O Λαυρέντης Μαχαιρίτσας «αυτοβιογραφείται»

(VIDEO - AKOΥΣΤΕ) Συνέντευξη «ποταμός» του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα διανθισμένη με video και τραγούδια από την πολύχρονη πορεία του
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Mια συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει o Λαυρέντης Μαχαιρίτσας στις 11 Οκτωβρίου του 2008 στην Θεσσαλονίκη, όπου βρέθηκε τότε με αφορμή τη συναυλία που θα έδινε στα πλαίσια των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Τραγουδιού.

Στη συζήτηση συμμετείχε με καίριες ερωτήσεις και παρεμβάσεις ο φίλος και συνεργάτης Μάκης Ιωακειμίδης.

Χειμαρρώδης, όπως πάντα, ο Λαυρέντης δεν δίστασε να πει τα πράγματα «έξω από τα δόντια», προκαλώντας τότε αρκετές αντιδράσεις… Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε σε διαδικτυακό περιοδικό και για να μην υπάρξει σύγχυση στους αναγνώστες, σήμερα έχουν αφαιρεθεί κάποια μικρά σημεία που σχετίζονται με την επικαιρότητα της εποχής, ζωντανές εμφανίσεις κλπ… Είναι χαρακτηριστικό πως μέσα σε επτά χρόνια έχουν φύγει από τη ζωή φίλοι και συνεργάτες του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα που αναφέρονται στην κουβέντα μας, όπως ο Δημήτρης Μητροπάνος, ο Αντώνης Βαρδής και ο Σάκης Μπουλάς…
THANASHS GIOGLOY LAYRENTHS MAXAIRITSAS

Τα πρώτα ακούσματα


Λαυρέντη, αφού σε ευχαριστήσουμε για την αποδοχή της πρόσκλησης, παρόλο το φορτωμένο πρόγραμμα σου, λόγω της συμμετοχής σου στις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ τραγουδιού Θεσσαλονίκης, θα θέλαμε να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Γεννήθηκες στο Βόλο… Ποια ήταν τα πρώτα σου μουσικά ακούσματα και επιρροές;
Μόνο ροκ… Τίποτα άλλο… Πιτσιρικάς μόνο ροκ…

Το ελληνικό τραγούδι, ο Θεοδωράκης για παράδειγμα, δεν υπήρχε στα ακούσματά σου τότε;
Στη μεταπολίτευση, αναγκαστικά… Αφού άκουγαν όλοι, άκουγα κι εγώ. Και πολιτικοποιημένος πολύ, που ήμουνα κατόπιν, πάλι ροκ άκουγα.

Αν δεν κάνω λάθος, υπάρχει και μια συνεργασία σε ζωντανές εμφανίσεις με τον Πάνο Τζαβέλλα, που τραγουδούσε αντάρτικα τραγούδια, προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70.
Είχα φτιάξει τους «Τερμίτες» πριν πάω φαντάρος… Για μας, όχι κάτι σπουδαίο. Τότε τα συγκροτήματα έπαιζαν τις Κυριακές στα σινεμά. Κι απολυόμενος από φαντάρος, ήθελα να βγάλω και κανένα μεροκάματο τραγουδώντας.

Ποια εποχή;
Το 1978. Στην τελευταία εποχή του Τζαβέλλα. Μετά εξαφανίστηκε. Μια μέρα πηγαίνοντας για το σπίτι μου στην Πλάκα, σε μια μπουάτ, στη «Λήδρα», έγραφε «ζητούνται τραγουδιστές». Μπήκα μέσα, μου λέει «τι τραγουδάς εσύ;» Του είπα «Bob Dylan και τέτοια»… Αφού με φώναζε και «Dylan». Και τραγούδησα με τον Τζαβέλλα. Έχω έρθει και στη Θεσσαλονίκη. Η πρώτη μου εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη ήταν σ’ ένα μαγαζί στην «Αγράμπελη», στην Αγίου Δημητρίου, μαζί με τον Τζαβέλλα.

«P.L.J. Band»


Το 1982 κυκλοφορεί ο πρώτος δίσκος με τους «P.L.J.Band», το «Armageddon», το οποίο σήμερα είναι αρκετά δυσεύρετο.
Ναι, τώρα θα ξαναβγεί σε βινύλιο. Αλλά η πρώτη έκδοση παραμένει δυσεύρετη… 1000 euro κάνει, αν βρεθεί σήμερα… Αφού το πουλάνε σε πλειστηριασμούς.

Θα επανακυκλοφορήσει και το cd;
Όχι… Το cd δεν έχει καμία σχέση. Το βινύλιο είναι έργο τέχνης από μόνο του. Πίνακας ζωγραφικής απ’ έξω, όλο το «πακέτο». Έτσι ξεκίνησε η ιστορία, με σκοπό να πάμε στο εξωτερικό, θέλαμε να κάνουμε καριέρα έξω, σαν τους «Aphrodite’s child» που είχαν βγάλει το δίσκο «666». Αυτό σκεφτόμουν εγώ τότε. Πήγαμε στη Γαλλία αλλά δεν έγινε τίποτε. Πεθάναμε της πείνας… Τα «κουφάρια» μας φέραμε πίσω.

Με τους «P.L.J.Band» είχατε κάνει δυο δίσκους;
Κάναμε ένα extended play, 45 στροφών, το «Gaspar» και το «Armageddon».

Τερμίτες και Νταλάρας


Και στη συνέχεια δημιουργούνται οι «Τερμίτες»…
Ναι, κάναμε ένα δίσκο με τίτλο το όνομά μας, ο οποίος πήγε «άπατος». Είχε ένα καταπληκτικό τραγούδι μέσα, το «Ερωμένη μου». Μέχρι 1000 αντίτυπα πούλησε. Είχαμε κάνει ένα συμβόλαιο για 3 χρόνια. Κάναμε το «Armageddon» δεν πούλησε… Τώρα πουλάει αυτό, που είναι δυσεύρετο. Κάναμε μετά τους «Τερμίτες». Πήρα τον Μιχάλη τον Μαρματάκη και του είπα «να κάνουμε ένα δίσκο τρελό». Εγώ ήμουν επηρεασμένος από Σαββόπουλο, από Γερμανό και τέτοια. Αν άκουγα κάτι στην Ελλάδα ήταν αυτό. Οφείλω να το ομολογήσω. Ειδικά του Βαγγέλη του ’χω μεγάλη αδυναμία, ήταν μέντοράς μου. Ήταν και καλός κιθαρίστας, μ’ άρεσε ο τρόπος που έπαιζε. Εγώ ήμουν πιο του «technorock» εκείνη την εποχή, αλλά αν μ’ άρεσε κάτι από μπαλάντες, ήταν ο Γερμανός, ο τρόπος που έπαιζε… Με είχε επηρεάσει πολύ. Με είχε επηρεάσει το τραγούδι το «Γιατί σε θέλω», τον γούσταρα τον Βαγγέλη πολύ. Κι επειδή πάντα το λέω ότι επηρεάστηκα απ’ αυτόν, του ’χει κάνει εντύπωση. Δεν έχει μάθει ο κόσμος να παίρνει δείγματα ευγνωμοσύνης, τους φαίνεται περίεργο.
         
Η γνωριμία με τον Γιώργο Νταλάρα πότε γίνεται;
Αμέσως μετά, στο δεύτερο δίσκο στην «Αμαρτωλή Μαρία», που κάναμε τη «Σκόνη». Από κει άλλαξαν όλα τα πράγματα. Εγώ πρότεινα να πάρουμε το Νταλάρα να πει ένα τραγούδι που ήταν τότε «superstar».

Λίγο μετά τις συναυλίες στον «Ορφέα» και το Ολυμπιακό Στάδιο…
Ναι, λίγο μετά ήταν…

Δέχτηκε κατευθείαν; Του άρεσαν τα τραγούδια;
Ναι, δέχτηκε. Δεν ήθελε να πει τη «Σκόνη» στην αρχή, ήθελε να πει «Ο ουρανός βρέχει αρκούδες». Εγώ επέμενα. Του έλεγα «ρε συ πες τη “Σκόνη” να κάνουμε κανένα σουξέ…». Όσο μπορεί να γίνει σουξέ… Να κάνουμε ένα τραγούδι εμπορικό να το ακούσει ο κόσμος… Κι έγινε αυτό που έγινε… Μετά ξεκινήσαμε, σταθήκαμε στα πόδια μας, κάναμε περιοδείες, αλλά δεν βγάλαμε ποτέ λεφτά από τους «Τερμίτες». Κι όταν λέω λεφτά δεν εννοώ να κάνεις εκατομμύρια, απλά να μπορούμε να συντηρηθούμε. Ο ένας δούλευε από δω, ο άλλος από κει… Είχαμε το συγκρότημα κι ο Αντώνης (Μιτζέλος) δούλευε στο «Papagalino», ο Φίλιππας (Σπυρόπουλος), ο ντράμερ δούλευε στον Μουζάκη…

Στο γνωστό συνθέτη αναφέρεσαι;
Ναι, δούλευε με την ορχήστρα του Μουζάκη… Εγώ με τον Παύλο (Κικριλή) τον μπασίστα δε δουλεύαμε. Ο πατέρας του Παύλου είχε περίπτερο στο Σύνταγμα, πήγαινε καθόταν 2-3 ώρες, δεν είχε πρόβλημα από λεφτά κι έμεινα εγώ να τραβιέμαι σα λάστιχο, για να κάνω την «τρέλα» μου… Γιατί και στα τραγούδια εγώ επέμενα. Να γράψουμε έτσι, να γράψουμε αλλιώς…

Τις μουσικές εσύ τις έγραφες;
Ως επί το πλείστον εγώ. Αλλά δεν ήταν μόνο οι μουσικές. Κάποιες μουσικές έγραφαν και τα άλλα τα παιδιά. Το «στίγμα» και το πού θα κινηθούμε ήταν καθαρά δική μου επιλογή. Μου έλεγαν δηλαδή, να κάνουμε κάτι πιο εμπορικό, ένα στίχο πιο βατό… «Όχι» ήταν η απάντηση. Δεν είχε νόημα για μένα. Να βγούμε να κάνουμε τι; Αυτά βγαίνουν μετά από πάρα πολλά χρόνια και τότε δικαιώνεσαι… Αν δικαιωθείς. Τότε δεν μπορείς να το καταλάβεις.

Λογικό είναι, όσο το ζεις, δεν το καταλαβαίνεις.
Ξέρεις πού δικαιώνεσαι στη διάρκεια; Αν καθίσεις και σκεφτείς ότι είναι 27 χρόνια στα πράγματα, τότε λες «κάτι κάνει αυτός». Για να είναι 27 χρόνια και να μην έχει εξαφανιστεί, σημαίνει ότι κάτι έχει κάνει. Αυτό είναι το πράγμα που κέρδισα απ’ αυτή την ιστορία. Εντάξει, από ένα σημείο και μετά, μετά το «Διδυμότειχο Βlues» κι όταν ήμουν μόνος μου πια, έβγαλα και λεφτά. Ζω άνετα απ’ αυτό και θεωρώ τον εαυτό μου και προνομιούχο. Αλλά αφού «έφτυσα αίμα»…

Πραγματικά, αυτή η πρώτη δεκαετία, μέχρι το «Διδυμότειχο» ήταν πολύ ζόρικη… Από κει και μετά άλλαξαν τα πράγματα.
Ναι από το «Διδυμότειχο». Κι από τότε που βρέθηκα με τον Τσακνή και παίξαμε σ’ ένα μαγαζί. Το μαγαζί το νυχτερινό σου δίνει τα μεροκάματα. Από κει μπορείς να ζεις και να κάνεις απερίσπαστος αυτό το πράγμα. Το να βγάλεις λεφτά πολλά είναι δικό σου θέμα. Αν σ’ ενδιαφέρει κιόλας. Όχι ότι αποποιούμαι την καλή ζωή κλπ. Και φράγκα θέλω και αυτοκίνητα καλά θέλω, αφού υπάρχουν θα τα γευτώ. Αυτή τη μαρξιστική ανάλυση που την είχα πιτσιρικάς, ας πούμε, έχω πάψει να την έχω. Και σε τελική ανάλυση το μυστικό δεν είναι να είσαι κι εσύ φουκαράς για να κάνεις το χατίρι αυτών που έχουνε φράγκα. Το θέμα είναι να καλυτερέψεις τη ζωή γενικά. Ο αγώνας είναι γι’ αυτό, δεν είναι για να κατεβάζεις τη ζωή προς τα κάτω.

«Τσιμεντένιο κονσέρτο» και Φλέρυ


To 1986 γίνεται η μεγάλη συναυλία των «Τερμιτών» στο Λυκαβηττό με τη συμμετοχή πολλών ακόμη φίλων τραγουδιστών, όπως ο Γιώργος Νταλάρας, ο Αντώνης Βαρδής, ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας, η Σοφία Βόσσου αλλά και ο Σάκης Μπουλάς. Συναυλία που αποτυπώθηκε και στο δίσκο με τίτλο «Τσιμεντένιο κονσέρτο»… Τι θυμάσαι από τότε;
Έχω κάνει τέσσερις χαρακτηριστικούς «Λυκαβηττούς» και μια μεγάλη συναυλία στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Η πρώτη μας μεγάλη συναυλία ήταν μαζί με άλλα δεκαπέντε συγκροτήματα, την οποία είχε οργανώσει ο Μάκης Μηλάτος, νομίζω το ’84. Είχαν παίξει διάφορα συγκροτήματα, το «Σύνδρομο» κλπ και παίξαμε κι εμείς. Η πρώτη εμφάνιση που κάναμε  ποτέ. Το σκεφτόμουνα σαν κάτι το τρελό και ήταν απίστευτο πράγμα. Το θέατρο ήταν γεμάτο και κάναμε αίσθηση μεγάλη. Δεν είχαμε καθόλου δημόσιες σχέσεις. Ο καθένας είχε διάφορους «κολλητούς» σε περιοδικά και γράφανε…

Είχε βγει ο πρώτος δίσκος τότε;
Είχε βγει ο δίσκος «Τερμίτες» που είχε το «Ερωμένη μου», «Τερμίτες που αφήσαν μόνο μύτες», «Η πόλη κοιμάται» κλπ. Πριν την «Αμαρτωλή Μαρία». Μάλιστα γι’ αυτή την πρώτη συναυλία είχαμε πάρει κι από δέκα χιλιάρικα μεροκάματο, γιατί το είχε πάρει η τηλεόραση. Μας φαινόταν κάτι το εξωπραγματικό. Θυμάμαι πως εμείς παίζαμε και ο Νικόλας Άσιμος πουλούσε κασέτες με κασελάκι μέσα στις κερκίδες. Ήταν μεγάλη συναυλία, πολύς κόσμος, έσπασαν τις πόρτες, μπήκαν μέσα, έγινε «της κακομοίρας». Αυτή ήταν η πρώτη συναυλία που κάναμε στον Λυκαβηττό κι είχα βάλει σαν στόχο ότι πριν τελειώσουμε την καριέρα μας σαν «Τερμίτες», θα κάνουμε μια μεγάλη συναυλία στο Λυκαβηττό πάλι… Και κάναμε το «Τσιμεντένιο κονσέρτο» που είχε γίνει «Του Κουτρούλη ο γάμος»… Και ξανακάναμε μια συναυλία στο «Ειρήνης και Φιλίας» δεκαπέντε χρόνια μετά. Αυτό ήταν…

Στο «Τσιμεντένιο κονσέρτο», νομίζω πως έπρεπε να βγει διπλός ο δίσκος… Θυμάμαι πως το είχε παίξει και το ραδιόφωνο ζωντανά…
Δεν γίνονταν αυτά τότε… Ήταν δύσκολες οι ηχογραφήσεις, δεν ήταν όπως είναι τώρα. Ήταν πολυέξοδα, πολυδάπανα. Τώρα πας με τα computers και τα κάνεις «για πλάκα». Τότε για να ηχογραφηθεί αυτό με 24 κανάλια στο Λυκαβηττό κόστιζε κι εγώ δεν ξέρω πόσο. Διαλέξαμε επιλεκτικά κάποια τραγούδια και τα ηχογραφήσαμε.

Με τη Φλέρυ Νταντωνάκη πώς ξεκίνησε η συνεργασία σας;
Τότε είχε εμφανιστεί και η Φλέρυ. Η τελευταία της εμφάνιση πρέπει να ήταν. Η Φλέρυ ήταν ένα περίεργο πράγμα, μαγικό. Είχε βγει στο Λυκαβηττό με άσπρα σοσόνια και σαγιονάρες και με ρόμπα σαν αυτές που φορούσαν οι γιαγιάδες μας, γκρι με λουλούδια. Δεν υπήρχε δεύτερη σαν τη Φλέρυ.

Το «Πόσο σε θέλω» είχε ακουστεί εκεί για πρώτη φορά;
Ναι εκεί. Και το ηχογραφήσαμε κιόλας. Καλά αυτό έγινε επιτυχία από την πρώτη μέρα. Από την πρώτη στιγμή που το παίξαμε έγινε χαμός. Απίστευτο…

Το φινάλε των «Τερμιτών»


Πότε αντιληφθήκατε πως δεν «τραβάει» άλλο και το διαλύσατε;
Δεν μπορούσαμε να συντηρηθούμε…

Δεν κάνατε άλλες ζωντανές εμφανίσεις σε μαγαζιά;
Πού να παίξεις; Δεν ήταν όπως είναι τώρα. Ήταν κλειστά κυκλώματα… Νομίζω πως το πρώτο συγκρότημα που άρχισε να βγάζει λεφτά και να ζει απ’αυτό, πρέπει να ήταν οι «Πυξ Λαξ»… Με διάρκεια… Ούτε τα μεγάλα συγκροτήματα της εποχής, όπως οι Socrates δεν μπορούσαν να συντηρηθούν. Και τα πιο εμπορικά συγκροτήματα, οι Poll, ας πούμε, δε νομίζω πως μπορούσαν να συντηρηθούν. Έκαναν άλλα πράγματα μετά… Ήταν πολύ δύσκολο. Ακόμα και μια περιοδεία να κάναμε, δέκα συναυλίες ήταν. Μην κοιτάς που τώρα όλοι κάνουν σαράντα συναυλίες κάθε καλοκαίρι. Δέκα συναυλίες ήταν. Μπορείς να ζήσεις με δέκα συναυλίες; Κι άλλες δυο-τρεις φορές, μια, δυο μέρες στο «Ροντέο» κλπ… Ο άλλος που είχε ένα μαγαζί δεν έπαιρνε ένα συγκρότημα να πληρώνει δεκαπέντε μεροκάματα. Είχαν βγει μόνοι τους οι τραγουδιστές εκείνης της φουρνιάς. Σου λέει «αντί να πάρω τους “Τερμίτες” που είναι πέντε, θα πάρω τον Κούτρα που είναι ένας. Θα πάρω τον Μηλιώκα. Αντί να πληρώνω πέντε, θα πάρω τον Κούτρα, το Μηλιώκα και το Γιοκαρίνη και θα κάνω πρόγραμμα». Κατάλαβες;  

Όσο ήσουν στους «Τερμίτες» είχες υλικό που θεωρούσες ότι μπορούσες να το κρατήσεις για μετέπειτα προσωπική σου καριέρα ή μετά προέκυψε;
Όχι δεν έκανα τέτοια πράγματα. Τους «Τερμίτες» δεν τους θεωρούσα ένα πράγμα έξω από μένα. Ήταν πολύ προσωπικό «κόλπο». Τι να κρατήσω για μένα; Το «σόλο καριέρα» που λέμε, ήταν επειδή δεν μπορούσαν οι άλλοι. Κάποια στιγμή δηλαδή είπαν «δεν αντέχουμε την πείνα, φεύγουμε». Αυτό ήταν όλο το μυστικό. «Δεν θες να αλλάξεις τροπάριο, δεν θες να πάμε να παίξουμε αλλού». Εγώ έλεγα «δεν πάω εκεί, δεν πάω εκεί, δεν πάω εκεί…» Είχα μια «αρρώστια» στο κεφάλι μου.

Ήθελαν κάτι πιο εμπορικό δηλαδή;
Δεν ήθελαν κάτι πιο εμπορικό… Ο Αντώνης ο Μιτζέλος είναι ένας άνθρωπος του οποίου το μυαλό λειτουργούσε. Είναι μες στα πράγματα. Έβλεπε… Μου έλεγε «έλα ρε να πάμε να παίξουμε στο “Papagalino”» ας πούμε. Το «Papagalino» ήταν ένα club στη Βουλιαγμένη…

Δεν πήγαινες;
«Όχι ρε δεν πάω…» Να κάθομαι να βλέπω αυτούς τους ξενέρωτους εκεί… Δεν μπορούσα, ήμουνα περίεργος. Τότε ήμουν πιο άγριος, όχι όπως είμαι τώρα που έχω κάνει κάποιους συμβιβασμούς. Ο κόσμος δεν μπορεί να καταλάβει κιόλας… Αν μπεις σε διάφορα «sites» και διαβάσεις, οι πιτσιρικάδες γράφουνε για τους «Τερμίτες» και για μένα… Για τους «Τερμίτες» γράφουν διθυράμβους και για μένα είναι «στο περίπου»… Πού να καταλάβουν τώρα αυτοί τι έχω κάνει εγώ… Τι σημαίνει «Τερμίτες»; Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς… Κατάλαβες τι θέλω να σου πω; Αυτοί τώρα θεωρούν τους «Τερμίτες» «τα άγια των αγίων»… Μια αντιμετώπιση τέτοια… Λες και πρόκειται για τους Pink Floyd…

Αυτό νομίζω πως είναι γενικό φαινόμενο, δεν ισχύει μόνο για τους «Τερμίτες». Ότι δηλαδή είναι παλιό, πολύ περισσότερο αν έχει διαλυθεί ή πεθάνει, αυτόματα μυθοποιείται…
Θα σου δώσω ένα απλό παράδειγμα. Πολύ απλό. Ο άλλος το έκανε, εγώ δεν το ‘κανα, γιατί δεν ήταν ο χαρακτήρας μου έτσι. Ποια είναι η σύνδεση Πορτοκάλογλου και «Φατμέ»; Δεν υπήρχαν «Φατμέ», ο Πορτοκάλογλου ήταν… Είπε ξαφνικά «τέρμα οι “Φατμέ”, δεν θα παίρνετε μεροκάματο εσείς να μοιράζεστε τα δικά μου τα λεφτά, θα τα παίρνω εγώ… Αφού εγώ γράφω τα τραγούδια, εγώ αποφασίζω, τέλος». Άρχισαν τότε να λένε «γιατί διέλυσε τους “Φατμέ”;». Ποιους «Φατμέ» διέλυσε, τον Τσάκαλο τον έχει ακόμα… Κατάλαβες τώρα το μυστικό της «τρέλας»; Είναι τα προσχήματα, κατάλαβες; To ίδιο πράγμα ήτανε και στους «Τερμίτες». Η μόνη διαφορά ήταν πως στους «Τερμίτες» υπήρχε κι ένας κιθαρίστας πολύ μεγάλη προσωπικότητα, ο Μιτζέλος. Τον οποίο τον πήραμε μετά, δεν ήταν στην αρχή. Που έκανε καριέρα και μόνος του μετά, γιατί πραγματικά άξιζε. Κι εκεί υπήρχε μια «κόντρα» κι αν όχι «κόντρα» ένα πράγμα που μου άρεσε… Έδινε ιδέες…Όλα τα τραγούδια αυτά η «Σκόνη», το «Πόσο σε θέλω» τα ‘χω γράψει εγώ. Αλλά στις εισαγωγές, στην ενορχήστρωση, στο «πακέτο» όλο στο τέλος, έπαιζε καθοριστικό ρόλο.

«Ο Μαγαπάς και η Σαγαπώ»


Ο πρώτος προσωπικός σου δίσκος ήταν «Ο Μαγαπάς και η Σαγαπώ» το 1989, που δεν ακούστηκε ιδιαίτερα…
Αυτό ήταν καλό δισκάκι και το τραγούδι αυτό ακούστηκε αρκετά, ήταν όμως σα να ήταν «Τερμίτες». Ήταν πολύ έντονο. Είχα πάρει και τα παιδιά και παίζανε, δεν μπορούσα να ξεφύγω απ’ αυτό. Αυτός ο δίσκος ήταν σαν να ήταν οι «Τερμίτες» σε όχι πολύ καλή τους φάση. Είχε μια πίκρα, ας πούμε… Είχε ένα τραγουδάκι το «Για την αγάπη της βροχής» και είχε και το ομώνυμο, το οποίο ήταν ένα περίεργο τραγούδι. Εγώ το θεωρώ χαρακτηριστικό, γι’ αυτό το έβαλα και στη συλλογή που έκανα τώρα.

Εγώ νομίζω πως ακούστηκε… Και στα «Live», μετά το «Διδυμότειχο» το ζητούσε αρκετά ο κόσμος.
Αν το ‘βγαζα πέντε χρόνια μετά, αυτό θα γινόταν επιτυχία μεγάλη. Όμως τότε δεν μπορούσα να το υποστηρίξω.

Η μεγάλη επιτυχία ήρθε τελικά το 1991, με το «Διδυμότειχο Blues» και πάλι με τον Νταλάρα…
Εντάξει όλη μου η ζωή άλλαξε μετά το «Διδυμότειχο». Μέχρι τότε είχα πρόβλημα. Δούλευε η γυναίκα μου που ήταν αγιογράφος, από τότε ζούσαμε μαζί και με συντηρούσε. Είχα κάνει το «Ο Μαγαπάς και η Σαγαπώ», ούτε να παίξω μπορούσα πουθενά, ούτε τίποτα. Θυμάμαι μια φορά τηλεφώνησα στον Αντώνη τον Βαρδή, είναι φίλος μου. Eίχαμε κάνει το «Συγκάτοικοι είμαστε όλοι στην τρέλα» που το παίζω και τώρα, το αγαπάω το τραγούδι αυτό γιατί είναι πολύ χαρακτηριστικό και ήταν και η μοναδική φορά που συνεργάστηκα με τους Κατσιμιχαίους, που τους θεωρώ κάτι το εξαιρετικό. Και του λέω λοιπόν «Αντώνη, έχεις πουθενά να δουλέψω, είμαι άφραγκος». Και μου λέει «Μα θα σε πάρω εγώ εσένα στο μαγαζί; Είσαι εσύ σε επίπεδο για να παίξεις μαζί μου;» Όχι αρνητικά. Δεν το έλεγε αρνητικά … «Τι θα παίξεις, είσαι τρελός; Να σε πάρω να παίξεις στα μαγαζιά που παίζω εγώ; Να σε καταστρέψω πριν ξεκινήσεις;» Του λέω «αφού δεν έχω να φάω, τι να με καταστρέψεις;» «Όχι, όχι» μου λέει… Πιάνω το Βασίλη, τον Παπακωνσταντίνου… Του λέω «Βασίλη να έρθω μαζί σου στην περιοδεία το καλοκαίρι;» Ο Βασίλης τότε όταν έπαιζε γινόταν τέτοιος πανικός και δεν είναι ότι γινόταν πανικός αλλά όποιος έβγαινε να παίξει μαζί του, τον «τρελαίνανε» στην ντομάτα και στο αυγό. Είχε πάει ο Κούτρας και τον είχανε «τρελάνει» τον άνθρωπο. Τον «παλαβώσανε», σταμάτησε να τραγουδάει… Ξέρεις τι είναι να βγαίνεις να τραγουδήσεις και να σου λένε «Βασίλη ζούμε για να σ’ ακούμε… Πήγαινε μέσα ρε…» Τέτοια… Ο Καζούλης ήταν ο πρώτος που άντεξε σε περιοδεία με τον Παπακωνσταντίνου, να μην τον κράζουνε. Όλοι οι υπόλοιποι είχαν φάει χώμα. Και μου λέει ο Βασίλης «Λαυρέντη δεν σε παίρνω. Εγώ να σε καταστρέψω, με τέτοιο υπόβαθρο και τέτοια τραγούδια που έχεις γράψει με τους “Τερμίτες”;» Προς τιμήν τους οι άνθρωποι, δεν μπορώ να πω…

Κι έμεινα χωρίς δουλειά, δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν είχα να φάω… Και κάναμε το «Διδυμότειχο» και μου χτυπάει ένα τηλέφωνο και ήταν ο Τσακνής. Και μου λέει «μου έχουν κάνει μια πρόταση σ’ ένα χώρο αλλά μόνος μου δεν πάω, πάμε να παίξουμε μαζί;» Και του λέω «πάμε»… Μόλις είχα βγάλει το «Διδυμότειχο»…

«Διδυμότειχο blues»


Το «Διδυμότειχο» με τους στίχους του Γιάννη «Μπαχ» Σπυρόπουλου, που ήταν και η προσωπική σου ιστορία από το στρατό, πώς γράφτηκε;
Εγώ είχα σκοπό να το τραγουδήσει ο Παπακωνσταντίνου. Ήθελα ο Παπακωνσταντίνου να πει ένα ζεϊμπέκικο. Και πάω στον Μάτσα και μου λέει «ποιον Παπακωνσταντίνου, με τον Νταλάρα κάντο που είναι σίγουρο ότι τα υποστηρίζει… Ο Παπακωνσταντίνου αν δεν του αρέσει, αν κάτι δεν του πάει καλά, μπορεί να μην το παίξει και ποτέ… Εξάλλου την προηγούμενη φορά με τον Νταλάρα δεν είχαμε καλή συνεργασία;» «Εντάξει» του είπα. Πήγαμε στο σπίτι του Νταλάρα, το άκουσε, «τρελάθηκε»… Και βγήκε… Εντάξει, δεν περίμενα ότι θα κάνει τέτοια κατάσταση, έγινε πανικός. Πού να φανταστώ ότι θα βγει και θα είναι για έξι μήνες, νούμερο 1; Έξι μήνες…

Το στήριξε όμως κι ο Νταλάρας… Μέχρι σήμερα το παίζει το τραγούδι…
Μα γινότανε πανικός όποτε το έπαιζε… Όταν ξεκινήσαμε να παίζουμε με τον Τσακνή στο «Καφεθέατρο», το πρώτο Σάββατο που πήγα είδα μια ουρά πενήντα μέτρα. Σ’ ένα μικρό μαγαζάκι. «Ω ρε Λαυρέντη, για το “Διδυμότειχο” ήρθαμε…»

Είχαν δημιουργηθεί και πολλές αντιδράσεις τότε από τους κατοίκους του Διδυμοτείχου που θεώρησαν ότι το τραγούδι, έθιγε, κατά κάποιο τρόπο την περιοχή… 
Αυτά ήταν υπέρ μας… Δεν καταλαβαίνεις; Έτσι έγινε…

«Ρίξε κόκκινο στη νύχτα»


Θυμάμαι πως είχατε έρθει και στο «Ρεξ» τότε, εδώ στη Θεσσαλονίκη. «Ρωγμές στο Διδυμότειχο» λεγόταν το πρόγραμμα.
Ναι είχαμε παίξει και στο «Ρεξ». Εκεί έπαιρνα είκοσι χιλιάρικα μεροκάματο. Βρέξει, χιονίσει… Λεφτά πολλά για μένα τότε. Έτσι ξεκίνησε η ιστορία, μετά πήγαν τα πράγματα καλά. Όλοι μου οι δίσκοι είχαν επιτυχία μετά. Έγιναν όλοι πλατινένιοι. Δεν είναι τόσο οι πωλήσεις των δίσκων, όσο το ότι ο κάθε δίσκος απ’ αυτούς έβγαζε και δυο-τρία τραγούδια που μένουν ακόμα. Το 1993 έκανα το «Ρίξε κόκκινο στη νύχτα», που έβγαλε «Μικρό Τιτανικό», έβγαλε το «Ημίφως», τραγούδια που μένουν ακόμα…

Και μέχρι σήμερα ανακαλύπτουν κι άλλα. Ας πούμε το «Στα καμένα», που ακούστηκε κάπως τότε, χάθηκε και ξανακούγεται τώρα… Ή το ντουέτο με τον Παπακωνσταντίνου, το «Να δεις τι σού ’χω για μετά»…
Εντάξει, τα τραγούδια που έμειναν πολύ μες στο χρόνο ήταν το «Ημίφως» και ο «Τιτανικός». Αυτά τα δυο…

Και το «Μικρασιάτικο» είναι ωραίο με την Ελευθερία Αρβανιτάκη…
Ναι και το «Ρίξε κόκκινο στη νύχτα»… Γίνονταν τραγούδια που έμεναν για πολύ καιρό.

«Παράθυρα που κούρασε η θέα»


Το 1995 κυκλοφορεί ο δίσκος «Παράθυρα που κούρασε η θέα» που δεν ακούστηκε ιδιαίτερα.
Αυτός ο δίσκος δεν έκανε πολλά πράγματα.

Πιστεύω πως είναι από τους καλύτερες δουλειές που έχεις κάνει.
Αυτός πούλησε 7.000 ή 8.000, κάπου εκεί, από κει που πούλαγα 40.000… Δηλαδή υπήρχε μια τρομακτική κάμψη.

Γιατί πιστεύεις ότι συνέβη αυτή η πτώση;
Ήταν πολύ «σκοτεινός» δίσκος. Τότε είχε σκοτωθεί ο αδερφός μου κι εγώ ήμουν σε μια κατάσταση… Ότι είχα μέσα μου το έβγαλα. Αλλά δε μ' ένοιαζε κιόλας…

Το «Μη μιλάτε» νομίζω πως είναι μέσα στα πέντε καλύτερα τραγούδια σου.
Δε μ’ ένοιαζε καθόλου… Παρόλα αυτά, αυτές οι εταιρείες, για να δεις τι ρόλο βαράνε… Πάθανε κλονισμό… Στον επόμενο δίσκο δηλαδή, μου έδωσαν συγκεκριμένο αριθμό ωρών στο στούντιο, ενώ μέχρι τότε έκανα ότι γούσταρα… Ενώ στις συναυλίες πηγαίναμε «σφαίρα», όπου πηγαίναμε με τον Τσακνή γινόταν πανικός. Μόλις έγινε το «Παράθυρα που κούρασε η θέα» και μετά, άρχισε ο «καλαματιανός»… Ξέρεις, «εκατό ώρες, όχι μη γράψετε παραπάνω, ποιους μουσικούς θα πάρετε;» όλο κάτι τέτοια τρελά… Και μετά έκανα το «Παυσίλυπον»… Μεγάλη επιτυχία… Τότε παραλίγο να αγοράσω και την εταιρεία…(γέλια) Τώρα τι να μου πουν, ότι θέλω κάνω… Όποτε θέλω γράφω, όποτε θέλω δεν γράφω… Λογικό είναι… Αν κάνεις ένα δίσκο και πουλάει 50.000 και πάνω…

«Τόσα χρόνια μια ανάσα»


Η τελευταία συλλογή «Τόσα χρόνια μια ανάσα» πως πήγε, «περπάτησε»;
Αυτό, «έσκισε»… Πολύ… Και για τις τωρινές εποχές. «Τρελά» νούμερα. Γιατί μιλάμε για μια εποχή που δεν πουλάει τίποτα. Δηλαδή δεν πουλάνε οι δίσκοι…

Στο dvd με τα videoclips, που είχε βγει και «αυτόνομο» παλαιότερα, γιατί δεν συμπεριλήφθηκε το «Διδυμότειχο»;
Δεν τα διάλεξα εγώ τα clips. Ήταν πολύ έντονο videoclip το «Διδυμότειχο» που έχει μια ιστορία… Είναι καλό, έτσι… Ας μη γίνει πολύ «ρόμπα»… Πάντως, σε γενικές γραμμές, δεν την περίμενα αυτή την επιτυχία που είχε αυτό το cd τώρα. Δεν περίμενα την εμπορική επιτυχία, ήξερα ότι θα κάνει αίσθηση γιατί τελικά, από τότε που ξεκίνησα, αυτά τα είκοσι χρόνια, έχουν μπει πέντε «σειρές» μέσα. Σαν στρατός είναι… Πέντε «σειρές». Ξεκινήσαμε τότε με κάτι πιτσιρικάδες. Αυτοί οι πιτσιρικάδες τώρα έχουν και τα παιδιά τους μέσα. Αλλάξαμε, έφευγαν αυτοί, ερχόντουσαν καινούργιοι, φεύγαν οι καινούργιοι ερχόντουσαν άλλοι. Ένα περίεργο πράγμα. Ξέρεις αυτή η μουσική που κάνουμε εμείς στα ελληνικά, έχει ένα συμπαγές κοινό μέχρι 23-24 ετών. Αυτοί μόλις γίνουνε φοιτητές και είναι λίγο πριν βγουν από τα πανεπιστήμια, την «κάνουνε», πάνε στα σκυλάδικα, πάνε στα μαγαζιά… Ή γίνονται πολύ κουλτουριάρηδες και ακούν Θανάση Παπακωνσταντίνου και τίποτα άλλο ή ακούνε ότι παίζει στην παραλία. Και μπαίνουν καινούργιοι πάλι σε μας. Εκεί πάλι μοιάζουμε… Που δεν είναι «μπλαζέ». Οι πιτσιρικάδες 16 χρονών δεν είναι «μπλαζέ»… «Είμαι δεκαεξάρης, σας γαμώ τα λύκεια» που λέει κι ο Σαββόπουλος. Θέλουν να ακούσουν, σε δέχονται. Εμένα της κόρης μου οι συμμαθητές «τρελαίνονται»…Καινούργια φουρνιά, 14 χρονών. Αυτά όλα τα παιδιά τώρα θέλουν να ακούσουν τα τραγούδια που είχα γράψει τότε… Τα ’χουν όπως ακούω εγώ το «Live at Leeds» ας πούμε των «Who», κατάλαβες; Kαι μόλις βγήκαν όλα αυτά τώρα σαν καινούργια, είπαν «εδώ είμαστε». Τα θέλαν δικά τους , τα θέλαν σαν δικό τους δίσκο. Πάλι τα ξαναπαίζουμε και γίνεται πανικός τώρα μ’ αυτά τα τραγούδια.

Μητροπάνος, Χατζιδάκις και Μαρκόπουλος


Στο «Παυσίλυπον» που αναφέραμε πριν, συνεργάστηκες με τον Δημήτρη Μητροπάνο. Αργότερα και σε ζωντανές εμφανίσεις. Πες μας δυο λόγια γι’ αυτόν…
Με τον Μητροπάνο ήταν να παίξω και φέτος αλλά τελικά δεν ευδοκίμησε η συνεργασία με το μαγαζί. Ο Μητροπάνος είναι ο πιο καλός μου φίλος. Είναι πολύ καλός άνθρωπος. Είναι φίλος και είναι ο τελευταίος λαϊκός τραγουδιστής που έχει μείνει… Είναι μεγάλος. Τον αγαπάω πολύ. Δεν είναι ακριβοδίκαια η κρίση μου.

Συχνά σε ακούμε μόνο σαν τραγουδιστή σε δουλειές καταξιωμένων συνθετών όπως ο Θάνος Μικρούτσικος ή ο Νότης Μαυρουδής ενώ τελευταία τραγουδάς και Χατζιδάκι.
Ο Μικρούτσικος μου πρότεινε να τραγουδήσω το «Σταυρό του Νότου». Ποιος θα ’λεγε όχι για να ξανατραγουδήσει το «Σταυρό του Νότου»; Θα τρελαθούμε τώρα; Δίσκος μοναδικός. Και με τον Μαυρουδή κάναμε ένα αφιέρωμα στον Χατζιδάκι. Θα κάνω και δίσκο με τραγούδια του Χατζιδάκι, είναι στα υπ’ όψη. Τον θεωρώ τον σπουδαιότερο συνθέτη που έχει περάσει από την Ελλάδα. Δεν το συζητώ. Είναι τραγούδια που με συγκλονίζουν. Θα ήθελα να τα «πειράξω» λίγο και να τα κάνω. Και θα το κάνω αυτό.

Τι εννοείς να τα «πειράξεις»;
Κοίταξε, δεν γίνεται τίποτα από «παρθενογένεση», την ιδέα μου τη δώσανε οι «Raining Pleasure» που κάνανε το «Reflections» σε διασκευή και λέω αφού κάνανε οι «Raining Pleasure» το «Reflections» σε διασκευή και τραγουδάνε τα αγγλικά τραγούδια διασκευασμένα, γιατί να μην κάνω εγώ σε διασκευή τα ελληνικά;… Αλλά ποια ελληνικά, αυτά που μου αρέσουν εμένα, κάτι «περίεργα». Εντάξει δεν μπορείς να πάρεις και να «πειράξεις» τα «Παιδιά του Πειραιά», ας πούμε, θα φας και ξύλο. Αλλά τραγούδια «περίεργα»… «Ο Ιρλανδός κι ο Ιουδαίος», τέτοια τραγούδια.

Εκτός από τον Μικρούτσικο, τον Μαυρουδή, τον Θεοδωράκη, έχεις συνεργαστεί με άλλους δημιουργούς του «έντεχνου» τραγουδιού;
Έχω παίξει και με το Μαρκόπουλο, έκανα περιοδεία με το Μαρκόπουλο, έλεγα τον «Ηλεκτρικό Θησέα», κάτι «περίεργα» τραγούδια. Κοίταξε, η θέση που έχουν αυτοί οι άνθρωποι μέσα στο χώρο, δεν είναι τυχαία.

Με τον Παύλο Σιδηρόπουλο, που είχε συνεργαστεί κι εκείνος με το Μαρκόπουλο, στην πρώτη έκδοση του «Ηλεκτρικού Θησέα» είχες προσωπική γνωριμία;
Ο Παύλος ήταν φίλος μου, παίζαμε μαζί ένα χειμώνα  στο «Ροντέο». Φιλαράκι. Ήταν αυτοκαταστροφικός άνθρωπος. Μην κοιτάς ο μύθος που δημιουργείται τώρα… Ωραία φωνή, γοητευτικός, είχε γοητεία ο Παύλος, άρεσε σαν γκόμενος και πολλά άλλα… Ο στίχος του Παύλου ήταν λίγο αφελής, εκεί ήταν το πρόβλημα, γι’ αυτό δεν έκανε και πολλά τραγούδια που έμειναν στην ιστορία. Κάνα δυο τραγούδια που έκανε δηλαδή και έμειναν στο χρόνο δεν ήταν δικά του. Το «Να μ’ αγαπάς» δεν ήταν δικό του.

Και το «Κάποτε θα ’ρθουν» το ίδιο… Του Θεοδωράκη και του Παπαδόπουλου ήταν…
Ναι, αλλά σαν performer, σαν ροκάς, όλο το πράγμα έχει μείνει στην ιστορία, ήταν μοναδικό. Οι στίχοι του ήταν λίγο αφελείς. «Το ’69, καθώς γυρνούσα σπίτι, το Λευτέρη τον πήγαν φυλακή…» Τον ξέρω το Λευτέρη, φίλος μου είναι… Εντάξει…


Η «Όμορφη πόλη» του… Μπιθικώτση


Eδώ και έξι χρόνια έχω μια απορία… Στη συναυλία που έγινε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας το 2002 και ήταν αφιερωμένη στο Γρηγόρη Μπιθικώτση, τραγούδησες την «Όμορφη πόλη» του Μίκη και του Γιάννη Θεοδωράκη, ένα τραγούδι που ο Μπιθικώτσης δεν το είπε ποτέ στη δισκογραφία. Γιατί διάλεξες αυτό το τραγούδι;
Γιατί θα ’θελα να το ’χει πει ο Μπιθικώτσης. Εγώ το τραγούδι αυτό το άκουγα με τον Μπιθικώτση κι ας μην το ’χει πει ποτέ. Κι αυτό είναι ένα πολύ δυνατό, ερωτικό τραγούδι.

Κότσιρας, «Ξύλινο αλογάκι» και λαϊκά…


Το 2003 κάνεις έναν ολόκληρο δίσκο με το Γιάννη Κότσιρα, το «Ξύλινο αλογάκι». Δίσκος που δεν γνώρισε την πλατιά αποδοχή, που είχε ο Κότσιρας τότε… Γιατί πιστεύεις πως συνέβη αυτό; Πιστεύω πως είναι από τις πιο ολοκληρωμένες δουλειές που έχει κάνει, τόσο για τη μουσική όσο και για τους στίχους του Ισάακ Σούση.
Οι στίχοι του Ισαάκ είναι τρομεροί. Δεν ήταν για τον Κότσιρα οι στίχοι αυτοί. Η μουσική ήταν εντάξει. Οι στίχοι δεν ήταν για τον Κότσιρα, έτσι όπως ήταν εκείνη την εποχή. Δεν έκαναν καλό ούτε στον Κότσιρα, ούτε εκείνος έκανε καλό στους στίχους. Το παρατραβήξαμε δηλαδή… Καλός ο δίσκος αλλά το παρατραβήξαμε. Πήραμε έναν άνθρωπο που πουλούσε 150.000 δίσκους και κάναμε ένα δίσκο που πούλησε 40. Θα μου πεις «δεν είναι μεγάλο νούμερο;» Μεγάλο είναι αλλά αυτός ήταν τότε σε μια κατάσταση παροξυσμική. Ήτανε πως είναι ο Χατζηγιάννης σήμερα. Και ξαφνικά πήγε να κάνει πράγματα τα οποία δεν ήταν για τα παιδάκια που τον ακολουθούσαν από κοντά. Ποιος μπορεί να καταλάβει, ας πούμε, από τα κοριτσάκια αυτά που κυνηγούσαν τον Κότσιρα από κοντά και τρελαινόντουσαν και παθαίναν υστερία, όταν έλεγε ο Κότσιρας για την «Επίδαυρο»;… Το χειρότερο τραγούδι που κάναμε εκεί, το πιο «τίποτα», είχε επιτυχία. Το «Θα ρωτήσω τα τραγούδια». Σιγά τώρα… Και το «Εγώ δεν σε κατηγορώ» που ήταν ένα τραγούδι σα να ‘τανε «Φοίβος», πραγματικά. Αφού υπήρχε ένα τραγούδι που έλεγε η Βανδή κι έμοιαζε πολύ κι εγώ δεν το ‘ξερα. Οφείλω να ομολογήσω...

Με το «Ούτε ένα ευχαριστώ» της Βανδή δεν έμοιαζε;
Ναι, ναι. Και μ’ έπαιρναν τηλέφωνο από τα περιοδικά, από τα «Λοιπόν», «Ciao», «μάο» κλπ… «Έχετε να πείτε κάτι;» «Όχι» έλεγα. Κάποια μου είπε ευθαρσώς «μοιάζει πολύ μ’ ένα τραγούδι του Φοίβου, το ‘χετε κλέψει από το Φοίβο;» «Ααα, κάτσε, από κάπου θα πρέπει να το έχουμε κλέψει και οι δύο» λέω. «Για ρωτήστε τον Φοίβο από πού το έχει πάρει, μήπως έχω ακούσει κι εγώ το ίδιο πράγμα και δεν μπορώ να θυμηθώ».

Λαϊκά τραγούδια, όπως «Ο παλιός στρατιώτης» ή και άλλα που έχεις γράψει περιστασιακά, σκέφτεσαι να ξαναγράψεις; Να κάνεις μια ολοκληρωμένη δουλειά με λαϊκά τραγούδια;
Δεν είναι πολλά. Αλλά δεν μ’ ενδιαφέρει να το κάνω αυτό. Αυτό είναι ένα κομμάτι του εαυτού μου που κάποια στιγμή μου βγαίνει. Δηλαδή αυτό το φοβερά πετυχημένο πράγμα που έκανε τώρα ο Στόκας, εγώ δεν μπορώ να το κάνω. Ούτε και θα το σκεφτόμουνα ποτέ. Να πάω να κάνω ένα δίσκο με λαϊκά τραγούδια…

Εγώ εννοούσα περισσότερο να γράψεις ένα δίσκο με καινούργια λαϊκά τραγούδια. Ο Στόκας έκανε επανεκτελέσεις.
Όχι, το στυλ αυτό να «πολιτογραφηθώ» ξαφνικά σα λαϊκός τραγουδιστής δεν μπορώ να το κάνω… Και δεν μ’ ενδιαφέρει. Ο Στόκας το έκανε πολύ καλά άλλωστε. Ο Στόκας είναι έτσι. Και χαίρομαι πολύ που έχει μεγάλη επιτυχία αυτός ο δίσκος. Γιατί είναι και καλό παιδί ο Μπάμπης.

Δισκογραφικά υπάρχει κάτι στα σχέδιά σου;
Από δίσκο κάνω ένα «soundtrack» για μια ταινία της Ελένης Ράντου που έχει και τραγούδια. Αυτή έκανε μια παράσταση εδώ και δυο χρόνια που γινόταν πανικός, το «Μαμά μην τρέχεις». Αυτό το κάνει και κινηματογραφικά τώρα, λέγεται «Πεθαίνω για σένα» και κάνω όλο το «soundtrack», το οποίο έχει τέσσερα τραγούδια και μουσική. Αυτό κάνω τώρα… Δεν μπορείς να κάνεις εκατό πράγματα συγχρόνως. Μετά θα κάνω το δίσκο του Χατζιδάκι. Θα δούμε…

Live στον Λυκαβηττό (2008)


Η φετινή συναυλία στο Λυκαβηττό θα βγει σε dvd; Την έδειξε η ΝΕΤ πριν από λίγες μέρες και μάλιστα απρογραμμάτιστα. Και την έχασε και πολύς κόσμος που ήθελε να την δει.
Ναι το ξέρω. Εμείς θα το βγάλουμε σε dvd. Αυτοί έκαναν μεγάλο ολίσθημα γιατί αυτά όταν τα κάνεις τα λες. Για να πάμε στο στούντιο, να φτιάξουμε λίγο τον ήχο, να κάνουμε αποθορυβοποιήσεις, να κόψουμε κάποια βάθη που βγαίνουνε περισσότερα… Το «ρετουσάρεις» λίγο, δεν μπορείς να το βγάλεις «χύμα και τσουβαλάτα»… Κάνεις μίξη ρε παιδί μου… Να ακούς δηλαδή την κιθάρα περισσότερο από τη φωνή; Αυτά γι’ αυτό και τα γράφαμε κανάλι , κανάλι… Αυτοί το πήραν όπως ήταν και το βάλανε. Τώρα θα το ξανακάνουμε πάλι. Την επόμενη φορά που θα παιχτεί θα είναι καλύτερο. Και θα βγει και dvd.

Θα εκδοθούν και οι δυο βραδιές;
Ναι και οι δυο. Η ουσία όμως είναι ότι αυτό που ήθελε να δείξει το έδειξε. Αυτό το πράγμα που έγινε στο Λυκαβηττό ήταν το κάτι άλλο. Θα μπορούσαμε δηλαδή να παίξουμε και τρίτη βραδιά, είχαμε αιτήσεις για 3-4.000 χιλιάδες εισιτήρια και για τρίτη βραδιά, που δεν την κάναμε ποτέ. Εγώ δεν πίστευα πως θα γίνει αυτό το πράγμα. Ήμασταν sold out δεκαπέντε μέρες πριν, δεν υπήρχε τίποτα…Περίεργα πράγματα…Και σήμερα που παίζουμε στο Φεστιβάλ Τραγουδιού είναι «sold out», δεν υπάρχουν εισιτήρια.

Και στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας το ίδιο πράγμα δεν είχε γίνει όταν κάνατε τη συναυλία με την επανένωση των «Τερμιτών»;
Ναι, κι εκείνο το είχε δείξει η ΕΡΤ αλλά το είχαμε φτιάξει τότε. Είχαμε κάνει μίξη τον ήχο κλπ. Κοίταξε,  αυτά είναι που σου λέω για τον Μιτζέλο. Έτρεχε ο Μιτζέλος, είχε το «μικρόβιο», αυτό που εγώ δεν το είχα. Μιας τελειομανίας στον ήχο κλπ. Ενδιαφερόταν…

Δισκογραφία και πειρατεία                     


Όση ώρα καθόμαστε εδώ, έχουν περάσει τουλάχιστον 10-15 πλανόδιοι πωλητές cd. Πώς σχολιάζεις το φαινόμενο της cd πειρατείας;
Τώρα, ούτως ή άλλως, έτσι όπως έχει πάει το πράγμα δεν μπορείς να ελέγξεις τίποτα. Δηλαδή, πριν το πουλήσει ο μαύρος, ο άλλος το κατεβάζει από το Internet. Τώρα πια ο δίσκος δεν αποτελεί υλικό προς αγορά και εμπορεύσιμο είδος. Αποτελεί πληροφορία. Βγάζεις ένα πράγμα κι αυτό που πρέπει να κοιτάξεις είναι πώς θα φτάσει σε περισσότερα αυτιά, ότι υπάρχεις και θα τα πάρεις τα δικαιώματά σου από άλλους τρόπους. Από τις δημόσιες εκτελέσεις, από τα ραδιόφωνα, από τα ζωντανά… Δεν μπορείς να ελέγξεις, τι να ελέγξεις;

Χάθηκε η μπάλα…
Τελείωσε. Μα δεν ξέρουμε με ποιον φορέα θα κυκλοφορεί η μουσική σε λίγα χρόνια. Μπορεί να μασάς μια τσίχλα και να ακούς ένα τραγούδι… «Φέρε μια τσίχλα να ακούσω ένα Νταλάρα…» ας πούμε… Έχουν τρελαθεί τελείως, δεν λειτουργεί τώρα το «κόλπο»… Δεν υπάρχουν δίσκοι, δεν υπάρχει δισκογραφία, δεν υπάρχουν εταιρείες, δεν υπάρχει τίποτα. Υπάρχουν μόνο διαφημιστικά κόλπα.

Πώς γίνεται να υπάρχουν οι δίσκοι στο Internet, μια, δυο μέρες πριν κυκλοφορήσουν κανονικά στην αγορά;
Πού να ξέρω εγώ; Άντε ρώτα τους κι εσύ... Δεν ελέγχεται αυτό. Όσοι περισσότεροι το έχουν και το βγάζουν και το διακινούν, τόσο καλύτερα σαν πληροφορία. Λέει «έκανα επιτυχία…» Τι σημαίνει έκανα επιτυχία; Όχι πούλησα, αλλά ακούστηκε πολύ πια και ξέρει ο κόσμος ότι έχω βγάλει αυτό το καινούργιο τραγούδι. Γιατί έχει σαρώσει αυτός ο Γιαννίκος που έχει τη Legend; Έχει τον Alter και διαφημίζει τον καθένα που βγάζει δίσκο… Όλοι θέλουν να πάνε εκεί τώρα. Βέβαια τώρα τι γίνεται… Άμα φτάσει στο σημείο και διαφημίζει κάθε τρία λεπτά έξι δίσκους, θα χαθεί κι εκεί το «κόλπο»… Πληροφορία παιδιά… Πληροφορία και ζωντανά κι εκεί θα δείξει τι λέει… Τι μετράς και τι δεν μετράς. Καλός είναι ο δίσκος αλλά σαν σημείο αναφοράς. Μένει για πάντα… Έτσι θα λειτουργεί μόνο. Όποιος θέλει να το ‘χει σαν κειμήλιο για πάντα. Καταρχήν τα παιδιά σήμερα δεν ακούν τη μουσική καλά. Εμένα η κόρη μου ακούει από το κινητό. Αν αναλογιστείς ότι εγώ μάζευα λεφτά ένα χρόνο για να πάρω ένα καλύτερο πικ-απ, για να ακούω λίγο καλύτερα και «τι ηχεία έχεις και πόσων δρόμων και μηδέν παραμόρφωση»… Τρίχες κατσαρές… Εμείς ακούγαμε μουσική έτσι, δούλευα όλο το καλοκαίρι για να πάρω ένα πικ-απ κι η κόρη μου ακούει από το κινητό… «Χρατς χρουτς», ένα τέτοιο πράγμα… «Βάλε ρε να ακούσεις με ακουστικά τουλάχιστον»… Άντε συνεννοήσου… Είναι η καινούργια άποψη περί μουσικής.

Με στιχουργούς δεν είχες ποτέ πρόβλημα; Πάντα είχες πληθώρα στίχων;
Και τώρα που μιλάμε έχω 5.000 στίχους. Μπορώ να κάνω δέκα δίσκους το μήνα. Και καλούς στίχους, αλλά δεν μπορώ να τα κάνω όλα. Μου φέρνουν συνέχεια. Εντάξει, έχω δυο-τρία παιδιά που γράφω μ ’αυτούς συνέχεια, γιατί είναι φίλοι και τους αγαπάω, γιατί ταιριάζουν τα χνώτα μας…

Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης


Σήμερα το βράδυ δίνεις μια συναυλία στα πλαίσια των εκδηλώσεων του «Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης». Πώς τη βλέπεις αυτή την ιστορία με το Φεστιβάλ;
Εγώ το στηρίζω το Φεστιβάλ, δεν το συζητάω… Αν δεν το στήριζα δεν θα ήμουν εδώ… Τι είμαι, κανένας τρελός; Τρεις χρονιές έρχομαι στο Φεστιβάλ έτσι χωρίς λόγο; Υπάρχει λόγος που έρχομαι. Και τσακώνομαι κιόλας μετά για το Φεστιβάλ. Αλλά εμένα με παίρνει να τσακωθώ με την ΕΡΤ για το Φεστιβάλ. Κλείνοντας την αυλαία δηλαδή, μετά ξεχνάνε τα πάντα. Περιμένουν το επόμενο Φεστιβάλ για να κάνουν πάλι νούμερα. Μα το Φεστιβάλ δεν έχει αυτή τη λογική. Να κάνεις εκείνη την βραδιά την ακροαματικότητα και τελείωσε. Θα βγουν τρία παιδιά από δω, τι θα γίνουν; Δεν πρέπει να τους «παίξεις»; Δεν πρέπει να τους προβάλλεις; Θα κάνουν κι ένα δίσκο μετά το Φεστιβάλ και τελείωσε; Που δεν τα ακούει και κανείς; Ακούσαμε δεκαπέντε τραγούδια προχθές. Πέντε βλακείες, πέντε μέτρια, πέντε καλούτσικα. Μα παντού έτσι δεν είναι; Περιμένεις στο Φεστιβάλ να βγει ο καινούργιος «Μεγάλος Ερωτικός»; Σε μια βραδιά; Γιατί, εμείς όλοι οι υπόλοιποι, επί δεκαπέντε χρόνια βγάλαμε άλλον καινούργιο «Μεγάλο Ερωτικό»; Εμείς οι «μάγκες»… Βγάλαμε «Σταυρό του Νότου» όλοι οι υπόλοιποι; Περιμένεις από τα δέκα παιδιά που θα βγουν μία βραδιά να το κάνουν αυτό; Μην τρελαθώ τώρα…

Οι Θεσσαλονικείς εδώ, δεν θέλετε να το στηρίξετε; Αφήστε το να το πάρουν να το πάνε στην Αλεξανδρούπολη να ευχαριστιέται ο κόσμος εκεί. Όπως είναι στο San Remo στην Ιταλία. Τι είναι αυτό το πράγμα πια; Αυτός ο «σνομπισμός»… Αφήστε το… Μόλις είπαν να το πάρουν από την ΕΡΤ, έπεσε ο Δήμαρχος, το Υπουργείο Μακεδονίας, «Όχι κρατήστε το». Κρατήστε το αλλά στηρίξτε το. Ειδάλλως αφήστε το να πάει κάπου αλλού, να πάει στη Ρόδο να γίνει Φεστιβάλ Ρόδου… Καστελλόριζου… Να πηγαίνει ο κόσμος, να δημιουργείται ένας «ντόρος» εκεί. Έτσι δεν είναι;

Έτσι είναι…
Ξέρεις δηλαδή ποιο είναι το μυστικό όλο; Nα κάνουμε εμείς πράγματα, να συμμετέχουμε για να δείχνουμε εμείς την ιδιαιτερότητά μας. Πόσο σπουδαίοι είμαστε εμείς σε σχέση με τα άλλα… Κάτσε ρε… Εντάξει… Έχει πέντε τραγουδάκια καλά. Μα δεν έμοιαζε, λέει, το «Τανγκό» με το «Γάτο»; Έμοιαζε… Και είναι κακό αυτό; Δεν ήταν ένα ωραίο τραγουδάκι, έξυπνο; Τι θέλετε να είναι δηλαδή; Αν αυτό το τραγούδι παιχτεί δέκα μέρες από τα ραδιόφωνα, έχεις την εντύπωση πως δεν θα γίνει επιτυχία; Αμέσως θα γίνει, αφού «το’ χει» το τραγούδι αυτό. Ε, δε θα το παίξουνε, θα το εξαφανίσουνε. Οι μισοί για δικούς τους λόγους, γιατί σου λέει, γιατί να το «πατρονάρει» η ΕΡΤ; Και η ΕΡΤ, μέσα στην αδιαφορία της, γράφοντάς το «στα παλιά της τα παπούτσια». Πάει το τραγούδι...

O Σταύρος ο Σιόλας, που πήρε πέρυσι το πρώτο βραβείο, παίζει σ’ ένα έργο παιδικό, απ’ αυτά που παίζουν οι καινούργιοι οι ηθοποιοί, που δεν ξέρουν πού  να παίξουν και τους παίρνουν σε μουσικούς θιάσους. Και λέω « καλά δεν μπορεί να βρει το παιδί αυτό μια δουλειά, να πάει κάπου να τραγουδήσει»; Δηλαδή ήταν κακός τραγουδιστής; Ήταν κακό το τραγούδι «Της Άρνης το νερό»; Πού είμαστε ρε γαμώτο; Η κάθε «ξεκώλα» βγαίνει και βρίσκει δουλειά την άλλη μέρα το πρωί. Το κατάλαβες τώρα; Eίναι τραγική η κατάσταση δηλαδή κι εμείς κοιμόμαστε τον ύπνο του δικαίου. Εγώ δεν έχω ανάγκη αλλά πόσο θα ζαλίζω τα αυτιά του κόσμου εγώ κι άλλοι δέκα σαν κι εμένα; Κανένας; Tίποτα; Δεν έχουν διάθεση για τίποτα... Εχθές μιλούσα με τα «Κίτρινα ποδήλατα», τα βοήθησα εγώ τα παιδιά αυτά, τους πήρα μαζί, τους έκανα και τις παραγωγές, μπήκαν μέσα, είναι ένα γνωστό συγκρότημα σήμερα. Και λέω «αφού μπήκατε μέσα, είναι δύσκολο να μπεις πια, κάντε τρέλες. Μην κάνετε ούτε το καλό παιδί, ούτε να κοιτάξετε να πουλήσετε 2.000 δίσκους παραπάνω.Δεν βγαίνει τίποτα και να πουλήσετε 2.000 δίσκους παραπάνω... Μην πας και μου ξανακάνεις το “Ήλιε μου ήλιε μου” επειδή έκαναν οι άλλοι “Το ξέρω θα ‘ρθείς”... Αφήστε τα, πέστε πέντε πράγματα, ρίχτε λίγο χώμα, βάψτε τις μούρες σας μαύρες και βγείτε…» Να γίνει κάτι ρε, να κινηθεί κάτι. Αφού είσαι στα πράγματα μέσα. Το θέμα είναι το πώς μπαίνεις τώρα…

Λαυρέντη σ’ ευχαριστούμε πολύ…
Κι εγώ σας ευχαριστώ παιδιά. Ίσως είπαμε λίγα πράγματα παραπάνω, αλλά δεν πειράζει…

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!