Για το Νιόνιο που σήμερα γιορτάζει!

Σαν σήμερα, το 1944, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, ο Διονύσης Σαββόπουλος. Έρχεται στην Αθήνα στα μέσα περίπου της δεκαετίας του
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
‘60 και εμφανίζεται στις “νεοκυματικές” μπουάτ. Έχει το χάρισμα να “σερβίρει” “σκηνοθετομελωδικά” τις αφηγηματικές μπαλάντες του, που ξεχωρίζουν για τον ευρηματικό και “ανατρεπτικό”- για τα δεδομένα της εποχής - στίχο τους. Οι επιρροές από Χατζιδάκι, το ελαφρό αλλά και λαϊκό τραγούδι, ιταλικά ακούσματα, παραδοσιακά και ροκ στοιχεία συνδυάζονται εμπνευσμένα στο ηχόχρωμά του.

Για την μεστή, καταλυτική παρουσία και ιδιαιτερότητα του Σαββόπουλου στο ελληνικό τραγούδι, «τα λέει όλα» το απόσπασμα που ακολουθεί και φέρει την υπογραφή του Νίκου Αναγνωστάκη:

«…λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’60, η νεολαία άλλαζε, όπως και η στάση της απέναντι στην εξουσία. Πληροφορείται πλέον για τα παγκόσμια προβλήματα, για το Βιετνάμ, τον Μάη του ’68, για το Γούτστοκ, για την εξέγερση στο πανεπιστήμιο του Berkeley, και σε συνδυασμό με την ελληνική δικτατορία δημιουργείται μια συσσώρευση συναισθημάτων που ψάχνει διέξοδο. Η νεολαία είναι πλέον μορφωμένη, καλλιεργημένη, έχει ανησυχίες και ευαισθησία απέναντι στα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Βλέπει καλές ταινίες στην «Αλκυονίδα» και στο «Studio», καλό θέατρο, και ακούει αξιόλογα ξένα τραγούδια από τον Bob Dylan, την Joan Baez, με στίχο ψαγμένο και πολυσήμαντο. Αυτή, λοιπόν, η νεολαία, με την αντισυμβατικότητα που τη διακρίνει, ζητάει εναγωνίως κάποια άλλη στιχουργική και μουσική εκπροσώπηση, ευθέως ανάλογη με τις ανησυχίες και τις προσδοκίες της. Ήδη η είσοδος της ποίησης στο τραγούδι είχε δημιουργήσει ένα σχήμα αμφισβήτησης. Τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο εμφανίζεται σαν «βομβιστής» στο μουσικό περιβάλλον ένας τραγουδοποιός. Ο Διονύσης Σαββόπουλος. Μια εκκεντρική φυσιογνωμία που γράφει μουσική, στίχο, και τραγουδάει μόνος με συνοδεία την κιθάρα του τα τραγούδια που δημιουργεί. Με τον πρώτο του δίσκο, το Φορτηγό, δείχνει τις διαθέσεις του, και με τις ρόδες του φορτηγού του απειλεί να πατήσει τον εφησυχασμό, τον καθωσπρεπισμό και την κοινωνική παθητικότητα. Μέσα από τους στίχους του ενώνονται τα διεθνή με τα ελληνικά προβλήματα και περνάει την αγωνία μιας ολόκληρης γενιάς που έχει ήδη διαμορφώσει προχωρημένες τάσεις και επιδιώξεις. Οι στίχοι του δημιουργούν έκπληξη, αμηχανία και πολλές απορίες, που αργότερα θα μετασχηματιστούν σε απόλυτες βεβαιότητες. Έξω από όρια κάθε μορφολογικής και δομικής φόρμας, δημιουργεί ένα προσωπικό στιχουργικό και μουσικό ύφος. Οι στίχοι και το ύφος του ήταν προέκταση ενός προφορικού λόγου επίκαιρου και αναγκαίου να ειπωθεί. Απετέλεσαν μια «γροθιά» στο στομάχι της εξουσίας και τις συμβατικότητας της εποχής.

Θα ’ταν όμορφα στο δάσος
αν δεν κουφαίνονταν τα φύλλα απ’ τον κρότο,
αν δεν πάγωνε ο ήλιος απ’ τον τρόμο.
Τα παιδιά αν δεν τρώγανε σκουπίδια,
τ’ αεροπλάνα αν δεν καίγανε καλύβια.

[…]

Ήλιε κόκκινε αρχηγέ δώσ’ το σύνθημα εσύ
κ’ η χαρά θ’ αναστηθεί το σκοτάδι
θα πεθάνει και θ’ ανάψει η χαραυγή.

Διαχώρισε τη θέση του από το «Νέο Κύμα», που μεσουρανούσε εκείνη την εποχή, το οποίο λόγω του περιορισμένου χώρου δράσης του και της έλλειψης της απαιτούμενης εκρηκτικότητας έχασε σημαντικό έδαφος. Μια ευρηματικότητα του Σαββόπουλου είναι ότι μορφοποίησε το ελληνικό ροκ με δυναμικά στοιχεία και γνήσιο, ευφάνταστο στίχο, καθώς μέχρι την εμφάνισή του η ελληνική ροκ σκηνή κινείτο σε έναν άκρατο μιμητισμό, με την προσθήκη ευτελών στίχων βασισμένων σε ελεύθερη μετάφραση ξένων προτύπων. Η χώρα μας ευτύχησε να γεννήσει και να αναδείξει τεράστιους ποιητές και στιχουργούς. Ποιος θα μπορούσε, άλλωστε, να παραγνωρίσει την μεγαλοσύνη και αξιοσύνη του Μάνου Ελευθερίου, του Δημήτρη Χριστοδούλου, του Τάσου Λειβαδίτη, της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, του Κώστα Βίρβου, του Μανώλη Ρασούλη, του Πυθαγόρα, και πολλών άλλων. Ιδιαίτερα, δε, για τον Μάνο Ελευθερίου, και μόνο τους στίχους στον Άγιο Φεβρουάριο και τη Θητεία να είχε γράψει, θα καταξιωνόταν ως ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες στιχουργούς. Όμως, ο Νίκος Γκάτσος, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος και ο Διονύσης Σαββόπουλος, έφεραν τη διαφορετικότητα και την ανατροπή στο στιχουργικό περιβάλλον και το τροφοδότησαν με διαφορετικό ψυχισμό και ποιότητα, δημιουργώντας μια πραγματική στιχουργική ταυτότητα η οποία εμπεριέχει όλα τα στοιχεία της παράδοσης, της ελληνικότητας και της ουσιαστικής ερωτικής ευαισθησίας. Η μουσική ως μέσο έκφρασης είναι αδύναμη ν’ αλλάξει τις κοινωνικές δομές, να δημιουργήσει νέες ιδεολογικές τάσεις και προσανατολισμούς. Αντίθετα, η ποίηση, ο στίχος κι ο λόγος γενικότερα μπορούν να καταγράψουν λάθη, ευθύνες κι αιτίες της όποιας ιστορικής διαδρομής μιας χώρας. Έχουν τη δύναμη να συμπυκνώσουν το βαθύ νόημα των προβλημάτων και των κοινωνικοπολιτικών ιδιαιτεροτήτων της πραγματικότητας, καταγγέλλοντας κι αναδεικνύοντάς τα με λέξεις άφθαρτες που μιλούν ευθέως στην καρδιά των Ελλήνων. Ταράζουν τα νερά του εφησυχασμού. Πυροδοτούν συναισθήματα και συσπειρώνουν ψυχές σε νέα ρεύματα και τάσεις. Όταν όλη αυτή η λειτουργία συνοδεύεται από μια αντάξια σε ποιότητα μουσική επένδυση, το τελικό αποτέλεσμα εντείνεται με γεωμετρική πρόοδο και αποκτά αισθητική ιδεολογία, η οποία γίνεται αμέσως αντιληπτή, και ταυτόχρονα διεισδύει στον νου του καθενός. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι εάν η ελληνική γλώσσα είχε πεδίο χρήσης και εφαρμογής μεγαλύτερο στην οικουμένη, ίσως η ελληνική ποίηση και στιχουργική να ήταν το σημαντικότερο προς εξαγωγήν προϊόν μας, και παγκόσμιο σημείο αναφοράς αισθητικής και πολιτισμού». (1)

(1)  Απόσπασμα από κείμενο του Νίκου Αναγνωστάκη με θέμα «Η ανατροπή στο στίχο» (Όασις, τεύχος 16) 

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!