Λουκάς Νταράλας - «Το βουνό»

(ΣΠΑΝΙΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ - ΟΛΕΣ ΟΙ ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ) Πρόκειται για το μοναδικό τραγούδι του Λουκά Νταράλα στις 78 στροφές.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Αν και γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία και ήταν από τα ελάχιστα που από το γραμμόφωνο πέρασαν (επανεκδόθηκαν) και στις 45 στροφές, παραδόξως, δεν υπήρξε η αναμενόμενη συνέχεια για τον συνθέτη του, ο οποίος δεν ξαναηχογράφησε σε ελληνική εταιρεία (πριν το 1974-75) και τον περισσότερο καιρό του τον έζησε ως μετακινούμενος μουσικός σε: Γαλλία, Ολλανδία, Ισραήλ, Τουρκία, Αυστραλία, Αφρική κ.α. Αν και για μια δεκαετία, περίπου, από τα τέλη των ’40 ως τα τέλη του ’50, έπαιξε σε γερά λαϊκά πάλκα με τα μεγαλύτερα ονόματα. Από τον Μάρκο, τον Παπαϊωάννου και τον Στελλάκη, μέχρι τον Τσαουσάκη, τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα.


Οι στίχοι του τραγουδιού «Το βουνό» γράφτηκαν από τον Ευάγγελο Πρέκα, τραγουδιστή και δημιουργό ορισμένων χαρακτηριστικών τραγουδιών του γραμμόφωνου του ’50: «Αυτό το βράδυ κάθισα» σε μουσική του μπουζουξή Παναγιώτη Κόντη και «Αφήνω το βουνό και φεύγω» (που γράφτηκε, την ίδια χρονιά, το 1954, ως απάντηση στο περίφημο «Βουνό» του Νταράλα) με ερμηνευτή τον Θανάση Ευγενικό, «Για κρατήστε με πια φίλοι» με τον Π. Γαβαλά, «Ραγίσαν τα τοιχώματα» με την Ανθούλα Αλιφραγκή, «Απόψε που τραγούδησα» με τη Γ. Λύδια και τον Δ. Ρουμελιώτη, «Θλιμμένο ερημόσπιτο» με τον ίδιο και τη Βούλα Γκίκα, «Ανάμεσα σε δυο βουνά» με τον Ποσειδών Διβάρη, «Αλήτης του λιμανιού» με τον Βαγ. Περπινιάδη κ.α. συνολικά 20 τραγούδια στις 78 στροφές την περίοδο 1949-1958, ενώ μετά το ’60 συνεργάστηκε με την RCA Victor του Δημήτρη Ορφανίδη.


Θ' ανέβω και θα τραγουδήσω
στο πιο ψηλότερο βουνό
ν' ακούγεται στην ερημιά
ο πόνος μου με την πενιά


Με το βουνό θα γίνω φίλος
και με τα πεύκα συντροφιά
κι όταν θα κλαίω και πονώ
θ' αναστενάζει το βουνό (δις)


Απάνω στο βουνό θα μείνω
κι από τον κόσμο μακριά
θα κλαίω μόνος, θα πονώ
και θα μ' ακούει το βουνό

Το τραγούδι των Λουκά Νταράλα και Ευάγγελου Πρέκα «Το βουνό» (για το οποίο στο διαδίκτυο έπεσα πάνω σε διάφορες ανακρίβειες και αυθαιρεσίες, που μου δώσανε την αφορμή για την παρούσα αναφορά) φωνογραφήθηκε την 1η Μαρτίου 1954, τραγούδησαν οι: Καίτη Γκρέυ και Δημήτρης Ρουμελιώτης κι έπαιξαν οι μουσικοί:

Τάκης Λαβίδας: τσέμπαλο
Βασίλης Σπηλιόπουλος: μπουζούκι
Αργύρης Βαμβακάρης: μπουζούκι
Πάνος Χρυσίνης: μπαγλαμά
Στέλιος Χρυσίνης: κιθάρα
Σπύρος Αναγνώστου: μπάσο

Λίγους μήνες αργότερα, το «Βουνό» είχε την τύχη να γνωρίσει μια ακόμη ιστορική ηχογράφηση. Στις 3 Ιουνίου του 1954, φωνογραφήθηκε από το συγκρότημα του Βασίλη Τσιτσάνη, με ερμηνεύτρια τη Μαρίκα Νίνου και κυκλοφόρησε με την ετικέτα Melody του Αντώνη Πλωμαρίτη.

Μια τρίτη ηχογράφηση έγινε τον ίδιο καιρό στην Αμερική από το συγκρότημα των Νίκου Πουρπουράκη και Θόδωρου Καβουράκη που βγήκε με την ελληνοαμερικάνικη ετικέτα Καλός Δίσκος.

Αυτές ήταν οι ιστορικές ηχογραφήσεις που γνώρισε το τραγούδι κατά τη δεκαετία του ’50, ενώ, αργότερα, στα 1961, τόσο η εκτέλεση με την Γκρέυ και τον Ρουμελιώτη, όσο και η εκτέλεση με τη Νίνου και τον Τσιτσάνη επανεκδόθηκαν στους μικρούς δίσκους των 45 στροφών.

Αργότερα, γνώρισε αλλεπάλληλες επανεκτελέσεις. Μια ακόμη στην Αμερική από το συγκρότημα του Κύπριου μπουζουξή Μιχάλη Θεοδώρου, ενώ, κάποιες από τις σημαντικότερες μεταγενέστερες ήταν με: την Μαρινέλλα, τον Γιάννη Πουλόπουλο, την Πόλυ Πάνου και την ορχήστρα του Σταύρου Ξαρχάκου από την παράσταση «Αμάν Αμήν», και, βεβαίως, από, τον φυσικό απόγονο του Λουκά, τον Γιώργο Νταλάρα. Απ’ όσο θυμάμαι, πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα λαϊκά που έχει τραγουδήσει – ζωντανά επί σκηνής ή στην τηλεόραση, και μάλιστα αφιερώνοντάς το στους γονείς του – ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.


Ο Λουκάς Νταράλας ή Νταλάρας
, όπως αναφέρεται με κεφαλαία γράμματα σε κάποιο παλιό έντυπο των αρχών του ’60 (βλέπε φωτό) το κατέγραψε με τη φωνή του, πολύ αργότερα, στα 1975, όταν ηχογράφησε μια σειρά από παλιά αγαπημένα του τραγούδια και μαζί κάποιες πρωτότυπες, αδισκογράφητες, ως τότε, συνθέσεις του που βγήκαν, σε μικρούς και μεγάλους δίσκους, με την ετικέτα της Sonora: «Πικρός καημός», «Μούκλεισες βαρειά την πόρτα», «Μια μάνα είχα στη ζωή», τα οποία, όμως, είχε συνθέσει το 1958, αλλά και το «Ο γεροντόμαγκας» του αδερφού του Ευάγγελου, ο οποίος είχε γράψει στην Columbia το εξαιρετικό χασάπικο «Θα πάω με κουρσάρικα» που είχαν τραγουδήσει ο Σταύρος Τζουανάκος με τον Γιάννη Τατασόπουλο. Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι το 1976 βγήκε κι ένας μεγάλος δίσκος με 12 τραγούδια του Ευάγγελου Νταράλα, που τραγούδησε ο Θόδωρος Άλκιμος, από την εταιρεία Fantasia.

Κάποια, ακόμη, τραγούδια του Λουκά Νταράλα, που είχαν γίνει στο εξωτερικό και είχαν εκδοθεί στα χρόνια του ’60, από την Philips ήταν τα: «Ο ανθρακωρύχος» και «Πατρίδα καταγάλανη», αλλά κι ένα μικρό δισκάκι από τις αρχές του ’70 με ηλεκτρικό μπουζούκι και αρμόνιο, το «Πατρίς κλαμπ», με την ορχήστρα Ροδοπούλα. Απ’ όσο θυμάμαι, πρέπει να έχει στα χέρια του μια κασέτα με παιξίματα και τραγούδισμα του Λουκά Νταράλα, ο φίλος μου, εκδότης του περιοδικού «Λαϊκό Τραγούδι», Γιώργος Κοντογιάννης, ο οποίος, στο τεύχος 14 του περιοδικού, τον Μάρτιο του 2006, φιλοξένησε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη του παλιού συνεργάτη του Λουκά Νταράλα, Νίκου Πάλδη ο οποίος παρουσίασε και 4 ανέκδοτα τραγούδια τους από τα τέλη της δεκαετίας του ’40: «Νικολέττα», «Τα μαντάτα», «Δεν τη θέλω τη ζωή», «Με προδώσανε».

Ο Λουκάς Νταράλας, έζησε τη ζωή του περιπλανώμενου μουσικού, δηλαδή, έζησε και πέθανε ρεμπέτης (1927-1977). Δε νομίζω να το διαπραγματεύτηκε ποτέ αυτό.

Video

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!