Αναψυκτήρια: Μεγάλο Αφιέρωμα - Μέρος Ά

Η ετυμολογία, η ελληνική πατέντα, τα ιστορικά στέκια, οι θρυλικοί κονφερασιέ, οι μαρτυρίες, οι μνήμες, η νοσταλγία.
logo radio
Ogdoo web radio
Live
 
Το πρώτο μέρος του αφιερώματος ξεκινά απ’ την δεκαετία του ’30 και την περίφημη «Μάνδρα» του Αττίκ και φτάνει μέχρι και το τέλος της δικτατορίας.

Αξέχαστες καλοκαιρινές στιγμές διασκέδασης που χαράχθηκαν νοσταλγικά στις μνήμες των τυχερών θεατών και αποτελούν αντικείμενο συναρπαστικής και νοσταλγικής αφήγησης στους νεότερους.

Η ετοιμολογία της λέξης Αναψυκτήρια προσδιορίζει σημειολογικά τον τόπο όπου σερβίρονται αναψυκτικά. Αποτέλεσε ένα θερινό τρόπο διασκέδασης για τη χώρα μας και τους κατοίκους της. Μια απόλυτα ελληνική πατέντα διασκέδασης, προσαρμοσμένη στις κλιματολογικές συνθήκες μας και στην ψυχαγωγική ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων.

Το προσφερόμενο ψυχαγωγικό θέαμα στο χώρο των αναψυκτηρίων έχει τις καταβολές του στο Γαλλικό βαριετέ. Παραπέμπει σε θεατρική παράσταση με ποικιλία θεαμάτων, έχοντας στοιχεία από προγράμματα καμπαρέ, μίμους, κλόουν, χορευτές, χορεύτριες και τραγουδιστές.

Ουσιαστικά πρόκειται για μια συναρμολόγηση σκόρπιου υλικού και κειμένων συνδεδεμένων με θεατρικές τεχνικές με τη βοήθεια ήχων προερχόμενων από μουσικές και τραγούδια καθώς και φωτιστικών τρικ. Πρωτεργάτης και δημιουργός στον ελληνικό χώρο του νέου αυτού διασκεδαστικού θεάματος είναι ο Αττίκ (Κλέων Τριανταφύλλου).
kleon attik
Ο Αττίκ, γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 1885, από εύπορη οικογένεια. Ανατράφηκε σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή και ιδιαίτερα τη γαλλική κουλτούρα. Ξεκίνησε νωρίς τις μουσικές του σπουδές στην Ελλάδα και τις ολοκλήρωσε στο Παρίσι, όπου και ξεκίνησε τα πρώτα του καλλιτεχνικά βήματα. Παρουσιάστηκε σε μεγάλα Παρισινά κέντρα, ενώ ταυτόχρονα έδωσε και πολλές συναυλίες σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Επιστρέφει στην Ελλάδα ενώ η οικογένεια του καταρρέει οικονομικά & το 1931 ιδρύει την περίφημη καλλιτεχνική ομάδα «Μάνδρα», σε συνεργασία με τους Δ. Ευαγγελίδη, τον Βώττη και τον Παντελή Χορν. Για πρώτη φορά παρουσιάζεται σε υπαίθριο θέατρο της οδού Μεθώνης. Η ομάδα αυτή παρουσιαζόταν τα καλοκαίρια στην Αθήνα και τον χειμώνα περιόδευε στην επαρχεία. Για πάρα πολλά χρόνια το πρόγραμμα της Μάνδρας παρουσιαζόταν στο θερινό θέατρο «Δελφοί» στην οδό Αχαρνών και Ηπείρου.

Την καλλιτεχνική διεύθυνση αυτού του σχήματος είχε ο Αττίκ, ο οποίος συμμετείχε σαν πιανίστας, τραγουδιστής και μίμος «κομπέρ» (κονφερασιέ). Είχε την ικανότητα να παίζει πιάνο και να σφυρίζει ταυτόχρονα και από το κελάϊδισμα που έβγαζε το σφύριγμά του, δημιουργούσε μια εκπληκτική διφωνία. Πάρα πολλοί καλλιτέχνες ανεδείχθησαν μέσα από τη «Μάνδρα» του Αττίκ.
madraTOUattik
Η θρυλική Ντιριντάουα, αργότερα σύζυγος του Κώστα Χατζηχρήστου, της οποίας το πραγματικό της όνομα ήταν Καίτη Οικονόμου, οι αδελφές Καλουτά, η Λουίζα Ποζέλι, Ζωή Νάχη, Καλή Καλό, Δανάη, Κάκια Μενδρή, ο ντιζέρ Τόνυ Ράιλ και ο μίμος Ανδρέας Ζούλας, γνωστός ως Ζαζάς. Από τη «Μάνδρα του Αττίκ» μαθήτευσαν και ξεπήδησαν οι πρώτοι κονφερασιέ όπως ο Ορέστης Λάσκος, ο Χρήστος Πύρπασος, ο Μίμης Τραϊφόρος, ο Φίλωνας Αρίας και ο Γιώργος Οικονομίδης. Η «Μάνδρα του Αττίκ» διαλύθηκε το 1944 μετά τον θάνατο του Αττίκ.

Από τη δεκαετία του ’50 άρχισαν να δημιουργούνται τα πρώτα «δυνατά», με ισχυρή καλλιτεχνική δομή και εμπορικότητα, αναψυκτήρια. Αναφέρομαι στα αναψυκτήρια του Πεδίου του Άρεως. Το «Άλσος» με επικεφαλής τον μεγαλύτερο Έλληνα κονφερασιέ Γιώργο Οικονομίδη και το Green Park με τον Όμηρο Αθηναίο. Το τελευταίο βρισκόταν στο νότιο άκρο του πάρκου επί της οδού Μαυροματαίων σε ένα κτίριο αντιπροσωπευτικό της εποχής του μεσοπολέμου με διακοσμητικά στοιχεία Art Nouveau.

Ο μεγάλος κονφερασιέ και θηρευτής ταλέντων Γιώργος Οικονομίδης δημιουργούσε ένα πρόγραμμα ευρωπαϊκών προδιαγραφών, ιδιαίτερα δημοφιλές σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Βασικός κορμός του προγράμματος, η μουσική και το τραγούδι, ο χορός, η πρόζα και φημισμένες ατραξιόν του εξωτερικού. Η ισχυρή προσωπικότητα του Γ. Οικονομίδη με ιδιαίτερα ανεπτυγμένο το επικοινωνιακό στοιχείο με το κοινό, αξιοποιούσε άμεσα τη στιγμή και το απρόοπτο και τα μετασχημάτιζε σε κωμικό υλικό που παρήγαγε γέλιο. Πάντα κομψά και αριστοκρατικά ντυμένος, χαμογελαστός, ακούραστος επαγγελματίας, δημιούργησε ένα θέαμα με έντονα διασκεδαστικό στίγμα και διαχρονικότητα. Ένα θέαμα με φινέτσα, ποιότητα, ροή, κορύφωση και συμμετοχή μεγάλων καλλιτεχνικών ονομάτων από την Ελλάδα και το εξωτερικό.

Ένα πραγματικό βαριετέ γεμάτο τραγούδι, χορό, νούμερα επιθεώρησης, σάτιρα και επικοινωνία με τους θεατές. Συμμετείχαν τραγουδιστές και ηθοποιοί ιδιαίτερα κωμικοί, μουσικοί, χορευτές, ακροβάτες, μίμοι και ταχυδακτυλουργοί. Πάρα πολλά δημοφιλή ονόματα παρήλασαν από τη σκηνή του Άλσους.

Ο Γιάννης Βογιατζής, η Μαίρη Λω, η Γιοβάννα, η Ζωζώ Σαπουντζάκη, ο Τάκης Μωράκης, η Νάντια Κωνσταντοπούλου, η Κλειώ Δενάρδου, ο Φώτης Δήμας, ο Τόνυ Μαρούδας, η Ζωή Φυτούση, η Μάριον Σίβα, ο Ζακ Ιακωβίδης, ο Λυκούργος Μαρκέας, ο Τζίμης Μακούλης, ο Κώστας Κλάβας, η Ρένα Ντορ, οι Αφοί Κατσάμπα, ο Πέτρος Κυριάκος και πάρα πολλοί άλλοι.

Ο λαϊκός συνθέτης και τραγουδιστής Γιάννης Καραμπεσίνης που δε μένει πια εδώ, ο οποίος συνεργάστηκε με τον Γιώργο Οικονομίδη στο Άλσος, θυμόταν χαρακτηριστικά και μου διηγούνταν:
karampesinis3
«Συνεργάστηκα στο Άλσος με τον Γιώργο Οικονομίδη, από το ’63 έως το ’65, μαζί με τη Δούκισσα. Η συνεργασία μου μαζί του, μου έχει μείνει αλησμόνητη. Ήταν ένας πραγματικός gentleman με καλή συμπεριφορά και μπέσα. Αν και ουσιαστικά ήταν αδιάφορος για το λαϊκό τραγούδι και το μπουζούκι, είχε μεγάλη αδυναμία σε μένα και στον Μανώλη Χιώτη. Ίσως σ’ αυτό να τον επηρέαζε το κομψό ντύσιμο και η ευρωπαϊκή φινέτσα που είχαμε κατά τη διάρκεια του προγράμματος.

Η επιτυχία των προγραμμάτων ήταν κάτι το εκπληκτικό. Το Άλσος χωρούσε πάνω από τρεις χιλιάδες άτομα, ενώ άλλα χίλια έβλεπαν και άκουγαν το πρόγραμμα από τις πλαϊνές μάντρες. Ξεκινούσαμε τις παραστάσεις στις 21 Μαΐου και τελειώναμε περί τα τέλη Σεπτεμβρίου. Κάθε τρεις εβδομάδες άλλαζε το πρόγραμμα. Κάναμε δύο παραστάσεις κάθε μέρα χωρίς διακοπή. Η πρώτη παράσταση ήταν από τις 7:00μμ έως τις 9:30μμ και η δεύτερη από τις 10:00μμ έως τις 12:30μμ. Υπήρχαν 40 σερβιτόροι και βοηθοί. Manager στο Άλσος ήταν ο Γιάννης Κωστόπουλος που είχε γραφείο στην πλατεία Κάνιγγος και έφερνε ξένα χορευτικά και ατραξιόν διεθνούς φήμης.

Μου είχε κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση ο Ισπανός χορευτής Μορχία που μετά πήγε στην Αμερική και έκανε πάταγο. Επίσης ο ταχυδακτυλουργός MAXIM που πέρναγε ανάμεσα σε φωτιές και σπαθιά και η εκπληκτική χορεύτρια NICOL που ήταν στα μπαλέτα Μπεζάρ και την έφερε ο Οικονομίδης στο Άλσος το 1965. Συνήθως τα κείμενα ήταν του Νικολαΐδη και του Ναπολέοντα Ελευθερίου και μαέστρος ήταν ο Σταύρος Ρουχωτάς. Με νοσταλγία θυμάμαι επίσης τα σπαρταριστά σκετσάκια με τη Σπεράτζα Βρανά, την ανεπανάληπτη Ρένα Ντορ, τις ερμηνείες του Τόνυ Μαρούδα, της Νάντιας Κωνσταντόπουλου και τη ζεστή φωνή της Άντζελας Ζήλεια».

Το αντίπαλο δέος στις αξέχαστες βραδιές του Άλσους ήταν όπως προαναφέραμε το Green Park του Κανδηλώρου με κεντρική και ηγετική φυσιογνωμία του κονφερασιέ Όμηρου Αθηναίου. Μια ανάλογη με του Οικονομίδη προσωπικότητα, με μεγάλη αυτοσχεδιαστική ικανότητα, επικοινωνία με το κοινό και αξιοποίηση της στιγμής.
ΤΤΤ
Ο Όμηρος Αθηναίος, ο οποίος είχε αργότερα και την τηλεοπτική εκπομπή στην ΥΕΝΕΔ «Κυριακή χωρίς σύννεφα», φιλοξενούσε επίσης μεγάλες ατραξιόν και τραγουδιστές του εξωτερικού και τα μεγαλύτερα καλλιτεχνικά ονόματα της χώρας μας.

Τα προσφερόμενα είδη στους θεατές του Άλσους και του Green Park ήταν τα αναψυκτικά, η χαρακτηριστική γρανίτα φράουλα, η τυρόπιτα και η μπύρα. Και στα δυο παραπάνω αναψυκτήρια δεν υπήρχαν βωμολοχίες, χλευασμός και ταπεινώσεις, αλλά σάτιρα με αιχμές πάνω από τη μέση και ορισμένα πιπεράτα σόκιν ανέκδοτα.

Τα αναψυκτήρια προσέφεραν μια «γεμάτη» διασκέδαση στην Ελληνική οικογένεια της μέσης και κατώτερης οικονομικής στάθμης που ήταν και η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας.
Προγράμματα διεθνούς φήμης τα οποία μπορούσαν να απολαύσουν μόνο οι λίγοι, οι έχοντες στα ακριβά κοσμικά κέντρα, καμπαρέ και night club’s μέσω των αναψυκτηρίων γινόντουσαν οικονομικώς προσιτά για το βαλάντιο του απλού εργαζόμενου που απολάμβανε σπάνια θεάματα κάτω από το έναστρο αττικό ουρανό, μέσα σε ένα καταπράσινο γοητευτικό περιβάλλον χωρίς να είναι υποχρεωμένος να ξενυχτάει.

Την ίδια περίπου εποχή και λίγο νωρίτερα υπάρχουν με μεγάλη επιτυχία τα αναψυκτήρια «Αίγλη» στο Ζάππειο, με τον Λάμπρο Ζούνη, στο «Μουσείο» με τον Ζαχαρία Τσίχλα, στο «Κυψελάκι» με τον Φίλωνα Αρία και το «ΑΛΚΑΖΑΡ» στο σταθμό Λαρίσης με τον Ορέστη Λάσκο.
705
Ο Ορέστης Λάσκος, σύζυγος της ηθοποιού Μπεάτας Ασημακοπούλου θήτευσε δίπλα στον Αττίκ, ταυτόχρονα όμως ήταν ένας σημαντικός ποιητής και σκηνοθέτης. Εύγλωττος, άμεσος και δημιουργικός, δεν παρέλειπε ποτέ στις παραστάσεις του να απαγγέλει δύο από τα αγαπημένα του ποιήματα: «τα βατράχια κουάξ κουάξ» και το «Παρίσι». Στο τελευταίο δε, περιέγραφε το όνειρο μιας ολόκληρης ζωής για ένα ταξίδι από το Παρίσι, το οποίο όταν κάποια στιγμή το υλοποίησε και είχε φτάσει με το τρένο μια στάση πριν το τέρμα, κατέβηκε και γύρισε πίσω γιατί σκέφθηκε ότι εάν πραγματοποιούσε το όνειρο του, τι θα είχε πλέον για το υπόλοιπο της ζωής του να ονειρεύεται.

Σαν σκηνοθέτης ο Ορέστης Λάσκος, έμεινε στην ιστορία για την πρωτοποριακή, για την εποχή, ταινία του « Δάφνις και Χλόη» το 1931 όπου είχε προκαλέσει πολλές αντιδράσεις στην συντηρητική μερίδα της ελληνικής κοινωνίας.
daphnis kai khloe 002 0
Στο δεύτερο μέρος: Από την Μεταπολίτευση μέχρι και τις μέρες μας

ΤΟ OGDOO.GR ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Το τραγούδι αλλιώς, στο email σας!

Ενημερωθείτε πρώτοι για τα τελευταία νέα στο χώρο της καλής μουσικής!