Τάσος Οικονόμου: Ο στιχουργός της «Αφιλότιμης» εξομολογείται…

(HXHTIKO) Ίσως, σε πρώτη ανάγνωση, το όνομά του να μη λέει πολλά σε κάποια μερίδα του κοινού, που δεν είναι «μυημένη» στον χώρο του λαϊκού τραγουδιού.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Είμαι βέβαιος όμως πως όλοι γνωρίζουν την «Αφιλότιμη» αλλά και τα «Πού θα πάει, πού θα βγει», «Κυρά ζωή», «Καλοκαίρια και χειμώνες», «Άφησα πόρτες ανοιχτές», «Νυχτοπερπατήματα», «Όπου παν οι πολλοί», «Τι είχαμε τι χάσαμε» καθώς και πολλά ακόμα τραγούδια με την στιχουργική υπογραφή του Τάσου Οικονόμου. Ξεχωριστή θέση στο ρεπερτόριό του κατέχει και μια δουλειά που, για διάφορους λόγους, δεν έγινε γνωστή στο πλατύ κοινό. Πρόκειται για το δίσκο «Της Αθηνοελλάδας τα τραγούδια» (μην τον ψάξετε σε cd, δεν υπάρχει), που κυκλοφόρησε το 1985, σε μουσική Σπύρου Παπαβασιλείου, με ερμηνευτές τους Γιώργο Γερολυμάτο, Τερέζα Δελή, Γιώργο Βεντουζά, την Ονειρική Κομπανία και τον Γιώργο Ζαμπέτα, σε μια από τις ελάχιστες τραγουδιστικές καταθέσεις του, σε τραγούδια άλλων συνθετών. Κάνω ειδική μνεία σε αυτή τη δουλειά γιατί, πριν από 28 ολόκληρα χρόνια, ο στιχουργός είπε πράγματα που, αν δεν ξέρεις την ημερομηνία γραφής, νομίζεις πως είναι σημερινά. 


Ο στιχουργός και συγγραφέας Τάσος Οικονόμου γεννήθηκε στα Βίλλια Αττικής στις 23 Απριλίου του 1940 από αγρότες γονείς. Πριν από λίγο καιρό, κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Δρόμων» η βιογραφία του, με τίτλο «Για ένα μικρό φτερούγισμα» και υπότιτλο «…διατρέχοντας την απεραντοσύνη του τραγουδιού». Το, 326 σελίδων,  βιβλίο προλογίζει ο δημοσιογράφος και μελετητής του Ελληνικού Τραγουδιού Γιώργος Π.Τσάμπρας, που σε ένα απόσπασμα του κειμένου του, γράφει τα εξής: Ευτυχώς, η αξία μιας καταγραφής σαν αυτή που επιχειρεί εδώ ο Τάσος Οικονόμου, υπερβαίνει το επί μέρους έργο και τη φήμη του ονόματός του. Έτσι κι αλλιώς, η κάθε εμπειρία ενός ανθρώπου που έζησε μέσα σ’ ένα χώρο και υπηρέτησε αυτό το χώρο για πάρα πολλά χρόνια, έχει τη δική της αξία. Ο τρόπος που βιώνει τα πράγματα αποτελεί κατάθεση στους νεώτερους. Για τις προσωπικές επιλογές, για τις ανθρώπινες συμπεριφορές, για τις καλλιτεχνικές ανησυχίες, για τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες… Ακόμα κι αν αυτός ο τρόπος δεν είναι η αλήθεια με βάση τα γενικότερα δεδομένα… Ακόμα κι αν είναι απλά η δική του αλήθεια και η άλλη, η γενικότερη- αν υπάρχει- φαίνεται πίσω απ’ όσα λέει….



Ήταν μέσα Μαρτίου του 1972 όταν γράφτηκε η πιο διάσημη «Αφιλότιμη» του ελληνικού τραγουδιού… Ο λόγος στον στιχουργόΜέσα Μαρτίου λοιπόν του ’72, και περί το μεσημέρι στο σπίτι του Χατζηνάσιου, παρόντος φυσικά και εμού, γίνεται ένα τηλεφώνημα και ο Γιώργος έδειχνε μια συγκατάβαση ικανοποιητική προς τον τηλεφωνούντα. Το ’βλεπα εγώ αυτό, διότι κι εκείνος κρατώντας το ακουστικό, μου έριξε μια «γελαστή» ματιά, που δεν πρόκειται να την ξεχάσω. Όταν τελείωσε, πρόλαβα και του είπα: «Τι έγινε ρε;» Κι αμέσως μου λέει ότι «του τηλεφώνησε ο Αχιλλέας ο Θεοφίλου από την Κολούμπια και ότι θέλει δύο τραγούδια για τον Διονυσίου. Πολύ σύντομα». Δεν πίστευα στα μάτια μου και τ’αυτιά μου. Δεν ξέρω ο Γιώργος εκείνη τη στιγμή τι πίστευε, αλλά ήταν… μια χειροπιαστή σιγουριά ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, που μου τη μετέδωσε αμέσως… και ζήτω η τρέλα! Ήμουν ξετρελαμένος ειλικρινά, διότι διαπίστωνα πως συνεχίζεται η καλή πορεία και το ένα θετικό φέρνει το άλλο. Με δεδομένο, ότι, λίγο πιο πριν, που μου ξέφυγε να το πω, είχα δισκογραφίσει και ένα τραγούδι ακόμα για τη Μαρινέλλα- και υπήρχαν έτοιμα, μελοποιημένα, καμιά δεκαπενταριά, μεταξύ των οποίων και ένα ωραίο ζεϊμπέκικο που το’γραψα στις 6 το πρωί, αφού την προηγούμενη είχα κηδέψει τον πατέρα μου στα Βίλλια, ερχόμενος με το λεωφορείο στην Αθήνα και που δυσκόλεψε κάπως τον Χατζηνάσιο να το μελοποιήσει, διότι ήταν πράγματι λίγο βαρύ, έξω απ’τα «νερά» του Γιώργου- «Τα νυχτοπερπατήματα». Άρχισα πλέον, να …τσιμπιέμαι και όσο και να φώναζε η μάνα του, η συμπαθέστατη κυρία- Άννα, να πάμε να φάμε τα «γιουβαρλάκια για να μην κρυώσουνε», εμείς εκεί, το συζητάγαμε, ο Γιώργος πάτησε τα πλήκτρα παίζοντας αόριστα και πού σκοπός για φαΐ!... Απ’τα πολλά πειστήκαμε, εκείνος τράβηξε για την κουζίνα κι εγώ… αφού είχα στην κυριολεξία «χεστεί» απ’τη χαρά μου, επόμενο να κατευθυνθώ στην τουαλέτα. Με… συνοπτική διαδικασία, έκανα ό, τι έκανα και αστραπιαία κατευθύνθηκα στο πιάνο, που υπήρχε και ένα μεγάλο μπλοκ, με άσπρα φύλλα και μέσα απ’τα παρακάλια της κυρίας Άννας, αλλά και του Γιώργου, για τα γιουβαρλάκια, έγραψα όσο γινόταν πιο γρήγορα τα εξής: «Ήμουνα μοναχοπαίδι, ήμουνα μοναχογυιός / κι έχω γίνει ψυχοπαίδι κι έχω γίνει παραγυιός. / Στη δική σου την καρδιά Αφιλότιμη, γιατί είσαι μια φωτιά… και νόστιμη!» Με σβησμένο το «νόστιμη», διότι δεν μου άρεσε. Τρέχω λοιπόν, στο τραπέζι, το δίνω το σημείωμα του Γιώργου , κι εκείνος: «Ρε, συ, είναι πολύ ωραίο, τέλειωσέ το γρήγορα, διότι κάνει για τον Διονυσίου».


Αυτό ήταν! Μια απ’τις μεγαλύτερες στιγμές της ζωής μου. Χωρίσαμε. Πήγα σπίτι μου, προσπάθησα να το συνεχίσω, να το συμπληρώσω, βρήκα και το δεύτερο σχεδόν κουπλέ, αλλά το ρεφραίν, αδύνατο να κλείσει, να ριμάρει. Την επομένη, θα περνούσε ο φίλος μου ο Άγγελος ο Λούκος με το «Πεζώ» του και θα πηγαίναμε στα Βίλλια. Θαρρώ ήταν απόγευμα Τετάρτης κι εγώ με το μισοτελειωμένο πρωτότυπο στην τσέπη του πουκαμίσου μου και όχι του μπουφάν, έτρεξα για να μην τον «στήσω», αφού είχα λίγο αργήσει, εκεί κάπου στην πλατεία Κολωνού- και ο Άγγελος μου φώναζε αν αργούσα- καμιά διακοσαριά μέτρα και διαπιστώνω, ότι μού ’λειπε το χαρτί, που προφανώς μού ‘πεσε απ’το τρέξιμο. Του εξηγώ τι συμβαίνει, έδειξε μια κατανόηση… τσαντισμένος και γυρίζω και ψάχνω και το βρίσκω στο πεζοδρόμιο κοντά στα καγκελάκια των παρτεριών της πλατείας, έτσι τυλιγμένο, όπως το είχα βάλει στην τσέπη. Ανάσανα και όλος ικανοποίηση, φύγαμε για τα Βίλλια. 
Η αλήθεια είναι ότι το θυμόμουνα απέξω, αλλά άλλο είναι, το, να μη χάσεις κάτι που έχει κολλήσει, κυριολεκτικά στην ψυχή σου και που κρύβει μια δυναμική που, ποιος ξέρει, σε ποια πτυχή της ζωής μου θα με…  ανακάλυπτε, αυτή η δυναμική, για να με συντρέξει στην όποια μου προσπάθεια επιβίωσης. Έτσι άρχισε η «Αφιλότιμη, κάπου τα βρήκαμε με το ρεφραίν, επαναλαμβάνοντας ως «κλείσιμο» τη λέξη «Αφιλότιμη» και το τραγούδι δισκογραφήθηκε τέλος του Μάρτη, έτοιμο και το δισκάκι με το ζεϊμπέκικο απ’την άλλη μεριά. Τα πράγματα άρχισαν να… ζωηρεύουν τώρα, αφού η «επαφή» μ’ένα απ’τα μεγαλύτερα «θηρία» του ελληνικού τραγουδιού έπαιξε αποφασιστικό ρόλο: τον Στράτο Διονυσίου, Θεός σχωρέστον! Μεγάλη φωνή, γεννημένος τραγουδιστής. Μια-δυο πρόβες και το τραγούδι, η «Αφιλότιμη», αίμα του! Το «ξεπέταξε» αμέσως ως ηχογράφηση και να βλέπατε έναν Χατζηνάσιο, πώς τον αγκάλιασε λέγοντάς του: «Τι είσαι εσύ, ρε παιδί μου; Με την πρώτη;…!» Και πού ν’ ακούγατε τον Τάκη τον Λαμπρόπουλο να δίνει με το τέλος της ηχογράφησης την έντονη εντολή «γρήγορα να βγει ο δίσκος, διότι το τραγούδι είναι μεγάλο σουξέ και θα χαλάσει κόσμο!» 


Φωτογραφίες
Νο 2: Το πρωτότυπο του γνωστότερου τραγουδιού του Τάσου Οικονόμου, της «Αφιλότιμης»
Νο 3: Ο στιχουργός με τον Στράτο Διονυσίου στο γήπεδο της ΑΕΚ, όπου μεταξύ άλλων τραγούδησε και την «Αφιλότιμη» το 1972.
Νο 4: Στα γραφεία της ΕΜΣΕ. Από αριστερά ο στιχουργός Ηρακλής Παπασιδέρης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Τάσος Οικονόμου, ο Μάνος Λοΐζος και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!