Ο Χρήστος Νικολόπουλος για τον Μανώλη Χιώτη

Ο Χρήστος Νικολόπουλος μιλά για το «δάσκαλό» του Μανώλη Χιώτη και τις εμπειρίες που έζησε κοντά του!
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Οι «εικόνες» του Χρήστου Νικολόπουλου για τον Μανώλη Χιώτη προέρχονται μέσα από την βιογραφία του που υπέγραψε ο συγγραφέας και διευθυντής του ogdoo.gr Κώστας Μπαλαχούτης.

Το βιβλίο φέρει τον τίτλο «Χρήστος Νικολόπουλος – Η Ζωή μου, τα τραγούδια μου» και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλκυών.

*Απαγορεύεται η αναδημοσίευση δίχως άδεια.

Από εκεί και το απόσπασμα που ακολουθεί:


Όταν επέστρεψε ο Χιώτης από την Αμερική, έγινε μεγάλος ντόρος στην πιάτσα των καλλιτεχνών. Είχε προηγηθεί ο χωρισμός του με τη Μαίρη Λίντα, η οποία είχε γυρίσει στην Ελλάδα λίγο νωρίτερα και βέβαια μια πολύχρονη παραμονή του στην άλλη μεριά του Ατλαντικού που κατά κάποιον τρόπο τον «ξέκοψε» από την ελληνική πραγματικότητα και από όσα συνέβαιναν στον χώρο του τραγουδιού. Μιλάμε όμως για μια φυσιογνωμία με βαριά σκιά, που μοιραία η επανεμφάνισή του δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητη. Κάθε άλλο, μάλιστα.

Ο Χιώτης ήρθε να μας ακούσει σε ένα από τα μαγαζιά που συνοδεύαμε την Πόλυ Πάνου. Παλιοί γνώριμοι με την Πόλυ, αλλά και τον σύζυγό της τον Πελαγίδη, έκαναν σχέδια για μια ευρύτερη συνεργασία. Τόσο στα κέντρα όσο και στη Βεντέττα, τη δισκογραφική εταιρεία της Πόλυς. Μίλησα κι εγώ μαζί του, αφού γνωριζόμασταν από την περίοδο που μαζί με τον Καζαντζίδη είχαμε πάει στην Αμερική. Κάπως έτσι, τον χειμώνα του 1968, ξεκινήσαμε το πρόγραμμα στο «Ακροπόλ», στην Πατησίων, απέναντι από το Πολυτεχνείο, μαζί με τον Χιώτη, την Πόλυ Πάνου, τον Μάριο, την Πίτσα Παπαδοπούλου και την Μπέμπα Κυριακίδου, που είχε μπει στη ζωή του Χιώτη μετά τη Λίντα. Μάλιστα παντρεύτηκαν, η Κυριακίδου δηλαδή έγινε και επισήμως η τρίτη σύζυγος του Χιώτη.

Το μαγαζί ήταν μια επιχείρηση του Μανώλη, στο ταμείο ήταν ο αδελφός του, ο Μιχάλης, που όμως δεν γνώριζε και πάρα πολύ καλά τα μυστικά της δουλειάς. Ο Χιώτης ήταν κύριος με τα όλα του. Συνεπής, σοβαρός, αποφασιστικός, ευγενικός, ξηγημένος, επαγγελματίας μοναδικός. Και “παικτικά” ήταν άψογος. Το μπουζούκι κελάηδαγε στα χέρια του. Εγώ, που είχα περάσει τα τραγούδια του νότα νότα και κατείχα όσο λίγοι την ιστορίατου, διαπίστωνα πως ήταν στα καλύτερά του. Γνώριζε να γράφει στο πεντάγραμμο και επιμελούνταν ο ίδιος όλες τις λεπτομέρειες του προγράμματος. Ακόμα και στο πρώτο μέρος, που υπήρχε μια ενότητα με πνευστά όργανα, εκείνος καθόριζε το καθετί.
xiotis
Το «Ακροπόλ» ξεκίνησε εντυπωσιακά. Επικρατούσε το αδιαχώρητο. Το μαγαζί ήταν σχετικά μικρό, αλλά κάθε βράδυ ήμασταν τίγκα. Ο συνδυασμός του Μανώλη με την Πόλυ, που αν θέλετε, έως ένα σημείο, αντιπροσώπευαν ο ένας το «βαρύ λαϊκό» και ο άλλος το «μοντέρνο», λειτουργούσε ιδανικά. Τότε οι δυο τους ηχογράφησαν και κάποιατραγούδια στη Βεντέττα, όπου δεύτερο μπουζούκι στον Χιώτη παίζω εγώ. Με ξεχώριζε ο Μανώλης και με τιμούσε με τη συνεργασία του.Θυμάμαι μου είχε πει πως όπως κολλάω εγώ δίπλα του δεν το είχε πετύχει κανείς… Πετάω στους έβδομους ουρανούς, αλλά πάντα, λόγω χαρακτήρα, έχω γερά ριζωμένα τα πόδια μου στη γη. Ακόμα και όταν κυκλοφορεί το «Νυχτερίδες κι αράχνες» και γίνεται το έλα να δεις, εξακολουθώ να παραμένω προσγειωμένος. Κι εγώ ο ίδιος δεν έχω συνειδητοποιήσει τη συνθετική διαδρομή που θα ακολουθήσει. Εξακολουθώ να βλέπω τη δραστηριότητά μου αυτήν ως συνοδευτική της καριέρας μου ως μουσικός. Πήγα όμως το δισκάκι στον Χιώτη και του το χάρισα. Την επόμενη μέρα δέχτηκα τα συγχαρητήρια του μεγάλου -με όλη τη σημασία της λέξης- καλλιτέχνη: «Μπράβο, πιτσιρίκο! Θα πας πολύ μπροστά».

Όταν πήγα στο σπίτι του Χιώτη στην Κυψέλη και μπήκα στο δωμάτιο όπου είχε τη συλλογή με τα μπουζούκια του και τα υπόλοιπα μουσικά όργανα, δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου. Ενισχυτές, τρίχορδα, τετράχορδα, κιθάρες ακουστικές, ηλεκτρικές, εριβάν και και και… Εγώ τότε είχα ένα τρίχορδο -το πρώτο μου- κι ένα τετράχορδο. Ο Μανώλης μάς έκανε το τραπέζι. Ο ίδιος ήταν άριστος μάγειρας. Ήταν το χόμπι του. Μας ετοίμασε μακαρονάδα με μια ιδιαίτερη σάλτσα δικής του έμπνευσης. Με ό,τι κι αν καταπιανόταν ο Χιώτης, το αποτέλεσμα ξεπερνούσε κάθε προσδοκία. Τελειομανής σε όλα του και μεγάλος μάστορας. Και πάνω απ’ όλα μάγκας και άνθρωπος ξεχωριστός.

Κάποια στιγμή, για μικροπράγματα, όπως συμβαίνει συχνά με τους καλλιτέχνες, η Πόλυ Πάνου δεν τα βρήκαν με τον Χιώτη και σηκώθηκε και έφυγε. Από εκείνη την ημέρα στο «Ακροπόλ», στην ουσία, ρίξαμε αυλαία άδοξα. Εγώ πήγα μεν στο σχήμα με την Πόλυ, αλλά ανήκα στο μαγαζί. Μαζί τους είχα κλείσει τη δουλειά. Ο Χιώτης από εγωισμό ίσως, αλλά κι επειδή ήταν κιμπάρης, συνέχισε να μας κρατά, να κάνουμε πρόβες για ηχογραφήσεις του και το κυριότερο να μας πληρώνει κανονικά. Για τέτοιον άρχοντα μιλάμε…

Η γνώμη πάντως που έχω σχηματίσει είναι πως δεν είχε ξεπεράσει τον χωρισμό του με τη Μαίρη Λίντα και η επαγγελματική αποτυχία του στοίχισε ακόμη περισσότερο. Μπορεί να μην το έδειχνε σ’ εμάς, γιατί ήταν περήφανος άνθρωπος, αλλά υπέφερε μέσα του και γι’ αυτό ένα δυο χρόνια αργότερα έφυγε βιαστικά και απρόσμενα από τη ζωή σε ηλικία μόλις 50 ετών. Τα κράταγε μέσα του ο Μανώλης, τις στεναχώριες και τα προβλήματα, και κάποια στιγμή έσκασε.

Μερικές φορές διέκρινες μια μελαγχολία στο πρόσωπό του, παρόλο που ο ίδιος φερόταν πάντα με αξιοπρέπεια και μεγαλοσύνη. Δεν κατηγορούσε κανέναν, δεν συνήθιζε να κάνει κουτσομπολιά, φρόντιζε και τις τελευταίες λεπτομέρειες στη δουλειά του, δίκαιος, γενναιόδωρος και αξιοκρατικός με τους συνεργάτες του. Να καταλάβετε, ξέρει πως μιλάω με τον Καζαντζίδη και, παρ’ ότι έχουν παρεξηγηθεί, δεν μου λέει ούτε μισή κακή κουβέντα για τον Στέλιο.

Ο Χιώτης ξεκίνησε από την κιθάρα και μετά έκανε την επανάστασή του με τον δικό του ήχο και το τετράχορδο μπουζούκι που καθιέρωσε. Και άλλοι μπουζουξήδες είχαν ανάλογο ξεκίνημα. Βοηθάει η κιθάρα στις αναστροφές των ακόρντων. Εγώ αντίθετα άρχισα κατευθείαν με το μπουζούκι, αλλά η κιθάρα είναι το απωθημένο μου. Και τα τραγούδια μου πάνω στο μπουζούκι τα γράφω. Έχω πάθος με τα ακόρντα. Σταδιακά γνώρισα τα μυστικά τους. Μ’ αρέσει να συνοδεύω μ’ αυτά τους υπόλοιπους, προσθέτοντας κάτι διαφορετικό στο τελικό αποτέλεσμα. Μεγαλύτερος όγκος, περισσότερα χρώματα…

Ο Χιώτης δύει τη στιγμή που ξεκινάω και ψάχνομαι στα πρώτα μου συνθετικά βήματα να διαφοροποιηθώ από τους κλασικούς λαϊκούς δημιουργούς του χτες. Να προσθέσω στοιχεία με τον δικό μου χαρακτήρα, να παντρεύω τάσεις και ρεύματα της εποχής με όσα μας είχαν διδάξει και αφήσει οι παλαιότεροι μαστόροι και κουβαλούσα στην ψυχή και το μυαλό μου. Εκεί που ο Μανώλης είναι χαραγμένος με ανεξίτηλα σημάδια κι ας μπήκε και βγήκε τόσο ξαφνικά από τη ζωή μου, αφήνοντας όμως τις καλύτερες μνήμες.

*Μπορείτε να αποκτήσετε τη βιογραφία του Χρήστου Νικολόπουλου σε προνοιακή τιμή μέσα από το e-shop του ogdoo.gr

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!