Κινηματογραφική λέσχη: Ορέστης Μακρής

Τεράστιος ηθοποιός και θεμελιωτής του νεορεαλιστικού ύφους
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
14/10/2018

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Ogdoo.gr
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
Καμία εκδήλωση
Στην περιορισμένη ελληνική κινηματογραφική βιοτεχνία, ο Ορέστης Μακρής έχει παραμείνει ως ο ιδανικός «μπεκρής», αλλά και ως ήρωας λαϊκών χαρακτήρων, όπως του συντηρητικού πατέρα, του γκρινιάρη, του ιδιότροπου, αλλά και του στριμμένου, που κατά βάθος όμως κρύβει μια ψυχούλα. Ωστόσο, ο αγαπημένος ηθοποιός, πάνω απ΄ όλα είναι ένας σπουδαίος της υποκριτικής τέχνης, που είχε μια βαθιά παιδεία, μια αξεπέραστη ποιότητα, ένας από τους σημαντικότερους της χρυσής γενιάς που βγήκε στο σανίδι τη δεκαετία του ΄30 και στο σινεμά τη χρυσή δεκαετία του ΄50, όταν και θεμελιώθηκε ο λεγόμενος «παλιός εμπορικός κινηματογράφος».

Με αφορμή τα 120 χρόνια από τη γέννησή του πριν λίγες ημέρες, το θυμόμαστε μερικά από τα σημαντικότερα πλάνα της ζωής του και της σπουδαίας καριέρας του, που θα μπορούσε να απογειωθεί αν είχε τη δυνατότητα εκτενέστερης συνεργασίας με σκηνοθέτες, παραγωγούς, σεναριογράφους του επιπέδου του.

Ο Ορέστης Μακρής, ήρθε στη ζωή το φθινόπωρο του 1898, στις 30 Σεπτεμβρίου (κάτι που ελέγχεται λόγω εποχής), στη Χαλκίδα. Γρήγορα κατάλαβε το χάρισμα που είχε στο τραγούδι και σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών φωνητική, ενώ πριν ανοίξει τα φτερά του και σε ηλικία 20 ετών ντύθηκε στο χακί για να υπηρετήσει στη Μικρά Ασία.
rrsweesiitoammakrsss1
«Με λεν μπεκρή»

Στα μέσα της δεκαετίας του ΄20 πρωτοεμφανίστηκε ως τενόρος στην ελληνική οπερέτα, η οποία όμως ήταν στην παρακμή της και στις αρχές της δεκαετίας του ΄30 μεταπήδησε στην επιθεώρηση, ένα είδος που για πάνω από 60 χρόνια ήταν η λαϊκή διασκέδαση, για εκατομμύρια ανθρώπους, που ήθελαν να ξεφύγουν από τις δυσκολίες της ζωής. Ο Αντώνιος Βώττης του ανέθεσε το νούμερο τού «μεθυσμένου», που είχε γράψει πριν τρία χρόνια και δεν έβρισκε τον κατάλληλο ερμηνευτή. Τραγουδώντας και παίζοντας το νούμερο «Με λεν μπεκρή» στην επιθεώρηση «Ο παπαγάλος του 1932», με το θίασο του Σπύρου Πατρίκιου, που κι αυτός είχε μεταπηδήσει από την οπερέτα στην επιθεώρηση, ο Ορέστης Μακρής έγινε μέσα σε μια νύχτα πρωταγωνιστής του ελαφρού θεάτρου.

Το 1941, σχημάτισε θίασο με τον Κυριάκο Μαυρέα και το 1943 με το Μάνο Φιλιππίδη και τις αδελφές Καλουτά. Το 1946 συμμετείχε στο θίασο των «Πέντε Άσσων» στο Λυρικό, με Σοφία Βέμπο, Μάνο Φιλιππίδη, Κυριάκο Μαυρέα, Βασίλη Αυλωνίτη και Μίμη Κοκκίνη. Αργότερα συγκρότησε το δικό του θίασο και για χρόνια περιόδευε σε όλη την Ελλάδα.

Ιστορική θα μείνει η πρωτοβουλία του να κάνει τη δική του «χορογραφία» με θέμα τη «Λίμνη των Κύκνων», όταν το 1959 ήταν στην Ελλάδα τα μπαλέτα Μπολσόι, για παραστάσεις στο Ηρώδειο. Ο Μακρής, που τότε έπαιζε στο Περοκέ, για να σατιρίσει τα διάσημα μπαλέτα, έστησε τη δική του χορογραφία, προκαλώντας ποταμούς δακρύων από τα γέλια. Κι αυτό γιατί οι μπαλαρίνες – κύκνοι ήταν οι Βασίλης Αυλωνίτης, Νίκος Σταυρίδης και Σταύρος Παράβας, ενώ το βασικό ρόλο του αλλοπρόσαλλου φτερωτού κύκνου, τον κράτησε για τον εαυτό του.

Στο σινεμά

Με τον καιρό τυποποιήθηκε στο ρόλο του μπεκρή, στον οποίο, ωστόσο, έδωσε κοινωνικές διαστάσεις, καθώς τα προβλήματα της ζωής ήταν αυτά που τον είχαν κάνει να πίνει. Το 1950 είχε την τύχη να ενσαρκώσει και στον κινηματογράφο το χαρακτήρα που τον έκανε γνωστό, στην ταινία του ίσως καλύτερου Έλληνα σκηνοθέτη, Γιώργου Τζαβέλλα. «Ο Μεθύστακας», που ήταν σε παραγωγή της «Φίνος Φιλμ», είχε τεράστια απήχηση στον κόσμο και έκοψε περίπου 305.000 εισιτήρια στην α΄ προβολή της, σημειώνοντας ρεκόρ για την εποχή της.
CACHE 620X620 1 1075497
Ήταν η αρχή μιας σημαντικής καριέρας που τον ανέδειξε δίχως άλλο και ως τον θεμελιωτή του νεορεαλιστικού ύφους στην υποκριτική. Είχε την τύχη το 1952 να παίξει τον «Γρουσούζη» και στη συνέχεια στις πολύ καλές ταινίες «Κάλπικη Λίρα», «Το Αμαξάκι», «Η θεία από το Σικάγο» και «Η κυρά μας η μαμή», δίνοντας μια άλλη διάσταση στους χαρακτήρες που αντιπαθούμε και κερδίζοντας με τη βαθιά ποιότητά του και τη φυσική του ευγένεια, το κοινό, αλλά και την μεγάλη εκτίμηση των συναδέλφων του, όπως του Δημήτρη Χορν.

Στην ήσυχη προσωπική του ζωή ήταν οικογενειάρχης, πατριώτης, τρυφερός, δεν είχε πάθη – με την ευκαιρία δεν ήταν ούτε πότης- και στο μόνο που δεν σήκωνε κουβέντα ήταν να ακολουθήσουν τα παιδιά του το δικό του δρόμο στο σανίδι. Ίσως γιατί γνώριζε από την καλή και την ανάποδη τι σημαίνει θεατρίνος, πόσο κόπος και θυσίες απαιτούνται και με ανταπόδοση μόνο το χειροκρότημα. Άλλωστε, όπως πολλοί σημαντικοί του ελληνικού θεάτρου – κι ας είχαν τεράστιες επιτυχίες στο σινεμά- πέθανε κι αυτός πάμφτωχος. Ήταν στις 25 Ιανουαρίου του 1975, προκαλώντας συγκίνηση και θλίψη σε όλο τον ελληνισμό.

Οι καλύτερες ταινίες του

Αξέχαστες θα μείνουν οι μεγάλες επιτυχίες του στο σινεμά, ειδικά όταν υπήρχε ένας άξιος σκηνοθέτης και μια φροντισμένη παραγωγή. Τι μπορεί να προσθέσει κάποιος για ταινίες όπως «Η κυρά μας η μαμή», «Η θεία από το Σικάγο», «Η κάλπικη λίρα» ή «Ο Μεθύστακας»; Άλλωστε είναι ταινίες που ευτυχώς βλέπουμε συχνά στην τηλεόραση και αποτελούν την παρακαταθήκη του Ορέστη Μακρή στη πολιτιστική μας κληρονομιά. Υπάρχουν όμως δυο ταινίες του, όχι και τόσο γνωστές ή χιλιοπαιγμένες, που πραγματικά τόσο ο πρωταγωνιστής όσο και η συνολική αξία των ταινιών αυτών ξεφεύγουν από τα συνήθη ελληνικά επίπεδα.

Η πρώτη είναι «Ο Γρουσούζης», μία παραγωγή του 1952, σε σκηνοθεσία και σενάριο του Γιώργου Τζαβέλλα και σε παραγωγή Φίνος Φιλμς. Είναι γυρισμένη σε μια γειτονιά της Πλάκας και αξέχαστος πρωταγωνιστής ερμηνεύει τον Αγαθοκλή, έναν ιδιότροπο γκρινιάρη ιδιοκτήτη καφενείου με τακτικούς θαμώνες διάφορους κλασικούς τύπους μιας γειτονιάς. Όταν ο Αγαθοκλής βρίσκει στο κατώφλι του καφενείου του ένα μωρό, προς έκπληξη όλων αποφασίζει να μη το παραδώσει στην αστυνομία και να το κρατήσει....

Υπέροχος ο Μακρής μαγεύει με την ερμηνεία του, πετώντας από τον γρουσούζη, τον δύστροπο χαρακτήρα στον άνθρωπο με τη χρυσή καρδιά και την ευγένεια με την ευκολία ενός δεινού ακροβάτη, προσφέροντας κύματα συγκίνησης και ανθρωπιάς. Ο Τζαβέλλας έχει κάνει τρομερή δουλειά στην αναπαράσταση της παραδοσιακής γειτονιάς, αλλά και στους υπόλοιπους χαρακτήρες, τους οποίους ερμηνεύουν έξοχα οι Γεωργία Βασιλειάδου (κουτσομπόλα σπιτονοικοκυρά), ο Μίμης Φωτόπουλος (τεμπελάκος μάγκας, που απειλούσε ότι θα πάει στο καφενείο του Τρύφωνα), ο Ντίνος Ηλιόπουλος (συνταξιούχος που είχε καταλάβει τη χρυσή καρδιά του φίλου του Αγαθοκλή) και η Δάφνη Σκούρα (μητέρα του βρέφους).

Η δεύτερη ταινία, ίσως και μία από τις σημαντικότερες του ελληνικού κινηματογράφου, είναι το κλασικό «Το αμαξάκι», που γύρισε ο Ντίνος Δημόπουλος το 1957, σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη. Εδώ ο Μακρής ερμηνεύει έναν γέρο αμαξά, που μεγαλώνει το ζωηρό γιό του, με δυσκολία, καθώς ο «τουρισμός» θέλει να τον διώξει από την πιάτσα του και παράλληλα πρέπει να αντιμετωπίσει και τις νέες εποχές, τη χρήση του αυτοκινήτου, αλλά κυρίως το «μικρόβιο» της προτεινόμενης ευημερίας και του κυνηγιού του χρήματος, του παραμερισμού των αξιών με τις οποίες μεγάλωσε, της ευγένειας και της ανθρωπιάς. Θα βρεθεί σε δεινή θέση, καθώς χάνει το φίλο του και επίσης αμαξά (Αυλωνίτη) που θα προτιμήσει να γίνει ταξιτζής, αλλά με τον καιρό και το μεροκάματο, καθώς και το πολυαγαπημένο του άλογο (η σκηνή που κάνουν ευθανασία στο άλογο μπροστά στον Μακρή, ανεπανάληπτη και ο ίδιος ακαταμάχητος) και θα μείνει με την ορφανή κοπέλα που είχε παρασύρει ο ξενιτεμένος πια γιος του. Μία συγκλονιστική ταινία, η οποία είχε συμμετάσχει στο φημισμένο τότε φεστιβάλ του Κάρλο Βιβάρι και είχε κάνει αίσθηση τόσο η σκηνοθεσία του Τζαβέλλα όσο και η ερμηνεία του Ορέστη Μακρή.

Η εξαιρετική φωτογραφία και το μοντάζ είναι του Ντίνου Κατσουρίδη, η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, ενώ δίπλα στον πρωταγωνιστή παίζουν μια σειρά από έξοχους καρατερίστες, όπως η Αντιγόνη Βαλάκου, ο Στέφανος Στρατηγός, η Χριστίνα Καλογερίκου, η Γεωργία Βασιλειάδου, ο Παντελής Ζερβός, ο Γιώργος Τσιτσόπουλος και φυσικά ο Βασίλης Αυλωνίτης, που θα μείνει για την ατάκα του «πουαμόρ».


Πέρα, όμως, από τις έξοχες πρωταγωνιστικές του εμφανίσεις, κάνει μια εμφάνιση, συνολικά 2-3 λεπτών και στη μεγάλη επιτυχία «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο». Ανάμεσα σε πολλούς άξιους ηθοποιούς, ο Μακρής στο ρόλο του καθηγητή της γυμναστικής, όχι μόνο κερδίζει τις εντυπώσεις, αλλά δείχνει και τι σημαίνει ρεαλιστικό παίξιμο, χωρίς να χάνει την κωμική του διάσταση και θυμίζοντας σε όλους μας εικόνες από το σχολείο. Πραγματικά αξιοθαύμαστος.

Πηγή: ΑΠΕ

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!