Βασιλική Καρακώστα – «Το ψηφιδωτό μιας διαδρομής»

(ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ) «Θεωρώ ότι η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει σαν την ομοιοπαθητική. Πράγματα που σε στεναχωρούν ή σε πληγώνουν, να τα τραγουδήσεις για να τα λυτρώσεις»!
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Δε γνωριζόμασταν πιο πριν, όμως συνάντησα τη Βασιλική Καρακώστα με αφορμή τις παραστάσεις της στο Holywood Stage. Ένας ενδιαφέρων, πολυδιάστατος άνθρωπος, μια καλλιτέχνιδα με άποψη που βλέπει την πορεία της σαν ένα ψηφιδωτό, όπου κάθε συνεργασία έβαλε το πετραδάκι της. Μια διαδικασία μάθησης, που δε σταματά ποτέ και στόχο έχει να «μιλήσει» στις καρδιές των ακροατών.


Η Βασιλική έχει ένα διόλου ευκαταφρόνητο βιογραφικό να επιδείξει, που περιλαμβάνει δύο προσωπικές, δισκογραφικές δουλειές, συμμετοχές και συνεργασίες με «κεφάλαια» του χώρου, όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ο Γεράσιμος Ανδρεάτος και άλλοι. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, μιλήσαμε συνοπτικά για όλα αυτά και όχι μόνο.

Μίλησέ μας για τις παραστάσεις που κάνεις κάθε Πέμπτη στο Holywood Stage.
Έχω ξεκινήσει τις παραστάσεις μου για φέτος στο Holywood Stage κάθε Πέμπτη και είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που συναντηθήκαμε με τους ανθρώπους που το έχουν. Είναι ένας νέος χώρος, που μου αρέσει να τον ονομάζω στέκι. Υποδέχεται τον κόσμο όμορφα, καταλαβαίνει σε ποια εποχή ζούμε, έτσι ώστε μπορώ κι εγώ να λειτουργήσω κάνοντας την τέχνη μου. Με χαμηλό εισιτήριο και τιμές γενικά, ώστε όποιος θέλει να έρθει 2 και 3 φορές, να μπορεί! Σε σχέση με τις εμφανίσεις του ’13, φέτος πάμε σε ένα άλλο level, μια ανανέωση και ρεπερτοριακά, αλλά και σαν διάθεση, με ένα πρόγραμμα που δημιουργεί πολλά συναισθήματα, πολλές εικόνες. Εικόνες εξωστρέφειας, μυσταγωγίας, έχει λυρισμό… Στόχος μου πρώτα απ’ όλα είναι να επικοινωνήσω και να μπορέσω να αποκτήσω την επαφή μου με το κοινό μέσα από τα βιώματά μου. Μέσα από τις εικόνες που έχω ζήσει εγώ μικρή. Είναι ένα live που συνδυάζει τα χρόνια πριν έρθω στην Αθήνα και τα δέκα μου χρόνια εδώ. Πέρα δηλαδή από τον Κωνσταντίνο Μπουντούνη (ηλεκτρικό βιολοντσέλο, κρουστά) & τη Λυδία Μπουντούνη (βιολί, βιόλα, κρουστά) που είναι οι σταθεροί μου συνεργάτες, μαζί μου είναι ο Demian Gomez στα κρουστά και τα τύμπανα και ο Νίκος Σάλτας στο ηλεκτρικό όργανο.

Από πλευράς ρεπερτορίου τι παρουσιάζετε στο πρόγραμμα αυτό;
Είμαι σταθερή σε ένα project που είχα φτιάξει πριν δύο χρόνια και λέγεται «Κουρελού». Είναι ένα πρόγραμμα το οποίο έχει μέσα διάφορα στοιχεία ή «κόσμους» αν θες, της μουσικής, είτε είναι από το παρελθόν, είτε πράγματα που φτιάχνουμε στο παρόν. Στερεώνεται στο προσωπικό μου ρεπερτόριο, αυτό που υπάρχει κι αυτό το οποίο θα έρθει και προχωράει μπροστά.

Ποιες είναι οι δύο νέες ηχογραφήσεις που ετοιμάζεις;
Αγάπησα ένα τραγούδι πάρα πολύ, πριν από ένα χρόνο. Ένα καταπληκτικό τραγούδι του Παύλου Παυλίδη, τον «Κηπουρό». Με το πρώτο άκουσμα ένιωσα κάτι όμορφο, αλλά όταν το τραγούδησα παραδόθηκα πια στην ομορφιά του. Κι εγώ, αλλά και άνθρωποι κοντά μου, είχαμε την ανάγκη να το ηχογραφήσουμε και να μείνει μέσα από τον τρόπο που το βλέπω εγώ. Επικοινώνησα με τον Παύλο Παυλίδη, μιλήσαμε, μου το επέτρεψε και τον ευχαριστώ πολύ γι’ αυτό, και το φτιάξαμε με τους συνεργάτες μου, έτσι με μια άλλη ματιά.

Παίζεται και στο ραδιόφωνο, έτσι;

Ναι κι έχει αγαπηθεί. Εγώ σαν ερμηνεύτρια χαίρομαι όταν φεύγει από μένα και μπορεί ο άλλος να το παίρνει και να νιώθει κάτι για τον εαυτό του. Πέραν του ότι σαν πρώτη ύλη είναι όμορφο, πέραν του ότι εγώ μπορεί να το λέω όμορφα, το ζητούμενο είναι να μπαίνει στην καρδιά του ακροατή.

Αυτό, λοιπόν, είναι το ένα. Το δεύτερο;

Το δεύτερο είναι ένα τραγούδι που έχω γράψει τη μουσική εγώ, το «Μ’ αρέσει να μιλάω» και τους στίχους η Λήδα Μπουντούμη. Είναι μια μουσική που ο ρυθμός του μου βγήκε έτσι λίγο μεταξύ Καραγκιόζη και καγκέλι Θεσσαλίας και το φτιάξαμε «με τα όλα του».

Έχεις πρόθεση να τα δισκογραφήσεις κάποια στιγμή;
Αυτά θα βγούνε τώρα σε digital μορφή από τη SUI GENERIS, απ’ όπου βγήκαν και τα «Επικίνδυνα», δηλαδή το Φάνη Κιρκινέζο που είναι παραγωγός μου. Το επόμενο διάστημα θα μπω πάλι στο στούντιο για να φτιάξω έναν ολοκληρωμένο δίσκο, όπου και θα εμπεριέχονται. Αυτή τη στιγμή διαμορφώνεται το υλικό του δίσκου αυτού, δε μπορώ κάτι παραπέρα. Σίγουρα θα είναι κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό και πολλά από τα τραγούδια που θα επιλεχτούν θα δοκιμαστούν πάνω στη σκηνή του Holywood. Κάτι το οποίο έγινε και με τα «Επικίνδυνα».

Τα τραγούδια αυτά τα γράφεις η ίδια;

Όχι, δεν τα γράφω εγώ, ίσως όμως κάνω μια απόπειρα. Θα είναι μια κολεκτίβα από ανθρώπους, τα οποία θα ενώσω με την ενορχήστρωση και τη φωνή μου.

Να πούμε λίγα πράγματα για τα «Επικίνδυνα»;

Είναι τραγούδια που μαζεύτηκαν σε ένα δίσκο με περιεχόμενο περισσότερο κοινωνικοπολιτικό. Από τα καινούρια, η Λυδία Μπουντούμη έχει γράψει τα δύο, το «Καλάζνικωφ» και το «Πέλαγος» που θεωρώ πως είναι από τα πιο όμορφα και πολύ πρωτότυπα. Το «Straight line» είναι σε στίχους και μουσική του Κωνσταντίνου Μπουντούμη και υπάρχει και μελοποίηση δύο ποιημάτων, «Τα επικίνδυνα» του Καβάφη απ’ όπου ονομάστηκε ο δίσκος και «Η απληστία» του Χριστιανόπουλου.

Ένα αγαπημένο σου απόσπασμα απ’ αυτά τα ποιήματα;
«Στις κρίσιμες στιγμές θα ξαναβρίσκω το πνεύμα μου σαν πριν ασκητικό». Συνήθως στις κρίσιμες στιγμές, στις δύσκολες στιγμές, μου αρέσει να βάζω λίγο το μαχαίρι πιο βαθειά. Ή, όπως λένε, να κοιτάω στον καθρέφτη, πάντως σε καμία περίπτωση δε βάζω τα πράγματα κάτω από το χαλί. Να έρχομαι αντιμέτωπη με την κατάσταση που βρίσκομαι και να μπορώ να καταλάβω τι ακριβώς μου συμβαίνει, κι από κει και πέρα να συνεχίσω. Θεωρώ ότι η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει σαν την ομοιοπαθητική. Πράγματα που σε στεναχωρούν ή σε πληγώνουν, να τα τραγουδήσεις για να τα λυτρώσεις. Ή ακόμα και να σε προβληματίσουν, μέσα από ένα ρυθμό που θα σε συγκλονίσει, θα σε ταρακουνήσει.

Είναι κριτήριο αυτό για να επιλέξεις τα τραγούδια που θα τραγουδήσεις;

Πάντα είναι κριτήριο, ναι. Αλλά και το που βρίσκομαι εγώ προσωπικά, συντονισμένη με τους ανθρώπους γύρω μου και το κοινό.

Στη «Σβούρα», την πρώτη σου δουλειά έχει γράψει όλα τα τραγούδια ο Νίκος Πορτοκάλογλου. Πες μας γι’ αυτή τη δουλειά.

Η «Σβούρα» ήταν η πρώτη μου ολοκληρωμένη προσωπική δισκογραφία. Είχα κάνει μια συμμετοχή με το τραγούδι «Νικοτίνη» στο κινηματογραφικό «Λουκουμάδες με μέλι» σε μουσική Γιώργου Ανδρέου & στίχους Θοδωρή Γκόνη και μετά βγήκε η «Σβούρα», που προέκυψε από τη συνεργασία μας με το Νίκο, που ήταν υπέροχη. Είχαμε περάσει ενάμιση χρόνο σε περιοδεία. Ο Νίκος με άκουσε πρώτη φορά με το Σαββόπουλο. Όταν ήρθα στην Αθήνα τραγούδησα με το Γεράσιμο Ανδρεάτο κι αμέσως μετά βρέθηκα στη σκηνή με το Διονύση Σαββόπουλο και το Νίκο Παπάζογλου. Έτσι με άκουσε ο Πορτοκάλογλου, γνωριστήκαμε και προέκυψε μια πάρα πολύ όμορφη συνεργασία με αποτέλεσμα αυτό το λουλούδι που λέγεται «Σβούρα». Τραγούδια όμορφα, που ακόμα και τώρα τραγουδάω, ενώ φέτος θα πω και περισσότερα μια και μου το ζητάει ο κόσμος.

Τι αποκόμισες από κάθε συνεργασία σου;

Από καθέναν πήρα κάτι διαφορετικό, δε μπορώ να εστιάσω, πάντως νιώθω ένα πλούτο. Νιώθω ότι έχω πλουτίσει μέσα απ’ όλες αυτές τις συνεργασίες. Έχω γνωρίσει πολλά πράγματα, έχω γνωρίσει τον εαυτό μου απ’ όλες του τις πλευρές… Σίγουρα κάθε συνεργασία είχε το βάρος της. Με το Νίκο ήταν ένα πάρτι κάθε φορά, έτσι που είναι «ηλεκτροφόρος» με την κιθάρα του. Ο Σαββόπουλος είναι ένα ολόκληρο κεφάλαιο στη χώρα μας όσον αφορά στη μουσική και το πνεύμα του. Πολλές εμπειρίες… Και μουσικά, όλες μου αυτές οι επιλογές δεν ήταν τυχαίες. Υπήρχε μια χορδή μέσα μου, που χτυπούσε κοινά μαζί τους. Κάτι είχαν που με αφορούσε σε αυτό που κάνανε κι έτσι συμμετείχα με το δικό μου τρόπο κι έδινα το δικό μου στίγμα. Το δικό μου στίγμα έχει να κάνει με μια οντότητα που είναι βιωματική, έρχομαι από την επαρχία λιγότερο επεξεργασμένη, περισσότερο αυθόρμητη και με βαθειά αγάπη για πράγματα οικεία που έχουν να κάνουν με τα βιώματα όλων μας, όσον αφορά τη μουσική. Άλλοι το λένε λαϊκό, άλλοι το λένε παραδοσιακό… Για μένα είναι ένα. Δηλαδή, το Τσιτσάνη μπορείς να τον πεις και παραδοσιακό και λαϊκό. Δεν κάνουν τα όργανα αυτούς τους τίτλους, κατ’ εμέ. Εμείς, ως νέοι άνθρωποι και σύγχρονοι Έλληνες, μπορούμε να πούμε ότι παράδοση είναι ότι μας παραδίδεται, που μπορεί να έχει να κάνει με ξένη μουσική. Εγώ έχω πολλή περισσότερη, ίσως, αγάπη για πράγματα τα οποία έχω βιώσει κι έχω πάρει από τους δικούς μου ανθρώπους, από τον παππού μου, από το στενό μου κύκλο, από την πρώτη μου κοινωνία, αν θέλεις. Η δεύτερη ήταν το σχολείο και η τρίτη, η μεγαλύτερη η καλλιτεχνική που γνώρισα εδώ στην Αθήνα. Νιώθω έναν ενιαίο πλούτο, είναι σαν ένα ψηφιδωτό μιας διαδρομής, όπου καθένας έχει αφήσει το πετραδάκι του.

Πώς θα χαρακτήριζες τη δουλειά σου, αν χρειαζόταν;

Θα έλεγα στον κόσμο ότι απλά πρέπει να το δει. Νιώθω ότι είμαι ένας άνθρωπος της τέχνης, μια ερμηνεύτρια που η πορεία θα κρίνει αυτό που κάνει και δε θα βιαστώ να το κατηγοριοποιήσω. Εμφάνιση με την εμφάνιση. Δεν έχω τέτοιο άγχος, δηλαδή να βρω μια ταυτότητα σώνει και καλά, να χαρακτηριστώ για να μπορέσει ο άλλος να καταλάβει και να έρθει. Πάνω κάτω έχουν καταλάβει άνθρωποι οι οποίοι ακολουθούν, ακούν, γουστάρουν κι αυτό το πράγμα εξακολουθεί να διαμορφώνεται. Μέσα στο χρόνο θα εμφανίζεται κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο.

Έχεις κάνει σπουδές στη μουσική;
Έχω πάρει υποτροφία από το Δημοτικό Ωδείο Νέας Ιωνίας Βόλου και έχω παρακολουθήσει θεωρητικά, πιάνο, αρμονία, βυζαντινή για λίγο διάστημα, φωνητική… Ωστόσο νιώθω ότι είμαι βιωματική σαν τραγουδίστρια και μουσικός. Μέσα σε όλες αυτές τις συνεργασίες έχω συναντήσει σπουδαίους μουσικούς κι έχω μάθει απ’ αυτούς, όπως και από τους ίδιους μου τους συνεργάτες, Μου αρέσει να ακούω και να μαθαίνω. Πέραν του να οδηγώ αυτό που πιστεύω και να σκηνοθετώ, γιατί η μουσική για μένα είναι εικόνες και μέσα από τις εικόνες προσπαθώ να φτιάξω τους ήχους και να σε ταξιδέψω, μέσα σε αυτό το ταξίδι που μπαίνω κι εγώ, μαθαίνω διάφορα πράγματα κι έτσι γίνομαι καλύτερη. Είναι μια μάθηση που δε σταματά ποτέ.

Τα δικά σου ακούσματα ποια ήταν;

Μέχρι 18 χρονών ήταν μόνο ελληνικά, δηλαδή ρεμπέτικα, λαϊκά… Αργότερα που συνεργάστηκα και με την Εστουδιαντίνα Νέας Ιωνίας Βόλου, πολλά δημοτικά…

Είσαι από το Βόλο;
Είμαι έτσι όπως είναι το πρόγραμμά μου! Μια κολεκτίβα πραγμάτων και συνθηκών, έτσι είναι και η καταγωγή μου. Η ζωή μου έχει ξεκινήσει από ένα πανέμορφο, μικρό λιμάνι που λέγεται Γλύφα, στο Νομό Φθιώτιδας, απέναντι απ’ τον Αγιόκαμπο, διέσχισα τον κάμπο, έμεινα εκεί σε κάτι χωριουδάκια, κι έτσι πήγα μετά στο Βόλο, στα κουτούκια και τα τσιπουράδικα με τα ρεμπέτικά τους, τα λαϊκά τους, ανηφόρισα και λίγο προς το Πήλιο… Υπήρχαν μέρες που ξεκινούσα να παίζω από το Πήλιο με δημοτική μπάντα το μεσημέρι και κατέληγα το βράδυ στο Βόλο με λαϊκά.

Στην Αθήνα πως πήρες την απόφαση να έρθεις;
Είχε να κάνει με το ότι ήθελα να ανοιχτώ, να γνωρίσω καινούρια πράγματα, είτε αφορά το θέατρο, είτε τη μουσική. Πράγματα που – κακά τα ψέματα – συμβαίνουν στην Αθήνα. Είναι μια μεγάλη πόλη, όπου μπορείς να μάθεις πολλά, να απορρίψεις άλλα τόσα… Άλλοι φεύγουν για το εξωτερικό, εγώ ήρθα στην Αθήνα… Μετά από χρόνια, μπορώ να συνδυάσω τι μου αρέσει από κάθε μέρος.

Θα ξαναγύρναγες σε μικρότερη πόλη;
Μπορεί, εξαρτάται τι θέλει να κάνει κανείς, αλλά σίγουρα για να παρουσιάζω πράγματα και να συναντιέμαι με δημιουργούς θα ερχόμουν και εδώ. Αλλά δε θα με χαλούσε να μένω στην επαρχία. Η δουλειά μας, ούτως ή άλλως, είναι αρκετά μοναχική. Ακόμα κι αν συναντιέσαι με συναδέρφους, μουσικούς και συνεργάτες, περνάς ένα διάστημα μόνος σου για να δεις τι είναι αυτό που θες να κάνεις, να αφουγκραστείς τον εαυτό σου.

Με το ρίσκο πως τα πας; Θα αποφάσιζες να κάνεις, ας πούμε, έναν αμιγώς λαϊκό δίσκο;
Ο Κυριάκος Παπαδόπουλος δε θα με χαλούσε. Όσο μαθαίνω τον εαυτό μου, γιατί δεν είμαι και πολύ εύκολος άνθρωπος, νομίζω πως αν μπω σε κάτι τέτοιο, θα το κάνω με τα μπούνια. Αρκεί να με εμπνεύσει, να το πιστέψω… Και πρέπει να φύγουμε από τα στερεότυπα. Λαϊκό δε σημαίνει απαραίτητα μπουζούκι. Για μένα κι ο Frank Zappa ήταν λαϊκός, κι ο Τσιτσάνης ροκ. Ναι θα το έκανα, δε θα είχα πρόβλημα. Ωστόσο, ρίσκο θεωρώ τα «Επικίνδυνα». Δηλαδή, για να μιλήσουμε για κάτι που ήδη έχω κάνει, μετά από ένα δίσκο με έναν αναγνωρισμένο άνθρωπο της τέχνης, το Νίκο Πορτοκάλογλου, που το ίδιο του το έργο έχει δείξει ποιος είναι, επέλεξα να τραγουδήσω τραγούδια νέων δημιουργών που δεν έχουν συστηθεί ξανά, με μια σύνταξη του λόγου πολύ διαφορετική και να τραγουδήσω και στίχους ποιητών σε ένα δίσκο χωρίς καθόλου φτιασίδια. Καχόν, νταούλι και έγχορδα, βιολοντσέλο και βιολί μόνο! Ακουστικό και πολύ «στον πυρήνα» του, χωρίς διάφορες ατμόσφαιρες και καλωπίσματα. Τα «Επικίνδυνα», λοιπόν, είναι ένας δίσκος με ρίσκο, ο οποίος πήγε πάρα πολύ καλά. Μόνο σε καλό βγαίνει το ρίσκο, εφ’ όσον πιστέψεις.

Πού μπορεί να βρει τα «Επικίνδυνα» κάποιος που ενδιαφέρεται;

Αν θέλει κάποιος να βρει τα «Επικίνδυνα» βρίσκονται στον Ιανό, στο Μουσείο Λαϊκών Οργάνων και σε όλα τα Live μου. Η «Σβούρα» έχει εξαντληθεί.

Σκοπεύεις να το επανεκδόσεις;
Δε ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον με την εταιρεία. Από τότε που έφυγε η Sony από την Ελλάδα, υπάρχει θέμα.

Κάτι που θα ήθελες να πεις στους αναγνώστες μας;
Καλή αντάμωση!




ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!