Φίλιππος Νικολάου: Δεν έχω λόγους να τσιμπάω εύσημα

Ο Φίλιππος Νικολάου για το ξεκίνημά του, τον Μπεκό, τον Ζαμπέτα, τον Πλέσσα, την μοναδικότητα, τα συγκροτήματα, το Όταν, το Βεάκειο και μια παράξενη ευχή.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Ερμηνευτής με λαμπερή διαδρομή στην διασκέδαση και τη δισκογραφία. Απ’ το ξημέρωμα της δεκαετίας του ’60 «πάντρεψε» το μοντέρνο με το ελαφρολαϊκό, καταφέρνοντας να δώσει ένα ισχυρό στίγμα με μεγάλες -στην εποχή τους- επιτυχίες, που μάλιστα ορισμένες εξ αυτών, αντέχουν και στα χρόνια: Όταν, Μια καρδιά για σένανε, Φύλλα φθινοπωρινά, το περίφημο Μεγιέ Μελέ, το Μαίρη άνοιξε την πόρτα, το Μου χρωστάς δε σου χρωστάω, Ε ρε και να ‘χαμε κ.ά.

Ο Φίλιππος Νικολάου καλημέριζε τη δεκαετία του ’80 με το σουξέ «Τόση καρδιά, τόση αγάπη» και παρουσίαζε τον ζωντανά ηχογραφημένο δίσκο «Μια λαϊκή βραδιά με τον Φίλιππα Νικολάου» που λόγω της απήχησής του, μέσα σε σύντομο διάστημα γνώρισε δύο απανωτές συνέχειες (Νο2 & Νο3 αντίστοιχα). «Ήμουν ο πρώτος που παρουσίασε το non stop» μου δήλωσε χαρακτηριστικά. Κι αυτό γιατί ο ερμηνευτής ήταν από εκείνους που «έγραφαν» και στην πίστα. Επίσης μια άγνωστη πλευρά του είναι αυτή του δημιουργού. Σε πολλά απ’ τα κομμάτια που αναφέρθηκαν νωρίτερα, και όχι μόνο, ο Νικολάου υπέγραφε τη μουσική ή τα λόγια. Σαν συνθέτης και στιχουργός, έχει δώσει λαμπερές στιγμές και σε άλλους συναδέλφους του. Το «Όσο έχω φωνή» και το «Δώδεκα» στην Άννα Βίσση, το «Όχι θα κάτσω να σκάσω» στη Λίτσα Διαμάντη κ.ά.

Αλλά και σε τραγούδια άλλων δημιουργών άφησε το ανεξίτηλο ερμηνευτικό χνάρι του: Μάη μου, Στο άδειο μου πακέτο, Πάντα θα σ’ αγαπώ κ.ά.

Λίγο πριν τη συναυλία του στο Βεάκειο ο Φίλιππος Νικολάου μας μίλησε για το ξεκίνημά του, τον Μπεκό, τον Ζαμπέτα, τον Πλέσσα, την μοναδικότητα, τα συγκροτήματα, το Όταν, το Βεάκειο και όχι μόνο, ενώ «έκλεισε» τη συζήτησή μας με μια παράξενη ευχή.

Η συναυλία στο Βεάκειο αποτελεί μια ακόμη εμφάνιση ή υπογραμμίζει κάτι ξεχωριστό για εσάς;
Είναι μια ιδιαίτερη και σημαντική στιγμή για μένα. Γίνεται στον Πειραιά, τη γενέτειρά μου, και μάλιστα στο Βεάκειο το μεγάλο ανοικτό Θέατρο της Πόλης.

Ένας ακόμη λόγος είναι η παρουσία του Μίμη Πλέσσα;
Ο Μίμης Πλέσσας είναι ο εκλεκτός προσκεκλημένος.

Γιατί εκείνος κι όχι κάποιος άλλος;

Ο Μίμης Πλέσσας ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής στα ξεκινήματά μου, σε ένα πρόγραμμα στο οποίο εγώ ήμουν ακόμη στα τσικό.

Πού και πότε;

Το 1970 στο Καν Καν στην Πέτρου Ράλλη.

Ποιοι αποτελούσαν την πρώτη ομάδα;
Ο Στράτος Διονυσίου και η Βίκυ Μοσχολιού.

Πώς ήταν σαν προπονητής ο Πλέσσας;
Εξαιρετικός μουσικός και μαέστρος. Διέγνωσε μέσα από την παρουσία μου και τα τραγούδια που διαπραγματευόμουν την προοπτική που θα είχα.

Απ’ το μοντέρνο στο λαϊκό…
Το απέδειξε με το να μου εμπιστευτεί μελωδίες του στις οποίες έγραψα εγώ στίχους. Τα τραγούδια αυτά ακούστηκαν στην ταινία «Ο μάγκας με το τρίκυκλο» με τον Σταύρο Παράβα.

«Διάσημη» στην εποχή της.

Ναι, έκανε πάταγο. Ο Πλέσσας είχε και γνωμοδοτικό και ουσιαστικό ρόλο. Μέσα απ’ τη συνεργασία μας ένοιωσα απελευθερωμένος, απογειωμένος αν θες.

Συνεχίσατε τη συνεργασία σας;

Βεβαίως συναντηθήκαμε σε προγράμματα και στη δισκογραφία, αλλά όχι σε τακτική βάση.

Διαβάζω πως στο Βεάκειο θα σας συνοδεύσει και σεξτέτο μπουζουκιών;

Ο Γιάννης Λαμπράκης που διδάσκει στο Δημοτικό Ωδείο Νικαίας θα παρουσιάσει με μια ομάδα μουσικών ένα δείγμα γραφής της διδασκαλίας του.

Το πέρασμά σας από το μοντέρνο στο λαϊκό ήταν ανάγκη καλλιτεχνική ή βιοποριστική; ‘Η και τα δύο;
Την εποχή εκείνη υπήρχε το νέο λαϊκό που είχε έντεχνα στοιχεία με τραγουδιστές όπως ο Μπιθικώτσης και ο Γαβαλάς ακόμη, και το ελαφρολαϊκό στο οποίο πρώτος ο Σταμάτης Κόκοτας είχε σύρει το χορό, όπως συνηθίζουμε να λέμε. Εγώ προσχώρησα στο τελευταίο.

Προσαρμοστήκατε εύκολα;
Ήταν δύσκολο γιατί έως τότε για 4 χρόνια υπηρετούσα τα συγκροτήματα, ήμουν τραγουδιστής σε αυτά. Θυμάμαι βρέθηκα σε μια εσπερίδα όπου καλεσμένος ήταν ο Ζιλμπέρ Μπεκό. Μαζί του και Ζωρζ Γκεταρύ. Τραγούδησα, με άκουσαν και με κάλεσαν κοντά τους. Όταν με ρώτησαν ποιος είμαι, τους απάντησα οι Whispers, το όνομα δηλαδή του συγκροτήματος όπου τραγουδούσα μαζί με την Αλέκα Κανελλίδου. Ο Μπεκό επέμενε και με ξαναρώτησε: το δικό σας όνομα; Τότε είπα Φίλιππος Νικολάου. Και οι δύο μου τόνισαν ότι τραγουδάω υποδειγματικά και τα ξένα και τα ελληνικά τραγούδια. Μου έδωσαν τις κάρτες τους και μου είπαν πως αν ήθελα θα μπορούσα να τους συναντήσω στο Παρίσι. Κάποια στιγμή ο Μπεκό μου είπε: δεν είναι κρίμα να μη σας ξέρουν με το όνομά σας; Του λέω, μα όλοι εδώ με γνωρίζουν. Σαν τι; συνέχισε εκείνος. Ο Φίλιππος απ’ τους Whispers, ανταπάντησα. Και τότε μου δήλωσε κάτι που συγκλόνισε: Ναι αλλά δεν σας ξέρουν σαν Νικολάου…

Η δύναμη της αλήθειας…
Αισθάνθηκα μέσα μου ένα κρακ… Τότε λέω στον μαέστρο Δημήτρη Μηλιό, δε μας παίρνει να είμαστε πλέον συγκρότημα…

Και αλλάζετε στρατόπεδο;

Πώς να μπεις στο λαϊκό όταν είσαι έξω από αυτήν τη σκηνή; Ο Αριστείδης Βουτσάς, αδελφός του Κώστα που ήταν φίλος μας μαζί με τον τραγουδιστή Βασίλη Ξιφαρά, μίλησαν για μένα στο Γιώργο Ζαμπέτα…

Και;

Όπως ήταν φυσικό ο Ζαμπέτας σκέφτηκε: Τι δουλειά έχω εγώ; Όταν με άκουσε όμως, αναγνώρισε τις επιδόσεις σε τραγούδια του που είχαν μια πιο γαλλική φλέβα, όπως π.χ. την «Αγωνία», και συνεργαστήκαμε μαζί στο κέντρο Αναμνήσεις, στην οδό Βουλής.

Εκεί τραγουδάγατε την Αγωνία πριν δισκογραφηθεί με τον Βοσκόπουλο;

Βεβαίως… Αλλά μια μέρα που ήρθε στο μαγαζί ο Τόλης Βοσκόπουλος, με το που με ακούει κάνει νόημα με τα χέρια στο Ζαμπέτα: Τι είναι αυτό; Και ο Ζαμπέτας του έκλεισε το μάτι.

Πικραθήκατε;

Σωστά έκρινε πως έπρεπε να δώσει το τραγούδι στον Βοσκόπουλο, γιατί την εποχή εκείνη ο Τόλης χάλαγε κόσμο.

Τι του είπατε;

Τίποτα. Σκέφτηκα όμως πως, αφού δεν μπορώ να έχω απολαβή τραγουδιών, πρέπει να δημιουργήσω τα δικά μου τραγούδια. Κι έτσι κάνω τα «Φύλλα φθινοπωρινά» με τον Μηλιό και αμέσως μετά, σαν ζευγάρι δημιουργών, τον πρώτο μου μεγάλο δίσκο…

Πριν το «Όταν»;
Το «Όταν» έγινε ένα χρόνο μετά, όταν πήγα στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης. Μάλιστα ήμουν εκτός εικοσάδας, δεύτερος επιλαχών. Με πήραν γιατί ο άλλος διαγωνιζόμενος έφυγε στη Γερμανία.

Κι έτσι κατακτήσατε το βραβείο κοινού.

Ναι γιατί οι επιτροπές τότε που ήταν διατεταγμένες από τη Χούντα διαλέγανε θέματα με εθνικιστικό άκουσμα. Το πρώτο βραβείο το κέρδισε «Το παλιό κανόνι» με ερμηνευτή το Γιάννη Πετρόπουλο.

Το «Όταν» είναι ένα κομβικό τραγούδι για εσάς;

Χάρη σε αυτό θεμελίωσα την γραμμή του ελαφρολαϊκού τραγουδιού. Δεν ήταν γιε γιε, ήταν κάτι που είχε ουσία και αξία.

Μετά από όλη αυτή τη διαδρομή σας, αισθάνεστε «γεμάτος»;

Έχω βιώσει τεράστιες στιγμές. 50 χρόνια στο τραγούδι, 40 μεγάλους δίσκους, τι άλλο να ζητήσω. Θεωρώ πως έχω επιτελέσει όλη την απόδοση του ταλέντου μου. Είμαι ευγνώμων για το εσωτερικό παραστατικό που έχω, με ταπεινότητα το λέω, και πιστεύω πως τον αγώνα μου τον έχω δώσει επαρκώς.

Απωθημένα;

Όχι... Κι αν είχα τα πέταξα.

Η πιο όμορφη περίοδος;

Μετά το «Όταν»… όταν αναγνωρίστηκα ως πρωταγωνιστής. Ήρθε ο επιχειρηματίας Τάκης Γιγουρτάκης και στήριξε πάνω μου ένα νέο μαγαζί στην Πλάκα…

Ποιο;

Το Romeo. Εγώ το βάπτισα. Αναζητούσαμε κάτι που να υποδηλώνει το ρομαντικό τραγούδι και ορμώμενος απ’ το Ρωμαίος και Ιουλιέτα, του είπα: Ρομέο. Εκείνος βέβαια μετά το όνομα έκανε όλα τα υπόλοιπα, ακόμα και το λογότυπο…

Πού βρισκόταν;

Κάτω απ’ το Zoom, όπου εμφανιζόντουσαν ο Χατζής με την Μαρινέλλα

Την ίδια περίοδο;

Ναι. Θυμάμαι σχηματίζονταν δυο ουρές. Μία απ’ την πόρτα και πάνω για εκείνους και άλλη μία απ’ την πόρτα και κάτω.

Η πιο δύσκολη στιγμή;

Όταν έπρεπε να σταθώ στην κορυφή. Τότε που ο Κοσμάς Καλογράνης, αφεντικό της Φαντασίας, ήρθε και μου είπε: είσαι ο πρωταγωνιστής. Μεγάλο και βαρύ το φορτίο. Όφειλες να είσαι ευρηματικός πρωτότυπος, ατόφιος, ακριβής, χαρακτηριστικός.

Γράφετε ακόμη τραγούδια;

Βεβαίως. Μάλιστα πρόσφατα έγραψα τους στίχους «Στο όνομα της μοναξιάς» που μελοποίησε ο Ανδρέας Λάμπρου. Μου είχε πει πως θα ήταν ένα δείγμα με αποδέκτες ερμηνευτές όπως η Πάολα, ο Μαζωνάκης, αλλά όταν το τραγούδησα, του άρεσε τόσο πολύ ο τρόπος μου που με παρακάλεσε να το κρατήσουμε με την ερμηνεία μου. Τα εξηγώ αυτά γιατί για μένα δεν έχει νόημα να κάνω σήμερα δισκογραφία σαν ερμηνευτής.

Γιατί το λέτε αυτό;

Δεν έχει νόημα η δισκογραφία μετά από την αναγνώριση που έχω. Ύστερα από όσα έχω τραγουδήσει, δεν υπάρχει κάτι άλλο να προτείνω. Το προικιό μου είναι τόσο μεγάλο. Αν συνεχίσω θα είναι σαν να ξεθωριάζω τις άκρες μου…

Δεν έχει βγει όμως μπροστά, στο βαθμό που αναλογεί σε όσα έχετε γράψει, η δημιουργική σας ματιά;

Γιατί δεν σκόπευα να διακριθώ ως συνθέτης ή στιχουργός, αλλά ως ερμηνευτής. Δεν φωνάζω ότι είμαι ο δημιουργός του «Όσο έχω η φωνή» ή ο στιχουργός του «Δώδεκα» που ερμηνεύει η Άννα Βίσση. Όποιος το ανακαλύψει, καλώς και το ανακάλυψε. Δεν έχω λόγους να τσιμπάω εύσημα.

Σας φοβίζει κάτι;

Όχι. Όπως δεν με φοβίζει ούτε το άνοιγμα, ούτε το κλείσιμο του παραθύρου. Πιστεύω ότι αυτό που ξεχύνεται από μέσα του για να πάρει ένδυμα προβολής στην κοινή του σχέση με τον κόσμο, αυτό το ίδιο κάποια στιγμή αποτραβιέται.

Τι νομίζετε πως σας έκανε ξεχωριστό και σας αγάπησε ο κόσμος;

Βρέθηκα με πολλούς ξένους καλλιτέχνες, συνεργαστήκαμε στην ίδια σκηνή, ανταλλάξαμε απόψεις, γίναμε γνωστοί. Νομίζω πως πολλά απ’ τα προχωρημένα δικά τους βελτιώματα, τα πήρα και τα ανέδειξα με τη δική μου αισθητική. Επίσης είναι ο ήχος της φωνής. Την εποχή εκείνη που δεν υπήρχε τηλεόραση αλλά μόνο ραδιόφωνο, έπρεπε να είναι διακριτή η φωνή. Αυτό είχαν ο Πουλόπουλος, ο Καζαντζίδης, ο Πάριος, ο Μπιθικώτσης, ο Βοσκόπουλος. Μοναδικότητα.

Το σημερινό τραγούδι το παρακολουθείτε;

Δεν το παρακολουθώ γιατί χάνω τη συγκριτική μου ικανότητα καθώς είναι πανομοιότυπο.

Άρα δεν βρίσκετε φωνές και τραγούδια που να σας αγγίζουν...

Τα μηνύματα και η θεματολογία είναι συρρικνωμένη. Η ιστορία δύο φύλων που δεν θα έρθουν ποτέ σε επαφή κι όλο μαλώνουν: θα σε κατακτήσω, θα σε απορρίψω. Δεν ξέρεις ποια απ’ τις δύο εκδοχές να πιάσεις. Δεν υπάρχει ο σπόρος μιας κοινωνικοποίησης της σχέσης.

Φλου…

Κάπως έτσι.

Η Πάολα σας αρέσει;

Είχα αναγνωρίσει τη λαϊκότητα της Πάολα. Είχα κάνει κι ένα θετικό σχόλιο που παρερμηνεύτηκε. Είχα πει πως αν ήταν στη θέση της Σακελλαρίου θα είχε κατακτήσει την Εθνική Οδό. Δηλαδή θα μπορούσε να αναδειχθεί στη σύγχρονη λαϊκή τραγουδίστρια. Εκείνη όμως προτίμησε κάτι πιο εκρηκτικό και προσέγγισε έξυπνα τη νεολαία. Μέσα της έχει λαϊκό έρεισμα, λαϊκή γόμωση ενώ είναι και περφόρμερ.

Βαριά ευχαριστώ που χρωστάτε;

Μόνο στο Θεό.

Πιστεύετε;

Δεν πιστεύω. Ξέρω.

Τι εννοείτε;

Ο καθένας που έχει ανησυχίες ανάμεσα στο ποιος είναι, κάποια στιγμή έρχεται σε επαφή με μια εσωτερική κρίση, που αυτή η αποκάλυψη δεν έχει να κάνει με το περιβάλλον ή τις συνθήκες παρά μόνο με την εσωτερική του καθαρότητα. Τότε βρίσκεις την ατόφια ουσία.

Μια ευχή;

Είθε το πεθαμένο ιστορικά δεδομένο της Ελλάδας, από τον καιρό που χάθηκε η Αλεξανδριανή αυτοκρατορία, να αναδειχθεί ξανά στην επιφάνεια. Και να γίνουμε Έλληνες όπως πρέπει.

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!