Τα ρεμπέτικα του Νίκου Μαμαγκάκη

(ΑΚΟΥΣΤΕ) Μια άγνωστη πτυχή της διαδρομής του σπουδαίου δημιουργού.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
24/07/2013

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Θανάσης Γιώγλου
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ
Καμία εκδήλωση
Ο Νίκος Μαμαγκάκης είχε γεννηθεί στις 3 Μαρτίου 1929 στο Ρέθυμνο.  Ο διακεκριμένος δημιουργός άφησε την τελευταία του πνοή στις 24 Ιουλίου 2013, σε ηλικία 84 ετών.

Μέχρι τα τελευταία του χρόνια ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη της ελληνικής μουσικής. Ακόμα και με το ρεμπέτικο και μάλιστα από πολύ νωρίς. Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό πως δυο από τα τραγούδια που ηχογράφησε η Σωτηρία Μπέλλου το 1951 και κυκλοφόρησαν σε δίσκο 78 στροφών Parlophone, στο όνομα του Κώστα Καπλάνη, είναι, σύμφωνα με μαρτυρίες του Νίκου Μαμαγκάκη, δικές του συνθέσεις. Αναφέρομαι στα τραγούδια «Βαριά χτυπάει η καμπάνα» ή «Ο θάνατος της μάνας» και το πολύ γνωστό «Μας ζηλεύουνε», με στίχους Χρήστου Αργυρόπουλου.

Τον Ιούνιο του 1971 ο Νίκος Μαμαγκάκης επιμελήθηκε την ορχήστρα στον τέταρτο δίσκο με «Τα ρεμπέτικα της Σωτηρίας Μπέλλου», που κυκλοφόρησε από τη Lyra. Ανάμεσα στα τραγούδια ήταν και το «Χτυπάει η καμπάνα» σε νέα ηχογράφηση. Στo ένθετο της επανέκδοσης του δίσκου σε cd το 1995 (επιμέλεια Γιώργου Τσάμπρα), ο συνθέτης σημείωνε:

Τη Σωτηρία Μπέλλου την ήξερα από τις παλιές εποχές του ρεμπέτικου, όταν το είδος γνώριζε τη μεγάλη του άνθιση. Σπούδαζα στο Ωδείο τότε, έπαιζα κιθάρα σε διάφορα κέντρα και ήμουνα ο τακτικός γραφιάς των διαφόρων τραγουδιών των μεγάλων του ρεμπέτικου σε νότες, προκειμένου να περάσουν από τη λογοκρισία. Τότε έγραψα και κάποια δικά μου τέτοια τραγούδια που τ’ ακούμπησα σε διάφορες κατευθύνσεις, χωρίς να ενδιαφερθώ να μπει το όνομά μου. Δυο από αυτά, το «Χτυπάει η καμπάνα» και το «Μας ζηλεύουνε», τα είχε πρωτοτραγουδήσει η Μπέλλου, με την οποία μας συνέδεε από τότε μια συμπάθεια.
Ωστόσο συνεργαστήκαμε περισσότερο μέσα στην επταετία, στο διάστημα που εγώ ενορχήστρωνα σχεδόν ολόκληρο το ρεπερτόριο της LYRA διότι δεν είχα άλλους πόρους αλλά ούτε και διαβατήριο για να φύγω. Ο Πατσιφάς ήταν ένας περίεργος φορέας αντιφατικών πραγμάτων. Από τη μια ήτανε σκληρός, μα πάρα πολύ σκληρός έμπορος, αλλά από την άλλη ήταν ένας εστέτ ο οποίος μυριζότανε πράγματα, είχε τη δυνατότητα να ξέρει να επιλέγει αλλά και να ρισκάρει. Η περίπτωση της Μπέλλου ήταν από τις λίγες που αυτή η αντιφατικότητά του έπαυε να υπάρχει. Βγάζοντας τους δίσκους της ήξερε ότι θα πουλήσει και παράλληλα ήξερε ότι έχει να κάνει με μια από τις μεγαλύτερες φωνές που έχουν γεννηθεί σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η φωνή της Σωτηρίας είναι ό,τι ακριβώς είναι για την ενόργανη ή την κλασική μουσική η τρομπέτα ή η κορνέτα. Μια φωνή πικρόγλυκη και σκληροτρυφερή μαζί. Μια φωνή ολόσωστη, χωρίς κανένα πρόβλημα, που παράλληλα είναι επιμελής στο έπακρο. Τη θυμάμαι από την παλιά εποχή, στου «Μάριου», να έχει πάντα μαζί της ένα τετράδιο που γράφει απέξω «Σωτηρία Μπέλλου: Ντιζέζ» και μέσα περιλαμβάνει όλο της το ρεπερτόριο, όλα τα τραγούδια που έχει πει. Το κουβαλούσε πάντα μαζί της στη δουλειά. Όλο μου το μαεστριλίκι σ’ό,τι αφορούσε αυτή, ήταν να λέω αν η πρώτη ή η δεύτερη φορά που τραγούδησε κάτι, μπορούσε να κρατηθεί. Και αυτό με κριτήριο αν κάπου υπήρχε ένας θόρυβος ή κάτι τέτοιο γιατί κατά τ’άλλα και οι δυο εκδοχές ήταν εντάξει.
Σ’ότι αφορά τις ορχήστρες, αντιμετώπισα σχεδόν πιστά τα τραγούδια. Όπως ήταν στην παλιά τους ηχογράφηση. Λέω «σχεδόν» γιατί καμιά φορά, όπου οι εναρμονίσεις δεν ήταν σωστές κατά τη γνώμη μου, κάτι άλλαζα. Η σύνθεση της ορχήστρας έχει αλλάξει βέβαια σημαντικά σε σχέση με τα παλιά. Έχουν μπει όργανα που δεν υπήρχαν πρώτα. Δίπλα στα μπουζούκια και την κιθάρα μπαίνει το κοντραμπάσο και τα ντραμς. Τα περισσότερα από τα τραγούδια ήτανε χορευτικά άρα αυτές οι προσθήκες που υποβοηθούσαν το ρυθμό δεν ήταν ενάντια στο πνεύμα και στην αισθητική τους. Γιατί όχι;

Νίκος Μαμαγκάκης, 19 Οκτώβρη 1995

Το 1973 κυκλοφόρησε από τη Lyra ο πέμπτος δίσκος με τα «Ρεμπέτικα της Σωτηρίας Μπέλλου». Και σε αυτή τη δουλειά η επιμέλεια της ορχήστρας ήταν του Μαμαγκάκη. Εδώ συμπεριλήφθηκε σε νέα εκτέλεση το «Μας ζηλεύουνε». Πέρα από τις επανεκτελέσεις όμως, έχω την αίσθηση πως στοιχεία από το ρεμπέτικο και το παλιό λαϊκό τραγούδι, είναι ευδιάκριτα πολύ συχνά, στις συνθέσεις του Νίκου Μαμαγκάκη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα τραγούδια «Συννεφιασμένες Κυριακές» και «Ευτυχώς», σε στίχους Βικτωρίας Μακρή και τα δυο, από το δισκογραφικό ντεμπούτο της Σοφίας Παπάζογλου, το δίσκο «Στεναγμός ανατολίτης» που εκδόθηκε από τη LYRA το 1996. Στο δεύτερο τραγούδι μάλιστα οι στίχοι, σε κλίμα ανάλογο με τη μελωδία, λένε:

«Ευτυχώς που υπάρχει κι ο έρωτας
και μια Γκρέυ, μια Μπέλλου, μια Νίνου
δυο κουβέντες, δυο φίλοι απ' το χθες
κι οι παλιές κωμωδίες του Φίνου».

Το 2002 κυκλοφορεί από το «Δίκτυο» ο δίσκος του Μαμαγκάκη «Δρόμοι της νύχτας» με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και την Ειρήνη Δερέμπεη. Ο δίσκος ξεκινά με το «Ρεμπέτικο προσκλητήριο» σε στίχους Δημήτρη Ιατρόπουλου, που δεν είναι άλλο από μια επίκληση στους παλιούς ρεμπέτες… Στο σημείωμα του cd ο συνθέτης γράφει, μεταξύ άλλων: «…Πολλά από τα τραγούδια αυτά της δουλειάς αυτής, είναι γραμμένα για τη φωνή του Δημήτρη Κοντογιάννη, καλλιτέχνη του αυτόματου τραγουδήματος και ενός από τους συνδετικούς κρίκους του ρεμπέτικου με το νέο έντεχνο ελληνικό τραγούδι…»

Το «Ρεμπέτικο προσκλητήριο» τραγουδισμένο αυτή τη φορά από τη Λιζέτα Καλημέρη, δίνει τον τίτλο στο cd που κυκλοφορεί από την εταιρία του Νίκου Μαμαγκάκη, την «Ιδαία», το καλοκαίρι του 2008 και περιλαμβάνει ρεμπέτικα και παλιά λαϊκά, διασκευασμένα από το Μαμαγκάκη, αλλά και πέντε δικά του τραγούδια, ερμηνευμένα από τους: Δημήτρη Κοντογιάννη, Σοφία Παπάζογλου, Λιζέτα Καλημέρη, Ζαχαρία Καρούνη, Ανδρέα Καρακότα, Ντένια Κουρούση, Παναγιώτη Παπαϊωάννου και Μαρίνα Δακανάλη. Σχεδόν παράλληλα, κυκλοφορεί από την «Ιδαία» ένα διπλό cd, με τίτλο «Τα τραγούδια της Παράδεισος», με 18 διασκευασμένα ρεμπέτικα, αλλά και έξι συνθέσεις του Μαμαγκάκη, για μεγάλη ορχήστρα, πιάνο, τρομπέτα και μπουζούκι.

Ο λόγος και πάλι στον συνθέτη, που στο ένθετο του cd, αναφέρεται σε αυτές τις δυο δουλειές: Το '48 που ήρθα στην Αθήνα, ήταν ο Τσιτσάνης 33 χρονών, ο Χιώτης 27, ο Καλδάρας 28, ο Τατασόπουλος 19, ο Μάρκος Βαμβακάρης 43 και το νεοαστικό ελληνικό τραγούδι ή ρεμπέτικο η λαϊκό ή όπως το θέλεις, ήταν στην πιο εκρηκτική ακμή του κι εγώ μόλις 18 χρονών. Ο Χατζιδάκις κι ο Θεοδωράκης 22 χρονών. Είχα την τύχη λοιπόν να βρεθώ μέσα στην καρδιά της άνθισης του νεοελληνικού αστικού-τραγουδιστικού γίγνεσθαι, να γνωρίσω και να σχετιστώ με όλους τους αρχάγγελους βάρδους αυτού του πρωτοφανούς μουσικού θαύματος, να γράψω κι εγώ πολλά τραγούδια τα οποία διοχέτευσα μέσω των φίλων μου και να μπολιαστώ αγιάτρευτα από αυτή την τραγουδιστική καταιγίδα. Από τότε είχα αρχίσει να σκέφτομαι μια επεξεργασία των αριστουργημάτων αυτών για ένα μεγάλο ορχηστρικό σύνολο που θα 'δινε την ευκαιρία στο υλικό αυτό σε μια πιο πλατιά απήχηση, ακόμα και σε διεθνές επίπεδο. Είχα δε σαν πρότυπο, αυτό το πολύ σπουδαίο έργο του Νίκου Σκαλκώτα: «Ενορχήστρωση και παραλλαγές πάνω σε ελληνικούς χορούς» που έγινε διεθνής επιτυχία και που τόσο έχει βοηθήσει το μουσικό πολιτισμό της χώρας μας.
Σήμερα με τον τίτλο: «Τα τραγούδια της Παράδεισος», «Ρεμπέτικο προσκλητήριο» και με την άδεια των δικαιούχων, παρουσιάζω σε δυο διαφορετικές versions αυτό το κορφολόγημα των είκοσι περίπου τραγουδιών.

Πρώτον: «Ρεμπέτικο προσκλητήριο» σε δική μου ενορχήστρωση με το στερεότυπο λαϊκό συγκρότημα με το οποίο είχαν γίνει περίπου οι πρώτες εκτελέσεις χωρίς καμιά απολύτως επέμβαση στη ρυθμική, μελωδική και αρμονική παράμετρο, αλλά μόνο με μια ενδελεχή προσπάθεια για την όσο γίνεται πιο τέλεια εκτέλεση τους, τραγουδισμένα από τους τραγουδιστές Δημήτρη Κοντογιάννη, Λιζέτα Καλημέρη, Ανδρέα Καρακότα, Σοφία Παπάζογλου, Ζαχαρία Καρούνη, Ντένια Κουρούση και Παναγιώτη Παπαϊωάνου, που κατά την γνώμη μου θα τους είχαν επιλέξει και οι αείμνηστοι βάρδοι φίλοι μου.

Δεύτερον: Και πάλι με τον τίτλο «Τα τραγούδια της Παράδεισος» (παραλλαγές concertante), ένα εντελώς νέο έργο βασισμένο εξ’ ολοκλήρου στο πρωταρχικό θέμα ενός εκάστου των τραγουδιών αυτών και επεξεργασμένα βαθιά με βάση την μορφή των παραλλαγών όπως την ξέρουμε στην κλασσική μουσική.
Ας μην ξεχνάμε δε, πως οι παραλλαγές σαν φόρμα, προπάντων στη δυτική μουσική, αποτελούν την κορωνίδα της μουσικής δημιουργίας (Μπαχ, Γκόλμπεργκ). Κύριο ρόλο παίζει το πιάνο, η τρομπέτα και το μπουζούκι τα οποία είναι γραμμένα εντελώς δεξιοτεχνικά και τα οποία ερμηνεύει ο πολυμουσικός Αντώνης Φασάρτ στον οποίο και οφείλεται το ό,τι, αποπερατώθηκε αυτό και γι’αυτό του έχω ευγνωμοσύνη και δηλώνω θαυμαστής του ταλέντου του. Για την επίμοχθη και υπέρογκη δουλειά αυτή δεν διεκδικώ ποσοστά, (μηχανικά, ούτε εκτελεστικά...). Κάνω όλη αυτή την παραγωγή από το ταπεινό μου βαλάντιον στο μικρό label που έχω δημιουργήσει με την επωνυμία ΙΔΑΙΑ - παλιά ονομασία της Κρήτης».

Την ίδια περίπου εποχή κυκλοφορεί άλλος ένας δίσκος με δέκα διασκευασμένα ρεμπέτικα και επτά συνθέσεις του Μαμαγκάκη, με τίτλο «Τα τραγούδια της Παράδοσης, Ζεϊμπέκικα, Για μεγάλη ορχήστρα, Παραλλαγές ΙΙ. Πολλά ακόμα ενδιαφέροντα στοιχεία και περιστατικά για τη σχέση του με τα ρεμπέτικα, είχε αφηγηθεί ο Νίκος Μαμαγκάκης, στο Θανάση Συλιβό, σε συνέντευξή του, την οποία μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ.

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!