακόμη και την αποδοχή του κόσμου...

Νιώθω δηλαδή ότι κάποιοι, όπως είχαμε παλιά τον όρο «σκυλάδικο», έχουν βρει στον έντεχνο χώρο αυτό που «πουλάει»...
Σ. Λ. Τώρα θα κάτσουμε να κάνουμε μια συζήτηση περί προθέσεων; δεν ξέρεις ποτέ... Δε μας αφορά...

Ν. Ξ. Καμιά φορά οι ετικέτες δεν είναι πολύ ακριβείς σε κατηγοριοποιούν μερικά πράγματα... Όπως τώρα λέμε «έντεχνο»... Ενώ βλέπεις ότι άλλα πράγματα έχουν πολύ πιο προετοιμασμένες θέσεις από το έντεχνο, πάλι λειτουργούν εκ του πονηρού και εντέχνως για να κάνουν κάτι... Είναι πολύ σχετικά το τι είναι έντεχνο, το τι είναι λαϊκό... Όλα νομίζω λίγο-πολύ ανήκουν σε ένα κοινό σώμα. Δε μπορούν, επίσης, όλοι να κάνουν τα ίδια πράγματα, γιατί υπάρχει μια τέτοια απαίτηση ομογενοποίησης... Δηλαδή αν δούμε τι είναι το πολιτικό τραγούδι, όλοι πρέπει να κάνουν πολιτικό τραγούδι… Τώρα ας πούμε στα όρια του πολιτικού ρεύματος είναι το ερωτικό τραγούδι, με την έννοια του ότι φεύγει από αυτή τη μυθολογία ή τη θεματογραφία σχεδόν να μην ενδιαφέρει... Ή πάλι ένα άλλο είδος τραγουδιού που θεωρείται πιο πολιτικοποιημένο ή με μεγαλύτερη ευαισθησία κοινωνική να θεωρείται ότι είναι κάτι που έρχεται σε σύγκρουση με κάτι που κάνει κάποιος άλλος... Αυτή η εμφυλιοπολεμική ατμόσφαιρα που δογματίζει τον κόσμο να είναι σε κάποιες ομάδες που σημαίνει ότι αυτός που κάνει έντεχνο είναι εναντίον του λαϊκού και το λαϊκό είναι εναντίον του πολιτικού ή δεν ξέρω τι άλλο μου φαίνεται λίγο σχηματικό.

Σ. Λ. Αυτό είναι και πολύ περιοριστικό για μας τους μουσικούς... Δηλαδή τα μουσικά είδη σαν ταμπέλες. Σχεδόν οι περισσότεροι μουσικοί που γνωρίζω ακούνε τα πάντα, ξεχωρίζοντας απλώς σε καλή και κακή μουσική. Φιλοδοξώ η μουσική μου να υπερβαίνει τα μουσικά στυλ και να μη χρειάζεται κατηγοριοποίηση.

 

Μια που λέμε για πολιτικό τραγούδι και την κατάσταση... Το τελευταίο περιστατικό με τη δολοφονία του παιδιού, που ήταν και μουσικός, πώς το αντιμετωπίσατε;
Ν. Ξ. Καταρχήν είναι ένα ανθρώπινο γεγονός ασφαλώς με πολιτικά και σκοτεινά κίνητρα... Δεν έχει καμία σχέση με το αν ήταν μουσικός... Έτυχε... Και νομίζω ότι κανείς δε μπορεί να έχει μια διαφορετική άποψη από μια κοινή αίσθηση που έχουμε όλοι... Πάντα ένα έγκλημα μια δολοφονία είναι μια αδικία... Ένα γεγονός που δε μπορείς να το αναλύεις ούτε από τη σκοπιά του μελετητή του φαινομένου, ούτε σαν κοινωνιολόγος... Αυτή είναι η άποψή μου, όπως των περισσότερων ανθρώπων γύρω από τέτοια ζητήματα... Μια ανθρώπινη αντιμετώπιση, χωρίς να υποτιμά κανείς την πολιτική σημασία...

Σ. Λ. Συμφωνώ με αυτό, βάζω και μια δική μου παρατήρηση, ότι σε μια ανθρωποφάγα κοινωνία ειδικά των μέσων (τηλεόρασης, internet), εδώ που έχουμε φτάσει τώρα... πάντα πρέπει να φτάσουμε σε τέτοια γεγονότα, τα οποία θα πάρουν απίστευτη δημοσιότητα... Και πάλι στο τέλος υπάρχει μια εκτόνωση και δε γίνεται συζήτηση για τα πραγματικά προβλήματα... ακόμη και για τη μουσική... θα μπορούσαμε να σκύψουμε πάνω από τη hip hop για παράδειγμα και να κάνουμε πολύ ωραίες συζητήσεις... ότι κατά πόσον εκφράζει για παράδειγμα την εποχή μας... Δηλαδή τώρα γνωρίσαμε περισσότερο αυτή τη μουσική, επειδή τώρα έχει έναν μάρτυρα ας πούμε; Είχε και μια ταμπέλα πολιτική που μπορεί τους περισσότερους να μην τους εκφράζει... Αποκλείεται να έχει αριστερούς και δεξιούς που κάνουν hip hop; Μπορεί να έχει και κάποιους που ψηφίζουν Χρυσή Αυγή... Τόση μεγάλη προσοχή σε ένα γεγονός που ύστερα θα ξεχαστεί μέχρι το επόμενο, στο οποίο πάλι θα πάμε με ένα μικροσκόπιο...

Ν. Ξ. Γι' αυτό και εγώ επιμένω στο ότι ήταν ένα ανθρώπινο γεγονός, για να μην υπάρξει τέτοια «αξιοποίηση»... Γιατί πάντα ένα τόσο σοκαριστικό γεγονός προκαλεί πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την ίδια τη μουσική... Και αυτό είναι ένα ευρύτερο φαινόμενο... καμιά φορά και η ίδια σου η προσωπικότητα, όχι μόνο ένας φόνος, μπορεί εσύ να είσαι μια μαχητική προσωπικότητα ή κάποιος που έχει πιο δηκτικό δημόσιο λόγο, πιο παρεμβατικό δημόσιο λόγο και ξαφνικά εσύ ο ίδιος να πέσεις σαν σκιά πάνω από το έργο σου... Αυτό συμβαίνει πάρα πολύ συχνά, γιατί είναι το κομμάτι που τα μέσα θα προβάλλουν περισσότερο, γιατί έχει ένα κοινωνικό ενδιαφέρον μεγαλύτερο... Υπάρχουν προσωπικότητες που ξέρουν πιο πολλά πράγματα για αυτά που είπαν τέτοια άτομα, ενώ για το ίδιο τους το έργο θα ξέρουν πολύ λιγότερα, ή να μην έχουμε δείξει την ίδια προσοχή... Θα σας φέρω ένα παράδειγμα... Τον τελευταίο καιρό επειδή πολλοί διαμαρτύρονται για τους πνευματικούς ανθρώπους... Ότι δεν εμφανίζονται, δε μιλάνε κτλ, βγήκε ο ποιητής Νάνος Βαλαωρίτης μεγάλος πια σε ηλικία, είχε κάνει μια πολιτική δήλωση και για το Σαμαρά, είχε παρέμβει και προκάλεσε ενδιαφέρον... Άρχισαν λοιπόν να τον παρουσιάζουν, γίνονταν συζητήσεις, άρχισαν πολλοί δημοσιογράφοι να τον ονομάζουν μεγάλο ποιητή, ενώ κανείς δεν γνώριζε και δεν είχε ακουστεί σε ανύποπτο χρόνο ούτε ένα ποίημά του... Και αμέσως επειδή εμφανίστηκε να παρεμβαίνει στην πολιτική ζωή τον αποκαλούσαν μεγάλο ποιητή... Και συ είχες την απορία αν πριν ήξεραν ότι είναι μεγάλος ποιητής, ή μικρός ή μέτριος ή αν είχαν διαβάσει κάποιο βιβλίο του...

Το μέλλον τι περιέχει; Εκτός από τις 22 του μηνός...
Σ. Λ. Ελπίζουμε να κάνουμε και άλλες τέτοιες συναντήσεις, το επιδιώκουμε… Θέλω να πιστεύω ότι είναι ένας ζωντανός οργανισμός αυτός, ο οποίος πλάθεται και φιλοδοξώ οπουδήποτε συμμετέχω, επιστρέφοντας σε αυτό που είπες για τις συνεργασίες... Παρόλο που θεωρούμαι επαγγελματίας, ανατρέχοντας πίσω είναι πολύ λίγοι, μετρημένοι οι καλλιτέχνες που έχω συνεργαστεί και μακροχρόνια… Για ένα πράγμα που είμαι έτσι κάπως περήφανος, σκέφτομαι τώρα και με τους τρεις που έχω συνεργαστεί κατά καιρούς, με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη, την Έλλη Πασπαλά, το Διονύση Σαββόπουλο, έχουμε κάνει ζωντανή ηχογράφηση τις συναντήσεις μας... Θυμάμαι συζητήσεις και στα τρία αυτά σχήματα, ότι μετά από τόσο καιρό αξίζει να αφήσουμε κάτι... Ακούω συχνά τις ηχογραφήσεις και λέω «είδες τελικά ηχογραφήθηκε εκείνη η περίοδος», γιατί κάθε συναυλία είναι διαφορετική... Αυτό φιλοδοξώ και με το Νίκο, η συνεργασία αυτή να έχει ένα χρονικό ορίζοντα και γιατί όχι, να πάρει και μια μορφή ηχογράφησης, αν έχουμε τις κατάλληλες συνθήκες...

Δισκογραφικής συνεργασίας;
Σ. Λ. Έχουμε μια εποχή που αλλάζει τώρα.. Προσέχουμε τι λέμε... Δίσκος; CD; Mp3; Eταιρίες; Αλλά σίγουρα καταγραφή πιστεύω ότι θα αξίζει να υπάρχει...

 

Ν. Ξ. Και εγώ νομίζω ότι μετά από τόσο καιρό ωρίμασε από μόνη της η στιγμή για κάτι που είχαμε από καιρό στο μυαλό μας, πιστεύω ότι ο χρόνος σου δίνει πάντα τις αφορμές να υλοποιήσεις κάτι, άρα και εγώ το αφήνω λίγο αυτό έτσι, αλλά και πιστεύω ότι με το Σταύρο διαμορφώνεται εκτός από τη μουσική και την ευχαρίστηση που έχουμε εμείς να παίζουμε... Νομίζω ότι διαμορφώνεται και ένας κώδικας επικοινωνίας ακριβώς από αυτήν τη διαφορά και την ομοιότητα που έχουμε... Έχει ενδιαφέρον γιατί δημιουργεί έναν κώδικα, μια συμπεριφορά και για το ίδιο το κοινό... Κι επειδή δε συμβαίνουν πάρα πολλά πράγματα τέτοιου τύπου, πιστεύω ότι καλό είναι αυτό, όποτε μπορούμε να το στηρίζουμε, διότι η επιμονή φέρνει ένα αποτέλεσμα... Έχει ενδιαφέρον η σχέση δηλαδή που δημιουργείται με το κοινό, που ήδη το εισπράξαμε εδώ στο Gazarte στην εμφάνιση που κάναμε... Ακουγε και τη μουσική και τα τραγούδια, όλο αυτό είναι σαν μια νέα φόρμα για να το πω έτσι... Μερικοί γίνονται φανατικοί της μουσικής χωρίς λόγια... Νομίζω ότι αυτό συμβολοποιεί αυτή τη σημασία αν θες, και την κοινή αίσθηση που μπορεί να έχει κανείς για την ορχηστρική, την οργανική μουσική, αλλά και για το τραγούδι… Είναι μια ενδιαφέρουσα ισορροπία και ένα μέτρο... Εγώ λέω για τον εαυτό μου όταν βγαίνω από τις συναυλίες «τι ωραία που δεν υπήρχε ένας ωρυμαγδός τραγουδιών σήμερα»...

Σ. Λ. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες είναι εγκλωβισμένοι στις επιτυχίες τους... Αισθάνονται ότι αν δεν πω κάτι, ο κόσμος θα φύγει παραπονεμένος ή μη πλήρης...

Και πολλές φορές αδικούν και τραγούδια τα οποία θα ήθελε ο κόσμος να ακούσει....
Σ. Λ. Γι' αυτό για μένα ήταν πάντα πιο εύκολο να συνεργαστώ με αυτούς που γράφουν και τα τραγούδια τους ή τέλος πάντων υπερασπίζονται το ρεπερτόριό τους... Ας πούμε και η Έλλη Πασπαλά που συνεργάστηκα μαζί της, δε γράφει, αλλά πάντα υπερασπιζόταν ένα «δύσκολο» ρεπερτόριο... Πράγμα σπάνιο για μόνο τραγουδιστή ή τραγουδίστρια... Είναι πάντα εγκλωβισμένοι στην επιτυχία της δικιάς τους εποχής... Ενώ, αντίθετα, εμένα μου αρέσει ο κόσμος να έρχεται γι' αυτό που εσύ έχεις να του προτείνεις... Αυτό να είναι η υψηλότερη του προσδοκία...

Ν. Ξ. Το άγνωστο κομμάτι, το αποκλεισμένο... Τώρα με το Σταύρο παίζουμε ένα τραγούδι μόνο μαζί... Εγώ προσωπικά δεν το συμπεριλαμβάνω άλλες φορές...

Ποιό είναι αυτό;
Ν. Ξ. Λέγεται «Στο αγύριστο το πέλαγος»... Έχει και κάποια οργανικά μέρη, ταιριάζει και στο Σταύρο και στο πιάνο, σα να δένονται μεταξύ τους... Το τραγούδι επειδή έχει ένα μεγάλο ποσοστό οικείου πράγματος αγαπιέται... Ο κόσμος δεν πηγαίνει, όπως πηγαίνει στο θέατρο να δει ένα καινούργιο έργο και να λειτουργήσει αυτόματα η κρίση του, η παιδεία του, η ιδιοσυγκρασία στο τραγούδι πολλές φορές έρχεται θέλοντας αυτό το ποσοστό του οικείου να είναι πάρα πολύ μεγάλο. Συνεπώς όταν του παίξεις κάτι το οποίο είναι καινούργιο, πολλές φορές δε λειτουργεί η κρίση του εκείνη τη στιγμή, δεν έχει τη σχέση αυτήν την άμεση...

Είναι συνέχεια εν αναμονή αυτού που θέλει να ακούσει...
Ν. Ξ. Ας πούμε μπορεί να θέλει να παίξεις το «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια» και να περνάει όλη η νύχτα περιμένοντας να ακούσει αυτό το τραγούδι και συ να ζεις ένα «δράμα» στη σκηνή μέχρι τη στιγμή που θα έρθει η αποθέωσή σου σε ένα τραγούδι... Εγώ δεν πιστεύω ότι αυτό είναι κακό, γιατί είναι όντως μια πλευρά του τραγουδιού όπου τα τραγούδια αγαπιούνται, γίνονται δημοφιλή... Άμα εσύ έχεις όμως ένα δημιουργικό βάσανο μέσα σου, θέλεις να δοκιμάζεσαι... Αυτό λέει και ο Σταύρος, τους συνθέτες, τους δημιουργούς... Γιατί αυτό μας «τρώει» περισσότερο και όχι το μικρόφωνο...

Θέλετε το δημιουργικό κομμάτι...
Σ. Λ. Τώρα που είπες «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια» θυμήθηκα όταν έπαιξα Ξυδάκη για πρώτη φορά χωρίς να ξέρω ότι είναι δικό σου...15-16 χρονών κάναμε μια θεατρική παράσταση, τη «Βατραχομυομαχία» στο σχολείο, είχα γράψει τη μουσική, είχαμε φέρει σκηνοθέτη... Όλοι οι μαθητές θέλαμε ένα τραγούδι για τους βάτραχους που θα έβγαιναν να χορέψουν στην παράσταση και ήταν αυτό.... Τότε βέβαια ήταν και μεγάλο σουξέ πριν 30 χρόνια...

Ν. Ξ. Το είχε βάλει και ο Χατζιδάκις στο Τρίτο Πρόγραμμα, ενώ τότε θεωρούταν αιρετικό... Νομίζω ήταν στα 10 καλύτερα κομμάτια που έπαιζε κάθε μήνα και οι συντηρητικοί ακροατές του Τρίτου Προγράμματος τον έβριζαν...

Να ρωτήσω κάτι βιωματικό... Από τα παιδικά χρόνια, η πατρίδα που έχει μοιραστεί στα δυο… Υπάρχει αυτή η ανάγκη στον Σταύρο Λάντσια και το συναίσθημα που βγάζει όλο αυτό το γεγονός, το οποίο θα το βίωσες όντας κάτοικος του νησιού;
Σ. Λ. Ήμουν 8 χρονών... Έχω εικόνες, αλλά ήμουν τυχερός... Φύγαμε από το σπίτι μας, επιστρέψαμε... Δεν έχω χάσει κάποιον δικό μου... Έχω αυτές τις εικόνες, αλεξιπτωτιστών, να ρωτάω τη μητέρα μου «τι είναι πόλεμος; γιατί πρέπει να φύγουμε;», όταν νομίζαμε ότι έχει πεθάνει ο Μακάριος, όταν σκάβαμε χαρακώματα, γίνονταν βομβαρδισμοί... Αλλά μέσα σε όλο αυτό, θα πω κάτι θετικό, το οποίο μου θυμίζει και την ταινία «Η ζωή είναι ωραία», όταν είσαι παιδί είσαι τελείως διαφορετικός... Ας πούμε όταν κάναμε συσκότιση και μαζευόμασταν όλοι σε ένα δωμάτιο, μ' άρεσε... Όλη η οικογένεια μαζί... Κάποια στιγμή φύγαμε όλοι οι συγγενείς στη Λεμεσό και ήμασταν όλα τα ξαδερφάκια μαζί και περίμενα την ώρα που θα πηγαίναμε στο χαράκωμα... Ήταν σαν παιχνίδι... Η φύση της ηλικίας... Επίσης άρχισαν να φανερώνονται κάποια στοιχεία του ταλέντου μου στο ρυθμό, γιατί έπαιζαν συνέχεια εμβατήρια τα ραδιόφωνα... Κι εμένα μ' άρεσε αυτό. Έπαιρνα διάφορα κουτιά από μπισκότα, τα έκανα κρουστά μαζί με ένα τουμπελέκι που είχα και έπαιζα μαζί... Έχω κάποιες μνήμες, αλλά δε νομίζω ότι θα έκανα κάποιο έργο ποτέ που θα το ονόμαζα π.χ. «1974»... Δεν αισθάνομαι τόσο συγκεκριμένα... Πήγα και είδα την Κερύνεια μια φορά και σαν να μου ήρθαν εικόνες όλης της Κύπρου όπως τη θυμόμουν όταν ήμουν μικρός... Διότι τα τελευταία 20 χρόνια δε επιλέγω να πηγαίνω στην Κύπρο για διακοπές... Θεωρώ ότι έχει μεταλλαχθεί, έχει αλλάξει πάρα πολύ... Τότε λοιπόν είδα μια Κερύνεια που δεν είχε αλλάξει καθόλου... Αυτή είναι η Κύπρος που θυμάμαι εγώ... Και οι άλλες παραλιακές μας πόλεις τόσο όμορφες ήταν, αλλά μετά μεταλλάχτηκαν σε θέρετρα, ξενοδοχεία...

 

Εσείς νιώσατε ποτέ τη σημαντικότητα της διαχρονικότητάς του «Οι μάγκες δεν υπάρχουν πια» σε αυτή την πορεία της νεοελληνικής πραγματικότητας;
Ν. Ξ. Ο καθένας δίνει μια ερμηνεία σε ορισμένα πράγματα, μάλιστα αν γίνει και κλισέ, ανάλογα με τη συγκυρία δίνεις και ένα περιεχόμενο που θέλεις εσύ... Μπορεί για εμάς εκείνη την εποχή να σήμαινε ότι θα γίνει μια σημαντική αλλαγή... Ότι οι μάγκες τέλος... Αν και ήρθε μια απάντηση που έλεγε «ποιός είπε ότι οι μάγκες δεν υπάρχουν πια;»... Η στιγμή που το γράφεις και αποκτά μεγαλύτερη ανταπόκριση σε βάζει σε ορισμένα ερωτήματα, εξαρτάται όμως και από την ιδιοσυγκρασία σου... Εμένα δηλαδή μου γέννησε το αντίθετο... «δε θα ξαναγράψω τέτοιο τραγούδι»... για ένα διάστημα μου δημιούργησε μια άρνηση, γιατί αυτό δημιουργούσε και μια διάθεση τυποποίησης, με το να σου ζητάνε να επαναλάβεις αυτήν την επιτυχία... Όλα αυτά εξαρτώνται από την ιδιοσυγκρασία... Αν τα αισθάνεσαι σαν δέσμευση και σαν ετικέτα… Άλλος μπορεί να θέλει να το συνεχίσει, να το επαναλάβει… Είναι πολύ προσωπικό το τι αισθάνεται και πως το παίρνει... Εγώ πάντα ένιωθα ότι υπάρχει ένα ευρύτερο πράγμα που με ενδιαφέρει... Αισθάνομαι ότι είχα πάντα μια πολυμορφία, δηλαδή έγραφα τους μάγκες που δεν υπάρχουν πια και μετά μπορεί να έγραφα και να ποίημα του Διονυσίου Σολωμού... Δε μπορούσα πάντα να κάνω το ίδιο πράγμα, αυτό μου δημιουργεί πολύ μεγάλη ανησυχία... Πάντα θέλω να κάνω κάτι σαν να έχω μια αντιπολίτευση στον ίδιο μου τον εαυτό, όχι προς τους άλλους… Οπότε μπορεί να αλλάξω ύφος, να κάνω κάτι άλλο που δεν το περιμένει κανείς...

 

Και παράλληλα όπως υπήρχε ο Ρασούλης, αγαπήσατε πολύ το Μιχάλη Γκανά και το Θοδωρή Γκόνη…
Ν. Ξ. Το Μιχάλη Γκανά που γράψαμε το «Σου Μι Τζου», που ήταν και η εποχή που τον πρωτογνώρισα… Μετά γνώρισα τον Γκόνη, αργότερα τον ποιητή Διονύση Καψάλη... Δεν ήταν ότι συναντούσα απλώς ένα σημαντικό στιχουργό. Ήταν άνθρωποι που με ενδιέφερε η ζωή τους, η στάση τους πιο πολύ... Ένιωθα κοινά στοιχεία με μια άλλη έννοια... Με μια έννοια του αποκλεισμού... Οι δύο πρώτοι ήταν άνθρωποι που έρχονταν από την επαρχία στην Αθήνα, ήταν σαν αυτοεξόριστοι μέσα στην ίδια τη χώρα... Εγώ πολλές φορές ένιωθα μια διαφορά λόγω του Καΐρου, που γεννήθηκα, της Αιγύπτου και όλων των στοιχείων που εκπορεύονται από αυτό... Και τούτο με έκανε πιο πολύ να με ενδιαφέρει ο κόσμος τους και πως τους έβλεπαν... Είναι μια σύμπραξη που ξεπερνάει το «γράφει καλούς στίχους» ή «μου κάνουν αυτοί οι στίχοι»… Είναι πάρα πολύ προσωπική η σχέση και μέσα στο χρόνο εξελίσσεται… Τώρα με τον Γκανά μετά από 17 χρόνια που ασχολούμαι με τα βιβλία του, τώρα ολοκληρώσαμε το τελευταίο του με μουσικές που έχω γράψει εγώ πάνω σε αυτό... Είναι σαν να τον παρακολουθώ και να με παρακολουθεί...

Φωτογραφίες: Κίκα Α. Ρόκα

 


 

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!